Ο Ερντογάν εξήγγειλε πρόωρες εκλογές ενώπιον οικονομικών και πολιτικών αδιεξόδων

Η Τουρκία οδεύει σε πρόωρες εκλογές, μετά τη σχετική εξαγγελία του Ερντογάν, την ίδια στιγμή που όλα τα μέτωπα στην εξωτερική πολιτική της χώρας παραμένουν ανοιχτά και που, συνακόλουθα, η διένεξη με την Ελλάδα και τους συμμάχους της βρίσκεται σε πολύ θερμό επίπεδο.

Το ερώτημα που έχουν κληθεί να απαντήσουν οι διάφοροι αναλυτές είναι γιατί ο Τούρκος Πρόεδρος προκήρυξε τις εκλογές ενάμιση χρόνο πριν από την «κανονική» στιγμή τους, δηλ. στις 24 Ιουνίου του 2018. 

Αυταρχισμός

Ασφαλώς όλοι συμφωνούν ότι ο χρόνος δεν είναι με το μέρος του Ερντογάν και της πολιτικής του. Πολλοί αναφέρουν ότι ο ηγέτης του ΑΚΡ ήθελε να προλάβει την αντιπολίτευση πριν αυτή κατασταλάξει σε έναν κοινό υποψήφιο με πολιτικό βεληνεκές όπως αυτό του πρώην συνεργάτη του ίδιου του Ερντογάν, του Αμπτουλάχ Γκιούλ. Άλλοι τονίζουν ότι διάλεξε επίτηδες την εποχή αυτή επειδή τα ΜΜΕ και γενικά το σύστημα έχουν διοχετεύσει μεγάλες δόσεις εθνικιστικού παροξυσμού στον πληθυσμό εξαιτίας των πολέμων και των άλλων αντιπαραθέσεων που διεξάγει –με επιλογή του– ο Ερντογάν τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Σε τέτοιες συνθήκες νικητής βγαίνει συχνά το κόμμα και ο ηγέτης που χειρίζονται τα «εθνικά ζητήματα». 

Αλλά υπάρχει ένας άλλος σημαντικότερος λόγος: η στασιμότητα στην οποία έχει μπει η τουρκική οικονομία και η –εξαιτίας αυτής– γκρίνια των καπιταλιστών και των υποτακτικών τους. Ενώ τα προηγούμενα χρόνια η πολιτική Ερντογάν πήγαινε «τρένο» την οικονομία, τώρα αυτή στόμωσε: η Τουρκία εξάγει μεν αυτοκίνητα, αλλά δεν μπορεί να περάσει σε ένα ανώτερο στάδιο μιας πιο δυναμικής οικονομίας που θα στηρίζεται σε τεχνολογίες αιχμής όπως κάνουν οι υπόλοιποι ανταγωνιστές της στον πλανήτη. Αυτή είναι και η αιτία της σύγκρουσης του Ερντογάν με τμήματα της άρχουσας τάξης.

Αν πιστεύαμε τα δυτικά ΜΜΕ, ο Τούρκος πρόεδρος θα φάνταζε βέβαια ως… αντικαπιταλιστής: Κατά χιλιάδες οι Τούρκοι εκατομμυριούχοι εγκαταλείπουν τη χώρα (το 2015 έφυγαν 1.000 εκατομμυριούχοι και το 2016, 6.000 εκατομμυριούχοι). Στη συντριπτική πλειονότητά τους όμως είχαν γίνει εκατομμυριούχοι επί Ερντογάν και εξαιτίας των πολιτικών του. Κι ασφαλώς ο Ερντογάν δεν τους κυνηγάει ως τάξη –κάθε άλλο: η πολιτική του είναι καθαρά αντεργατική- αλλά γιατί προσπαθεί βίαια να αναδιαρθρώσει και πάλι την οικονομία της χώρας (χωρίς βέβαια να χάσει και την κυβέρνηση). Για τους ίδιους λόγους διώκει και φυλακίζει ακαδημαϊκούς, σκηνοθέτες, δημοσιογράφους, δικαστικούς, στελέχη του κρατικού μηχανισμού. Από αυτή την άποψη μοιάζει να χρησιμοποιεί τις τακτικές του Β. Πούτιν όσον αφορά την αντιμετώπιση της αντιπολίτευσης και την έλλειψη δημοκρατικής ανεκτικότητας. 

Ασφαλώς βέβαια τη σιδερένια φτέρνα του καθεστώτος τη βιώνουν με το χειρότερο τρόπο οι «από τα κάτω» και η Αριστερά: διώξεις και φυλακίσεις Κούρδων  βουλευτών, συνδικαλιστών, φοιτητών, στελεχών αριστερών οργανώσεων, αλλά και οποιουδήποτε άλλου τολμήσει να αντισταθεί στον εθνικισμό και τις πολεμικές επιχειρήσεις στη Συρία (φυλακίστηκε ακόμη και δασκάλα μαζί με το 6 μηνών βρέφος της επειδή έκανε αντιπολεμικές δηλώσεις στην τηλεόραση).

Αλλά και η αντιπολίτευση, βυθισμένη κι αυτή στον εθνικισμό, στην αυταπόδεικτη αλήθεια των δικαίων του έθνους, προσπαθεί να αντιμετωπίσει τον Ερντογάν με τα όπλα του: ως αντίπαλο δέος στον Τούρκο Πρόεδρο, ένα μέρος της αντιπολίτευσης προσανατολίζεται στην υποστήριξη της Μεράλ Ακτσενέρ, πρώην μέλους του φασιστικού ΜΗΡ, και ένα άλλο μέρος στην υποστήριξη του Αμπντουλάχ Γκιούλ, πρώην προέδρου της δημοκρατίας αλλά και πρωθυπουργού, εκλεκτού, τότε, του ίδιου του Ερντογάν. 

Ωστόσο, παρότι ο σοβινισμός μπορεί να έχει διαποτίσει τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης αριστερά του ΑΚΡ, η εργατική τάξη έχει δείξει κάποια σημαντικά σημάδια αντίστασης: Μόλις το περασμένο μήνα 130.000 μεταλλεργάτες αποφάσισαν να κατέβουν σε απεργία, πράγμα που βέβαια ήταν παράνομο στις συνθήκες έκτακτης ανάγκης που έχουν επιβληθεί. Όμως η κυβέρνηση τελικά έκανε πίσω, μπροστά στην αποφασιστικότητα των μεταλλεργατών και αποδέχθηκε πολλά από τα αιτήματά τους.

Η διαδήλωση στις 8 Μάρτη απέδειξε ότι και το γυναικείο ζήτημα μπορεί να κινητοποιεί μαζικά τον κόσμο ενάντια στην κυβέρνηση. Και είναι γεγονός ότι εδώ και δύο χρόνια οι πορείες για την ημέρα της γυναίκας  μετατρέπονται σε μεγάλες εκδηλώσεις υπέρ της ελευθερίας και της ειρήνης. 

Οι σύμμαχοι

Στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη απόψεις εντός της Αριστεράς ότι ο «ιμπεριαλισμός» γενικά είναι με το μέρος της Τουρκίας. Οι δηλώσεις των τελευταίων ημερών κονιορτοποιούν και πάλι αυτή την άποψη.

Στα τέλη Μάρτη το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σύμφωνα με το κείμενο συμπερασμάτων που υιοθέτησαν οι 28, «καταδικάζει σθεναρά τη συνέχιση των παράνομων ενεργειών της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο και υπογραμμίζει την απόλυτη αλληλεγγύη του προς την Κύπρο και την Ελλάδα». Στα συμπεράσματα επίσης «υπενθυμίζεται η υποχρέωση της Τουρκίας να σέβεται το διεθνές δίκαιο και τις σχέσεις καλής γειτονίας, καθώς και να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τις χώρες-μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας». Εκφράζεται ακόμη η «σοβαρή ανησυχία» των 28 για τη «συνέχιση της κράτησης πολιτών της ΕΕ στην Τουρκία», μια έμμεση αναφορά στο ζήτημα των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.

Αν τμήμα της ελληνικής Αριστεράς συνεχίζει να μην αντιλαμβάνεται την τοποθέτηση των Ευρωπαίων ηγετών και των θεσμών της ΕΕ, το αντιλαμβάνεται πολύ καλά η Άγκυρα. Ο εκπρόσωπος του υπ. Εξωτερικών της χώρας Χ. Ακσόι δήλωσε σε πολύ έντονο ύφος: «Το ανακοινωθέν (της ΕΕ) περιέχει απαράδεκτες εκφράσεις για τη χώρα μας, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου»!

Στα τέλη Μάρτη, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ μετά το πέρας της Συνόδου ΕΕ-Τουρκίας στη Βάρνα, εξέφρασε τις ανησυχίες του σχετικά με τις τρέχουσες ενέργειες της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, αλλά και για την κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών. Ο Τουσκ υπογράμμισε ότι η ΕΕ στέκεται αλληλέγγυα πίσω από τη Δημοκρατία της Κύπρου σε σχέση με το δικαίωμά της να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς της πόρους και φυσικά τούτο μέσα στη δική της ΑΟΖ.

Εξάλλου για «καταπέλτη» και για «χαστούκι» ενάντια στην Τουρκία, έκαναν λόγο τα ελληνικά ΜΜΕ στις 18/4, αναφερόμενα στην ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις υποψήφιες για ένταξη χώρες, στην οποία υπήρχαν ευθείες βολές για τις εντάσεις με Ελλάδα και Κύπρο, την κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών καθώς και την ύπαρξη σοβαρών προβλημάτων δημοκρατίας στην Τουρκία. «Οι εντάσεις στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο δεν ευνόησαν τις σχέσεις καλής γειτονίας και υπονόμευσαν την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια. Οι διμερείς σχέσεις με αρκετά κράτη-μέλη της Ε.Ε επιδεινώθηκαν, συμπεριλαμβανομένης ενίοτε μιας επιθετικής και απαράδεκτης ρητορικής», αναφέρεται στην Έκθεση. 

Μάλιστα, η ύπατη εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφαλείας, Φ. Μογκερίνι ανακοίνωσε ότι η ΕΕ δεν σκοπεύει να ανοίξει νέα κεφάλαια στις ενταξιακές συνομιλίες της Τουρκίας, μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης προόδου. Επιπλέον, λίγες ημέρες μετά η Μογκερίνι επιβεβαίωσε για μία ακόμη φορά τη στάση της ΕΕ απαντώντας σε επείγουσα ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δ. Παπαδημούλη, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, πως «η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει καλέσει την Τουρκία να αποφεύγει κάθε είδους απειλή ή ενέργεια στρεφόμενη κατά κράτους-μέλους που βλάπτει τις σχέσεις καλής γειτονίας και την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών».

Πιο πρόσφατο παράδειγμα της σαφούς τοποθέτησης της ΕΕ με την ελληνική πλευρά ήταν οι δηλώσεις δηλώσεις του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ.-Κ. Γιούνκερ στην ελληνική Βουλή. Αφού τάχθηκε υπέρ της άμεσης απελευθέρωσης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, δήλωσε: «Η Τουρκία συνεχίζει να πράττει πράγματα παράνομα στο χώρο της ανατολικής Μεσογείου και στο Αιγαίο. Υποχρέωση της Τουρκίας αποτελεί το να σέβεται το διεθνές δίκαιο και να ομαλοποιήσει σχέσεις της με όλα κράτη-μέλη ΕΕ». Ο Άκσοϊ απάντησε τα εξής σχετικά με το θέμα: «Είδαμε ότι ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στην ομιλία που έκανε σήμερα στη Βουλή της Ελλάδας συνεχίζει υπό το μανδύα της “συμπαράστασης της Ένωσης” τη συνήθεια να βγάζει αποφάσεις με ύφος πραγματογνώμονα σε θέματα που αφορούν τη χώρα μας. Με αυτές τις δηλώσεις τους, που βασίζονται στις θέσεις των Ρωμιών-Ελλήνων σχετικά με το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, οι αξιωματούχοι της ΕΕ χάνουν κάθε μέρα που περνάει ολοένα και περισσότερο την αξιοπιστία και την φερεγγυότητά τους. Απορρίπτουμε αυτές τις δηλώσεις που στερούνται σοβαρότητας και νομικής βάσης».

Μάλιστα ο Άκσοϊ ειρωνεύθηκε τον Γιούνκερ και τη ΕΕ, επισημαίνοντας την εκκωφαντική αντίφαση των επιχειρημάτων τους: «Αντιμετωπίζουμε επίσης με έκπληξη τη δήλωση του Γιούνκερ ότι θα πρέπει “να αφεθούν οπωσδήποτε ελεύθεροι” οι δυο Έλληνες στρατιωτικοί που κρατούνται στη χώρα μας. Οι Έλληνες στρατιωτικοί που παραβίασαν την τουρκική νομοθεσία δεν έχουν κανένα προνόμιο ενώπιον της ανεξάρτητης δικαστικής εξουσίας. Καταδικάζουμε αυτήν την διπρόσωπη αντίληψη που όταν θέλει υπενθυμίζει το κράτος δικαίου και όταν τη συμφέρει δεν διστάζει να προβαίνει σε δηλώσεις που σημαίνουν παρέμβαση στη δικαστική διαδικασία».

Και οι ΗΠΑ

Ούτε από τις ΗΠΑ όμως ήταν καλά τα νέα για την Άγκυρα: Στα τέλη Απρίλη η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Χέδερ Νάουερτ δήλωσε ότι θα είναι δύσκολη η διεξαγωγή ανοιχτών και διαφανών εκλογών στην Τουρκία υπό το καθεστώς έκτακτης ανάγκης. Όμως σημαντικότερη εξέλιξη ήταν ότι ομάδα Αμερικανών γερουσιαστών που αντιτίθεται στη συμφωνία για την παράδοση αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία, κατέθεσε νομοσχέδιο που επιχειρεί να βάλει ένα τέλος στα συμφωνηθέντα (η Άγκυρα σχεδίαζε να αγοράσει περισσότερα από εκατό F-35 αλλάζοντας τον συσχετισμό στο Αιγαίο). 

Η συγκεκριμένη διακομματική νομοθετική πρωτοβουλία, που υπογράφεται από τους δύο Ρεπουμπλικανούς και μία Δημοκρατική γερουσιαστή, αποσκοπεί όχι μόνο να μπλοκάρει τη μεταφορά των αεροσκαφών, αλλά και να μην επιτρέψει στην Τουρκία να φιλοξενήσει τις απαραίτητες εγκαταστάσεις για τη συντήρηση των F-35, κάτι που θα επέτρεπε τη μεταφορά ενός μεγάλου τμήματος της σχετικής τεχνογνωσίας.

Την ίδια στιγμή και το γερμανικό κοινοβούλιο ετοιμάζεται να υπερψηφίσει πρόταση των σοσιαλδημοκρατών και του Die Linke που θα απαγορεύει την πώληση όπλων στην Τουρκία. Και μάλιστα το σχετικό νομοσχέδιο θα έχει αναδρομική ισχύ, δηλ. θα περιλαμβάνει τα τεθωρακισμένα που έχει ήδη παραγγείλει η Άγκυρα από τη γερμανική πολεμική βιομηχανία.

Σε αυτές τις συνθήκες φαντάζουν πραγματικές γελοίες οι καταγγελίες κομμάτων, οργανώσεων και τάσεων της ελληνικής Αριστεράς, ενάντια στους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς επειδή αυτοί… υποστηρίζουν την Τουρκία. Είναι χαρακτηριστική, π.χ., η περίπτωση του ΚΚΕ: Πράγματι το ΝΑΤΟ δεν πήρε παρόμοιες θέσεις με όλους τους προαναφερόμενους οργανισμούς, στην πρόσφατη διένεξη και στάθηκε μεσοβέζικα («βρείτε τα», είπε ο γγ του ΝΑΤΟ σε Αθήνα και Άγκυρα). Το ΚΚΕ δεν έχασε την ευκαιρία να καταγγείλει τον ιμπεριαλιστικό μηχανισμό, όχι κυρίως γι’ αυτό που είναι, αλλά γιατί δεν εξασφαλίζει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, την εθνική κυριαρχία κ.λπ. ή γιατί το ΝΑΤΟ νίπτει τας χείρας του για τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς. Αν το ΝΑΤΟ είχε πάρει και αυτό παρόμοιες θέσεις με αυτές της ΕΕ και των υπολοίπων, αν δεν είχε πει «βρείτε τα» αλλά είχε πει «η Αθήνα έχει δίκιο», τότε δεν θα πείραζε άραγε;

Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, έχοντας με το μέρος της όλους αυτούς τους οργανισμούς, αλλά και έχοντας καλυμμένα τα νώτα της από τα αριστερά (με την πατριωτική και «εθνικά υπεύθυνη στάση» του μεγαλύτερου μέρους των αριστερών οργανώσεων) η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στην έγκριση της αναβάθμισης των 85 αεροσκαφών F-16, ανατρέποντας υπέρ της Αθήνας το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων στο Αιγαίο και κάνοντας τη μεγαλύτερη πολεμική παραγγελία εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Την ίδια ώρα που θα κόψει περαιτέρω συντάξεις κι άλλες κοινωνικές παροχές…

Ο Αμερικανός πρέσβης Τζ. Πάγιατ είχε κάθε λόγο να εκφράσει την χαρά του σε ανάρτησή του στο Twitter, κάνοντας λόγο για μια «μεγάλη ημέρα για τους συμμάχους μας, το ελληνικό υπουργείο Άμυνας και την ελληνική Πολεμική Αεροπορία», αλλά και να συγχαρεί ιδιαίτερα τον Πάνο Καμμένο και την ομάδα του.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες