Πανελλαδική Συνδιάσκεψη νέων ΣΥΡΙΖΑ 19-22 Δεκέμβρη

1.      Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

Η ιστορική περίοδος που διανύουμε έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό την απόπειρα των δυνάμεων του κεφαλαίου να ξεπεράσουν την κρίση η οποία κλυδωνίζει από το 2007 (βλέπε κρίση των sub-primes) το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.

Πρόκειται για μία δομική κρίση του συστήματος, μία κρίση υπερσυσσώρευσης, όπου η μέχρι πρότινος αυξητική τάση του ποσοστού κέρδους του κεφαλαίου έχει αντιστραφεί και οι συνολικοί ρυθμοί ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας έχουν επιβραδύνει.

Φυσικά, το βάθος της κρίσης δεν είναι παντού το ίδιο, αφενός λόγω της διαφορετικής θέσης κάθε χώρας μέσα στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα και αφετέρου λόγων των οικονομικών, πολιτικών, πολιτιστικών κ.α. ιδιαιτεροτήτων κάθε επιμέρους εθνικού ή περιφερειακού καπιταλιστικού υποσυστήματος.

Από την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι την Κίνα και από τις υπόλοιπες BRIC(Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία) μέχρι τις ΗΠΑ, συναντά κανείς κρισιακά φαινόμενα.

Εξ’ ου και σε όλο τον κόσμο μαίνεται ένας οικονομικός πόλεμος, όπου οι απαντήσεις του κεφαλαίου στην κρίση μπορεί να φαίνονται περισσότερες από μία –και να είναι ως προς την ιδιαίτερη μορφή που λαμβάνουν- ωστόσο όλες κινούνται πάνω στον άξονα της επιστροφής σε συνθήκες μεγιστοποίησης του κέρδους.

Η επίτευξη του στόχου μεγιστοποίησης του κέρδους ανεξάρτητα από τις επιμέρους πολιτικές στηρίζεται σε δύο στρατηγικές επιδιώξεις: α) στην αύξηση της απόσπασης υπεραξίας (σχετικής και απόλυτης) από την εργασία, εξ’ ου και ο ταξικός πόλεμος σε βάρος της εργατικής τάξης κάθε επιμέρους χώρας αλλά και συνολικά, β) στη διάνοιξη νέων πεδίων κερδοφορίας, γεγονός που πυροδοτεί και οξύνει τους πάντοτε και πανταχού παρόντες ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.Στην Ευρώπη (ή στο λεγόμενο «δυτικό κόσμο») όμως, όπου δεν έχουμε πολεμικές συρράξεις, πώς λύνεται η αντίφαση πλεονάζοντος κεφαλαίου και πλεονάζουσας εργασίας; Η απάντηση είναι απλή: με οικονομικό πόλεμο, ή αλλιώς με μνημόνια και λιτότητα.

Η Ευρώπη του Μάαστριχτ σε κρίση

Μολονότι το πρώτο κρούσμα της κρίσης ήρθε από την άλλη όχθη του Ατλαντικού δεν άργησε να φανεί ότι η κρίση του ευρωπαϊκού καπιταλιστικού συστήματος είναι σαφώς πιο έντονη και βαθιά.

Αυτό οφείλεται εν πολλοίς α) στην ίδια την αρχιτεκτονική και τη δομή της ΕΕ και δη της ΟΝΕ, οι οποίες φέρουν εγγενώς την τάση να αναπαράγουν κι εν τέλει να μεγεθύνουν τις εσωτερικές ανισότητες με τρόπο που αυξάνει διαρκώς το χάσμα ανάμεσα στο αναπτυγμένο κέντρο (χώρες του Βορρά) και την περιφέρεια (χώρες του Νότου) της ΕΕ και της ΟΝΕ προκαλώντας συστημική αστάθεια, β) στην υπερδιόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, ο οποίος πλήττεται βάναυσα από μία κρίση που εκδηλώνεται κατά βάση με τη μορφή κρίσης χρέους (δημόσιο και ιδιωτικό).

Στο σήμερα, είκοσι χρόνια μετά την υπογραφή του Μάαστριχτ και την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην Ανατολική Ευρώπη, φαίνονται πλέον ξεκάθαρα και τα δομικά όρια του καπιταλισμού. Η πυκνή συγκυρία των αρχών της δεκαετίας του '90 άνοιξε το δρόμο για μια νέα φάση καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, τα αποτελέσματα της οποίας βλέπουμε σήμερα. Κατά μια έννοια, λοιπόν, η σημερινή νεολαία είναι και «η γενιά του Μαάστριχτ», καθώς βίωσε τόσο την περίοδο, όπου ο καπιταλισμός, ως διακύβευμα, υποσχόταν πως μπορεί να εξασφαλίσει ευημερία και ανάπτυξη, όσο και τη σημερινή περίοδο, όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί ως ο φανατικότερος ζηλωτής της υπόθεσης διάσωσης των συμφερόντων του χρηματιστικού κεφαλαίου - ακόμα κι αν αυτό σηματοδοτεί την καταστροφή κεφαλαίου και την αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού στην Ελλάδα σε όλη την Ευρώπη.

Μιλάμε δηλαδή για μία δομική κρίση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος του Μάαστριχτ, του Άστερνταμ, της Λισαβώνας, για μία δομική κρίση του συνταγματοποιημένου νεοφιλελευθερισμού, του ιδεολογικού, πολιτικού και θεσμικού μονόδρομου της αέναης λιτότητας.

Κι όμως απέναντι στην κρίση αυτού του μοντέλου που πολύ γρήγορα έφτασε στα όρια του, αποκαλύπτοντας σε όλο τον κόσμο το αποκρουστικό του πρόσωπο και τις δομικές του αντιφάσεις, οι κυρίαρχοι ευρωπαϊκοί κύκλοι προβάλουν ως λύση το ίδιο φάρμακο σε πολύ μεγαλύτερη μάλιστα δοσολογία. Επιχειρούν να εξέλθουν από την κρίση αναζητώντας ένα νέο Μάαστριχτ, είκοσι χρόνια μετά το πρωτότυπο, κάνοντας μια νέα τρύπα στο νερό, αφού η διαχείριση της κρίσης οδηγεί ήδη σε νέα όξυνση των εσωτερικών ανισοτήτων και των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών κι επιτείνει το φαύλο κύκλο της οικονομικής επιβράδυνσης και της κοινωνικής εξαθλίωσης.

Διεθνείς αντιστάσεις

Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος αποτυπώνεται μεταξύ άλλων και στο γεγονός πως δεν υπάρχει ήπειρος του πλανήτη που να μην έχουν αναπτυχθεί από αξιοσημείωτα έως μεγάλα κοινωνικά κινήματα.

Από τις ΗΠΑ και το OccupyWallStreetμέχρι τις εξεγέρσεις των αραβικών λαών, από τους indignadosτης Ισπανίας μέχρι τις ελληνικές πλατείες, από τις εξεγέρσεις στη Βραζιλία και την Τουρκία μέχρι τις μεγάλες διαδηλώσεις και απεργίες στον ευρωπαϊκό νότο είναι ξεκάθαρη η απόπειρα του κόσμου της εργασίας, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας να αντισταθούν στον ταξικό πόλεμο που έχουν εξαπολύσει σε βάρος τους κάθε εθνική άρχουσα τάξη ξεχωριστά αλλά και η αστική τάξη στο σύνολο της, επιδεικνύοντας μάλιστα ένα τεράστιο απόθεμα διεθνιστικής αλληλεγγύης με διαρκείς πράξεις συμπαράστασης σε άλλους αγωνιζόμενους λαούς.

Είναι, ωστόσο, εξίσου σαφές, ότι με εξαίρεση την περίπτωση της Ελλάδας, η αδυναμία της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας Αριστεράς να εκφράσει σε πολιτικό επίπεδο τις αντιστάσεις που αναπτύσσονται δεν επιτρέπει μια ριζική ανατροπή του συσχετισμού δύναμης σε βάρος των δυνάμεων του κεφαλαίου και προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας.

2.      Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τρεισήμισι χρόνια τροϊκανής, μνημονιακής λεηλασίας στην Ελλάδα, μαζί με έξι συνεχή χρόνια μνημειώδους λιτότητας και βαθιάς ύφεσης, συνιστούν πρωτοφανές στα παγκόσμια χρονικά γεγονός για ειρηνική, τουλάχιστον, περίοδο.

Επίθεση στην εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα

Το σχέδιο του αστικού μπλοκ, όπως αυτό συμπυκνώνεται στα μνημόνια λιτότητας εκτυλίσσεται πάνω στα κοινωνικά ερείπια που έχει ήδη προκαλέσει, επιδιώκοντας το πλήρες τσάκισμα των μεσαίων στρωμάτων και την κατακόρυφη αύξηση απόσπασης απόλυτης και σχετικής υπεραξίας από την εργασία, με την αύξηση των ωρών και των ημερών εργασίας, την ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και την πλήρη αποσάθρωση του κράτους πρόνοιας, έτσι ώστε να αυξάνεται ο βαθμός εξάρτησης της επιβίωσης του εργαζομένου από την παροχή της εργατικής του δύναμης, τις ιδιωτικοποιήσεις κ.α.

Με αυτόν τον τρόπο βέβαια επιχειρείται η δημιουργία μιας νέας εργατικής τάξης, η οποία θα διαφέρει ως προς τους όρους διαβίωσης της σημαντικά σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν.

Παράλληλα, το εν λόγω σχέδιο αποβλέπει και στην απονέκρωση-διάλυση κάθε συλλογικής δομής της εργατικής τάξης, η οποία μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην υλοποίηση των στόχων του αστικού μπλοκ, εξ’ ου και βάζει στο στόχαστρο τα συνδικάτα και το θεσμικό πλαίσιο που τροφοδοτεί την ίδια την ύπαρξη τους, ήτοι το εργατικό δίκαιο, το οποίο δεν μεταρρυθμίζεται αλλά ουσιαστικά καταργείται.

Ο στόχος αυτός έχει ήδη δρομολογηθεί στις κυριότερες πτυχές του με τις ανατροπές στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων, ενώ μπαίνει πλέον σε πιο έντονη κίνηση η ίδια διαδικασία και στο κομμάτι που αφορά το βιοτικό επίπεδο και στην ποιότητα ζωής της εργατικής τάξης (π.χ. μεσοπρόθεσμη συρρίκνωση του ποσοστού ιδιοκατοίκησης των λαϊκών στρωμάτων με την απελευθέρωση των πλειστηριασμών Α' κατοικίας, πώληση ληγμένων τροφίμων για τους φτωχούς κλπ.).

Το μνημονιακό μπλοκ αναδιατάσσει τις δυνάμεις του

Αυτές οι πρωτόγνωρα βάρβαρες πολιτικές που σκιαγραφήσαμε παραπάνω, παρά τους αγώνες που αναπτύχθηκαν, δεν ανατράπηκαν αλλά μάλλον κλιμακώνονται.

Το αστικό πολιτικό μπλοκ, με κύριες δυνάμεις τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο συνεχίζει μέχρι τώρα να αμύνεται σχετικά αποτελεσματικά, παρά την εκλογική συρρίκνωσή του, ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ, αλλά και προσπαθεί, όσο είναι δυνατόν α) να κρατάει τη πρωτοβουλία και να αντεπιτίθεται, κλιμακώνοντας τα μέτρα σε βάρος των λαϊκών τάξεων, όπως κάνει αυτήν την περίοδο, με ορατή την προοπτική και τρίτου μνημονίου,  β) να «διαπραγματεύεται» άλλοτε σκληρότερα και άλλοτε πιο ήπια με τους εκπροσώπους της τρόικα (του ευρωπαϊκού και διεθνούς κεφαλαίου) για την υπεράσπιση αποκλειστικά και μόνο των ιδιαίτερων συμφερόντων της εγχώριας αστικής τάξης.

Παράλληλα, διαφαίνονται συχνά υπερπροβεβλημένες αλλά αρκετά περιθωριακές ως προς την κοινωνική τους αποδοχή προσπάθειες ανασύστασης της πάλαι ποτέ σοσιαλδημοκρατίας, βασικά στην εκσυγχρονιστική της εκδοχή, μέσω πολιτικών σχημάτων της κεντροαριστεράς.

Τέτοιες κινήσεις αποσκοπούν, αποτυχημένα προς το παρόν, να δημιουργήσουν επιπλέον εφεδρείες για το μνημονιακό μπλοκ ή - αν δεν το καταφέρουν - να αποτελέσουν αυριανούς κυβερνητικούς εταίρους της Αριστεράς, υπονομεύοντας την ριζοσπαστική κατεύθυνσή της. Ωστόσο, βρίσκονται σε  πλήρη αδυναμία να εκφράσουν οποιαδήποτε από τις κοινωνικές δυναμικές που αναπτύσσονται στο έδαφος της σημερινής ακραίας ταξικής πόλωσης - δυναμικές που σπρώχνουν τα λαϊκά και εργατικά στρώματα σε αναζήτηση ριζοσπαστικών λύσεων.

Ο νέος αυταρχισμός

Θεμελιώδες μέσο για την προώθηση της μνημονιακής κοινωνικής και εργασιακής διάλυσης ήταν η σταδιακή μετάλλαξη της παλιάς και ήδη αφυδατωμένης, αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας σε μια ιδιότυπη κοινοβουλευτική δικτατορία. Το Σύνταγμα στις νέες συνθήκες έχει ποδοπατηθεί, και η Βουλή έχει, σχεδόν, εκμηδενιστεί και μετατραπεί σε βιομηχανία έκδοσης αντιλαϊκών νομοθετικών τερατουργημάτων με τη μορφή κατεπειγόντων νομοσχεδίων και πράξεων νομοθετικού περιεχομένου. Ό,τι για τις παλιές δικτατορίες αντιπροσώπευε ο στρατός και οι ερπύστριες, αντιπροσωπεύουν σήμερα για τα σύγχρονα καθεστώτα του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτισμού τα ΜΑΤ και η συντονισμένη δράση των ΜΜΕ.

Η κυβέρνηση των μνημονίων δεν θα μπορούσε να παραμείνει λεπτό στο «θρόνο» της χώρας χωρίς  τις ειδικές αστυνομικές δυνάμεις, χωρίς την αδιάκοπη καταστολή και βία και χωρίς την απειλή ή την κανονική διεξαγωγή χημικού πολέμου στις πόλεις. Το αστικό μπλοκ ζητάει από την Αριστερά να καταδικάσει τη βία «απ’ όπου και αν προέρχεται» πλην της ανεξέλεγκτης μεροληπτικής και αδίστακτης κρατικής βίας και τρομοκρατίας, οι οποίες ενδύονται το «φωτοστέφανο» της νομιμότητας. Την ίδια στιγμή το αστικό κράτος, αναβαθμίζοντας ποσοτικά και ποιοτικά την καταστολή, «προετοιμάζεται» και για ενδεχόμενες εξεγερσιακές καταστάσεις, ή αλλιώς, για ενδεχόμενες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που θα επιβληθούν από τους αγώνες των «από κάτω».

Ο νέος αυταρχισμός βρίσκεται, μάλλον, ακόμα στην αρχή και είναι ερώτημα ποιά κλιμάκωση θα προσλάβει, αν οι κοινωνικοί αγώνες γνωρίσουν μια πραγματικά μεγάλη οργανωμένη και επίμονη διόγκωση και εξάπλωση, που είναι και το ζητούμενο για μια γνήσια προοδευτική ανατροπή.

Χρυσή Αυγή και Φασισμός

Η οικονομική εξαθλίωση, απόρροια της ακολουθούμενης μνημονιακής πολιτικής, η μαζική καταστροφή των μικροαστικών στρωμάτων αλλά και η λουμπενοποίηση εργατικών στρωμάτων και ο νέος αυταρχισμός του κράτους που περιγράψαμε νωρίτερα, οδήγησαν πολύ γρήγορα, μετά την παρένθεση της κυβέρνησης Παπαδήμου, τη «light» ακροδεξιά του Καρατζαφέρη στο περιθώριο και αντ’ αυτής έφεραν στο προσκήνιο ένα επιθετικό φασιστικό-ναζιστικό κόμμα, τη Χρυσή Αυγή.

Η προϋπάρχουσα συστηματική καλλιέργεια του ακροδεξιού λόγου, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και του εθνικισμού στο δημόσιο διάλογο και την κεντρική πολιτική σκηνή είχε ως αποτέλεσμα η Χ.Α. να σημειώσει εντυπωσιακή δυναμική και δημοσκοπικά να καταγραφεί ως τρίτη πολιτική δύναμη.

Ενδεδυμένη έναν δήθεν αντισυστημικό χαρακτήρα, καίτοι η ίδια αποτελεί κλασικό παιδί του καπιταλιστικού συστήματος, άρχισε να υλοποιεί μία στρατηγική κατάληψης της εξουσίας, ξεκινώντας από το δρόμο, τις γειτονιές και τους κοινωνικούς χώρους, επιδιώκοντας παράλληλα και με αυτόν τον τρόπο τη συντριβή των οργανώσεων του κινήματος και της Αριστεράς με τη φυσική βία.

Ωστόσο, η δολοφονία του Π. Φύσσα, υπήρξε το έναυσμα προκειμένου να εκδηλωθεί η θέληση ενός κομματιού της διεθνούς και ελληνικής αστικής τάξη να την περιορίσουν, με την προφυλάκιση τμήματος της ηγετικής της ομάδας, μιας και η πρόωρη διεκδίκηση από τη Χρυσή Αυγή αναβαθμισμένου - ηγεμονικού ρόλου στο αστικό μπλοκ απειλούσε με αποσταθεροποίηση το αστικό - μνημονιακό πολιτικό σύστημα.

Παρόλα αυτά με τη ΧΑ να επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις δολοφονίες δύο μελών της στο Ηράκλειο αλλά και την κοινωνική απονομιμοποίηση των «διωκτών» της (κυβέρνηση, δικαιοσύνη, ΜΜΕ) και με τα δομικά αίτια της γιγάντωσης της να παραμένουν ενεργά, είναι σαφές πως η μάχη απέναντι σε αυτή και το φάντασμα του φασισμού συνολικά δεν έχει ακόμα κερδηθεί και δεν μπορεί να κερδηθεί οριστικά αν δεν ξεριζωθούν οι υλικοί, ιδεολογικοί και πολιτικοί όροι που τρέφουν το φίδι του νεοναζισμού.

Στρατηγικές διαχωρισμού των εργαζόμενων: ρατσισμός – σεξισμός

Παράλληλα με την εκκόλαψη του φασιστικού φιδιού, το κράτος κατά καιρούς επιχειρεί να πυροδοτήσει διχαστικές λογικές στο εσωτερικό των γραμμών των εργαζόμενων. Επί της ουσίας, η αναπαραγωγή στερεοτύπων, ο εντοπισμός μιας διαρκούς «εσωτερικής απειλής» (μετανάστες εργαζόμενοι, παιδιά μεταναστών σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, οροθετικές, ομοφυλόφιλοι), η συντήρηση αναχρονιστικών δομών και η καλλιέργεια μιας διαρκούς κατάστασης φόβου και ανασφάλειας, που σύντομα μετατρέπεται σε μισαλλοδοξία, στοχεύουν στρατηγικά στη δημιουργία και συντήρηση ενός υποστρώματος εργαζόμενων κάτω από την εργατική τάξη. Στόχος αποτελεί μια τάξη – υπόστρωμα της εργατικής με λιγότερα έως ελάχιστα δικαιώματα, μια τάξη με συγκριτικά μειωμένα τα μέσα αναπαραγωγής της εργατικής της δύναμης, μια τάξη εργαζόμενων, πολιτών, ανθρώπων «δεύτερης κατηγορίας».

Βεβαίως, θα ήταν γελοίο να ισχυριστεί κάποιος πως ο ρατσισμός και ο σεξισμός αποτελούν μνημονιακή επινόηση. Αντιθέτως, διαιωνίζουν τη λογική της – έως και φυσικής - κυριαρχίας ανθρώπου σε άνθρωπο, η οποία καθόρισε εν τέλει την ανθρωπότητα ως τις μέρες μας. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο που ακόμα και το κυρίαρχο φιλελεύθερο πλέγμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει αποδειχθεί εξαιρετικά αδύναμο να αντιμετωπίσει διαχρονικά και αποτελεσματικά το ζήτημα της προϊούσας ανισότητας των γυναικών.

Από την άλλη, τα συγκεκριμένα φαινόμενα αποκτούν νέες διαστάσεις σε περίοδο Μνημονίου: η αντιμετώπιση βασικών κοινωνικών παροχών (περίθαλψη, εκπαίδευση, ασφάλιση) ως ασύμφορα «λογιστικά μεγέθη» εκ μέρους των μνημονιακών κυβερνήσεων, σε συνδυασμό με το βύθισμα της κοινωνίας στην εξαθλίωση επιχειρούν να επιβάλλουν ένα ολένα και πιο συντηρητικό κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο. Μέσα σε αυτό ενεργοποιούνται περαιτέρω τα ρατσιστικά και σεξιστικά αντανακλαστικά των χαμηλών στρωμάτων, ωθώντας μεγάλο κομμάτι τους στην ιδεολογικοπολιτική στέγη της Χρυσής Αυγής, διαιρώντας τα ακόμα περισσότερο και εγκλωβίζοντας τα στο ύπουλο ερώτημα «όταν μειώνονται τα δικαιώματα, ποιοι τα δικαιούνται;». Τα περιστατικά της Μανωλάδας, όπου οι ντόπιοι εργοδότες των μεταναστών έχουν θεωρήσει πως διατηρούν δικαιώματα ζωής και θανάτου πάνω στους τελευταίους αποτελούν την έσχατη και πιο ολιστική έκφραση αυτής της πορείας προς την εξαχρείωση.

Οι δύο όψεις του συστήματος και η Αριστερά

Η συγκεκριμένη οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα έχει οδηγήσει σε ένα εκρηκτικό και επικίνδυνο πολιτικό μείγμα στην Ελλάδα, που αναδεικνύει για το κεντρικό πολιτικό σκηνικό τρεις κυρίως παίκτες με δυναμική: Το μνημονιακό μπλοκ, τη Χρυσή Αυγή και το ΣΥΡΙΖΑ.

Η εικόνα από τη μία ενός γνήσιου φασιστικού ρεύματος που διεκδικεί μερίδιο από την πίτα της εξουσίας της αστικής τάξης και από την άλλη η εικόνα της ριζοσπαστικής Αριστεράς που διεκδικεί την κυβερνητική εξουσία, μας δείχνει το βαθύ ρήγμα της αστικής ηγεμονίας στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης, πίσω από την οποία βρίσκονται οι τριγμοί στο στρατόπεδο της αστικής τάξης. Αυτοί που κυβερνάνε δεν μπορούν να κυβερνήσουν όπως πριν και αυτοί που κυβερνώνται δε θέλουν (και δεν μπορούν) να κυβερνώνται όπως πριν. Αυτό μας δείχνει την ιστορικότητα, αλλά και το μέγεθος, του πολιτικού στοιχήματος για την Αριστερά.

Αυτό συνεπάγεται για την Αριστερά, τις εργατικές μάζες και το λαό έναν αντίπαλο με δύο όψεις. Η μία όψη είναι αυτή του σκληρού νεοφιλελεύθερου τόξου (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ), που κατέχει την κυβερνητική εξουσία και το σύνολο σχεδόν των ευθυνών για τη σημερινή πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική, θεσμική και αξιακή παρακμή της χώρας. Η άλλη όψη, είναι αυτή του θεσμοποιημένου πλέον περιθωρίου και των πολιτικάπερισσότερο καθυστερημένων, ανώριμων και εξαθλιωμένων κομματιών των μικροαστικών στρωμάτων που συγκροτήθηκαν σε πολιτική δύναμη με ενοποιητικό στοιχείο τη νεοναζιστική ιδεολογία και τις φασιστικές - εγκληματικές πρακτικές.

Οι δύο αυτές όψεις φαίνεται να είναι ανταγωνιστικές μεταξύ τους, στην πραγματικότητα όμως η μία συμπληρώνει και δικαιολογεί την ύπαρξη της άλλης.

Γι’ αυτό η Αριστερά χρειάζεται να αναβαθμίσει και να καταστήσει πιο αποτελεσματικό, ουσιαστικό και δυναμικό το μέτωπο κατά της Τρόικας, των μνημονίων και της κυβέρνησης για την προοδευτική ανατροπή με σοσιαλιστική προοπτική, το οποίο είναι και το κεντρικό μέτωπο στη συγκυρία που διανύουμε, ενώ ο ίδιος αντιφασιστικός αγώνας δεν πρέπει να μένει σε ένα γενικό επίπεδο αλλά να συνδέεται στενά με τα πιο κρίσιμα και θεμελιώδη εργατικά λαϊκά προβλήματα και, τέλος, όλα αυτά να μετασχηματίζονται με την παρέμβασή της διαρκώς από απλή αντίθεση-άρνηση στο υπάρχον, σε θετικό οραματισμό κι ανατρεπτικό σχεδιασμό μέσω δημοκρατικών συλλογικών διαδικασιών και δομών και των αντίστοιχων συνειδήσεων και πρακτικών που πρέπει να καλλιεργούνται.

Μέσα σ’ ένα σκηνικό εκφασισμού της πολιτικής και κοινωνικής ζωής του τόπου, η Αριστερά έχει τη δυνατότητα να εμφανιστεί στα μάτια των πιο πλατιών λαϊκών στρωμάτων –και δη της νεολαίας-, πέρα από τα σύνορα του παρελθόντος, ως η μόνη γνήσια και αποτελεσματική ανατρεπτική δύναμη και ως τέτοια να επιφέρει ένα νέο κύμα βαθύτερων ιδεολογικοπολιτικών ανακατατάξεων που θα της δώσουν ξανά την αυθεντική πολιτική ηγεμονία στην κοινωνία.

Ωστόσο, χωρίς την αναζωογόνηση και την ανασυγκρότηση ενός μεγάλου μαχητικού, προοδευτικού κινήματος νεολαίας (δίπλα σε ένα εξίσου μεγάλο ενωτικό ταξικό εργατικό κίνημα) και ιδιαίτερα στα σχολεία και τα ΑΕΙ, στους χώρους εργασίας και ανάμεσα στους ανέργους νέους, αυτό που ονομάζουμε κίνημα ανατροπής και το οποίο προσδοκούμε ότι θα αλλάξει ριζικά τα σημερινά δεδομένα, θα παραμείνει, μάλλον, μια «φαντασίωση» και ουτοπική επιθυμία, αν όχι όνειρο θερινής νυκτός.

Και αν η αριστερά δεν μπορέσει γρήγορα να ηγεμονεύσει και να ανατρέψει τη μνημονιακή τάξη πραγμάτων, τότε όσο η τελευταία θα παρατείνεται θα ενσπείρει ακόμα πιο έντονα στην κοινωνία την απογοήτευση, την εξαχρείωση και την εξαγρίωση, φράζοντας το δρόμο για προοδευτικές εξελίξεις και θεμελιώνοντας ακόμα πιο βαθιά την αποδοχή της μνημονιακής θηριωδίας.

3.      ΧΑΜΕΝΗ ΓΕΝΙΑ Ή ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ

Ειδικότερα για την νέα γενιά, η οποία έχει πέσει θύμα της πιο βίαιης διαδικασίας προλεταριοποίησης που έχει συμβεί μεταπολεμικά στον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο, οι κοινωνικές συνθήκες που περιγράφονται παραπάνω συνιστούν ένα παρόν και ένα μέλλον λίγο-πολύ κοινό για όλους, αποτελούν καθημερινό βίωμα και σχεδόν αναπόφευκτη προοπτική.

Η μιζέρια της ανεργίας και της επισφάλειας που δεν είναι η κατάσταση «των κάτω από τους κάτω», όπως περιγραφόταν κάποτε, αλλά μας αφορά όλους πλέον, η απόλυτη εξάρτηση από την οικογενειακή εστία, η φασιστική τρομοκρατία, ο ταξικός αποκλεισμός από τις ανώτερες βαθμίδες της εκπαίδευσης ή ο εξαναγκασμός αναζήτησης προορισμών για μετανάστευση είναι κάποια από τα στοιχεία που πλαισιώνουν ασφυκτικά την ζωή των νέων ανθρώπων.

Η νέα γενιά εργαζόμενων ξεκινά  κυριολεκτικά χωρίς κεκτημένα, αλλά και χωρίς την αγωνία των οικογενειακών υποχρεώσεων – με άλλα λόγια, είναι μια γενιά που δεν έχει τίποτα να χάσει παρά μόνο να κερδίσει. Με αυτή την έννοια, έχει τις μεγαλύτερες δυνατότητες να πρωτοστατήσει ενός λαϊκού και ταξικού πολιτικού κινήματος ανατροπής.

Πρόκειται για μια κοινωνική κατηγορία, η οποία γαλουχήθηκε με τις αρχές και τις αξίες του νεοφιλελεύθερου ιδεολογήματος και ξαφνικά βρίσκεται αντιμέτωπη με τη δίδυμη κατάρρευση τόσο των υλικών όσο και των ιδεολογικών πυλώνων πάνω στους οποίους έχτισε τη ζωή της και τους σχεδιασμούς της.

Συν τοις άλλοις, η κατάρρευση της υλικής βάσης πάνω στην οποία έχτισε τα πρώτα βήματα της ζωής της και σχεδίασε τα επόμενα αποσαρθρώνει τα θεμέλια του αξιακού πλαισίου και των προσδοκιών που καλλιεργούσε τονεοφιλελεύθερο ιδεολόγημα: η κοινωνική κινητικότητα, η άκρατη εξατομίκευση, η αγοραία αντίληψη για τα κοινά κ.α. Πρόκειται, λοιπόν, για μια γενιά που βρίσκεται μετέωρη, χωρίς σταθερές και βεβαιότητες, να διερωτάται και να διερευνά πάνω στα συντρίμμια του παλιού κόσμου που γνώρισε, πως θα χτίσει την επόμενη μέρα.

Ωστόσο, θα ήταν λάθος να ισχυριστεί κανείς πως η επιδείνωση των υλικών όρων διαβίωσης των νέων συνοδεύεται με συγχρονισμένη κατάρρευση των νεοφιλελεύθερων αξιών. Παρόλο που οι αξίες, με τις οποίες έχει εμποτιστεί και ενηλικιώνεται η νεολαία, δεν επιβεβαιώνονται – επικυρώνονται στην υλική πραγματικότητα, η συντριβή τους αποτελεί ακόμα ανοιχτό στοίχημα και αντικείμενο πολιτικής πάλης για την Αριστερά.

Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που το κίνημα της νεολαίας σε εποχή μνημονιακής κρίσης είναι εντυπωσιακά αδύναμο και συχνά χωρίς αξιοσημείωτη διακριτή παρουσία, με τα αποτυπώματα πρόσφατων αγώνων να έχουν ξεθωριάσει, όπως αυτού ενάντια στην αναθεώρηση τουάρθρου 16, με το φοιτητικό κίνημα που αποτελούσε πρωτοπόρο κομμάτι των κοινωνικών αγώνων στην Ελλάδα. Με την ορμή και τη φλόγα του Δεκέμβρη του ’08 να φυτοζωούν αντί να αναζωπυρώνονται, παρά την παρουσία μιας μερίδας νέων ανθρώπων πιο πρόσφατα στις πλατείες όλης της χώρας και τις καταλήψεις των σχολείων και των πανεπιστημιακών σχολών.Παρά την υποχώρηση του φοιτητικού κινήματος, ωστόσο, είχαμε τα τελευταία χρόνια δύο σημαντικές κορυφώσεις της συμμετοχής της νεολαίας στην πολιτική πάλη: το Δεκέμβρη του 2008 στη νεολαιίστικη εξέγερση και το Μάιο - Ιούνιο του 2011 στο «κίνημα των αγανακτισμένων».

Το να φορτώσει κανείς το σύνολο των ευθυνών για τη σημερινή κατάσταση του νεολαιίστικου κινήματος, σε μια σειρά υπαρκτών αντικειμενικών λόγων θα συνιστούσε, ωστόσο, στρουθοκαμηλισμό, αποσιωπώντας τις μεγάλες ευθύνες των πολιτικών νεολαιών των δυνάμεων της Αριστεράς, οι οποίες –στο σύνολο τους- παραμένουν χωρίς μεγάλη μαζικότητα και με προβληματικές, συνήθως εσωστρεφείς πολιτικές.

4.      ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΡΩΤΟΠΩΡΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΝΕΟΛΑΙΑΣ

Η πραγματοποίηση αλλαγών στους προσανατολισμούς των δυνάμεων της Αριστεράς συνολικά και της παρέμβασής τους στη νεολαία γίνεται άκρως επείγουσα και επιτακτική, προκειμένου αυτές να μπορέσουν να παίξουν το ρόλο τους ως πολιτικό υποκείμενο που θα μπορέσει να εμπνεύσει, να κινητοποιήσει και εν τέλει να καθοδηγήσει ένα πλατύ, αγωνιστικό νεολαιίστικο κίνημα που θα διεκδικήσει την πραγμάτωση του συνθήματος «Δουλειά με δικαιώματα, Ζωή με αξιοπρέπεια», στο δρόμο της ανατροπής και της οικοδόμησης του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα.

Χρειαζόμαστε λοιπόν μία μαζική αριστερή νεολαία που με σχέδιο, συνεπή παρουσία και ένταση της δουλειάς στους κοινωνικούς χώρους θα μπορέσει να βοηθήσει την κοινωνία να σταθεί στα πόδια της. Η συγκυρία επιβάλλει ως χρέος για την αριστερά όχι να εκφράσει την κοινωνική κίνηση, από την στιγμή που η κοινωνική κίνηση σήμερα είναι ανεμική, αλλά να δώσει στην κοινωνία τα εργαλεία για να την προκαλέσει, τα εργαλεία για να εκφραστεί, να οργανωθεί και να αγωνιστεί. Πρώτο στόχο για μία αριστερή ριζοσπαστική νεολαία αποτελεί να ανασυγκροτήσει τις υπάρχουσες δομές των εργαζομένων και της νεολαίας και να στήσει νέες εκεί που δεν υπάρχουν.

Μέσα από το στήσιμο των δομών αυτών θα μπορέσει μία αριστερή νεολαία να ανακτήσει την χαμένη δυνατότητα ανάπτυξης μεγάλων νεολαιίστικων αγώνων, με βαθύ ριζοσπαστισμό, με ισχυρή αναφορά στο ταξικό εργατικό - λαϊκό κίνημα, με μεγάλα οράματα αλλά και γείωση στα επίκαιρα οξύτατα προβλήματα της νεολαίας, με σαφή προοδευτική εναλλακτική απάντηση με ορίζοντα τον κοινωνικό μετασχηματισμό.

Μία αριστερή νεολαιίστικη οργάνωση σχολείο για τα μέλη της και την νεολαία, που αξιοποιώντας τα κλασσικά μαρξιστικά εργαλεία θα παράγει νέα θεωρία, σύγχρονες θέσεις, νέα αποτελεσματική πρακτική ικανή να απαντά στην άρνηση της νέας γενιάς να δεχτεί πολιτική και ιδεολογική καθοδήγηση από εκπροσώπους παλαιότερων γενιών τους οποίους έχει συλλήβδην απαξιώσει σταματώντας έτσι και τη ροή νέων ανθρώπων προς τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή.

Παράλληλα αναγκαία είναι η καλλιέργεια και η ανάδειξη ενός άλλου προτύπου για τον νέο άνθρωπο, μίας νέας αντικουλτούρας σε διπλή αντιπαράθεση με την κυρίαρχη κουλτούρα του ατομικισμού και την υποκουλτούρα του φασισμού,  που στον πυρήνα της πρέπει έχει τις αξίες της συλλογικότητας, του αγώνα, της ισότητας, του δικαίου, της αλληλεγγύης, της παραγωγικής δραστηριότητας, τις αξίες της Αριστεράς.

Μία οργάνωση αυτόνομη από το κόμμα, με δικές της δομές και διαδικασίες και αυτόνομο σχεδιασμό για την παρέμβαση στην νέα γενιά, αποφεύγοντας ωστόσο την αφαίμαξη του κόμματος από νέα μυαλά και χέρια που εκ των πραγμάτων ριζοσπαστικοποιούν και ανανεώνουν τις πρακτικές και την γραμμή του.

Μία οργάνωση δημοκρατική που θα προωθεί τον υγιή δημοκρατικό διάλογο στο εσωτερικό της, σε μία διαδικασία συνεχούς αναζήτησης της αποτελεσματικότερης απάντησης για τους εργαζόμενους και την νεολαία, στην αναζήτηση της καλύτερης δυνατής πρακτικής. Που θα συγκροτείται σε τάσεις – πολιτικά ρεύματα αποφεύγοντας έτσι τα προσωπικά δίκτυα, τους παραγοντισμούς και τις φράξιες συμφερόντων.

Χρειαζόμαστε μια αριστερή νεολαιίστικη οργάνωση, η οποία θα πρωταγωνιστήσει σε συνεργασία με όλες τις αριστερές, ριζοσπαστικές δυνάμεις της νεολαίας, ώστε ένα αξιόλογο και πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό να μη γίνει μια «χαμένη γενιά», αλλά μια «γενιά της ανατροπής». Χρειαζόμαστε μια νεολαία ΣΥΡΙΖΑ που θα πρωταγωνιστήσει οργανικά σε μια διαδικασία, όπου η νέα γενιά θα μετατρέψει τα περιθώρια αμφισβήτησης των αξιών του καπιταλισμού στη συνειδητοποίηση του ιστορικού της ρόλου στην πάλη των τάξεων σήμερα και στη σοσιαλιστική προοπτική αύριο.

5.      ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ, ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ

Με την ίδρυσή της η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ και για να είναι κοινωνικά χρήσιμη οφείλει να βρει τους τρόπους για να μετατρέψει σε κοινωνικό και πολιτικό ριζοσπαστισμό και δέσμευση στην υπόθεση της ανατροπής, την μεταβαλλόμενη από οργή σε απάθεια κατάσταση της σημερινής νεολαίας. Σήμερα, ένα κίνημα νεολαίας είναι δυνατόν να ξεπηδήσει από πολλές πηγές, όμως είναι δεδομένο ότι σε κάθε περίπτωση πατάει στις ίδιες αιτίες, στους υλικούς όρους ζωής και εργασίας και στην συσσωρευμένη δημιουργική δυναμική της γενιάς αυτής που της αρνείται οποιαδήποτε διέξοδο.

Η νεολαία ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ανοίξει μέτωπα παντού, να διεισδύσει σε κάθε κοινωνικό χώρο όπου ζει, εργάζεται, διασκεδάζει, ψυχαγωγείται και κοινωνικοποιείται η νέα γενιά, να στήσει αγωνιστικές συσπειρώσεις και συλλογικές δομές αντίστασης ή να επανενεργοποιήσει τις υπάρχουσες (π.χ. φοιτητικοί σύλλογοι, συνδικάτα, ακόμη και μαθητικά συμβούλια). Οφείλει να συμβάλει στην υλοποίηση του κεντρικού στόχου του ΣΥΡΙΖΑ για τη συγκρότηση λαϊκών επιτροπών ανατροπής παντού και να πρωταγωνιστήσει στην ένταξη και δραστηριοποίηση των νέων ανθρώπων σε αυτές. Οφείλει να ενώσει την αμφισβήτηση και την διεκδίκηση σε ένα πλατύ αγωνιστικό ρεύμα ανατροπής, επιμένοντας στην αγωνιστική ενότητα και την συμπόρευση των δυνάμεων της Αριστεράς, αλλά και πολιτικοποιώντας το ταυτόχρονα.

Έτσι θα πρέπει να εργαστούμε συστηματικά για την αφύπνιση της μεγάλης μάζας της ελληνικής νεολαίας, για την πολιτικοποίηση των επιμέρους κινημάτων και την μεταξύ τους σύνδεση και συγκρότηση ενός πολιτικού, ριζοσπαστικού κινήματος νεολαίας για την διεκδίκηση ενός άλλου κόσμου με «Δουλειά με Δικαιώματα, Ζωή με Αξιοπρέπεια» και τρεις πολιτικές προμετωπίδες:

·         Ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος

·         Κίνημα επανάκτησης των συλλογικών κεκτημένων που αφορούν τη δημοκρατία και την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης (παιδεία, υγεία, κοινωνική πρόνοια, πολιτισμός, αθλητισμός, ελεύθερος χρόνος, δημόσιος χώρος)

·         Κίνημα ανατροπής των υπαρχουσών δεσμεύσεων που θέτει το υπάρχον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό καθεστώς

Για την ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος

Στο ζήτημα της εργασίας, οφείλουμε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις εκείνες που θα φέρουν στο προσκήνιο την επιθετική διεκδίκηση της συλλογικής αυτονομίας, το δικαίωμα και την δυνατότητα της νέας γενιάς να οργανώνεται και να παλεύει συλλογικά. Οφείλουμε, επίσης, να απαιτήσουμε, με θετικό τρόπο, την πλήρη και σταθερή εργασία, το δικαίωμα στον ελεύθερο χρόνο, στην εργασία για όλους και όλες και το δικαίωμα στην αξιοπρεπή αμοιβή και στην κοινωνική ασφάλιση.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αποκαταστήσουμε τη σχέση της νεολαίας με το οργανωμένο εργατικό κίνημα ως κομμάτι (ή σύμμαχο) της εργατικής τάξης, δηλαδήενεργή συμμετοχή μας στα σωματεία όπου υπάρχουν ή προσπάθεια δημιουργίας στους χώρους που δεν υπάρχουν. Και σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να οδηγούμε και τους νέους εργαζόμενους. Να αναδείξουμε την αναγκαιότητα της συλλογικής οργάνωσης και διεκδίκησης στους χώρους εργασίας, μια αναγκαιότητα που αφορά εξίσου και αδιάσπαστα τόσο το κομμάτι  της εργατικής τάξης που εργάζεται όσο και αυτούς που είναι σήμερα άνεργοι. Κοινώς να δημιουργήσουμε παντού ένα πλατύ ρεύμα συσπειρώσεων εργαζόμενων και ανέργων νέων στην κατεύθυνση της ενίσχυσης και της ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος. Ενός εργατικού κινήματος με πολιτικά χαρακτηριστικά. Στο σχέδιο της αστικής τάξης που λέει «όλη η Ελλάδα Μανωλάδα» να αντιτάξουμε ένα σχέδιο των εργαζομένων για «Δουλειά με δικαιώματα, Ζωή με αξιοπρέπεια».

Σε αυτό το πλαίσιο η αξιοποίηση επιμέρους αιτημάτων (όπως οι δωρεάν μεταφορές για ανέργους) από πρωτοβουλίες επισφαλώς εργαζομένων και ανέργων αποκτά πολύ θετικό πρόσημο, αφού με αυτόν τον τρόπο τέτοιες δικτυώσεις μπορούν να αποκτήσουν αναγνωρισιμότητα, αναδεικνύοντας παράλληλα την αποτελεσματικότητα της συλλογικής πάλης, συσπειρώνοντας ανέργους και επισφαλώς εργαζομένους. Στόχος είναι τέτοιες πρωτοβουλίες να αποτελέσουν πραγματικές δομές οργάνωσης της κοινωνίας και είτε να μετεξελιχθούν οι ίδιες σε σωματεία στον χώρο της επισφάλειας, είτε να πρωτοστατήσουν στην ίδρυση σωματείων και στην ενεργοποίηση υπαρχουσών γραφειοκρατικοποιημένων δομών.

Κίνημα επανάκτησης των συλλογικών κεκτημένων

Κατά την ίδια λογική, η νεολαία πρέπει να παλέψει απέναντι στην αυξανόμενη αυταρχικότητα, στο κράτος έκτακτης ανάγκης και στην κατάλυση όλο και περισσότερων δημοκρατικών δικαιωμάτων. Η σημερινή νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση προσπαθεί να ξεθεμελιώσει κατακτήσεις των εργατικών αγώνων του 20ου αιώνα οι οποίες μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν δεδομένες. Η πάλη για δημοκρατικά δικαιώματα ήταν ανέκαθεν στοιχείο των νεολαιίστικών κινημάτων. Ειδικά, στην μνημονιακή πραγματικότητα η πάλη απέναντι στην κρατική καταστολή, τις επιστρατεύσεις, τις συλλήψεις σε κάθε κοινωνικό αγώνα, η ένταση των οποίων έρχεται ως λογικό επακόλουθο μιας ακραίας αντιλαϊκής πολιτικής, πρέπει να εντάσσεται μέσα και πλάι στον αγώνα για ανατροπή των μνημονίων και του νεοφιλελευθερισμού, μαζί με την πάλη για τα κοινωνικά δικαιώματα. Να υψώσουμε ένα κίνημα επανάκτησης/προστασίας της πρόσβασης στην παιδεία και στην υγεία, στην κατοικία, στην κοινωνική ασφάλιση-σύνταξη, στον ελεύθερο χρόνο και τους δημόσιους χώρους, προτού καταστούν προνόμια και περασμένα μεγαλεία στην συνείδηση των νέων, έτσι το δεύτερο συστατικό του συνθήματος «Δουλειά με δικαιώματα, Ζωή με αξιοπρέπεια», αποκτά απτό νόημα.

Τα επιμέρους μέτωπα για την Νεολαία

Φοιτητικό κίνημα

Σήμερα η κοινωνική τοποθέτηση των φοιτητών – όπως και του συνόλου της νέας γενιάς- έχει αλλάξει άρδην, αίροντας εν πολλοίς τον παραδοσιακό διαταξικό χαρακτήρα της νεολαίας. Το κομμάτι των εργαζόμενων φοιτητών αποτελεί ένα πολύ μεγάλο μέρος αν όχι το πλειοψηφικό κομμάτι της σπουδάζουσας νεολαίας και οι υπόλοιποι βιώνουν για πρώτη φορά σε αυτή την έκταση την ουσία της εντατικοποίησης, προσπαθώντας να πάρουν πτυχίο και να συλλέξουν προσόντα όσο πιο γρήγορα γίνεται σε ένα ατέλειωτο γαϊτανάκι υπερεξειδίκευσης και ατομικού ανταγωνισμού. Αυτά συνδυαζόμενα με μία λογική στείρου φοιτητοκεντρικού συνδικαλισμού που δεν απαντά στις σημερινές ανάγκες των ανθρώπων που θέλουν να σπουδάσουν έχουν ως αποτέλεσμα την απαξίωση των συλλογικών διαδικασιών και την επακόλουθη αποδυνάμωση τους.

Ως Αριστερά δε μπορεί παρά να θέσουμε ένα σχέδιο και ένα όραμα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και τους νέους.

Το μέτωπο πάλης στα Πανεπιστήμια πρέπει να αποτελείται από ένα δυναμικό, αποφασισμένο και πρωτοπόρο κίνημα για όλη την κοινωνία, με συλλογικές, μαζικές και δημοκρατικές διαδικασίες και την Αριστερά στο τιμόνι των εξελίξεων. Η υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης για όλους είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την συνολική ανατροπή της πολιτικής κατάστασης στη χώρα μας. Γι' αυτό είναι κρίσιμο σήμερα, η σύνδεση της πανεπιστημιακής κοινότητας με την υπόλοιπη κοινωνία: α) απεύθυνση σε και οργάνωση του όλο και μεγαλύτερου κομματιού εκείνου των φοιτητών που παράλληλα εργάζονται για να τα βγάλουν πέρα και β) σύνδεση του φοιτητικού με το οργανωμένο εργατικό κίνημα, πρώτα από όλα με τους εργαζόμενους στα Πανεπιστήμια. Σε μια τέτοια διαδικασία θα μπορέσει το φοιτητικό κίνημα να αναλάβει ξανά τον ιστορικό ρόλο του μπροστάρη του αγώνα της γενιάς μας για «Δουλειά με δικαιώματα, Ζωή με αξιοπρέπεια».

Προβάλλουμε παράλληλα το «δικό μας» μοντέλο του πανεπιστημίου. Ένα πανεπιστήμιο πραγματικά δημόσιο και δωρεάν για όλους και όλες. ΄Ενα πανεπιστήμιο πραγματικά αυτοδιοίκητο ισότιμα από φοιτητές-εργαζόμενους καθηγητές. Ένα πανεπιστήμιο που θα παράγει γνώση και έρευνα με γνώμονα τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και όχι τις ανάγκες της αγοράς. Ένα πανεπιστήμιο, τέλος, που θα δίνει πτυχία με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.

Η ανατροπή της σημερινής κατάστασης στο σύνολό της με την κατάργηση των Μνημονίων αποτελεί την αφετηριακή λύση στα σημερινά αδιέξοδα και θα πρέπει να είναι το βασικό, αρχικό πολιτικό πλαίσιο με το οποίο παρεμβαίνουμε στις σχολές και οργανώνουμε την πάλη των συλλόγων. Λαϊκές επιτροπές ενάντια στη φτώχεια και το φασισμό, με κάλεσμα σε αυτές του συνόλου των αριστερών δυνάμεων, δεν μπορούν παρά να στηθούν και στο εσωτερικό των σχολών, συνδέοντας φοιτητές – καθηγητές – διοικητικούς υπαλλήλους σε ένα κοινό μέτωπο.

Επιπροσθέτως, η πάλη των συλλόγων και των λαϊκών επιτροπών δε θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ακόμη μια φορά μόνο σα καμπανάκι έκτακτης ανάγκης για το Πανεπιστήμιο, αλλά σαν ένα μόνιμο σχολείο δημοκρατίας, μια διαρκής διαδικασία πολιτικοποίησης και αγώνα, με συνεχή εμβάθυνση της κοινωνικής και επιστημονικής συνείδησης.

Μαθητικό κίνημα

Ο αγώνας απέναντι στην διάλυση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στην διχοτόμηση του συστήματος σε υπέρ-εντατικοποιημένο και αποστειρωμένο γενικό λύκειο για όσους μπορούν να ανταπεξέλθουν από την μία και σε θεσμό κατάρτισης και μαθητείας φτηνού ανειδίκευτου δυναμικού για τους μαθητές των φτωχότερων οικογενειών από την άλλη, απέναντι στις απολύσεις και διαθεσιμότητες των καθηγητών, η διεκδίκηση υποστηρικτικών υπηρεσιών και απέναντι στην ιδιωτική παραπαιδεία συνιστούν ένα πλαίσιο ενιαίων διεκδικήσεων, το οποίο με την σειρά του βρίσκεται σε πλήρη αντιπαράθεση με τις μνημονιακές απαιτήσεις. Είναι επείγουσα η ανάγκη για ένα μαθητικό κίνημα απέναντι στο σχολείο των μνημονίων και για ένα πανεκπαιδευτικό μέτωπο με μαθητές, γονείς και καθηγητές. Πρόταση μας θα πρέπει να είναι οι μεικτές επιτροπές αγώνα (μαθητές – καθηγητές – γονείς) ανά σχολείο, να πάρουν μόνιμα χαρακτηριστικά και να οργανώσουν τον αγώνα για το δικαίωμα στην μόρφωση με αξιοπρέπεια, σε ένα σχολείο με εργασιακά δικαιώματα.

Φασισμός

Αποτελεί καίριο διακύβευμα η νεολαία να κερδηθεί από μια ριζοσπαστική και αγωνιστική προοπτική ελπίδας, προοπτική που θα τίθεται με υλικούς και οραματικούς όρους και στην πράξη θα καλεί σε κίνημα ανατροπής μέσα από πολύμορφες πρακτικές, πάνω στο έδαφος των ταξικών συμφερόντων. Στο έδαφος αυτό είναι που επιδιώκουμε την δημιουργία ενός αντιφασιστικού κινήματος, έξω από την λογική του δημοκρατικών δυνάμεων – πολύ περισσότερο του συνταγματικού τόξου». Ώστε να αντιληφθεί η νεολαία ότι αγώνας ενάντια στην Χρυσή Αυγή χωρίς αγώνα ενάντια στα μνημόνια και την καπιταλιστική εκμετάλλευση είναι καταδικασμένος να αποτύχει και στα δύο. Πλατιές λαϊκές πρωτοβουλίες που εμπλέκουν στο αντιφασιστικό κίνημα τα σωματεία και τους εργαζόμενους, τους μαθητές και τους καθηγητές μαζί με το ριζοσπαστικό αριστερό κίνημα μπορούν να αποτελέσουν το όχημα εκφραστή αυτής της λογικής, μακριά και από λογικές συνταγματικού τόξου, αλλά και από λογικές φετιχοποίησης της βίας. Παράλληλα αναγκαία είναι η οργάνωση της παρέμβασής μας σε χώρους που παρεμβαίνουν με επιτυχία οι φασίστες όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή το οπαδικό κίνημα.

Ενάντια στο ρατσισμό και τον σεξισμό

Η σημερινή ελληνική νεολαία μεγάλωσε, σπούδασε, ενηλικιώθηκε και τώρα αποτελεί τμήμα της εργατικής τάξης μαζί με μετανάστες πρώτης ή δεύτερης γενιάς – επί της ουσίας, οι τελευταίοι είναι τόσο κομμάτια της νέας γενιάς όσο κι εμείς. Έτσι, εκτός από τη μάχη ενάντια στο θεσμικό φασισμό, μια νεολαία της ριζοσπαστικής Αριστεράς πρέπει να πάρει σαφή θέση μάχης ενάντια στα φαινόμενα ρατσισμού, αλλά και σεξισμού. Παλεύουμε ενάντια σε κάθε μορφής καταπίεση και διαχωρισμό λόγω φύλου ή σεξουαλικής ταυτότητας.  Η «οριζόντια» και καθολική αναγνώριση δικαιωμάτων ανεξαιρέτως για όσους έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει και εργάζονται στην Ελλάδα πρέπει να αποτελέσει κομβική πάλη για την Αριστερά. Εν τέλει, το στοιχείο της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο αποτελεί βασικό πυλώνα της κοινωνικής χειραφέτησης, της «ανώτερης κοινωνίας» και του σοσιαλιστικού οράματος.

Για  ένα κίνημα ανατροπής των υπαρχουσών δεσμεύσεων για την νεολαία, η ανάγκη πολιτικοποίησης του κινήματος νεολαίας

Είναι προφανές ότι τόσο η κατάργηση των ελαστικών ωραρίων εργασίας ή η ανασύσταση της συλλογικής αυτονομίας, όσο και η ελεύθερη πρόσβαση στην παιδεία όλων των βαθμίδων για τα λαϊκά στρώματα ή η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα των ελεύθερων χώρων, είναι αιτήματα που έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με τις επιλογές και τις επιδιώξεις του κεφαλαίου και της Τρόικας, που επιβάλλονται από τα ασφυκτικά πλαίσια των δανειακών δεσμεύσεων.

Η υπέρβαση του συνολικού πλαισίου που επιβάλλει το σχέδιο της αστικής τάξης προϋποθέτει τόσο την σύγκρουση με το ντόπιο αστικό πολιτικό προσωπικό, όσο και με τους υπερεθνικούς μηχανισμούς και συμφέροντα του διεθνούς, ευρωπαϊκού και εγχώριου κεφαλαίου, που δεν είναι διατεθειμένοι ούτε στο ελάχιστο να διαπραγματευθούν τους όρους επιβολής της νέας κυριαρχίας τους.

Για να πραγματοποιηθεί μια ανατροπή που δεν θα μείνει μετέωρο βήμα, για να μπορούμε να μιλάμε και να ανοίξουμε μία πραγματική προοπτική για «Δουλειά με δικαιώματα, Ζωή με Αξιοπρέπεια», χρειάζεται ένα κίνημα που θα βάζει τις ανάγκες μας μονομερώς πάνω από τα κέρδη και τις ιμπεριαλιστικές προθέσεις του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Αλλά και πάνω από τα χρηματοδοτικά και θεσμικά όρια του Ευρώ και της Ε.Ε.

Καμιά ελπίδα προοπτικής από την άποψη των συμφερόντων των εργαζομένων και της νεολαίας δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εάν μένει προσκολλημένη εντός των ορίων που θέτουν οι εκβιασμοί διακοπής της τροϊκανής χρηματοδότησης και εξόδου από το Ευρώ, ούτε η πορεία ενός προοδευτικού κοινωνικού και οικονομικού μετασχηματισμού μπορεί να προσκρούει στις πολιτικές κατευθύνσεις της ΕΕ και τους σκληρούς περιορισμούς της ενιαίας αγοράς.

Καμιά απόπειρα ανατροπής δεν μπορεί να βρει πληρότητα αν δεν αμφισβητήσει το βασικό μοχλό πειθάρχησης που χρησιμοποιούν η εγχώρια και πανευρωπαϊκή ελίτ, δηλαδή το δημόσιο χρέος, απαιτώντας τη διαγραφή του - τουλάχιστον κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος – με κάθε πρόσφορο μέσο.

Η πολιτικοποίηση του κινήματος νεολαίας αποτελεί και το μόνο ουσιαστικό όπλο για το ξεκίνημα μίας πορείας για την συνολική ανατροπή της υπάρχουσας κατάστασης προς την χειραφέτηση και τον σοσιαλισμό. Η νεολαία βρίσκεται αντιμέτωπη με το υπάρχον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό καθεστώς, το οποίο όχι μόνο δημιούργησε αυτούς τους ασφυκτικούς όρους για εκείνη, αλλά θα είναι και αυτό που θα περιορίζει διαρκώς τους ορίζοντες της. Μόνη διέξοδος επομένως για ένα ριζοσπαστικό κίνημα νεολαίας είναι η ανατροπή αυτού του πλαισίου, προκειμένου όχι μόνο να ανασχέσει την πορεία επιδείνωσης των συνθηκών ζωής και εργασίας που εγκυμονεί το τελευταίο, αλλά και να ανοίξει πραγματικές πόρτες διεξόδου προς ένα καλύτερο μέλλον και μια ανώτερη κοινωνία: το σοσιαλισμό. Μεγάλο σταθμό σε αυτήν την πορεία αποτελεί και η ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από μία γνήσια αριστερή κυβέρνηση. Μία λογική όμως που εναποθέτει την επίλυση όλων των προβλημάτων της νεολαίας και των εργαζομένων στο ενδεχόμενο της κυβέρνησης της αριστεράς χωρίς να αγχώνεται για τις δομές που θα αποτελέσουν τους στυλοβάτες αυτής της προσπάθειας είναι ολοκληρωτικά αντιμαρξιστική, αναποτελεσματική ως προς τον στόχο που θέτουμε και ως εκ τούτου εχθρική προς το κίνημα. Επιπλέον μία λογική που επιμένει στην μονομερή ενασχόληση με το κοινωνικό πεδίο, μέσω των δικτύων αλληλεγγύης ή των αντιπαραδειγμάτων δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα από την στιγμή που γίνεται αυτοσκοπός. Η διαδικασία της ανατροπής προϋποθέτει την σύγκρουση με το κράτος και όχι την ανάπτυξη ενός θνησιγενούς παράλληλου δικτύου που δεν το αγγίζει, οι συνειδήσεις γεννιούνται μέσα στους αγώνες για την ανατροπή και όχι με την εκμάθηση στην –έστω και συλλογική- διαχείριση της μιζέριας.

Για εμάς είναι δεδομένο ότι η υλοποίηση ενός χειραφετητικού προτάγματος για την ελληνική κοινωνία και την ανθρωπότητα συνολικά συνδέεται με την προοπτική της ανάληψης της κυβέρνησης από την Αριστερά. Φυσικά, ο τίτλος «κυβέρνηση της Αριστεράς» δε θα αποτελεί πανάκεια, αλλά θα πρέπει να έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: να έχει πολιτικό περιεχόμενο που θα επιτρέπει τη διαμόρφωση όρων συνεργασίας με τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις, όπως το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η ριζοσπαστική οικολογία και όχι όρων «κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας» ˙ θα φέρει βασικούς τομείς της οικονομίας, στρατηγικά αναπτυξιακά εργαλεία και το τραπεζικό σύστημα υπό δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο, προκειμένου να σχεδιάσει την ανάπτυξη που θα εξυπηρετήσει τις λαϊκές ανάγκες, ακόμα και εκτός ευρωσυστήματος ή Ευρωπαϊκής Ένωσης ˙θα διατηρήσει σχέσεις ισοτιμίας με τις δυνάμεις του οργανωμένου κινήματος και τα λαϊκά στρώματα, δηλαδή τους πραγματικούς συμμάχους της στον αγώνα ανατροπής των συσχετισμών ˙ θα αναλάβει το τιτάνιο έργο της πορείας μιας χώρας από τις νεο-αποικιοκρατικές εξαρτήσεις στο σπάσιμο των κρίκων της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, στην κατάρρευση των υπερεθνικών δομών του κεφαλαίου και του σύγχρονου παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού ˙ θα αποτελέσει, τέλος, ένα εναλλακτικό και ελπιδοφόρο παράδειγμα αγώνα ενάντια στην εγχώρια αστική τάξη, πυροδοτώντας αντίστοιχες ανατροπές από όλους τους λαούς της Ευρώπης και πραγματώνοντας το σοσιαλιστικό διεθνιστικό πρόταγμα. Η πραγματική κοινωνική απελευθέρωση προϋποθέτει την συσπείρωση των βαριά πληττόμενων σήμερα στρωμάτων υπό την ηγεμονία της εργατικής τάξης και την κατάκτηση, όχι απλώς της κυβερνητικής, αλλά της πραγματικής κοινωνικής εξουσίας - πράγμα που σημαίνει την κατάργηση των ατομικών μέσων παραγωγής και το πέρασμά τους υπό δημόσια και κοινωνική ιδιοκτησία και έλεγχο.

Ετικέτες