Ενωτική μετωπική κινητοποίηση στην πανελλαδική πανεργατική απεργία.

          Στη διετή σχεδόν μέχρι σήμερα διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποιήθηκαν στο επίπεδο της πολιτικής έναντι της μισθωτής εργασίας της χώρας :

          Η Διατήρηση και νομιμοποίηση όλων των μνημονιακών εφαρμοστικών νόμων των δύο προηγουμένων μνημονίων της περιόδου 2010 – 15, που αφορούσαν την αποψίλωση των εργατικών μισθών, την περικοπή των συντάξεων, την κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων κλπ.

          Επιπρόσθετα, πάνω σ’ αυτό το έδαφος της κοινωνικής καταστροφής, προχώρησε στην περίοδο 2015 – 16 η εισαγωγή και η κοινοβουλευτική επικύρωση των δύο θεμελιωδών νόμων – πυλώνων του δικού του τρίτου μνημονίου, (και κυρίως το νόμο 4387 / 2016), που αφορούσαν την κοινωνική ασφάλιση, την άμεση φορολογία των κατώτερων μικροαστικών τάξεων, την ολοκλήρωση των ιδιωτικοποιήσεων, την παραπέρα αύξηση της έμμεσης φορολογίας κλπ.

          Τέλος, θαρρείς και δεν έφταναν όλα αυτά, η μνημονιακή κυβέρνηση, σε συμπόρευση με την εργοδοσία του ΣΕΒ και της ευρύτερης αστικής τάξης, και σε σύμπλευση με τις απαιτήσεις των υπερεθνικών καπιταλιστικών οργάνων, προχωράει με αφορμή την δεύτερη αξιολόγηση σε ένα σύνολο μέτρων μετάλλαξης των εργασιακών σχέσεων, που βαρύνουν πλέον αφόρητα τις συνθήκες και τους όρους αναπαραγωγής της μισθωτής εργασίας, σε σημεία που μέχρι σήμερα ήταν γνωστά ως κοινωνικά καθεστώτα εξαθλίωσης του τρίτου κόσμου :

          Επικράτηση των ατομικών και επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, γιατί ακριβώς στο επίπεδο της επιχείρησης λειτουργούν οι «λεόντειες» εργασιακές συμβάσεις.

          Αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων από το 5% στο 10%, τη στιγμή μάλιστα που η πολιτική εξουσία όλης της προηγούμενης εξαετίας άφησε εκατοντάδες επιχειρήσεις να εκκαθαριστούν απολύοντας το ένα τέταρτο της εργατικής τάξης.

          Συνέχιση του κρατικού προσδιορισμού του κατώτατου μισθού των 586 ευρώ μικτά σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, με δεδομένη και την ακόμη παραπέρα μείωση των αποδοχών των νέων εργαζομένων.

          Διατήρηση της δυνατότητας προσφυγής στη Διαιτησία, με την καινοτομία όμως ότι οι αποφάσεις της θα καθορίζονται όχι με βάση τις ζωτικές εργατικές ανάγκες, αλλά την οικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων και των αντίστοιχων κλάδων.

          Σχετικές αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο 1264 / 1982, πέραν του γεγονότος της εξουδετέρωσης της λειτουργίας του από την παραλυτική επίδραση του σχετικού υπερπληθυσμού (εφεδρικού στρατού των ανέργων), όπως η υιοθέτηση όρων που καθιστούν την κήρυξη της απεργίας σχεδόν ανέφικτη.

          Προετοιμασία για την εκ νέου λήψη μέτρων απομείωσης των συντάξεων, σε συνδυασμό με την απαρχή εφαρμογής του νέου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων που επιφέρει μια άνευ προηγουμένου αποψίλωσή τους.

          Για την δραστική αντιμετώπιση αυτών των καινούριων μέτρων ουσιαστικής καθαίρεσης της εναπομείνασας νομοθεσίας του Εργατικού Δικαίου, και με βάση την παρέμβαση των αγωνιστικών ταξικών συνδικαλιστικών δυνάμεων στις δημόσιες υπηρεσίες, επιτεύχθηκε η κήρυξη απεργίας της ΑΔΕΔΥ (προφανώς μόνον για το 20% του συνολικού εργατικού δυναμικού που απασχολείται στο δημόσιο), για την Πέμπτη-24-Νοεμβρίου. Σ’ αυτή την κατεύθυνση κλήθηκαν έγκαιρα να συμμετάσχουν από κοινούκαι οι δυνάμεις των εργαζομένων του πλειοψηφικού ιδιωτικού τομέα της καπιταλιστικής οικονομίας. Μια τέτοια καθολική κινητοποίηση θα μπορούσε να επιδιώξει την ενιαία απεργιακή κινητοποίηση, πέραν της ΓΣΕΕ και των σωματείων που πρόσκεινται στο ΠΑΜΕ, την συμμετοχή των κατώτερων στρωμάτων των μικροαστικών τάξεων (αγροτών, δικηγόρων και γενικότερα ελεύθερων επαγγελματικών), τον παράλληλο συντονισμό των συνδικαλιστικών οργανώσεων των συνταξιούχων, των ανέργων και επισφαλώς εργαζομένων, και των διαθέσιμων δυνάμεων της νεολαίας.

          Έτσι μέσα σε ένα πλαίσιο υποχώρησης του κοινωνικού κινήματος και επικράτησης τάσεων αδρανοποίησης των λαϊκών τάξεων, θα μπορούσε να δρομολογηθεί μια ευρεία σχετικά κινητοποίηση της εργατικής τάξης, επιδιώκοντας την ήττα και τον κλονισμό της μνημονιακής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, εν όψει του νέου γύρου των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων. Εντούτοις αντ’ αυτού, καταγράφεται μια εξέλιξη που το λιγότερο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί είναι καταστροφική και υπονομευτική της ενωτικής εργατικής κινητοποίησης. Η γραφειοκρατική και αφερέγγυα ηγεσία της ΓΣΕΕ προκήρυξε πανελλαδική απεργία για την Πέμπτη-8-Δεκεμβρίου, αρνούμενη κατηγορηματικά να συμβαδίσει, λόγω του εργοδοτικού της χαρακτήρα, σε κοινή απεργιακή κινητοποίηση με την ΑΔΕΔΥ.

          Αυτό το γεγονός οδηγεί σε μια ουσιαστικά σχεδόν προεξοφλημένη ανίσχυρη εργατική κινητοποίηση, εφόσον άλλωστε διασπάται, ανοιχτά και χωρίς προσχήματα, κινδυνεύοντας να προσλάβει για μια καινούρια φορά τα χαρακτηριστικά μιας εκφυλισμένης, αποψιλωμένης και στα σίγουρα αναποτελεσματικής κινητοποίησης. Το χειρότερο ακόμη είναι ότι σ’ αυτή την κατεύθυνση του εργοδοτικού συνδικαλισμού (τον οποίο καταγγέλλει σε όλους τους τόνους) συντάσσεται και το ΠΑΜΕ, παρόλες τις σχετικές του διαδηλώσεις και προετοιμασίες από τα μέσα του προηγούμενου Οκτωβρίου. Συνολικά πλέον πρόκειται για μια συνειδητή και εν ψυχρώ κατάργηση κάθε δυνατότητας ενιαίας πανεργατικής κινητοποίησης του συνόλου των πληττομένων λαϊκών τάξεων, και μάλιστα σε συνθήκες τραγικής αποψίλωσης του εργατικού συνδικαλισμού στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.

          Αντιλαμβάνεται κανείς ότι κατ’ αυτό τον διαχωριστικό τρόπο, η απεργιακή συμμετοχή θα βρεθεί στο ναδίρ, χωρίς καμία αποτελεσματικότητα, επιτείνοντας στο έπακρο τον εκφυλισμό του λαϊκού κινηματικού παράγοντα, και διευκολύνοντας τα μέγιστα την αστική τάξη και τους υπερεθνικούς καπιταλιστικούς θεσμούς να περάσουν χωρίς καμία δυσκολία την μετάλλαξη των εργασιακών σχέσεων, τη στιγμή μάλιστα που αυτή αφορά πρωτίστως τον εργαζόμενο κόσμο της ιδιωτικής καπιταλιστικής οικονομίας. Πολύ περισσότερο μάλιστα στη σημερινή συγκυρία όπου η πολιτική διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, βαθαίνει την πορεία της προς την πλήρη μνημονιακή ολοκλήρωση: Υπόκλιση στην εκκλησιαστική εξουσία για το μάθημα της θρησκειολογίας, υπόκλιση στο κουαρτέτο με την υπουργική αναβάθμιση του προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ, τοποθέτηση στο Υπουργείο Εργασίας μιας νεαρής τεχνοκράτισας χωρίς πολιτική υπόσταση και επιφάνεια, πρόθυμης να υπογράψει όλες τις μεταλλάξεις των εργασιακών σχέσεων (το «επιχείρημα» ότι έχει ικανότητες, μια και έχει κάνει διδακτορικό στο Εργατικό Δίκαιο, είναι τόσο έωλο που περισσότερο δεν γίνεται : Χιλιάδες νέοι επιστήμονες έχουν κάνει σήμερα διδακτορικά σε διάφορους τομείς, και όχι μόνον δεν διορίζονται σε θέσεις κοινωνικής ευθύνης, όχι μόνον δεν βρίσκουν απασχόληση στην ελληνική οικονομία, αλλά ωθούνται βιαίως κατά δεκάδες χιλιάδες να πάρουν το δρόμο της μετανάστευσης).

          Όλο το σκηνικό που διαμορφώνεται από τις συνδικαλιστικές εργατικές δυνάμεις τείνει να προσλάβει τα χαρακτηριστικά «αυτοχειρίας» του λαϊκού κινήματος, έσχατης απαξίωσης και αναποτελεσματικότητας της συλλογικής κοινωνικής δράσης και παρέμβασης. Τι αξία έχουν από εκεί και πέρα οι όποιες στεντόριες πολιτικές κορώνες για την ένταση της αντιμνημονιακής πάλης, για την ενίσχυση του αντικαπιταλιστικού αγώνα, όταν αυτός ακυρώνεται πανηγυρικά στο πιο καθοριστικό πεδίο διεξαγωγής του, που είναι η λαϊκή απεργιακή κινητοποίηση ; Είναι άλλο πράγμα να δίνεις έναν πολύμηνο απεργιακό αγώνα όπως στη διάρκεια του 2016 οι γαλλικές εργατικές συνομοσπονδίες απέναντι στην απόπειρα ουσιαστικής κατάργησης των βάθρων του Κώδικα Εργασίας, και να αποτυγχάνεις λόγω των ευρύτερων πολιτικών και κοινωνικών συσχετισμών (ρεπουμπλικανοί και Εθνικό Μέτωπο, δεξιά και ακροδεξιά συγκεντρώνουν τα δύο τρίτα του εκλογικού σώματος), και είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα ευθύς εξαρχής να υπονομεύεις μια τέτοια κινητοποίηση, φτάνοντας στα όρια της «γελοιότητας» και της «παραφθοράς».

          Μπορεί να ανασχεθεί αυτή η αυτοκαταστροφική πορεία των όσων δυνάμεων έχουν απομείνει στο εργατικό κίνημα, ιδιαίτερα των ριζοσπαστικών και ταξικών του ρευμάτων ; Δεν ονειροβατούμε και έχουμε σαφή επίγνωση της δραματικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται το κίνημα της μισθωτής εργασίας . Εντούτοις θα μπορούσαμε να διατυπώσουμε την πρόταση (έστω και με όρους θεωρητικούς) της επιδίωξης πραγματοποίησης ενωτικής απεργιακής πανεργατικής κινητοποίησης (αφετηρίας για την κλιμακωμένη συνέχεια κι’ όχι επίλογο), στο ενδιάμεσο της Πέμπτης-1-Δεκεμβρίου, με μια πλατειά εκστρατεία των αγωνιστικών ριζοσπαστικών δυνάμεων στο δεκαπενθήμερο που έχουμε μπροστά μας μ’ αυτή την επιδίωξη. Δεν πρόκειται απλά για την ματαίωση της μετάλλαξης των εργασιακών σχέσεων, που δίχως μια μετωπική αφετηριακή κινητοποίηση θα υλοποιηθεί εκ του ασφαλούς. Δεν πρόκειται απλά για την διαμόρφωση των όρων κλονισμού και ανατροπής της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ από την παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα. Πρόκειται εξίσου και για την αποτροπή επανάκαμψης ενός σαρωτικού νεοσυντηρητισμού στο έδαφος της ενδεχόμενης νέας ήττας του εργατικού κινήματος.