Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να ολοκληρώσει τις δεσμεύσεις του απέναντι στις εργατικές και λαϊκές δυνάμεις
Απέναντι στην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου που πασχίζει με νύχια και με δόντια να παραμείνει στην εξουσία και με τον δημοσκοπικό «αέρα» μετά τις εξαγγελίες στην ΔΕΘ, ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να προετοιμαστεί για την εκλογική και την μετεκλογική συγκυρία.
Η προσδοκία ότι στις εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα επιτρέψει την αλλαγή σελίδας στο πολιτικό σκηνικό και την συγκρότηση κυβέρνησης της αριστεράς, ενδεχομένως και με αυτοδυναμία, ενισχύεται από το κλίμα που σ’ ένα βαθμό αποτυπώνουν οι δημοσκοπήσεις αλλά κυρίως μπορεί κανείς να διαπιστώσει μέσα στην ίδια την κοινωνία, πρωτίστως εκεί που ζει και παλεύει ο κόσμος της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Ωστόσο θα ήταν λάθος να επικρατήσει οποιοσδήποτε εφησυχασμός καθώς όσο πλησιάζουμε στο «νήμα» τόσο περισσότερα εμπόδια παρουσιάζονται και θα παρουσιαστούν.
Η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι σενάριο αρνητικό για τα αστικά συμφέροντα και τις στρατηγικές στην Ελλάδα μα και στην Ευρώπη και η προοπτική της κυβέρνησης της αριστεράς σε μια χώρα της ΟΝΕ, υπονομεύεται και θα υπονομευτεί με κάθε μέσο τόσο από την εγχώρια ελίτ όσο και από τα ευρωπαϊκά διευθυντήρια πέρα και πάνω από τις «εσωτερικές» τους αντιθέσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πραγματικούς συμμάχους μεταξύ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, παρά μόνο εχθρούς που ενίοτε ενδύονται το προσωπείο του «φίλου» και «συνομιλητή» (οι περιπτώσεις του Ντράγκι - «συνομιλητή» που κομίζει νέα μνημόνια, αλλά και του Άσμουνσεν – «ιχνηλάτη» της Μέρκελ που δεν στηρίζει ούτε τον ομογάλακτό της Σαμαρά είναι χαρακτηριστικές). Πολύ περισσότερο δεν έχει και δεν θα μπορούσε να έχει στηρίγματα στην ντόπια πλουτοκρατία, όσο κι αν διάφορες εκφράσεις της, πολιτικές και δημοσιογραφικές, επιχειρούν να «θολώσουν τα νερά» προκειμένου να διαχειριστούν την ενδεχόμενη – πέρα από τις επιθυμίες τους – εξέλιξη, στοχεύοντας στην ακύρωση της κυβέρνησης της αριστεράς, είτε άμεσα, πιέζοντας προς ευρείες συμμαχίες ακόμη και σχήματα «εθνικής ενότητας», είτε μέσα από σενάρια «αριστερής παρένθεσης».
Ο λόγος είναι ένας και απλός: Μέσα στην βαθιά ευρωπαϊκή και διεθνή καπιταλιστική κρίση και πολύ περισσότερο στις συνθήκες παρόξυνσης των αντιφάσεων που η ίδια η νεοφιλελεύθερη, μνημονιακή αντιμετώπισή της έχει προκαλέσει στην «ελληνική περίπτωση», ο μόνος συμβιβασμός που υπάρχει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων είναι αυτός μεταξύ των εθνικών αρχουσών τάξεων και των ιδιαίτερων συμφερόντων τους. Συμβιβασμός με τα αιτήματα και τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας και της λαϊκής, κοινωνικής πλειοψηφίας δεν προβλέπεται! Η ίδια η κρίση δεν αφήνει κανένα τέτοιο περιθώριο στα αστικά μπλοκ, ντόπια και ευρωπαϊκά.
Ο δρόμος της Αριστεράς
Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προετοιμάζεται, και να προετοιμάζει επίσης τον λαό, για αναμφισβήτητο και σκληρό πόλεμο και όχι για, έστω μέσα από σκληρή διαπραγμάτευση, συμβιβαστική ειρήνη.
Είναι σήμερα πιο επείγον από ποτέ να ξεκαθαρίσουν οι επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ σε όλα τα επίπεδα προκειμένου να ενισχυθεί η δυνατότητα συγκρότησης κυβέρνησης της αριστεράς που θα είναι ικανή να ηγηθεί των εργατικών / λαϊκών συμφερόντων, αναγκών, αιτημάτων και προσδοκιών στον δρόμο της ανατροπής του ταξικού και πολιτικού συσχετισμού υπέρ της εργασίας και σε βάρος του κεφαλαίου, ανοίγοντας νέους, ιστορικούς δρόμους για τα κινήματα και την Αριστερά σε όλη την Ευρώπη. Εδώ δεν χωρούν αυταπάτες και ταλαντεύσεις! Άλλος δρόμος δεν υπάρχει. Σήμερα αυτό γίνεται πιο φανερό από ποτέ και όσο πλησιάζουμε στις εκλογές διαρκώς θα ξεκαθαρίζει.
Προγραμματικές προϋποθέσεις
Οι δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ προς τον κόσμο της εργασίας και τα κατώτερα λαϊκά στρώματα μπορούν να είναι τα πρώτα βήματα στην τελική ευθεία προς τη σύγκρουση. Διαμορφώνοντας, μετά από καιρό είναι η αλήθεια, κλίμα ανάτασης στα μέλη μα και στα κοινωνικά του ακροατήρια. Η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, η 13η σύνταξη, η επαναφορά των ΣΣΕ, το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ, η μείωση της τιμής στο πετρέλαιο θέρμανσης, η πρόσβαση για όλους/ες στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ είναι επιλογές ενός άμεσου, μίνιμουμ προγράμματος που μπορεί να αποτελέσει την προμετωπίδα του αναγκαίου μεταβατικού εργατικού και λαϊκού προγράμματος.
Ωστόσο για να μπορέσουν να υλοποιηθούν αυτές οι εξαγγελίες είναι αναγκαίο και αναπόφευκτο να απαντηθούν με αποφασιστικότητα ορισμένοι κρίσιμοι «κόμβοι» από τους οποίους περνά και θα κριθεί όλο το εργατικό / λαϊκό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης της αριστεράς.
Πρώτο και σημαντικότερο ζήτημα είναι η ανεργία. Το εξωπραγματικό ποσοστό του 30% πέρα από αυτονόητη κοινωνική πληγή και εξοντωτική συνθήκη για εκατομμύρια ανθρώπους, κυρίως νεολαία, υπονομεύει όχι γενικώς την οικονομική ανασυγκρότηση με τους όρους μιας κυβέρνησης της Αριστεράς αλλά το ίδιο το εργατικό κίνημα και τις μάχες που θα κληθεί να δώσει απέναντι στους εργοδότες και το κεφάλαιο ακόμη και σε ευνοϊκό πλαίσιο εργατικής νομοθεσίας, όπως η επαναφορά των ΣΣΕ. Εδώ δεν χωρούν συμβιβασμοί. Η εξάρτηση της απορρόφησης της ανεργίας από την ανάπτυξη, όπως ισχυρίζεται η σημερινή κυβέρνηση, αποτελεί προφανή εμπαιγμό καθώς θα χρειαστούν 10ετίες με σταθερούς, υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η κεντρικότητα της κρατικής – δημόσιας παρέμβασης, έναντι της «εύρυθμης» λειτουργίας της αγοράς, ως πυλώνας ανατροπής της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, αναδεικνύεται, στο ζήτημα της ανεργίας, με τον πιο εμφατικό τρόπο. Με τις άμεσες αναγκαίες προσλήψεις, σύμφωνα και με τα αιτήματα των συνδικάτων, στην υγεία, στην εκπαίδευση, στα ταμεία, στους ΟΤΑ κ.ά. Αλλά και με τη στήριξη ενός μαζικού προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που, όπως αποδεικνύει ακόμα και η ιστορία του καπιταλισμού, είναι ο μοναδικός δρόμος για μια σχετικά γρήγορη μείωση των εκατοντάδων χιλιάδων ανέργων.
Στην κατεύθυνση μιας στρατηγικής ανατροπής της λιτότητας και του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος, της αναδιανομής δηλαδή, πλούτου και ισχύος υπέρ του κόσμου της εργασίας και των υποτελών τάξεων, το μέγεθος της ανατροπής που πρέπει να επιτευχθεί εξειδικεύεται με τις επιλογές σε μια σειρά από ζητήματα που έχουν αναδειχθεί στα πλαίσια της κρίσης χρέους και των μνημονιακών επιλογών:
Την κοινωνική ασφάλιση, τα ταμεία που σήμερα βρίσκονται υπό κατάρρευση μετά από χρόνια καταλήστευσής τους προς όφελος του κεφαλαίου, με τελευταίο εγκληματικό «επεισόδιο» το ίδιο το PSI. Η αποκατάσταση των αποθεματικών των Ταμείων θα είναι μια υποχρέωση που θα πρέπει να υλοποιηθεί γρήγορα, γιατί αλλιώς η μόνη εναλλακτική θα είναι μια δραματική μείωση των συντάξεων, μια λύση που δεν θα επιτρέπει την επιβίωση μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.
Την εθνικοποίηση των τραπεζών – δημόσια δηλαδή ιδιοκτησία και έλεγχο, όπως προβλέπει και η απόφαση του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να γίνουν ισχυρό όπλο στο σχέδιο της οικονομικής ανασυγκρότησης με επίκεντρο το δημόσιο έναντι των ιδιωτών και της αγοράς.
Την ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων και την εθνικοποίηση σημαντικών, στρατηγικών τομέων της οικονομίας και της παραγωγής (όπως ο ΟΤΕ, η ΔΕΗ, οι συγκοινωνίες κ.α.).
Την βαριά φορολόγηση του κεφαλαίου, ξεκινώντας από την αύξηση των συντελεστών για τις επιχειρήσεις και φτάνοντας στον έλεγχο και την ακύρωση μεθόδων φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής.
Μέσα από την δεξιά, εκβιαστική και πάνω απ’ όλα απατηλή θέση πως επειδή «δεν υπάρχουν λεφτά» προτεραιότητα αποτελεί η «παραγωγή νέου πλούτου» επιχειρείται η συσκότιση της ίδιας της διαδικασίας παραγωγής και διανομής του πλούτου. Με άλλα λόγια αποκρύπτεται πως ενώ στα χρόνια της κρίσης το ΑΕΠ μειώθηκε 25%, η μείωση αυτή έφτασε στους εργαζόμενους και στα κατώτερα μεσοστρώματα στο 50%, δηλαδή η κερδοφορία των ισχυρών, μεγάλων ντόπιων κεφαλαίων αυξήθηκε!
Όλη αυτή η εικόνα, η αναγκαία ανατροπή στο «εθνικό πεδίο», οδηγεί αβίαστα στην στάση που αναγκαστικά πρέπει να κρατήσει η κυβέρνηση της αριστεράς απέναντι στους δανειστές και την τρόικα. Το ελάχιστο μέτρο που συνοδεύει την άμεση ακύρωση των μνημονίων είναι η αθέτηση πληρωμών τόκων και χρεολυσίων ως απολύτως αναγκαίος όρος για να εκκινήσει το εργατικό / λαϊκό πρόγραμμα της κυβέρνησης της αριστεράς. Γι αυτό η τοποθέτηση ότι οι «μονομερείς ενέργειες» αποκλείονται σε κάθε περίπτωση, είναι απαράδεκτη καθώς δεν ανταποκρίνεται στη συνεδριακή θέση «καμία θυσία για το ευρώ» αλλά αντίθετα αντιστοιχεί στην θέση «πάση θυσία στο ευρώ», με τίμημα την ακύρωση του συνολικού προγράμματος ανατροπής του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας σε όφελος των εργαζόμενων και της λαϊκής, κοινωνικής πλειοψηφίας. Την ακύρωση εν τέλει της ίδιας της κυβέρνησης της αριστεράς.
Εξάλλου η συνεδριακή θέση του ΣΥΡΙΖΑ μιλά για την «διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους» ως όρο για την υλοποίηση του προγράμματός του και σ’ αυτή είναι απαραίτητο να επιμείνουμε χωρίς διασταλτικές ερμηνείες.
Συμμαχίες και εσωκομματική δημοκρατία
Σε συνθήκες ύφεσης του κινήματος και σχεδόν απόλυτης υπαγωγής των λαϊκών προσδοκιών στην εκλογική διαδικασία, η συγκρότηση του κόμματος αποτελεί κρίσιμο παράγοντα. Όσο κι αν ο χρόνος φαίνεται περιορισμένος η ανάγκη για ανάληψη μέτρων που θα υποστηρίζουν την πολιτική συζήτηση – κατανόηση των δύσκολων συνθηκών και των συνακόλουθων καθηκόντων για τα μέλη καθώς και την δράση και την παρέμβαση στην κοινωνία, αποτελεί μέτρο για την επιτυχία της κυβέρνησης της αριστεράς. Αντίθετα η χαλάρωση των κομματικών διαδικασιών και η μετατροπή τους σε στεγνό εκλογικό μηχανισμό, οδηγεί στην υποχώρηση της εσωκομματικής δημοκρατίας, και αφήνει το κόμμα αθωράκιστο σε κάθε είδους υπονομευτικές εξελίξεις που οδηγούν στην ακύρωση του χαρακτήρα της κυβέρνησης. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια εντάσσονται οι όψιμα αυξανόμενες τάσεις στελεχών της σοσιαλδημοκρατίας και της κεντροαριστεράς γενικότερα (ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Ποτάμι) που αν και έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στις μνημονιακές κυβερνήσεις καθώς και στις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, στρέφονται σήμερα προς τον ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζοντάς τον δήθεν ως την μόνη λύση για την σωτηρία της χώρας!
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καμιά ανάγκη «μεταγραφών» τέτοιων στελεχών που μόνο ζημιά μπορούν να προκαλέσουν. Αντίθετα χρειάζεται να εμβαθύνει την σχέση του με την κοινωνική βάση, να εξηγήσει τις δυσκολίες καθώς και τις εναλλακτικές προτάσεις του, να στρατεύσει όσο μεγαλύτερο μέρος μπορεί από το κοινωνικό του ακροατήριο προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ιστορικές προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας. Οι δεσμεύσεις προς αυτόν τον κόσμο, είναι επιλογές στην σωστή κατεύθυνση που χρειάζεται να συνοδευτούν με άμεσες διορθώσεις στα ζητήματα των συμμαχιών και της κομματικής συγκρότησης και λειτουργίας.
Κόκκινο Δίκτυο στο ΣΥΡΙΖΑ