Η εξέγερση στο Ιράν έχει προκαλέσει διεθνή προσοχή και μεγάλη συζήτηση, για σωστούς και λάθος λόγους.
Μια πτυχή αφορά τη «συμπάθεια» που εκφράζουν πολιτικά στελέχη ή δημοσιογραφικά Μέσα που δεν φημίζονται για την φιλικότητα ή έστω την ψυχραιμία τους απέναντι σε μαζικά κινήματα κι εξεγέρσεις -όταν ξεσπάνε στις χώρες τους. Είναι η παραδοσιακή υποκρισία που συνοψίζεται στο δόγμα «όσο πιο μακριά συμβαίνει κάτι, τόσο πιο προοδευτικός μπορώ να είμαι στο σχολιασμό του». Ασφαλώς, σε περιπτώσεις όπου εμπλέκονται και γεωπολιτικοί υπολογισμοί, το δόγμα γίνεται «και είμαι ακόμα πιο προοδευτικός, αν αυτό συμβαίνει σε αντίπαλο κράτος».
Αυτές οι επιλεκτικές ευαισθησίες δεν αντέχουν σε κριτική. Δεν θυμόμαστε όλοι αυτοί να χειροκροτούν για «γενναιότητα» τα κινήματα που κλιμακώνουν τη δράση τους στο δρόμο. Αντίθετα, θα βαφτίσουν «χάος» ακόμα και μια 24ωρη απεργία στα αεροδρόμια ή τις συγκοινωνίες και θα καταδικάσουν τη «βία» ακόμα κι αν πρόκειται για δυο καμένους κάδους.
Στην περίπτωση του Ιράν, αυτή η υποκρισία γίνεται πιο εξοργιστική όταν προέρχεται από το πολιτικό προσωπικό των ΗΠΑ, γιατί υπάρχουν στη μέση και οι δρακόντειες κυρώσεις -που κάνουν ακόμα πιο σκληρή την καθημερινότητα ενός λαού που ήδη υποφέρει βάναυσα από την εκμετάλλευση στα χέρια των «ντόπιων» αφεντικών του- όπως και μια ολόκληρη προϊστορία (στήριξης του Σάχη που κυβερνούσε με τη διαβόητη «Σαβάκ» ως το 1979, έμμεσης ευθύνης για τον καταστροφικό 10ετή πόλεμο Ιράν-Ιράκ) που κάθε άλλο παρά έγνοια για την ιρανική κοινωνία δείχνει.
Η «ευαισθησία» απέναντι στις διαδηλώσεις στο Ιράν διαπλέκεται εν προκειμένω και με πρακτικές «μωβ ξεπλύματος». Όλοι δηλώνουν υποστηρικτές των γυναικείων δικαιωμάτων… στο Ιράν. Όπου οι φοιτητικές οργανώσεις περιλαμβάνουν στα αιτήματά τους την πρόσβαση σε έκτρωση και μέσα αντισύλληψης, δηλαδή πράγματα που η φονταμενταλιστική χριστιανική Δεξιά «ξηλώνει» συστηματικά στις ΗΠΑ, αποκτώντας επίδοξους μιμητές και στους εγχώριους παπάδες στην Ελλάδα που τελευταία κλιμακώνουν τις δημόσιες παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες αμφισβήτησης αυτού του θεμελιώδους γυναικείου δικαιώματος.
Δυστυχώς, αυτή η υποκρισία παράγει (αλλά δεν δικαιολογεί) και μια «αντανάκλαση» εντός ανθρώπων της Αριστεράς. Όπου για ένα τμήμα της, έχει γίνει πλέον δεύτερη φύση το εξαντλητικό «ψείρισμα» (αν όχι η «έτοιμη από πριν» καταγγελία) όποιας εξέγερσης δεν συνάδει με κάποια «ορθόδοξα εγχειρίδια» και πολύ περισσότερο αν αυτή ξεσπά σε χώρα εκτός του πλέγματος συμμαχιών των ΗΠΑ. Στις μέσα σελίδες, τα κείμενα της Μπέλα Μπεϊγκάντι είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικά για τους λόγους που έχουν αυτοί οι άνθρωποι να εξεγείρονται, τις κοινωνικές δυνάμεις που πρωταγωνιστούν, τα αιτήματα που διατυπώνουν, αλλά και τις προσπάθειες των εκεί συντρόφων μας να συνδεθούν με τη ριζοσπαστικοποίηση. [βλ. «Κρίση και ταξική πάλη στο Ιράν» και «Είμαστε όλοι η Μαχσά»]
Η «αντιιμπεριαλιστική» καχυποψία, εμπλέκεται αυτή τη φορά με την καχυποψία της απέναντι στην «δικαιωματική ατζέντα». Και εδώ υπάρχει αντανάκλαση του φαινομένου του «ιμπεριαλιστικού φεμινισμού». Αλλά «ιμπεριαλιστικός φεμινισμός» είναι όταν εκστρατεύουν για τη «σωτηρία των γυναικών της Ανατολής» διάφοροι λευκοί ένοπλοι άνδρες, όπως οι Αμερικάνοι πεζοναύτες στο Αφγανιστάν. Όταν οι Ιρανές γυναίκες αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους, και στο πλευρό τους διαδηλώνουν νεαροί Ιρανοί άνδρες, αυτό είναι αγώνας για απελευθέρωση και η αλληλεγγύη μαζί τους είναι υποχρέωση.
Υπάρχει ασφαλώς και μια άλλη όψη «λευκού/ιμπεριαλιστικού φεμινισμού», αυτή που εκδηλώνεται εντός «δυτικών» συνόρων, στοχοποιεί τις μουσουλμάνες κι έχει ως «μοντέλο» το γαλλικό κράτος. Οι ισλαμοφοβικοί θα «δείξουν» πρόθυμα στην Τεχεράνη για να δικαιώσουν όσα συμβαίνουν στο Παρίσι. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για δύο όψεις του ίδιου προβλήματος: Κανένα κράτος δεν έχει κανένα δικαίωμα να επιβάλει στις γυναίκες τί θα φοράνε ή δεν θα φοράνε. Πραγματική συνέπεια δείχνει το να υποστηρίζεις το δικαίωμα των γυναικών να μην αντιμετωπίζουν κυρώσεις -είτε όταν κυκλοφορούν με τα μαλλιά τους να ανεμίζουν στην Τεχεράνη, είτε όταν κολυμπάνε με «μπουρκίνι» στις γαλλικές παραλίες- και να μην επιτρέπεται να απολυθούν γιατί κάλυψαν ή δεν κάλυψαν το κεφάλι τους.
Στο ίδιο το Ιράν, αυτή η ψευδής αντιπαράθεση για την μαντίλα ως τέτοια φαίνεται να ξεπερνιέται. Ο Ιρανός ακαδημαϊκός και ακτιβιστής Peyman Jafari ανέφερε στο Socialist Worker:
«Στις νεότερες γενιές ενισχύεται η αντίληψη ότι το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει στην καθημερινή ζωή τους, στην κοινωνική ζωή τους… Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ενάντια στην θρησκεία ή ενάντια στο χιτζάμπ. Στην πραγματικότητα το ζήτημα αφορά την ελευθερία του να το φοράνε ή όχι. Μίλαγα με μία φίλη που συμμετέχει στις διαδηλώσεις και η μητέρα της, η οποία φοράει χιτζάμπ, την υποστηρίζει. Πολλές από αυτές τις γυναίκες [που συμμετέχουν στις πορείες] θα έχουν μητέρες, γιαγιάδες, θείες, ακόμα και φίλες που φοράνε χιτζάμπ... Οπότε το θέμα ξεπερνάει τα όρια αντιπαράθεσης θρησκευόμενων και άθρησκων. Έχει να κάνει με την ελευθερία του να φοράς ότι θες». [βλ. «Ο λαός εξεγείρεται μετά την δολοφονία νεαρής γυναίκας από την ιρανική αστυνομία»]
Άλλωστε, όπως μπορεί να φανταστεί εύκολα ο καθένας και η καθεμιά -και όπως προκύπτει από τα αιτήματα, τα συνθήματα, την κοινωνική κατάσταση στη χώρα (βλ. μέσα σελίδες) η μαντίλα υπήρξε η αφορμή και συγκεντρώνει το μένος των διαδηλωτριών ως σύμβολο μιας εξουσίας που ασκεί πολύ ευρύτερη καταπίεση.
Ενάντια σε αυτήν την καταπίεση και τη φτώχεια αγωνίζονται επίμονα τα τελευταία χρόνια χιλιάδες άντρες και γυναίκες στο Ιράν. Η κλιμάκωση της επιβολής της «θρησκευτικής ηθικής» υπήρξε αντίδραση της κυβέρνησης Ραϊζί για να αντιμετωπίσει την ευρύτερη αμφισβήτηση εναντίον της με ενεργοποίηση-συσπείρωση των συντηρητικών ανακλαστικών. Αλλά φαίνεται ότι γύρισε μπούμερανγκ -και λόγω των εξελίξεων στην ιρανική κοινωνία. Έχει αυξηθεί σημαντικά η γυναικεία παρουσία στην εργασία και στα πανεπιστήμια, όπως και ο (ιδιαίτερα νεανικός) πληθυσμός των πόλεων: Αυτά (όπως και στη δεκαετία του ’60 στη Δύση) υπήρξαν πάντοτε παράγοντες για ενίσχυση του αγώνα για τα γυναικεία δικαιώματα, όπως και για την άνοδο του «αντικομφορισμού» ως έκφραση ριζοσπαστισμού της νεολαίας.
Το καθεστώς, επιχειρώντας να απαντήσει «αυστηρή ηθική» στο σύνθημα «Ψωμί-Δουλειές-Ελευθερία», εισέπραξε σήμερα ως νέα απάντηση το σύνθημα «Γυναίκες-Ζωή-Ελευθερία». Το «Γυναίκες», εξηγεί ο Peyman, «βάζει το ζήτημα του σεξισμού στο επίκεντρο, ενώ «Ζωή σημαίνει ότι κάθε άνθρωπος θέλει να έχει μία καλή ζωή –αυτό αναφέρεται και σε εργάτ(ρι)ες και σε φτωχούς και ούτω καθεξής. Και ελευθερία σημαίνει ελευθερία από την κρατική καταστολή».
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά