Να περάσουμε από την οργή στη δράση

Η γυναικοκτονία της Κυριακής έξω από το αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων δεν έμεινε πολύ καιρό η «τελευταία» στη χώρα μας, καθώς σύντομα ακολούθησε αυτή της Ενκελέιντα. Μέσα σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα μια ακτίδ ααισιοδοξίας είναι η στάση της κοινωνίας απένταντι στις συνεχιζόμενες γυναικοκτονίες καθώς τα τραγικά αυτά περιστατικά δεν κανονικοποιούνται, δεν συνηθίζονται, αντίθετα η αντίδραση της κοινωνίας περνά από τη συναισθηματική φόρτιση στον προβληματισμό, από την οργή στην ανάγκη για δράση.

Από την καθημερινή μας εμπειρία, διαπιστώνουμε ότι συχνά στις παρέες, στους χώρους δουλειάς αλλά ακόμη και σε τυχαίες συναντήσεις στα ΜΜΜ, γίνεται θέμα συζήτησης κάθε γυναικοκτονία, ως τέτοια δηλαδή με την έμφυλη διάστασή της και καταγράφεται ως κοινωνικό πρόβλημα που απαιτεί λύση.  Επίσης τα τελευταία χρόνια παράγονται και προβάλλονται σε ώρες υψηλής τηλεθέασης τηλεοπτικές σειρές όπου θέματα έμφυλης βίας και γυναικοκτονιών είναι σημαντικά στοιχεία του σεναρίου τους. Θα μπορούσαμε σε διαφορετικό άρθρο να αναλύσουμε το πώς εμφανίζονται σε αυτά τα έργα οι χαρακτήρες, τα στερεότυπα, το ιστορικό πλαίσιο, οι κοινωνικές τάξεις, οι θεσμοί κ.ά. Προς το παρόν ας κρατήσουμε ότι η επιλογή αυτή των εταιρειών παραγωγής και των καναλιών έχει σχέση με το αυξημένο ενδιαφέρον του κοινού με τη δική του ορολογία για το θέμα.

Οι γυναικοκτονίες -μαζί με το έγκλημα των Τεμπών- είναι από τις  περιπτώσεις που το δικαίωμα στη ζωή προκαλεί κινητοποιήσεις. Θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε καλύτερα τη σημασία του αν συγκρίνουμε την ένταση των κοινωνικών αντιδράσεων με αυτή μετά από κάποιο εργατικό «ατύχημα».

Το ειδικό βάρος που έχουν αποκτήσει στην κοινωνική συνείδηση οι γυναικοκτονίες είναι πια πολύ περισσότερο από το επίτευγμα της ορατότητας του εγκλήματος.

Δεν θεωρούνται απλά ως η κορυφή του παγόβουνου της έμφυλης βίας και των ανισοτήτων και των κυριολεκτικά δολοφονικών διακρίσεων λόγω φύλου, αλλά αναδεικνύονται ως το χειροπιαστό παράδειγμα της κοινωνικής πραγματικότητας όπου τα κέρδη τους είναι πάνω από τις ζωές μας.

Γίνονται η αφετηρία για να τεθούν καίρια ερωτήματα -από την αμφισβήτηση του ρόλου της αστυνομίας έως και την αναγκαιότητα της συλλογικής δράσης-  και να προβληματιστούν ευρύτερα από τα συνήθη κοινωνικά υποκείμενα, άτομα και συλλογικότητες που δεν είχαν καμία επαφή και ιδεολογική επιρροή από το ριζοσπαστικό φεμινισμό του 99%

Κυριολεκτικά με το αίμα και τον πόνο θυμάτων και επιζωσών έμφυλης βίας αποδομείται το κυρίαρχο αφήγημα της ατομικής ευθύνης. Ακόμη και συστημικά μέσα ενημέρωσης και εκπρόσωποι θεσμικού φεμινισμού αναγκάζονται τουλάχιστον να παραδεχτούν την απουσία πραγματικής κοινωνικής προστασίας των γυναικών και των θηλυκοτήτων.

Καθώς ξανά και ξανά αποκαλύπτεται ότι οι γυναίκες που δολοφονήθηκαν «είχαν σπάσει τη σιωπή τους» αλλά το κράτος που με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, μνημονιακή και μεταμνημονιακή, δεν διαθέτει πόρους για την ουσιαστική αντιμετώπιση της έμφυληςβιας που υποκριτικά καταδικάζει.

Οι εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης αποδεικνύονται κούφια λόγια, όπως και η ψηφιοποιημένη προστασία του panicbutton.

Αιτήματα και τρόποι διεκδίκησης

Ως Σ8Μ δεν αισθανόμαστε πια την ίδια μοναξιά, όπως όταν, με αφορμή την 25η Νοέμβρη 2022, απομυθοποιούσαμε με στοιχεία το «καλύτερο» δίκτυο δομών στη χώρα μας σύμφωνα με την κυβερνητική προπαγάνδα και δίναμε έμφαση στο ότι καμία ασφάλεια και προστασία δεν προσφέρουν τα αστυνομικά τμήματα όσο και αν ενισχυθούν με γυναικείο προσωπικό και αυξηθούν οι επιμορφώσεις.

Από την άλλη πλευρά  η πολύ θετική αυτή δυναμική της κοινωνικής συνειδητοποίησης  του ζωτικής σημασίας ζητήματος της έμφυλης βίας για μας σημαίνει πολλαπλά και σύνθετα καθήκοντα  σε πιο δύσκολες «πίστες».

Με την εμπειρία και των σχετικών συζητήσεων στα δύο πρώτα Φεμινιστικά Φεστιβάλ κατανοούμε την ευθύνη να αναδείξουμε πτυχές όπως η πρόληψη, η επιστημονική ανάλυση της έμφυλης βίας και πολιτικών που εφαρμόζονται για την αντιμετώπισή της, αλλά και να αναμετρηθούμε με κρίσιμα προβλήματα όπως συγκεκριμενοποίηση αιτημάτων και τρόπων διεκδίκησης τους που θα οδηγήσουν σε μικρές και μεγαλύτερες νίκες.

Για παράδειγμα στον τομέα της πρόληψης σημαντική θα μπορούσε να είναι η διεκδίκηση να ενταχθούν στα σχολικά αναλυτικά προγράμματα πορίσματα των σπουδών φύλου για τα στερεότυπα και το σεξισμό  ώστε τα κανονικά μαθήματα και βιβλία να διαπνέονται από τις αρχές της ισότητας των φύλων αντί  να οργανώνονται  μόνο αποσπασματικές επετειακές δρστηριοτήτες στο περιθώριο της σχολικής ζωής.

Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό και από αυτό το παράδειγμα, η διεκδίκηση αυτή συνδέει στενά το φεμινιστικό κίνημα ειδικότερα με το εκπαιδευτικό που αγωνίζεται για σχολειά σύμφωνα με τις ανάγκες και τα συμφέροντα της  κοινωνικής πλειονότητας  ενάντια στην αναπαρωγή και ενίσχυση των κάθε είδους κοινωνικών ανισοτήτων. Επίσης συνδέεται με τα κινήματα των φοιτητών και των ερευνητών  για κρατική χρηματοδότηση διεπιστημονικών κοινωνικών ερευνών σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα για την έμφυλη βία στη χώρα μας, ώστε να αποτυπωθεί η πραγματική κατάσταση, να προταθούν λύσεις, να αξιολογείται η αποτελεσματικότητα των πολιτικών, και να αναδειχθούν οι αντιεπιστημονικές προσεγγίσεις που διατηρούν και ενδυναμώνουν στερεότυπα.

Φεμινιστικό κίνημα και εργατικά σωματεία

Γενικότερα κρίσιμης σημασίας είναι η μάχη που δίνουν συνδικαλίστριες-φεμινίστριες, για την ενεργή και πρακτική ενασχόληση των σωματείων και των εργατικών συλλογικοτήτων στους χώρους δουλειάς, με το θέμα της έμφυλης βίας και της πιο ακραίας έκφρασής της, τις γυναικοκτονίες.

Χωρίς αμφιβολία η σύνδεση εργατικού και φεμινιστικού κινήματος δε θα είναι απλή, γραμμικά ανοδική, διαδικασία αλλά ήδη εμφανίζονται όλο και πιο συχνά ενθαρρυντικά σημάδια.

Με δεδοµένες τις ιδιαιτερότητες των εργασιακών χώρων (πυκνότητα των γυναικών εργαζοµένων, συνθήκες δουλειάς, αγωνιστικές παραδόσεις των σωµατείων) είναι ενθαρρυντικό ότι σταδιακά ανοίγει η συζήτηση στον κόσµο της δουλειάς, τα σωµατεία, τις ίδιες τις παρατάξεις µας.

Πρωτοβουλίες όπως αυτή του σωματείου εργαζομένων του Δήμου Αγ. Παρασκευής, όπου συστάθηκε επιτροπή του σωματείου για την αντιμετώπιση καταγγελιών για έμφυλη βία και ανακοινώσεις  όπως αυτές του Συνδικάτου Φαρμάκου και του Σωματείου Εργαζομένων Demo (ο χώρος δουλειάς της Ενκελέιντα) μας δείχνουν ότι έγιναν κάποια βήματα.

Η γενίκευση πρωτοβουλιών στήριξης επιζωσών έμφυλης βίας σημαίνει τα συνδικάτα να αναλάβουν πρωτοβουλίες δημιουργίας εσωτερικών διαδικασιών και σημείων επαφής όπου θα καταφεύγουν οι εργαζόμενες για να καταγγείλουν περιστατικά κακοποίησης, είτε αυτά συμβαίνουν στο χώρο εργασίας είτε εκτός αυτού, με βάση το πνεύμα αλληλεγγύης και με επιδίωξη να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των θυμάτων και να ευαισθητοποιηθούν τα μέλη τους σε θέματα ισότητας των φύλων. Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερης σημασίας είναι ο ρόλος σωματείων εργαζομένων σε δομές αντιμετώπισης της έμφυλης βίας που θα μπορούν να προσφέρουν πολύτιμη «τεχνογνωσία» στη συγκέντρωση και ανταλλαγή υλικού για θεσµικές εξελίξεις, επιστηµονικές έρευνες, εκθέσεις µε στατιστικά στοιχεία και τεκµηρίωση, ώστε να αξιοποιούνται -µε αγωνιστική λογικήκαι να διοργανώσουµεσεµινάριαεπιµόρφωσης. Για παράδειγμα ο σύλλογος εργαζοµένων στη Γενική Γραμματεία Ισότητας των Φύλων έχει προχωρήσει στη διαµόρφωση κώδικα δεοντολογίας για θέματα σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας στον κόσμο της δουλειάς που θα μπορούσε να αποτελέσει μια βάση και για άλλα σωματεία.

Η σημασία των Φεστιβάλ

Σημαντικοί σταθμοί στην υλοποίηση όσων ενδεικτικά αναφέραμε πιο πάνω μπορεί και πρέπει να αναδειχτούν τόσο το Φεμινιστικό Φεστιβάλ της Σ8Μ στο τέλος Σεπτέμβρη όσο και το 25ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ (5-7 Ιουλίου).

Στις συζητήσεις των φεστιβάλ αυτών για τις γυναικοκτονίες και το φεμινισμό του 99% ελπίζουμε να αξιοποιηθεί η θετική παράδοση ζωντανής ανταλλαγής απόψεων, αγωνιστικών βιωμάτων και εμπειριών.

Η δουλειά που γίνεται -και χρειάζεται να ενταθεί και να βαθύνει- για την προετοιμασία αυτών των συζητήσεων και για την προπαγάνδιση για των ίδιων αυτών των κινηματικών γεγονότων έχει καθοριστική σημασία τόσο για το ίδιο το περιεχόμενο των συζητήσεων όσο και για το εύρος της απεύθυνσης,  της συμμετοχής όχι μόνο στις μέρες των επερχόμενων φεστιβάλ αλλά και μέχρι τα αντίστοιχα του 2025.

Οι συζητήσεις αυτές έχουν στόχο να δοθεί φωνή στην καταπίεση και τη βία κάθε είδους (σωματική ψυχολογική οικονομική) που βιώνει κάθε μη προνομιούχα γυναίκα ντόπια, μετανάστρια, προσφύγισσα, να καταγραφούν εμπειρίες, να ανταλλάγουν ιδέες, να διαμορφωθούν διεκδικήσεις.

Κάθε γυναίκα, κάθε ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομο, κάθε άτομο αλληλέγγυο στις φεμινιστικές διεκδικήσεις καλείται να συμμετάσχει.

Είναι αναγκαίο να εστιάσουμε το ενδιαφέρον, να ακούσουμε τις μεταναστευτικές και προσφυγικές κοινότητες και να εξειδικεύσουμε τα αιτήματα για τον μετανευστικό/προσφυγικό πληθυσμό που γίνεται θέμα πολλαπών διακρίσεων σεξιστικών και ρατσιστικών. Χωρίς αμφιβολία η δημιουργία χώρων για την φιλοξενία τους είναι άμεσης προτεραιότητας, δεδομένων των συνθηκών διαβίωσής τους. Επίσης είναι απαραίτητη η εκπαίδευση του προσωπικού των υπαρχουσών δομών σε διαπολιτισμικά θέματα και η παροχή διερμηνείας, ώστε να διευκολύνεται η φιλοξενία του προσφυγικού πληθυσμού στις υφιστάμενες δομές μαζί με τον εγχώριο πληθυσμό και να ενδυναμώνονται οι δεσμοί αλληλεγγύης  μεταξύ τους.

Η σημαντική καταγραφή της πραγματικής κατάστασης των διακρίσεων, η ανάλυση της προέλευσης της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης από φεμινιστική και αντιρατσιστική οπτική όπως θα φωτισθεί στις συζητήσεις έχει να προσφέρει πολλά στο θέμα των γυναικοκτονιών που έχει ανοίξει πλατιά στην κοινωνία.

Καθώς στο Αντιρατσιστικό και στο Φεμινιστικό Φεστιβάλ συμμετέχουν και στηρίζουν πολλές και διαφορετικές συλλογικότητες καθώς και καλλιτέχνιδες και καλλιτέχνες με κοινωνική ευαισθησία εκπέμπτεται ισχυρό μήνυμα ενάντια στο σεξισμό, τη βία, τις διακρίσεις, τον κάθε είδους ρατσισμό.

Το πνεύμα κοινωνικής αλληλεγγύης αλλά και πανανθρώπινης γιορτής που χαρακτηρίζει το Αντιρατσιστικό και το Φεμινιστικό Φεστιβάλ, μπορεί να μας δώσει την αισιοδοξία που χρειαζόμαστε για να συνεχίσουμε τον αγώνα για αυτόν τον άλλο κόσμο, θα τονώσει την πεποίθηση ότι αυτός ο κόσμος είναι όχι μόνο επιθυμητός αλλα και εφικτός.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες