Όταν ξέσπασε το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων υπήρξε αμφιβολία στην Αριστερά. Φυσιολογικά.

p { margin-bottom: 0.25cm; direction: ltr; line-height: 120%; text-align: left; widows: 2; orphans: 2; }a:link { color: rgb(0, 0, 255);

Τα «αντιφορολογικά» αιτήματα πολλές φορές προέρχονται από τη Δεξιά. Το «άγνωστο» πλήθος που πλαισίωσε τις κινητοποιήσεις (έξω από το σύνηθες περιβάλλον της πολιτικής Αριστεράς αλλά και την οργανωμένη βάση των συνδικάτων, χωρίς παρελθόν συμμετοχής σε προηγούμενους κοινωνικούς αγώνες) προκάλεσε καχυποψία. Η πολιτική στήριξη που έδωσε η ακροδεξιά, είτε ρητορικά (το κόμμα της Λεπέν) είτε πιο ακτιβίστικα (άλλες ακροδεξιές ή «πατριωτικές» ομάδες) ενίσχυσαν τους φόβους.

Απέναντι σε αυτά τα δεδομένα, υπήρξε η τάση να απαξιωθεί η κοινωνική κινητοποίηση, αν όχι να αντιμετωπιστεί ως επικίνδυνη, μέσα από μια υπερβολικά σχολαστική «κοινωνιολογία» που εκφυλιζόταν σε έναν ντετερμινισμό ως προς το πολιτικό πρόσημο της κινητοποίησης, συχνά αναπαράγοντας τα ίδια στερεότυπα που επιστράτευσαν τα γαλλικά, φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, για τους «βάρβαρους», «καθυστερημένους» της «περιφερειακής» Γαλλίας.

Υπήρξε και ένας άλλος τρόπος αντίδρασης. Να αναγνωρίσει κανείς την πολυσυλλεκτικότητα του νέου κινήματος, να εντοπίσει τα προβλήματά του και τους κινδύνους που κρύβει, να μην τα υποτιμήσει, αλλά να αποφύγει κι εύκολους αφορισμούς ή αφηρημένες κοινωνιολογίες. Να πάρει υπόψη ότι για τα κοινωνικά στρώματα που κινητοποιήθηκαν η τιμή των καυσίμων ισούται με την τιμή του ψωμιού (όπως εύστοχα περιέγραψε ο Περικλής Κοροβέσης σε άρθρο του) και ότι αυτά ανήκουν κυρίως στην εργατική τάξη και το χαμηλότερο τμήμα της μικροαστικής (όπως αποδεικνύουν πλέον και οι πρώτες σχετικές κοινωνικές έρευνες). Ότι οι αποτυχίες προηγούμενων συνδικαλιστικών αγώνων έκαναν το ζήτημα του μισθού να δείχνει «ακατόρθωτο αίτημα» κι έτσι τμήματα της εργατικής τάξης στράφηκαν στο υποκατάστατο της «φοροελάφρυνσης». Ότι πίσω από το φόρο στα καύσιμα εκφράζονταν ένα «Ως εδώ!» απέναντι στη διαρκή λιτότητα και ειδικά στον «πρόεδρο των πλουσίων». Ότι η χρονική εγγύτητα μεταξύ του φόρου στα καύσιμα και της φοροαπαλλαγής των πλουσίων, έπαιξε ρόλο στο ξέσπασμα του κινήματος, δίνοντας και στο «αντιφορολογικό» αίτημα μια αριστερή-ταξική διάσταση («να πληρώσουν οι πλούσιοι!») κι όχι μια δεξιά δημαγωγική χροιά ενάντια στο «πού πάνε οι φόροι μας».

Όσοι αντιλήφθηκαν έτσι τα πράγματα, παρενέβησαν. Το NPA προς τιμήν του έδειξε (δια στόματος Μπεζανσενό στα κανάλια, αλλά και στις ανακοινώσεις του) αυτά τα αντακλαστικά. Οι αγωνιστές της Ανυπότακτης Γαλλίας βρέθηκαν επίσης από νωρίς στα μπλόκα και στις διαδηλώσεις. Υπήρξαν τοπικές ή κλαδικές συνδικαλιστικές οργανώσεις που διαφοροποιήθηκαν από τη διστακτικότητα της πανεθνικής ηγεσίας τους και επιχείρησαν να συνδεθούν με το κίνημα. Με μπροστάρηδες τα Sud-Solidaires, αλλά και αρκετές δυνάμεις της CGT που ήρθαν σε ρήξη με την κεντρική γραμμή. Υπήρξαν αντιρατσιστικές συλλογικότητες όπως η «Rosa Parks» και η «Δικαιοσύνη για τον Αντάμα Τραορέ» (θύμα αστυνομικής ρατσιστικής βίας) που πήραν την ευθύνη να κατέβουν στο δρόμο και να φωνάξουν τα συνθήματά τους στις διαδηλώσεις των Κίτρινων Γιλέκων και δικαιώθηκαν, την ώρα που οι «κοινωνιολογούντες» από μακριά προειδοποιούσαν για την παρουσία ακροδεξιών. Οι μαθητές και οι φοιτητές έδειξαν το αντανακλαστικό να καταλάβουν ότι «είναι η ώρα» να κατέβουν κι αυτοί στο δρόμο, με τα δικά τους αιτήματα, αλλά και προσφέροντας το πλήθος και το ριζοσπαστισμό τους στο σε εξέλιξη κίνημα. Οι ομάδες των Αντίφα, που είδαμε να πετάνε έξω από τις διαδηλώσεις διαβόητα στελέχη των ακροδεξιών Identariannais ή της Action Francais, μπόρεσαν να το πράξουν συμμετέχοντας καταρχήν σε αυτές τις διαδηλώσεις. Οι διαδηλωτές για την κλιματική αλλαγή που δεν «μάσησαν» στην προπαγάνδα Μακρόν για «οικολογικό φόρο» κι ενώθηκαν με τα Κίτρινα Γιλέκα επίσης κατάλαβαν το πραγματικό επίδικο.

Όλοι-ες που κινήθηκαν σε αυτήν την κατεύθυνση, δεν κλείνουν τα μάτια στην προσπάθεια της ακροδεξιάς να ηγεμονεύσει, αλλά κατάλαβαν την δυνατότητα και την αναγκαιότητα να παρέμβουν, για να μην γίνει αυτοεκπληρούμενη προφητεία η θεωρία περί «προεκλογικής εκστρατείας της Λεπέν» μέσα από αυτό το κίνημα. Και η εξέλιξη τους δικαίωσε καταρχήν. Είναι πολιτικοί αγωνιστές που κατάλαβαν ότι η αδράνεια (ή και εχθρότητα) της Αριστεράς και των συνδικάτων θα ήταν αυτή που πράγματι θα έστρωνε το δρόμο στην ακροδεξιά και αποδείχθηκαν πολύ πιο χρήσιμοι από τους «κοινωνιολογούντες» και σε αυτό το πεδίο.

Η διαμάχη με την ακροδεξιά παραμένει ανοιχτή, αλλά η παρέμβαση στο κίνημα την κράτησε ανοιχτή κι έφερε το δικό μας στρατόπεδο σε καλύτερη θέση να καθορίσει τις εξελίξεις. Η πολυπόθητη ένωση «κίτρινων και κόκκινων γιλέκων» έγινε εφικτή όπου αυτό επιχειρήθηκε. Και όσοι το επιχείρησαν διαπίστωσαν ιδίοις όμμασι αυτά που σήμερα παραδέχονται και οι κοινωνικοί ερευνητές: για την ταξική σύνθεση των διαδηλωτών (συντριπτικά λαϊκή), για την πολιτική τους τοποθέτηση (που στην κλίμακα ακροδεξιά ως ακροαριστερή είναι πολύ πιο ευνοϊκός ο συσχετισμός σε σχέση με τον υπάρχοντα στο «εθνικό ακροατήριο»), για τις κοινωνικές ανησυχίες τους (αντιλιτότητα, κοινωνική δικαιοσύνη κλπ).

Στα άρθρα τους, οι Ολιβιέ Μπεζανσενό και Λεόν Κρεμιέ πραγματεύονται πολύ καλύτερα από εμάς και αυτά τα ζητήματα. Αλλά δημοσιεύουμε επίσης μια ανοιχτή επιστολή δεκάδων συνδικαλιστών της CGT που απαιτούν αλλαγή πλεύσης από την ηγεσία τους. Είναι υποδειγματική ως παρέμβαση σε όλη τη σχετική συζήτηση για τη στάση των οργανωμένων δυνάμεών μας απέναντι σε τέτοια «θολά» κινήματα αλλά και ενδιαφέρουσα είδηση για τις προοπτικές του κινήματος που βρίσκεται όντως σε σταυροδρόμι.

p { margin-bottom: 0.25cm; direction: ltr; line-height: 120%; text-align: left; widows: 2; orphans: 2; }a:link { color: rgb(0, 0, 255); }

Ένας λάθος μιμητισμός

Ωστόσο η εμπειρία έδειξε και μια τρίτη αντιμετώπιση, επίσης προβληματική. Γράψαμε για την αξία που έχει η παρέμβαση της Αριστεράς. Οι λέξεις έχουν σημασία: «Παρέμβαση» και «Αριστερά». Μια τακτική που διαφέρει από την υπόκλιση στο θολό κίνημα, την αποσιώπηση των αδυναμιών του ή ακόμα χειρότερα την ανάδειξη των αδυναμιών του σε αρετές. Πρόσφατα στη Γερμανία, η πρωτοβουλία της Σάρα Βάγκενχεντ κάλεσε σε κινητοποιήσεις «Κίτρινων Γιλέκων». Το κείμενο-κάλεσμα αναπαρήγαγε όλα τα προβληματικά σημεία του γαλλικού κινήματος (επιφύλαξη απέναντι στα συνδικάτα και τα κόμματα, «λαϊκιστικός» λόγος κλπ). Όταν κινητοποιείται για πρώτη φορά ένα πλατύ στρώμα ανθρώπων έξω από την εμπειρία της οργανωμένης πάλης, είναι θεμιτό και φυσικό να αντιμετωπίζει τέτοια ζητήματα. Αλλά όταν αυτό το αυθόρμητο κίνημα αρχίζει (μετά από 5 βδομάδες εμπειρίας) να ξεπερνά αυτές τις παθογένειες, είναι τουλάχιστον φάουλ η ίδια η Αριστερά να αγνοεί αυτό το προχώρημα και να παίρνει ως «μήνυμα προς εξαγωγή» τις αρχικές, πιο καθυστερημένες πολιτικά ιδέες του. Με τα λόγια ενός συντρόφου: «Ένα πραγματικά λαϊκό κίνημα –όπως της Γαλλίας- δεν δημιουργείται από ριζοσπάστες αριστερούς που προσποιούνται ότι δεν είναι ριζοσπάστες αριστεροί και κάνουν λαϊκιστικό θόρυβο για να το αποδείξουν.

Η Αριστερά μπορεί να συμβάλει σε μια μαζική λαϊκή εξέγερση «ως Αριστερά». Δεν θα μετατραπεί σε μαζική δύναμη προσποιούμενη ότι δεν είναι Αριστερά ή πιθηκίζοντας τις πιο καθυστερημένες πλευρές της συνείδησης του κινήματος αντί για τα πιο προωθημένα χαρακτηριστικά του καθώς αυτό ξεδιπλώνεται».

Ετικέτες