Ο Άλεξ Καλλίνικος γράφει για την κρίση, την πολιτική κατάσταση και τη ριζοσπαστική Αριστερά στην Ευρώπη

Τέλος χρόνου για την ευρωζώνη;

Σχεδόν πέντε χρόνια μετά από το ξεκίνημά της, η παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση δεν δείχνει σημάδια αυτοεπίλυσης. Αντίθετα, στην Ευρώπη, η κρίση φαίνεται να παίρνει πιο τοξική μορφή, καθώς η ευρωζώνη πλησιάζει προς ένα είδος στιγμής της αλήθειας. Η αργοκίνητη καταστροφή στην Ευρώπη απειλεί να εξαφανίσει τη σταθερά αδύναμη ανάκαμψη στις ΗΠΑ. Το γεγονός αυτό αποτελεί μέρος μίας επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς ακόμα και η κινέζικη οικονομία, που μέχρι το 2009 ήταν ο κύριος μοχλός ανάκαμψης, έχει αρχίσει να μένει από καύσιμα. Οι Financial Times ανέφεραν στα μέσα Ιουνίου:

Ο δείκτης FT/Brookings Tiger [που υποτίθεται ότι παρακολουθεί την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη] έδειξε στασιμότητα της παγκόσμιας ανάπτυξης μετά από μια αρχική ταχεία ανάκαμψη από την οικονομική κρίση του 2008-09. Η ανάπτυξη στις ΗΠΑ επιβραδύνεται, μεγάλο μέρος της Ευρώπης είναι σε ύφεση, οι προοπτικές ανάπτυξης της Κίνας έχουν αποδυναμωθεί, οι διαδικασίες μεταρρύθμισης στην Ινδία έχουν καθυστερήσει και άλλες μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες έχουν επιβραδυνθεί δραματικά».

Ο καθηγητής [Έσβαρ] Πράσαντ [του Brookings] είπε: «Οι μηχανές της παγκόσμιας ανάπτυξης έχουν αρχίσει να μένουν από κάρβουνο ενώ τα ρυμουλκούμενα βαγόνια εκτροχιάζονται. Οι αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς αντιμετωπίζουν απότομη επιβράδυνση της ανάπτυξης, ενώ πολλές προηγμένες οικονομίες εισέρχονται σιγά σιγά σε ύφεση». 1

Μπορεί κανείς να αναλύσει το τι συμβαίνει σε τρία επίπεδα. Το πρώτο και το πιο άμεσο έχει ως επίκεντρο την Ελλάδα. Εδώ κυριαρχεί η πολιτική: Θα επιταχύνει η λαϊκή εξέγερση κατά των κομμάτων που υποστηρίζουν το μνημόνιο με τους βασανιστές του λαού (ΕΚΤ, Ε.Ε, ΔΝΤ) την πορεία της Ελλάδας σε μία οικειοθελή έξοδο ή στην εκδίωξή της από τη ζώνη του ευρώ; Οι περισσότεροι σχολιαστές συμφωνούν ότι η επιτυχία της Νέας Δημοκρατίας, του βασικού κόμματος της Ελληνικής δεξιάς, που νίκησε οριακά τον ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές της 17ης Ιουνίου, έχει απλώς αγοράσει λίγο χρόνο. Ο οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί έγραψε εκείνο το βράδυ: «Σε 6 με 12 μήνες η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ θα πέσει καθώς η οικονομία θα εισέλθει σε ύφεση. Στη συνέχεια νέες εκλογές θα οδηγήσουν στη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την πραγματοποίηση της «Grexit». 2

Πολλά περισσότερα για την πολιτική στη συνέχεια. Η οικονομική αγωνία για την Ελλάδα αφορά κυρίως τη «Grexit» και το κατά πόσο θα εξαπλώσει τη μόλυνση σε άλλα ευάλωτα μέλη της ευρωζώνης: στην παρούσα στιγμή η Ισπανία είναι αυτή που βρίσκεται στη ζώνη πυρός. Αυτό μας οδηγεί στο δεύτερο επίπεδο ανάλυσης. Η κρίση της ευρωζώνης είναι η συγκεκριμένη μορφή που παίρνει στην Ευρώπη το σπάσιμο της χρηματιστικής φούσκας που χτύπησε τον ανεπτυγμένο καπιταλισμό στο μέσο της προηγούμενης δεκαετίας. Αυτός εμπεριείχε μία μεγάλη άνοδο στον τραπεζικό δανεισμό, η οποία χρηματοδότησε μία σειρά από κερδοσκοπικές εκρήξεις που είχαν συνήθως στο κέντρο τους την αγορά κατοικίας. Μια πρόσφατη ανάλυση από το μπλογκ των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς Άλφαβιλ (Alphaville) με τίτλο «Η άνοδος και η πτώση της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής» αναφέρει μια μελέτη της Citybank που δείχνει ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες οδήγησαν στη γιγάντωση του διασυνοριακού δανεισμού (κυρίως στην περίπτωση αυτή εντός της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης) στην τελευταία δεκαετία:

Το παγκόσμιo ενεργητικό των τραπεζών αυξήθηκε κατά 160% από το 2002 μέχρι το 2008. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το παγκόσμιο ενεργητικό των τραπεζών της ΕΕ αυξήθηκε κατά 190%, με τη Γαλλία να κατέχει τα πρωτεία (με αύξηση πάνω από 250%). Το παγκόσμιο ενεργητικό αρκετών τραπεζών από το σύστημα της ΕΕ συμπεριλαμβανομένων της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Σουηδίας, της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Δανίας και της Ολλανδίας, αύξησαν τα διαθέσιμά τους πάνω από 200% κατά την περίοδο αυτή. 3

Αλλά αυτή η διαδικασία έχει αναστραφεί ύστερα από το κραχ του 2008. Για να παραθέσω και πάλι τη Citybank: «Η Ευρώπη, εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, αποτελεί την εξαίρεση στη διεθνή ανάκαμψη μετά το 2009. Φυσικά, οι ευρωπαϊκές τράπεζες, πλην των βρετανικών, όντας περισσότερο εκτεθειμένες στη δεύτερη φάση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης- την τραπεζική και δημοσιονομική κρίση των χωρών της ευρωζώνης - έχουν μειώσει την έκθεσή τους στο εξωτερικό τον τελευταίο χρόνο κατά τρία και πέντε έτη». Ενώ οι τράπεζες των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ιαπωνίας κράτησαν το παγκόσμιο μερίδιο τους στα τραπεζικά στοιχεία ενεργητικού, αυτές στην ηπειρωτική Ευρώπη είδαν το μερίδιό τους να μειώνεται.

Αυτή η υποχώρηση αντανακλά τόσο τις απώλειες που είχαν οι τράπεζες αυτές όταν έσπασε η φούσκα στα μέσα της δεκαετίας του 2000, καθώς και τις ζημιές που φοβούνται ότι μπορεί να έχουν από τα δάνεια τους προς τις λεγόμενες «περιφερειακές» οικονομίες της ευρωζώνης. Όπως έχουμε κατ 'επανάληψη υποστηρίξει, η «διάσωση» της Ελλάδας, της νότιας Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας αφορούσαν τη διάσωση των τραπεζών της Βόρειας Ευρώπης που είχαν προβεί σε μεγάλης κλίμακας δανειοδότηση τόσο σε δημόσιους όσο και ιδιώτες δανειολήπτες σε αυτές τις χώρες. Ο μηχανισμός που έχει οδηγήσει τις χώρες αυτές στα χέρια της τρόικας είναι οι χρηματιστικές αγορές που ανέβασαν τα επιτόκια του δημόσιου χρέους-φουσκωμένα από τη Μεγάλη Ύφεση και το κόστος των αρχικών τραπεζικών διασώσεων-σε μη βιώσιμα επίπεδα. 4

Αλλά - όπως έχουμε ήδη υποστηρίξει - το τίμημα των «διασώσεων», τα προγράμματα λιτότητας, σχεδιασμένα να πετσοκόψουν τις δημόσιες δαπάνες, έχει σπρώξει τις ήδη αδύναμες οικονομίες σε μία άγρια καθοδική περιδίνηση στην οποία η συμπιεζόμενη παραγωγή κάνει δυσκολότερη την επίτευξη των στόχων της μείωσης του χρέους που απαιτεί η τρόικα. Ένα αποτέλεσμα ήταν να εξασθενήσουν περαιτέρω τα ήδη ασταθή τραπεζικά συστήματα. Για παράδειγμα, ένας συνδυασμός οικονομικών και πολιτικών φόβων έχει ενθαρρύνει στην Ελλάδα αυτό που το Alphaville ονομάζει χαλαρό «bank run», μια σταθερή διαρροή καταθέσεων που αποσύρονται και οι οποίες ισοδυναμούν με πτώση 35% του κλάσματος των καταθέσεων προς το ΑΕΠ. 5

Η ΕΚΤ έκανε προσπάθειες να κλείσει την τρύπα με επείγουσες ενέσεις ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες, που υπολογίζονται στα €60 δις από τα μέσα Μαϊου. Αλλά τέτοιου είδους μέτρα αυξάνουν τις απώλειες που θα είχε η υπόλοιπη ΕΕ σε περίπτωση που η Ελλάδα κήρυσσε στάση πληρωμών στο χρέος της. Ο μαρξιστής οικονομολόγος Μάικλ Ρόμπερτς προσφέρει την ακόλουθη εκτίμηση αυτών των απωλειών:

Προσθέτοντας αυτά που η ελληνική κυβέρνηση οφείλει σε άλλες κυβερνήσεις της ΕΕ από τις δύο διασώσεις, ποια είναι τα χρέη της κεντρικής τράπεζας στο Ευρωσύστημα και το πόσο η ΕΚΤ έχει ήδη δανείσει στις ελληνικές τράπεζες και διατηρεί από το ελληνικό δημόσιο χρέος, διαπιστώνουμε ότι η ευρωζώνη έχει εκτεθεί σε περίπου € 500 δισεκατομμύρια πιθανών ζημιών, ή κοντά στο 5 % του ΑΕΠ της ευρωζώνης ...

Γερμανία και Γαλλία από μόνες τους είναι εκτεθειμένες κατά περίπου 150 δισ  € εκάστη. Και αυτό είναι μόνο η έκθεσή τους σε κρατικά ομόλογα. Αν χρεοκοπήσει και ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα, η Γαλλία και Γερμανία θα δεχθούν ακόμα ένα χτύπημα (οι γαλλικές τράπεζες έχουν δανείσει περίπου  25 δισ € στις ελληνικές επιχειρήσεις). Αν προσθέσουμε όλα τα παραπάνω, η συνολική έκθεση είναι πιο κοντά στα 750 δισ €. 6

Εάν η χρεωκοπία της μικροσκοπικής Ελλάδας θα είχε τέτοιο αντίκτυπο, τι θα συμβεί με την Ισπανία, τον πιο πρόσφατο στόχο των αγορών; Η ισπανική οικονομία είναι σχεδόν διπλάσια του συνόλου της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Γύρω στα 97 δις € έχουν φύγει από την Ισπανία τους τρεις πρώτους μήνες του 2012, περίπου το ένα δέκατο του εθνικού εισοδήματος. 7 Με έναν πολύ πιο άμεσο τρόπο από ό, τι στην Ελλάδα, η κατάρρευση της εμπιστοσύνης με επίκεντρο τις τράπεζες, έχει βαθιές ρίζες στην οικονομικά και οικολογικά καταστροφική φούσκα των ακινήτων της προηγούμενης δεκαετίας. 8

Η παραπαίουσα δεξιά κυβέρνηση του Ραχόι, εκλεγμένη με ένα πρόγραμμα λιτότητας το Νοέμβρη, αλλά απεγνωσμένη να αποφύγει με κάθε τρόπο μία συνολική εμπλοκή της Τρόικας, προσπάθησε να βάλει την ΕΚΤ να διασώσει τη Bankia, μία συσπείρωση 7 αποτυχημένων Cajas (τοπικές αποταμιευτικές τράπεζες) που διοικούνται από την πίσω πόρτα από έναν πρώην διευθύνοντα σύμβουλο του ΔΝΤ, τον Ροντρίγκο Ράτο.

Όταν αυτό δεν λειτούργησε, με τις αγορές ανεβάζουν τα επιτόκια στο ισπανικό δημόσιο χρέος σε αφόρητα επίπεδα, ο Ραχόι δεν είχε άλλη επιλογή από το να προσφύγει σε ένα σχέδιο διάσωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι όροι που προσφέρθηκαν στο ισπανικό κράτος στις 10 Ιουνίου ήταν ευνοϊκότεροι από αυτούς στους προκατόχους του. Αντί να συνδέεται με ένα πρόγραμμα του ΔΝΤ, το δάνειο των €100 δις θα πάει στον φορέα της κυβέρνησης που είναι αρμόδιος για την αναδιάρθρωση των ισπανικών τραπεζών. Αλλά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε ότι μία ομάδα επιθεωρητών της τρόικας θα κάνουν λογιστικό έλεγχο στην Ισπανία, οπότε μένει να δούμε αν οι διαφορές με τις προηγούμενες «διασώσεις» είναι κάτι περισσότερο από διακοσμητικές. 9

Αλλά χρειάστηκαν μόνο λίγες ώρες για τα επιτόκια του ισπανικού δημόσιου χρέους να αρχίσουν να αυξάνονται και πάλι σε μη βιώσιμα επίπεδα, με τα ιταλικά ομόλογα να βρίσκονται σύντομα σε μια παρόμοια μοίρα. Η Royal Bank of Scotland εκτιμά ότι απαιτούνται περί τα 134 με 180 δις € για την ανακεφαλαιοποίηση των ισπανικών τραπεζών, 155 δις € για να αναχρηματοδοτήσει τα κρατικά ομόλογα που λήγουν στο τέλος του 2014, και 121 δις € για την κάλυψη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού μέχρι τότε. 10 Η χρηματοδότηση των 100 δις € για τη διάσωση, κατά πάσα πιθανότητα από το νέο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, θα καλύψει μόνο ένα μικρό μέρος αυτού της δυσθεώρητου λογαριασμού. Σε ένα ευρύτερο μέτωπο, πέρα ​​από την κλιμάκωση της κρίσης στην Ελλάδα, υπάρχουν πάρα πολλές βόμβες που δεν έχουν ακόμα εκραγεί στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ένας ιδιαίτερα τοξικός παράγοντας είναι η μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση διαμέσω της οποίας η ΕΚΤ παροχέτευσε με γύρω στο 1 τρις € το τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες χρησιμοποίησαν αρκετά από αυτά τα χρήματα για να αγοράσουν ομόλογα των κυβερνήσεών τους: Οι ισπανικές τράπεζες, για παράδειγμα, έχουν αγοράσει 83 δισ € από το δημόσιο χρέος της Ισπανίας από τον Δεκέμβριο. Το γεγονός αυτό αγόρασε λίγο χρόνο, αλλά θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αυτό που έχει ονομαστεί ένας "βρόχος καταστροφής", όπου αδύναμες τράπεζες και κυβερνήσεις σύρουν η μία την άλλη προς μία ατέρμονη πτώση. 11

Οι ελπίδες για μια ενδεχόμενη επιστροφή στη σταθερότητα βασίζονται στη συμφωνία της γερμανικής κυβέρνησης για μια ευρωπαϊκή ένωση τραπεζών που θα έβαζε τη συνδυασμένη οικονομική δύναμη της ευρωζώνης πίσω από κάθε ευάλωτο εθνικό τραπεζικό σύστημα. Υπήρξαν σημάδια μικρής χαλάρωσης στη γερμανική πολιτική, με αφορμή τη συντριπτική απόρριψη της λιτότητας στις εκλογές στη Γαλλία και την Ελλάδα. Στις αρχές Μαΐου, αρχικά ο Σόιμπλε στήριξε μεγαλύτερες μισθολογικές αυξήσεις και στη συνέχεια η Bundesbank δήλωσε ότι ένας υψηλότερος πληθωρισμός θα ήταν αποδεκτός ως μέρος μίας διαδικασίας επέκτασης της γερμανικής εγχώριας αγοράς, και ως εκ τούτου διευκόλυνσης της επέκτασης των ευρωπαϊκών αγορών μέσω των εξαγωγών12. Οι λιγότερο επαχθείς όροι της ισπανικής διάσωσης μπορεί να είναι ένα δείγμα για το τι θα επακολουθήσει.
Όμως τέτοιου είδους κινήσεις πιθανότερα είναι περιθωριακές προσαρμογές. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη προθυμίας στο Βερολίνο και στη Φρανκφούρτη να προσφέρουν κάτι περισσότερο από φρου φρου και αρώματα για να αμβλυνθεί το άγριο πρόγραμμα λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα. Στρατηγική της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ παραμένει να χρησιμοποιήσει τις πιέσεις που δημιουργούνται από την κρίση της ευρωζώνης για να αναγκάσει τα άλλα κράτη μέλη σε μια δημοσιονομική ένωση που θα μπορούσε να γενικεύσει και να διαιωνίσει το καθεστώς λιτότητας που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία ως επείγοντα μέτρα αντιμετώπισης αυτής της κρίσης. Οποιαδήποτε βήματα προς μια ένωση τραπεζών, θα πρέπει να περιμένουν, μέχρι να γίνει αποδεκτό αυτό το καθεστώς. Ακόμα και η συζήτηση για ημίμετρα, όπως το να επιτραπεί η αγορά ισπανικών και ιταλικών ομολόγων από τα ταμεία διάσωσης της ευρωζώνης, έχει προχωρήσει με παραλυτικά αργούς ρυθμούς.

Όταν συνάντησε το Ντέιβιντ Κάμερον στις αρχές του Ιουνίου, η Μέρκελ είπε: «Χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη. Δεν χρειαζόμαστε μόνο τη νομισματική ένωση, χρειαζόμαστε επίσης τη λεγόμενη δημοσιονομική ένωση. Και πάνω απ' όλα χρειαζόμαστε μια πολιτική ένωση, που σημαίνει ότι πρέπει να παραχωρήσουμε σταδιακά εξουσίες στην Ευρώπη και να δώσουμε τον έλεγχο στην Ευρώπη». 13 Στην πραγματικότητα, αυτό που έχει στο μυαλό του δεν είναι τίποτα που να μοιάζει με μια δημοκρατική πολιτική ένωση που θα βασίζεται στη θεσμική δύναμη των Ευρωπαϊκών λαών. Αντιθέτως η οικονομική ανεξαρτησία πρόκειται να παραδοθεί σε μία «Ευρώπη» που θα αποτελείται από όργανα που δε λογοδοτούν πουθενά, όπως η ΕΚΤ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στα οποία το γερμανικό κράτος έχει τον κυρίαρχο λόγο.

Αλλά το πιο άμεσο πρόβλημα είναι ότι η τραπεζική κρίση μπορεί να συντρίψει τη στρατηγική που ακολουθούν η Μέρκελ και ο Σόιμπλε. Μέχρι στιγμής είχαν βασιστεί, με επιτυχία, στo γεγονός ότι οι άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έκαναν πίσω πρώτες. Αλλά η κατάσταση έχει αρχίσει να ξεφεύγει από τον έλεγχο των κλωνοποιημένων μετριοτήτων που απαρτίζουν την ευρωπαϊκή ελίτ της νεοφιλελεύθερης περιόδου. Από τη μία πλευρά, οι χρηματοπιστωτικές αγορές μπορούν να αυτοεγκλωβιστούν σε ένα ανεξέλεγκτο πανικό, όπως αυτόν που τους είχε κυριεύσει μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το Σεπτέμβριο του 2008. Η ίδια η Μέρκελ παραδέχτηκε, «Είμαστε σίγουρα σε έναν αγώνα δρόμου με τις αγορές». 14 Από την άλλη πλευρά, οι λαοί της Ευρώπης-αγνοημένοι μέχρι τώρα στις διαβουλεύσεις της τρόικας και του Βερολίνου-απειλούν να ανατρέψουν το σχεδιασμό που γίνεται στην κορυφή.

Πριν στραφούμε προς τον τελευταίο, ενδεχομένως αποφασιστικό παράγοντα, μια λέξη για την τρίτη διάσταση της κρίσης, η οποία αφορά τις θεμελιώδεις αιτίες της. Σε κάποιο άλλο σημείο αυτού το θέματος, ο Joseph Choonara δείχνει τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η ανικανότητα των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών να ξεπεράσουν την απότομη πτώση στο ποσοστό του κέρδους που υπέστησαν τη δεκαετία του 1960. Αλλά το να υποδεικνύεις τα προβλήματα της κερδοφορίας ως την απώτερη αιτία της κρίσης δεν έχει ως προϋπόθεση το να αγνοείς τον αποσταθεροποιητικό ρόλο των χρηματοπιστωτικών αγορών, όπως προτείνουν κάποιες κριτικές-καρικατούρες της ερμηνείας αυτής.

Ο ίδιος ο Μαρξ στον τρίτο τόμου του Κεφαλαίου συνδέει στενά την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους με τις διακυμάνσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών, των οποίων οι φούσκες χρησιμεύουν για να επιτρέψουν στη διαδικασία της συσσώρευσης κεφαλαίου να ξεπεράσει προσωρινά τα όριά της. Γράφει: «Η λεγόμενη πληθώρα του κεφαλαίου αναφέρεται βασικά πάντα στην πληθώρα εκείνη του κεφαλαίου, για το οποίο η πτώση του ποσοστού κέρδους δεν ισοσταθμίζεται από τη μάζα του»-με άλλα λόγια, η μειωμένη κερδοφορία δημιουργεί μια κατάσταση όπου υπάρχει πάρα πολύ κεφάλαιο σχετικό με τον όγκο της υπεραξίας που αποσπάστηκε από τους εργάτες. 15

Η ιδέα ότι οι κρίσεις αποτυπώνουν μια πληθώρα κεφαλαίων αναπτύχθηκε από τη λεγόμενη τραπεζική σχολή των Βρετανών πολιτικών οικονομολόγων στις αρχές του 19ου αιώνα, επικριτές της ποσοτικής θεωρίας τους χρήματος που αποτελεί ακόμα μια υπόθεση που βρίσκεται στον πυρήνα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας. Ένας από αυτούς, ο Τζον Φάλαρτον υποστήριξε ότι η προέλευση των κρίσεων έγκειται στο γεγονός ότι «το μέγεθος του κεφαλαίου που αναζητά παραγωγική επένδυση συσσωρεύεται σε συνηθισμένους καιρούς με ταχύτητα δυσανάλογα μεγαλύτερη από την αύξηση των μέσων που το θέτουν σε κίνηση επωφελώς» Ως εκ τούτου, το πλεονάζoν κεφάλαιο κατασπαταλιέται σε όλο και πιο κερδοσκοπικές επενδύσεις, που οδηγούν σε φούσκες, πανικούς και χρεωκοπίες. Καταλήγει, σε ένα χωρίο στο οποίο παραπέμπει ο Μαρξ:

Από τα πιο πρόσφατα γεγονότα, πράγματι, θα μπορούσε κανείς να μπει στον πειρασμό να αναμένει, ότι μια περιοδική καταστροφή του κεφαλαίου έχει γίνει μια απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε επιτόκιο της αγοράς. Και, εξετάζοντάς τις από αυτό το πρίσμα, αυτές οι φρικτές παρουσίες, τις οποίες είμαστε συνηθισμένοι να περιμένουμε με τόσο μεγάλη ανησυχία και φόβο και τις οποίες είμαστε τόσο ανυπόμονοι να αποτρέψουμε, μπορεί να μην είναι τίποτα άλλο από τη φυσική και απαραίτητη διόρθωση ενός υπερμεγέθους και παραφουσκωμένου πλούτου, η θεραπευτική δύναμη με την οποία το κοινωνικό μας σύστημα, όπως συνιστάται στην παρούσα στιγμή, είναι σε θέση να ανακουφιστεί από καιρό σε καιρό από μία επανεμφανιζόμενη πληθώρα που απειλεί την ύπαρξή του και την επαναφορά του σε μία σταθερή και υγιή κατάσταση.

Η διάγνωση του Fullarton μοιάζει με την ανάλυση που αναπτύχθηκε από τον FA von Hayek κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, η οποία υποστήριξε ήταν αποτέλεσμα της υπερεπενδύσης που κατέστη δυνατή από την εύκολη πίστωση. 17 Οι σύγχρονοι οπαδοί του Hayek επικρίνουν τις διασώσεις των τραπεζών και τα φορολογικά κίνητρα, επειδή εμπόδισαν την εκκαθάριση των μη κερδοφόρων κεφαλαίων που χρειαζόταν για την αποκατάσταση της υγείας του συστήματος. Με άλλα λόγια, η κρατική παρέμβαση έχει εμποδίσει τη μεγάλης κλίμακας καταστροφή κεφαλαίων που θα υπερκέραζε τα προβλήματα της υπερσυσσώρευσης και κερδοφορίας που δημιούργησαν αρχικά την κρίση. Πράγματι, οι καπιταλιστές δεν επενδύουν τα επιπλέον κέρδη που ήταν σε θέση να αποσπάσουν από τους εργαζόμενους στην αρχή της ύφεσης το 2008-9, προσθέτοντας έτσι επιπλέον προβλήματα. Τον Μάρτιο, η στήλη Lex τωνΦαϊνάνσιαλ Τάιμς ανέφερε: «Τέσσερα χρόνια μετά την οικονομική κρίση, οι εταιρείες σε παγκόσμιο επίπεδο ξεχειλίζουν από μετρητά: 1,7 τρις $ οι αμερικανικές εταιρείες,  2 τρις € στην ευρωζώνη, και  750 τρις £ στο Ηνωμένο Βασίλειο». 18

Το πρόβλημα με το να αφήσεις το σύστημα να διορθώσει τον εαυτό του μέσω της καταστροφής κεφαλαίων είναι, όπως ο Κέινς τόνισε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, ότι το αποτέλεσμα μπορεί να είναι, όπως ήταν τότε, βαθιά και παρατεταμένη ύφεση. Ο Πολ Κρούγκμαν έχει σηκώσει τη σημαία του Κέινς, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ βρίσκονται σε μία νέα ύφεση που επιδεινώνεται από τη λιτότητα. 19 Οι επικρίσεις του για τους υποστηρικτές της λιτότητας είναι άκρως αποτελεσματικές, αλλά ο Κρούγκμαν παρουσιάζει την υπέρβαση της κρίσης ως κάτι τόσο απλό όσο το άνοιγμα ενός διακόπτη, μέσω της αύξησης του κρατικού δανεισμού και των δαπανών για την τόνωση της πραγματικής ζήτησης. Μια τέτοια οπτική αγνοεί τα πολύ βαθύτερα προβλήματα στη διαδικασία συσσώρευσης, και, ιδίως, όπως επισημαίνει ο Ρόμπερτς, αυτή της κερδοφορίας:

«Ακόμα κι αν τα εταιρικά κέρδη έχουν ανακάμψει στις ΗΠΑ από το κατώτατο σημείο τους στα μέσα του-2009, το ποσοστό του κέρδους είναι ακόμα κάτω από την πιο πρόσφατη κορυφή του 2005 και τη «νεοφιλελεύθερη» κορυφή του το 1997. Έτσι, οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να σωρεύουν τα μετρητά τους και η αύξηση των επιχειρηματικών επενδύσεων είναι πολύ αδύναμη για να αποκατασταθεί η απασχόληση και τα εισοδήματα στα προ της κρίσης επίπεδα". 20

Ο καπιταλισμός ως εκ τούτου θα παραμείνει στο δομικό δίλημμα: η μεγάλης κλίμακας καταστροφή κεφαλαίων απειλεί μια πολύ βαθύτερη ύφεση, χωρίς την καταστροφή αυτή όμως η κρίση της κερδοφορίας θα συνεχιστεί. Η αναποτελεσματική στάση των δυτικών οικονομικών και πολιτικών ελίτ είναι τελικά μια έκφραση αυτού του διλλήματος. Στην ευρωζώνη-την πιο επικίνδυνη σήμερα αρένα της κρίσης-δεν υπάρχει απολύτως κανένα σημάδι οποιασδήποτε επίλυσής της.

Η δεύτερη έλευση της Ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής αριστεράς

Ένας λόγος για τον οποίο η κρίση της ευρωζώνης απειλεί να γίνει ανεξέλεγκτη δεν έχει καμία άμεση σχέση με τις εν λόγω δομικές αντιφάσεις. Πολύ απλά, η λιτότητα παράγει όλο και πιο ισχυρή πολιτική αντίδραση. Αυτό έγινε ορατό στα τέλη της άνοιξης και στις αρχές του καλοκαιριού του 2012, με μια σειρά από πολιτικές αναταραχές. Οι πιο προφανείς ήταν η νίκη του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS) στις γαλλικές προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, και τα θεαματικά άλματα που σημειώθηκαν από το ΣΥΡΙΖΑ στις ελληνικές βουλευτικές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου 2012. Αλλά υπήρξαν και άλλα σημαντικά πολιτικά γεγονότα-για παράδειγμα, η κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού στην Ολλανδία, που οδήγησαν σε νέες εκλογές το Σεπτέμβριο.
Το ίδιο μοτίβο εμφανίζεται σε όλες αυτές τις περιπτώσεις: το κέντρο συμπιέζεται και υπάρχει περαιτέρω πόλωση προς τα δεξιά και αριστερά. Η πιο εντυπωσιακή περίπτωση του συμπιεζόμενου κέντρου έρχεται από την Ελλάδα, όπου τα κύρια κόμματα του ελληνικού καπιταλισμού της προηγούμενης γενιάς-Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ -τιμωρήθηκαν για το ρόλο τους στην εφαρμογή του μνημονίου με τη μείωση της δύναμής τους στο ένα τρίτο στις εκλογές της 6ης Μαΐου. Το άθροισμα των ποσοστών τους ανήλθε σε περίπου 42% στις επόμενες εκλογές στις 17 Ιουνίου, παραμένοντας μειοψηφία του εκλογικού σώματος, ενώ το ποσοστό της ριζοσπαστικής αριστεράς ήταν ένα εκπληκτικό 32%. Το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, σχεδόν 27% δε μπορεί να συγκριθεί με τίποτα άλλο παρά με το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα όταν ήταν στο απόγειο της δύναμής του στη δεκαετία του 1970.

Έτσι βλέπουμε εδώ, επίσης, την πόλωση σε εξέλιξη: η αντίδραση κατά της λιτότητας ευνοεί κόμματα της ριζοσπαστικής αριστεράς και της άκρας δεξιάς, το Μέτωπο της Αριστεράς και το Εθνικό Μέτωπο (ΕΜ) στην Γαλλία, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα , το Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Κόμμα PVV Geert Wilders για την Ελευθερία στην Ολλανδία. Αλλού σε αυτό το τεύχος, ο Jim Wolfreys αναλύει τις γαλλικές εκλογές. Τονίζει πως η λαϊκιστική ρατσιστική πολιτική του Νικολά Σαρκοζί συνέβαλε στη δημιουργία ενός πολύ ευρύτερου χώρου στον οποίο μπορεί να λειτουργήσει το ΕΜ, υπό την ηγεσία της Μαρί Λεπέν. Ιδιαίτερα υπό το πρίσμα των υψηλών ποσοστών του ΕΝ στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, αυτή είναι μια απειλητική εξέλιξη. Η εικόνα είναι πολύ άσχημη και αλλού. Η Χρυσή Αυγή, μια ανοιχτά ναζιστική παραστρατιωτική οργάνωση, κατάφερε με την αξιοποίηση του ρατσισμού και της λαϊκής απέχθειας για τα μηνομονιακά κόμματα, να κερδίσει 7% των ψήφων και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, σε μια χώρα όπου το ένα δέκατο του πληθυσμού έχασε τη ζωή του κάτω από τη γερμανική κατοχή το 1941-4. Ο Ουάιλντερς τράβηξε το χαλί κάτω από τον ολλανδικό συνασπισμό προκειμένου να κερδίσει ευρύτερη υποστήριξη για τη δικό του ξεχωριστό στίγμα αυταρχικής νεοφιλελεύθερης ισλαμοφοβίας. 21

Δυστυχώς, η ανάπτυξη της άκρας δεξιάς είναι ένα γνώριμο χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Πράγματι, αυτό ενθαρρύνει μια στερεότυπη αντίληψη στην οποία η ιστορία επαναλαμβάνεται μηχανικά, με την οικονομική ύφεση να ευνοεί το θρίαμβο του φασισμού. Βέβαια, στην πραγματικότητα, η δεκαετία του 1930 είδε τεράστιες ταξικές μάχες, ιδιαίτερα το 1934-6: ήταν η ήττα, κυρίως χάρη στην πολιτική του Λαϊκού Μετώπου της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που έκανε δυνατό το θρίαμβο του φασισμού σε όλη την ήπειρο.

Ομοίως, αυτό που βλέπουμε στην Ευρώπη είναι μια διαδικασία κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης, στην οποία η κρίση και η λιτότητα προωθούν τη συλλογική αντίσταση και την πολιτική ριζοσπαστικοποίηση καθώς και την ανάπτυξη της φασιστικής και λαϊκιστικής δεξιάς. Η επανεμφάνιση της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι πράγματι το νέο χαρακτηριστικό της κατάστασης, και ως εκ τούτου απαιτεί ειδικότερη και εστιασμένη προσοχή. Επαν-εμφάνιση: Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και τα μέσα της δεκαετίας του 2000, μια σειρά σχηματισμών της ριζοσπαστικής αριστεράς εμφανίστηκε στην Ευρώπη για να αμφισβητήσει τον σοσιαλφιλελευθερισμό του κυρίου ρεύματος της σοσιαλδημοκρατίας. Αλλά, καθώς τα κινήματα ενάντια στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας άρχισαν να υποχωρούν γύρω στο 2005, σε πολλούς από αυτούς τους σχηματισμούς υπήρξαν οπισθοδρομήσεις, αρκετά συχνά προερχόμενες από αυτοτραυματισμούς. 22

Τώρα φαίνεται να βρίσκονται σε ένα δεύτερο κύμα ανόδου. Η διαδικασία αυτή όμως που δεν είναι ομοιόμορφη. Το Die Linke, το οποίο τα τελευταία χρόνια είχε πιθανώς το μεγαλύτερο κύρος από τα κόμματα της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ευρώπη, υπέστη σοβαρό πλήγμα στις εκλογές τις Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας στο τέλος του Μαΐου, όταν έχασε όλες τις έδρες του. Η Κομμουνιστική Επανίδρυση έχει καταντήσει μια περιθωριακή δύναμη στην Ιταλία από την καταστροφική συμμετοχή της στην κεντροαριστερή κυβέρνηση του 2004-6. Δύο άλλοι από τους παλαιότερους σχηματισμούς, το Μπλόκο της Αριστεράς στην Πορτογαλία και η Κοκκινοπράσινη Συμμαχία στη Δανία, είναι λίγο πολύ ακόμα παίκτες στο παιχνίδι, αν και το Μπλόκο της Αριστεράς είδε την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση να μειώνεται κατά το ήμισυ στις εκλογές του περασμένου έτους. Και, στη Βρετανία, η εκπληκτική εκλογική νίκη του Τζορτζ Γκάλοουεϊ στο Μπράντφορντ Ουέστ στα τέλη του Μαρτίου επανέφερε το Respect στο παιχνίδι με ένα εκκωφαντικό τρόπο.

Οι νέοι οδηγοί της κούρσας, το Μέτωπο της Αριστεράς και ο ΣΥΡΙΖΑ-ακολουθούν το γενικό μοτίβο. Είναι και οι δύο συνασπισμοί δυνάμεων των οποίων οι συνιστώσες έχουν τις ρίζες τους στις πολύπλοκες ιστορίες της αριστεράς των χωρών τους. Το Μέτωπο της Αριστεράς είναι ένωση του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCF), με το κόμμα της Αριστεράς του Μελανσό και μίας αριστερής πτέρυγας αποσχισθείσα από το PS, καθώς και μια ποικιλία ακροαριστερών γκρουπούσκουλων και ακτιβιστών κοινωνικών κινημάτων. Κυρίαρχη δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο Συνασπισμός, ένα κόμμα που συγκεντρώνει τα περισσότερα από τα διάφορα στοιχεία της ευρωκομμουνιστικής παράδοσης στην Ελλάδα, αλλά οι σύμμαχοί του περιλαμβάνουν μια ποικιλία από ακροαριστερές οργανώσεις μαοϊκής και τροτσκιστικής παράδοσης.

Είναι δυνατόν να επιχειρήσουμε μία γενίκευση για την πολιτική αυτών των σχηματισμών; Έχω προσπαθήσει ήδη να το κάνω αυτό:

Με κάποια δόση υπεραπλούστευσης είναι η μία ή η άλλη μορφή αριστερού ρεφορμισμού ... Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι τα αριστερά ρεφορμιστικά κόμματα πρωτοστατούν στον αγώνα ενάντια στη λιτότητα. Γεμίζουν το χώρο που άφησε η σοσιαλδημοκρατία με τη δεξιά στροφή της. Κόμματα όπως οι Εργατικοί ή οι Γάλλοι Σοσιαλιστές ονομάζονται τώρα «σοσιαλφιλελεύθερα» επειδή ενστερνίζονται το νεοφιλελευθερισμό.

Προσωπικότητες όπως ο Μελανσό, ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας και, σε αυτή τη χώρα, ο Τζορτζ Γκάλοουεϊ είναι σε θέση να προσεγγίσουν τους παραδοσιακούς σοσιαλδημοκράτες ψηφοφόρους διατυπώνοντας την οργή τους σε μια οικεία ρεφορμιστική γλώσσα. Οι Εντ Μίλιμπαντ και Φρανσουά Ολάν προσπαθούν να επαναρρυθμίσουν τη ρητορική των κομμάτων τους έτσι ώστε να προσεγγίσουν το θυμό αυτό, αλλά η απροθυμία τους να σπάσουν με το σοσιαλφιλελευθερισμό αφήνει ένα μεγάλο χώρο στα αριστερά τους. 23

Αυτός ο χαρακτηρισμός έχει δεχθεί κάποια κριτική για την αποτυχία του να συλλάβει την καινοτομία αυτών των σχηματισμών και το ρόλο που διαδραματίζει η επαναστατική αριστερά στο εσωτερικό τους. Πίσω από αυτές τις αντιρρήσεις μπορεί να υπάρχει μια βαθύτερη αδυναμία κατανόησης της φύσης του ρεφορμισμού. Είναι πλέον κοινοτοπία της άκρας αριστεράς να ταυτοποιεί το ρεφορμισμό με τα κύρια σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και να υποστηρίζει ότι η συνθηκολόγησή τους με το νεοφιλελευθερισμό αντικατοπτρίζει την μετάλλαξή τους σε καθαρά αστικά κόμματα που δεν έχουν καμία σύνδεση με το εργατικό κίνημα. Αυτό είναι ένα διπλό λάθος.

Κατ 'αρχάς, ο ρεφορμισμός δεν μπορεί να εξισωθεί με ένα συγκεκριμένο σύνολο των πολιτικών κομμάτων. Προκύπτει από μια δομική τάση των αγώνων των εργαζομένων να αυτοπεριορίζονται σε αγώνες για βελτιώσεις στο υπάρχον σύστημα. Στη συνέχεια, η τάση αυτή ενισχύει τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, με άλλα λόγια, σε ένα συγκεκριμένο στρώμα επαγγελματιών συνδικαλιστών των οποίων η λειτουργία είναι να διαπραγματεύονται τους όρους μιας, λιγότερο η περισσότερο, απρόθυμης προσαρμογής στον καπιταλισμό. Η επιρροή τους στο εργατικό κίνημα ενισχύει την τάση της οικονομικής ταξικής πάλης να αυτοπεριορίζεται. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αναδείχθηκαν ως η πολιτική έκφραση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Αλλά η υποκείμενη τάση μπορεί να υπάρχει σε περίπτωση απουσίας των εν λόγω κομμάτων: το γεγονός ότι οι Δημοκρατικοί είναι τόσο ανοιχτά ένα καπιταλιστικό κόμμα, όσο και οι Ρεπουμπλικανοί δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ρεφορμισμός στις ΗΠΑ, και, αρκετά προβλέψιμα, προνομιακός του χώρος είναι η εργατική γραφειοκρατία όπως δείχνουν οι εμπειρίες του Occupy Wall Street (βλ. άρθρο Jen Roesch είναι αλλού σε αυτό το θέμα) και οι ήττες στο Ουισκόνσιν.

Δεύτερον, τα σοσιαλφιλελεύθερα κόμματα δεν έχουν κόψει ακόμα τους δεσμούς τους με το εργατικό κίνημα. Αυτοί οι δεσμοί μποροεί να έχουν αποδυναμωθεί καθώς το PS, το Νέο Εργατικό Κόμμα και τα αντίστοιχα κόμματα έχουν στρογγυλοκαθίσει στην αστική πολιτική σφαίρα και όλο και περισσότερο κυριαρχούνται από τα αστικά μέσα ενημέρωσης και χρηματοδότησης, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν, επιτρέποντας σε αυτά τα κόμματα να στρίψουν προς τα αριστερά για να ανοικοδομήσουν τη λαϊκή τους βάση. Εξ ου και η ικανότητα του διεφθαρμένου και προφανώς ετοιμοθάνατου ΣΚ να νικήσει το Σαρκοζί και να κερδίσει την πλειοψηφία στις προεδρικές και βουλευτικές εκλγοές για πρώτη φορά από το 1988. Ως εκ τούτου, και η νίκη του γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (ΣΚΓ) σε συμμαχία με τους Πράσινους στις εκλογές Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, που μερικά χρόνια πριν ήταν κάτω από τη βαριά πίεση του Die Linke.

Όμως, όπως προαναφέρθηκε, οι σοσιαλδημοκρατικές αναβιώσεις δεν είναι απαραίτητο να συμπιέζουν την ριζοσπαστική αριστερά. Η ανάπτυξη του σοσιαλφιλελευθερισμού είναι ζωτικής σημασίας για την ικανότητα των νέων κομμάτων να προσελκύσουν ψηφοφόρους της εργατικής τάξης, ψηφοφόρους απογητευμένους από την προδοσία των παραδόσεών τους. Σε πολλές περιπτώσεις, οι ηγέτες της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι απολύτως σαφείς για το τι κάνουν. Ο Γκάλουεϊ έπληξε με τεράστια ήττα το Εργατικό Κόμμα υπό την ηγεσία του Εντ Μίλιμπαντ, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον πραγματικό εκπρόσωπο των Εργατικών. Ο Όσκαρ Λαφοντέν, η πιο δυναμική φιγούρα στο Die Linke, υπήρξε απολύτως σαφής ότι το σχέδιό του είναι να ξαναχτίσει τη γερμανική σοσιαλδημοκρατία σε μια πιο αριστερή βάση, με στόχο τελικά να υποχρεώσει το SPD σε συνεργασία με τους όρους του Die Linke. Ο Μελανσό έχει διαμορφώσει τη δική του στρατηγική βασιζόμενος ρητά σε εκείνη του Die Linke. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύ λιγότερο πρόθυμος να συμμετάσχει σε συνασπισμό υπό την ηγεσία του ΣΚ από το ΚΚΓ, του οποίου η κοινοβουλευτική και δημοτική εκπροσώπηση είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από την υποστήριξη του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αλλά αυτό συμβαίνει επειδή ο Μελανσό παίζει ένα παιχνίδι μεγαλύτερης διάρκειας από ότι είναι σε θέση να παίξουν οι αργυρώνητοι απαράτσικ του γαλλικού κομμουνισμού-και όχι επειδή έχει αποκηρύξει το ρεφορμισμό.

Αλλά τα νέα ριζοσπαστικά αριστερά κόμματα δεν επαναλαμβάνουν μηχανικά το σχέδιο μέσω του οποίου αναπτύχθηκε η κλασική σοσιαλδημοκρατία. Δεν έχουν την πολυτέλεια της σταδιακής, οργανικής συσσώρευσης δυνάμεων που απολαμβάναν οι Εργατικοί ή το ΣΚΓ στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα. Η σχέση τους με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία ποικίλλει σημαντικά. Και οι οργανωμένοι επαναστατες είναι συχνά σε θέση να βρουν χώρο για να λειτουργήσουν, μερικές φορές ακόμη και να βοηθήσουν στη θεμελίωση των νέων σχηματισμών. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει μια ρευστή κατάσταση στην οποία ρεφορμιστές πολιτικοί θεωρούν ότι είναι μερικές φορές προς το συμφέρον τους να συμμαχήσουν με την άκρα αριστερά. Έτσι ο Λαφοντέν, κάποτε πρόεδρος του ΣΚΓ και υπουργός Οικονομικών, έχει δώσει τη στήριξή του σε διάφορες περιπτώσεις στην ακροαριστερή τάση του Die Linke Marx21.

Η κατάσταση αυτή δημιουργεί φυσικά το ερώτημα πώς η επαναστατική αριστερά σχετίζεται με τα κόμματα της ριζοσπαστικής αριστεράς. Αυτό έχει προκαλέσει τη μεγαλύτερη συζήτηση στην περίπτωση της Ελλάδας. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απλά ένας από τους άξονες της μεγαλύτερης, αναλογικά, ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ευρώπη. Τα άλλα δύο κύρια σκέλη αντιπροσωπεύονται από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ), ιστορικά την πιο ισχυρή οργανωμένη δύναμη στο εργατικό κίνημα, και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ (το Μέτωπο της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς), ένας συνασπισμός της άκρας αριστεράς με τις ποιο σημαντικές ομάδες της να είναι το Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ) και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ), η ελληνική οργάνωση αδελφή του βρετανικού SWP. Η απόφαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να κατέβει στις εκλογές της 17ης Ιουνίου, μετά από ένα χαμηλό ποσοστό από 1,2% στις 6 Μαΐου, το οποίο καθόλου απρόβλεπτα έπεσε στο 0,33% πέντε εβδομάδες αργότερα, προκάλεσε ένα θόρυβο αποδοκιμασίας. Αυτός υπήρξε ιδιαίτερα έντονος σε εκείνα τα μέρη της μπλογκόσφαιρας που κατοικούνται από στρατηγούς της πολυθρόνας, των οποίων η αυτοπεποίθηση να μιλούν για την Ελλάδα είναι αντιστρόφως ανάλογη από την απόστασή τους από αυτή.

Αυτές οι καταιγίδες σε ένα διαδικτυακό φλυτζάνι τσαγιού αποτελούν μια μικρή έκφραση μίας πολύ μεγαλύτερης και πιο γενναιόδωρης και διεθνιστικής παρόρμησης για να εκφραστεί η αλληλεγγύη προς τον ελληνικό λαό και τον αγώνα κατά της λιτότητας. Μπορούμε να δούμε αυτή την παρόρμηση, για παράδειγμα, σε μια δήλωση υποστήριξης του ΣΥΡΙΖΑ από τέσσερις μεταδομιστές φιλοσόφους τους Ετιέν Μπαλιμπάρ, Γουέντι Μπράουν, Τζούντιθ Μπάτλερ και και Γκαγιάτρι Σπίβακ 24. Μάλλον σε πολλές περιπτώσεις τέτοιου είδους συναισθήματα συνδέονται με την αίσθηση ότι, μετά από χρόνια μιας κρίσης, στα οποία η ριζοσπαστική αριστερά έμοιαζε να είναι μια περιθωριακή δύναμη, τώρα η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει. Ως εκ τούτου, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας και δεν είναι απλώς το κύριο όχημα για τη λαϊκή απόρριψη των κομμάτων του μνημονίου. Έχουν επενδυθεί με τις ελπίδες της αριστεράς διεθνώς. Και αυτό είναι ένα βαρύ φορτίο για κουβάλημα.

Για να εκτιμηθεί σωστά το τι μπορεί να αναμένεται από το ΣΥΡΙΖΑ απαιτεί προσοχή στις ιδιαιτερότητες της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας. Πουθενά αλλού στη Δυτική Ευρώπη οι κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες, δεν έχουν διατηρηθεί για τόσο πολύ καιρό και σε ένα τέτοιο επίπεδο έντασης όσο στην Ελλάδα-ξεκινώντας με την αντίσταση στη γερμανική κατοχή, συνεχίζοντας με τον εμφύλιο πόλεμο του 1946-9 και τα μαζικά κινήματα ενάντια στη μοναρχία στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και του 1960 και τη στρατιωτική δικτατορία του 1967-74, και στη Δημοκρατία που ιδρύθηκε το 1974. 25

Ο ελληνικός καπιταλισμός κατάφερε να πετύχει σχετική σταθερότητα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, υποστηριζόμενος από την είσοδο στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αλλά διακοπτόμενη από συχνές εκρήξεις αγωνιστικότητας των εργατών και των φοιτητών. Ως εκ τούτου, η κυρίαρχη πολιτική δύναμη για τα τελευταία 30 χρόνια ήταν το ΠΑΣΟΚ, του οποίου ηγούνταν μέχρι το θάνατό του το 1996 ο Ανδρέας Παπανδρέου, μία προσωπικότητα επενδεδυμένη με το κύρος του αγώνα κατά της δικτατορίας, του οποίου η ριζοσπαστική ρητορική συγκάλυπτε πολύ πιο συντηρητικές πολιτικές. Οι κυβερνήσεις του έφεραν σημαντικές μεταρρυθμίσεις που μπόρεσαν να αγκαλιάσουν ένα πολύ αγωνιστικό εργατικό κίνημα. Αυτός ο κοινωνικός συμβιβασμός διευκολύνθηκε από τη συσσώρευση εξωτερικού χρέους, πολύ πριν ο ελληνικός καπιταλισμός ενταχθεί στο ευρώ το 2001, και κρατήθηκε στη ζωή από ανακυκλούμενα δάνεια σε πετροδολάρια και ευρωδολάρια.
Το ΠΑΣΟΚ κατάφερε έτσι να κυριαρχήσει στην συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αλλά η θέση του αυτή ήταν συνεχώς υπό αμφισβήτηση από ισχυρές δυνάμεις στα αριστερά του. Το ΚΚΕ έχει διαμορφώσει βαθιά την ευρύτερη ριζοσπαστική αριστερά, τόσο λόγω της ισχυρής βάσης του στους βιομηχανικούς εργάτες και ιδιαίτερα τους μαθητές, και μέσω της ευρύτερης επιρροής του. Πρόκειται για μια βαθιά σταλινική οργάνωση της οποίας η παρανομία μέχρι την πτώση της δικτατορίας την κράτησε σε στενή επαφή με τη Μόσχα. Όπως και με άλλα κομμουνιστικά κόμματα, η ταύτιση με τη Σοβιετική Ένωση, ως προφανής αντίθεση με το δυτικό καπιταλισμό, και ο ρόλος του στην αντίσταση στους Ναζί και τους συνταγματάρχες επέτρεψε στο ΚΚΕ να προσελκύσει πολλούς από τους καλύτερους αγωνιστές της εργατικής τάξης. Αλλού, στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια επήλθε μια σταδιακή αποδυνάμωση των δεσμών με τη Μόσχα, που επέτρεψε σ 'αυτά τα κόμματα, να εξελιχθούν, όλο και περισσότερο, σε εκδοχές της σοσιαλδημοκρατίας. 26

Στην περίπτωση του ΚΚΕ, αυτή η διαδικασία καθυστέρησε από τη μεταπολεμική καταστολή, και στη συνέχεια εν μέρει μπλοκαρίστηκε από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ. Αυτό δεν εμπόδισε την ανάπτυξη ισχυρών οπορτουνιστικών τάσεων στο ΚΚΕ-έφτασε μέχρι και να συμμετέχει σε μια «οικουμενική» κυβέρνηση με τη ΝΔ, το 1989-90. Αλλά η μορφή που πήρε [αυτή η διαδικασία] ήταν ένας ρητορικός υπερμαξιμαλισμός που συγκάλυπτε μία βαθιά επιφυλακτική πρακτική, που ως στόχο είχε να διατηρήσει την εργατική εκλογική βάση του Κόμματος. Οι σεχταριστικές καταγγελίες της υπόλοιπης αριστεράς υπηρέτησαν τη νομιμοποίηση της συγκεκριμένης πρακτικής.

Ο Συνασπισμός, τα κύρια μέρη του οποίου προέρχονται από τα φιλο-ευρωπαϊκά τμήματα του ΚΚΕ, και η εκλογική του συμμαχία, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν δείξει πολύ μικρότερη συνέπεια στις πολιτικές τους θέσεις. Η πολύ ρηχή κοινωνική βάση του Συνασπισμού έχει δώσει πολύ μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών και οι ακροαεριστεροί εταίροι του στο ΣΥΡΙΖΑ του επιτρέπουν να προβάλει μια εικόνα πολύ ριζοσπαστική, όταν αυτό αρμόζει, αν και αυτές οι οργανώσεις έχουν μικρή επίδραση στον καθορισμό της πολιτικής του. Πρόσφατες διασπάσεις του ΣΥΝ προς τα αριστερά ή και στα δεξιά- η αποχώρηση του πρώην προέδρου του Αλέκου Αλαβάνου και αυτό που είναι τώρα η Δημοκρατική Αριστερά, με επικεφαλής τον Φώτη Κουβέλη-μπορεί να έχει παράξει μία εσωτερική σταθερότητα σε μεγαλύτερο βαθμό, αλλά είναι πιθανό ότι η ίδια η πλαστικότητα του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτή που βοήθησε τα ποσοστά του να κάνουν άλμα από 4,6% τον Οκτώβριο του 2009, στο 16,78% στις 6 Μαΐου 2012 και στο εκπληκτικό 26,89% στις 17 Ιουνίου. Με άλλα λόγια, η πολιτική της ασάφειας επιτρέπει στους ανθρώπους να διαβάζουν στο ΣΥΡΙΖΑ, ό,τι θέλουν οι ίδιοι να πιστεύουν. Η ερμηνεία αυτή υποστηρίζεται από το γεγονός ότι για κάποιο χρονικό διάστημα πριν από τις εκλογές του Μαΐου η ΔΗΜΑΡ ήταν αυτή που είχε υψηλέ ποσοστά στις δημοσκοπήσεις.

Αλλά ο πολιτικός σεισμός που αντιπροσωπεύουν οι δύο ελληνικές εκλογικές αναμετρήσεις καθορίζεται από πιο θεμελιώδεις παράγοντες. Πρώτον, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση μιας οικονομικής ύφεσης παρόμοιας με αυτή της δεκαετίας του 1930, που έχει προκαλέσει ανείπωτο ανθρώπινο πόνο. Δεύτερον, όπως είδαμε, η μαζική λαϊκή απόρριψη των παλαιών κομμάτων: το ΠΑΣΟΚ, στην κυβέρνηση είτε μόνο του είτε σε συνασπισμό από το 2009, έχει υποστεί ιδιαίτερα πλήγματα (η ΝΔ, αν και πλήγηκε επίσης, έχει επωφεληθεί από τις προσπάθειες του αρχηγού της, Αντώνη Σαμαρά, να ενώσει την κατακερματισμένη δεξιά ενάντια στην απειλή του ΣΥΡΙΖΑ). Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό είναι οι έντονες ταξικές μάχες που έχει βιώσει η Ελλάδα με αφετηρία την εξέγερση της νεολαίας τον Δεκέμβριο του 2008 - 17 γενικές απεργίες κατά τα τελευταία δύο χρόνια, δημιουργώντας μια ριζοσπαστικοποίηση του αγώνα με καταλήψεις σε χώρους εργασίας, και σκληρούς τοπικούς αγώνες 27

Όλα αυτά έχουν ωθήσει το ΣΥΡΙΖΑ στο προσκήνιο της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Έχασε οριακά από τη ΝΔ στις 17 Ιουνίου, αλλά κανείς δεν αναμένει ότι η συμμαχία του Σαμαρά θα έχει μια εύκολη ζωή. Τι θα κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ αν πετύχει τελικά στο σχηματισμό της κυβέρνησης της αριστεράς για την οποία αγωνίζεται; Μπορούμε να αρχίσουμε να απαντάμε σε αυτό το θέμα ξεκινώντας με την εξέταση του προγράμματός του. Όπως παρουσιάστηκε και από τον κύριο οικονομικό του εκπρόσωπο, το Γιάννη Δραγασάκη (πρώην ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ και υφυπουργός στην οικουμενική κυβέρνηση του 1989-90), περιλαμβάνει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις-για παράδειγμα, η απόρριψη του Μνημονίου, το πάγωμα στις περικοπές δαπανών, συνδέοντας την εξυπηρέτηση του χρέους με την οικονομική ανάπτυξη, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών «υπό δημόσιαο και κοινωνικό έλεγχο», τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και την πάταξη της παραοικονομίας, που επέτρεψε στους πλούσιους να εξάγουν τεράστιες ποσότητες κεφαλαίων. 28

Η γενική κατεύθυνση του προγράμματος αυτού είναι να αμφισβητήσει τη λογική της λιτότητας. Αλλά περιέχει μια θεμελιώδη αντίφαση. Γράφει ο Δραγασάκης:

Δική μας επιλογή δεν είναι η έξοδος από το ευρώ, ούτε όμως μπορούμε να συναινέσουμε στη συνέχιση πολιτικών που δεν εγγυώνται την επιβίωση της κοινωνίας και της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει στον ελληνικό λαό, αλλά και στους λαούς της Ευρώπης, τη μόνη ρεαλιστική διέξοδο, η οποία συνίσταται σε μια νέα έντιμη, δεσμευτική συμφωνία με τους θεσμούς και τους λαούς της ΕΕ η οποία θα μας επιτρέψει να εκπληρώσουμε 3 στόχους.

Ο πρώτος είναι η ανακούφιση του κόσμου που υποφέρει, των θυμάτων της κρίσης. Ο δεύτερος είναι η σταθεροποίηση και η ανάκαμψη. Και ο τρίτος είναι η εφαρμογή ενός προγράμματος ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων και μετασχηματισμών μέσα από τις οποίες μπορεί να υπάρξει η ουσιαστική επανένταξη της χώρας μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας. Και ο τρίτος είναι η εφαρμογή ενός προγράμματος ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων και μετασχηματισμών μέσα από τις οποίες μπορεί να υπάρξει η ουσιαστική επανένταξη της χώρας μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας». 29

Έτσι, οι αλλαγές που επιδιώκει ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει θα είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό ισχύει, ιδίως, στην περίπτωση του κρίσιμου ζητήματος του χρέους, για το οποίο ο Δραγασάκης προτείνει:

Διαγραφή μεγάλου μέρους του συσσωρευμένου χρέους, με ρήτρα εξυπηρέτησης του υπόλοιπου ανάλογα με τους ρυθμούς ανάπτυξης, αναστολή πληρωμής των τόκων μέχρις ότου ανακάμψει η οικονομία. Η εν λόγω ρύθμιση θα επιδιωχθεί στο πλαίσιο μιας κοινής ευρωπαϊκής λύσης για το δημόσιο χρέος όλων των κρατών και, αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, στη βάση διμερών διαπραγματεύσεων».30

Ο ίδιος ο Τσίπρας ήταν σε παρόμοιο πνεύμα, διαβεβαιώνοντας τους αναγνώστες της εφημερίδας Financial Times λίγες μέρες πριν από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου: «Θα κρατήσω την Ελλάδα στo ευρώ». 31 Το πρόβλημα με αυτή την τοποθέτηση είναι προφανές: δεν είναι μόνο ότι ο νεοφιλελευθερισμός είναι δομικό στοιχείο της ευρωζώνης (κυρίως μέσω των ορίων δανεισμού του Δημοσίου και της εξουσίας της ΕΚΤ), αλλά οι κυρίαρχες δυνάμεις στο εσωτερικό της, αντί να υποχωρήσουν στο θέμα της Ελλάδας,  είναι αποφασισμένες να θεσμοποιήσουν τη λιτότητα σε όλη την Ευρώπη. Όπως επισημαίνει ο Παναγιώτης Σωτήρης, ηγετικό στέλεχος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ:

Το αποτέλεσμα είναι ότι η Αριστερά υπόσχεται τη σωτηρία της κοινωνίας και τη ρήξη με τη λιτότητα χωρίς να αντιμετωπίζει τους ίδιους ακριβώς τους μηχανισμούς που οδήγησαν στη σημερινή κοινωνική καταστροφή. Φαινομενικά αυτή η θέση πράγματι δείχνει ρεαλιστική: μια αλλαγή πολιτικής στα πλαίσια της δοσμένης κατάστασης. Όμως, πόσο ρεαλιστικό είναι να υποθέτει κανείς ότι, οι δανειακές χρηματοδοτήσεις και οι ενέσεις ρευστότητας, που εξαρχής δόθηκαν υπό την προϋπόθεση της ακραίας λιτότητας και της «διαρθωτικής προσαρμογής», θα συνεχίσουν να είναι διαθέσιμες εάν εγκαταλειφθούν οι πολιτικές λιτότητας;» 32

Γράφοντας πριν από τις εκλογές του Ιουνίου, ο Κώστας Λαπαβίτσας προέβλεψε:

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει μια ξεκάθαρη επιλογή [μετά τις 17 Ιουνίου]. Θα μπορούσε να εγκαταλείψει την προεκλογική στάση του και να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση που να δεχθεί την πολιτική της τρόικας. Αυτό θα ήταν καταστροφικό για τον ΣΥΡΙΖΑ πολιτικά, αλλά επίσης και για τη χώρα. Η αθέτηση πληρωμών και η έξοδος από το ευρώ δεν θα γινόταν δυνατό να αποφευχθεί τελικά, και ο πολιτικά ωφελημένος θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η φασιστική δεξιά.

Ή ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να αρνηθεί να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση συμβιβασμού και να αναλάβει τις οποιεσδήποτε αναγκαίες πολιτικές δράσεις που απαιτούνται για να υποστηρίξει το πρόγραμμά του. Αν συμβεί αυτό, θα υπάρξει αυξανόμενη ένταση με τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ, και η Ελλάδα θα μπορούσε σύντομα να είναι εκτός της νομισματικής ένωσης. Η Ελλάδα θα πρέπει να μαζέψει τα κομμάτια της, αλλά η Ευρώπη θα έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με την τρέλα μιας νομισματικής ένωσης που απειλεί τη σταθερότητα ολόκληρης της ηπείρου».33

Ο Στάθης Κουβελάκης, ο οποίος μαζί με το Λαπαβίτσα έχει υποστηρίξει έντονα ότι για να ηττηθεί η λιτότητα είναι απαραίτητη η έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη, βλέπει το ΣΥΡΙΖΑ

να εμπλέκεται σε μια παρατεταμένη μάχη που σχεδόν σίγουρα θα τον οδηγήσει σε αποτελέσματα που υπερβαίνουν τους τρέχοντες στόχους που έχει θέσει.

Το γεγονός αυτό θα ταίριαζε με ένα αρκετά οικείο μοτίβο στην ιστορία των διαδικασιών της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής, όπου η δυναμικής της κατάστασης, ενισχυμένη προφανώς από την πίεση της λαϊκής κινητοποίησης, σπρώχνει τους παίκτες (ή τουλάχιστον κάποιους από αυτούς) πέρα από τις αρχικές τους προθέσεις. Αυτό είναι που φοβίζει περισσότερο τις κυρίαρχες δυνάμεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και εξηγεί την υστερική εκστρατεία τους εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και την προοπτική που άνοιξε από την πιθανή του άνοδο στην εξουσία. 34

Η ιδέα φαίνεται να είναι ότι η ίδια η λογική του αγώνα θα οδηγούσε μία κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στη σωστή κατεύθυνση. Αλλά η ιστορία μας έχει διδάξει ότι η λογική αυτή εκφράζεται μέσα από το παιχνίδι των πολιτικών δυνάμεων και ότι δεν είναι καθόλου αναπόφευκτο ότι αυτό το παιχνίδι θα πετύχει, από τη σκοπιά μίας επαναστατικής οπτικής. Έτσι, στο βαθμό που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θα εφάρμοζε μέτρα ενάντια στη λιτότητα θα χρειαζόταν πολύ μεγάλη πίεση από τα κάτω για κρατηθεί στη σωστή τροχιά και να προστατευτεί από τη λυσσαλέα αντίδραση που θα φέρναν αυτά τα μέτρα, όπως σωστά υπονοεί ο Κουβελάκης, από το ελληνικό και το ευρωπαϊκό κεφάλαιο. Αλλά οι αγώνες - ειδικότερα αυτοί που έχουν τόσο υψηλές διακυβεύσεις - δεν συμβαίνουν απλώς: εξαρτώνται από τη συνειδητή διαμεσολάβηση των οργανωμένων πολιτικών φορέων.
Ποια συμπεράσματα προκύπτουν από αυτή την ανάλυση;

Πρώτον, η αναβίωση της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι μια καλοδεχούμενη εξέλιξη που αρχίζει να προσφέρει στην αστική πολιτική σκηνή μια εναλλακτική λύση όχι μόνο στη λιτότητα που απαιτείται από τα κυρίαρχα κόμματα, αλλά και στη λαϊκιστική και φασιστική δεξιά. Αλλά, δεύτερον, τα αριστερά ριζοσπαστικά κόμματα δεν αντιπροσωπεύουν μια εξέλιξη που είναι κατά κάποιο τρόπο εκτός πλαισίου της πολιτικής του εργατικού κινήματος, όπως έχει εξελιχθεί κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων. Μπορεί να μη κληρονομούν την ιστορία ή τις δομές των παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, αλλά επίσης δεν έχουν ξεπεράσει την αντίθεση μεταξύ μεταρρύθμισης και επανάστασης. Αντιπροσωπεύουν ένα συγκεκριμένο είδος του αριστερού ρεφορμισμού, που διαμορφωμένου από την ανάπτυξη του  κοινωνικού φιλελευθερισμού, την αποδυνάμωση του κινήματος της εργατικής τάξης, και μερικές φορές την επιρροή της άκρας αριστεράς που μπορεί να έχουν στο εσωτερικό τους.

Τρίτον, επειδή αυτοί οι σχηματισμοί ανήκουν σε μια παραλλαγή του αριστερού ρεφορμισμού, η πολιτική τροχιά τους είναι απίθανο να αντικατοπτρίζει απλώς το παραλληλόγραμμο των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Όσο πιο επιτυχημένοι γίνονται, τόσο μεγαλύτερη είναι η πίεση πάνω τους για να δράσουν, όπως σημειώνει ο Σωτήρης, "ρεαλιστικά", δηλαδή ως υπεύθυνοι διαχειριστές του καπιταλισμού. Ως εκ τούτου, όταν Τσίπρας γράφει στους Financial Times ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο πολιτικό κίνημα στην Ελλάδα σήμερα, που μπορεί να προσφέρει οικονομική, κοινωνική και πολιτική σταθερότητα για τη χώρα μας», αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο ως αποστροφή: αντικατοπτρίζει τη λογική της ανάληψης  της διακυβέρνησης ενός καπιταλιστικού κράτους. 35 Φυσικά, η ταξική πόλωση μπορεί να φτάσει σε ένα σημείο όπου μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση βρίσκει τον εαυτό της σε ευθεία αντίθεση με το κεφάλαιο, όπως βρέθηκε η κυβέρνηση Λαϊκή Ενότητας υπό τον Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Αλλά αυτό το παράδειγμα-και ιδίως ο τρόπος με τον οποίο η Λαϊκή Ενότητα προσπάθησε να συγκρατήσει την αυτο-οργάνωση των εργαζομένων και της βάσης του στρατού κατά τους μήνες πριν από το πραξικόπημα του Σεπτεμβρίου του 1973- υπογραμμίζει πόσο ανόητο θα ήταν να υποθέσουμε ότι ΣΥΡΙΖΑ θα πάρει αυτόματα το σωστό δρόμο. 36
Τέταρτον, είναι επομένως απαραίτητο για τους επαναστάτες σοσιαλιστές, οι οποίοι κατανοούν την αναγκαιότητα μιας αποφασιστικής αντιπαράθεσης μεταξύ του εργατικού κινήματος και του κεφαλαίου, να οργανώθουν ανεξάρτητα. Αυτό δεν είναι το ίδιο με μια πολιτική αφηρημένης σεχταριστικής καταγγελίας της αναπόφευκτης προδοσίας των ρεφορμιστών. Είναι απλώς μια αναγνώριση της σκληρής πραγματικότητας της ταξικής πάλης να επιμένουμε στο ότι οι επαναστάτες πρέπει να οργανωθούμε για να συμβάλουμε στην αντιμετώπιση της τεράστιας πίεσης, που το κεφάλαιο μπορεί να ασκήσει σε ρεφορμιστικά κόμματα και κυβερνήσεις. Είναι αποφασιστικής σημασίας, ωστόσο,να το κάνουν με τρόπο που δεν τους απομονώνει από τα κινήματα που έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται γύρω από τα ριζοσπαστικά αριστερά κόμματα. Αντίθετα, οι επαναστάτες πρέπει να ταυτίζονται έντονα με αυτά τα κινήματα και να δουλεύουν για την επιτυχία τους.
Το τι σημαίνει αυτό, εν'τέλει, στην καθημερινή οργανωτική πρακτική ποικίλλει σε μέγιστο βαθμό, και εξαρτάται από τις τοπικές συνθήκες, από την κατάσταση της ταξικής πάλης, τη φύση των σχηματισμών της ριζοσπαστικής αριστεράς, και το ρίζωμα και την κοινωνική δύναμη της άκρας αριστεράς. Μερικές φορές αυτό μπορεί να σημαίνει ότι οι επαναστάτες μπορεί να είναι ένα οργανικό μέρος αυτών των σχηματισμών: οι ακτιβιστές της marx21 στη Γερμανία βοήθησαν στην ίδρυση του Die Linke και παίζουν ρόλο στην ηγεσία του. Μερικές φορές αυτός ο τύπος προσέγγισης δεν λειτουργεί και πάρα πολύ καλά, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση του SWP και του Respect στη Βρετανία. Η πρόκληση σε τέτοιου είδους υποθέσεις δεν είναι η παραίτηση αλλά η εύρεση ενός νέου τρόπου παραγωγικής συνεργασίας. Μερικές φορές, αυτό σημαίνει ότι έχει περισσότερο νόημα για τους επαναστάτες να οργανώνονται αυτόνομα. Στη Γαλλία, η επιρροή που θα μπορούσαν να έχουν έχει μειωθεί σημαντικά από την παράλυση και τη μερική διάλυση του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος, κατάσταση που είναι, τουλάχιστον κατά ένα μέρος της, αποτέλεσμα της αποτυχίας του κόμματος, την περίοδο που είχε τη μεγαλύτερη δύναμη, την περίοδο της εκκίνησής του το 2009, να εμπλακεί ενεργά με το Μέτωπο της Αριστεράς και να αναγκάσει τον Μελανσό και το ΚΚΓ να ανταποκριθεί στις πρωτoβουλίες για ενότητα, αντί να υπερφαλαγγιστεί και εν'τέλει να περιθωριοποιηθεί. 37

Τι γίνεται με την Ελλάδα; Οι οργανώσεις που αποτελούν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν φέρει κοντά ακτιβιστές οι οποίοι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο τόσο στο εργατικό όσο και στο φοιτητικό κίνημα. Η συνεύερεσή τους αυτή έχει αυξήσει σε μεγάλο βαθμό την ικανότητά τους να επηρεάζουν τους εκρηκτικούς κοινωνικούς αγώνες που έχουν αναπτυχθει τα τελευταία χρόνια. Η άποψη των οργανώσεων αυτών είναι ότι, αν ανταυτού εισέρχονταν στο ΣΥΡΙΖΑ, θα περιοριζόταν σε μεγάλο βαθμό η ικανότητά τους για ανεξάρτητη δράση. Η συμμετοχή στις εκλογές είναι μια ευκαιρία να παρουσιαστεί μια πιο συνεκτική εναλλακτική λύση από ό, τι το πρόγραμμα που προσέφεραν οι Τσίπρας και Δραγασάκης-ένα πρόγραμμα (το οποίο στην πραγματικότητα μοιάζει πολύ με αυτό που προβάλλει ο Κουβελάκης και Λαπαβίτσας, που τώρα υποστηρίζουν το ΣΥΡΙΖΑ) γύρω από την παύση πληρωμών από τα κάτω, την εθνικοποίηση των τραπεζών, καθώς και την έξοδο από την ευρωζώνη. 38 Όμως, αυτή η πολιτική διαφοροποίηση πηγαίνει μαζί με την άσκηση της πολιτικής του ενιαίου μετώπου, με τους αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μάχονται πλάι πλάι με εκείνους του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ (το οποίο, αν και εκλογικά πιέζεται, παραμένει μια πολύ ισχυρή δύναμη στους αγώνες). Πρόκειται για μια συνεκτική και ρεαλιστική προσέγγιση. Μπορεί, βεβαίως, να αποδειχθεί λάθος. Οι επαναστάτες, όντας άνθρωποι, κάνουν πολλά λάθη. Αλλά η δογματική βεβαιότητα με την οποία [αυτή η προσέγγιση] καταγγέλλεται από πολλές πλευρές, για να είμαι ειλικρινής, είναι γελοία.
Η ένταση των συζητήσεων για την Ελλάδα, ωστόσο, υπογραμμίζει ότι έχουμε εισέλθει σε μια νέα φάση της κρίσης. Μέχρι τους τελευταίους μήνες η κατάσταση κυριαρχούνταν από το αργό, ανελέητο ξεδίπλωμα της οικονομικής λογικής της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της ύφεσης. Τώρα, με την αντίδραση να αναπτύσεται γύρω από την άκρα δεξιά και τη ριζοσπαστική αριστερά, η πολιτική της κρίσης ανοίγει νέους ορίζοντες. Αυτό ενέχει μεγάλους κινδύνους, αλλά δημιουργεί επίσης μεγάλες ελπίδες, όπως μπορούμε να δούμε πιο καθαρά στην Ελλάδα. Αναπτύσσονται καταστάσεις στις οποίες η αντικαπιταλιστική αριστερά μπορεί να έχει πραγματική επιρροή στα γεγονότα. Οι επιλογές που κάνουν μπορούν να έχουν επιρροή, γι'αυτό και είναι σημαντικό να είναι σαφείς σχετικά με το τι αυτές συνεπάγονται.

Αίγυπτος: η επανάσταση σε κίνδυνο

Οι αραβικές επαναστάσεις έχουν φτάσει σε ένα κρίσιμο στάδιο. Όσον αφορά τη Συρία, αυτό είναι σαφές όπως υποστήριζει ο Jonathan Maunder αλλού σε αυτό το τεύχος. Το ίδιο όμως ισχύει και για την Αίγυπτο. Το συγκεκριμένο άρθρο μπαίνει στο πιεστήριο μόλις λίγες ημέρες μετά τον τελικό γύρο των προεδρικών εκλογών στην Αίγυπτο, στις οποίες ο Mohamed Morsi του κόμματος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας της Ελευθερίας και Δικαιοσύνης ισχυρίζεται ότι έχει κερδίσει. Είναι πλέον σαφές ότι η απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου των Ενόπλων Δυνάμεων (SCAF), επιχειρεί αυτό που ευρέως περιγράφεται ως «βελούδινο πραξικόπημα». Αυτό ξεκίνησε όταν διασφαλίστηκε ότι ο Ahmed Shafiq, τελευταίος πρωθυπουργός του Χόσνι Μουμπάρακ, θα ήταν υποψήφιος για την προεδρία της Αιγύπτου. Αλλά ενισχύθηκε δραματικά στις 14 Ιουνίου, όταν το Συνταγματικό Δικαστήριο διέλυσε το κοινοβούλιο που εκλέχτηκε τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του περασμένου έτους. Το SCAF ακολούθησε τρεις ημέρες αργότερα με μια «συνταγματική δήλωση» παίρνοντας πίσω από το κοινοβούλιο την εξουσία να νομοθετεί και να ελέγχει τον προϋπολογισμό, που του είχε παραχωρηθεί τον Ιανουάριο, και αποκτώντας δικαίωμα άσκησης βέτο σε ένα νέο σύνταγμα.
Ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στα τέλη του Μαΐου αποκάλυψε τόσο τα δυνατά όσο και τα αδύναμα σημεία του αιγυπτιακού επαναστατικού κινήματος. Τα δυνατά σημεία: Μια τεράστια εκστρατεία από τον Hamdeen Sabbahi, ηγέτη του αριστερού κόμματος Nasserist Karama, το οποίο αρθρώνει δυναμικά τις απαιτήσεις των επαναστατών και του εργατικού κινήματος, που απέτυχε οριακά να βγει μπροστά από τον Shafiq και να πάει στο δεύτερο γύρο με τον Morsi.
Ο Sabbahi κατέλαβε την πρώτη θέση στο Κάιρο και την Αλεξάνδρεια. Η επίδοσή του, σε συνδυασμό με εκείνη του μετριοπαθούς ισλαμιστή Abdel-Moneim Αμπούλ Fotouh, οδήγησε τον Hani Shukrallah στο συμπέρασμα: «Για πρώτη φορά στην ιστορία μας, μπορούμε με αρκετή εμπιστοσύνη να πούμε ότι ενώ το ένα τέταρτο από εμάς θέλει την Αδελφότητα και άλλο ένα τέταρτο θέλει την αποκατάσταση, σχεδόν οι μισοί από εμάς θέλουν την υλοποίηση της επανάστασης. Καθόλου άσχημη θέση από την οποία μπορεί να ξεκινήσει η έναρξη μιας επαναστατικής διαδικασίας». 39 Οι μαζικές κινητοποιήσεις που ακολούθησαν την ήπια μεταχείριση του Μουμπάρακ και των αξιωματούχων του στη δίκη για την καταστολή που εξαπέλυσε στην εξέγερση της 25ης Ιανουαρίου 2011 ήταν άλλο ένα σημάδι της διαρκούς δύναμη της επανάστασης.

Οι αδυναμίες: Η επαναστατική ψήφος διασπάστηκε μεταξύ Sabbahi και Αμπούλ-Fotouh. Επιπλέον, δεν υπήρχε παρουσία για να οδηγηθεί η καμπάνια του Sabbahi από την οργανωμένη κοσμική αριστερά. Αυτό δεν ήταν μόνο μια χαμένη ευκαιρία από μόνη της, αλλά αντανακλά και την πολύ ισχυρή τάση του ευρύτερου επαναστατικού κινήματος να μποϊκοτάρει τις εκλογές. Η παρόρμηση για μποϋκοτάζ υπαγορεύτηκε από τη δικαιολογημένη οργή για τη συνεχιζόμενη καταστολή που οργανώθηκε από το SCAF και από το ζήλο της Αδελφότητας να συνεργαστεί με τους στρατιωτικούς κυβερνήτες της Αιγύπτου. Αλλά αυτό ενισχύει επίσης το επικίνδυνο κενό που έχει ανοίξει από ένα επαναστατικό κίνημα που κινητοποιείται κατά κύριο λόγο μέσα από διαδηλώσεις αλλά ο πολύ μεγαλύτερος αριθμός των εργαζομένων, των φτωχών των πόλεων και των αγροτών (η επανάσταση δεν έχει φτάσει σχεδόν καθόλου στην αιγυπτιακή ύπαιθρο) μπορεί στην καλύτερη περίπτωση να προσφέρει στους νέους ακτιβιστές παθητική συμπάθεια. Αναμφίβολα το SCAF έχει αντιληφθεί και εκμεταλλεύεται τη σύγχυση αυτή.

Ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών αντιμετώπισε ένα ακόμη μποϊκοτάζ, αυτή τη φορά με επικεφαλής τον Sabbahi. Όμως, η υπονοούμενη θέση, ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ Shafiq και Morsi, είναι βαθιά λανθασμένη. Ο Shafiq είναι ο υποψήφιος της αντεπανάστασης. Η Αδελφότητα, αντίθετα, είναι ένα αστικό κόμμα με βαθιές κοινωνικές ρίζες που δομήθηκαν στην αντίθεση με τον Μουμπάρακ, που έλπιζε ότι η επανάσταση θα την τοποθετήσει στο ρόλο του διαχειριστή του αιγυπτιακού καπιταλισμού. Αλλά τώρα βρίσκεται στο στόχαστρο του SCAF: η διάλυση του κοινοβουλίου στοχεύει άμεσα την Αδελφότητα, η οποία κυριάρχησε αναποτελεσματικά στη Λαϊκή Συνέλευση. Αν o Morsi όντως γίνει πρόεδρος, περικυκλωμένος από ένα στρατό που επαναβεβαιώνει την κυριαρχία του, και με τις πιέσεις για μέτρα λιτότητας να γίνονται ισχυρότερες, αυτές οι αντιφάσεις πιθανότατα θα ισχυροποιηθούν πολύ.
Το να «ξεκινήσει η εφαρμογής της επαναστατικής διαδικασίας» απαιτεί επομένως μια επαναστατική αριστερά που συνδυάζει μια αντίθεση επί της αρχής στο SCAF με την κατανόηση ότι το χτίσιμο ενός δρόμου προς την πλειοψηφία της εργατικής τάξης σημαίνει συνεργασία με όλους όσους απειλούνται από την αντεπανάσταση.

Επιμέλεια μετάφρασης: Άρης Βασιλόπουλος

Σημειώσεις

1: Giles, 2012.
2: http://twitter.com/Nouriel/status/214422086968549377
3: Pollack, 2012.
4: Βλέπε Καλλίνικος, 2010α, Γεωργίου, 2010, καθώς και την ανάλυση που αναπτύχθηκε από την έρευνα για τα χρήματα και την ομάδα Οικονομικών, τώρα που συλλέγονται σε Λαπαβίτσας και άλλοι, 2012.
5: Cotterill, το 2012, και Keohane, 2012.
6: Roberts, 2012a.
7: Jones, Jenkins και Johnson, 2012.
8: Για μια εξαιρετική ανάλυση της ισπανικής φούσκας, δείτε López και Rodriguez, 2011.
9: Wiesmann, 2012b.
10: Mallet, 2012.
11: Jenkins, 2012.
12: Atkins, 2012.
13: Wiesmann, 2012a.
14: Peel, Mallet και Wigglesworth, 2012.
15: Ο Μαρξ, 1981, p359.
16: Fullarton, 1844, pp162, 165? δεύτερο χωρίο αναφέρεται στον Μαρξ, 1973, pp849-850. Βλέπε, για το σχολείο τραπεζών, Itoh και Λαπαβίτσας, 1999, κεφάλαιο 1.
17: Hayek, 1935.
18: Lex, 2012.
19: Krugman, 2012.
20: Roberts, 2012b.
21: Van der Zwan, 2011.
22: Καλλίνικος, 2008.
23: Καλλίνικος, 2012b.
24: www.left.gr / article.php;id = 2422
25: Mazower, 1993, είναι μια εξαιρετική μελέτη της ίδρυσης επεισόδιο σε αυτή τη διαδικασία, η Κατοχή και οι δημοφιλείς αγώνες προκάλεσε.
26: Βλέπε O'Lincoln, 1985, για μια διαυγή μελέτη περίπτωσης αυτής της διαδικασίας.
27: Γκαργκάνας, 2012.
28: Δραγασάκης, 2012.
29: Δραγασάκης, 2012.
30: Δραγασάκης, 2012.
31: Τσίπρας, 2012.
32: Σωτήρης, 2012.
33: Λαπαβίτσας, 2012.
34: Κουβελάκης, 2012.
35: Τσίπρας, 2012.
36: Gonzalez, 1984.
37: Καλλίνικος, 2012a.
38: Για την υπεράσπιση αυτού του είδους του προγράμματος, βλ. Καλλίνικος, 2010β.
39: Shukrallah, 2012.

Αναφορές

Atkins, Ralph, 2012, "Σήματα Bundesbank Μαλακτικό για τον πληθωρισμό", Financial Times (9 Μαΐου), www.ft.com/cms/s/0/54fa4006-99ed-11e1-accb-00144feabdc0.html
Καλλίνικος, Άλεξ, 2008, "Πού είναι η Ριζοσπαστική Αριστερά Πηγαίνοντας;", International Socialism 120 (φθινόπωρο), www.isj.org.uk/;id = 484
Καλλίνικος, Άλεξ, 2010α, «Η δεύτερη διάσωση των τραπεζών", International Socialism 119 (το καλοκαίρι), www.isj.org.uk/;id = 655
Καλλίνικος, Άλεξ, 2010β, «Η πολιτική λιτότητας", International Socialism 128 (φθινόπωρο), www.isj.org.uk/;id = 678
Καλλίνικος, Άλεξ, 2012a, "Γαλλία: Αντι-καπιταλιστική πολιτική στην κρίση", International Socialism 134 (άνοιξη), www.isj.org.uk/;id = 794
Καλλίνικος, Άλεξ, 2012b, "The Politics of Rising Αριστερά της Ευρώπης», Socialist Worker (19 Μαΐου), www.socialistworker.co.uk / art.php;id = 28461
Cotterill, Joseph, 2012, "Plug-τράβηγμα στην Αθήνα", Alphaville blog (16 Μαΐου), http://ftalphaville.ft.com/blog/2012/05/16/998501/plug-pulling-in-athens/
Dragaskis, Γιάννης, 2012, "Η κρίση στην Ελλάδα: Η Οικονομική Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-EKM", Global Research ιστοσελίδα της (12 Ιουνίου), www.globalresearch.ca / index.php?= va πλαίσιο της ενίσχυσης = 31378 &
Fullarton, John, 1844, σχετικά με τη ρύθμιση της Νομίσματα (John Murray).
Γκαργκάνας, Πάνος, 2012, "Ελλάδα: Ο Αγώνας ριζοσπαστικοποιεί", International Socialism 134 (άνοιξη), www.isj.org.uk/;id = 793
Γεωργίου, Χριστάκης, 2010, "Η κρίση του ευρώ και το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης", International Socialism 128 (φθινόπωρο), www.isj.org.uk/;id = 682
Giles, Chris, 2012, "Η παγκόσμια ανάκαμψη έχει σταματήσει πάλι", Financial Times (17 Ιουνίου),
www.ft.com/cms/s/0/fb7b2ab8-b882-11e1-a2d6-00144feabdc0.html
Gonzalez, Mike, 1984, "Το Πραξικόπημα στην Χιλή και η Αριστερά", International Socialism 22 (το χειμώνα).
Hayek, FA von, 1935, τιμές και Παραγωγής (RKP).
Itoh, Makoto, Κώστας Λαπαβίτσας και, το 1999, Πολιτική Οικονομία του Χρήματος και Οικονομικών (Macmillan).
Jenkins, Patrick, 2012, "πράξη εξισορρόπησης της Ισπανίας για την αποφυγή Loop Doom", Financial Times (11 Ιουνίου), www.ft.com/cms/s/0/26b9135a-b3da-11e1-8fea-00144feabdc0.html
Jones, Claire, Patrick Jenkins και Miles Johnson, 2012, "Ισπανία Αποκαλύπτει € 100 δις φυγή κεφαλαίων", Financial Times (31 Μαΐου), www.ft.com/cms/s/0/25c39204-ab01-11e1-b875-00144feabdc0. html
Keohane, David, 2012, "Από την (οριακή) Πλεονέκτημα της Ελληνικής Τράπεζας Jog", ft. Com / Alphaville (8
Κουβελάκης, Στάθης, 2012, «Ανοιχτή επιστολή ό, τι αφορά την ελληνική Αριστερά", www.socialistworker.co.uk / art.php;id = 28641
Krugman, Paul, 2012, Τέλος Αυτή η κατάθλιψη τώρα! (Norton).
Λαπαβίτσας, Κώστας, 2012, "Κώστας Λαπαβίτσας απαντά στις ερωτήσεις σας για την Ελλάδα και την Ευρωζώνη κρίση", Guardian (13
Λαπαβίτσας, Κώστας, και άλλοι, 2012, Κρίση στην Ευρωζώνη (Verso).
Lex, 2012, "Φόρος Ηνωμένο Βασίλειο: μια χαμένη ευκαιρία", Financial Times (21 Μαρτίου),
www.ft.com/cms/s/3/f7f625f6-736c-11e1-94ba-00144feab49a.html
López, Isidro, και Emmanuel Rodriguez, 2011, "Το ισπανικό μοντέλο», New Left Review, II/69, www.newleftreview.org/II/69/isidro-lopez-emmanuel-rodriguez-the-spanish-...
Mallet, Victor, 2012, "Rajoy παλεύει να αποφύγει« Living Dead "Tag", Financial Times (10 Ιουνίου), www.ft.com/cms/s/0/211a7a4a-b314-11e1-83a9-00144feabdc0.html
Marx, Karl, 1973, Grundrisse (Penguin), www.marxists.org/archive/marx/works/1857/grundrisse/
Marx, Karl, 1981, Κεφάλαιο, τόμος 3 (Penguin), www.marxists.org/archive/marx/works/1894-c3/index.htm
Mazower, Mark, 1993, Μέσα Ελλάδα του Χίτλερ (Yale University Press).
O'Lincoln, Tom, το 1985, στην επικρατούσα τάση: Η παρακμή της Αυστραλίας κομμουνισμού (Βιτρώ Τύπου Wattle).
Peel, Quentin, Victor Mallet και Robin Wigglesworth, 2012, "Η Μέρκελ εμμένει στην αντιμετώπιση της κρίσης", Financial Times (14 Ιουνίου), www.ft.com/cms/s/0/7d1842e2-b642-11e1-8ad0-00144feabdc0 . html
Pollack, Lisa, 2012, "Η άνοδος και η πτώση των ευρωπαϊκών τραπεζών", Alphaville blog (7 Ιουνίου), http://ftalphaville.ft.com/blog/2012/06/07/1032941/the-rise-and-fall -of-ευρωπαϊκή-banking /
Roberts, Michael, 2012a, "Ελλάδα: Τίτλος για το Exit", το επόμενο blog ύφεση (17 Μαΐου), http://thenextrecession.wordpress.com/2012/05/17/greece-heading-for-the-... /
Roberts, Michael, 2012b, "Οικονομικά Κρούγκμαν και κατάθλιψη», το επόμενο blog ύφεση (27 Μαΐου), http://thenextrecession.wordpress.com/2012/05/27/krugman-and-depression-...
Shukrallah, Χάνι, 2012, "κουκουβάγια της Αθηνάς πετάει στο Dusk: Μια γρήγορη ανάγνωση των προεδρικών εκλογών της Αιγύπτου", Ahram Online (1 Ιουνίου), http://english.ahram.org.eg/News/43096.aspx
Σωτήρης, Παναγιώτης, 2012, "Ελλάδα: Η Αδυναμία του ρεαλισμού", www.thepressproject.net / detailsen.php;id = 21258
Τσίπρας, ο Άλεξ, "I Will Κρατήστε Ελλάδα στην Ευρωζώνη", Financial Times (12 Ιουνίου), www.ft.com/cms/s/0/4c44a296-b3b3-11e1-a3db-00144feabdc0.html
Van der Zwan, της Μάνης, 2011, "Geert Wilders και η άνοδος της Νέας Ριζοσπαστική Δεξιά", International Socialism 131 (το καλοκαίρι), www.isj.org.uk/;id = 743
Wiesmann, Gerrit, 2012a, "Η Μέρκελ επιμένει στην Ευρώπη των δύο ταχυτήτων», Financial Times (7 Ιουνίου), www.ft.com/cms/s/0/725ec0bc-b091-11e1-8b36-00144feabdc0.html
Wiesmann, Gerrit, 2012b, «τρόικα να επιβλέπει ισπανικά Δάνειο", Financial Times (11 Ιουνίου), www.ft.com/cms/s/0/5c1d283a-b3e2-11e1-8fea-00144feabdc0.html