«Όποιος κηρύσσεται υπέρ της κοινωνικής μεταρρύθμισης σε αντικατάσταση και σε αντίθεση με την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και της κοινωνικής επανάστασης, δεν εκλέγει στην πραγματικότητα έναν πιο ήρεμο, πιο ασφαλή και πιο βραδύ δρόμο προς τον ίδιο σκοπό, αλλά έναν διαφορετικό σκοπό…»

Συ­μπλη­ρώ­νο­νται φέτος το Γε­νά­ρη 95 χρό­νια από την αι­μα­τη­ρή κα­τα­στο­λή της εξέ­γερ­σης των Σπαρ­τα­κι­στών στο Βε­ρο­λί­νο και τη δο­λο­φο­νία της Ρόζας Λού­ξε­μπουργκ και του Καρλ Λί­μπ­κνε­χτ. 

Η ζωή, η δράση, τα πο­λι­τι­κά και θε­ω­ρη­τι­κά κεί­με­να της Λού­ξε­μπουργκ προ­σφέ­ρουν έναν τε­ρά­στιο πλού­το, στον οποίο μπο­ρεί κα­νείς να ανα­τρέ­ξει για ένα πλή­θος ζη­τη­μά­των. Όμως τα πε­ρισ­σό­τε­ρα από αυτά μέ­νουν στην αφά­νεια και όλο το βάρος πέ­φτει στις κρι­τι­κές της προς τους Μπολ­σε­βί­κους στη διάρ­κεια και μετά τον Οκτώ­βρη του 1917. Αυτές οι δια­φω­νί­ες της με­γε­θύ­νο­νται και «εξυ­ψώ­νο­νται» σε ένα επί­πε­δο «στρα­τη­γι­κής δια­φω­νί­ας». Με λίγα λόγια, η Ρόζα είναι η «αντί­θε­ση» στον Λένιν. 

Πράγ­μα­τι, η Ρόζα άσκη­σε κρι­τι­κή στο Μπολ­σε­βί­κι­κο Κόμμα. Στο βι­βλίο της «Η Ρω­σι­κή Επα­νά­στα­ση», συ­γκρού­στη­κε με τη γραμ­μή των ρώσων συ­ντρό­φων της σε μια σειρά ζη­τή­μα­τα: την πα­ρα­χώ­ρη­ση της σο­βιε­τι­κής κυ­βέρ­νη­σης στα κα­τα­πιε­σμέ­νη έθνη του δι­καιώ­μα­τος αυ­το­διά­θε­σης μέχρι και απο­χώ­ρη­σης, την αγρο­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση και την ανα­δια­νο­μή της γης, τη διά­λυ­ση και μη επα­να­σύ­στα­ση συ­ντα­κτι­κής συ­νέ­λευ­σης, τους πε­ριο­ρι­σμούς των δη­μο­κρα­τι­κών ελευ­θε­ριών από το σο­βιε­τι­κό κα­θε­στώς.

Αλλά οι δια­φω­νί­ες τα­κτι­κής δεν συ­νι­στούν «στρα­τη­γι­κό αντι­πα­ρά­δειγ­μα». Στο ίδιο βι­βλίο, φρο­ντί­ζει επί­σης να επι­ση­μά­νει την ανά­γκη διά­κρι­σης «του ου­σιώ­δους από το επου­σιώ­δες, του στα­θε­ρού από το συμ­πτω­μα­τι­κό», όταν κα­νείς κα­τα­πιά­νε­ται με την πο­λι­τι­κή των Μπολ­σε­βί­κων. Και το «ου­σιώ­δες» είναι ο ίδιος ο Οκτώ­βρης και η κα­τά­λη­ψη της εξου­σί­ας, αυτό για το οποίο η –φει­δω­λή σε επαί­νους–  Ρόζα επαι­νεί με τα πιο θερμά λόγια τους Μπολ­σε­βί­κους, στο βι­βλίο το οποίο υπο­τί­θε­ται πως την φέρ­νει «απέ­να­ντί τους». 

Η Ρόζα φυ­λά­ει τα πιο φαρ­μα­κε­ρά βέλη της για «τα χα­μερ­πή και ψο­φο­δεή αν­θρω­πά­ρια, που ατά­ρα­χοι θε­α­τές, θα αφή­σουν τους Ρώ­σους να χά­σουν όλο το αίμα τους», την ηγε­σία της γερ­μα­νι­κής και ευ­ρω­παϊ­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας που αρ­νεί­ται να τολ­μή­σει να κάνει τον δικό της «Οκτώ­βρη».

Αυτή ίσως είναι η πιο πο­λύ­τι­μη θε­ω­ρη­τι­κή κλη­ρο­νο­μιά της «κόκ­κι­νης Ρόζας» στη στρα­τη­γι­κή συ­ζή­τη­ση της Αρι­στε­ράς σή­με­ρα: Η αδιάλ­λα­κτη πάλη της ενά­ντια στη με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κή στρα­τη­γι­κή που κυ­ριάρ­χη­σε στα­δια­κά στην ευ­ρω­παϊ­κή σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία. 

Με­ταρ­ρύθ­μι­ση ή Επα­νά­στα­ση

Η Ρόζα ήταν «φρέ­σκια» ακόμα στο γερ­μα­νι­κό SPD, όταν η συ­στη­μα­τι­κή αρ­θρο­γρα­φία του Έντουαρντ Μπερν­στάιν, που κα­τέ­λη­γε να ζητά να εγκα­τα­λεί­ψει το κόμμα το στόχο της σο­σια­λι­στι­κής επα­νά­στα­σης, προ­κά­λε­σε τη με­γα­λύ­τε­ρη θύ­ελ­λα συ­ζη­τή­σε­ων που είχε ζήσει το SPD στην ιστο­ρία του. Σε αυτή την πάλη πρω­το­στά­τη­σε η Ρόζα με το ξε­χω­ρι­στό έργο της «Με­ταρ­ρύθ­μι­ση ή Επα­νά­στα­ση;», απα­ντώ­ντας στο βι­βλίο του Μπερν­στάιν «Οι προ­ϋ­πο­θέ­σεις του σο­σια­λι­σμού και τα κα­θή­κο­ντα της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας».

Ο Μπερν­στάιν και συ­νο­λι­κά η «δεξιά» πτέ­ρυ­γα του SPD αντι­πα­ρέ­βαλ­λε στην κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση τη νό­μι­μη διεκ­δί­κη­ση διαρ­κών νέων με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων, μια ασφα­λή μέ­θο­δο στα­δια­κού πε­ρά­σμα­τος στο σο­σια­λι­σμό. Η Ρόζα κα­τέρ­ρι­ψε την τε­χνη­τή αντι­πα­ρα­βο­λή. Υπε­ρα­σπί­στη­κε με πάθος τη ση­μα­σία της διεκ­δί­κη­σης και των πιο τα­πει­νών με­ταρ­ρυθ­μί­σε­ων, αλλά επέ­με­νε ότι αυτή πρέ­πει να είναι ορ­γα­νι­κά δε­μέ­νη με τον τε­λι­κό σκοπό, πρέ­πει να διε­ξά­γε­ται με όρους και να διεκ­δι­κεί λύ­σεις που φέρ­νουν πιο κοντά και δεν απο­μα­κρύ­νουν την προ­ο­πτι­κή του σο­σια­λι­σμού.

Ο Μπερν­στάιν ισχυ­ρι­ζό­ταν ότι ο κα­πι­τα­λι­σμός είχε αλ­λά­ξει από την εποχή του Μαρξ: Τα τραστ, τα καρ­τέλ και το πι­στω­τι­κό σύ­στη­μα κα­ταρ­γού­σαν την «αναρ­χία στην πα­ρα­γω­γή» και δια­σφά­λι­ζαν τη διαρ­κή οι­κο­νο­μι­κή ανά­πτυ­ξη, χωρίς τις κα­τα­στρο­φι­κές κρί­σεις που προ­έ­βλε­πε ο Μαρξ. Οι εται­ρεί­ες «δη­μο­κρα­τι­κο­ποιού­σαν» το κε­φά­λαιο και η ανά­πτυ­ξη των συν­δι­κά­των θα πε­ριό­ρι­ζε το ρόλο των ιδιο­κτη­τών σε απλούς δια­χει­ρι­στές, αφαι­ρώ­ντας τους τε­λι­κά και την ίδια τη διεύ­θυν­ση των επι­χει­ρή­σε­ων. Ο κα­πι­τα­λι­σμός «προ­σαρ­μό­ζε­ται» και οι αντι­φά­σεις του δεν οξύ­νο­νται, αλλά αμ­βλύ­νο­νται. Η δη­μο­κρα­τία έχει κα­τα­στή­σει «πα­ρω­χη­μέ­νη» την ανά­γκη επα­νά­στα­σης: ανοί­γει το δρόμο στη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία να υλο­ποι­ή­σει με­ταρ­ρυθ­μί­σεις μέσα από την κα­τά­κτη­ση της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής πλειο­ψη­φί­ας. Η εποχή της Κομ­μού­νας ήταν «ξε­πε­ρα­σμέ­νη».

Η Ρόζα υπέ­βα­λε αυτές τις ιδέες σε εξο­ντω­τι­κή κρι­τι­κή. Απέ­δει­ξε ότι ο νέος τρό­πος ορ­γά­νω­σης του κα­πι­τα­λι­σμού δεν αμ­βλύ­νει, αλλά οξύ­νει τις αντι­φά­σεις του, ότι προ­ε­τοι­μά­ζει νέες ακόμα πιο δρα­μα­τι­κές κρί­σεις (οι κρί­σεις του 1900 και του 1907 τη δι­καί­ω­σαν).

Με αυτό το υπό­βα­θρο εντό­πι­σε τις αυ­τα­πά­τες γύρω από τις στα­δια­κές κα­τα­κτή­σεις του συν­δι­κα­λι­στι­κού αγώνα. Τα συν­δι­κά­τα είναι αμυ­ντι­κές ορ­γα­νώ­σεις ενά­ντια στην τάση του κα­πι­τα­λι­σμού να τους εξα­θλιώ­σει, μπο­ρούν να «ρυθ­μί­ζουν» την πώ­λη­ση της ερ­γα­τι­κής δύ­να­μης, αλλά όχι να την κα­ταρ­γή­σουν. Γι’ αυτό και δεν πρέ­πει οι επι­τυ­χί­ες τους να δη­μιουρ­γούν αυ­τα­πά­τες: Είναι κα­τα­δι­κα­σμέ­να σε ένα απα­ραί­τη­το, αλλά «σι­σύ­φειο» έργο στον κα­πι­τα­λι­σμό.

Σή­με­ρα το «Με­ταρ­ρύθ­μι­ση ή Επα­νά­στα­ση» φαί­νε­ται να απα­ντά σε «νε­κρές» ιδέες. Ποιος υπο­στη­ρί­ζει τον Μπερν­στάιν; Ποιος ισχυ­ρί­ζε­ται,  μέσα στην πιο βαθιά κρίση του κα­πι­τα­λι­σμού, ότι οι κα­τα­στρο­φι­κές κρί­σεις ανή­κουν στο πα­ρελ­θόν και το σύ­στη­μα «προ­σαρ­μό­ζε­ται» και ανα­πτύσ­σε­ται προς την πρό­ο­δο; Ωστό­σο είναι μια δια­μά­χη που –με άλ­λους όρους– πα­ρα­μέ­νει απο­λύ­τως επί­και­ρη.

Η επι­και­ρό­τη­τα της δια­μά­χης

Ένας άρ­ρη­τος «μπερν­σταϊ­νι­σμός» υπάρ­χει και σή­με­ρα στην αντί­λη­ψη ότι ο κα­πι­τα­λι­σμός μπο­ρεί να ξε­πε­ρά­σει την κρίση του «ομαλά» και προς όφε­λος όλων –και  των ερ­γα­ζο­μέ­νων.

Υπάρ­χει στις νέο-κεϊν­σια­νές ιδέες «ρύθ­μι­σης» του κα­πι­τα­λι­στι­κού αντα­γω­νι­σμού και των ολέ­θριων συ­νε­πειών του από ένα άλλο «μίγμα πο­λι­τι­κής», από «υπε­ρε­θνι­κούς ορ­γα­νι­σμούς» όπως η ΕΕ και η ΕΚΤ.

Ζη­τή­μα­τα όπως ο σε­βα­σμός στη νο­μι­μό­τη­τα ή η αδυ­να­μία να σκε­φτού­με «πέρα» από την υπαρ­κτή, αστι­κή, δη­μο­κρα­τία, εξα­κο­λου­θούν να τα­λα­νί­ζουν την Αρι­στε­ρά. Τα όρια της άσκη­σης της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής εξου­σί­ας, τα προ­βλή­μα­τα που απορ­ρέ­ουν από την υπο­τα­γή στην κοι­νο­βου­λευ­τι­κή τα­κτι­κή πα­ρα­μέ­νουν ζη­τή­μα­τα δια­μά­χης. Μετά την ιδε­ο­λο­γι­κή υπο­χώ­ρη­ση της δε­κα­ε­τί­ας του ’90, και υπό το βάρος της κρί­σης, βρί­σκει εύ­φο­ρο έδα­φος ο «αγνω­στι­κι­σμός» («το κί­νη­μα είναι το παν, ο τε­λι­κός σκο­πός –οποιοσ­δή­πο­τε κι αν είναι– δεν είναι τί­πο­τα») πίσω από τον οποίο ο Μπερν­στάιν έκρυ­βε την εγκα­τά­λει­ψη της επα­να­στα­τι­κής στρα­τη­γι­κής, και παίρ­νει σύγ­χρο­νες μορ­φές: Ο σο­σια­λι­σμός πη­γαί­νει στο απώ­τε­ρο μέλ­λον ως ορα­μα­τι­κός στό­χος-πο­λυ­τέ­λεια μπρο­στά στις «έκτα­κτες συν­θή­κες» που έχει να αντι­με­τω­πί­σει η Αρι­στε­ρά, οι οποί­ες τε­χνη­τά «απο­δε­σμεύ­ο­νται» από τα κα­θή­κο­ντα της σο­σια­λι­στι­κής ανα­τρο­πής, ενώ, όπως έδει­ξε η Ρόζα, οφεί­λουν να αντι­με­τω­πί­ζο­νται με τρόπο που φέρ­νει πιο κοντά τον «τε­λι­κό σκοπό». 

H Ρόζα είχε εντο­πί­σει το πρό­βλη­μα στην πρα­κτι­κή του SPD, που με την «αυ­το­νο­μία των δύο πυ­λώ­νων» πε­ριό­ρι­ζε τον οι­κο­νο­μι­κό αγώνα στα συν­δι­κά­τα και τον πο­λι­τι­κό αγώνα στο κοι­νο­βού­λιο, και άσκη­σε κρι­τι­κή και στις κοι­νο­βου­λευ­τι­κές, αλλά και στις συν­δι­κα­λι­στι­κές ηγε­σί­ες. Πιο κοντά στην ουσία του προ­βλή­μα­τος έφτα­σε με­λε­τώ­ντας την εμπει­ρία της Ρω­σι­κής Επα­νά­στα­σης του 1905 (με το βι­βλίο «Μα­ζι­κή απερ­γία, Κόμμα και Συν­δι­κά­τα), όπου επι­χει­ρεί να σπά­σει τα τείχη ανά­με­σα στον οι­κο­νο­μι­κό και πο­λι­τι­κό αγώνα. 

Οι πα­ρα­τη­ρή­σεις της δί­νουν χρή­σι­μες κα­τευ­θύν­σεις συ­νο­λι­κό­τε­ρα: Η δυ­να­τό­τη­τα που έχουν τα «ρυά­κια» να «ενώ­νο­νται σε ένα με­γά­λο πο­τά­μι», ο «τυ­φλο­πό­ντι­κας» που συ­νε­χί­ζει τη δου­λειά του, όταν επι­κρα­τεί φαι­νο­με­νι­κή νη­νε­μία, οι δυ­να­τό­τη­τες και τα προ­χω­ρή­μα­τα στις συ­νει­δή­σεις που απε­λευ­θε­ρώ­νει η μα­ζι­κή δράση των ερ­γα­ζο­μέ­νων απο­τε­λούν ση­μα­ντι­κά «ερ­γα­λεία» ανά­λυ­σης μέχρι σή­με­ρα.

Η Ρόζα δεν υπο­κλι­νό­ταν άκρι­τα στον αυ­θορ­μη­τι­σμό. Απέ­να­ντι στην πα­θη­τι­κή προσ­δο­κία της επα­νά­στα­σης, με την μπρο­σού­ρα της για τη «Μα­ζι­κή Απερ­γία» ανα­δεί­κνυε το ρόλο της «εμπρο­σθο­φυ­λα­κής» στο να «επι­τα­χύ­νει την εξέ­λι­ξη των πραγ­μά­των» μέσα από τη δράση της. 

Ωστό­σο εκεί που η Ρόζα υπε­ρε­κτί­μη­σε πράγ­μα­τι το αυ­θόρ­μη­το κί­νη­μα ήταν στη δυ­να­τό­τη­τά του να «διορ­θώ­νει» την ηγε­σία. Αν και είχε εντο­πί­σει νω­ρί­τε­ρα από όλους (και από τον Λένιν) τα σο­βα­ρά προ­βλή­μα­τα που υπήρ­χαν στην ηγε­σία του SPD, δια­τη­ρού­σε την πίστη ότι ένας ξε­ση­κω­μός της βάσης του κόμ­μα­τος θα επέ­βαλ­λε στην ηγε­σία την αλ­λα­γή κα­τεύ­θυν­σης. Σε αυτόν της τον υπο­λο­γι­σμό έπεσε τρα­γι­κά έξω τόσο τον Αύ­γου­στο του 1914 (με το ξέ­σπα­σμα του Α΄  Πα­γκο­σμί­ου Πο­λέ­μου), όσο και στα γε­γο­νό­τα της γερ­μα­νι­κής επα­νά­στα­σης του 1918, πλη­ρώ­νο­ντάς το και με τη ζωή της. 

Η Ρόζα είχε ένα δίκιο να ενα­πο­θέ­τει τις ελ­πί­δες της στην ερ­γα­τι­κή βάση. Προ­φα­νώς όλες οι πο­λι­τι­κές απα­ντή­σεις δί­νο­νται τε­λι­κά μέσα από αυτήν και όχι «στο κενό». Και πράγ­μα­τι το μα­χη­τι­κό τμήμα της βάσης του SPD απο­τέ­λε­σε τη «μαγιά» των Σπαρ­τα­κι­στών και έπει­τα του KPD. Το πρό­βλη­μα ήταν πως αυτό το «πέ­ρα­σμα» έγινε ασυ­ναί­σθη­τα, εν­στι­κτω­δώς, απρο­ε­τοί­μα­στα (όπως φά­νη­κε από τις πε­ρι­πέ­τειες των νε­α­ρών ΚΚ της νε­ο­σύ­στα­της Γ΄ Διε­θνούς).

Η συ­γκρό­τη­σή τους σε ξε­χω­ρι­στούς πο­λι­τι­κούς ορ­γα­νι­σμούς έγινε με «φάρο» το πε­τυ­χη­μέ­νο μπολ­σε­βί­κι­κο πα­ρά­δειγ­μα, αλλά χωρίς να έχει προη­γη­θεί η συ­νει­δη­τή προ­σπά­θεια συ­γκρό­τη­σης που χα­ρα­κτή­ρι­σε την μπολ­σε­βί­κι­κη εμπει­ρία μέχρι και τη στιγ­μή της ορι­στι­κής, απο­φα­σι­στι­κής ρήξης.

Η ιστο­ρι­κή εμπει­ρία έδει­ξε πως ο στρα­τη­γι­κός προ­σα­να­το­λι­σμός δεν αφορά τη «μέρα της επα­νά­στα­σης», αλλά τον τρόπο αντι­με­τώ­πι­σης της κα­θη­με­ρι­νής πάλης, κα­θο­ρί­ζο­ντας και τις τα­κτι­κές επι­λο­γές. Στις ση­με­ρι­νές συν­θή­κες βα­θιάς κρί­σης του συ­στή­μα­τος, το «με­ταρ­ρύθ­μι­ση ή επα­νά­στα­ση» (με τον τρόπο που το έθεσε η Ρόζα), το «τι τύπου κόμμα», η ανά­γκη έγκαι­ρης συ­γκρό­τη­σης, δι­κτύ­ω­σης και ενερ­γο­ποί­η­σης των πιο μα­χη­τι­κών, ρι­ζο­σπα­στι­κών στοι­χεί­ων πα­ρα­μέ­νουν απο­λύ­τως κρί­σι­μα.