Η κυβέρνηση έχει μπει στην κρίσιμη «καμπή», πριν την τελική πολιτική-εκλογική αναμέτρηση, την «καμπή» που ορίζουν η 4η αξιολόγηση, τα ελληνοτουρκικά και οι διαπραγματεύσεις για το Μακεδονικό.
Στις βδομάδες που πέρασαν, έχει καταγράψει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Έχοντας εξασθενίσει πολιτικά, χάνει τη δυνατότητα να παίρνει πρωτοβουλίες (με χαρακτηριστικό παράδειγμα το ναυάγιο στην υπόθεση Novartis), κινδυνεύει να χάσει τον έλεγχο στη συγκυρία (με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον «πόλεμο των βαρόνων» στο ποδόσφαιρο), ή, ακόμα, να διαπιστώνει ότι γυρνούν ανάποδα παρεμβάσεις που σχεδίασε για να κερδίσει έδαφος σε βάρος των αντιπάλων της (με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα προβλήματα συνοχής που εμφανίστηκαν στον κυβερνητικό συνασπισμό σχετικά με το Μακεδονικό).
Σε συνθήκες όπου η διεθνής οικονομία παραμένει στο αβέβαιο έδαφος της κρίσης, η 4η αξιολόγηση έχει ήδη γίνει ναρκοπέδιο. Η δήλωση του Τσίπρα στο υπουργικό συμβούλιο ότι «επί τρία συναπτά έτη πετύχαμε δημοσιονομική υπεραπόδοση, έχουμε εξορθολογήσει τα δημόσια οικονομικά και περνάμε στην εποχή της ανάπτυξης και της παραγωγής νέου πλούτου» είναι χαρακτηριστική του κυνισμού και της μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι προαναγγελία του ξετσίπωτα σοσιαλφιλελεύθερου πολιτικού πλαισίου με το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ θα πάει στις επόμενες εκλογές. Είναι όμως και μια κατεύθυνση υπονομευμένη: γιατί, τουλάχιστον για την ώρα, το ΔΝΤ επιμένει ότι χρειάζεται να ισχύσουν από 1/1/2019 τα πρόσθετα μέτρα «δημοσιονομικής υπεραπόδοσης» (δηλ. η κατάργηση του αφορολόγητου και η περικοπή των καταβαλλόμενων συντάξεων), επιμονή που οδηγεί τον Τσίπρα στην υποχρέωση να επαναφέρει στην επικαιρότητα της δημόσιας συζήτησης τα μέτρα αυτά, να αναλάβει την «πατρότητά τους» και αυτό να γίνει μέσα στο 2018, τινάζοντας στον αέρα την επικοινωνιακή και προεκλογική τακτική της κυβέρνησης.
Οι εξελίξεις στην οικονομία σχετίζονται με την όξυνση στον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό (βλ. στις διπλανές σελίδες), μέσω της βαριάς αλυσίδας των εξοπλισμών. Οι ήδη ανακοινωμένες παραγγελίες όπλων (F16, φρεγάτες) συνιστούν μια νέα «αγορά του αιώνα» μέσα στις τραγικές συνθήκες της κρίσης. Και όμως τα «στελέχη» του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας ζητούν πρόσθετους εξοπλισμούς, κόστους τουλάχιστον 1 δισ. ετησίως, ως προϋπόθεση για να διατηρηθεί ο «συσχετισμός ισχύος» στην περιοχή. Και ο Καμμένος, με τα καουμποϊλίκια του, φροντίζει να υπογραμμίζει αυτές τις παραγγελίες ως αναγκαίες.
Όμως «αγκάθια» φύτρωσαν και στο πεδίο όπου η κυβέρνηση προανήγγειλε ως περίπου δεδομένη μια «εθνική επιτυχία».
Μακεδονικό
Ο μήνας που έρχεται θα είναι κρίσιμος. Στις 12/4 θα συναντηθούν ξανά οι Κοτζιάς-Ντιμτρόφ, ενώ στις 27/4 συγκαλείται η σύνοδος των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ.
Στη μέχρι τώρα διαπραγμάτευση το ελληνικό κράτος έχει καταγράψει «προόδους»: Το όνομα Gorna Makedonia θεωρείται ως βάση της συζήτησης. Με βάση αυτό, ο Κοτζιάς απαιτεί λύση στο ζήτημα της ιθαγένειας, που θα ορίζει τους κατοίκους της χώρας ως «γκορναμακεντόνιγιανς» (όχι, δεν είναι πλάκα), ενώ ζητά να οριστεί ανάλογα και η γλώσσα τους. Στο ζήτημα των πολυσυζητημένων «αλυτρωτισμών» έχουν επίσης γίνει σημαντικά βήματα (ο Ζάεφ έχει αποδεχθεί την απάλειψη των λίγων σχετικών άρθρων στο Σύνταγμα), ενώ ακόμα και ο θεωρούμενος ως «σκληρότερος» Υπουργός Εξωτερικών, Ντιμιτρόφ, επιτέθηκε δημόσια στην πολιτική «εξαρχαϊσμού» των προηγούμενων κυβερνήσεων της χώρας του. Στην ουσία, η ελληνική πλευρά επιμένει στο αίτημα να θεσμοθετήσει ο Ζάεφ (στο Σύνταγμα ή σε δεσμευτικό Διεθνές Σύμφωνο) ότι ακόμα και στο εσωτερικό της χώρας οι κάτοικοί της θα αυτοαποκαλούνται «γκορναμακεντόνιγιανς».
Ο Αλ. Τσίπρας, ερωτηθείς για τις προοπτικές «λύσης», απάντησε κυνικά: «Εμείς μπορούμε να ζήσουμε και χωρίς λύση. Δεν ισχύει το ίδιο για τη γειτονική χώρα».
Όμως σε αυτό το σημείο αρχίζουν τα όρια της πολιτικής κατάστασης στη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Ο πρόεδρος Ιβανόφ (που προέρχεται από το «εθνικιστικό» VMRO) αρνήθηκε να υπογράψει το νόμο που πρότεινε η κυβέρνηση Ζάεφ και δεχόταν τα αλβανικά ως δεύτερη επίσημη γλώσσα της χώρας. Ακόμα και αν ο Ζάεφ, προκειμένου να μπει στο ΝΑΤΟ, δεχόταν όλους τους όρους της Αθήνας, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν έχει την πολιτική δύναμη να τους επιβάλει.
Ο Αλ. Τσίπρας, για άλλη μια φορά, περιμένει από τους Αμερικανούς και την ΕΕ να μεγαλώσουν τις πιέσεις πάνω στη γειτονική χώρα, για να μη βρεθεί η κυβέρνησή του μπροστά σε ένα νέο διπλωματικό αδιέξοδο.
Από τα αριστερά;
Όλες αυτές οι δυσκολίες υπονομεύουν τα σχέδια για πολιτική ανασύνταξη του κυβερνητικού στρατοπέδου και για προετοιμασία προς τις εκλογές χωρίς ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει σηκώσει λευκή σημαία.
Σύμφωνα με το «Βήμα» (και υπογραφή συντάκτη που «συνομιλεί» με το Μαξίμου), το μοναδικό «ελπιδοφόρο» στοιχείο στους κομματικούς σχεδιασμούς είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αντιμετωπίζει εκλογική πίεση από τα αριστερά του: «Το μόνο παρήγορο είναι ότι δεν υπάρχει ενιαία έκφραση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, καθώς έχει ναυαγήσει το σενάριο για κοινή πορεία, με διακριτές θέσεις, μεταξύ ΛΑΕ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Πλεύσης Ελευθερίας». Αυτό, λέει, θα επιτρέψει στον Τσίπρα να σχεδιάσει έναν διπολικό αγώνα: «κοινωνία έναντι στυγνού νεοφιλελευθερισμού» και «δημοκρατία έναντι αυταρχισμού».
Και μόνο αυτές οι διατυπώσεις αποδεικνύουν την αξία της επιμονής για τη διάψευσή τους. Μια συνεργασία μεταξύ της ΛΑΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλων δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι ο παράγοντας που μπορεί να απειλήσει με διάλυση τους σχεδιασμούς των μαθητευόμενων μάγων, που έχουν τεθεί στην υπηρεσία του νεοφιλελευθερισμού, του εθνικισμού και του ιμπεριαλισμού.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά