Η συμφωνία στο Eurogroup, που δρομολογεί μια μακρά περίοδο υπερ-λιτότητας, δημιουργεί για τη ριζοσπαστική Αριστερά σημαντικές υποχρεώσεις.
Υποχρεώσεις παρέμβασης και κινηματικών πρωτοβουλιών με στόχο την κλιμάκωση της εργατικής-λαϊκής αντίστασης, αλλά και υποχρεώσεις επεξεργασίας της εναλλακτικής λύσης. Αυτό σημαίνει πρωτοβουλίες ξεκαθαρίσματος και συγκεκριμενοποίησης του αναγκαίου μεταβατικού προγράμματος που πρέπει να προβληθεί ως «αντίπαλο δέος» στη μνημονιακή δέσμευση 40ετίας, όπως και πρωτοβουλίες συγκέντρωσης δυνάμεων που προτίθενται να στηρίξουν αυτό το πρόγραμμα, ώστε να γίνει στα μάτια του κόσμου μας πειστικό και υλοποιήσιμο.
Στο πρόσφατο Πολιτικό Συμβούλιο της ΛΑΕ πάρθηκαν κάποιες αποφάσεις που ταιριάζουν γάντι σε αυτή τη συγκυρία. Είναι η ώρα της επιμονής για την υλοποίησή τους, ενάντια τόσο στις σειρήνες της καλοκαιρινής χαλάρωσης, όσο και ενάντια σε ένα κλίμα αποθάρρυνσης του κόσμου που καλλιεργεί ο θηριώδης χαρακτήρας της συμφωνίας Τσίπρα-ΕΕ και ΔΝΤ. Ας συνοψίσουμε τα βασικά σημεία αυτών των αποφάσεων:
α. Στις 7-8 Ιούλη η ΛΑΕ οργανώνει, στο χώρο του αμαξοστασίου του ΗΛΠΑΠ, Πειραιώς και Ερμού απέναντι από το Γκάζι, για πρώτη φορά το «φεστιβάλ» της. Επιλέγοντας σωστά, αποφάσισε να του δώσει το χαρακτήρα μιας διεθνούς-διεθνιστικής συζήτησης, με προσκεκλημένους από την ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά. Μέχρι στιγμής έχουν «κλείσει» τη συμμετοχή τους ο Ερίκ Τουσέν από τη διεθνή καμπάνια ενάντια στο χρέος, ο Τζον Ρις από την καμπάνια για Αριστερή Έξοδο-Lexit στη Βρετανία, ενώ αναμένεται εκπρόσωπος της «Ανυπότακτης Γαλλίας» κ.ά.
Μετά τις εκλογές στη Βρετανία και τη Γαλλία, η υπαρκτή κρίση της ΕΕ φωτίζεται πιο συγκεκριμένα: Στο κέντρο της βρίσκεται η λυσσώδης προσπάθεια των κυρίαρχων τάξεων να συνεχίσουν τη νεοφιλελεύθερη επίθεση, ως μοναδική προϋπόθεση για αντιμετώπιση της διεθνούς κρίσης του καπιταλισμού. Σε αυτή τη λαίλαπα εξακολουθούν να «συνωθούνται» τόσο οι ευρωπαϊστές συντηρητικοί ή σοσιαλφιλελεύθεροι (βλ. Μακρόν) όσο όμως και οι «ευρωσκεπτικιστές» ομόλογοί τους (βλ. Μέι). Η αναζήτηση λοιπόν της εναλλακτικής πολιτικής, χωρίς να υποτιμήσει καθόλου την αναγκαία σύγκρουση/ρήξη με την ΟΝΕ και την ΕΕ, οφείλει να επικεντρωθεί ξανά στο στέρεο έδαφος της πολιτικής έκφρασης των εργαζόμενων τάξεων και του αντικαπιταλισμού.
Στις συζητήσεις αυτές θα προσκληθούν, ασφαλώς, και εκπρόσωποι της ντόπιας ριζοσπαστικής Αριστεράς, σε μια σύνθεση όπου θα απεικονίζεται η προοπτική των πολιτικών συμμαχιών της ΛΑΕ.
Επίσης οι εκδηλώσεις θα συνδυαστούν με συναυλίες, όπου καλά συγκροτήματα θα αναδεικνύουν ένα «ζωηρό» νεολαιίστικο προσανατολισμό, αφήνοντας ικανοποιημένους και συντρόφους παλιότερων γενιών.
β. Στη φάση που μπαίνουμε, οι πολιτικές συμμαχίες είναι σοβαρή επιλογή. Εμείς, παραδοσιακά, έχουμε υποστηρίξει και συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε μια πολιτική ενότητας στη δράση όλων, χωρίς εξαιρέσεις, των πολιτικών κινήσεων, οργανώσεων και κομμάτων που αναφέρονται στο εργατικό κίνημα και στην προοπτική της σοσιαλιστικής απελευθέρωσης. Μας ενδιαφέρει όλο το φάσμα από το ΚΚΕ ως την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Όμως στην τρέχουσα συγκυρία χρειάζεται μια άμεση πρωτοβουλία που να συγκεντρώνει όσους πραγματικά ενδιαφέρονται γι’ αυτή την προοπτική. Η ΛΑΕ, η Δικτύωση Ριζοσπαστικής Αριστεράς, η ΑΡΚ και άλλες δυνάμεις οφείλουν να συγκροτήσουν έναν κοινό «χώρο», ένα Φόρουμ Διαλόγου και Συντονισμού Δράσης της Αριστεράς. Μια τέτοια πρωτοβουλία συστηματικής κοινής συζήτησης και δράσης μπορεί να γίνει πόλος συσπείρωσης ενός ευρύτερου ανένταχτου δυναμικού που διακρίνεται τόσο στους εργατικούς χώρους όσο και σε τοπικές δράσεις. Αν αυτό επιτευχθεί, τότε τροποποιεί και την ευρύτερη συζήτηση, γιατί θα αποτελεί ένα σοβαρό πλήγμα στο διάχυτο σεχταρισμό και την παθητικότητα.
γ. Τέλος, αλλά όχι τελευταίο σε σημασία, είναι το ζήτημα του κινηματικού συντονισμού. Οι ιδέες για το Κέντρο Αγώνα, για το συντονισμό των τοπικών αντιστάσεων, για νεολαιίστικες πρωτοβουλίες, πρέπει να πάψουν να είναι αφηρημένα σχέδια. Πρέπει να πάρουν σάρκα και οστά, να γίνουν ζητήματα προγραμματισμού οργανώσεων βάσης και αγωνιστών-στριών από τα κάτω.
Ανήκουμε σε αυτούς που υποστηρίζουν ότι η πολιτική κρίση παραμένει ένα ηφαίστειο ενεργό και ότι η πιθανότητα ανεξέλεγκτων πολιτικών εξελίξεων δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Αυτή η εκτίμηση ποτέ δεν μας οδήγησε σε μια εκλογικίστικη αντίληψη, σε μια τακτική της «κάλπης παρά πόδας». Υποστηρίζουμε την ενότητα στη δράση κυρίως για να υπερασπίσουμε τα συμφέροντα του κόσμου μας. Όμως αυτή η τακτική ήταν και είναι πάντα η καλύτερη βάση για να αντιμετωπιστούν σωστά και οι προκλήσεις των εκλογών, όποτε και αν αυτές γίνουν.
Η παρουσίαση εναλλακτικής λύσης στο δίπολο Τσίπρας-Μητσοτάκης έχει προϋποθέσεις πολιτικές, αλλά και προϋποθέσεις σοβαρότητας και μιας μίνιμουμ συγκέντρωσης δυνάμεων. Αν δεν ασχοληθούμε με αυτά από τώρα, με κυρίαρχες τις ιεραρχήσεις του μαζικού κινήματος αντίστασης, τότε κινδυνεύουμε να μείνουμε ευάλωτοι, στον αιφνιδιασμό, στη σεχταριστική παθητικότητα, σε μια εκλογικίστικη-δεξιόστροφη «μετωπική» αντίληψη ή και στο συνδυασμό όλων των παραπάνω που θα οδηγεί σε μια σίγουρη πολιτική ήττα.
Η ΛΑΕ οφείλει να ξεδιπλώσει άμεσα τις πολιτικές και κινηματικές πρωτοβουλίες που θα αποκλείουν αυτά τα ενδεχόμενα.
*Αναδημοσίευση από την "Εργατική Αριστερά", φ. 386 (21/6)