Το «Rproject» συνομίλησε με τη βουλευτή Α΄ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, Μαρία Μπόλαρη, η οποία βρέθηκε για δύο μέρες τόσο στη ΓΑΔΑ, όσο και στα δικαστήρια, σε ένδειξη συμπαράστασης στους 15 κακοποιημένους συλληφθέντες της αντιφασιστικής μοτοπορείας.
Με εκατοντάδες «προληπτικές» προσαγωγές, συλλήψεις, χημικά, αποκλεισμένους σταθμούς μετρό και απαγορεύσεις συγκεντρώσεων, βασισμένες σε χουντικό διάταγμα, προσπάθησε να αντιμετωπίσει η συγκυβέρνηση τις μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας που οργανώθηκαν την Τρίτη, με αφορμή την επίσκεψη της Μέρκελ. Η καλλιέργεια του φόβου όμως δεν πέρασε. Χιλιάδες κόσμου κατέβηκαν στους δρόμους της Αθήνας, απαιτώντας την ανατροπή της κυβέρνησης και της μνημονιακής πολιτικής, που οδηγούν στην εξαθλίωση την πλειοψηφία της κοινωνίας.
Η όξυνση της καταστολής των εργατικών και λαϊκών αγώνων, η κυβερνητική συγκάλυψη στη δράση της ναζιστικής Χρυσής Αυγής, η αμφισβήτηση του δικαιώματος της ελεύθερης διαδήλωσης, είναι ποιοτικά χαρακτηριστικά που μαρτυρούν την όλο και μεγαλύτερη αυταρχικοποίηση του καθεστώτος, ως απάντηση στα αδιέξοδα διαχείρισης της κρίσης από τα αστικά επιτελεία.
Η πρωτοφανής αντιμετώπιση των 15 συλληφθέντων της αντιφασιστικής μοτοπορείας και η κατάφορη παραβίαση των δικαιωμάτων τους είναι ενδεικτική της βαρβαρότητας με την οποία αντιμετωπίζονται όσοι-ες αντιστέκονται στις πολιτικές της φτώχειας και του ρατσισμού. Είτε είναι εργαζόμενοι των ναυπηγείων, είτε μαθητές που κάνουν καταλήψεις, είτε αντιφασίστες που υπερασπίζονται μετανάστες, κινδυνεύουν να βρεθούν στο κρατητήριο ή ακόμα χειρότερα σε κάποιο νοσοκομείο, από αστυνομικό γκλοπ.
Μαρία, παρατηρούμε τις τελευταίες μέρες ότι σχεδόν κάθε κινητοποίηση αντιμετωπίζεται με αστυνομική βία και ποινικές διώξεις. Γενικότερα υπάρχει μια αναβάθμιση της κρατικής καταστολής, με αποκορύφωμα την αντιμετώπιση των 15 συλληφθέντων της αντιφασιστικής μοτοπορείας. Επειδή παρακολούθησες την υπόθεση από κοντά, ποια είναι η εκτίμησή σου;
Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα από την ημέρα της γενικής απεργίας στις 26/9, μέχρι και σήμερα, βιώνουμε μια μεγάλη κλιμάκωση του αυταρχισμού, της καταστολής, της παραβίασης στοιχειωδών κανόνων. Όχι ότι δεν υπήρχε και πριν παραβίαση κοινωνικών δικαιωμάτων. Όμως πλέον μιλάμε για στρατηγική κρατική επιλογή. Είναι πολλά τα στοιχεία και τα περιστατικά που σηματοδοτούν το πέρασμα σε μια –ποιοτικά– διαφορετική κατάσταση. Το γεγονός που ξεχώρισε και αποτελεί τομή είναι τα όσα εξελίχθησαν από το βράδυ της Κυριακής 30/9, όταν μοτοπορεία αντιφασιστών αντιμετωπίστηκε με πρωτοφανή βιαιότητα. Και εννοώ όλα όσα διαδραματίστηκαν από την ημέρα της σύλληψης των 15 αντιφασιστών-τριών και τα όσα ακολούθησαν, μέχρι την απελευθέρωσή τους το βράδυ της περασμένης Παρασκευής.
Πολλά ακούστηκαν και γράφτηκαν για τα γεγονότα εκείνα και τη στάση της αστυνομίας απέναντι στους αντιφασίστες. Τι πραγματικά συνέβη;
Οι λέξεις για τα όσα συνέβησαν και έζησαν οι 15 συλληφθέντες, για όσα υπέστησαν και για τα όσα είδαμε όσοι προστρέξαμε για συμπαράσταση, είναι φτωχές για να αποτυπώσουν την πραγματικότητα. Εκείνη την Κυριακή το βράδυ, αντιφασίστες από τον αντιεξουσιαστικό χώρο οργάνωσαν μοτοπορεία που πέρασε και από την περιοχή της πλατείας Αμερικής, όπου η ναζιστική Χρυσή Αυγή θέλει να δημιουργήσει σκηνικό Αγ. Παντελεήμονα. Ένας από τους πρωτεργάτες χρυσαυγίτες, που νωρίτερα είχε βγει «περιπολία» σε μαγαζιά μεταναστών και εμπλέκεται στις επιθέσεις κατά των γραφείων της Τανζανικής Κοινότητας και της δικηγόρου Ι. Κούρτοβικ, προκάλεσε χαιρετώντας ναζιστικά. Τότε υπήρξε συμπλοκή με συμμετέχοντες στη μοτοπορεία. Αμέσως μετά, μηχανοκίνητα τμήματα της ΕΛ.ΑΣ. επιτέθηκαν με απίστευτη αγριότητα, ανοίγοντας κεφάλια, σπάζοντας χέρια, τραυματίζοντας γόνατα. Μέχρι και «τέιζερ» (συσκευή ηλεκτρικής εκκένωσης) χρησιμοποίησαν ενάντια στα μέλη της μοτοπορείας. Ταυτόχρονα, στις γύρω περιοχές εφορμούσαν σε διάφορα σημεία, συλλαμβάνοντας «υπόπτους».
Υπήρξαν επίσης καταγγελίες από τους συλληφθέντες και την υπεράσπισή τους για βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ. Τι πληροφόρηση έχετε;
Στη ΓΑΔΑ συνεχίστηκαν οι ξυλοδαρμοί, η λεκτική βία και οι απειλές που ξεκινούσαν από το «ξέρουμε πού μένετε και θα σας βρούμε», μέχρι το «θα πάθετε ό,τι οι παππούδες σας στο Γράμμο και το Βίτσι». Στους δικηγόρους απαγορεύτηκε να δουν τους συλληφθέντες. Τελικά κατόρθωσαν να τους συναντήσουν μετά από 18 ώρες. Εδώ να θυμίσω ότι η απαγόρευση επίσκεψης δικηγόρων σε συλληφθέντες είχε συμβεί και στις 26/9 και αφορούσε ακόμα και τους ανήλικους συλληφθέντες. Από τους τραυματίες, η ΕΛ.ΑΣ. επέτρεψε μόνο σε έναν να πάει στο νοσοκομείο, έναν νεαρό σύντροφο που αιμορραγούσε όλο το βράδυ, με σπασμένο κεφάλι και χέρι, ενώ οι υπόλοιποι πήγαν στον ιατροδικαστή μόνο μετά από επιμονή του ανακριτή, στον οποίο απολογήθηκαν την επόμενη μέρα.
Αναφορικά και με το νομικό σκέλος της υπόθεσης, υπήρξαν ενστάσεις για κατάφωρες παραβιάσεις δικαιωμάτων και «μαγειρέματα» στις κατηγορίες. Διαπιστώσατε κάτι τέτοιο;
Διαδικασία που θα μπορούσε να κρατήσει κάποιες ώρες, έστω μια-δυο μέρες, με βάση το καινούργιο δίκαιο που επιβάλλεται, στην ουσία άρχισε να προχωρά την Πέμπτη το πρωί. Οι κρατούμενοι-ες πηγαινοέρχονταν ΓΑΔΑ-Ευελπίδων. Στα δικαστήρια παρέμειναν 12ωρα και 14ωρα με χειροπέδες, οι οποίες με τη σειρά τους προκαλούσαν νέους τραυματισμούς. Η προσπάθεια ήταν να τους αποδώσουν κατηγορίες πέρα από κάθε φαντασία: το πλημμέλημα της αντίστασης κατά της αρχής έπρεπε να μετατραπεί σε κακούργημα σχετιζόμενο με τον «κουκολονόμο», εφόσον οι κατηγορούμενοι φορούσαν κράνος, το οποίο –ως γνωστόν– πρέπει να φορά κάθε μοτοσικλετιστής. Ως εκ θαύματος και σε αντίθεση με την παραπάνω κατηγορία, κάποιοι μάρτυρες αναγνώρισαν τα πρόσωπα των συλληφθέντων, επειδή δεν φορούσαν κράνος! Επίσης, επεδίωκαν να τους φορτωθεί «σκοπούμενη σωματική βλάβη», για τον τραυματισμό του χρυσαυγίτη, «κατοίκου» κατά τα ΜΜΕ, τη στιγμή που άλλα μέλη της ναζιστικής οργάνωσης αφέθηκαν ελεύθερα, ενώ έχουν μαχαιρώσει ή έχουν συντρίψει το κρανίο ανυπεράσπιστων μεταναστών.
Ο κατάλογος των ρατσιστικών-φασιστικών επιθέσεων είναι τόσο μακρύς, που δεν χωράει να ειπωθεί στην παρούσα συνέντευξη. Ακόμα και όσοι «μπερδεύονται» με τη θεωρία των «δύο άκρων», η μεροληψία υπέρ των φασιστών βγάζει κυριολεκτικά μάτι. Και ενώ ένας ανακριτής, όπως είπα, έκανε τη δουλειά του και δεν δεχόταν την προφυλάκιση, εισαγγελείς με άνωθεν εντολές επέμεναν και στην προφυλάκιση και στην παραπομπή με κατηγορίες κακουργημάτων. Να τονίσω εδώ την επίπονη και επίμονη δουλειά των δικηγόρων υπεράσπισης. Τελικά, το ζήτημα παραπέμφθηκε σε συμβούλιο δικαστών. Μετά από πολύωρη και εξοντωτική διαδικασία, οι 15 αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους.
Η απελευθέρωσή τους ήταν δηλαδή θέμα δικαστικής ευαισθησίας και μόνο; Και η αλληλεγγύη που εκδηλώθηκε; Δε θα βόλευε την κυβέρνηση η προφυλάκισή τους, ώστε να ενισχυθεί το προφίλ «νόμου και τάξης» που χτίζει ο Δένδιας;
Προφανώς μέτρησε η στάση των δικαστών. Μέτρησαν όμως και άλλα στοιχεία. Αν οι 15 προφυλακίζονταν, τότε όλος ο νομικός κόσμος, όλο το κίνημα θα μπορούσε να πει ότι το κράτος και όλες οι διαφορετικές του εξουσίες έχουν παραδοθεί στη Χρυσή Αυγή. Μέτρησε φυσικά και η συμπαράσταση του κόσμου, αν και δεν έφτασε στα επίπεδα που απαιτούσε η περίσταση. Τα αντανακλαστικά που επέδειξε το σύνολο της Αριστεράς, κατά τη γνώμη μου, δεν αντιστοιχούσαν στην «εκτροπή» που συνέβη.
Αυτό δεν αφορά τόσο το γεγονός ότι αποχώρησαν οι εργαζόμενοι στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, που είχαν έρθει σε συμπαράσταση για τις 12 συλλήψεις συναδέλφων τους που είχαν παραπεμφθεί στο αυτόφωρο, μετά την εισβολή στο πεντάγωνο. Ο κόσμος αυτός δεν ήξερε ποια δίκη γινόταν στο διπλανό κτίριο και ήταν λάθος των αλληλέγγυων στους 15 να βρίζουν τους εργάτες των ναυπηγείων, ταυτίζοντάς τους με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.
Οι λογικές υποτίμησης της οργανωμένης συνδικαλιστικής δράσης και οι λογικές υποκατάστασης του κινήματος από «φωτισμένες πρωτοπορίες» είναι εντελώς λανθασμένες. Και αυτό το δυσάρεστο περιστατικό αποδεικνύει ότι ο συντονισμός δεν προκύπτει αυτόματα. Χρειάζεται προετοιμασία και ανάλογες πολιτικές επιλογές. Η επίθεση του συστήματος είναι κοινή: και ενάντια στην οργανωμένη εργατική τάξη, στα σωματεία δηλ., και ενάντια στην αυθόρμητη ριζοσπαστικοποίηση. Το ίδιο κοινή πρέπει να είναι και η υπεράσπιση σε όσους αντιστέκονται.
Πού αποσκοπεί όλη αυτή η ένταση του αυταρχισμού; Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήδη έχει ενεργοποιηθεί το κράτος «έκτακτης ανάγκης».
Πέρα από το γεγονός «τομή» που ανέφερα, υπήρξαν και άλλα. Το καθένα με τη δική του συνεισφορά σε αυτό που επιδιώκουν να δημιουργήσουν. Να είμαστε ξεκάθαροι. Τα μέτρα κοινωνικής ισοπέδωσης, που θέλουν να περάσουν η κυβέρνηση, η τρόικα, η ντόπια και η ξένη κυρίαρχη τάξη, απαιτούν ακραία καταστολή, ξαναγράψιμο του Συντάγματος και των κανόνων δικαίου. Όσο πιο ακραία μέτρα προωθούν και επειδή δεν μπορούν να βρουν κοινωνική συναίνεση, τόσο οι «από πάνω» καταφεύγουν στην καταστολή. Το «μπράντεφερ» του συσχετισμού ανάμεσα στην άρχουσα τάξη και τους καταπιεσμένους θα αντανακλάται και στο «μπράντεφερ» για την ανατροπή των όσων ισχύουν ως δίκαιο. Που πάντα είναι ταξικό, που πάντα αντικατοπτρίζει συσχετισμούς.
Και η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ ειδικότερα, ποια απάντηση έχει γι’ αυτή την επίθεση στις ζωές και τα δικαιώματά μας;
Όταν συλλαμβάνουν νεολαίους σε προσυγκεντρώσεις για τη γενική απεργία, όταν σέρνουν στη ΓΑΔΑ και στην Ευελπίδων και τους απλήρωτους εργαζόμενους του Σκαραμαγκά και τους εργαζόμενους της ΔΕΗ, που αναζητούν στοιχεία για το ληστρικό χαράτσι, όταν απαγορεύουν τις συναθροίσεις, θυμίζοντας εποχές χούντας, τότε ο δρόμος της Αριστεράς και συνολικά του κινήματος πρέπει να είναι η ανάπτυξη των αγώνων, που θα δένουν όμως όλες τις πλευρές της επίθεσης. Την πάλη για την υπεράσπιση των μισθών, των συντάξεων και των εργασιακών σχέσεων, με την πάλη ενάντια στην καταστολή και τη φασιστική βία.
Οι διαφορετικές ιδεολογικές προελεύσεις, οι ιεραρχήσεις στα περιεχόμενα και η καχυποψία είναι κατανοητές, αλλά δεν πρέπει να δημιουργούν «τείχη» που θα εμποδίζουν μια συντονισμένη, μαζική, μαχητική δράση και πολιτική, με στόχο την ανατροπή όσων μας επιφυλάσσουν και το άνοιγμα της προοπτικής για όλα όσα μας αξίζουν. Το δυναμικό και η διαθεσιμότητα του κόσμου της εργασίας, που εκδηλώθηκαν με διάφορες αφορμές από την πανεργατική απεργία έως και σήμερα, δηλώνουν τις απαιτήσεις του και τις παράλληλες υποχρεώσεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Για τη χάραξη της πολιτικής του, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει παρά να μελετήσει αυτή την εικόνα και να κάνει τις αντίστοιχες επιλογές. Για τα στελέχη της ΔΕΑ, τα μέλη και τους φίλους της, τις βουλευτίνες της, είναι καθαρό ότι δίνουμε τη μάχη του «ή εμείς ή αυτοί» και είμαστε προσηλωμένοι στα συμφέροντα των πολλών, που δουλεύουν και παλεύουν, που «χωρίς αυτούς, γρανάζι δε γυρνά», που χωρίς τους αγώνες τους, κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα δεν υπάρχουν.