Ο Στάθης Κουβελάκης γράφει από το Παρίσι για τη σημασία που έχει η τρέχουσα κοινωνική σύγκρουση και για τον Μακρόν και για τα συνδικάτα, σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο Jacobin (με τίτλο «ο Μακρόν θέλει να τελειώσει το γαλλικό κοινωνικό κράτος) μετά την πρώτη «μέρα δράσης» στις 5 Δεκέμβρη και αναδημοσιεύτηκε στην Εργατική Αριστερά στις 17 Δεκέμβρη, κατά την τέταρτη "μέρα δράσης" από τα συνδικάτα στη Γαλλία εν μέσω κυλιόμενων απεργιών σε κρίσιμους κλάδους.

Η σημασία των απεργιών της Παρασκευής στη Γαλλία είναι αναμφίβολη. Οι δράσεις στις 5 Δεκέμβρη αποτέλεσαν μια ισχυρή απάντηση στην επίθεση του Εμμανουέλ Μακρόν στις συντάξεις και έδειξαν ότι εκατομμύρια άνθρωποι είναι πρόθυμοι να αντισταθούν στη σχεδιασμένη διάλυση του κοινωνικού κράτους της Γαλλίας. Όπως φάνηκε από τις τοπικές κινητοποιήσεις σε εκατοντάδες μικρές και μεγάλες πόλεις σε όλη τη Γαλλία, δεν επρόκειτο απλώς για μια «μέρα δράσης», αλλά για την πρώτη μέρα μιας κινητοποίησης που ήδη μοιάζει με παρατεταμένο απεργιακό κίνημα. 

Από την Παρασκευή η συμμετοχή ήταν εντυπωσιακή. Η οικονομική δραστηριότητα στο Παρίσι και στα περίχωρά του παρέλυσε, με σχεδόν όλους τους σταθμούς του μετρό να παραμένουν κλειστοί. Πανεθνικά ακυρώθηκε πάνω από το 90% των δρομολογίων των τρένων, ενώ ένα ευρύ φάσμα δημοσίων υπαλλήλων, που περιλάμβανε από ταχυδρομικούς κι εργαζόμενους στην ενέργεια μέχρι δικαστικούς, συμμετείχε επίσης στην απεργία σε σημαντικούς αριθμούς. Μεγάλη έκπληξη προκάλεσε η μαζική συμμετοχή των εκπαιδευτικών, που δεν αντιμετωπίζουν μόνο βαριές περικοπές στις συντάξεις, αλλά και μια σειρά από «μεταρρυθμίσεις» που πιέζουν ασφυκτικά τον κλάδο.

Οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα συμμετείχαν σε χαμηλότερους, αλλά και πάλι σημαντικούς αριθμούς: Μέχρι την Πέμπτη, η CGT είχε συγκεντρώσει απεργιακές αποφάσεις από τουλάχιστον 2.000 χώρους δουλειάς στον ιδιωτικό τομέα σε όλη τη χώρα. Όπως αναμενόταν, οι εργάτες στα διυλιστήρια συμμετείχαν μαζικά στην απεργία, ενώ ήταν επίσης σημαντική η συμμετοχή των εργαζομένων στις εγχώριες αερογραμμές της Γαλλίας. Τα εργοστάσια της Ρενό ανακοίνωσαν ότι κατά μέσο όρο συμμετείχε το 5% της εργατικής δύναμης στην απεργία –ένα μικρό ποσοστό με ιστορικά στάνταρ, που παραμένει όμως το μεγαλύτερο της τελευταίας δεκαετίας σε επίπεδο κινητοποίησης σε ολόκληρη την εταιρεία.

Το μέγεθος των διαδηλώσεων ήταν μια άλλη κρίσιμη δοκιμασία για την κινητοποίηση. Και σ’ αυτό το πεδίο οι αριθμοί αποκάλυψαν μια πραγματική δυναμική. Ενώ οι κρατικές πηγές ισχυρίζονται ότι 70.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στο Παρίσι και 806.000 σε όλη τη χώρα, τα συνδικάτα υπολογίζουν 250.000 στην πρωτεύουσα και 1.5 εκατομμύριο σε όλη τη Γαλλία. Διάφορες εκτιμήσεις από τοπικά ΜΜΕ εύκολα βγάζουν άθροισμα ενός εκατομμυρίου πανεθνικά.

Πράγματι, η κινητοποίηση δεν ήταν καθόλου περιορισμένη στο Παρίσι. Η Τουλούζ είχε τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο δρόμο αναλογικά με τον πληθυσμό (εκατό χιλιάδες σύμφωνα με τους διοργανωτές). Στο μεταξύ η παλιά πόλη-λιμάνι της Χάβρης είχε την πιο εμφανή συμμετοχή των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα (λιμενεργάτες, μηχανικοί, εργαζόμενοι στα διυλιστήρια και στα τηλεφωνικά κέντρα), όπως συνέβαινε και το 2016 στο κίνημα ενάντια στη μεταρρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας. Αλλά η μεγαλύτερη επιτυχία βρίσκεται στους εντυπωσιακούς αριθμούς ανθρώπων που κατέβηκαν στους δρόμους σε εκατοντάδες μικρές και μεσαίες πόλεις –ένα αλάθητο δείγμα του βάθους της κινητοποίησης σε όλη τη γαλλική κοινωνία.

Οι διαδηλώσεις διευκόλυναν μια ουσιαστική σύγκλιση μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Οι εργαζόμενοι στις δημόσιες συγκοινωνίες και οι εκπαιδευτικοί ενώθηκαν με τους φοιτητές και τους μαθητές, με τα κίτρινα γιλέκα και με εργάτες άλλων κλάδων. Αλλά αυτές οι διαφορετικές ομάδες ενώνονται επίσης από την κοινή κατανόηση ότι χρειάζονται πολύ περισσότερα από μια μέρα δράσης για να νικηθεί ο Μακρόν. Αυτή η συνειδητοποίηση στην πραγματικότητα αφορά τον ευρύτερο πληθυσμό –πράγματι, όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια καθαρή πλειοψηφική υποστήριξη για το απεργιακό κίνημα.

Κατά τις κινητοποιήσεις των κίτρινων γιλέκων στη διάρκεια του περασμένου χρόνου, αρκετοί ισχυρίστηκαν ότι οι απεργίες και οι διαδηλώσεις δεν αποτελούν πλέον ισχυρά μέσα συλλογικής δράσης. Αρκούσε μόνο μια μέρα δράσης την Παρασκευή, με τους εργάτες να παραλύουν την οικονομία, για να εξαφανίσει κάθε τέτοια συζήτηση. Και απέναντι στην προσπάθεια του Μακρόν να ξηλώσει το κοινωνικό κράτος της Γαλλίας, υπάρχουν ήδη τα σημάδια ότι αυτό το κίνημα ήρθε για να μείνει.

Παράδοση κινητοποιήσεων

Η υποστήριξη σ’ αυτή την απεργία δεν ήρθε από το πουθενά. Το ίδιο ισχύει και για την επιθυμία του Εμμανουέλ Μακρόν για μια θατσερικού τύπου σύγκρουση με το κοινωνικό κράτος, που παραμένει μέχρι σήμερα παράδειγμα της «γαλλικής εξαίρεσης».

Η φήμη της Γαλλίας για τις κινητοποιήσεις της –που συχνά δυσφημείται ως η «γαλλική ασθένεια»– είναι απολύτως δικαιολογημένη. Τα πεπραγμένα των Γάλλων εργατών στην πάλη ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό ξεχωρίζουν αρκετά ανάμεσα στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 κι έπειτα έχουν ξεσπάσει πολλά μαζικά κινήματα εναντίωσης σε νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Αλλά ακόμα πιο αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι –σε αντίθεση με την κατάσταση που επικράτησε στην Ευρώπη μετά την απεργία των Βρετανών ανθρακωρύχων το 1984-1985– δεν έληξαν όλα αυτά τα κινήματα με ήττες.

Το 1986, ένα αναγεννημένο φοιτητικό κίνημα σταμάτησε μια απόπειρα να επιβληθούν δίδακτρα στα πανεπιστήμια. Η πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση παραμένει ουσιαστικά δωρεάν μέχρι σήμερα, παρά την πρόσφατη τάση να χρεώνονται κάποια προγράμματα μάστερ και την εισαγωγή διδάκτρων για φοιτητές εκτός ΕΕ.

Το 1995 ένα κύμα απεργιών των δημοσίων υπαλλήλων κατάφερε να σταματήσει μια «μεταρρύθμιση» των συνταξιοδοτικών ταμείων τους από την κεντροδεξιά κυβέρνηση του Αλέν Ζιπέ. Δύο χρόνια μετά, η Δεξιά ηττήθηκε στις πρόωρες εκλογές που κάλεσε ο πρόεδρος Ζακ Ζιράκ και ανέλαβε μια κυβέρνηση της «πληθυντικής Αριστεράς».

Πιο πρόσφατα, το 2006, μια κινητοποίηση της νεολαίας, που υποστηρίχθηκε από μαζικές διαδηλώσεις των συνδικάτων, υποχρέωσε την κυβέρνηση να αποσύρει ένα σχέδιο που θα εισήγαγε επισφαλείς συμβάσεις εργασίας (le contrat première embauche, CPE, το Σύμφωνο Πρώτης Απασχόλησης) για τους κάτω των 26 ετών.

Τέλος, το κίνημα των κίτρινων γιλέκων, που ξεκίνησε το Νοέμβρη του 2018 –και το οποίο συνεχίζει ακόμα– υποχρέωσε τον Εμμανουέλ Μακρόν να αποσύρει δύο σχεδιαζόμενες φορολογικές αυξήσεις (στα καύσιμα και στις συντάξεις) και να προχωρήσει και σε άλλες ανακοινώσεις, που στόχευσαν να κατευνάσουν τους διαδηλωτές.

Βάζοντας τέλος στη γαλλική εξαίρεση

Αυτά δεν σημαίνουν ότι ο γαλλικός νεοφιλελευθερισμός ανακόπηκε συνολικά –πράγματι, άλλες μεγάλες κινητοποιήσεις δεν κατάφεραν να οδηγήσουν σε νίκες, με πιο σημαντικά παραδείγματα τις παλιότερες μάχες ενάντια σε συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις το 2003 και το 2010. Αλλά η παρατεταμένη αντίσταση στο νεοφιλελευθερισμό είχε ένα μόνιμο αντίκτυπο που άντεξε –και εξηγεί γιατί το κοινωνικό κράτος της Γαλλίας έχει αποδειχθεί πολύ πιο ανθεκτικό από εκείνα σχεδόν όλων των δυτικών χωρών. Προς μεγάλη θλίψη της εγχώριας ελίτ και των υψηλόβαθμων γραφειοκρατών στην ΕΕ και τον ΟΟΣΑ, η Γαλλία βρίσκεται στην κορυφή της λίστας κρατικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Αποτελώντας σχεδόν το 55%, το επίπεδο δαπανών ξεπερνά όλες τις σκανδιναβικές χώρες και βρίσκεται περίπου 10 μονάδες πάνω από αυτό της Γερμανίας και του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ.

Η προεδρία Μακρόν, με τη συντριπτική υποστήριξη της γαλλικής καπιταλιστικής τάξης και των ευρωπαίων ομολόγων της, ήταν εξαρχής προορισμένη να βάλει τέλος σε αυτή τη «γαλλική εξαίρεση». Ο πρώτος ενάμιση χρόνος μετά την εκλογή του έδειχνε ότι θα μπορούσε να το καταφέρει. Ένα κύμα σκληρών νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων σάρωσε σχεδόν κάθε τομέα οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Το εκπαιδευτικό σύστημα υπάχθηκε σε μια ατζέντα «επιλογών», ενώ οι σιδηρόδρομοι και οι δημόσιες συγκοινωνίες ανοίχτηκαν στον «ανταγωνισμό» και πουλήθηκαν στον ιδιωτικό τομέα.

Η εργατική νομοθεσία προσαρμόστηκε ακόμα περισσότερο στις νόρμες μιας «ευέλικτης» αγοράς εργασίας, η κοινωνική κατοικία υποχρεώθηκε να πουλήσει τμήμα του οικιστικού αποθέματός της, ο δημόσιος τομέας υποβλήθηκε στο σύνολό του σε μια σκληρή «δίαιτα» και το σύστημα υγείας υποβλήθηκε σε επίπεδα άνευ προηγουμένου ελλείψεων και πίεσης.

Υπήρξαν αντίστοιχα σκληρές επιθέσεις ενάντια στα διάφορα κινήματα που διαμαρτυρήθηκαν ενάντια σε αυτή τη σκλήρυνση του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος, τα οποία αντιμετώπισαν ένα επίπεδο καταστολής που δεν είχε προηγούμενο στα χρόνια μετά το 1968. Τα κίτρινα γιλέκα υπέστησαν ιδιαίτερα ακραία αστυνομική και δικαστική βία: εκατοντάδες τραυματίστηκαν σοβαρά, πάνω από 3.000 καταδικάστηκαν και πάνω από 10.000 συνελήφθησαν στη διάρκεια των κινητοποιήσεων.

Κρίσιμη δοκιμασία

Μέχρι το φθινόπωρο, ο Μακρόν μπορούσε λοιπόν να καυχιέται ότι έκαμψε την αντίσταση, καμαρώνοντας για την επιτυχία του να ξεδιπλώσει το πρόγραμμά του χωρίς εμπόδια. Αλλά η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση έμελλε να είναι η κρίσιμη δοκιμασία για την εξουσία του.

Αυτή η «δομική μεταρρύθμιση» ήταν στα σκαριά εδώ κι ένα χρόνο –και έχει σχεδιαστεί ως μια αποφασιστική κίνηση διάλυσης του «κοινωνικού μοντέλου» της Γαλλίας.

Με παρόμοια λογική, επιδιώκει να αντικαταστήσει αυτό το μοντέλο με ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς, που θα στηρίζεται σε ένα ελάχιστο επίπεδο κρατικής επιδότησης και θα συμπληρώνεται από ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία και το επιπλέον εισόδημα που προσδοκάται ότι θα φέρνουν οι γηραιότεροι, συνεχίζοντας να απασχολούνται στη μισθωτή εργασία.

Ο Μακρόν και η κυβέρνησή του παρουσιάζουν το νέο σύστημα ως «πιο δίκαιο», καθώς φέρεται να έχει «καθολικό» χαρακτήρα –δηλαδή ένα κοινό σύστημα για όλους τους μισθωτούς και ακόμα και για πολλούς αυτοαπασχολούμενους. Συνεπώς, όσοι διαφωνούν, έχουν ως κίνητρο τη θέληση να κρατήσουν τα «συντεχνιακά προνόμιά τους», όπως οι σιδηροδρομικοί και οι εργαζόμενοι στις δημόσιες συγκοινωνίες που μπορούν να συνταξιοδοτηθούν νωρίτερα από τους υπόλοιπους, ως αποζημίωση για τις εργασιακές συνθήκες και τα ωράρια που έχουν.

Αλλά δεν χρειάστηκε πολύς καιρός για να αντιληφθεί η κοινή γνώμη ότι αυτή η μεταρρύθμιση δεν «εξίσωνε προς τα πάνω» τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, αλλά τα «εξίσωνε προς τα κάτω». Πραγματικά, αυτή η μεταρρύθμιση θα αυξήσει ακόμα περισσότερο το μέσο όρο ηλικίας συνταξιοδότησης. Παρά τις εντατικές προσπάθειες των προπαγανδιστών της κυβέρνησης και των φιλικών της ΜΜΕ, ως τα τέλη Νοέμβρη οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι περίπου τα 2/3 του πληθυσμού απέρριπταν τη μεταρρύθμιση και υποστήριζαν τις απεργίες εναντίον της.

Η αποφασιστική μάχη του Μακρόν

Από εκείνη τη στιγμή ήταν εμφανές ότι η κυβέρνηση κατευθυνόταν αρκετά σκόπιμα προς μια μεγάλη κοινωνική σύγκρουση. Πράγματι, ο Μακρόν αναζητά μια αποφασιστική «στιγμή», αντίστοιχη με αυτά που σήμαινε η απεργία των ανθρακωρύχων για τον θατσερισμό στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Αλλά ο συσχετισμός δυνάμεων που αντιμετωπίζει, αποδείχθηκε πολύ πιο επικίνδυνος. Αντί να στοχοποιήσει ένα συγκεκριμένο κλάδο, αυτή η μεταρρύθμιση μας προσφέρει ακριβώς αυτό που έλειπε από τα προηγούμενα πρόσφατα κινήματα διαμαρτυρίας: συγκεκριμένα, μια σύγκλιση των διάφορων κινητοποιήσεων γύρω από έναν κοινό στόχο που αποκρυσταλλώνει την ευρύτερη αντίθεση σε όλο το νεοφιλελεύθερο καθεστώς. Και είναι εμφανές ότι μόνο το συνδικαλιστικό κίνημα μπορεί να αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά για ένα τέτοιο γενικευμένο κίνημα.

Δεν θα είναι ένα εύκολο καθήκον. Οι διαδοχικές αποτυχίες των κινητοποιήσεων των τελευταίων χρόνων έχουν αποδυναμώσει τα συνδικάτα, ιδιαίτερα τα πιο μαχητικά (την CGT και τα Solidaires [SUD]). Τον περασμένο χρόνο, η διστακτικότητα της CGT να ενωθεί με το κίνημα των κίτρινων γιλέκων δημιούργησε επιπλέον δυσκολίες στην προσπάθεια να συσπειρωθούν ευρύτερα στρώματα γύρω από τα πιο μαχητικά τμήματα της εργατικής τάξης.

Αλλά κάποιοι τουλάχιστον έχουν βγάλει στρατηγικά συμπεράσματα από τα προηγούμενα κινήματα. Συγκεκριμένα, όλο και περισσότεροι έχουν κατανοήσει ότι η τάση των συνδικαλιστικών ηγεσιών να προτιμούν ασυνεχείς μορφές απεργιακής δράσης, κατακερματισμένες ανά κλάδο, έχουν αποδειχτεί αναποτελεσματικές και διασπαστικές, υποσκάπτοντας την αναγκαία ενότητα γύρω από κοινούς στόχους.

Το κίνημα που ξεκίνησε στις 5 Δεκέμβρη έχει αξιοποιήσει αυτή τη σκληρή εμπειρία. Ήταν καθαρό από την αρχή ότι αυτό που χρειάζεται είναι η προοπτική μιας γενικευμένης απεργίας –μια κλιμακούμενη απεργιακή δράση στην οποία η ίδια η βάση θα παίζει ηγετικό ρόλο μέσα από καθημερινές συνελεύσεις σε τοπικό επίπεδο. Αυτό είναι κρίσιμο όχι μόνο για να λογοδοτούν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, αλλά και για να χτιστεί από τα κάτω η αναγκαία σύγκλιση με άλλες ομάδες όπως τα κίτρινα γιλέκα, οι φοιτητές, οι υγειονομικοί που ήδη διεξάγουν εντυπωσιακές απεργίες.

Η αποφασιστική βδομάδα

Στους πλέον θιγόμενους κλάδους (σιδηρόδρομοι, δημόσιες συγκοινωνίες, διυλιστήρια) η απεργία επεκτάθηκε ως τη Δευτέρα. Η αποφασιστική δοκιμασία για το κίνημα θα έρθει την ερχόμενη εβδομάδα. Η απεργιακή δράση μπορεί να μη μετατραπεί τελικά σε μια «γενική απεργία» που θα περιλαμβάνει όλους τους εργαζόμενους. Αλλά είναι σαφές ότι η «απεργία δι’ αντιπροσώπου» –όπου η πλειοψηφία «εξουσιοδοτεί» στρατηγικά ισχυρούς δημόσιους υπάλληλους να δράσουν, ενώ η ίδια περιορίζεται στην παθητική υποστήριξη– δεν θα είναι αρκετή.

Σε αυτό το πνεύμα, τα συνδικάτα ανακοίνωσαν άλλες δύο μέρες διαδηλώσεων για την Τρίτη και την Πέμπτη, καλώντας σε «συνέχεια κι ενίσχυση» της απεργίας στους διάφορους κλάδους. Αντιδρώντας σε αυτό το κίνημα, η κυβέρνηση αναμένεται να ανακοινώσει νέα μέτρα την Τετάρτη –αν και η όποια παραχώρηση αναμένεται να είναι διακοσμητική. Είναι σαφές ότι η συνέχεια του χτισίματος της ορμής του κινήματος είναι η πρώτη προϋπόθεση για ένα κίνημα που θα μπορέσει να συνταράξει συθέμελα την προεδρία Μακρόν.

Σε αυτόν τον αγώνα, τα συνδικάτα έχουν μια σπάνια ευκαιρία να αποκατασταθούν και πάλι ως η ραχοκοκαλιά της αντίστασης στον νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα. Μετά τις 5 Δεκέμβρη, υπάρχουν οι συνθήκες όχι απλά για μια στιγμή «τονωτικής» συμβολικής κινητοποίησης, αλλά για μάχη για μια πραγματική νίκη. Αυτό από μόνο του είναι ένα σημαντικό επίτευγμα –κι ένα πολύτιμο μάθημα για τους επόμενους αγώνες.

Ετικέτες