Πριν από σχεδόν 100 χρόνια, στις 23 Μάρτη του 1919, στην πλατεία του Σαν Σεπλόρο του Μιλάνο, μαζεύτηκαν εκατό περίπου άτομα, για να κηρύξουν «τον πόλεμο ενάντια στο σοσιαλισμό, επειδή είχε εναντιωθεί στον εθνικισμό». Λίγες μέρες μετά την πρώτη τους ιδρυτική συνάντηση, κάποιοι από αυτούς εισβάλλουν στα γραφεία της σοσιαλιστικής εφημερίδας Avanti. Σκοτώνουν 4 και τραυματίζουν 39. Το πρώτο βήμα των φασιστών προς την εξόντωση του εσωτερικού εχθρού είχε συντελεστεί.

Θα ακολουθούσαν εκατομμύρια θύματα: τους σοσιαλιστές της Avanti διαδέχτηκαν οι Εβραίοι, οι Γερμανοί κομμουνιστές, οι Ισπανοί αναρχικοί …ο Σαχζατ Λουκμάν, ο Παύλος Φύσσας. Οι δολοφόνοι εναλλάσσονται και αυτοί: τους μελανοχίτωνες (οι ιταλικές ομάδες κρούσης) ακολουθούν τα Ες-Ες των ναζί, οι φαλαγγίτες του Φράνκο…τα τάγματα εφόδου της Χρυσής Αυγής. Οι πρωταγωνιστές αλλάζουν, το σενάριο μένει απαράλλαχτο: η εξόντωση του εχθρού του «έθνους».

Όπως πλέον έχουμε καταλάβει (όσοι τουλάχιστον δεν κλείνουμε επίτηδες τα μάτια μπροστά στην αλήθεια), η Χ.Α έχει πραγματικά εντρυφήσει στο πώς προετοιμάζεται κανείς για να εξοντώσει -με ωμή βία- «τον εχθρό του έθνους»: οπλοστάσιο με 4.000 όπλα, τεχνικές μαχαιρώματος που εφαρμόζονται πάνω σε ζώα, στρατιωτική εκπαίδευση, στρατιωτική δομή και, προφανώς, πρακτική εφαρμογή «της τέχνης» της δολοφονίας -εδώ και τρεις δεκαετίες- πάνω στους μετανάστες , νύχτα, στα στενά σοκάκια .Τον Σεπτέμβρη, η βίαιη πρακτική αναβαθμίστηκε. Εκτός των «αλλοεθνών» «υπανθρώπων» μεταναστών, ήρθε η ώρα για τους «ανθέλληνες, τους μπολσεβίκους και τους αναρχικούς» όπως λέει και το σύνθημα των φασιστών. Επίθεση με ρόπαλα επενδυμένα με καρφιά στο ΠΑΜΕ που παραλίγο να είχε, όχι έναν, μα πολλούς νεκρούς. Μετά, στον Φύσσα, το όπλο το χειριζόταν ο έμπειρος Ρουπακιάς. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, ενώ ήταν φανερό πως η Χ.Α προχωρούσε σε σχεδιασμένες δολοφονικές ενέργειες, πάντα αρνιόταν κατηγορηματικά πως είχε προχωρήσει βάσει κεντρικού σχεδιασμού, ή έστω πως οι δολοφονίες ήταν μέρος του πολιτικού τους σχεδίου. Oπως και με τον Σαχζάτ Λουκμάν, έτσι και με τον Φύσσα , όταν αποκαλύφθηκε η δολοφονική δράση, καταδικάστηκε η ενέργεια και ο δολοφόνος απομακρύνθηκε.

Μα, να! Η Χρυσή Αυγή τώρα επιλέγει μια άλλη τακτική: Τις προηγούμενες μέρες κατεβάζουν πανό προς τιμήν του Φύσσα και βεβηλώνουν τον τόπο που πέθανε. Όχι μια, μα δυο φορές. Αυτή η κίνηση μάλιστα συνδυάζεται με επιθέσεις και παρελάσεις των ταγμάτων εφόδου σε διάφορες περιοχές όπως η επίθεση στο Ρεσάλτο ή το χτύπημα του μετανάστη στη Νίκαια .

Έχουμε την εκτίμηση πως αυτή η ακολουθία κινήσεων είναι μια τομή. Το μήνυμα,εμμέσως πλην σαφώς ,είναι «ναι, εμείς σκοτώσαμε τον Φύσσα και ετοιμαζόμαστε να συνεχίσουμε και με άλλους εχθρούς του έθνους». Xρειάζεται λοιπόν να σημάνει συναγερμός και να προετοιμαστούμε για να σταματήσουμε τις επιθετικές ενέργειες των φασιστών, μα πρώτα πρέπει να αναλύσουμε και να αποσαφηνίσουμε τους λόγους που τους οδηγούν να υιοθετήσουν αυτή τη νέα τακτική.

Θα μπορούσαμε να πούμε πως οι αιτίες έχουν μια διπλή όψη. Η πρώτη αφορά την ίδια τη φύση του φασισμού και η δεύτερη τη συγκεκριμένη συγκυρία που διανύουμε και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.

Για την φύση του φασισμού. Ο φασισμός, αν και παρουσιάζει αρκετές διαφοροποιήσεις ανάλογα με την ιστορική περίοδο ή τη χώρα που αναπτύσσεται, έχει κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Για την εξήγηση της νέας τακτικής της Χ.Α εκτιμούμε πως χρειάζεται να εξετάσουμε τα ακόλουθα τρία.

  1. Το κύριο χαρακτηριστικό του φασισμού βρίσκεται στην αφήγηση που μιλά για «ανάκτηση της χαμένης δόξας του έθνους και του εκλεκτού λαού». Όπως η Γερμανία είχε ατιμαστεί από τη Συνθήκη των Βερσαλιών μετά την ήττα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο Χίτλερ θα της ξανάδινε τη χαμένη της δόξα, έτσι και σήμερα ο «εκλεκτός ελληνικός λαός» έχει απ’τη μια ταπεινωθεί απ’τους ξένους τοκογλύφους κι απ’την άλλη κινδυνεύει από τους «άπατρεις, ανθέλληνες» αριστεροαναρχικούς που καταστρέφουν την εθνική συνοχή προτάσσοντας τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων πάνω από το «κοινό καλό» της χώρας. Ένα τέτοιο ειδεχθές έγκλημα -σύμφωνα με τη φασιστική λογική- επισείει και μια σκληρή τιμωρία, την τιμωρία που αρμόζει σε αυτούς που διέπραξαν εσχάτη προδοσία, δηλ. το θάνατο. Οπότε «ναι λοιπόν, εμείς σκοτώσαμε τον εθνοπροδότη Φύσσα και το ίδιο σκοπεύουμε να κάνουμε με όλους τους ομοίους του».
  2. Ο εκλεκτός λαός είναι ΠΑΝΤΑ το θύμα. Ο εχθρός είτε του επιτίθεται, είτε προετοιμάζει πανούργες ενέργειες εναντίον του. Είτε είναι οι κακοί Εβραίοι, είτε οι Πακιστανοί, είτε αναρχομπολσεβίκοι (εσωτερικός εχθρός) είτε εξωτερικός (Τούρκοι, Σκοπιανοί),σκευωρίες στήνονται διαρκώς προκειμένου να εμποδίσουν τους εκλεκτούς να γίνουν οι κυρίαρχοι και να δοξαστούν. Προς θεού λοιπόν! Να μην αμυνθούμε απέναντι στις φρικτές επιθέσεις που δεχόμαστε; Ποια καλύτερη άμυνα από την επίθεση;
  3. Μπορεί να νομίζει κανείς πως οι φασίστες χρησιμοποιούν μεν βία, μα σαν αναγκαίο μέσο για να πετύχουν το σκοπό τους και, αν μπορούσαν, θα την απέφευγαν. Μια τέτοια αντίληψη είναι εκτός πραγματικότητας. Λατρεύουν τη βία σαν τέτοια. Η έννοια της ανδρείας, δύναμης, ρώμης, της πολεμικής τέχνης, της εξόντωσης του αντιπάλου είναι εξαιρετικά διεγερτικά και τονωτικά γι’αυτούς . Φαντασιώνονται πως, σαν τους 300 του Λεωνίδα στην ταινία, γυμνοί, σούπερ δυνατοί εξοντώνουν τους εχθρούς με απίστευτη ανδρεία και θάρρος (τώρα το τι ανδρεία και θάρρος θέλει η πρακτική ενός οπλισμένου μπουλουκιού που επιτίθεται σε λίγους άοπλους δεν έχει απαντηθεί ακόμα…). Λόγω λοιπόν της ικανότητάς τους να ασκούν βία, όχι μόνο «εξιτάρονται» οι ίδιοι, μα χτίζουν και τον μύθο του αήττητου. Σύμφωνα με τον μύθο αυτό, δεν τολμά κανείς να τους επιτεθεί συνήθως, μα όποιος το κάνει, τιμωρείται απίστευτα σκληρά. Είναι τόσο ισχυροί που δεν έχει καν νόημα η σύγκρουση μαζί τους, αφού είναι προδιαγεγραμμένο πως επικρατούν, κάτι σαν …την Μπαρτσελόνα στο ποδόσφαιρο ή τον Τσάκ Νόρις…

Αφού είδαμε τα γενικά φασιστικά χαρακτηριστικά, ας δούμε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συγκυρίας που οδηγούν στην αλλαγή τακτικής.

Ο συσχετισμός δύναμης: Κύριο συστατικό που δυναμώνει την Χ.Α στη σημερινή συγκυρία είναι πως ο συσχετισμός δύναμης είναι υπέρ της αστικής τάξης. Το ηθικό των εργατών, της νεολαίας είναι πολύ χαμηλό, αφού έχουν τσακιστεί από τα βίαια μέτρα λιτότητας, με μισθούς πείνας, τεράστια ανεργία και αφού έχουν δώσει πολλούς αγώνες χωρίς επιτυχία. Έτσι η εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους είναι μειωμένη και, είτε αναμένουν στην πλειοψηφία τους -με μια λογική ανάθεσης- «να βγει ο Σύριζα να σταματήσει την καταστροφή», είτε έχουν απελπιστεί και καταφεύγουν σε λογικές «ατομικού δρόμου». Από την απεργία των καθηγητώντο Σεπτέμβρη μέχρι τώρα είναι φανερό λοιπόν πως έχουμε μια από τις χειρότερες στιγμές του κινήματος.

Ο εφησυχασμός του αντιφασιστικού κινήματος: Mετά τη δολοφονία του Φύσσα,είχαμε μια μεγάλη άνοδο των αντιφασιστικών κινητοποιήσεων. Δυστυχώς -στις περισσότερες περιπτώσεις- δεν μπόρεσαν να διατηρηθούν και να παράξουν μόνιμες αντιφασιστικές δομές με ουσιαστικό έργο. Υπήρξαν κινητοποιήσεις και αντισυγκεντρώσεις, μα περιορισμένες και σχετικά άμαζες.

Η αλλαγή τακτικής του αστικού κράτους: H αλλαγή αντιμετώπισης των φασιστών ήταν πραγματικά ραγδαία. Ξαφνικά το κράτος που έπαιξε για λίγο το ρόλο του δίκαιου διαιτητή (φυλάκισε 6 βουλευτές, αποκάλυψε οπλοστάσια, εικόνες που εκθέτουν, προχώρησε σε δίκες που εκκρεμούν) αρχίζει να μεροληπτεί -σύμφωνα με τις παλιές του συνήθειες- στα αντικανονικά μαρκαρίσματα των φασιστών (Ρεσάλτο: ούτε μία προσαγωγή, Ίμια: ενώ απαγορεύονταν οι πορείες, τους αφήνουν να παρελάσουν ανενόχλητοι κ.τ.λ). Είναι φανερό πως η αστική τάξη και η κυβέρνηση -που προσπαθεί να εκφράσει τη θέλησή της- θέλει μια Χ.Α που να την ελέγχει, να είναι στο περιθώριο και να εκφοβίζει τον αντίπαλο. Επειδή όμως η Χ.Α δεν είναι - όπως, λανθασμένα, θεωρεί κομμάτι της Αριστεράς- απλά «το σκυλί τους», αλλά έχει αυτονομία και χαρακτηριστικά κινήματος (παρότι απέχει ακόμα από το να γίνει κάτι τέτοιο, )μπορεί -κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες- να ξεφύγει από τον έλεγχο, να αποκτήσει ισχύ και να διαπραγματευτεί την άνοδό της στην εξουσία.

Η κοινωνική βάση αποφασισμένη και σταθερή: Μπορεί να βρέθηκε σε φάση οπισθοχώρησης, μπορεί να αποκαλύφθηκε πως είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ναζί, πως σκοτώνουν ανθρώπους, η κοινωνική βάση τους όμως παραμένει σχετικά σταθερή. Ένα ποσοστό κοντά στο 10% -μετά από όλα αυτά- λέει πολλά: Οι υποστηρικτές αποδεικνύεται πως δεν ήταν «εξαπατημένοι νοικοκυραίοι» στην πλειοψηφία τους. Ξέρουν τι ψηφίζουν και ακριβώς αυτό που κάνει η Χ.Α τους «εξιτάρει» αλλά και αντίστροφα: το να διαθέτεις τόσο αποφασισμένους οπαδούς που ενώ τους αποκαλύφθηκε το δολοφονικό σου πρόσωπο συνεχίζουν να σε υποστηρίζουν, είναι… τονωτικό.

Απομαζικοποίηση και αποσυσπείρωση του ενεργού κομματικού μηχανισμού: Οι πολλές διώξεις και φυλακίσεις μελών, οι οργισμένοι αντιφασίστες, οι δυο νεκροί Χρυσαυγίτες στο Ν. Ηράκλειο, δεν συνιστούν το ευνοικότερο κλίμα για κομματική ζωή για τα νέα μέλη -πόσο μάλλον για στρατολογίες. Όπως προείπαμε, βασικό χαρακτηριστικό έλξης του φασισμού είναι «η ομορφιά της βίας» και «ο μύθος του αήττητου». Όταν δέχεσαι όμως τόσα πλήγματα από «αντεθνικές» δυνάμεις και δεν μπορείς να απαντήσεις, δεν πείθεις τον απλό οπαδό να γίνει μέλος. Δεν εμπνέεις αίγλη, ισχύ.

Κατανοώντας αυτό και συνυπολογίζοντας τους υπόλοιπους παράγοντες -ενόψει και των ευροεκλογών και δημοτικών εκλογών- ξεκίνησαν οι ενέργειες που αναφέρθηκαν (πανό Φύσσα, επιθέσεις)σε μια προσπάθεια συσπείρωσης και αναζωογόννησης. Κίνηση με μεγάλο ρίσκο. Ενώ είναι στριμωγμένοι, μουδιασμένοι και σχετικά άμαζοι, περνάνε σε επίθεση. Το αν θα μας αιφνιδιάσουν και θα αρχίσουν την ανάκαμψη, εξαρτάται και από την έγκαιρη και επιτυχή παρέμβασή μας. Πώς όμωs;

Είναι σίγουρα ουτοπικό να ισχυριστούμε ότι με ένα άρθρο θα απαντηθεί με πλήρη και ικανοποιητικό τρόπο ποια πρέπει να είναι η σωστή γραμμή αντιμετώπισης του φασισμού. Για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζεται ένας εξονυχιστικός απολογισμός της προηγούμενης αντιφασιστικής δράσης, των συμπερασμάτων που βγάλαμε από την πείρα μας και των καθηκόντων που μας προτάσσει η νέα συγκυρία. Εδώ απλά θα προσπαθήσουμε να υποδείξουμε κάποιους κύριους άξονες που απαιτούν άμεσα βελτίωση.

Η ιδεολογική διαπάλη: Δεν μπορούμε να πούμε πως ο φασισμός έχει μια «δική» του ιδεολογία. Στην πραγματικότητα δανείζεται στοιχεία της αστικής ιδεολογίας (εθνικισμός, ρατσισμός, σεξισμός κτλ) με ψήγματα εργατικής (αντικαπιταλιστικός λόγος, διεκδικήσεις για χαμηλά κοινωνικά στρώματα).Χρειάζεται λοιπόν μια συνολική ιδεολογική διαπάλη που θα καταρρίπτει τους ισχυρισμούς περί «αντισυστημικού» και θα αποδομεί εντελώς τα αστικά ιδεολογικά στοιχεία. Εδω χρειάζεται να τονιστεί εμφατικά το πώς καταπολεμάμε τον εθνικισμό. Όπως αναφέρθηκε, η κύρια αφήγηση των φασιστών μιλά για ένα «πληγωμένο και ταπεινωμένο» έθνος και λαό που πρέπει να ξαναδοξαστεί, όπως του αξίζει. Δυστυχώς, όλες οι αντιλήψεις για την «Ελλάδα-αποικία», για την ανάγκη δημιουργίας πατριωτικού-αντιιμπεριαλιστικού μετώπου προκειμένου να αποτινάξουμε τον «ξένο ζυγό» και να «ανασυγκροτήσουμε» τη χώρα που την έχουν «ξεζουμίσει και δεν παράγει τίποτα», αντιλήψεις που υπάρχουν σε πλατιά κομμάτια της Αριστεράς, αποδεικνύονται καταστροφικές. Είναι τελείως αβάσιμες και δείχνουν πως η αστική ιδεολογία έχει διεισδύσει στις γραμμές μας. Βοηθάνε ιδιαίτερα το φασισμό καθώς αν δεχτούμε κι εμείς πως η χώρα είναι αποικία και μαστιγώνεται από τους ιμπεριαλιστές, πως η αστική μας τάξη είναι ανύπαρκτη και αδύναμη, τότε αυτό που χρειάζεται είναι ένας εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας. Και ποιος καλύτερος για να οδηγήσει έναν τέτοιο αγώνα από τους ορκισμένους, ανδρείους Χρυσαυγίτες που διαρκώς δίνουν όρκους εθνικής αφοσίωσης, κρατώντας τέσσερις ελληνικές σημαίες ο καθένας τους στις συγκεντρώσεις τους; Χρειάζεται επομένως να διεξάγουμε μια αποτελεσματική διαπάλη εναντίον αυτών των ιδεών και να προχωρήσουμε σε μια σωστή ανάλυση του ελληνικού καπιταλισμού και σε μια συνεπή διεθνιστική πολιτική που άξονά της θα έχει πως οι εργάτες και καταπιεσμένοι κάθε χώρας έχουν –στις συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούν- ως καθήκον τη σύγκρουση με την «δική τους» αστική τάξη πρώτα και κύρια. Η ανατροπή ξεκινά σε εθνικό και απλώνεται σε διεθνές έδαφος στην συνέχεια.

Η σύνδεση της αντικαπιταλιστικής με την αντιφασιστική μάχη: Μια αντικειμενικά προβληματική κατάσταση που επικρατεί στην πλειοψηφία των αντιφασιστικών κινητοποιήσεων είναι πως αυτοί που κινητοποιούνται είναι λίγοι. Σίγουρα η έλλειψη δομών αντιφασισμού σε χώρους δουλειάς, στα πανεπιστήμια είναι κάτι το βαθιά επιζήμιο καθώς θα μπορούσε μέσα από αυτές να γίνει ζύμωση και να τραβηχτούν ευρύτερα κομμάτια σε κινητοποιήσεις. Το πιο κομβικό όμως εδώ είναι η αδυναμία της σύνδεσης της μάχης ενάντια στα μνημόνια, στη λιτότητα, στους καπιταλιστές, στην κυβέρνηση με τη μάχη ενάντια στους φασίστες. Είτε υπάρχει η εκτίμηση πως δεν χρειάζεται αντιφασιστική μάχη και αυτή αναπληρώνεται αυτόματα με τη μάχη ενάντια στο σύστημα, είτε πως απαιτείται μια ευρύτερη δημοκρατική –συνταγματική συμμαχία με κομμάτια αστικού κράτους, είτε πως μια αποκομμένη πρωτοπορία θα συγκρουστεί και θα αναχαιτίσει τελικά από μόνη της τους φασίστες. Να κάνουμε επίμονη και συστηματική δουλειά ώστε να δείξουμε πως ο φασισμός θα είναι η χειρότερη και πλέον αντιλαική κατάσταση που μπορεί να προκύψει. Να τονίσουμε πως, επειδή έχει χαρακτηριστικά κινήματος, χρειάζεται συγκεκριμένη αντιμετώπιση, να χρησιμοποιήσουμε τη στροφή του αστικού κράτους -από το ρόλο του διαιτητή στο χάιδεμα- για να αποδείξουμε πως μόνο μια συμμαχία της Αριστεράς και των δυνάμεων του αντιεξουσιαστικού χώρου που θα πάρει την πρωτοβουλία κινήσεων και -σε σύνδεση με την αντικαπιταλιστική μάχη- μπορεί να δημιουργήσει ένα κίνημα που θα συντρίψει τον φασισμό.

Αντιμετώπιση βίαιων επιθέσεων: Είναι φανερό πως δεχόμενοι ότι σκότωσαν τον Φύσσα, σαλπίζουν επίθεση και ετοιμάζονται για νέους φόνους. Το αστικό κράτος τους χαιδεύει και δεν θα μας προστατέψει. Πώς θα αποτρέψουμε νέες δολοφονίες; Ένα οργανωμένο δίκτυο ενωτικών ομάδων λαικής αυτοάμυνας και περιφρούρησης είναι ανάγκη να συγκροτηθεί  άμεσα σε γειτονιές, νεολαιίστικους και εργασιακούς χώρους, σαν κομμάτι των πολιτικών και κοινωνικών συλλογικοτήτων της Αριστεράς και του κινήματος που αντιστέκονται. Να μπορέσει αυτό το δίκτυο να προστατέψει τις πορείες, τα στέκια και γραφεία μας, μα πάνω από όλα, να κινητοποιεί γρήγορα αντιφασίστες σε περίπτωση που εκδηλωθεί φασιστική επίθεση. Αν υπήρχε ένα τέτοιο, ο Παύλος Φύσσας ίσως και ζούσε καθώς από την στιγμή που ξεκίνησε η φραστική συμπλοκή μέχρι τη στιγμή που μαχαιρώθηκε, πέρασαν πάνω από 10 λεπτά, χρόνος αρκετός για να καταφτάσουν κοντινοί αντιφασιστές για βοήθεια.

Μετανάστες: Πρώτο και κύριο πρόβλημα εδώ είναι πάλι οι πατριωτικές αντιλήψεις που βάζουν τους μετανάστες σε δεύτερη μοίρα εξυψώνοντας έμμεσα την πολιτική «η Ελλάδα πρώτα για τους Έλληνες και μετά για τους άλλους». Έπειτα, υπάρχει η διαδεδομένη αντίληψη ότι οι ντόπιοι παλεύουν για τους μετανάστες και όχι με αυτούς. Αυτό οδηγεί την αριστερά στο να μην επιδιώκει ιδιαίτερα την ένταξη των μεταναστών στις οργανώσεις της, τα συνδικάτα ή την ενεργό συμμετοχή τους σε λαϊκές συνελεύσεις, αντιφασιστικές πρωτοβουλίες, πορείες, δράσεις κτλ. Υπάρχει, δηλαδή, ένας υποβόσκων οίκτος ή μια έκφραση αλληλεγγύης χωρίς όμως να υπάρχει ένα καλά οργανωμένο σχέδιο κοινής δράσης και συμπόρευσης. Να καταπολεμήσουμε και τις δυο τάσεις και να παλέψουμε μαζί με τους μετανάστες, όχι για αυτούς. Πρέπει να είμαστε σε στενή συνεργασία μαζί τους, να τους εντάσσουμε σαν ίσα μέλη στις οργανώσεις μας, να μεταφράζουμε κείμενα και προκηρύξεις στη γλώσσα τους και έτσι να σπάμε την απομόνωσή τους από το εργατικό και αντιφασιστικό κίνημα.

Ας ελπίσουμε πως ο μήνας αντιφασιστικής δράσης που ξεκινά στις 21 Μάρτη και το τριήμερο αντιφασισμού του συντονισμού Αθήνας-Πειραιά τον Απρίλη, θα βοηθήσει στη διεξαγωγή μιας ουσιαστικής συζήτησης και πρακτικής που θα μας ωθήσει ναι εξαγάγουμε τα σωστά συμπεράσματα για το πώς θα τους σταματήσουμε. Γιατί, παρά τα όσα ο μύθος του αήττητου ισχυρίζεται , μόνο αν …βάλουμε αυτογκόλ και δεν παίξουμε ωραίο ποδόσφαιρο, θα χάσουμε γιατί ο αντίπαλος απέχει πολύ από την Μπαρτσελόνα…

*Ο Βαγγέλης Γαβριηλίδης είναι μέλος του ΚΣ της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ

Ετικέτες