7 Σεπτέμβρη, διαδήλωση στη ΔΕΘ
Η διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη, στα πλαίσια της ΔΕΘ και των εξαγγελιών του Κυριάκου Μητσοτάκη, καταρχήν μας δίνει την ευκαιρία να του θυμίσουμε πώς καθιερώθηκε η παρουσία των εργαζομένων, επί πρωθυπουργίας του μισητού πατέρα του (Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) και επί της ιστορικής απεργίας των οδηγών λεωφορείων της τότε ΕΑΣ, που επιχειρούσε να ιδιωτικοποιήσει το 1992!
Από τότε μέχρι σήμερα δεν έγινε εφικτό να ιδιωτικοποιηθούν οι αστικές συγκοινωνίες, χάρη στον αγώνα των απεργών και την ενεργή συμπαράσταση όλης της κοινωνίας κι αυτό είναι ακόμα ένα στοιχείο το οποίο οφείλει να συνυπολογίσει η σημερινή ΝΔ για τα σχέδιά της, τόσο για τις συγκοινωνίες, όσο και για τις υπόλοιπες αντεργατικές επιθέσεις που αμέσως άρχισε να υλοποιεί, νομοθετώντας ακραίες πολιτικές.
Τα πράγματα εξελίσσονται όπως αναμενόταν, μετά και τις πρόσφατες εκλογές.
Η ΝΔ άδραξε τα πεπραγμένα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, τη νομιμοποίηση του νεοφιλευθερισμού και συνεχίζει, επιταχύνοντας σε αυτόν τον αντιλαϊκό δρόμο.
Η άλλη «υπηρεσία» που εξασφάλισε η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στο κεφάλαιο και την κληροδοτεί στη δεξιά είναι η «κοινωνική ειρήνη» με την απογοήτευση που έσπειρε, με την κολοσσιαία προσαρμογή της στον ταξικό αντίπαλο αυτών που την ψήφισαν και αγωνίστηκαν για να εκλεγεί με πάρα πολλούς τρόπους. Αυτή η κληρονομιά, ωστόσο, δεν είναι δεδομένη και το βάρος της ανατροπής της πέφτει σ’ εμάς.
Η ΝΔ ως κυβέρνηση
Η ΝΔ είναι η ωμή εκδοχή της προώθησης των συμφερόντων του κεφαλαίου και αυτό φαίνεται εύκολα. Μέσα σε ένα μόλις μήνα από τις εκλογές και την ορκωμοσία της ΝΔ ως κυβέρνηση έχουν ανακοινωθεί μειώσεις της φορολογίας του κεφαλαίου (πέραν των όσων είχε ήδη υλοποιήσει ο ΣΥΡΙΖΑ), μειώσεις φορολογίας των διανεμόμενων μερισμάτων, μείωση εισφορών και του «μη μισθολογικού κόστους» για τους εργοδότες, μεγαλύτερη ασυδοσία με νέο «επενδυτικό νόμο» που θα αφήνει πιο ανυπεράσπιστο το περιβάλλον, πιο ανεξέλεγκτο τον χωροταξικό σχεδιασμό και θα επιφέρει μεγαλύτερη μεταφορά κρατικών χρημάτων προς τους ιδιώτες επιχειρηματίες με τη μορφή των ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημοσίου-Ιδιωτικού Τομέα).
Το ίδιο διάστημα, το αντεργατικό νομοθετικό έργο της ΝΔ έχει σημαντικές προσθήκες. Πιο συγκεκριμένα, η τροπολογία για τις απολύσεις καταργεί ακόμα και την προσχηματική κι εντελώς τυπική υποχρέωση της εργοδοσίας να αναφέρει κάποιο «βάσιμο λόγο» για την απόλυση εργαζομένου. Ταυτόχρονα, αυτή η ψηφισμένη διάταξη ανοίγει το δρόμο και την όρεξη του ΣΕΒ να ζητήσει «συνολική και δη ριζική αναμόρφωση του δικαίου απόλυσης, που να αντιμετωπίζει τόσο το ζήτημα της αιτίας απόλυσης, όσο και μεταξύ άλλων το ζήτημα της καταβολής νόμιμης αποζημίωσης, όχι κατ’ ανάγκη στην κατεύθυνση της κατάργησής της, αλλά του εξορθολογισμού, τόσο του καταβαλλόμενου ποσού όσο και των περιπτώσεων που θα πρέπει να καταβάλλεται»!
Με δεύτερη τροπολογία, καταργήθηκε η «συνευθύνη εργοδότη και εργολάβου» έναντι των εργολαβικών και υπεργολαβικών εργαζομένων. Υπήρχε υποχρέωση τόσο του εργολάβου, όσο και του χρήστη των υπηρεσιών του εργολάβου, να τηρείται η συμφωνημένη καταβολή αποδοχών και να εξασφαλίζονται οι συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας των εργολαβικών εργαζομένων και αυτό έπρεπε να περιλαμβάνεται στη σύμβαση ανάθεσης έργου στον εργολάβο. Με την ψήφιση αυτής της διάταξης, η ευθύνη αίρεται από τον ουσιαστικό εργοδότη και οι εργαζόμενοι κι εργαζόμενες στα σκλαβοπάζαρα των εργολάβων μένουν έρμαια στις διαθέσεις τους, που έχουν αποδειχτεί με τραγικούς και θανατηφόρους τρόπους.
Η κήρυξη απεργίας και η ανάδειξη συνδικαλιστικών οργάνων δέχονται νέο πλήγμα, αφού με ηλεκτρονικές ψηφοφορίες θα ψηφίζουν οι εργαζόμενοι, που πρώτα θα έχουν φακελωθεί ηλεκτρονικά, υπό την πίεση εργοδοτών, πολιτικών προϊσταμένων, υπό το βάρος των ατομικών προβλημάτων της καθεμιάς και του καθενός, αφαιρώντας τη ζωντάνια και την προστασία της συλλογικότητας των σωματείων, τα επιχειρήματα της δια ζώσης συζήτησης και συνέλευσης, την έμπνευση της συναδελφικής αλληλεγγύης και του κοινού αγώνα απέναντι στα κοινά προβλήματα.
Ακόμα χειρότερα, η κυβέρνηση ψηφίζει νομοσχέδιο για τα προσωπικά δεδομένα, ενώ προβλέπεται και η χρήση καμερών χωρίς περιορισμούς, στο χώρο εργασίας, για την «αποδοτικότητα» των εργαζομένων (Άρθρο 27: Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των σχέσεων απασχόλησης). Με το νομοσχέδιο αυτό, επιγραμματικά, επαναπροσδιορίζεται το θεσμικό πλαίσιο και επιτρέπεται η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όχι μόνο από δημόσιους φορείς, αλλά και από ιδιώτες, που αποκτούν το δικαίωμα έρευνας για την αποκάλυψη ποινικών αδικημάτων σε προσωπικά δεδομένα των εργαζομένων και μπορούν να κάνουν χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ακόμη και για την καταγγελία μιας σύμβασης εργασίας.
Ο Νόμος 4622/2019, για το «επιτελικό κράτος», μεταφέρει λειτουργίες του Δημοσίου στην Προεδρία της Κυβέρνησης και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, προσπαθώντας να ελέγξει ασφυκτικά τη λειτουργία του κράτους υπέρ των ιδιωτικών επιχειρήσεων, αφαιρώντας και την τελευταία υποψία προσφοράς και πρόνοιας για το σύνολο της κοινωνίας. Η στελέχωση της Προεδρίας της Κυβέρνησης με 440 «επίλεκτους υπαλλήλους» (100 μετακλητοί και οι υπόλοιποι μόνιμοι ή ΙΔΑΧ από το Δημόσιο), με τους μετακλητούς να προΐστανται των Δημοσίων Υπαλλήλων, είναι ενδεικτική για τις προθέσεις της κυβέρνησης. Η παράγραφος 3 του άρθρου 29 του Νόμου είναι ακόμα πιο προκλητική και κάνει εντελώς σαφή το στόχο της προώθησης των επιλογών του κεφαλαίου, αδιαμεσολάβητα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό: «Η πλήρωση των θέσεων προσωπικού των προηγούμενων παραγράφων γίνεται με διορισμό, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ή με απόσπαση από θέση φορέα της Γενικής Κυβέρνησης, που διενεργείται με απόφαση του Πρωθυπουργού κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, χωρίς να απαιτείται γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου και χωρίς χρονικό περιορισμό της απόσπασης. Με όμοια απόφαση επιτρέπεται απόσπαση προσωπικού από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης για την κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών της Προεδρίας της Κυβέρνησης».
Το κοινωνικό κράτος, όπως το είχαν κατοχυρώσει οι εργατικοί αγώνες της μεταπολίτευσης με τα πολλά προβλήματά του, τα αγαθά της δημόσιας παιδείας-υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών έχουν δεχτεί πάμπολλες επιθέσεις τα μνημονιακά χρόνια. Τώρα έρχεται η ώρα της εφαρμογής όσων ψηφίστηκαν και δεν υλοποιήθηκαν, ενώ καλύπτονται νομοθετικά και όσα είχαν μείνει σε εκκρεμότητα.
Τα αποτελέσματα είναι περισσότερο από ορατά στην περίπτωση των αναπληρωτών στην εκπαίδευση, που βρίσκονται στο μεταίχμιο της οριστικής απόλυσης, μετά από χρόνια προϋπηρεσίας ανά την Ελλάδα, χωρίς να παίζει ρόλο το πτυχίο τους, χωρίς να προσμετράται η τελευταία χρονιά, στο κυνήγι και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους για την… αέναη συλλογή «προσόντων» (εφαρμόζοντας πιστά το Νόμο Γαβρόγλου), ενώ η ΝΔ δεν έφερε μια τροπολογία (ανάμεσα στις άλλες) για να μην πετάξει έξω από τις φετινές λίστες αναπληρωτών χιλιάδες εκπαιδευτικούς.
Ο βασικός κορμός του φιλελευθερισμού, η έννοια του «ατόμου» και της «ατομικής επιβίωσης και ανέλιξης», χωρίς κοινωνικό σχεδιασμό, πρόνοια και λογοδοσία, με τη λογική του οικονομικού κέρδους να υπερισχύει κάθε συνολικής ανάγκης, είναι αυτό που η ΝΔ έρχεται να επιβάλλει ως «τελική πράξη», μετά τους μεγάλους αγώνες ενάντια στα μνημόνια, μετά την εναλλαγή τόσων κυβερνήσεων, μετά την ελπίδα που στραπατσάρισε άδοξα ο ΣΥΡΙΖΑ και της έδωσε αυτή τη δυνατότητα.
Η αντεργατική παρακαταθήκη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ
Η αναφορά στην προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχε καμιά αξία, αν δεν έδειχνε γλαφυρά πόσο βοήθησε τη ΝΔ να έρθει στην κυβέρνηση και να επιχειρεί να σαρώσει ταχύτατα ό,τι στοιχειωδώς φιλεργατικό και κοινωνικό είχε γλυτώσει από τη λαίλαπα των μνημονίων.
Η πολιτική του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο διατήρησε τη μνημονιακή νομοθεσία, αλλά επέκτεινε βασικές επιλογές του κεφαλαίου και ικανοποίησε χρόνιες επιδιώξεις του σε μεγάλα και κεντρικά ζητήματα, όπως αυτό της ελαστικής εργασίας. Για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ ωρύεται τώρα για τις δυο τροπολογίες για τις απολύσεις και τους εργολαβικούς εργαζόμενους, ισχυριζόμενος ότι η ΝΔ καταργεί δικές του, φιλεργατικές διατάξεις. Υποκρίνεται!
Το καθεστώς της ελαστικής εργασίας επεκτάθηκε ακόμα και στο Δημόσιο, επί των ημερών του και έφτασε το υπερβολικό 60% των νέων θέσεων που προκηρύσσονται στο Δημόσιο, να είναι ελαστικές.
Έτσι, απέρριψε προτάσεις για κάλυψη όλων των εργαζομένων, ελαστικών και μη, από την ίδια Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, γιγάντωσε τον αριθμό των «ωφελούμενων», ενίσχυσε νομοθετικά τη δράση των εταιριών «ενοικίασης» εργαζομένων και «Ιδιωτικών Γραφείων Ευρέσεως Εργασίας».
Όσο για τα «δάκρυα» για την τροπολογία στις απολύσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε το νόμο που απελευθέρωσε τις ομαδικές απολύσεις, αντικαθιστώντας ακόμα και την τυπική διοικητική έγκριση που απαιτούνταν παλιότερα, με την απλουστευμένη διαδικασία της «κοινοποίησης» της απόλυσης στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ), το οποίο είχε καθαρά συμβουλευτικό ρόλο, αφού είχε σαφώς διευκρινιστεί ότι σε περίπτωση αρνητικής γνωμάτευσης του ΑΣΕ, αυτή δεν θα συνιστούσε «τεκμήριο ακυρότητας» των ομαδικών απολύσεων. Επιπλέον, ο «βάσιμος λόγος» απόλυσης που έπρεπε να αναφέρει ο εργοδότης (και ψηφίστηκε τελευταία στιγμή πριν τις ευρωεκλογές) για να αξιοποιηθεί από τον απολυμένο εργαζόμενο απαιτούσε τόσο χρονοβόρες και δαπανηρές δικαστικές διαδικασίες, που αχρηστευόταν στην ουσία.
Ο συνδικαλιστικός Νόμος 1264/1982, που η ΝΔ στην προηγούμενη θητεία της δεν επιχείρησε να πειράξει (αν και ήθελε διακαώς), άλλαξε επί ΣΥΡΙΖΑ, δυσχεραίνοντας τις αποφάσεις κήρυξης απεργιών, θεσμοθετώντας την υποχρέωση να ψηφίζονται από το 50% + 1 των οικονομικά τακτοποιημένων. Αυτό επεκτείνει με την… άνεσή της τώρα η ΝΔ και ανακοινώνει νέο συνδικαλιστικό νόμο, ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και φακέλωμα των εργαζομένων.
Για να μην πολυλογούμε εμείς (με την ταξική μονομέρεια που μας διακρίνει) ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΕΒ, μετά τις εκλογές, δήλωσε ότι «διαχρονικά οι προτάσεις του ΣΕΒ εμπλουτίζουν τις δημόσιες πολιτικές και συχνά υιοθετούνται από τη Δημόσια Διοίκηση. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά τους τελευταίους 12 μήνες, σε σύνολο 280 νομοθετικών διατάξεων συναφούς περιεχομένου με θέματα που ασχολείται ο ΣΕΒ, το 60% ήταν, μερικώς ή ολικώς, σύμφωνες με τις θέσεις μας»!
Εξάλλου, η ίδια η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει δηλώσει την πρόθεση για «προγραμματική αντιπολίτευση» κι αυτό φάνηκε τόσο στις τελετές παράδοσης-παραλαβής των υπουργείων, όσο και στον «εποικοδομητικό σχολιασμό» στον οποίο επιδόθηκε η γνωστή… ΣΥΡΙΖΑία, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, στο νομοσχέδιο-τερατούργημα για το «επιτελικό κράτος».
Η ανάγκη της αγωνιστικής αντιπολίτευσης στο δρόμο
Η ανάγκη μαζικής κινηματικής αντίστασης, διεκδίκησης και απάντησης στα πεπραγμένα κυβερνήσεων και κεφαλαίου είναι αυταπόδεικτη και ομολογημένη από όλες τις ταξικές δυνάμεις της Αριστεράς.
Έχουμε εισέλθει στην τελική ευθεία, με μια ακραία νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση να βρίσκεται στην ευνοϊκή θέση, μετά από 9 συνεχή χρόνια υπερ-λιτότητας και αντεργατικών επιθέσεων, να ολοκληρώσει και να συνολικοποιήσει τις ήττες της εργατικής πλευράς, να κεφαλαιοποιήσει το πλήγμα που δέχτηκε η Αριστερά με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και να οδηγήσει στην πλήρη απογοήτευση και αποστράτευση.
Αυτή η προσπάθεια ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας εδώ και καιρό (ακόμα και πριν τις εκλογές) και καμιά ταξική δύναμη δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν τη βλέπει. Η ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, η χρησιμότητα των σωματείων και των συλλογικοτήτων, η οργάνωση νικηφόρων μαχών για τους εργαζόμενους, η σύνδεση κοινωνικών κι εργατικών αγώνων που επιμένουν παρά τις αντίξοες συνθήκες, αναγνωρίζονται από όλο το φάσμα της Αριστεράς.
Ωστόσο, ακόμα και τώρα, οι κινήσεις όλων είναι στο παλιό μοτίβο: κατακερματισμός και καταγραφή.
Οι δικές μας δυνάμεις, μέσα και από το ΜΕΤΑ, μπορούμε να ισχυριστούμε, και με αποδείξεις, ότι έκαναν ειλικρινείς και γενναίες προσπάθειες συνεννόησης για τα μεγάλα και βασικά ζητήματα, με όλη την Αριστερά.
Φωτεινή στιγμή ήταν η απεργία της 30 Μάη του 2018, με ένα απεργιακό μπλοκ όλων των ταξικών σχημάτων που ήθελαν να απαντήσουν στην «κοινωνική συμμαχία» των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, αλλά και στον άγονο και δηλητηριώδη σεχταρισμό. Και τα κατάφεραν ικανοποιητικά.
Από τότε, πολλές προσπάθειες συνέχισαν σε αυτόν το δρόμο, προσπάθειες συνεννόησης ακόμα και με το ΠΑΜΕ, που έφτασαν πολύ κοντά σε κοινές αγωνιστικές κι απεργιακές δράσεις (π.χ. απεργία 14 Νοέμβρη 2018), αλλά τελευταία στιγμή έγιναν υποχωρήσεις κι αποχωρήσεις, προς την «πεπατημένη» και καθόλου υποσχόμενη διαδρομή.
Οι εμπειρίες υπάρχουν και συμπεράσματα πρέπει να έχουν βγει. Ενισχυτικά αυτών και προσμετρήσιμα πρέπει να είναι και τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών.
Η κοινή απάντηση των ταξικών δυνάμεων δεν έχει άλλα περιθώρια και χρειάζεται να δημιουργηθεί άμεσα, στο δρόμο, στα συνέδρια, στα υπηρεσιακά συμβούλια, στην κοινωνία, παντού.
Η διαδήλωση της ΔΕΘ δεν μπορεί να είναι έξω από αυτή την επιδίωξη.
Με το ΜΕΤΑ κάνουμε ένα παραπάνω βήμα συνεννόησης φέτος και έχουμε καλέσει για σημείο εκκίνησης στην Καμάρα, στις 6μμ, μαζί με άλλες δυνάμεις με τις οποίες έχουμε αναπτύξει κοινές δράσεις, παρόλο που γνωρίζουμε ότι ο χώρος έχει κατοχυρωθεί σε πολιτικούς και συνδικαλιστικούς σχηματισμούς που μέχρι στιγμής έχουν λειτουργήσει υπεροπτικά και διαχωριστικά.
Βγάζουμε τις δυνάμεις έξω από καλέσματα-σφραγίδες, ξέροντας ότι σ’ αυτή τη φάση του κινήματος οι υπογραφές πραγματικών σωματείων και η δυνατότητα κινητοποίησης του κόσμου της βάσης είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση και δεν αποτελεί λύση του μεγάλου προβλήματος.
Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε μια πρώτη «μαγιά», ένα δυνατό μπλοκ αγωνιστριών και αγωνιστών, συνδικαλιστριών και συνδικαλιστών, πολιτικά ενταγμένων κι ανένταχτων, αποφασισμένων να προχωρήσουν σε συμπόρευση για άρση του αδιεξόδου.
Η διαδήλωση της ΔΕΘ αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, αυτή που ζει από τη δουλειά της.
Όλες οι φωνές αντίστασης, από την Αθήνα και όλη τη χώρα, έχουν την πρώτη ευκαιρία να συναντηθούν με τους απεργούς της ΣΙΔΕΝΟΡ, τους ντελιβεράδες, τις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους στη Θεσσαλονίκη, τους μαθητές και τους φοιτητές, τις γυναικείες συλλογικότητες και τα δημοτικά σχήματα, που το τελευταίο διάστημα έχουν δώσει ελπιδοφόρες μάχες. Και τώρα ξεκινάει η μεγάλη αναμέτρηση, συμπυκνώνοντας αγώνες, ήττες και προσπάθειες, απέναντι στη νέα κυβέρνηση της ΝΔ.
Ο κόσμος των συνδικάτων δεν μας είναι αδιάφορος και με κανέναν τρόπο δεν τον σνομπάρουμε, αλλά η ταύτιση με το σημείο καλέσματος των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ-ΕΚΘ δεν βοηθάει αυτόν τον κόσμο να καταλάβει το πρόβλημα που έχουν δημιουργήσει οι συνδικαλιστικές μνημονιακές παρατάξεις.
Η οργάνωση της διαδήλωσης στη ΔΕΘ με ενωτικό τρόπο είναι ένα βήμα, για να γίνουν πολλά περισσότερα, αναγκαία στην ουσιαστική και δυναμική παρέμβαση του κινήματος στην κεντρική πολιτική σκηνή, για την ανατροπή των συσχετισμών.
Στις 6/9/2019, παραμονή της ΔΕΘ, όπως έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια, η ΠΟΕΔΗΝ οργανώνει μεγάλη Πανελλαδική πορεία Σωτηρίας της Δημόσιας Υγείας, Πρόνοιας, ΕΚΑΒ, στη Θεσσαλονίκη. Είναι κι αυτή μια δυνατότητα κινητοποίησης για ένα από τα βασικότερα ζητήματα, την υγεία, παρόλο που ξέρουμε τα προβλήματα της ηγεσίας της ΠΟΕΔΗΝ.
Στα πλαίσια της ΔΕΘ, πολλές συναντήσεις οργανώνονται (κλαδικές, σωματείων, συνδικαλιστικών παρατάξεων, γυναικείων συλλογικοτήτων κλπ), αξιοποιώντας την ευκαιρία μεγαλύτερου συντονισμού.
Από την Αθήνα θα ξεκινήσουν δωρεάν πούλμαν, που διατίθενται από την ΑΔΕΔΥ, Ομοσπονδίες κλπ και θα διευκολύνουν τη μαζική μετακίνηση προς τη Θεσσαλονίκη.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά