«Αν αντισταθείς, χάθηκες». «Αν υποκύψεις, πάλι χάθηκες». Ότι και να κάνεις είσαι ένοχος..!

Ο όρος double bind (διπλός δεσμός) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον ανθρωπολόγο Gregory Bateson και τους συνεργάτες του Don D. Jackson, Jay Haley και John H. Weakland, στα μέσα της δεκαετίας του 1950, κατά τις έρευνες και συζητήσεις τους σχετικά με την πολυπλοκότητα της επικοινωνίας σε σχέση με τη σχιζοφρένεια. Πρόκειται για ένα μοντέλο ερμηνείας της σχιζοφρενικής συμπεριφοράς στα πλαίσια της σύνθεσης της θεωρίας της επικοινωνίας και της θεωρίας του παραδόξου (η λογικής ασυμβατότητας) του B. Russel.

Η έρευνα για την διαταραχή στην εμπειρία της οικογένειας, που μπορούσε να περιγραφεί, μετρηθεί και θετικά συνδεθεί με τους σχιζοφρενείς, ήταν κάτι όπως το «ιερόν ποτήριον» ή ο «μυστικός δείπνος» για τους ψυχίατρους μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η πιο ελπιδοφόρα και δελεαστική πρακτική από αυτήν την έρευνα, πιστεύουμε ότι ήταν η θεωρία του «διπλού δεσμού». Το 1956, ο Gregory Bateson και οι συνεργάτες του (Jay Haley, Don Jackson, John H. Weakland) στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, δημοσίευσαν μια αναφορά γύρω από ένα ερευνητικό σχέδιο, στο οποίο είχαν εξετάσει, διαμορφώσει και δοκιμάσει μια ευρύτερη και συστημική αντίληψη της φύσης, της αιτιολογίας και θεραπείας της σχιζοφρένειας («Για μια Θεωρία της Σχιζοφρένειας», 1956, στο Σχιζοφρένεια και Οικογένεια, εκδ. Γράμματα, 1978).

Η θεωρία του «Διπλού Δεσμού», που αναδύθηκε από το ερευνητικό αυτό πρόγραμμα, βασιζόταν πάνω στις θεωρίες της επικοινωνίας. O Bateson διατύπωσε το 1956 την υπόθεση/θέση ότι όταν η επικοινωνία ανάμεσα στη μητέρα και στο παιδί έχει σταθερό της χαρακτηριστικό το στοιχείο της αντιφατικότητας των ανταλλασσόμενων μηνυμάτων τότε η επικοινωνία αυτή είναι παθογόνος και μάλιστα σχιζοφρενιογόνος.

Βασικό λοιπόν στοιχείο της υπόθεσης αυτής είναι ότι αν η επικοινωνιακή σχέση (λεκτική και μη λεκτική) ενός παιδιού με τη μητέρα του χαρακτηρίζεται από αντιφατικότητα και λογική ασυμβατότητα, τότε η επικοινωνία είναι παθογόνος (σχιζοφρενικογόνος). Δηλαδή, το παιδί στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει το αβάσταχτο αδιέξοδο (αλληλοσυγκρουόμενα μηνύματα) που του δημιουργεί η οικογένεια καταφεύγει στη σχιζοφρενική συμπεριφορά.

Μια σωστή επικοινωνία εξαρτάται:

α) από το άτομο-πομπό του μηνύματος,

β) από τον δέκτη.

Αν η μητέρα είναι συγκεχυμένη, αμφίβολη, αμφιθυμική, αβέβαιη, αντιφατική, τότε αντιφατικά θα είναι και τα μηνύματα που θα εκπέμπει στο παιδί με συνέπεια να δημιουργείται σε αυτό η συνθήκη του «διπλού δεσμού».

Συχνά, η επικοινωνία μέσα στην οικογένεια μπορεί να γίνει αδιέξοδη. Τα μέλη εμπλέκονται σε σχέσεις και μορφές αλληλεπίδρασης που χαρακτηρίζονται από φαύλους κύκλους, ισχυρές αντιφάσεις και βιώνονται με έντονο αίσθημα ενοχής.
Η συναισθηματική εμπλοκή και η σύγκρουση στον άξονα της αντιφατικής εμπειρίας, τις περισσότερες φορές παραμένουν άρρητες, ενδοβάλλονται στα άτομα και επηρεάζουν ως έναν βαθμό τη συμπεριφορά τους όχι μόνο εντός του οικογενειακού πλαισίου αλλά και έξω από αυτό.

Τέτοιες καταστάσεις, που περιγράφηκαν για πρώτη φορά από τον G. Bateson (1972), ονομάζονται «διπλοί δεσμοί» και το χαρακτηριστικό τους είναι πως «ό,τι και να κάνεις, θα είσαι ένοχος..!». Η σχιζοφρενογόνος μητέρα αποτελούσε μόνο ένα από τα πιθανά μπλεξίματα της παιδικής ηλικίας των σχιζοφρενών, που λαμβανόταν υπόψη για την ασθένεια.

Ο Bateson και η ομάδα των συνεργατών του, εστίασαν την προσοχή τους πάνω στη δυναμική της σχέσης μητέρας-παιδιού:

«Η Υπόθεση μας στηρίχθηκε στο γεγονός ότι η μητέρα ενός σχιζοφρενικού θα εκφράσει ταυτόχρονα, τουλάχιστον δύο είδη μηνυμάτων: ένα εχθρικό ή αδιάφορο και ψυχρό μήνυμα όταν την πλησιάζει το παιδί της και ένα άλλο μήνυμα που δείχνει μια υποτιθέμενη, καθόλου γνήσια και αυθόρμητη συμπεριφορά προσέγγισης και αγάπης, όταν το παιδί της ανταποκρίνεται αρνητικά στην εχθρική και αποσυρμένη συμπεριφορά της σαν δικαιολογία για την εχθρότητα και την απόσυρση που του έδειξε» («Για μια Θεωρία της Σχιζοφρένειας», ό.π., σελ.23).

O Bateson μέσα από τις παρατηρήσεις που έκανε στην διάρκεια της κλινικής του πρακτικής, έδωσε ένα παράδειγμα για την κατάσταση του διπλού δεσμού. Το παράδειγμα αυτό με συνοπτικό τρόπο δείχνει τον μηχανισμό του διπλού δεσμού:
«Ένας νεαρός άνδρας που μόλις είχε συνέλθει από ένα οξύ σχιζοφρενικό επεισόδιο δέχθηκε την επίσκεψη της μάνας του, στο ψυχιατρικό νοσοκομείο. Χαρούμενος που την έβλεπε έβαλε το χέρι του αυθόρμητα γύρω από τους ώμους της, όταν αυτή ξαφνικά τινάχτηκε με μια κίνηση που έδειχνε το άκαμπτο και το απορριπτικό της κίνησης. Αμέσως ο γιός απόσυρε το μπράτσο του. Η αντίδραση της μάνας ήταν ακαριαία: ‘’Δεν με αγαπάς πια;’’ τον ρώτησε. Τότε αυτός κοκκίνισε από ντροπή κι ένταση, και αυτή συνέχισε. ‘’Αγάπη μου δεν πρέπει να γίνεσαι τόσο εύκολα αμήχανος και φοβισμένος από τα συναισθήματά σου’’.

Ο ασθενής άντεξε τη μάνα του μόνο λίγα λεπτά και μόλις αυτή αναχώρησε επιτέθηκε σε μια νοσοκόμα. Τον έβαλαν στην απομόνωση, έξαλλο, ενώ ούρλιαζε και ωρυόταν» («Για μια Θεωρία της Σχιζοφρένειας», ό.π., σελ.26).

Η θέση του Bateson και των συνεργατών του ήταν ότι η εσωτερική ταραχή και αναστάτωση που οι σχιζοφρενείς βιώνουν συνδέεται με την συνήθεια μιας συμβατικής και ρουτινιάρικης επικοινωνίας στην μεταφορική γλώσσα, χωρίς όμως την πρωταρχική αναγνώριση (στέλνω σήμα) ότι χρησιμοποιείται μια μεταφορά.
«Η ιδιορρυθμία των σχιζοφρενών δεν έγκειται στο ότι χρησιμοποιούν μεταφορές, αλλά στο ότι χρησιμοποιούν μη γνωστές μεταφορές.

Τους είναι εξαιρετικά δύσκολο να χειρίζονται τα σήματα εκείνης της τάξης, που τα μέλη της συσχετίζουν λογικούς τύπους με διαφορετικά σήματα» («Για μια Θεωρία της Σχιζοφρένειας», ό.π.).

Οι «Λογικοί Τύποι» που αναφέρονται, προέρχονται από την θεωρία του Bertrand Russell, η οποία αναφέρει ότι υπάρχει ασυνέχεια ανάμεσα σε μια τάξη και τα μέλη της.

Ο Bateson προσάρμοσε την θεωρία του Russel, για το βασίλειο των ιδεών και για την επικοινωνία των ιδεών. Ο Bateson επιχειρηματολογούσε ότι υπάρχουν πολυάριθμες τάξεις ιδεών, που χρησιμοποιούνται στην ανθρώπινη επικοινωνία, έτσι ώστε η κάθε μια, υπαγορεύει και υποδεικνύει διαφορετικούς τρόπους επικοινωνίας, μέσα στο πλαίσιο των πεδίων επιρροής τους. Τα παραδείγματα αυτών των τάξεων ιδεών που δίνει, είναι το παιχνίδι, το μη παιχνίδι, η φαντασία, το ιερό, και η μεταφορά.

Σύμφωνα με την θεωρία είναι επιτακτικό να υπερισχύσει η ασυνέχεια ανάμεσα στην τάξη και στα μέλη της, που σημαίνει ανάμεσα σε μια μετά-ιδέα όπως είναι το παιχνίδι και στην επικοινωνία παιχνιδιάρικων ιδεών: «Ενώ λοιπόν στην επίσημη λογική καταβάλλεται προσπάθεια να διατηρηθεί η ασυνέχεια ανάμεσα σε μια τάξη και τα μέλη της, εμείς προσπαθούμε να δείξουμε ότι η ασυνέχεια καταργείται πάντα και αναγκαστικά στην ψυχολογία της πραγματικής επικοινωνίας και ότι πρέπει a priori να υπολογίζουμε την εμφάνιση μιας νοσηρής μεταβολής (βλ. παθολογίας) στον ανθρώπινο οργανισμό, όταν ορισμένες τυπικές δομές της κατάργησης αυτής εμφανίζονται στην επικοινωνία μητέρας παιδιού. Θα αποδείξουμε ότι αυτή η νοσηρή μεταβολή (παθολογία), παρουσιάζει σε ακραίες περιπτώσεις μια συμπτωματολογία, που τα κλασικά της γνωρίσματα μας παροτρύνουν να ταξινομήσουμε τη νοσηρή διαδικασία στη σχιζοφρένεια» («Για μια Θεωρία της Σχιζοφρένειας», ό.π., σελ.14).

Αντίθετα από τον μάλλον σκοτεινό και δυσνόητο συλλογισμό της θεωρητικής συσκευασίας των Λογικών Τύπων, η περιγραφή της κατάστασης του διπλού δεσμού, από τον οποίο οι σχιζοφρενείς υποτίθεται ότι συνάπτουν συμβατικά (το συμβόλαιο) την ψυχική τους παθολογία ήταν λογική και πειστική. «Εμείς ξεκινάμε από το γεγονός ότι η ικανότητα κάθε ατόμου να διακρίνει τους διάφορους λογικούς τύπους καταρρέει μόλις εμπλακεί σε μια κατάσταση διπλού δεσμού» («Για μια Θεωρία της Σχιζοφρένειας», ό.π., σελ.18).

Βασικό συμπέρασμα: Εφόσον το παιδί εκτίθεται σε συνθήκες «διπλού δεσμού», βρίσκεται σε αδυναμία να αναπτύξει λογική σκέψη.

Τα γενικά χαρακτηριστικά μιας κατάστασης διπλού δεσμού είναι τα εξής:
Το «θύμα», που είναι το σχιζοφρενικό πρόσωπο, το οποίο έχει μια σχέση από την παιδική του ηλικία, με ένα η περισσότερα μέλη της οικογένειας, οι επικοινωνιακές τεχνικές των οποίων προκαλούν εσωτερική σύγκρουση.

Οι επικοινωνίες διπλού δεσμού έχουν μια περισσότερο επαναλαμβανόμενη, παρά μια μοναδική τραυματική εμπειρία. Η επανάληψη είναι αναγκαία έτσι ώστε να προκαλεί στο θύμα, μια καθ’ έξη προσδοκία των μορφών επικοινωνίας, που σχετίζονται με τον διπλό δεσμό.

Η επικοινωνία του διπλού δεσμού παίρνει αρχικά την μορφή μιας πρωτογενούς (πρωτεύουσας) αρνητικής εντολής.

Αυτή μπορεί να έχει δύο μορφές: α) «Μην το κάνεις αυτό γιατί θα σε τιμωρήσω» και, β) «Αν δεν το κάνεις αυτό θα σε τιμωρήσω». Η τιμωρία που είναι απειλητική μπορεί να λάβει την μορφή είτε της στέρησης της αγάπης είτε την έκφραση του θυμού (ή εγκατάλειψη ή μίσος).

Την πρωτογενή αρνητική εντολή ακολουθεί μια δευτερεύουσα εντολή -σε ένα πιο αφηρημένο επίπεδο- σε σύγκρουση με την πρώτη και όπως η πρώτη ενδυναμώνεται από την ενοχοποίηση της τιμωρίας. Η δευτερεύουσα εντολή περιγράφεται πολύ δυσκολότερα διότι δίδεται στο παιδί συνήθως α-λεκτικά, δηλαδή με στάση του σώματος, χειρονομίες, τόνος φωνής κ.ό.κ. Μια τριτεύουσα αρνητική εντολή απαγορεύει στο θύμα να διαφύγει (δραπετεύσει) από την κατάσταση. Όταν πλέον το θύμα έχει μάθει να αντιλαμβάνεται τον κόσμο σύμφωνα με το πρότυπο του διπλού δεσμού, τελικά η ολοκληρωμένη σειρά μεμονωμένων στοιχείων είναι περιττή. Σχεδόν κάθε τμήμα μιας αλληλουχίας διπλού δεσμού αρκεί για να προκαλέσει οργή, μίσος η πανικό. Η δομή (δηλαδή το μοτίβο η πρότυπο) των συγκρουόμενων και αντιφατικών εντολών μπορεί να προκαλέσει ψευδαισθητικές φωνές.

Ένα ακόμα παράδειγμα μιας διπλής παγίδευσης είναι μια μητέρα που λέει στο παιδί της με σφιγμένα δόντια «έλα να σε αγκαλιάσω γιατί σε αγαπάω». Το λεκτικό μήνυμα έρχεται σε αντίθεση με το σωματικό και το παιδί δε ξέρει πώς να ανταποκριθεί στη σύγκρουση αυτή. Ωστόσο, εξαρτάται από τη μητέρα του για την ικανοποίηση των βασικών του αναγκών και έτσι δε μπορεί ούτε να αγνοήσει ούτε να αφήσει αυτή τη σχέση. Βρίσκεται λοιπόν σε ένα δίλημμα. Αν δεν αγκαλιάσει τη μητέρα πιθανότατα αυτή θα θυμώσει μαζί του, αν την αγκαλιάσει θα έρθει αντιμέτωπο με τα εχθρικά της συναισθήματα. Όπως και να αντιδράσει λοιπόν το παιδί στην πρόσκληση της μητέρας θα έχει αρνητικές συνέπειες και θα νιώσει ενοχή.

Σε ένα ζευγάρι η γυναίκα δυσαρεστημένη επιπλήττει τον σύντροφό της που δεν της προσφέρει ποτέ λουλούδια. Ο σύζυγος την επόμενη μέρα της προσφέρει μια ανθοδέσμη. Τότε η γυναίκα του λέει: «Τι να την κάνω τώρα την ανθοδέσμη, αφού την έφερες μόνο και μόνο επειδή σου είπα χθες ότι δε μου φέρνεις ποτέ λουλούδια». Το άτομο που έφερε την ανθοδέσμη βρίσκεται παγιδευμένο είτε φέρει λουλούδια είτε όχι θα τιμωρηθεί, διότι θα έρθει αντιμέτωπο με το θυμό του άλλου προσώπου.

Σε αυτού του είδους την επικοινωνία πρέπει να προστεθούν τρία στοιχεία:
- η απαγόρευση να μιλήσει κανείς για αυτήν την κατάσταση (η μετά-επικοινωνία αποτελεί ταμπού),

-η απαγόρευση να εγκαταλείψει κάποιος την κατάσταση,

- η πανταχού παρουσία αυτής της μορφής επικοινωνίας που προκαλεί μια καθ έξιν προσδοκία εντός «παράδοξου σύμπαντος».

Το άτομο που βιώνει συνθήκες διπλής δέσμευσης έχει αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξει αγχώδεις διαταραχές, διαταραχές προσωπικότητας, να χάσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και τους γύρω του, να έχει δυσκολία στις διαπροσωπικές του σχέσεις και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Μπορεί επίσης να εμφανίσει σωματικά συμπτώματα, κατάθλιψη, ενώ στα μικρότερα παιδιά συχνά είναι τα προβλήματα συμπεριφοράς και η παλινδρόμηση σε προηγούμενα αναπτυξιακά στάδια. Κατά την ενηλικίωση η απομάκρυνση των ατόμων αυτών από το σπίτι είναι δύσκολη καθώς και η ανάπτυξη νέων υγιών σχέσεων.

Για να λυθεί ο διπλός δεσμός πρέπει το θύμα να απομυθοποιήσει τον θύτη, πρέπει να αρθεί η μονομερής σχέση τυφλής εμπιστοσύνης, έτσι ώστε το παράλογο των παράλληλων αντιφατικών μηνυμάτων να αποδοθεί στον θύτη και όχι να το εσωτερικεύει το θύμα και να αισθάνεται ενοχές.

Στα κοινωνικά φαινόμενα τώρα πώς επιδρούν οι συγκεχυμένες εντολές που δίνουν οι κυβερνώντες στον λαό;

Κατ’ αρχάς αντιμετωπίζουν τους ενήλικους πολίτες ως ανήλικους.

Κατά δεύτερον αναστατώνουν τον λαό, αν δεν τον τρελαίνουν με τα αμφίθυμα, μπερδεμένα μηνύματα που του στέλνουν στους λόγους τους, στα πάνελ της τηλεόρασης κλπ.

Έτσι ένα πένθιμο μούδιασμα ορίζει το ψυχολογικό στίγμα της κρίσης. Η δεσπόζουσα ψυχολογική ιδιαιτερότητα της παρούσας κρίσης αντιστοιχεί στο μούδιασμα της σκέψης, του λόγου και της πράξης, που ορίζει τη στάση των ανθρώπων, ιδιαίτερα όσων πλήττονται εξοντωτικά από την κρίση.

Ο κύριος αυτός ψυχοδιανοητικός μηχανισμός του μουδιάσματος ονομάζεται «διπλός δεσμός». Αντιστοιχεί στην εμπλοκή της σκέψης, που προκύπτει όταν οι άνθρωποι γίνονται στόχος παράδοξων μηνυμάτων που αλληλοακυρώνονται, χωρίς να επιτρέπεται να σκεφτείς σχετικά μ’ αυτό το παράδοξο.

Στην Ελλάδα της κρίσης, αυτή η επικοινωνιακή μηχανή παραγωγής διανοητικής εμπλοκής συνίσταται στο εξής σύμπλεγμα: Ένα πρώτο μήνυμα λέει: «Αν αντισταθείς, χάθηκες» (=πτώχευση, καταστροφή…). Ένα δεύτερο μήνυμα λέει: «Αν υποκύψεις, χάθηκες» (=ανεργία, φτώχεια, μιζέρια, απόγνωση…). Κι ένα τρίτο απαγορεύει τη σκέψη, εφόσον «Είναι μονόδρομος» γιατί «Το είπε η τρόικα». Με απλά λόγια: Αν πεις ναι, χάθηκες. Αν πεις όχι, χάθηκες. Και απαγορεύεται να σκεφτείς και να σχολιάσεις αυτό το παράδοξο κλουβί της σκέψης (Νίκος Σιδέρης, Μιλώ για την κρίση με το παιδί, εκδ. Μεταίχμιο, 2013).

Σύμφωνα με την ολιστική-συστημική προσέγγιση, το άτομο δέχεται αντιφατικά μηνύματα από ένα άλλο άτομο (ή από άλλο υπέρ-σύστημα). Κατ’ αυτό τον τρόπο δημιουργείται μία εσωτερική σύγκρουση όπου πλέον αναπτύσσονται συμπτώματα διαστρέβλωσης της πραγματικότητας (και άρα σχιζοφρενιογόνος συνθήκη), προκειμένου το άτομο να μπορέσει να ανταπεξέλθει από την δύσκολη κατάσταση και δραπετεύσει από αυτό τον διπλό δεσμό. Τρομοκρατούν τους πολίτες ότι έξω από τα μνημόνια και τις δανειακού τύπου συμβάσεις, την κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας κ.λπ. δεν υπάρχει άλλη λύση για να σωθεί ο λαός και να υπάρξει ανάπτυξη. Πλην όμως για να σωθούν θα πρέπει να κάνουν θυσίες, να χάσουν τις δουλειές τους, να μείνουν άνεργοι, να μειωθούν κι άλλο οι μισθοί και οι συντάξεις τους, να πληρώνουν ποσοστό συμμετοχής στα φάρμακα και στις εξετάσεις, είτε να προσφύγουν, έχουν δεν έχουν χρήματα, σε ιδιωτικές ασφάλειες. Να πληρώνουν χαράτσια επ’ αόριστον.
Με λίγα λόγια και στη μια περίπτωση αν φύγεις από το ευρώ ή την Ευρωπαϊκή Ένωση πεθαίνεις ή αν μείνεις πρέπει να θυσιάσεις το μισθό σου, τη σύνταξή σου, την περίθαλψή σου και όλα τα δικαιώματα που έχεις, άρα πάλι πεθαίνεις. ΟΤΙ ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΕΙΝΑΙ ΧΑΜΕΝΟΣ! Γεγονός που αποκαρδιώνει, απελπίζει, δημιουργεί από φόβο έως οργή, πανικό, έλλειψη εμπιστοσύνης και κόβει τα πόδια των πολιτών.

Με αυτούς τους τρόπους καταλήγει ο λαός στο φαύλο κύκλο της κατάθλιψης ή του θυμού, της υποταγής και της μεγαλύτερης κατάθλιψης ή της εξέγερσης λόγω θυμού και αγανάκτησης. Και στους δύο αυτούς φαύλους κύκλους εμπλεκόμενος ο λαός συντρίβεται, είναι ο μεγάλος χαμένος, ενώ το κατεστημένο και η εξουσία βγαίνει κερδισμένη.

Η παρατεταμένη εμβάπτιση των ψυχών σ’ αυτό το παράδοξο περιβάλλον επικοινωνίας τελικά εσωτερικεύεται και λειτουργεί ως φίλτρο/κώδικας ανάγνωσης και αναπαράστασης της πραγματικότητας, ανεξάρτητα από την άμεση παρουσία όλων των προηγούμενων συστατικών: Εδώ οφείλεται και η κοινή αίσθηση ότι «οι άνθρωποι είναι τρελαμένοι / τα ’χουν παίξει/είναι ζαλισμένοι» κ.ό.κ.

Ο διπλός δεσμός, ως ακραίο υπόδειγμα παράδοξης επικοινωνίας και επίθεσης στους ίδιους τους μηχανισμούς της σκέψης, δεν παράγει μόνο αίσθηση παραφροσύνης των πνευμάτων και των πραγμάτων. Αλλά και υπονόμευση, εμπλοκή και αδρανοποίηση της ικανότητας των ανθρώπων να σκέφτονται –και, κατά μείζονα λόγο, να σκέφτονται νηφάλια και ορθολογικά. Προφανώς, μια τέτοια επικοινωνιακή καταιγίδα, μέσα από το μούδιασμα που παράγει, καλλιεργεί ψυχολογία νεο-ραγιαδισμού και καθιστά ανέφικτη τη συγκροτημένη αντίσταση και κινητοποίηση, ακόμη και εκείνων που πλήττονται βαρύτατα. Παράλληλα, το μούδιασμα ερμηνεύει και την πολιτική και δημοσκοπική λίμναση της απήχησης της αντιπολίτευσης, που παραμένει «ακατανόητη» με όρους οικονομίστικης ανάλυσης, αλλά και κάθε πολιτικής ανάλυσης από την οποία λείπουν πρόσφορα εννοιολογικά εργαλεία, όπως ο διπλός δεσμός. Και τα ισχυρότερα επιχειρήματα πάνε χαμένα όταν συναντούν μυαλά μπλοκαρισμένα, ανίκανα να σκεφτούν. Όσο λοιπόν η αντιπολίτευση δεν ασχολείται με την αποδόμηση του διπλού δεσμού, παραβλέποντας την εμπλοκή των ψυχών, οι άνθρωποι θα παραμένουν μουδιασμένοι και πολιτικά καθηλωμένο. Αυτή είναι η θεωρία και η εφαρμογή του ΔΙΠΛΟΥ ΔΕΣΜΟΥ (Νίκος Σιδέρης, ό.π., 2013).

*ψυχολόγος-ψυχοθεραπευτής

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

- Arist von Schlippe, Jochen Scheitzer (2008), Εγχειρίδιο της συστημικής θεραπείας και συμβουλευτικής. Επιμέλεια: Βιργινία Ιωαννίδου, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις University Studio Press.

- Bateson Gregory (1972), Steps to an Ecology of Mind.University of Chicago Press.

- Μπέητσον, Σχιζοφρένεια και Οικογένεια, Αθήνα, εκδ. Γράμματα, 1978.

- Ευαγγελάτος Γ., Η ψυχολογία του φόβου – οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις του, http://evaggelatos.

- Μαστρογιάννη Φ., Φοβάμαι άρα υπάρχω, http://mastroyanni.blogspot.gr/2016.

- Νίκος Σιδέρης (2013), Μιλώ για την κρίση με το παιδί, εκδ. Μεταίχμιο.

- Paul Watzlawick, Janet Beavin Bavelas, Don D. Jackson (2005), Ανθρώπινη Επικοινωνία και οι επιδράσεις της στην συμπεριφορά, επιμέλεια: Κάτια Χαραλαμπάκη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.