Η εκποίηση της Απεξάρτησης και της Ψυχικής Υγείας, μέσω σύστασης Εθνικού Δικτύου υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και του Ενιαίου Οργανισμού για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση των Εξαρτήσεων
Μετά το πέρας της έξαρσης της πανδημίας και τα ανέξοδα κυβερνητικά χειροκροτήματα, μοιάζει να κοντοζυγώνει με ιδιαίτερα γοργούς ρυθμούς η ώρα της κρίσης και της περαιτέρω συρρίκνωσης της πολύπαθης και υποστελεχωμένης Δημόσιας και Δωρεάν Υγείας, παρά τις κατά καιρούς κυβερνητικές εξαγγελίες για ενίσχυση και αναβάθμιση των υπηρεσιών της. Με βάση το προηγούμενο γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η υλοποίηση ενός πλάνου που στοχεύει στην εκποίηση του Δημόσιου (και δωρεάν) χαρακτήρα της Υγείας, είναι ευκολότερα υλοποιήσιμο εάν ξεκινήσει από εκείνο το κομμάτι που φαντάζει πιο αδύναμο και συνεπώς ενδέχεται να εκδηλωθούν μικρότερες αντιστάσεις.
Αυτόν ακριβώς το ρόλο, του αδύναμου δηλαδή κρίκου της αλυσίδας που οι αντιστάσεις θα είναι ελαττωμένες και συνεπώς οι φωνές διαμαρτυρίας κι ο κοινωνικός αναβρασμός πιο ήπιοι κι ευκολότερα διαχειρίσιμοι, φαίνεται να προβάλει η κυβέρνηση στην Ψυχική Υγεία και στην Απεξάρτηση. Από αυτήν την άποψη δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει το νομοσχέδιο που ετοιμάζουν να φέρουν για διαβούλευση πίσω από κλειστές πόρτες στο Υπουργείο Υγείας, όσο ακραία επικίνδυνη και σκοτεινή κι αν φαντάζει η ενδεχόμενη υπερψήφισή του. Άλλωστε, η αυτοπεποίθηση που προσδίδει το πρόσφατο εκλογικό ποσοστό του 41%, σε συνδυασμό με την ανυπαρξία ουσιαστικά κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης και την (επιχειρηματική) λογική που υπαγορεύει πως τα σκληρά κι αντιλαϊκά μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν στην αρχή της τετραετίας (βλέπε δηλώσεις μεγαλοεπιχειρηματία Μυτιληναίου), συνηγορούν υπέρ της άμεσης εκπόνησης κι εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών, όσο ακραίες κι είναι.
Συνεπώς, ότι την προηγούμενη περίοδο μπορεί να έμοιαζε με δυστοπικό σενάριο επιστημονικής φαντασίας, στην παρούσα φάση μπορεί να ιδωθεί ως δελεαστική πρόκληση υλοποίησης πολιτικών κοινωνικής χειρουργικής, με τον κόσμο της εργασίας δεμένο στην κλίνη του Προκρούστη. Προς αιτιολόγηση των παραπάνω ισχυρισμών καταθέτουμε τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για τη σύσταση ενός ενιαίου φορέα που θα περιλαμβάνει όλα τα προγράμματα Απεξάρτησης (και υποκατάστασης), γνωστού ως Ενιαίου Οργανισμού για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση των Εξαρτήσεων. Για όσους-σωστά-προβληματίζονται πως γίνεται να λειτουργήσουν από κοινού και ισότιμα προγράμματα με τόσο αγεφύρωτες κι αποκλίνουσες μεταξύ τους φιλοσοφίες ως προς την προσέγγιση της μάστιγας της εξάρτησης, χαώδεις διαφορές ως προς τη θεραπευτική αντιμετώπιση (π.χ στεγνά προγράμματα όπως 18 ΑΝΩ και ΚΕΘΕΑ και μονάδες υποκατάστασης όπως ΟΚΑΝΑ), δε θα βρει ικανοποιητική απάντηση. Στην πραγματικότητα, ακριβώς ο πυρήνας του προς διαβούλευση νομοσχεδίου δεν είναι ανθρωποκεντρικός, ώστε να εστιάζει στον εξαρτημένο ως πάσχων υποκείμενο που χρήζει θεραπείας για να σπάσει τον τυραννικό φαύλο κύκλο της εξάρτησης (αυτή για παράδειγμα είναι η φιλοσοφία του 18 ΆΝΩ που επιχειρούν να εξοβελίσουν). Έτσι, βασικός του στόχος μοιάζει να είναι ο στενότερος έλεγχος των θεραπευτικών προγραμμάτων, μέσω της σύστασης ενός υδροκέφαλου οργανισμού και η οικονομική διαχείριση στον άξονα κέρδη-ζημιές. Με αυτή την έννοια κύριο μέλημα δεν είναι η ψυχοθεραπεία κι η ισότιμη κοινωνική επανένταξη απεξαρτημένων ανθρώπων, αλλά ο επανασχεδιασμός του τοπίου των θεραπευτικών προγραμμάτων, με λιγότερο ή και καθόλου δημόσιο χαρακτήρα που θα μπορεί να απορροφά ευρωπαϊκά κονδύλια (κι όταν αυτά στερέψουν τι;).
Για του λόγου το αληθές, ο υπερτροφικός φορέας που σχεδιάζουν να απορροφήσει όλα τα θεραπευτικά προγράμματα θα είναι ΝΠΙΔ και η διοίκηση του θα διορίζεται από την κυβέρνηση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το 18 ΑΝΩ σταματάει να ανήκει στο ΕΣΥ και να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ΨΝΑ. Την ίδια ακριβώς τύχη θα έχουν και τα υπόλοιπα προγράμματα δημόσιων ψυχιατρείων (Θεσσαλονίκης, Κέρκυρας-Διάπλους, Ιωαννίνων). Συνάμα στους εργαζόμενους (συνολικά οι εργαζόμενοι που εργάζονται στα προγράμματα που θα βρεθούν υπό νέο καθεστώς φτάνουν 1500) θα δοθεί το περιθώριο του ενός μήνα για να αποφασίσουν αν θέλουν να ενταχθούν στο νέο Ιδιωτικού Δικαίου οργανισμό ή να παραμείνουν στο ΨΝΑ. Ειδικότερα για τους εργαζόμενους με σύμβαση Αορίστου Χρόνου, αυτή η απόφαση θα είναι οριστική και αμετάκλητη. Συνάμα, στην προσπάθεια να κάνουν την επερχόμενη ιδιωτικοποίηση πιο εύπεπτη, διατυπώνουν κάποιες υποσχέσεις όπως τη χορήγηση του Ανθυγιεινού επιδόματος για όσους επιλέξουν να εργαστούν στο φορέα, όπως και τη χορήγηση επιπλέον ημερών άδειας για την αντιμετώπιση του burn out (όπως ήδη συμβαίνει στον ΟΚΑΝΑ). Η προηγούμενη δυνατότητα επιλογής όμως μοιάζει με ψευτοδίλημμα αν αναλογιστούμε ότι η Ψυχική Υγεία και το ΨΝΑ θα ακολουθήσουν σύντομα το δρόμο της Απεξάρτησης στην κατεύθυνση του κατακερματισμού και της διάλυσης. Επιπλέον, τίποτα δε διασφαλίζει πως όσοι επιλέξουν το νέο οργανισμό θα διατηρήσουν και τις θέσεις εργασίας τους σε μερικά χρόνια από σήμερα. Ακόμα χειρότερα για ειδικότητες όπως αυτή των Ειδικών Θεραπευτών που αποτελεί μεγάλο μέρος των εργαζομένων στο 18 ΑΝΩ, η επιλογή να παραμείνουν στο Ψυχιατρείο μπορεί να σημαίνει πως θα μείνουν δίχως ουσιαστικό αντικείμενο εφόσον φύγει η Απεξάρτηση. Συμπερασματικά, έπειτα από την κατάργηση του αυτοδιοίκητου του ΚΕΘΕΑ και το καπέλωμα του από την κυβέρνηση το 2019, αυτό που ετοιμάζονται να φέρουν προς διαβούλευση αποτελεί το αποφασιστικό βήμα για την ιδιωτικοποίηση της Απεξάρτησης. Όλο αυτό μάλιστα με μια επίδειξη αυταρχισμού, ο οποίος εκδηλώνεται με την παντελή απουσία διαλόγου με αρμόδιους επιστημονικούς ή εργασιακούς φορείς, αλλά και τους ίδιους τους εργαζόμενους.
Ενδεικτική για τις προθέσεις τους αποτελεί η επιχειρηματολογία των γαλάζιων συνδικαλιστών, οι οποίοι έχουν αναλάβει το κρίσιμο έργο της προλείανσης του εδάφους για την επερχόμενη διάλυση. Σύμφωνα με αυτούς λοιπόν, οι αλλαγές είναι επιβεβλημένες (άρα ξεκινούν από την αφετηρία πως αυτές θα γίνουν), διότι κι ο χώρος των εξαρτήσεων μεταβάλλεται διαρκώς. Ωστόσο, το ΝΠΙΔ δεν πρέπει να μας φοβίζει! Πόσο μάλιστα όταν ο αρμόδιος υφυπουργός και ψυχίατρος είναι ένας από εμάς! Κατά συνέπεια, οι εργατικές και συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, οφείλουν να στοχεύσουν στα δευτερεύοντα και οικονομικού τύπου ζητήματα, όπως η χορήγηση του ανθυγιεινού επιδόματος και τα περισσότερα ρεπό. Πέρα απ’ αυτά δηλαδή δεν μας πέφτει λόγος ακόμα κι αν ξεπουληθούν τα πάντα.
Εξίσου δραματικές αν όχι περισσότερο αναμένονται να είναι οι συνέπειες για τους ίδιους τους εξαρτημένους, αλλά κι όσους έχουν δώσει με επιτυχία στο παρελθόν τη μάχη ενάντια στην εξάρτηση και το κάθε πρόγραμμα αποτελεί για αυτούς τους τελευταίους σταθερό σημείο αναφοράς, έμπνευσης και ασφάλειας. Ο πρώτος τεράστιος και τραγικός κίνδυνος είναι η απώλεια του θεραπευτικού πλουραλισμού, τον οποίο μέχρι σήμερα διασφάλιζε η ύπαρξη προγραμμάτων με διαφορετική φιλοσοφία, διαφορετική στάση και προσέγγιση της μάστιγας της εξάρτησης και κατά συνέπεια διαφορετικών θεραπευτικών μοντέλων. Ο νέος υδροκέφαλος φορέας εγκυμονεί τον κίνδυνο να ισοπεδώσει τις προηγούμενες διαφορές, διαμορφώνοντας ένα εκτρωματικό γραφειοκρατικό μοντέλο, δίχως αρχή, μέση και τέλος. Το προηγούμενο δεν αποτελεί κινδυνολογία, εάν αναλογιστούμε το μέγεθος του νέου φορέα, την ποιότητα των αλλαγών και την ταχύτητα και την προχειρότητα με τις οποίες επιχειρούν να τις εφαρμόσουν. Εδώ εύλογα προκύπτει η ανησυχία πως θα δοθεί έμφαση προς την κατεύθυνση της υποκατάστασης (μοντέλο ΟΚΑΝΑ), όχι γιατί είναι πιο αποτελεσματικό για τους εξαρτημένους, αλλά γιατί αποτελεί την εύκολη λύση που μάλιστα εκτιμούν πως τους στοιχίζει λιγότερο. Αν αυτό γίνει πράξη τότε δε μιλάμε για απεξάρτηση κι ουσιαστική απελευθέρωση από τα δεσμά της εξάρτησης, αλλά για αντικατάσταση της παράνομης ουσίας με τη νόμιμη και κρατικά χορηγούμενη. Άλλωστε το προηγούμενο μοντέλο προωθούν οι κυρίαρχες αντιλήψεις που βλέπουν την εξάρτηση ως ανίατη νόσο του εγκεφάλου, παραβλέποντας προκλητικά και αστόχαστα τις κοινωνικές γενεσιουργές αιτίες του φαινομένου.
Όμως και για την Ψυχική Υγεία, τους εργαζόμενους σε αυτήν και τους πάσχοντες που αποζητούν ανακούφιση από τις υπηρεσίες της, τα νέα μόνο καλά δεν είναι. Έτσι, στα πλαίσια δημιουργίας του Εθνικού Δικτύου υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας, θα επιχειρηθεί ο κατακερματισμός του Δημόσιου Ψυχιατρείου μέχρι την οριστική διάλυση του. Σε πρώτη φάση, οι στεγαστικές δομές (Ξενώνες, Οικοτροφεία κλπ) φεύγουν από ΨΝΑ και πάνε στις ΥΠΕ, ενώ θα ακολουθήσουν τα Ψυχογηριατρικά τμήματα. Εξάλλου, με την κατάργηση όλων των Διευθύνσεων και Υπηρεσιών και το πέρασμα όλων των αρμοδιοτήτων στις ΥΠΕ, υπάρχει μια «παράλειψη» που μοιάζει λεπτομέρεια, αλλά δεν είναι. Δηλαδή δεν υπάρχει πρόβλεψη για Τεχνική Υπηρεσία, όπως αυτή λειτουργεί σήμερα στο Ψυχιατρείο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τα έργα που εκείνη αναλάμβανε και διεκπεραίωνε για λογαριασμό του Ψυχιατρείου θα δίνονται σε ιδιώτες εργολάβους. Εδώ αξίζει να θυμηθούμε πως ολόκληροι τομείς όπως η σίτιση, η καθαριότητα κλπ έχουν ήδη περάσει στα χέρια ιδιωτών και συνεπώς η τεχνική υπηρεσία θα αποτελέσει το επόμενο «φιλέτο» δώρο στους επιχειρηματίες. Αν μάλιστα συνεκτιμήσουμε το γεγονός πως το καλοκαίρι πέρασε νόμος που προβλέπει πως όλα τα νοσοκομεία θα μετατραπούν σε βάθος χρόνου σε ΝΠΙΔ, τότε το τοπίο γίνεται ακόμα πιο θολό και το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο για ότι απομείνει ως ΨΝΑ. Στο όνομα της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης και της Αποασυλοποίησης, προωθούν στην πραγματικότητα μια αντιδραστική αντιμεταρρύθμιση με σύμπραξη Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ή ακόμα χειρότερα με εκχώρηση ολόκληρων τομέων και υπηρεσιών στα ιδιωτικά συμφέροντα. Εντός αυτού του πλαισίου, οι εργαζόμενοι θα λειτουργούν ως περιφερόμενοι και θα μετακινούνται κατά το δοκούν, ώστε να καλύπτουν τα τεράστια κενά της υποστελέχωσης, ενώ οι λήπτες υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας θα λαμβάνουν αμφιλεγόμενης ποιότητας υπηρεσίες κι ειδικότερα όσοι φιλοξενούνται σε δομές αποκατάστασης θα κινδυνεύουν με επιστροφή στο άσυλο, με ότι αρνητικό συνεπάγεται αυτό για τη θεραπεία τους.
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να επισημάνουμε ότι το διακύβευμα δεν αφορά μονάχα το εργασιακό μέλλον κάποιων χιλιάδων εργαζόμενων που έχουν εργαστεί και συνεχίζουν να το πράττουν κάτω από δυσμενείς κι αντίξοες συνθήκες, ώστε να παράσχουν ποιοτικές υπηρεσίες σε Απεξάρτηση και Ψυχική Υγεία, αλλά ενδιαφέρει ολόκληρη την κοινωνία. Κι αυτό γιατί η Απεξάρτηση και η Ψυχική Υγεία δεν αποτελούν παρά την πρώτη μάχη σ’ έναν πόλεμο με τον οποίο η πλευρά των επιτιθέμενων, η οποία αποτελείται από την κυβέρνηση και τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, έχει βαλθεί να ξεμπερδέψει με το σύνολο της Δημόσιας και Δωρεάν Υγείας, αλλά και με τους εργαζόμενους σ’ αυτήν που αποτελούν ισχυρό ανάχωμα ενάντια στις αδηφάγες ορέξεις τους. Επιδιώκουν να ξεμπερδέψουν με έννοιες όπως η εργασιακή μονιμότητα και άλλα δικαιώματα, που τα θεωρούν τροχοπέδη για την επικράτηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Έτσι φιλοδοξούν να δημιουργήσουν μια νέα τάξη, στην οποία οι υπάλληλοι θα είναι σε ομηρεία και θα εργάζονται με ακόμα πιο εξαντλητικά ωράρια, προκειμένου να καλύψουν τα τεράστια κενά που θέτουν επιτακτική την ανάγκη προσλήψεων κι όχι τρυκ όπως αυτά που περιγράφουμε. Επιπρόσθετα, αφορά ολόκληρη την κοινωνία η επιχειρούμενη μετατροπή της Υγείας από αγαθό σε εμπόρευμα, με τεράστιες δυνατότητες κέρδους για τους λίγους και εξοστρακισμό λόγω υψηλού κόστους για τους πολλούς.
Όσο για τους εργαζόμενους σε ΨΝΑ και 18 ΆΝΩ, χρειάζεται να αντλήσουν έμπνευση και δύναμη από την πλούσια παρακαταθήκη ηρωικών αγώνων που έχουν δώσει στο παρελθόν, προκειμένου να κρατήσουν το νοσοκομείο ανοιχτό και προσβάσιμες τις υπηρεσίες σε Ψυχική Υγεία κι Απεξάρτηση για όποιον έχει ανάγκη. Εδώ αξίζει να θυμηθούμε ότι μια δεκαετία πίσω, πάλι με τη δεξιά στην κυβέρνηση, ήταν έτοιμοι να υλοποιήσουν το κλείσιμο του Ψυχιατρείου και μάλιστα με όρους fast truck. Ακριβώς για αυτό το λόγο είχε διοριστεί διοικητής του Ψυχιατρείου, άνθρωπος που είχε προηγούμενη εμπειρία κι είχε συμβάλει στο κλείσιμο του ψυχιατρείου στα Χανιά. Ωστόσο, η ηρωική μαχητικότητα των εργαζομένων και τα αντανακλαστικά της κοινωνίας, κατέστησαν ανεφάρμοστο αυτό το σχέδιο και το εργατικό κίνημα κέρδισε μια καθαρή νίκη.
Στην παρούσα συγκυρία ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος και για αυτό χρειάζεται επαγρύπνηση και κινητοποίηση. Αυτό οι εργαζόμενοι δείχνουν να το έχουν κατανοήσει, καθώς η συνέλευση που πραγματοποίησαν στις 9 Νοέμβρη έγινε σε μια ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα. Σε αυτήν αποφασίστηκαν οι πρώτες κινητοποιήσεις που αφορούσαν διήμερη στάση εργασίας, με τη δεύτερη ημέρα της στάσης την Τετάρτη 22 Νοέμβρη, να υπάρχει ταυτόχρονα συγκέντρωση έξω από το Υπουργείο Υγείας κι ακολούθως συμβολικό κλείσιμο της οδού Μάρνης. Συνάμα, οι εργαζόμενοι του 18 ΑΝΩ πραγματοποίησαν συνάντηση όλου του προσωπικού στις 11 Νοέμβρη, όπου εκτός από τη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις εξέδωσαν δελτίο τύπου που απορρίπτουν ομόφωνα την ιδέα της εξόδου του προγράμματος από το ΕΣΥ και εξηγούν πειστικά γιατί η δημιουργία του υδροκέφαλου φορέα απειλεί να καταστρέψει την Απεξάρτηση. Την ερχόμενη Δευτέρα 27 Νοέμβρη θα πραγματοποιηθεί νέα συνέλευση στο Δαφνί, όπου θα συζητηθούν οι εξελίξεις και η ανάγκη συνέχισης και κλιμάκωσης των κινητοποιήσεων. Έτσι στα πλαίσια αυτής της κλιμάκωσης και της πλατιάς διεύρυνσης, μπαίνει σαν επιτακτικό ζήτημα ο συντονισμός των αγώνων με άλλους φορείς Απεξάρτησης και Ψυχικής Υγείας, αλλά κι ακόμα πλατύτερα. Άλλωστε αυτή η μάχη μπορεί να κερδηθεί με την ευαισθητοποίηση και τη συμπαράσταση ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων, όπως ακριβώς είχε γίνει και το 2013. Μπορεί οι παρούσες συνθήκες να είναι διαφορετικές, όμως από τη μεριά των εργαζομένων δείχνει να ξυπνάει η διάθεση για αντίσταση, καθώς αποτελεί κεκτημένο τους η εμπειρία πως αγώνας χαμένος είναι μονάχα αυτός που δεν δίνεται.