Ο δεξιός συνασπισμός, υπό την αποφασιστική ηγεσία του ακροδεξιού κόμματος Φραντέλι Ντ’ Ιτάλια (Αδελφοί της Ιταλίας), κέρδισε τις εκλογές στις 25 Σεπτέμβρη. Εγκαινιάζει μια νέα φάση γεμάτη κινδύνους για το εργατικό κίνημα και για τα ατομικά, κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα των πολιτών.
Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα αντιδραστικό σχέδιο παλινόρθωσης μιας συντηρητικής κοινωνίας που να στηρίζεται στην ταυτότητα, όπως εκφράζεται από το τρίπτυχο «Θεός, Πατρίδα, Οικογένεια». Αυτό το σχέδιο στηρίζεται επίσης στην πλήρη υιοθέτηση υπερ-νεοφιλελεύθερων πολιτικών και της κεντρικού ρόλου των επιχειρήσεων. Η εφημερίδα «Μανιφέστο» το αποκάλεσε «σατανική ένωση της ακροδεξιάς με το νεοφιλελεύθερο δόγμα».
Είναι μια κυβέρνηση μετριοτήτων, δηλωμένων αντιδραστικών και μετα-φασιστών, με 11 από τους υπουργούς της να ανήκουν στην εποχή Μπερλουσκόνι, αντανακλώντας την πολιτική, ιδεολογική και υλική πραγματικότητα των ρευμάτων της Δεξιάς. Βλέπουμε μια στενόμυαλη, μικροαστική «Ιταλία», η οποία έχει δική της μακρά προϊστορία, αλλά η οποία έχει και διασυνδέσεις με τις εθνικές και διεθνείς κυρίαρχες δυνάμεις αυτής της φάσης του καπιταλισμού.
Αυτή η Δεξιά εδραιώθηκε εξαιτίας της ιδεολογικής καθυστέρησης πολλών εργαζομένων και της των πολιτικών που ακολούθησαν οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις οι οποίες αποπροσανατόλισαν και απογοήτευσαν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Η Δεξιά θα αξιοποιήσει στον απόλυτο βαθμό τις πολιτικές και θεσμικές εξουσίες που έχει πλέον στη διάθεσή της.
Τα πρώτα μέτρα
Τα πρώτα μέτρα της κυβέρνησης δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία: Δρακόντειες ρυθμίσεις αστυνομικού κράτους οι οποίες στοχεύουν κάθε συγκέντρωση ή κατάληψη χώρων ή κτιρίων από πάνω από 50 άτομα που θα μπορούσε να προκαλέσει μια επικίνδυνη κατάσταση. Δεν επιβάλει μόνο πρόστιμα στο ύψος της στρατόσφαιρας, αλλά κυρίως επιβάλει και ποινές φυλάκισης ως και 6 χρόνια. Η ρύθμιση παρουσιάζεται ως πολιτική ενάντια στα ρέιβ πάρτι, αλλά στην πραγματικότητα θέλει να στοχοποιήσει τις απεργίες, τις απεργιακές φρουρές, τις καταλήψεις σχολείων/πανεπιστημίων (οι φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης δέχτηκαν ήδη μια βάναυση επίθεση) και πάνω από όλα τις καταλήψεις εργοστασίων.
Όσον αφορά τον έλεγχο της πανδημίας Κοβίντ, καταργούνται όλα τα μέτρα, ακόμα και τα ελάχιστα. Δεν θα υπάρξουν άλλοι περιορισμοί. Οι γιατροί που αρνήθηκαν να εμβολιαστούν επέστρεψαν στις δουλειές τους άμεσα. Αυτά έστελναν μήνυμα «όχι άλλα περιοριστικά μέτρα» και ικανοποιούσαν τον λαό του «Όχι Εμβόλιο», με τον οποίο πάντοτε φλέρταραν οι δεξιοί και από τον οποίο κέρδισαν πολλές ψήφους.
Το κυβερνητικό πρόγραμμα
Εξηγώντας το πρόγραμμά της, η Τζόρτζια Μελόνι προσέθεσε μια τέταρτη θεότητα στη συνηθισμένη της τριάδα «Θεός-Πατρίδα-Οικογένεια», στην οποία θυσιάζονται τα πάντα: «Επιχειρήσεις». Η Μελόνι προτείνει ως κεντρικό κορμό του προγράμματός της μια πλήρη συνέχεια με τις οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης Ντράγκι. Πραγματικά, εδώ και μήνες βρίσκεται σε διαρκείς διαβουλεύσεις μαζί του, παρότι τυπικά βρισκόταν στην αντιπολίτευση. Είναι τόσο έντονη η επιθυμία να μην εμποδιστούν με κανέναν τρόπο οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των αφεντικών που το σύνθημα είναι «μην ενοχλείτε όσους θέλουν να προχωρήσουν μπροστά». Η Μελόνι προτείνει κι αυτή τη σειρά της μέτρα που εφαρμόζουν εδώ και χρόνια κεντροδεξιές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις, με κάθε είδους οφέλη για τα αφεντικά αλλά κανένα για τους εργάτες:
-Μειώσεις φόρων
-Περικοπές των εργοδοτικών εισφορών ασφάλισης
-Φοροαπαλλαγές για εταιρίες που κάνουν προσλήψεις
-Επιδότηση των επιχειρήσεων
-Απλοποίηση των ρυθμιστών κανόνων και συνεπώς των ελέγχων
Σε αυτά μπορούμε να προσθέσουμε τον αντιδραστικό ενιαίο φορολογικό συντελεστή [ΣτΜ: ίδιο για κάθε εισόδημα, για φυσικά πρόσωπα κι επιχειρήσεις] και την απελευθέρωση του όγκου μετρητών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε οποιαδήποτε συναλλαγή, κάτι που ανοίγει την πόρτα στην φοροαποφυγή και τη διαφθορά.
«Ελευθερία, ελευθερία, ελευθερία», ψάλλει η Μελόνι… αλλά θα έπρεπε να προσθέσει «στην εκμετάλλευση»
Εδώ μπορούμε να εντοπίσουμε μια ιδιαίτερη ιταλική πραγματικότητα: το μέγεθος και ρόλος της μικρομεσαίας αστικής τάξης είναι πολύ ανώτερα από ό,τι σε άλλες χώρες. Πολλές τέτοιες επιχειρήσεις, για παράδειγμα στον τουρισμό ή στην εστίαση, έχουν επιβιώσει στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό μόνο εξαιτίας της έντονης εκμετάλλευσης των εργαζομένων τους, όπως και από την αποφυγή καταβολής φόρων και εισφορών, διάφορες φοροελαφρύνσεις και κρατικές επιδοτήσεις. Από αυτές προέρχονται τα εκατομμύρια ανθρώπων που αποτελούν τη μαζική βάση των δυνάμεων της Δεξιάς, και ιδιαίτερα της Λέγκας (του Σαλβίνι) και των Φρατέλι. Αυτοί οι άνθρωποι αισθάνονται ότι απειλούνται έντονα από τη βαθιά οικονομική κρίση. Αισθάνονται οργή απέναντι στα πολιτικά κόμματα, εκφράζουν κοινωνική μνησικακία απέναντι σε άλλους, όπως οι μετανάστες και είναι γενικά σε αναταραχή. Οι Φρατέλι έχουν αντλήσει μεγάλο μέρος της υποστήριξής τους από αυτό το κοινωνικό στρώμα. Προκειμένου να ικανοποιήσει αυτή την κοινωνική βάση, η Μελόνι κόβει πόρους από άλλα τμήματα της κοινωνίας. Οπότε κόβει το «εισόδημα του πολίτη». Πρόκειται για ένα αρκετά περιορισμένο κοινωνικό επίδομα το οποίο κοστίζει μόλις 7 δισ. ετησίως -πολύ λιγότερα από τα δεκάδες δισεκατομμύρια που κατευθύνονται στις μεγάλες και στις μικρές επιχειρήσεις. Παρόλα αυτά, αυτό το κοινωνικό επίδομα έχει επιτρέψει σε αρκετά εκατομμύρια ανθρώπους, ιδιαίτερα στο Νότο, να επιβιώνουν.
Αυτή η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται για τα 5 εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν στην απόλυτη φτώχεια, τα άλλα 5 εκατομμύρια που ζουν σε σχετική φτώχεια, τα υψηλά επίπεδα ανεργίας και επισφαλούς απασχόλησης, τους χαμηλούς μισθούς και τις συντάξεις που διαβρώνονται από τον πληθωρισμό που φτάνει σήμερα στο 12%. Θα δούμε το επόμενο διάστημα τι είδους μέτρα θα ληφθούν όσον αφορά τους λογαριασμούς ρεύματος.
Οι προτάσεις της κυβέρνησης για θεσμικές αλλαγές προκύπτουν επίσης εύλογα από το συνολικό της πρόγραμμα και την αυταρχική της ιδεολογία. Ταιριάζουν επίσης με τις τάσεις που έχουν διαφανεί και σε άλλες καπιταλιστικές χώρες: Ενίσχυση του ρόλου του προέδρου, αλλά και διαφοροποιημένη αυτονομία των περιφερειών, η οποία θα διαιρέσει ακόμα περισσότερο την Ιταλία. Η Μελόνι επίσης επιβεβαιώνει τον εθνικιστικό και ιμπεριαλιστικό ρόλο της Ιταλίας, που πρέπει περισσότερο από ποτέ να διατηρεί στρατεύματα εκτός συνόρων για να υπερασπίζεται τα συμφέροντά της. Είναι αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής της μια ραγδαία αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, την αύξηση των οποίων από τα 25 στα 38 δισ. ετησίως έχει ήδη αποφασίσει το Κοινοβούλιο, σχεδόν ομόφωνα. Δίνεται απόλυτη στήριξη στο Ιταλικό στρατιωτικό βιομηχανικό σύμπλεγμα. Όλα αυτά υλοποιούνται εντός της συμμαχίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Ο ιταλικός ιμπεριαλισμός παραμένει στενά ενταγμένος στο δυτικό ιμπεριαλισμό.
Για την κυβέρνηση, η μόνη οικογένεια που υφίσταται πρέπει να είναι η παραδοσιακή, η οποία θα υποστηριχθεί με «ένα μαζικό σχέδιο επανανακάλυψης της ομορφιάς της γονεϊκότητας».
Για τη νεολαία, η κυβέρνηση θέλει πολύ αθλητισμό, κάμποσο πολιτισμό, αλλά πάνω από όλα προώθηση της «κουλτούρας της επιχειρηματικότητας» και φοιτητικά δάνεια. Φυσικά αν οι νέοι άνθρωποι εξεγερθούν ενάντια στην υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων θα αντιμετωπίσουν παλιούς και νέους καταπιεστικούς νόμους.
Για τους μετανάστες, το πρόγραμμα αφορά την άγρια εκμετάλλευση όσων κατάφεραν να φτάσουν στην Ιταλία και την προσπάθεια, που έγινε και στο παρελθόν, να σταματήσει η μετανάστευση από την άλλη πλευρά της Μεσογείου. Όσοι φεύγουν να γλιτώσουν από πολέμους και την πείνα μπορούν να πεθάνουν, αλλά μακριά από τα βλέμματά μας.
Μετά από 3 χρόνια πανδημίας, ένα τεράστιο κοινωνικό δράμα με 180.000 νεκρούς και ένα σύστημα υγείας υπό κατάρρευση, η δημόσια περίθαλψη θα έπρεπε να βρίσκεται σε επίκεντρο της κυβερνητικής πολιτικής. Χρειάζονται θηριώδεις πόροι για να αναζωογονηθεί: Αντ’ αυτού δεν συμβαίνει τίποτα, εκτός από το πράσινο φως για περαιτέρω ιδιωτικοποίηση.
Διαγράφοντας τους αγώνες και την εναλλακτική σκέψη
Η Μελόνι δεν θέλει να επαναστατικοποιήσει το καπιταλιστικό σύστημα, παρά μόνο να ενεργοποιήσει στον απόλυτο βαθμό τις πιο αρνητικές του τάσεις, με ένα σχέδιο ιδεολογικής και υλικής παλινόρθωσης.
Σε αυτό το ζήτημα, πολλοί συγγραφείς έχουν ανακαλέσει τις Γκραμσιανές έννοιες της παθητικής επανάστασης και της ανατρεπτικής φύσης των αρχουσών τάξεων όταν θέλουν να αντιμετωπίσουν τις αντιφάσεις του συστήματος. Στην πραγματικότητα, η ιταλική αστική τάξη έχει υλοποιήσει από καιρό μια νέα παθητική επανάσταση (νομίζω ότι είναι πιο σωστός ο όρος αντεπανάσταση), ανατρέποντας το συσχετισμό δύναμης που προέκυψε την εποχή των αγώνων της δεκαετίας του 1970 και καταστρέφοντας μεγάλο μέρος των κατακτήσεων των εργαζόμενων τάξεων. Το πρόβλημά της είναι ότι δεν κατάφερε να ξεπεράσει την κρίση πολιτικής ηγεσίας, εξοπλιζόμενη με τις θεσμικές και κομματικές δομές που θα μπορούσαν να εγγυηθούν επαρκή κοινωνική σταθερότητα. Είναι δύσκολο για την αστική τάξη να δεχτεί ότι, με δεδομένα τα αρνητικά τους, οι Φρατέλι Ντ’ Ιτάλια μπορούν να εγγυηθούν μια εποχή σταθερότητας, παρότι θα τους χρησιμοποιήσουν ενάντια στην εργατική τάξη.
Η Μελόνι αφηγείται μια φαρσοκωμική «ιστορία» της δεκαετίας του 1970, στην οποία παραλείπει τις τρομακτικές σφαγές που διέπραξαν οι φασιστικές δυνάμεις σε συνεργασία με τμήματα του κρατικού μηχανισμού για να ανακόψουν την άνοδο του εργατικού κινήματος. Στην πρόθεσή της να «παλινορθώσει» τη χώρα, θέλει να διαγράψει την ιστορία των κοινωνικών και δημοκρατικών αγώνων. Θέλει επίσης να ακυρώσει τις δημοκρατικές, προοδευτικές, σοσιαλιστές και κομμουνιστικές έννοιες και ιδανικά περί ελευθερίας και ισότητας που επικαλείται το Σύνταγμα του 1948. Η αντιφασιστική Αντίσταση και το μεγάλο εργατικό κίνημα και οι δημοκρατικοί αγώνες είχαν δημιουργήσει κάτι σαν κοσμική «θρησκεία» όσον αφορά τη συναίνεση της κοινής γνώμης γύρω από αυτές τις αξίες και την αναγραφή τους στο Σύνταγμα. Όλη αυτή η κληρονομιά εκφραζόταν και οργανωνόταν όχι μόνο από εργατικά συνδικάτα και αριστερά κόμματα, αλλά και από ενώσεις όπως η ARCI (Ένωση Πολιτισμού) και η ANPI (Πανεθνική Ένωση Παρτιζάνων) και από άλλα κινήματα. Είναι μια κοινωνική και πολιτική κουλτούρα, την οποία μισούν και πολεμούν οι δεξιοί γιατί αποτελεί μια εναλλακτική στο φασισμό και τις αντιδραστικές ιδέες, είναι ένα όραμα ελευθερίας, δημοκρατικών δικαιωμάτων και κοινωνικής δικαιοσύνης που πολλοί ήλπιζαν ότι θα πραγματοποιηθεί στην ολότητά του με το ξεπέρασμα του καπιταλισμού.
Πράγματι, πρακτικά όλη η άρχουσα τάξη και τα ΜΜΕ της εργάζονται εδώ και χρόνια όχι μόνο για να κρύψουν αυτή την ιστορία και τα ιδανικά μιας δίκαιης εναλλακτικής κοινωνίας, αλλά και για να επιβάλουν ήττες κι υποχωρήσεις στο εργατικό κίνημα. Σε αυτή την κατεύθυνση εργάζονταν και οι κεντροαριστερές δυνάμεις που εγκατέλειψαν κάθε ιδέα μετασχηματισμού της κοινωνίας, υιοθέτησαν νεοφιλελεύθερα δόγματα και συμμετείχαν στη συρρίκνωση της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Σήμερα, η ιστορία παρουσιάζει το λογαριασμό, με την ακροδεξιά που θέλει να πάρει την εκδίκησή της, μια επικεντρωμένη στην ταυτότητα εθνικιστική παλινόρθωση μέσα στο πλαίσιο της σημερινής περιβαλλοντικής και πολιτισμικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος.
Απάντηση στο δεξιό σχέδιο
Μέχρι σήμερα, η αντίδραση του συνδικαλιστικού κινήματος, που ήταν για χρόνια υποταγμένο στις πολιτικές του κεφαλαίου, είναι ανύπαρκτη. Έχει υιοθετήσει αμφίσημες και «ας-περιμένουμε-να-δούμε» στάσεις όπως το «Θα κρίνουμε την κυβέρνηση με βάση αυτά που θα κάνει».
Ωστόσο, αρκετές πολιτικές, κοινωνικές και συνδικαλιστικές δυνάμεις, όπως και κάποιες δημοκρατικές και «προοδευτικές», κινούνται προς την οικοδόμηση απαντήσεων στις διάφορες επιθέσεις των καπιταλιστών και της κυβέρνησης. Η λίστα των πρωτοβουλιών και των διαδηλώσεων στο καλεντάρι είναι πολύ μακρά και αξίζει να υποστηριχθεί. Η πρόκληση είναι το αν αυτές θα κατορθώσουν να βρουν τη μαζική ανταπόκριση και το συντονισμό που χρειάζεται για να είναι αποτελεσματικές και να έχουν βαρύνοντα ρόλο πάνω στην συνολικότερη σύγκρουση.
Χρειάζεται να ανοικοδομήσουμε ένα εργατικό κίνημα ικανό να αντέξει τις ερχόμενες συγκρούσεις και να παρέχει συντονισμό σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες. Πρέπει να οργανώσουμε τη δράση μας στα συνδικάτα, ξεκινώντας από το μεγαλύτερο, την CGIL, γύρω από το αίτημα να ανέβουν οι ρυθμοί, να χτιστεί μια πλατιά ενότητα της εργατικής τάξης και των εκμεταλλευόμενων και των οργανώσεών τους, συμπεριλαμβανομένης της ενότητας με τα μαχητικά συνδικάτα βάσης (που από τη μεριά τους κάλεσαν ήδη σε μια πανεθνική απεργία στις 2 Δεκέμβρη), γύρω από ένα πρόγραμμα αγώνα για:
-Μισθολογικές αυξήσεις που θα προστατεύουν το βιοτικό επίπεδο
-Αυτόματή Τιμαριθμική Προσαρμογή των μισθών
-Κατάργηση των νόμων της επισφαλούς εργασίας
-Μείωση του εργάσιμου χρόνου χωρίς μισθολογικές απώλειες
-Δημόσιο σχέδιο δημιουργίας εκατομμυρίων θέσεων εργασίας (υγεία, σχολεία, κλπ)
-Έντονα προοδευτική φορολόγηση και φόρο στον πλούτο
-Όχι στις στρατιωτικές δαπάνες
Στόχος πρέπει να είναι να κρατήσουμε συνδεδεμένες τις οικονομικές και κοινωνικές μάχες με τους περιβαλλοντικούς αγώνες και την πάλη για δικαιώματα, σε μια προοπτική ενότητας και εναλλακτικής απέναντι στο σύστημα. Είμαστε ενάντια στον καπιταλισμό, που παράγει δυστυχία, εκμετάλλευση και πολέμους. Είναι αναγκαίο να χτίσουμε μια εναλλακτική κοινωνία που θα στηρίζεται στην δικαιοσύνη, την αλληλεγγύη, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Αυτό είναι εφικτό μόνο μέσα από την κινητοποίηση, την αυτό-οργάνωση στους χώρους δουλειάς και τη λαϊκή συμμετοχή. Αμφισβητούμε τους μηχανισμούς εκμετάλλευσης και κεροδοφορίας των αφεντικών. Η κολεκτίβα GKN Φλωρεντίας, η οποία διεξάγει ένα σκληρό αγώνα υπεράσπισης του εργοστασίου της εδώ και ένα χρόνο, προτείνει και εργάζεται για τη σύγκλιση όλων των κοινωνικών, συνδικαλιστικών, τοπικών, περιβαλλοντικών αγώνων γύρω από κοινούς στόχους. Έχει ήδη κατορθώσει να συνενώσει δυνάμεις που μπόρεσαν να οργανώσουν μεγάλες διαδηλώσεις (12 χιλιάδες διαδηλωτές στη Μπολόνια στις 22 Οκτώβρη). Αυτός είναι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουν όλες οι ταξικές δυνάμεις ενάντια σε αυτήν την κυβέρνηση.