Και έπειτα από όλα αυτά, αγαπημένοι και μονιασμένοι, μπορούμε να φτιάξουμε το αντιμνημονιακό,πατριωτικό,δημοκρατικό,λαϊκό,απελευθερωτικό,αριστερό,κεντρώο,μικροαστικό,εργατικό,ταξικό,βουνίσιο,παραθαλάσσιο,ολυμπιακό,παναθηναϊκό, μοναδικό, συγκλονιστικό, ανυπέρβλητο, αντικατοχικό, καταπληκτικό μέτωπο.

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, πίσω από κλει­στές πόρ­τες και μέσα σε μι­κρές στοές, μπο­ρού­με να βά­λου­με αλάτι στο νερό και ξύδι στα χείλη, πα­ζα­ρεύ­ο­ντας θέ­σεις στα ψη­φο­δέλ­τια, κα­ρέ­κλες στα κομ­μα­τι­κά γρα­φεία και στα­σί­δια στα τη­λε­ο­πτι­κά πάνελ.

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με πρώτα να ανοί­ξου­με το ημε­ρο­λό­γιο μας και να δούμε ποια είναι η επό­με­νη τε­λε­τή μνή­μης θυ­μά­των της να­ζι­στι­κής, κα­το­χι­κής βίας, στη Βιάν­νο, στον Αλι­κια­νό, στα Κα­λά­βρυ­τα, στους Λι­γκιά­δες ή το Κομ­μέ­νο, μετά να ανοί­ξου­με το λο­γα­ρια­σμό μας στο τουί­τερ και στο φέ­η­σμπουκ και να κά­νου­με κα­τά­λο­γο προ­γρα­φών, μαύρη λίστα ανε­πι­θυ­μή­των και λευκή λίστα κα­λε­σμέ­νων. Να κα­τα­πιού­με άλλοι την ντρο­πή μας και άλλοι την οργή μας και, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, να κλί­νου­με ευ­λα­βι­κά το γόνυ μπρο­στά σε αυ­τούς που κα­νο­νι­κά και αν μπο­ρού­σαν θα έπρε­πε να μας στέλ­νουν μια με­γα­λο­πρε­πέ­στα­τη μούν­τζα από το υπερ­πέ­ραν.

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με να απο­φα­σί­σου­με. Τε­λι­κά στην Κα­το­χή, πο­λε­μή­σα­με τους Ναζί ή τους Γερ­μα­νούς; Οι Ιτα­λοί ήταν καλοί, ανε­κτι­κοί και ευ­προ­σή­γο­ροι κα­τα­κτη­τές ή φα­σί­στες του κε­ρα­τά; Στα Δε­κεμ­βρια­νά, πο­λε­μή­σα­με τους Άγ­γλους ή τη μαύρη αντί­δρα­ση των δω­σι­λό­γων και των ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών; Το ΕΑΜ ήθελε λα­ο­κρα­τία ή είχε αυ­τα­πά­τες; Ο Άρης ήταν κομ­μου­νι­στα­ράς ή δη­λω­σί­ας, μι­ζέ­ριας και κα­τσα­πλιάς; Αφού κα­τα­λή­ξου­με, ξα­να­κλεί­νου­με τις πόρ­τες και τα πα­ρά­θυ­ρα, μήπως και κατά λάθος μπει φρέ­σκος αέρας, και προ­ση­λω­νό­μα­στε στα πα­ζά­ρια για τις θέ­σεις, τις κα­ρέ­κλες και τα στα­σί­δια.

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με και να συ­ζη­τή­σου­με. Η πο­λι­τι­κή στα­διο­δρο­μία και η δη­μό­σια πα­ρου­σία είναι μια φω­το­γρα­φία της στιγ­μής, από την Κα­το­χή, τον Εμ­φύ­λιο, την ΕΔΑ, τους Λα­μπρά­κη­δες, το «114» και το Πο­λυ­τε­χνείο ή ένα φιλμ διαρ­κεί­ας που υπό­κει­ται στην συ­νε­χή κρη­σά­ρα των θε­α­τών, στις καλές, τις κακές, τις άτυ­χες, τις με­γά­λες και τις μι­κρές στιγ­μές του πρω­τα­γω­νι­στή; Η πρώτη ξε­κι­νά απα­ραί­τη­τα, στα­νι­κά και υπο­χρε­ω­τι­κά στο μαιευ­τή­ριο και το λη­ξιαρ­χείο, όταν κλη­ρο­νο­μού­νται εξ αί­μα­τος, επί­θε­τα και προσ­δο­κί­ες αν­δρό­γυ­νων για το φω­τει­νό και αν­θό­σπαρ­το μέλ­λον των παι­διών τους, από τη μήτρα έως το μνήμα, που έγρα­φε και ο Κα­ζαν­τζά­κης;

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με και να επι­χει­ρη­μα­το­λο­γή­σου­με. Αν είναι ση­μείο στα­θε­ρής ανα­φο­ράς να εί­μα­στε με το ζω­νά­ρι λυ­μέ­νο έτοι­μοι για καβγά σε κάθε αφορ­μή και κάθε φορά, επι­στρα­τεύ­ο­ντας τυ­χάρ­πα­στους αλε­ξι­πτω­τι­στές και «εί­δαν­φω­ςκαι­μπή­κα­νί­δες», μόνο και μόνο επει­δή έχουν υψηλή τέχνη την κο­λα­κεία και μο­να­δι­κό, πο­λι­τι­κό δια­βα­τή­ριο τον σφουγ­γο­κω­λα­ρι­σμό.

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με και να ανα­μο­χλεύ­σου­με. Ποιος στρα­βο­κοί­τα­ξε ποιον στην ΚΕ του ίδιου κόμ­μα­τος που βρί­σκο­νταν σχε­δόν όλοι πριν από 25-30 χρό­νια, ποιος έκανε την τάδε και την δείνα ει­σή­γη­ση και επι­λο­γή, ποιος δι­καιώ­θη­κε και ποιος κα­τα­δι­κά­στη­κε στο δι­κα­στή­ριο της αρι­στε­ρής ιστο­ρί­ας και ποιος πρέ­πει σή­με­ρα να έχει δι­καί­ω­μα να μιλά για το τότε, το σή­με­ρα και το αύριο, με τα εφό­δια, τις προ­κα­τα­λή­ψεις και τις ανε­ξό­φλη­τες επι­τα­γές ενός τέ­ταρ­του του αιώνα. Λες και δεν έχου­με άλλα προ­βλή­μα­τα να λύ­σου­με και άλλες ανά­γκες να κα­λύ­ψου­με τώρα.

Έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με και να σκε­φτού­με. Αν έχου­με την πο­λυ­τέ­λεια να εί­μα­στε ο πε­ρί­γε­λος των τα­ξι­κών εχθρών, η χλεύη των πο­λι­τι­κών αντι­πά­λων και το παί­γνιο των τρολ κάθε φα­νε­ρής και κρυ­φής ταυ­τό­τη­τας και χρη­μα­το­δό­τη­σης. Και αν έχου­με επί­σης την πο­λυ­τέ­λεια να κερ­νά­με πικρά πο­τή­ρια και ατε­λεί­ω­τη τα­λαι­πω­ρία τους οπα­δούς μας.

Και έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, μπο­ρού­με και να ανα­λο­γι­στού­με. Ότι ο θρύ­λος θέλει να είναι το τρί­στρα­το, όπου ο Οι­δί­πο­δας σκό­τω­σε τον πα­τέ­ρα του, Λάιο, λίγο έξω από το Δί­στο­μο. Και μπο­ρεί ο μύθος να τα βάζει με τον πα­τρο­κτό­νο γιο, αλλά ξεχνά ότι ήταν σε νό­μι­μη άμυνα, μπρο­στά στην απρό­κλη­τη προ­σβο­λή και το μα­το­βαμ­μέ­νο μα­στί­γιο μιας γε­ρο­ντι­κής εξου­σί­ας πάνω σε άρμα που δεν κα­τα­δε­χό­ταν να με­ριά­σει στη θέα του νε­α­ρού πεζού και ήθελε να επι­βά­λει διά της βίας τη βού­λη­σή της. Και μπο­ρεί εν συ­νε­χεία ο ίδιος μύθος να κα­τα­δι­κά­ζει τον ιε­ρό­συ­λο αι­μο­μί­κτη, αλλά η ανί­ε­ρη αυτή ένωση έδωσε και μια Αντι­γό­νη...

Και έπει­τα από όλα αυτά, αγα­πη­μέ­νοι και μο­νια­σμέ­νοι, όσοι βρε­θεί­τε πίσω από τις κλει­στές πόρ­τες και μέσα στις μι­κρές στοές, πα­ζα­ρεύ­ο­ντας θέ­σεις, κα­ρέ­κλες και στα­σί­δια, πάνω στα γε­ρο­ντι­κά ή κλη­ρο­νο­μι­κά σας άρ­μα­τα και στο όνομα της μάνας Αρι­στε­ράς, μπο­ρεί­τε να απο­κρυ­πτο­γρα­φή­σε­τε και την τε­λευ­ταία πα­ρά­γρα­φο...

Ετικέτες