Το ουκρανικό ζήτημα και η λύση του δεν θα μπορούσαν κατά την ταπεινή μας άποψη να ειδωθούν ξέχωρα από τη γενικότερη πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και πολιτικής αλλά ούτε και έξω από τη νεότερη ιστορία της χώρας και τη σημασία της γεωγραφικής της θέσης, μια θέση που εντοπίζεται στα νότια σύνορα με τη Ρωσία και αποτελεί κλειδί ανάμεσα στην ανατολή και τη δύση.

Ιδιαίτερο ρόλο στην ιστορική διαδρομή της έχει παίξει επίσης το πλούσιο υπέδαφος της με τα περίφημα ανθρακορυχεία της κοιλάδας του Ντόνεσκ και τις απέραντες καλλιεργήσιμες εκτάσεις που την είχαν καταστήσει βασικό σιτοβολώνα της περιοχής. Πλήθος Εβραίων είχε εγκατασταθεί στα πλούσια εδάφη της καθώς και χιλιάδες Γερμανοί που τους πρόσφερε κλήρο η αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη η Μεγάλη, γερμανικής καταγωγής και η ίδια. Σε αυτή ακριβώς την περιοχή επιτελέσθηκαν μερικά από τα μεγαλύτερα φυλετικά και θρησκευτικά πογκρόμ στο πρόσφατο παρελθόν καθώς και τεράστιες πληθυσμιακές ανακατατάξεις, δημιουργώντας μια αρνητική τοπική παράδοση.

ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Η Ουκρανία, παρ’ ότι αποτέλεσε τη βάση ίδρυσης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας με το Κίεβο να αποτελεί το πρώτο στρατιωτικό και πολιτιστικό κέντρο της, έχει υποστεί διαχρονικά τις επιπτώσεις του μεγαλορωσικού ιδεατισμού. Οι Ουκρανοί αποκαλούνταν Μικρορώσοι, σε αντίθεση με τους κατοίκους της κυρίως Ρωσίας που αποκαλούνταν Μεγαλορώσοι, η δε γλώσσα τους διαφέρει τόσο ώστε να αποτελεί και αυτή στοιχείο διαχωρισμού.

Την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 η Ράντα (Βουλή) του Κιέβου, τάχθηκε ενάντια στους Μπολσεβίκους και στο πλευρό των Γερμανών εισβολέων που μετά και τη ταπεινωτική Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ την οποία αναγκάστηκε να υπογράψει ο Λένιν μαζί τους, την κατέλαβαν ολόκληρη. Απελευθερώθηκε βεβαίως με το τέλος του και την ήττα των Γερμανών αλλά και κατόπιν ενός σκληρού εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε και έκτοτε αποτέλεσε μια από τις ενωμένες σοσιαλιστικές δημοκρατίες της ΕΣΣΔ.

Κατά τη διάρκεια της σταλινικής περιόδου η Ουκρανία υπέστη τρομακτικές θυσίες από την παρανοϊκή πολιτική της αναγκαστικής κολλεκτιβοποίησης, που υποχρέωνε τους χωρικούς να παραδώσουν τις περιουσίες τους στα κολχόζ χωρίς να τους εξασφαλίζει τα αναγκαία εφόδια προς το ζην. Οι αγρότες, για να μην τους πάρουν τα ζώα, μοναδική πηγή τροφής και εσόδων που είχαν, τα έσφαζαν κατά χιλιάδες, με αποτέλεσμα και λόγω μιας αναπάντεχης ξηρασίας που παρουσιάστηκε, να ακολουθήσει ένας τρομακτικός λιμός. Εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν ενώ παρατηρήθηκαν και εκτεταμένα, σύμφωνα με μαρτυρίες που καταγράφηκαν, φαινόμενα κανιβαλλισμού.

Ο Στάλιν σε αντίποινα για την αντίδραση εκείνη εξόρισε ολόκληρους λαούς όπως οι Τάταροι και οι Έλληνες που ζούσαν επί χρόνια στην περιοχή και τους έστειλε σε μέρη σαν το Ουζμπεκιστάν. Πολλοί από αυτούς επέστρεψαν στη διάρκεια της περεστρόικα, απαιτώντας τις χαμένες περιουσίες τους.

Η Κριμαία επί των ημερών του μετατράπηκε σε κέντρο διακοπών των ανώτερων κομματικών στελεχών και των οικογενειών τους, χτίζοντας δεκάδες ντάτσες (βίλες) και άλλους τόπους αναψυχής. Σε μια τέτοια φιλοξενούνταν ο Τσώρτσιλ όταν υπογράφηκε η Συνθήκη της Γιάλτας.

Εξ΄αιτίας των δεινών που υπέστησαν από τη σταλινική πολιτική, πολλοί Ουκρανοί υποδέχτηκαν σαν απελευθερωτές τους Γερμανούς κατά την εισβολή τους στη Σοβιετική Ένωση στη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου και κάποιοι από αυτούς υπηρέτησαν υπό τις διαταγές τους ενάντια στον Κόκκινο Στρατό.

Αργότερα η ανεξήγητη γραφειοκρατική και σωβινιστική λογική του Χρουτσώφ, ο οποίος είχε ουκρανική καταγωγή ( πράγμα το οποίο δεν τον εμπόδισε καθόλου να πρωτοστατήσει την περίοδο των «σταλινικών εκκαθαρίσεων», ως υπεύθυνος του κόμματος για την Ουκρανία, σε απίστευτο αριθμό εκτελέσεων συμπατριωτών του και εκτοπίσεων τους στα διάφορα γκουλάγκ), τον οδήγησαν το 1954 να περιλάβει την Κριμαία στη δικαιοδοσία της Ουκρανικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας, παρ΄ότι η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν ρωσόφωνοι (μετά την εκδίωξη των υπόλοιπων) και παρά το γεγονός ότι η Κριμαία αποτελούσε τη σημαντικότερη στρατιωτική βάση της Σοβιετικής Ένωσης στην περιοχή και έδρα του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας.

Όλη αυτή η διαδικασία έκανε ακόμη πιο σύνθετη την κατάσταση, «βαλκανοποιώντας» ουσιαστικά την περιοχή της Κριμαίας αλλά και την υπόλοιπη, κυρίως ανατολική, Ουκρανία. Η κατάρρευση της Σοβιετική Ένωσης, όπως έγινε και σε άλλες δημοκρατίες, άνοιξε πάλι τους ασκούς του Αιόλου και επανέφερε στο προσκήνιο παλιούς σωβινιστικούς λογαριασμούς και εθνοτικές διαφωνίες ανάμεσα σε λαούς που τα τελευταία χρόνια ζούσαν ειρηνικά μεταξύ τους.

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ

Παρ’ όλα αυτά η Ουκρανία τα 25 χρόνια που μεσολάβησαν από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ κυβερνάται κυρίως από φιλορωσικές κυβερνήσεις. Στο διάστημα αυτό συντελέστηκε η απότομη στροφή από τις σοσιαλιστικές δομές στην ιδιωτική οικονομία με τα γνωστά φαινόμενα απίστευτου πλουτισμού στελεχών του πρώην καθεστώτος, οι οποίοι από το σημείο στο οποίο δεν κατείχαν επισήμως ούτε ένα περιουσιακό στοιχείο, έφτασαν να βρεθούν «εν μέσω μιας νυχτός» δισεκατομμυριούχοι, καπηλευόμενοι την κρατική περιουσία.

Έκτοτε βεβαίως η ουκρανική οικονομία, παρά τις τεράστιες δυνατότητες της, άρχισε να επηρρεάζεται από τα σκαμπανεβάσματα της παγκόσμιας αγοράς, ενώ οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί και η απίστευτη διαφθορά των ολιγαρχών που έλεγχαν πλέον τις κρατικές δομές και απομυζούσαν τον ουκρανικό λαό, άρχισαν να δημιουργούν τριγμούς και αντιδράσεις μέσα στα φτωχά και μεσαία στρώματα.

Αυτή την κατάσταση βεβαίως θα ήταν αδύνατο να μην προσπαθήσουν να την εκμεταλλευτούν οι ΗΠΑ και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες-δορυφόροι της με επικεφαλής τη Γερμανία, στην προσπάθεια απομονώσουν την κατέχουσα πυρηνικά όπλα Ρωσία. Έτσι υποδαύλιζαν με κάθε τρόπο την κατάσταση στηριζόμενοι σε «δικούς τους ανθρώπους» σαν τον Γιάτσενιουκ (φιλοαμερικανό) και τον Γκλίτσκο (φιλογερμανό) αλλά και άλλους, για τους οποίους οι δυτικοί «δημοκράτες» δεν είχαν κανένα πρόβλημα αν είναι φιλοναζί ή φασίστες. Πολλοί από αυτούς σήμερα βρίσκονται να κατέχουν εξέχουσες θέσεις στην κυβέρνηση και τον κρατικό μηχανισμό, με πρώτο και καλύτερο το διορισμένο πρόεδρο Γιάτσενιουκ, τον οποίο συνέλαβε ο φακός να χαιρετάει φασιστικά. Αυτό δεν στάθηκε βεβαίως εμπόδιο να μεταβεί στις ΗΠΑ για «συζητήσεις» και «οδηγίες», απολαμβάνοντας της πλήρους εμπιστοσύνης των πολιτικών ηγετών της υπερδύναμης.

Οι κύριες βιομηχανίες και τα γεωλογικά κοιτάσματα βρίσκονται κυρίως στην περιοχή της Ανατολικής Ουκρανίας που συνορεύει με τη Ρωσία, σε αντίθεση με το δυτικό τμήμα που συνορεύει με τη Γερμανία και το οποίο έχει βασίσει την ανάπτυξη του σε μικρού μεγέθους επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Η διαφθορά του κρατικού μηχανισμού καθώς και η παγκόσμια οικονομική κρίση οδήγησαν σε οικονομικό αδιέξοδο πολλούς τους μικροεπιχειρηματίες της περιοχής, πράγμα το οποίο αποδείχτηκε μια καλή αφορμή για να εξελιχθούν σε βάση στήριξης εθνικιστικών και κρυπτοφασιστικών μορφωμάτων όπως το ΣΒΟΜΠΟΝΤΑ (Ελευθερία), που από μια ασήμαντη πολιτική δύναμη κέρδισε ένα ποσοστό 10% στις τελευταίες εκλογές.

Πριν από αυτό όμως ο ουκρανικός λαός δοκίμασε και άλλες «συνταγές», όπως αυτή του κόμματος της Γιούλια Τιμοσένκο (επίλεκτο στέλεχος της Κομσομόλ στα νιάτα της και η ίδια), το οποίο και έφερε κάποια στιγμή στην κυβέρνηση για να διαπιστώσει στη συνέχεια ότι είναι ακόμη πιο διεφθαρμένο από τα προηγούμενα και κάπως έτσι η «κόρη της Ουκρανίας» με τις παραδοσιακές πλεξούδες να οδηγηθεί στη φυλακή για τεραστίου μεγέθους σκάνδαλα και ρεμούλες.

Μέσα από αυτό περίπου το σκηνικό φτάσαμε στα τελευταία δραματικά γεγονότα. Τώρα υπάρχει συνεχής αρθρογραφία και μια προσπάθεια ανάλυσης και αποκρυπτογράφησης αυτών των συνταρακτικών πολιτικών εξελίξεων, έτσι ώστε να βγουν τα κατάλληλα συμπεράσματα για την Αριστερά και το κίνημα. Στην κατεύθυνση αυτή θα προσπαθήσει να συμβάλλει και το συγκεκριμένο άρθρο.

ΕΙΧΑΜΕ ΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ;

Ήταν τελικά ένα φασιστικό πραξικόπημα αυτό που συνέβη στην Ουκρανία; Δεν θα συμφωνήσουμε με αυτή την αντίληψη που εκφράζεται και από κάποιους κοντινούς και αγαπητούς, θα τους χαρακτηρίζαμε, συντρόφους.

Στην Ουκρανία όλο το προηγούμενο διάστημα πραγματοποιήθηκαν πάμπολες κινητοποιήσεις, μικρού όμως μεγέθους, αποκομμένες από την πλειοψηφία του ουκρανικού λαού και ασυντόνιστες μεταξύ τους. Καμία από αυτές δεν οργανώθηκε ή καθοδηγήθηκε από το ΣΒΟΜΠΟΝΤΑ ή άλλο φασιστικό μόρφωμα. Αυτό που έκαναν οι συγκεκριμένες δυνάμεις ήταν να παρεισφύουν στις συγκεντρώσεις για να επωφεληθούν από αυτές και να τις καπελώσουν. Και η αλήθεια είναι ότι δεν άφηναν ούτε μία χωρίς να παρέμβουν. Αυτή η τακτική σε συσχετισμό με την εικόνα σήψης και διαφθοράς της πολιτικής ζωής, οδήγησαν το συγκεκριμένο κόμμα στο να αποκτήσει εκλογικά ερείσματα, κυρίως στα μικροαστικά στρώματα της Δυτικής Ουκρανίας, όπως αναφέραμε και πιο πάνω.

Το ΣΒΟΜΠΟΝΤΑ είχε μια πιο διαλλακτική, κυρίως εθνικιστική πολιτική, εν αντιθέσει με την καθαρόαιμη φασιστική οργάνωση του «Δεξιού Τομέα», η οποία είχε στρατιωτικού τύπου διάρθρωση με ομάδες κρούσης οι οποίες παρενέβαιναν με βίαιο τρόπο, με αποκορύφωμα τα τελευταία γεγονότα και τη δράση τους για την απώθηση των αριστερών και άλλων ομάδων από την πλατεία Ανεξαρτησίας. Μάλιστα υπάρχουν καταγγελίες ότι οι ελεύθεροι σκοπευτές που σκόρπισαν το θάνατο στους διαδηλωτές προέρχονταν από τις γραμμές τους.

Το βασικό στοιχείο που πρέπει να σημειώσουμε όμως είναι ότι η πλειοψηφία των Ουκρανών εργαζομένων έμεινε αμέτοχη απέναντι στις εξελίξεις, έχοντας απέναντι τους από τη μια τους διεφθαρμένους πολιτικούς και τους πάτρωνες τους ολιγάρχες και από την άλλη τους παρανοϊκούς εθνικιστές και φασίστες.

Παρ’ όλα αυτά τις κινητοποιήσεις στην πλατεία Ανεξαρτησίας, που αποτέλεσαν και το ρέκβιεμ της κυβέρνησης Γιαννουκόβιτς, δεν τις ξεκίνησαν οι φασίστες. Αυτοί απλά κατόρθωσαν να πάρουν το πάνω χέρι στη συνέχεια. Οι κινητοποιήσεις ξεκίνησαν από αριστερές ομάδες και άλλους αγανακτισμένους πολίτες και δυστυχώς ποτέ δεν κατόρθωσαν να έχουν ένα μαζικό χαρακτήρα, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στους φασίστες να υπερισχύσουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συγκεντρωμένοι στην πλατεία σε καμία περίπτωση δεν ξεπέρασαν τις 20.000 (αυτό θα μπορούσαμε να το διαπιστώσουμε και από τις τηλεοπτικές εικόνες) και αν κάποιος πήγαινε λίγα τετράγωνα πιο πέρα, θα έβλεπε ότι η καθημερινή ζωή συνεχιζόταν σαν να μην συνέβαινε τίποτε.

ΕΧΟΥΜΕ ΤΟ ΦΑΣΙΣΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ;

Παρ’ ότι κάποιοι φασίστες πήραν θέσεις στην κυβέρνηση και τον κρατικό μηχανισμό, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχουμε τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά με τη Γερμανία του μεσοπολέμου. Οι Γερμανοί τότε ακολούθησαν μαζικά τον Χίτλερ γιατί υποσχέθηκε δουλειά σε ένα λαό με εκατομμύρια ανέργους, φαγητό σε επίσης εκατομμύρια πεινασμένους και τη ρεβάνς σε ένα εθνικά ντροπιασμένο λαό από τις ταπεινωτικούς όρους που επέβαλλε η Αντάντ μετά την ήττα του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου και τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Ο ουκρανικός λαός στην πλειοψηφία του, παρά τα αντιρωσικά αισθήματα που του έχουν δημιουργηθεί μέσα από μια ιστορική διαδρομή, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τον διακατέχουν μαζικά τα ίδια εθνικοσοσιαλιστικά χιτλερικά οράματα με τη Γερμανία του μεσοπολέμου.

Άλλωστε τα τελευταία 25 χρόνια ψηφίζει μάλλον φιλορωσικές κυβερνήσεις, έστω και με κάποιες εξαιρέσεις. Ο Γιαννουκόβιτς είχε εκλεγεί πρόεδρος στις τελευταίες εκλογές με το 39% των ουκρανικών ψήφων .

ΗΤΑΝ ΕΞ’ ΑΡΧΗΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ;

Οπωσδήποτε ένα κίνημα χωρίς επαναστατική ηγεσία, συγκεκριμένη τακτική και ξεκάθαρους στόχους κοινωνικής ανατροπής, είναι πολύ εύκολο να καπελωθεί και κάποια στιγμή να χάσει τον προσανατολισμό του. Έτσι έγινε με την Αραβική Άνοιξη και άλλα κινήματα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι αυτά τα κινήματα είχαν εξ’ αρχής αντιδραστικό χαρακτήρα. Στην Αίγυπτο την εξέγερση την οργάνωσαν αριστερές στην πλειοψηφία τους ομάδες, άσχετα αν αυτή κατέληξε στη κυβέρνηση Μόρσι αρχικά και υπό τον έλεγχο των στρατιωτικών στη συνέχεια.

Το ίδιο και με την ουκρανική εξέγερση. Δεν μπορούμε να τη χαρακτηρίζουμε ούτε ως «φασιστικό πραξικόπημα» ούτε ως «εξέγερση των δεξιών», άσχετα με την τροπή που πήραν τα πράγματα. Άλλωστε, η κατάσταση θα εξακολουθήσει να είναι ρευστή και τίποτε δεν προοιωνίζει σταθερότητα στο σημερινό καθεστώς, ειδικότερα άμα δεθεί χειροπόδαρα στο άρμα της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η Ιστορία δεν τελείωσε, το μαζικό κίνημα πάντα είναι απρόβλεπτο και πρέπει αυτό να το λάβουμε σοβαρά υπ’ όψην στις αναλύσεις μας. Αυτό που τελικά λείπει είναι μια πραγματικά επαναστατική ηγεσία.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΚΡΙΜΑΙΑΣ

Με το κριμαϊκό ζήτημα αυτόματα ανοίγει το γενικότερο ζήτημα του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης των λαών. Σε ότι έχει σχέση με το διαχωρισμό και την ανεξαρτοποίηση κομματιών μιας χώρας, ως μαρξιστές δεν μπορούμε να είμαστε υπέρ μιας τέτοιας εξέλιξης γιατί αφ’ ενός οδηγεί στη δημιουργία μικρών προτεκτοράτων που διευκολύνουν τον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό να τα έχει υπό τον έλεγχο του και αφ’ ετέρου διασπούν την εργατική τάξη.

Στο θέμα της Κριμαίας η οποία θέτει σε δημοψήφισμα το θέμα της προσχώρησης της στη Ρωσία, αν η πλειοψηφία των κατοίκων της το αποφασίσει, δεν μπορούμε να σταθούμε αντίθετοι σε αυτό. Ωστόσο, το 40% περίπου του πληθυσμού της είναι ουκρανικής και άλλων εθνοτήτων καταγωγής. Θα εγγυηθεί κάποιος τα δικαιώματα τα δικά τους ή όπως αντίστοιχα οι ρωσόφωνοι και άλλοι λαοί της Ουκρανίας που διαβιούν κάτω από τη μισοφασιστική κυβέρνηση, θα υποστούν και αυτοί φυλετική καταπίεση και διώξεις; Και τι θα γίνει στο Ντόνεσκ και άλλες περιοχές στις οποίες ο πληθυσμός είναι μοιρασμένος και ήδη ξεκίνησαν οι συγκρούσεις ανάμεσα του; Είναι σε θέση να τις αποσοβήσουν και με ποια επιχειρήματα οι σημερινοί, εξαρτημένοι από την ολιγαρχία, πολιτικοί των δύο αντίπαλων στρατοπέδων; Ποια προοπτική μπορούν να δώσουν στους δύο λαούς;

Εδώ πρέπει να πάρουμε ξεκάθαρη θέση.Ο σταλινισμός, με τις μαζικές εκτοπίσεις πληθυσμών και τον μεγαλορωσικό ιδεατισμό που τον κατείχε, άφησε ανεξίτηλες πληγές και πρέπει κάποια στιγμή να ξεκαθαρίσουμε τους παλιούς λογαριασμούς μαζί του. Η γραφειοκρατική κάστα που εξέθρεψε όλα τα προηγούμενα χρόνια αποτελεί τους σημερινούς ολιγάρχες που πλουτίζουν ασύστολα εις βάρος του ουκρανικού αλλά και του ρωσικού λαού και πρέπει να τονίσουμε ότι είμαστε κάθετα ενάντια τους, από όποια εθνικότητα κι αν προέρχονται.

Μην ξεχνάμε ότι η νεοεκλεγείσα ουκρανική κυβέρνηση έχει τη στήριξη των μισών βουλευτών της φιλορωσικής κυβέρνησης Γιαννουκόβιτς, οι οποίοι αυτομόλησαν με εντολές των ολιγαρχών που τους ελέγχουν και τους καθοδηγούν και οι οποίοι δεν δίστασαν να αλλάξουν εγκαίρως στρατόπεδο για να προστατεύσουν τα συμφέροντα τους. Η λύση λοιπόν δεν είναι ούτε με τους Ουκρανούς ούτε με τους Ρώσους ή τους φιλορώσους ολιγάρχες.

Η πρόταση η δική μας πρέπει να είναι για μια σοσιαλιστική Ουκρανία σε μια ένωση σοσιαλιστικών κρατων της περιοχής, όπως ήταν η παλιά ΕΣΣΔ, χωρίς όμως τη γραφειοκρατική και σταλινική δομή που τη διέκρινε, μια πραγματική σοβιετική δημοκρατία που δεν θα κυβερνούν οι κομματικοί γραφειοκράτες αλλά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι μέσω των εκλεγμένων και άμεσα ανακλητών εκπροσώπων τους.

Η έκφραση «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» αποκτά ένα ολοένα και περισσότερο υπαρκτό νόημα καθώς καθίσταται εμφανής η αναγκαιότητα του στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται παγκόσμια, μέσα από τη φρενίτιδα που έχει συνεπάρει την υφήλιο από την επικράτηση της λογικής της ακραίας νεοφιλελεύθερης οικονομικής αντίληψης, τη δημιουργία παντού σκληρών κατασταλτικών μηχανισμών και την επίλυση των διαφορών με στρατιωτικά πλέον μέσα.

Όσο δεν προχωράμε προς μια σοσιαλιστική διευθέτηση, ξανά και ξανά σε χώρες όπως η Ουκρανία θα βγαίνουν στην επιφάνεια όλοι οι παλιοί εθνοτικοί, φυλετικοί και θρησκευτικοί διαχωρισμοί που θα οδηγούν σε συνεχείς εσωτερικές αντιπαραθέσεις και κρίσεις και είναι πλέον εμφανής ο κίνδυνος, λόγω των ιδιαίτερων γεωπολιτκών ιδιαιτεροτήτων τους αλλά και της βαθιάς οικονομικής κρίσης που έχει αλλάξει ριζικά τα καθιερωμένα σε όλο τον κόσμο, να αποτελέσουν ανά πάσα στιγμή την αφορμή όχι απλά για μια τοπική αλλά ακόμη και για μια παγκόσμια πολεμική σύγκρουση.

Ετικέτες