Δεν είναι η στιγμή να παρακολουθούμε απαθείς και μοιρολατρικά την πορεία προς την προδιαγεγραμμένη καταστροφή, ούτε να τρέφουμε μεταφυσικές ελπίδες ότι ίσως συμβεί ένα θαύμα για να μας σώσει. Δεν είναι η ώρα για να παρακολουθούμε από τηλεοράσεως τους χειρισμούς των διαπραγματευτών της κυβέρνησης στο λάκκο των λεόντων. Είναι η ώρα για προσκλητήριο μάχης, για την ένταση και επιστράτευση στον ύψιστο βαθμό των υλικών και πνευματικών δυνάμεων, ατομικών και συλλογικών. Είναι η ώρα να συγκροτήσουμε πολιτικό και σχηματισμό μάχης, με κοινωνικό και πολιτικό βάθος, με εναλλακτικό σχέδιο ρήξης και με πολιτική ηγεσία αποφασισμένη για όλα! Αλλιώς, μη έχοντας σκοπό, ούτε ιερό ούτε ανίερο, η Ιστορία μπορεί να μας σκαρώσει μια πολύ σκληρή φάρσα…

Ας μιλήσουμε για το «εμείς». Για τις προοπτικές αυτού του εργατικού - λαϊκού ρεύματος, το οποίο -για καθόλου τυχαίους λόγους- εκπροσωπείται πολιτικά από τον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα δίνει την κορυφαία του μάχη. Κορυφαία, γιατί απ’ αυτήν εξαρτάται η νίκη ή η ήττα, γιατί σε αυτήν «συνοψίζονται» όσα προηγήθηκαν, γιατί από το αποτέλεσμά της θα καθοριστούν όσα θα ακολουθήσουν - πιθανότατα για πολλά χρόνια. 

Ας αναρωτηθούμε και ας προσπαθήσουμε να δώσουμε μια απάντηση: πού βρισκόμαστε και τι πρέπει να κάνουμε; Ας αναρωτηθούμε, ας σκεφτούμε, ας συζητήσουμε, αλλά όλα αυτά με στόχο να κάνουμε, να βρούμε το δρόμο για την πράξη. Όχι μόνο για τους μαρξιστές (για τους οποίους ο μαρξισμός είναι η φιλοσοφία της πράξης) αλλά και για κάθε λογικό άνθρωπο, αγωνιστή και αγωνίστρια που αντιλαμβάνεται ότι έχουμε εμπλακεί σε μια μάχη της οποίας η έκβαση θα είναι καθοριστική, το ζητούμενο είναι για μία ακόμη φορά το «τι να κάνουμε». 

Ίσως χρειάζεται εδώ μία ακόμη εισαγωγική παρατήρηση: πρέπει να αναλογιστούμε αν ισχύουν πράγματι όσα λέγαμε όλοι όλο το προηγούμενο διάστημα, περί «ιστορικής» διακύβευσης ή ευκαιρίας, «ιστορικών» καθηκόντων, «ιστορικής» ανατροπής κ.λπ. Ήταν τελικά η «ποιητική άδεια» που τα ενέπνευσε, ήταν επικολυρικοί τόνοι κατάλληλοι για να «γαρνίρουν» επικοινωνιακά μια πολιτική μάχη, ή πράγματι η διακύβευση είναι ιστορική;

Αν πρόκειται για το πρώτο, τότε ο πολιτικός ρεαλισμός μπορεί να ξανακερδίσει το χαμένο έδαφος, τα φώτα να χαμηλώσουν, η «ριζοσπαστική οίηση» να παραμεριστεί, και να ασχοληθούμε -όχι όλοι σε αυτή την περίπτωση, αλλά όσοι εμπνέονται απ’ αυτό- με τις μικροσκοπικές σκοτούρες της «διακυβέρνησης», αντλώντας νέα αυτοπεποίθηση και «ψυχρό ενθουσιασμό» από τα νέα προτάγματα της «στροφής στο ρεαλισμό» και εντρυφώντας ψυχαναγκαστικά στη βίβλο της σοφίας του συμβιβασμού – όχι των αναγκαίων συμβιβασμών που είναι ελιγμοί στο σχέδιο της νίκης, αλλά των επιμέρους συμβιβασμών που προλογίζουν το μεγάλο και ολοκληρωτικό συμβιβασμό.    

Αν όμως η διακύβευση είναι όντως ιστορική, τότε χρειαζόμαστε τα μεγάλα πετάγματα της σκέψης, που θα εμπνεύσουν αντίστοιχες πράξεις. Ποιος όμως, ή τι, θα μας το πει αυτό; Θα μπορούσαμε να καταφύγουμε στη γνωστή -και καθ’ όλα αξιοσέβαστη- «αποδεικτική» διαδικασία, εξετάζοντας το βάθος και τη στιγμή της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, της Ευρωζώνης και του ελληνικού καπιταλισμού, εξετάζοντας την κατάσταση των πολιτικών και κοινωνικών υποκειμένων, εκτιμώντας το συσχετισμό δύναμης κ.ο.κ. Όλα αυτά, χρήσιμα, καλά και άγια, αλλά τώρα είμαστε ένα βήμα μπροστά από αυτά: στην κορύφωση της μάχης, όπου τα υποκείμενα του αγώνα θα πρέπει να «αποδείξουν» με τη δράση τους ποιες δυνατότητες κρύβει η συγκυρία. Αν δεν «μαστιγώσεις» με την πράξη την πραγματικότητα, δεν θα σου αποκαλύψει όλη της την «αλήθεια».

Ας αναζητήσουμε λοιπόν τις «αποδείξεις» για την ιστορικότητα της μάχης αλλού. Ο διεθνής ορίζοντας και οι διεθνείς αναταράξεις που συνοδεύουν τη μάχη που δίνουμε και η προφανής ταραχή και μεγάλη επιμέλεια των καπιταλιστικών καγκελαριών να σκοτώσουν το «μολυσματικό ιό» του ΣΥΡΙΖΑ, είναι μια ισχυρή ένδειξη. Ύστερα, ακόμη πιο σημαντικό, η αίσθηση των εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο που βλέπουν σε αυτή τη μάχη να κρίνεται κάτι ουσιαστικό για το δικό τους μέλλον, για τις δικές τους ζωές, για τις προοπτικές του δικού τους αγώνα. Πάνω απ’ όλα όμως, τα ανακλαστικά των εκατομμυρίων θυμάτων των μνημονίων και της ακραίας λιτότητας, του κόσμου της Αριστεράς, του κόσμου μας, που τόσο καταπληκτικά ανταποκρίθηκε όταν του ζητήθηκε, έστω και έμμεσα, να στηρίξει τη «σκληρή διαπραγμάτευση».  

Δεν πρόκειται λοιπόν για το «είναι» αλλά για το γίγνεσθαι της ταξικής πάλης. Τώρα, μιλούν όχι τα αντικειμενικά στοιχεία (που είναι πάμπολλα, και κατάλληλα για να στηρίξουν πολύ διαφορετικές εκτιμήσεις και προοπτικές), αλλά οι υποκειμενικές διαθέσεις και δυνατότητες για αγώνα. Εδώ βαραίνει όχι η απαισιοδοξία της γνώσης αλλά η αισιοδοξία της βούλησης.

Φυσικά, μη έχοντας κανένα σκοπό, ούτε ιερό ούτε ανίερο, η Ιστορία μπορεί πάντα να σκαρώσει ένα άσχημο αστείο ή και μια φάρσα – όλα είναι πιθανά. Εμείς, όμως, (πρέπει να) είμαστε εδώ για ένα και μόνο λόγο: για να σπρώξουμε τα πράγματα σε άλλη κατεύθυνση, να παλέψουμε για τη νίκη! Και ίσως η έσχατη και πιο καταλυτική «απόδειξη» για την ιστορικότητα της αναμέτρησης να είναι τούτη: ότι αν νικήσουμε, η εμβέλεια αυτής της νίκης, ναι, πέρα από κάθε αμφισβήτηση θα είναι ιστορική!

Όσοι δεν πίστεψαν ποτέ ότι η συγκυρία κρύβει αυτό το «διάβολο» μέσα της, είναι αντικειμενικά έξω από αυτή τη συζήτηση. Οι υπόλοιποι, ας αναμετρηθούμε με τα οράματα ή τους εφιάλτες του ωμού ρεαλισμού της ταξικής πάλης, ας συζητήσουμε για να δράσουμε με την πεποίθηση ότι τίποτε δεν τελείωσε ακόμη αλλά ταυτόχρονα με τη συναίσθηση ότι αύριο ίσως να είναι αργά!  

Είμαστε σε θανάσιμη παγίδα,

πρέπει να απεγκλωβιστούμε άμεσα!

Ύστερα από την συμφωνία στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, ήμαστε απ’ αυτούς που δεν πιστέψαμε ότι η συμφωνία ήταν ένας επιβεβλημένος αν και οδυνηρός συμβιβασμός που όμως μας έδινε «ανάσα» χρόνου, ούτε ότι υπήρχε ίχνος ρεαλισμού στον ισχυρισμό πως η «δημιουργική ασάφεια» ήταν για μας μια ευκαιρία να αμφισβητήσουμε τη συμφωνία στην πράξη.

Δεν ήταν ανακωχή, αλλά μισή αιχμαλωσία. Διότι εμείς μεν παραδώσαμε αρκετά και σημαντικά όπλα μας (το αίτημα για διαγραφή του χρέους, την άμεση υλοποίηση του προγράμματος της Θεσσαλονίκης ανεξαρτήτως της διαπραγμάτευσης, τη μη αποδοχή των μνημονίων και της τροϊκανής επιτήρησης, τη μη αποδοχή του μνημονιακού κανόνα των ισοδύναμων μέτρων και της μη πρόκλησης αρνητικών δημοσιονομικών επιπτώσεων, την αξιοποίηση των 11,4 δισ. ευρώ του ΤΧΣ για τις ανάγκες του Δημοσίου αλλά και για τη «σεισάχθεια» κ.λπ.), ενώ ο αντίπαλος όχι μόνο διατήρησε αλλά και ενίσχυσε τα όπλα του εκβιασμού εναντίον μας.

Η «ανακωχή», η «ανάσα» και η δυνατότητα να παίξουμε με τις γκρίζες ζώνες και τη «δημιουργική ασάφεια» της συμφωνίας, να την ερμηνεύσουμε με το δικό μας τρόπο και να αρχίσουμε ανταρτοπόλεμο για να την ξηλώσουμε στην πράξη, θα είχαν νόημα μόνο αν είχε λυθεί το χρηματοδοτικό πρόβλημα του ελληνικού Δημοσίου αλλά και ευρύτερα το πρόβλημα ρευστότητας στην οικονομία για το άμεσο διάστημα. Όμως αυτό το πρόβλημα παρέμεινε στο ακέραιο και αποκτά τρομερή οξύτητα. Τα ρευστά διαθέσιμα του Δημοσίου έχουν εξαντληθεί, η κυβέρνηση αναγκάζεται να δεσμεύσει μέσω repos ρευστά διαθέσιμα οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στο «στέγνωμα» των δημόσιων ταμείων προστίθεται η οριακή κατάσταση όσον αφορά τη ρευστότητα των τραπεζών, το πρόβλημα ρευστότητας διαχέεται σαν γάγγραινα σε ολόκληρη την οικονομία, τα δημόσια έσοδα βαλτώνουν, υπάρχει πρόβλημα με την ασφάλιση των εισαγωγών…

Όλο αυτό είναι μια βασανιστική πορεία προς την ασφυξία και την οικονομική κατάρρευση. Εξαντλώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους για να φτάσουμε «έρποντας» και εξαντλημένοι μέχρι τις 20 Απριλίου (αν δεν έχουμε νωρίτερα ανοιχτά και ισχυρά συμπτώματα κατάρρευσης και χρηματοδοτικής ασφυξίας στα όρια του πιστωτικού γεγονότος), τι ελπίζουμε να πετύχουμε εκεί; Γιατί, εξαντλημένοι, αποστερημένοι από όλες τις εναλλακτικές δυνατότητες και έχοντας καταθέσει σημαντικά μας όπλα, θα πετύχουμε στις 20 Απριλίου κάτι καλύτερο απ’ ό,τι στις 20 Φεβρουαρίου;
Αλλά, παρ’ όλα αυτά, η 20ή Απριλίου είναι… μακριά. Στο Eurogroup της περασμένης Δευτέρας έγιναν αναπόφευκτα δύο ακόμη βήματα πίσω: Πρώτο, η κυβέρνηση αποδέχτηκε την επιστροφή στην Αθήνα των τεχνικών κλιμακίων της τρόικας. Δεν στεκόμαστε στο συμβολικόν του πράγματος, που έχει κι αυτό την αξία του, αλλά στο ουσιαστικό: τα τεχνικά κλιμάκια ένα σκοπό έχουν: να ακτινογραφήσουν την κατάσταση των δημόσιων οικονομικών. Είναι βέβαιο ότι ύστερα από αυτή την ακτινογραφία, θα έχουν πολλά επιχειρήματα για να πιέσουν ώστε να «ερμηνευτεί» η συμφωνία από τη δική τους σκοπιά και μάλιστα στην κατεύθυνση του mail Χαρδούβελη. Διότι τα ευρήματα θα είναι αυτά που όλοι είτε γνωρίζουμε σε γενικές γραμμές είτε ψυχανεμιζόμαστε: ότι η κατανάλωση και οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι κατώτεροι των προβλέψεων, ότι τα δημόσια έσοδα είναι πολύ πίσω από τις προβλέψεις, ότι με την υπάρχουσα δυναμική εσόδων και δαπανών το πρωτογενές πλεόνασμα θα μειωθεί ούτως ή άλλως στο 1,5% ή και χαμηλότερα για το 2015. Με τέτοια ευρήματα ανά χείρας, οι θεσμοί δύο πράγματα θα ζητήσουν: αφενός άμεσα μέτρα και στο σκέλος των εσόδων και στο σκέλος των δαπανών ώστε να μην εκτροχιαστεί ο προϋπολογισμός (στην κατεύθυνση των μέτρων Χαρδούβελη…) και αφετέρου επίσπευση της συνολικής συμφωνίας για το νέο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο, που θα εκτείνεται μέχρι το 2019.  
Δεύτερο, η κυβέρνηση αποδέχτηκε μια πολύ ασφυκτική ερμηνεία του κανόνα περί αποφυγής των μονομερών ενεργειών, θέτοντας σε προέλεγχο από την τρόικα το περιεχόμενο των νομοσχεδίων που είχαν εξαγγελθεί για τις 100 δόσεις και για τα «κόκκινα δάνεια», ενώ ήδη το «κουτσουρεμένο» -λόγω του ίδιου κανόνα- νομοσχέδιο για την ανθρωπιστική κρίση καταγγέλλεται σαν μονομερής ενέργεια!     

Με αυτά τα δεδομένα, θα είμαστε οι «τυφλοί των τυφλών» αν δεν ξεκινήσουμε από τη διαπίστωση πως είμαστε σε παγίδα θανάτου και πως ο χρόνος δουλεύει εις βάρος μας. Είναι όρος επιβίωσης να βγούμε από αυτή την παγίδα το συντομότερο, να αλλάξουμε ρότα! Αλλιώς, θα καταλήξουμε εξουθενωμένοι σε ένα νέο σκληρό μνημόνιο, και μάλιστα νωρίτερα από τον Ιούνιο!  Ή, ίσως, ακόμη χειρότερα και απ’ αυτό. 

Δεν τους αρκεί ένας συμβιβασμένος ΣΥΡΙΖΑ,

θέλουν να μας συντρίψουν!

Ο κίνδυνος όμως να σερνόμαστε έρποντας όλο και πιο βαθιά στη μνημονιακή παγίδα και στο τέλος, πλήρως εξουθενωμένοι, να υπογράψουμε αναπόφευκτα ένα νέο, το τρίτο, μνημόνιο, δεν είναι ο έσχατος. Λογικά, πολιτικά αλλά και χρονικά, προηγείται ένας άλλος: ο κίνδυνος ανατροπής της κυβέρνησης! 

Διότι οι δανειστές (και έχουμε συνείδηση ότι αυτό δεν είναι παρά ένας ευφημισμός για τον ευρωζωνικό και διεθνή ιμπεριαλισμό) δείχνουν με λόγια και με έργα ότι δεν τους αρκεί ένας συμβιβασμένος ΣΥΡΙΖΑ. Θέλουν να μας συντρίψουν, θέλουν να ανατρέψουν αυτή την κυβέρνηση! Ακόμη και έχοντας πάρει τη μορφή του «βασανιστηρίου της σταγόνας», η ελληνική «εκκρεμότητα», στο βαθμό που παραμένει ανοιχτή, ασκεί έναν επικίνδυνα διαβρωτικό χαρακτήρα για την Ευρωζώνη και το οικοδόμημα της πανευρωπαϊκής λιτότητας, καθώς εισάγει τον επικίνδυνο «μολυσματικό ιό» του άλλου δρόμου, της εναλλακτικής απέναντι στην ευρωλιτότητα. Καθώς το 2015 θα είναι για την Ευρωπαϊκή Ένωση η χρονιά του «πολιτικού ρίσκου», δηλαδή η χρονιά που θα εκφραστεί ενδεχομένως και με διαλυτικές επιπτώσεις η κρίση στο πολιτικό και θεσμικό εποικοδόμημα μέσα από πολιτικές αλλαγές σε σημαντικές χώρες, ιδίως αυτές στις οποίες θα διεξαχθούν εκλογές (Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία. Ιρλανδία). Μέχρι τώρα, έχουν καταφέρει να βάλουν αυτό τον «ιό» σε σχετική καραντίνα, αλλά ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει θα ξεπεραστεί ριζικά μόνο αν καταστραφεί ολοκληρωτικά.  

Εργάζονται λοιπόν για την «αριστερή παρένθεση», έχοντας δύο πιθανά πλάνα: το άμεσο - βίαιο και το βραχυμεσοπρόθεσμο-«βελούδινο». Τα δύο αυτά πλάνα δουλεύονται ταυτόχρονα και παράλληλα, ώστε να έχουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξουν τελικά είτε το ένα είτε το άλλο, ανάλογα και με τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης.  

Το άμεσο - βίαιο πλάνο προϋποθέτει μια οξύτατη κρίση σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, με ένα πιστωτικό γεγονός και όψεις οικονομικής κατάρρευσης, ώστε σε «έκρυθμες» συνθήκες η κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ να ανατραπεί και να σχηματιστεί κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» κατά τα πρότυπα της κυβέρνησης Παπαδήμου. Οι ενέργειες και δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Σόιμπλε παραπέμπουν σε ένα τέτοιο σενάριο. Ο ύπουλος νεολογισμός του «Grexident» παραπέμπει σε ένα τέτοιο σενάριο: έξοδος από το ευρώ εξαιτίας ενός προσχεδιασμένου… «ατυχήματος», ώστε η υπευθυνότητα να αποδοθεί στην «ανεύθυνη» ελληνική κυβέρνηση.
Η απειλή αυτή αφήνει περιθώρια για το ρόλο ώστε ο κ. Ντάισελμπλουμ να παίξει το ρόλο του «καλού μπάτσου»: αν η υποταγή στο μνημόνιο και την τρόικα γίνει «εμπροθέσμως» και είναι πλήρης, ώστε να αποφευχθεί το «ατύχημα», τότε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να παραμείνει στο παιχνίδι, αλλά μνημονιακά μεταλλαγμένος, βαριά τραυματισμένος ή και διασπασμένος (η Nomura το προφήτευσε με έκθεσή της) και στριμωγμένος σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας. 

Δεν έχει σημασία να εκτιμήσουμε αν πρόκειται για πραγματική διαφορά ή για συνειδητή κατανομή ρόλων. Αυτό που μας ενδιαφέρει, είναι ότι τα δύο αυτά σενάρια είναι οι διαφορετικές εκδοχές που μπορεί να πάρει η υλοποίηση του ίδιου στόχου: της συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ, της ουσιαστικής ανατροπής της κυβέρνησης, της «αριστερής παρένθεσης».

Θα ήμασταν επίσης «τυφλοί των τυφλών» αν ζούσαμε με την αυταπάτη όχι ότι υπάρχει δυνατότητα «έντιμου συμβιβασμού» αλλά έστω ότι υπάρχει η δυνατότητα να μακροημερεύσει η κυβέρνηση αυτή, η κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ παραμένοντας μέσα σε αυτή τη θανάσιμη παγίδα. Δεν χρειάζεται υψηλή στρατηγική αλλά μόνο ένα ισχυρό ένστικτο επιβίωσης για να καταλάβουμε ότι χρειαζόμαστε εναλλακτικό πλάνο «νόμιμης άμυνας» και εξόδου από τη θανάσιμη παγίδα στην οποία είμαστε εγκλωβισμένοι.

 Εναλλακτικό σχέδιο ρήξης τώρα!  

Οι θεωρίες για το «κοστολογημένα μέτρα» και τις «έξυπνες μηχανικές» έχουν κονιορτοποιηθεί από την πραγματικότητα. Ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός  δεν πρόκειται να μας επιτρέψουν να πειραματιστούμε, να τους εμφυτεύσουμε κάποιο «τσιπάκι» με πρόγραμμα «έξυπνης μηχανικής» ώστε να τους κάνουμε να δουλέψουν για μας. Δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση, αλλά για πόλεμο. Και ο πόλεμος αυτός είναι ταξικός και αντιμπεριαλιστικός, και όχι εθνικός. Η αντιπαράθεση με το γερμανικό ιμπεριαλιστικό κέντρο έχει επίσης αυτό το χαρακτήρα. 

Το δίλημμα λοιπόν είναι άμεσο και υπαρξιακού χαρακτήρα: είτε πλήρης συμβιβασμός, που όμως ούτε αυτός θα μας σώσει από τη συντριβή και το κλείσιμο της παρένθεσης, είτε αλλαγή ρότας με βάση τον ωμό ρεαλισμό της ταξικής πάλης. Αυτός ο ωμός ρεαλισμός επιβάλει την άμεση απεμπλοκή από την παγίδα θανάτου και την υιοθέτηση μιας γραμμής ρήξης με τους δανειστές. Και αυτή, με τη σειρά της, απαιτεί ένα εναλλακτικό πλάνο, που θα απαντάει στο πώς θα διαχειριστούμε και θα «σηκώσουμε» τις συνέπειες της ρήξης. 

Όπως στο σκάκι, έτσι κι εδώ, η πρώτη καίρια κίνηση (απεμπλοκή και επιλογή γραμμής ρήξης) οδηγεί σε μια σειρά υποχρεωτικών κινήσεων (κινήσεις φορσέ). Αυτές οι κινήσεις όμως είναι καθαρά πολιτικές επιλογές, είναι το περιεχόμενο ενός σχεδίου έκτακτης ανάγκης, μέτρων έκτακτης ανάγκης για λογαριασμό της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, της νεολαίας, των μεταναστών. Η πολιτική επιλογή πάει μπροστά, η δε «οικονομική τεχνική» έπεται, υποτάσσεται σε αυτήν, την υπηρετεί.

Υπάρχουν λύσεις και απαντήσεις για όλα. Η θεμελιώδης προϋπόθεση όμως είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι η κλεψύδρα του πολιτικού χρόνου αδειάζει, ότι όλα πρέπει να γίνουν… χθες, ότι η οργάνωση της ρήξης και η κατάστρωση ενός σχεδίου γι’ αυτήν, είναι όρος όχι απλώς αποφυγής της πλήρους υποταγής αλλά επιβίωσης.   

Δεν είναι η στιγμή να παρακολουθούμε απαθείς και μοιρολατρικά την πορεία προς την προδιαγεγραμμένη καταστροφή, ούτε να τρέφουμε μεταφυσικές ελπίδες ότι ίσως συμβεί ένα θαύμα για να μας σώσει. Δεν είναι η ώρα για να παρακολουθούμε από τηλεοράσεως τους χειρισμούς των διαπραγματευτών της κυβέρνησης στο λάκκο των λεόντων. Είναι η ώρα για προσκλητήριο μάχης, για την ένταση και επιστράτευση στον ύψιστο βαθμό των υλικών και πνευματικών δυνάμεων, ατομικών και συλλογικών. Είναι η ώρα να συγκροτήσουμε πολιτικό και σχηματισμό μάχης, με κοινωνικό και πολιτικό βάθος, με εναλλακτικό σχέδιο ρήξης και με πολιτική ηγεσία αποφασισμένη για όλα!

Αλλιώς, μη έχοντας σκοπό, ούτε ιερό ούτε ανίερο, η Ιστορία μπορεί να μας σκαρώσει μια πολύ σκληρή φάρσα…   

Ετικέτες