Η εντατικοποίηση, η πειθάρχηση και η στέρηση του ελεύθερου χρόνου, είναι κάποια από τα βασικά εργαλεία που ανέκαθεν αξιοποιούσε το σύστημα και οι κυβερνήσεις του προκειμένου να περιορίσουν τη σκέψη και την κίνηση των μαθητών σε κατεύθυνση αμφισβήτησης.

Το ίδιο ισχύει και σήμερα όπου όποια μέτρα έχουν εξαγγελθεί από την κυβέρνηση φαίνεται πως δεν αλλάζουν τον πυρήνα αυτής της εξαντλητικής καθημερινότητας αλλά τον διατηρούν ακέραιο. Άλλωστε κάποιοι βγάζουν τεράστια κέρδη εδώ και χρόνια από αυτή την κατάσταση. Πάνω σε αυτή τη βάση επικοινωνήσαμε με μαθητές του Λυκείου των Αναβρύτων οι οποίοι κόντρα στην απάθεια και την απογοήτευση της περιόδου ξεκίνησαν κινητοποιήσεις με αφορμή το νέο μέτρο του Υπουργείου Παιδείας για κατάργηση των επαναληπτικών πανελλαδικών εξετάσεων:

Είναι γνωστό ότι η μαθητική καθημερινότητα είναι επιβαρυμένη με πολλές υποχρεώσεις. Δώστε μας μια εικόνα αυτής της καθημερινής εντατικοποίησης.

Η καθημερινότητα, από άποψη έντασης διαβάσματος, ποικίλει. Άλλες μέρες είναι πιο χαλαρές, ενώ άλλες είναι πραγματικά ανυπόφορες, δεν υπάρχει χρόνος για τίποτα. Τότε όλοι προσπαθούμε να «κόψουμε» κάτι για να τελειώσει το ημερήσιο διάβασμα. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτό γίνεται σε βάρος της ξεκούρασης και του ύπνου μας. Εγώ προσωπικά ακόμη βρίσκω λίγο χρόνο και για άλλου είδους δραστηριότητες που με ευχαριστούν, παράλληλα με το διάβασμα και το φροντιστήριο. Συνήθως όμως αυτό αντί να με κάνει να νιώσω καλύτερα, μου προκαλεί τύψεις πως με αποσπά από το διάβασμα και το «στόχο».

Αυτό που κανένας μας δεν θα ήθελε να περάσει ξανά είναι οι «διακοπές» των Χριστουγέννων. Την περίοδο εκείνη η πίεση ήταν πολύ μεγάλη, μερικοί από εμάς μάλιστα πέρασαν μικρές κρίσεις πανικού.

Ποιος έχει την κύρια ευθύνη κατά τη γνώμη σας για την υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου και τη στροφή των μαθητών σε ιδιωτικά φροντιστήρια προκειμένου να επιτύχουν στις πανελλήνιες εξετάσεις;

Δεν ξέρουμε αν είναι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο που μπορεί να κατονομαστεί για την εικόνα της σημερινής εκπαίδευσης. Η κατάσταση και οι συνήθειες που επικρατούν στον τομέα της παιδείας οφείλονται σε πολλούς, περίπλοκους παράγοντες. Δηλαδή, ακόμη και οι γονείς μας πήγαιναν στο φροντιστήριο, σε μια εποχή μάλιστα που τα προβλήματα στην αγορά εργασίας και στην επαγγελματική αποκατάσταση δεν ήταν σε καμία περίπτωση εξίσου σοβαρά! Επομένως αντί να βρούμε ποιος φταίει, θα επικεντρωθούμε στο ποιος μπορεί, αν όχι να βρει τη λύση, τουλάχιστον να βοηθήσει την κατάσταση. Και αυτός ο κάποιος δεν είναι παρά ο Υπουργός Παιδείας και γενικότερα η κυβέρνηση, όσα όργανα έχουν θεσμικά κατοχυρωμένο ρόλο να μεριμνούν για την παιδεία. Κάθε μέτρο λοιπόν, που λαμβάνεται αψήφιστα, στο όνομα μιας δήθεν εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, πληγώνει την παιδεία και υποβαθμίζει το σχολείο. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που αντιδρούμε έντονα στο νέο μέτρο για την κατάργηση των Επαναληπτικών Πανελλαδικών Εξετάσεων. Δεν έχουμε παράλογες απαιτήσεις, παρά μόνο υπευθυνότητα και σοβαρότητα από μέρους των αρμοδίων.

Δεν υπάρχει πιο θλιβερή εικόνα από μια τάξη Γ’ Λυκείου, σε μάθημα γενικής παιδείας. Ελάχιστα άτομα προσέχουν, οι περισσότεροι ασχολούνται με μαθήματα της κατεύθυνσης, και ούτε καν του σχολείου αλλά για το φροντιστήριο. Βέβαια η υποβάθμιση της γενικής παιδείας είναι μια άλλη υπόθεση που όσο υπάρχει εξειδίκευση στην εκπαίδευση δεν πρόκειται να λυθεί, οπότε ας το αφήσουμε για τώρα… Το θέμα όμως είναι πως το σχολείο, ακόμη και στην κατεύθυνση, δεν προετοιμάζει κατάλληλα τους μαθητές για τις Πανελλήνιες. Εμείς είμαστε τυχεροί που στο σχολείο μας το μάθημα της κατεύθυνσης, άλλοτε λίγο καλύτερα, άλλοτε λίγο χειρότερα, λειτουργεί. Ελλείψεις ασφαλώς υπάρχουν πολλές, και σε καμία περίπτωση το μάθημα δεν επαρκεί για τις απαιτήσεις των Πανελλαδικών. Γι’αυτό, δυστυχώς, μοναδική λύση είναι το φροντιστήριο.

Δώστε μας μια ενημέρωση για το νέο σκληρό μέτρο που προωθεί το υπουργείο για την κατάργηση των επαναληπτικών εξετάσεων.

Μέχρι και φέτος, ίσχυε ότι οι μαθητές μπορούσαν να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία εξέτασης σε όποιο/α μάθημα/τα των Πανελλαδικών δεν κατάφεραν να παρευρεθούν για λόγους ανωτέρας βίας (π.χ. ξαφνική ασθένεια). Αυτό όμως καταργήθηκε. Το βασικό επιχείρημα που προβλήθηκε, δυστυχώς κι από τον ίδιο τον Υπουργό, κ.Γαβρόγλου, είναι πως πολλοί υποψήφιοι προσποιούνται ασθένεια για να μην «δώσουν» το μάθημα την προκαθορισμένη μέρα εξέτασής του, ώστε να «πετύχουν θέματα που γνωρίζουν καλύτερα». Σε σχετική συνομιλία μας με υπεύθυνους του Υπουργείου, έγινε προσπάθεια αυτό να παρουσιαστεί ως πολύ άδικο για εμάς, σαν να μας κάνουν τη χάρη από πάνω! Βεβαίως τέτοιου είδους επιχειρήματα καταρρίπτονται πολύ εύκολα, πρώτα απ’όλα διότι τα θέματα των Επαναληπτικών Εξετάσεων είναι πολύ πιο δύσκολα από τα κανονικά. Δεύτερον, αν κάποιος δεν είναι κατάλληλα και επαρκώς προετοιμασμένος για την ημέρα που θα έδινε φυσιολογικά Πανελλήνιες, εννοείται πως δεν πρόκειται να τον «σώσουν» λίγες μέρες παραπάνω. Και το πιο στενόχωρο, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι αυτές οι αφελείς εξηγήσεις. Επιπλέον, έγινε προσπάθεια παρουσίασης του νέου μέτρου σχετικά με τις επαναληπτικές όχι ως κατάργηση αλλά ως… αλλαγή και εφαρμογή του νόμου (είχε ψηφιστεί από προηγούμενη κυβέρνηση το 2013 αλλά δεν είχε εφαρμοστεί ποτέ)!!! Πρόκειται δηλαδή για ένα κακόγουστο παιχνίδι με τις λέξεις… Και όλες αυτές βέβαια οι «αλλαγές» έγιναν χωρίς να προβλέπεται εναλλακτικό μέτρο και λύση.  Τώρα πως αυτό θα βελτιώσει το εκπαιδευτικό μας σύστημα, όπως μας τόνισαν οι σύμβουλοι της δ/βαθμιας ως επιθυμούν, παραμένει άγνωστο…

 Εμείς ως μαθητές, που εύλογα, θεωρούμε, φοβόμαστε ότι η υγεία μας μπορεί απροειδοποίητα να μας προδώσει ή τέλος πάντων να μας συμβεί οτιδήποτε που θα εμποδίσει τη συμμετοχή  μας στη διαδικασία της προκαθορισμένης εξέτασης, ζητούμε ανάλογη μέριμνα από τους αρμόδιους. Θέλουμε, και ας μας επιτραπεί να πούμε ότι απαιτούμε, την επαναθέσπιση των Επαναληπτικών Εξετάσεων. Δεν γίνεται μαζί με τα «ξερά» να καίγονται και τα «χλωρά». Ακόμη κι αν ένα άτομο πραγματικά έχει ανάγκη από το θεσμό αυτό, η εκπαίδευση και το κράτος πρέπει να του δώσει τη δυνατότητα να εξεταστεί με ίσους όρους και αξιώσεις. Πλέον, οι Πανελλήνιες δε σηματοδοτούν την είσοδο στο Πανεπιστήμιο και μόνο, αλλά και την είσοδο στο σκληρό στίβο της ζωής. Θέλουμε το Υπουργείο να στέκεται δίπλα μας, όχι απέναντί μας. Κι επιτέλους, ας σταματήσει αυτό το παιχνίδι, που κάθε κυβέρνηση, για να δείξει τα μεγαλόπνοα μεταρρυθμιστικά της σχέδια, φέρνει τα πάνω κάτω στην παιδεία (να μη μιλήσουμε και για την αντιστροφή στη διεξαγωγή των ενδοσχολικών και Πανελληνίων που μας αιφνιδίασε όλους – και οριστικοποιήθηκε πριν λίγο καιρό μόνο)… Όλοι μας αγωνιζόμαστε με κόπο και δεν επιτρέπουμε σε κανέναν να το παραγνωρίσει! Σε ένα ήδη παράλογο εκπαιδευτικό σύστημα, το μόνο που επιθυμούμε είναι λίγη παραπάνω λογική.

Πιστεύετε ότι το μαθητικό κίνημα μπορεί να ανακάμψει και να βάλει φρένο στα νέα μέτρα που φέρνει η κυβέρνηση για το δημόσιο σχολείο;

Εμείς σαν σχολείο κάναμε τις δικές μας προσπάθειες και ενέργειες. Απείχαμε από το μάθημα, στείλαμε επιστολές, τις δημοσιεύσαμε, ακόμη και στο Υπουργείο πήγαμε, όπου συνομιλήσαμε με το σύμβουλο της δ/βάθμιας εκπαίδευσης. Βγήκαμε μέχρι και… στα κανάλια! Στο σημείο αυτό να πούμε πως είχαμε τη στήριξη όλης της σχολικής μας κοινότητας, ενηλίκων και μαθητών. Στην κινητοποίησή μας όμως αυτή, αν και απευθυνθήκαμε και σε άλλα σχολεία και συμμαθητές μας, η απήχηση δεν ήταν τόσο μεγάλη. Αντίδραση βέβαια υπάρχει, όχι όμως όση θα έπρεπε. Πάντως σίγουρα η φωνή μας έχει ακουστεί (σε κάποιο βαθμό…) και τα αιτήματά μας έχουν γίνει γνωστά. Τώρα, αναμένουμε τις εξελίξεις. Φυσικά δεν σταματάμε τον αγώνα, θα συνεχίσουμε έως ότου πετύχουμε το στόχο μας. Πιστεύουμε στη δύναμη μας και στην ανάγκη να προσπαθήσουμε για μια καλύτερη παιδεία, ακόμη κι αν δεν τα καταφέρουμε. Εξάλλου, αν επαναπαυόμασταν με την αντίληψη πως κάθε προσπάθεια είναι καταδικασμένη, θα ήμασταν άξιοι της μοίρας μας.

Οι καθηγητές μέσω ανακοίνωσης της ΟΛΜΕ τάσσονται στο πλευρό σας. Θεωρείτε ότι θα μπορούσατε να αγωνιστείτε από κοινού για να φρενάρετε το άδικο μέτρο της κατάργησης των επαναληπτικών;

Φυσικά, και μάλιστα χρειαζόμαστε την υποστήριξή τους! Και οι δικοί μας καθηγητές στήριξαν την προσπάθειά μας. Επομένως καλούμε την ΟΛΜΕ όχι απλά να δηλώσει τη συμπαράστασή της, αλλά να έρθει σε επαφή μαζί μας και με έργα και πράξεις (αυτά είναι που χρειάζονται) να αγωνιστεί μαζί μας ώστε να διεκδικήσουμε από κοινού ίσες ευκαιρίες για όλους τους μαθητές στην εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Ποια είναι τα βήματα που έχετε κάνει μέχρι τώρα και πώς σκοπεύετε να συνεχίσετε τις κινητοποιήσεις σας;

Ξεκινήσαμε στέλνοντας μια επιστολή απευθείας στο Υπουργείο, η οποία όμως αγνοήθηκε. Έτσι αποφασίσαμε να προβούμε σε συμβολική διαμαρτυρία με αποχή. Κατόπιν, συντάξαμε άλλη μια επιστολή, που δημοσιεύσαμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και κοινοποιήσαμε σε διάφορες ιστοσελίδες. Προσπαθήσαμε να έρθουμε σε επαφή και με τα μεγάλα κανάλια, ώστε να γίνει το θέμα γνωστό. Αυτό άλλωστε επιδιώκουμε, να ασκήσουμε πίεση κάνοντας το ζήτημα γνωστό στο ευρύτερο κοινό.  Πριν μια εβδομάδα, οργανώσαμε πορεία διαμαρτυρίας στο Υπουργείο. Εκεί, μιλήσαμε με κάποιους υπευθύνους, και αν και αυτή η συνάντηση ήταν ένα θετικό βήμα, δεν είμαστε τόσο ευχαριστημένοι από την εξέλιξη και το περιεχόμενο της συζήτησης. Προς το παρόν, δεν έχουμε σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις μας, αλλά σίγουρα δεν θα σταματήσουμε εδώ τις προσπάθειές μας. Ίδωμεν!

Τελευταία ερώτηση. Πιστεύετε ότι μπορούν οι συλλογικοί αγώνες από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια μέχρι τους εργατικούς χώρους και τις γειτονιές, να αλλάξουν το κλίμα απογοήτευσης και απάθειας που φαίνεται να υπάρχει;

Σίγουρα μπορούν να το αλλάξουν, ίσως όχι ριζικά αλλά με κάποιο τρόπο ναι. Έτσι κι αλλιώς θεωρούμε πως δεν πρέπει να σκεφτόμαστε έτσι. «Και τι θα καταφέρεις με αυτό;» Ε λοιπόν, μπορεί και τίποτα! Το ζήτημα είναι πως, στο βαθμό που μπορούμε και με τα μέσα που διαθέτουμε, πρέπει να παλεύουμε για εκείνα που επηρεάζουν τη ζωή μας και μας αφορούν άμεσα. Γιατί ακόμη κι αν δεν τα καταφέρεις, στο κάτω-κάτω θα ξέρεις πως προσπάθησες και έβαλες τα δυνατά σου να αλλάξεις την πραγματικότητα. Μπορεί να μην είχες το επιθυμητό αποτέλεσμα αλλά δεν αδιαφόρησες, κινητοποιήθηκες, ενδιαφέρθηκες, δεν έμεινες με σταυρωμένα τα χέρια. Έπαιξες κι έχασες, όμως έπαιξες!

*Τη συνέντευξη πήρε ο Νικόλας Κολυτάς

Ετικέτες