Ο Μητσοτάκης στέλνει τους Έλληνες και τις Ελληνίδες για μαλλί στα κομμωτήρια, για να τους βγάλει κουρεμένους στο πέμπτο μνημόνιο.

Ο Έντουαρντ Μά­ρο­ου υπήρ­ξε ένας μα­χη­τι­κός δη­μο­σιο­γρά­φος στις ΗΠΑ του μα­καρ­θι­σμού, ο οποί­ος αντι­τά­χθη­κε στο κυ­νή­γι μα­γισ­σών και την κα­τά­πνι­ξη οποιασ­δή­πο­τε αντί­θε­της ή χα­ρα­κτη­ρι­σμέ­νης ως φι­λο­κομ­μου­νι­στι­κής γνώ­μης, πλη­ρώ­νο­ντας βαρύ, επαγ­γελ­μα­τι­κό και προ­σω­πι­κό τί­μη­μα. Σε αυτόν ανήκε μια φρά­ση-επω­δός σε όλες τις τη­λε­ο­πτι­κές του εμ­φα­νί­σεις εκεί­να τα μαύρα, δύ­σκο­λα και κα­τα­διω­κτι­κά χρό­νια, την οποία απηύ­θυ­νε στους τη­λε­θε­α­τές του – Κα­λη­νύ­χτα και Καλή Τύχη. 

Ο Μά­ρο­ου και η δη­μο­σιο­γρα­φία, που υπη­ρέ­τη­σε και άσκη­σε, δεν έχουν θέση κατά κα­νό­να, σή­με­ρα στα ρα­διο­τη­λε­ο­πτι­κά και δια­δι­κτυα­κά ΜΜΕ, αλλά το διάγ­γελ­μα του Κυ­ριά­κου Κων­στα­ντί­νου Μη­τσο­τά­κη, διάγ­γελ­μα αναγ­γε­λί­ας της στα­δια­κής άρσης (;) του λο­κντά­ουν (λες και υπήρ­χε και γε­νι­κή επι­βο­λή του…) και οι ανα­κοι­νώ­σεις των συ­ναρ­μό­διων υπουρ­γών για τα πιο νέα μέτρα (ει­σπρα­κτι­κά, κατά κα­νό­να, και όχι προ­στα­τευ­τι­κά) της με-τον-κο­ρω­νο­ϊό επο­χής, είχαν ως σιω­πη­ρή επωδό τη φράση του Μά­ρο­ου, πα­ραλ­λαγ­μέ­νη – Αγα­πη­τοί τη­λε­θε­α­τές, κο­ρω­νο­ϊ­ός και καλή τύχη. 

Ο Μω­υ­σής που «Μένει Μα­ξί­μου και Δια­σκε­δά­ζει Ηρώ­δου Ατ­τι­κού» πέ­τα­ξε τη φα­ντα­στι­κή, βρώ­μι­κη προ­βιά του σμι­λευ­τή των δέκα εντο­λών, εν­δύ­θη­κε τον νοερό, πορ­φυ­ρό μαν­δύα του Πο­ντί­ου Πι­λά­του, ένιψε τας χεί­ρας του (δεν έχει ευ­θύ­νες για το έγκλη­μα, που έρ­χε­ται, τόσα εκα­τομ­μύ­ρια έχει δώσει στους συ­νη­γό­ρους των ΜΜΕ για να τον αθω­ώ­νουν προ­κα­τα­βο­λι­κά και να τον απο­θε­ώ­νουν κα­θη­με­ρι­νά), επα­νέ­λα­βε το προ­κλη­τι­κά αντιε­πι­στη­μο­νι­κό και αντι­πο­λι­τι­κό, τρο­πά­ρι της ατο­μι­κής ευ­θύ­νης, πέ­τα­ξε το μπα­λά­κι στα κα­θα­ρά χέρια, τα πλα­στι­κά γά­ντια και τις υφα­σμά­τι­νες μά­σκες των τρο­μο­κρα­τη­μέ­νων και με τα πρό­στι­μα, κα­τα­να­λω­τών, ξα­νά­νοι­ξε τις εκ­κλη­σί­ες για ατο­μι­κή λα­τρεία (μάλ­λον, έπαθε στε­ρη­τι­κό σύν­δρο­μο ο αρι­στε­ρός ιε­ρο­ψάλ­της, Τσιό­δρας και η ιε­ραρ­χία απεί­λη­σε με μαύρο, δα­γκω­τό και ρα­σο­φό­ρο, στις εκλο­γές που έρ­χο­νται) και έβγα­λε τα λου­κέ­τα από τα κομ­μω­τή­ρια (μι­λά­με για προ­τε­ραιό­τη­τες…), για να πάνε οι Συ­νέλ­λη­νες και οι Συ­νελ­λη­νί­δες, ανα­κου­φι­σμέ­νοι προ­σω­ρι­νά και πει­να­σμέ­νοι για κου­τσο­μπο­λιό και γκό­σιπ, να κά­νουν ένα μαλλί, μούρ­λια, κα­τάλ­λη­λα και δό­κι­μα προ­ε­τοι­μα­σμέ­νοι για το άγριο κού­ρε­μα του πέμ­πτου μνη­μο­νί­ου που κα­τα­φτά­νει πάνω στις κάλ­τσες (ουπς, σαρ­δάμ ΓΑΠ!) τις κάλ­πες του δύ­στη­νου θέ­ρους. 

Και επει­δή η μικρά και ανέ­ντι­μος Ελλάς βαί­νει προς εκλο­γάς, οι υπουρ­γοί και οι υφυ­πουρ­γοί παρά τω Μωυσή που «Μπήκε Μα­ξί­μου, πρω­θυ­πουρ­γός και Κα­τέ­βη­κε πε­ζο­δρό­μιο, χει­ρο­κρο­τη­τής και πρω­το­ψάλ­της» έκα­ναν μια τη­λε­ο­πτι­κή και δια­δι­κτυα­κή πα­ρέ­λα­ση ά(χ)ρι­στης φλυα­ρί­ας και αρ­λου­μπο­λο­γί­ας, για να τους θυ­μη­θεί και ο έρμος ο ψη­φο­φό­ρος και πε­λά­της των γα­λά­ζιων, κομ­μα­τι­κών γρα­φεί­ων γιατί, τέλος πά­ντων, δεν είναι τώρα επο­χές για να τους κλέ­βουν όλη τη δόξα ο Τσιό­δρας και ο Χαρ­δα­λιάς και οι πα­κτω­λι­κά χρη­μα­το­δο­τού­με­νες δη­μο­σκο­πή­σεις να τους δεί­χνουν λα­ο­φι­λέ­στα­τους, προ­σφι­λέ­στα­τους και δη­μο­φι­λέ­στα­τους και να πά­ρουν αύ­ριο-με­θαύ­ριο όλο το χαρτί και όλους τους σταυ­ρούς στην Ατ­τι­κή (και το πάλαι ποτέ, υπό­λοι­πο της, κατά Σπάτα και Με­σό­γεια μεριά, λέω εγώ τώρα…). 

Έτσι, ο μέσος ανε­νη­μέ­ρω­τος, φε­η­κνιουζ­πο­τι­σμέ­νος και τρο­μο­κρα­τη­μέ­νος τη­λε­θε­α­τής γνώ­ρι­σε και τον Ιησού του Ναυή Σκέρ­τσο, τον παρά τω Μωυσή, και ξα­να­θυ­μή­θη­κε τα άλλα, γα­λά­ζια κα­λό­παι­δα που υπο­σχέ­θη­καν νέα αντι­κα­νο­νι­κό­τη­τα, μα­σκο­φό­ρα και προ­στι­μο­τι­μω­ρη­μέ­νη, ενό­ψει του δύ­σκο­λου, οι­κο­νο­μι­κά, απο­στραγ­γι­στι­κά, του­ρι­στι­κά, δια­λυ­τι­κά και τη­λερ­γα­τι­κά, ου μη και εκλο­γι­κά, θέ­ρους, το οποίο θα θυ­μί­ζει τις άνυ­δρες νο­μι­σμα­τι­κά ερη­μιές (ούτε λε­φτό­δεν­δρα για τους πολ­λούς, ούτε λε­φτο­πη­γές για όλους) στις οποί­ες ο Μω­υ­σής θα ρίξει τους Συ­νέλ­λη­νες και τις Συ­νελ­λη­νί­δες με μαλλί κομ­μω­τη­ρί­ου, σαν άλλα συ­ντριμ­μέ­να, χάλ­κι­να μο­σχά­ρια (ή αι­γο­πρό­βα­τα προς σφαγή, θα δεί­ξει), στην εξα­ντλη­τι­κή δο­κι­μα­σία του δι­λήμ­μα­τος «μνη­μό­νιο και θά­να­τος» ή «κο­ρω­νο­ϊ­ός και θά­να­τος». Έτσι για να προ­ε­τοι­μα­στεί ηθι­κο­πλα­στι­κά και το έδα­φος για τη Γιάν­να Αγ­γε­λο­πού­λου – Δα­σκα­λά­κη και τη δια­κο­σμη­τι­κή και κο­στο­βό­ρα επι­τρο­πή της, ενό­ψει των δια­κο­σιο­στών εορ­τα­σμών της πα­λιγ­γε­νε­σί­ας, που αναμ­φί­βο­λα απο­τε­λούν μια χα­ζο­χα­ρού­με­νη όαση ενο­ρα­τι­κών αντι­κα­το­πτρι­σμών του στιλ και του μπό­τοξ, «εδώ ο κό­σμος καί­γε­ται με την παν­δη­μία, και το έθνος χτε­νί­ζε­ται (και στα κομ­μω­τή­ρια που άνοι­ξε ο ολο­φά­νε­ρα ευαί­σθη­τος ως προς τις τρί­χες, Κού­λης)». 

Αλλά τέλος πά­ντων, η γα­λά­ζια γενιά της χώρας πάντα με τρί­χες ασχο­λού­ταν, στα ρεπό του διο­ρι­σμού της στην ΕΛΑΣ, τα ΚΕΠ, τα υπουρ­γεία, τις τρά­πε­ζες, το κοι­νο­βού­λιο, τη ΔΕΗ και την ΕΡΤ ή άλλα, ιδιω­τι­κά και επι­χει­ρη­μα­τι­κά ευαγή ιδρύ­μα­τα τύπου Νιάρ­χος, οπότε η άρση του  λο­κντά­ουν στα κομ­μω­τή­ρια ήταν εθνι­κή προ­τε­ραιό­τη­τα ύψι­στης εθνι­κής ση­μα­σί­ας και ασφα­λεί­ας για το από τα γεν­νο­φά­σκια του, στρα­βω­μέ­νο και απο­βλα­κω­μέ­νο εκεί­νο τμήμα της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας που πι­στεύ­ει στην πα­τρί­δα, τη θρη­σκεία, την οι­κο­γέ­νεια και τον κα­θρέ­φτη του. Και αφού ήλθε και η εποχή, κατά την οποία η πλάση μυ­ρί­ζει θυ­μά­ρι και βα­σι­λι­κό, ήρθη το λο­κντά­ουν για να πιά­σουν τον Μάη, όσοι τυ­χε­ροί και τον κο­ρω­νο­ϊό, όσοι άτυ­χοι. Γιατί, πού να τρέ­χουν τώρα ο Κού­λης, ο Σω­τή­ριος, ο Βα­σι­λά­κης και ο Νι­κο­λά­ρας για μα­ζι­κά τεστ, για νέες ΜΕΘ, για υγειο­νο­μι­κές ζώνες στα αε­ρο­δρό­μια ή νέα κέ­ντρα υγεί­ας στην πε­ρι­φέ­ρεια. Κα­λύ­τε­ρα, ας παί­ξου­με με κυ­βερ­νη­τι­κή αναι­σχυ­ντία, ρου­λέ­τα – κα­ζί­νο ή ρω­σι­κή. Κο­ρω­νο­ϊ­ός, μαύρο ή παν­δη­μία στη θα­λά­μη. 

Τζό­γος, με άλλα λόγια, η ασθέ­νεια, στον ούτως ή άλλως νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο κα­ζι­νο­κα­πι­τα­λι­σμό της ατο­μι­κής ευ­θύ­νης (στην αρ­πα­χτή ή τη χρε­ο­κο­πία), που θω­πεύ­ει τα έν­στι­κτα του κοι­νω­νι­κού δαρ­βι­νι­σμού στον εντός, εκτός και επί τα αυτά, της αγέ­λης, χόμο εκο­νό­μι­κους, ο οποί­ος ελά­χι­στα χόμο και διό­λου εκο­νό­μι­κους θα είναι γυ­ψο­τυ­λιγ­μέ­νος επί της μνη­μο­νια­κής κλί­νης, όταν θα έρθει, στην κα­λύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση, ο τη­λερ­γα­τι­κά και τη­λε­α­νερ­γα­τι­κά ξε­ζου­μι­στι­κός λο­γα­ρια­σμός του νέου μνη­μο­νί­ου και στη χει­ρό­τε­ρη, το σά­βα­νο της θανής από τον κο­ρω­νο­ϊό. 

Γιατί μπο­ρεί στη Ιτα­λία να απο­κα­λύ­φθη­κε πως ο ιός έκανε πε­ρα­τζά­δες ήδη από τον Γε­νά­ρη, αλλά η κυ­βέρ­νη­ση Κόντε αγρόν ηγό­ρα­ζε, και στην  Ολ­λαν­δία η κυ­βέρ­νη­ση Ρούτε να ομο­λό­γη­σε ότι κα­τα­γρά­φει μόνο όσους νε­κρούς κρί­νει «ανα­κοι­νώ­σι­μους» (και δεν έχουν πέσει ακόμη τα τσι­μέ­ντα από την ομο­λο­γία!) και γε­νι­κά στην Ευ­ρώ­πη τα γη­ρο­κο­μεία των από­μα­χων της ερ­γα­σί­ας και της τα­ξι­κής εκ­με­τάλ­λευ­σης να με­τα­τρά­πη­καν σε ομα­δι­κούς τά­φους και οι με­τα­νά­στες ερ­γά­τες στη γε­ωρ­γία και την κτη­νο­τρο­φία, στοι­βαγ­μέ­νοι σε άθλιες και ερ­γα­ζό­με­νοι σε ακόμη αθλιό­τε­ρες συν­θή­κες, να έχουν πέσει είτε ασθε­νείς είτε θύ­μα­τα του ιού κατά δε­κά­δες, (στη Γερ­μα­νία, οι Ρου­μά­νοι και οι Βούλ­γα­ροι που ερ­γά­ζο­νται σε κτη­νο­τρο­φι­κές μο­νά­δες και σφα­γεία), αλλά (ευ­τυ­χώς!) στη μικρά και ανέ­ντι­μο Ψω­ρο­κού­λαι­να βα­σι­λεύ­ει τάξις, ησυ­χία και ασφά­λεια και οι Συ­νέλ­λη­νες και οι Συ­νελ­λη­νί­δες μπο­ρούν άφοβα να «μεί­νουν ασφα­λείς», φρε­σκο­λου­σμέ­νοι και φρε­σκο­κου­ρε­μέ­νοι, όπως τους προ­τρέ­πει με μπό­λι­κο μπρίο και σκέρ­τσο, και ο παρά τω Μωυσή, Σκέρ­τσος,  και να κρα­τή­σουν ανοι­χτά τα πα­ρα­θύ­ρια τους, όταν και ή κο­ρω­νο­ϊ­ός θα μπου­κά­ρει σαν διαρ­ρή­κτης ή ο Χαρ­δα­λιάς σαν αστυ­φύ­λα­κας για να τους κόψει πρό­στι­μο επει­δή δεν φο­ρούν μά­σκες και στο ρο­χα­λη­τό τους. 

Για αυτό σας λέω, κα­λη­νύ­χτα και καλή τύχη. Εξάλ­λου, τα ΜΜΕ πα­νευ­ρω­παϊ­κά και όχι μόνο στην Ελ­λά­δα, δια­τη­ρούν κατά κα­νό­να και σε ένα κλίμα φι­λο­κυ­βερ­νη­τι­κής και νε­ο­μα­καρ­θι­κής μο­νο­λι­θι­κό­τη­τας, υψη­λές τις δό­σεις των «καλών», υπνω­τι­κών ή κα­τα­πραϋ­ντι­κών, ει­δή­σε­ων, εκ­θειά­ζο­ντας την… επι­τυ­χία (!) του λο­κντά­ουν, λίγο προ­τού με­τα­τρα­πεί το σύ­νο­λο της ηπεί­ρου και της ΕΕ σε έναν τε­ρά­στιο πει­ρα­μα­τι­κό σω­λή­να ανο­σί­ας της αγέ­λης, και όσοι τυ­χε­ροί, θα κά­νουν δια­κο­πές (;) εντός έδρας και πα­ρα­λί­ας, και όσοι άτυ­χοι, θα δουν το κρε­βά­τι της ΜΕΘ και ίσως και ου μη γέ­νοι­το, και κά­ποιον άλλον, με τα μάτια τους. 

Γιατί τεστ, δεν γί­νο­νται, στοι­χεία, δεν συλ­λέ­γο­νται, κα­τα­γρα­φές, δεν πραγ­μα­το­ποιού­νται, στα­τι­στι­κές, δεν αλη­θεύ­ουν, επι­στη­μο­νι­κές εκτι­μή­σεις, δεν επα­λη­θεύ­ο­νται, δη­μό­σια συ­στή­μα­τα υγεί­ας, δεν χρη­μα­το­δο­τού­νται ή δεν στε­λε­χώ­νο­νται,  έρευ­νες και απο­τε­λέ­σμα­τα για εμ­βό­λιο και φάρ­μα­κα, δεν φαί­νο­νται στον ορατό ορί­ζο­ντα, οπότε το φε­τι­νό κα­λο­καί­ρι άνευ δια­κο­πών – είτε λόγω αφρα­γκί­ας, είτε λόγω φόβου, είτε λόγω αφε­ντι­κών, είτε λόγω κυ­βερ­νη­τι­κών εντο­λών του στιλ «Μέ­νου­με Γαλ­λία, Βρε­τα­νία, Αυ­στρία ή Γερ­μα­νία»- θα είναι μια βόλτα στο άγνω­στο, με βάρκα την παν­δη­μία. Ή τη σχε­δία της Μέ­δου­σας. 

…και καλή τύχη. 

 

Ετικέτες