Μόνη ελπίδα οι κοινοί αγώνες των «από κάτω»

Στο προηγούμενο φύλλο της εφημερίδας κάναμε μια σύντομη αναφορά στις εξελίξεις γύρω από το κυπριακό, στις πρωτοβουλίες του ΟΗΕ και στα δεδομένα μιας πιθανής επανέναρξης συνομιλιών. Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα το σημείο στο οποίο βρίσκεται αυτό το δυσεπίλυτο πρόβλημα, χρειάζεται να λαμβάνουμε υπόψη την κομβική στιγμή της κατάρρευσης των συνομιλιών τον Ιούλιο του 2017 στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας, αλλά και να αντιμετωπίζουμε το κυπριακό ως μέρος ενός μεγαλύτερου προβλήματος ή μοιράσματος της ευρύτερης περιοχής της ανατολικής Μεσογείου από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα χτίζουν συμμαχίες αποκλειστικά στη βάση των οικονομικών και πολιτικών τους συμφερόντων.

Το κυπριακό ως μέρος ενός μεγαλύτερου «προβλήματος»

Το κυρίαρχο, διαχρονικό αφήγημα της Ε/Κ αστικής τάξης ήταν και παραμένει πως το κυπριακό αποτελεί αποκλειστικά πρόβλημα εισβολής και κατοχής του τουρκικού στρατού. Κάτι που πρακτικά εκφράζει την προσδοκία πως αν όλοι παραδεχτούν πως η Τουρκία έχει εισβάλει και κατέχει παράνομα το ένα τρίτο του νησιού, το ζήτημα θα λυθεί… τόσο απλά.Φυσικά αυτό το αφήγημα αποκρύπτει ένα μεγάλο μέρος της αλήθειας. Στην πραγματικότητα, το κυπριακό πρόβλημα κατέληξε στη σημερινή του μορφή με την καθοριστική συμβολή συγκεκριμένων, εθνικιστικών πολιτικών επιλογών που έχουν κάνει διαχρονικά οι ηγεσίες των δύο κοινοτήτων, από τον Μακάριο μέχρι τον Αναστασιαδη και από τον Ντενκτάς μέχρι τον Τατάρ. Είναι πρόβλημα που προέκυψε από την αποικιοκρατική πολιτική της Μ.Βρετανίας και των Η.Π.Α αλλά και τις ωμές στρατιωτικές παρεμβάσεις της Ελλάδας (βλ. πραξικόπημα) και της Τουρκίας κ.ο.κ. Άρα εάν θέλουμε να δούμε χωρίς αυταπάτες και παρωπίδες γιατί ακόμα και σήμερα  δεν μπορεί να βρει ειρήνη και ηρεμία ένα νησί κάπου στην ανατολική Μεσόγειο, θα χρειαστεί να αναζητήσουμε τις αιτίες πιο βαθιά από τις πρόσφατες αψιμαχίες στο αλισβερίσι μεταξύ των ηγεσιών των δύο κοινοτήτων του νησιού. Θα χρειαστεί να λάβουμε υπόψη τα σχέδια των μεγάλων δυνάμεων για την ανατολική Μεσόγειο, τις βλέψεις των περιφερειακών δυνάμεων αλλά και των «ντόπιων παικτών».

Οι νέες λυκοσυμμαχίες που δημιουργούνται με σκοπό την ηγεμονία στην περιοχή, όπως η σύμπραξη Κύπρου-Ελλάδας με δικτατορίες και εγκληματικά καθεστώτα (βλ. άξονα Κύπρου –Ελλάδας – Αιγύπτου – Ισραήλ), η επιθετική πολιτική της Τουρκίας σε διάφορα μέτωπα (βλ. Συρία) και οι οξείες αντιπαραθέσεις Ελλάδας – Τουρκίας στο Αιγαίο, είναι ζητήματα που δεν πρέπει να τα διαχωρίζουμε από τη συζήτηση για το κυπριακό. Αντιθέτως, είναι στον πυρήνα της. Σε αυτό το πλαίσιο οι αναλύσεις που αποφεύγουν την εξέταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών είναι ανεπαρκείς. Από την άλλη πλευρά, οι αναλύσεις που επιρρίπτουν τις ευθύνες για το Κυπριακό αποκλειστικά στον ξένο παράγοντα συγκαλύπτουν τις ευθύνες της ντόπιας αστικής τάξης.Το κυπριακό, λοιπόν, παραμένει άλυτο αφενός γιατί εμπλέκεται πότε έμμεσα πότε άμεσα σε ευρύτερους πολιτικούς σχεδιασμούς και αφετέρου γιατί οι ηγεσίες των δύο κοινοτήτων ακολουθούσαν κατά κανόνα σκληρή εθνικιστική  γραμμή. Η πρόσφατη εξαίρεση του Ακιντζί, που πριν λίγα χρόνια αναπτέρωσε τις ελπίδες για επίλυση του κυπριακού, προσέκρουσε στην αδιαλλαξία της κυβέρνησης Αναστασιάδη. 

Οι ευθύνες στο εσωτερικό

Είναι πλέον προφανές πως ο Αναστασιάδης δεν πήγε στις συναντήσεις με πρόθεση να λύσει το κυπριακό στη βάση της ΔΔΟ που απαιτούσε αμοιβαίες υποχωρήσεις, παρόλο που εκείνη την περίοδο φαινόταν πως όλες τις πλευρές είχαν τη διάθεση να ξεμπερδέψουν με ένα χρόνιο βραχνά. Όμως η εκτίμηση της ελληνικής και Ε/Κ ηγεσίας ότι η Τουρκία βρίσκεται σε αδύναμη θέση αλλά και τα εθνικιστικά αντανακλαστικά του κυβερνώντος κόμματος (ΔΗΣΥ), εν όψει μάλιστα προεδρικών εκλογών, οδήγησαν στο γνωστό αποτέλεσμα: Να μπει το κυπριακό στον πάγο για τα τρία χρόνια που ακολούθησαν και τώρα η συζήτηση να γίνεται με πολύ χειρότερους όρους και το σενάριο της διχοτόμησης (βλ. λύση δύο κρατών) στο τραπέζι. Μάλιστα, το σενάριο αυτό δεν το έβαλε πρώτη η Τουρκία στο τραπέζι. Ο δημοσιογράφος -και μέχρι πρότινος δεξί χέρι του προέδρου- Μακάριος Δρουσιώτης περιγράφει σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες πώς στο Κραν Μοντανά ο Αναστασιάδης «την παραμονή του δείπνου προσέγγισε τον Τσαβούσογλου, του πρότεινε λύση δύο κρατών». 

Η αστική τάξη του νησιού δεν έκανε και δεν θα κάνει τίποτα που να προετοιμάσει την κοινωνία για το ενδεχόμενο λύσης. Στην πραγματικότητα είναι αυτή που εξαρχής έχει βάλει το χέρι της για να μένει το ζήτημα χρόνια άλυτο και να εκμεταλλεύεται την κατάσταση προς όφελος της θεωρώντας κοντόφθαλμα πως μπορεί να τη διαχειριστεί. Δεν το έκανε ο Μακάριος, δεν το έκανε ο Παπαδόπουλος, δεν το έκανε ούτε ο Αναστασιάδης.

Και τώρα τι;

Η αλήθεια είναι ότι πολύ δύσκολα μέσα σ’ αυτό το ζοφερό τοπίο μπορεί κάποιος να οραματιστεί και να χαράξει το δρόμο προς την λύση. Η κατεξοχήν δύναμη που στήριζε την Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, το ΑΚΕΛ, παραπαίει ανάμεσα στα σκάνδαλα και στην ατολμία ανάληψης πολιτικών πρωτοβουλιών, στοιχεία που προκύπτουν και από τη φύση του ως ένα στην ουσία σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Φαίνεται μάλιστα πως προκειμένου να συμπήξει συμμαχία με το εθνικιστικό ΔΗΚΟ, δύσκολα θα βάλει στην ατζέντα του ψηλά το κυπριακό. Μένει, λοιπόν, ένα τεράστιο κενό εκπροσώπησης και δράσης του τμήματος της κοινωνίας που προσπάθησε και στήριξε όλα τα προηγούμενα χρόνια την λύση του κυπριακού με γνώμονα το κοινο συμφέρον των δύο κοινοτήτων. Έτσι, το μεγάλο βάρος της ευθύνης πέφτει στις συλλογικότητες των δύο πλευρών (κίνημα επαναπροσέγγισης, εργατικά συνδικάτα, αντικαπιταλιστικές συλλογικότητες) που με την κίνησή τους προσπαθούν σε αντίξοες συνθήκες να εμπνεύσουν και να δημιουργήσουν το έδαφος για ειρηνική συμβίωση. Μια προοπτική που μπορούν να ανοίξουν μόνο οι αγώνες των «από κάτω» ενάντια στους εθνικισμούς, η κοινή πάλη των δύο κοινοτήτων ενάντια στον πόλεμο, τους «μικρούς» και τους μεγάλους ιμπεριαλισμούς, η ταξική ενότητα ανεξαρτήτως εθνικότητας ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση που υφιστάμεθα και στις δυο μεριές του συρματοπλέγματος.

Κινήσεις όπως η συνταρακτική διαδήλωση χιλιάδων Τ/Κ πριν λίγο καιρό ενάντια στα τετελεσμένα Άγκυρας-Τατάρ είναι αυτές που διαμορφώνουν το κατάλληλο έδαφος και δείχνουν το δρόμο στην από ‘δω πλευρά του συρματοπλέγματος.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες