Η πρόσφατη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στη «νέα» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ –και ό,τι απέμεινε από τους ΑΝΕΛ μαζί με τους ενσωματωμένους πρόθυμους– και οι συνεδριάσεις για τη «συμφωνία» των Πρεσπών που διεξάγονται αυτές τις μέρες, αποκάλυψαν ξανά τον ολισθηρό και επικίνδυνο δρόμο που ακολουθεί το σύνολο του ελλαδικού αστισμού με αφορμή το μακεδονικό.

Το ίδιο το ζήτημα αποτελεί ιδανική αφετηρία επαναπροσδιορισμού των μνημονιακών, πολιτικών δυνάμεων στη χώρα σε έναν κάθετο άξονα όπου, χονδρικά, από τη μια πλευρά στοιχίζεται η ευρύτερη Κεντροαριστερά, με επικεφαλής πια τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την καμαρίλα του, και από την άλλη πλευρά στρατωνίζεται η ευρύτερη (Κεντρο) Δεξιά που διολισθαίνει ραγδαία στην άκρα Δεξιά. Από τη μία όχθη στέκονται οι «μακεδονορεαλιστές (ή «μακεδονομειοδότες») και από την άλλη όχθη οι «μακεδονόφρονες». Από τη στιγμή που όλοι τους είναι μνημονιακοί, με άλλα λόγια ψυχή τε και σώματι ταγμένοι στον εφαρμοσμένο πολεμικό καπιταλισμό, χρειάζεται μια τεχνητή, εθνική «διαφοροποίηση»  προκειμένου να αλιεύσουν ψήφους εν όψει και των εκλογών.

Φαινομενικά, μια αγεφύρωτη άβυσσος χωρίζει τα δυο στρατόπεδα, αν επικεντρωθεί κανείς στο επιμέρους θέμα της «ονομασίας» και συνακόλουθα της γλώσσας και της εθνικότητας. Στην πραγματικότητα, αποτελούν και εδώ τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος –της ηγεμονικής θέσης που θέλει να ενισχύσει με κάθε τρόπο η «μικρά και έντιμος» Ελλάδα στα Βαλκάνια και τη Νοτιανατολική Μεσόγειο, με τις πλάτες των Βρυξελλών (κοινής έδρας του ΝΑΤΟ και της ΕΕ) και της Ουάσιγκτον.

Η... μικρά και έντιμος έδρασε στο Μακεδονικό σαν τον ανεξέλεγκτο νταή της σχολικής αυλής, που έχει κερδίσει την εκτίμηση και την υποστήριξη του παιδονόμου σχολάρχη, ο οποίος ενθαρρύνει την προκλητική και επιθετική συμπεριφορά του χαϊδεμένου του μαθητή εναντίον όλων ή σχεδόν όλων των υπολοίπων συμμαθητών και γειτόνων του. Κακά τα ψέματα και παρά τα φληναφήματα πατριωτισμού και νεοεθνικοφροσύνης, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τον Νίκο Κοτζιά στο υπουργείο Εξωτερικών κατήγαγε συντριπτική, διπλωματική και πολιτική νίκη απέναντι στην πελιδνή κυβέρνηση Ζάεφ, η οποία ήθελε «όσο-όσο» και διακαώς την ένταξη της αστικής της τάξης στους πολιτικοστρατιωτικούς σχηματισμούς που καταδυναστεύουν τις εργατικές τάξεις της Ευρώπης, εξαπολύοντας πολέμους, φτώχεια και δυστυχία στα μήκη και τα πλάτη της υπόλοιπης οικουμένης. Και ο ίδιος ο Κοτζιάς δεν δίστασε ξανά και από το βήμα της Βουλής να επαναλάβει και να επισημάνει πως η «συμφωνία» των Πρεσπών δεν παύει να εκπληρώνει όλες (μα όλες) τις βασικές επιδιώξεις του ελλαδικού αστισμού έναντι της γείτονος «σε περίοδο ειρήνης».

Σε περίοδο ειρήνης... Τη φράση αυτή δεν παύουν να επαναλαμβάνουν και άλλα στελέχη και υποστηρικτές της κυβέρνησης. Το υπονοούμενο είναι ανατριχιαστικό. Αν η «συμφωνία» των Πρεσπών αποτελεί το plan A του ελλαδικού αστισμού και οι εθνικοπατριωτικές κορώνες και λεκτικές ρουκέτες της ΝΔ και της υπόλοιπης «μακεδονόφρονης» αντιπολίτευσης περί περισσότερων υποχωρήσεων, που όφειλε να κάνει, και ταπεινώσεων, που έπρεπε να υποστεί, η κυβέρνηση των Σκοπίων προκειμένου να δει ευρωνατοϊκού «θεού πρόσωπο», αποτελούν το εν δυνάμει plan B της Αθήνας, τότε υπάρχει και ένα plan C το οποίο μόνο η ναζιστική Χρυσή Αυγή και διάφοροι κύκλοι, πολιτικοί, στρατιωτικοί και παρακρατικοί, της άκρας δεξιάς μέχρι στιγμής, δεν διστάζουν να διατυπώσουν ξεδιάντροπα και δημόσια –πόλεμος και στρατιωτική επέμβαση στη Δημοκρατία της (Βόρειας) Μακεδονίας!

Το ανέφερε και ο Ηλίας Κασιδιάρης από το βήμα της Βουλής. Και το ζήτημα δεν είναι το τι είπε ο Κασιδιάρης –αλλά οι χλιαρές, οι αναιμικές αντιδράσεις από το υπόλοιπο σώμα των βουλευτών και το προεδρείο! Λες και το μισαλλόδοξο και ανθρωποφαγικό κάλεσμα ενός ναζιστή για έναν πόλεμο είναι μια ακόμη συνηθισμένη παρόλα της ημέρας και όχι ό,τι πιο επικίνδυνο, απεχθές και απευκταίο υπάρχει για όλους τους λαούς της Βαλκανικής, έπειτα και από τη φοβερή ανθρωποσφαγή της Γιουγκοσλαβίας.

Όμως και ολοφάνερα, η φιλοπόλεμη ρητορική και στρατηγική για την... επίλυση των διαφορών στα Βαλκάνια και κυρίως στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο δεν είναι ένας ακόμη εξτρεμισμός της άκρας δεξιάς, αλλά κεντρική, πολιτική επιλογή του ελλαδικού αστισμού και της σημερινής κυβέρνησης. Αυτό, μεταξύ άλλων, απέδειξε και η υπουργοποίηση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, ναύαρχου Αποστολάκη. Σε άλλες εποχές, πιο «ομαλές» και ειρηνικές, όταν αρχηγός ΓΕΕΘΑ θα απειλούσε με... ισοπεδώσεις βραχονησίδων σε μια μεταξύ άλλων εντελώς παράλογη και για το φρενοκομείο τακτική ότι την πιθανή, ενοχλητική «μύγα», την εξοντώνεις με «βαρύ πυροβολικό», και θα πολιτικολογούσε φιλοπολεμικά, δεν θα αναβαθμιζόταν υπουργός –θα του ξήλωναν τα γαλόνια και θα υποβιβαζόταν. Ναύτης, άντε σημαιοφόρος, να ξεναγεί τους «εθνικώς σκεπτόμενους» επισκέπτες στο πλωτό μουσείο του «Αβέρωφ».

Σήμερα είναι επιβραβευμένος για τα πολεμικά του κηρύγματα υπουργός και μάλιστα και ουσιαστικά, και παρά τις περί του αντιθέτου κορώνες, με τη συναίνεση(!) των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Γιατί, όπως έσπευσαν να τονίσουν στις ομιλίες τους στη Βουλή, Μητσοτάκης και Γεννηματά δεν είχαν να καταμαρτυρήσουν κάτι στον «αξιοσέβαστο αξιωματικό» και το φρόνημα των ενόπλων δυνάμεων. Το θεματάκι τους ήταν και σε πρώτη ανάγνωση ορθά ότι για πρώτη φορά μετά τον... επιβραβευμένο, για τη μεταπήδησή του στη «μικρή χούντα» των συνταγματαρχών, ιθύνοντα νου της «μεγάλης χούντας» των βασιλικών στρατηγών, Σπαντιδάκη, που πήρε το χαρτοφυλάκιο της Εθνικής Άμυνας στην πρώτη, χουντική κυβέρνηση Κόλλια, στις 21 Απριλίου 1967, βρέθηκε ως αρχηγός ΓΕΕΘΑ να είναι ταυτόχρονα και υπουργός. Αλλά για την ουσία των φιλοπόλεμων και μιλιταριστικών δηλώσεων του υπουργού δεν είχαν να πουν κάτι –τις ενστερνίζονται και τις συμμερίζονται!

Το τόνισε και ο Τσίπρας στη σχετική αντιπαράθεσή του με τον Μητσοτάκη –ο Αποστολάκης έγινε υπουργός για να σταλεί «ισχυρό μήνυμα» στην Άγκυρα ότι «η Ελλάδα απαντά στις απειλές». Άλλο ένα βολικό παραμύθι της τελευταίας περιόδου –ότι η... μικρά και έντιμος βρίσκεται, για να παραφράσουμε τον Λένιν, σε φάση «ενεργειακού αμυντισμού» απέναντι στην Τουρκία και με έπαθλο στον φρενήρη ανταγωνισμό την ΑΟΖ και τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της Νοτιανατολικής Μεσογείου, έπαθλο που, με τις σημερινές ενδείξεις και τα μαύρα σύννεφα στον πολιτικό ορίζοντα, θα κριθεί κατά τη φράση του Κλαούζεβιτς, έπειτα από πόλεμο «και διμερείς ή πολυμερείς σχέσεις ρυθμισμένες με το αίμα».

Η... μικρά και έντιμος, που δρα μικρομεγαλίστικα, ανθυποϊμπεριαλιστικά και φιλοπόλεμα, έχει σφυρηλατήσει τον πολυμερή πολιτικοστρατιωτικό συνασπισμό της ντροπής με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο σε μια κακέκτυπη αντιγραφή της συγκυριακής βαλκανικής συμμαχίας του 1912-1913, όταν η εξόρμηση της Ελλάδας, της Σερβίας, της Βουλγαρίας και του Μαυροβουνίου αφορούσε τα εναπομείναντα ευρωπαϊκά εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τώρα η «τετραμερής» της Νοτιανατολικής Μεσογείου αφορά τα υποθαλάσσια και διαφιλονικούμενα κατά θάλασσαν «εδάφη», τα πετρέλαια και το φυσικό αέριο (και) των μεγάλων αφεντικών της Τοτάλ και της Έξον Μόμπιλ. 

Και αν ορισμένοι απορούν, επειδή αυτό το άρθρο ξεκίνησε από το μακεδονικό και κατέληξε στην ΑΟΖ, ας επαναλάβουμε την εκτίμηση πως ό,τι διαδραματίζεται με αφορμή τη «συμφωνία» των Πρεσπών λειτουργεί προδρομικά για τη σφυρηλάτηση μιας νέας, πολεμοχαρούς και επικίνδυνης, εθνικοφροσύνης που θα δράσει κατασταλτικά στο εσωτερικό της Ελλάδας, στην οποία θα βαθαίνει η οικονομική κρίση και το ταξικό ρήγμα και επιθετικά στο εξωτερικό, προκειμένου να διασωθεί –αν διασωθεί– ο ελλαδικός αστισμός από τις ίδιες τις καταστροφικές επιλογές του.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες