Στη στήλη αυτή, αναζητώντας μια αριστερή διέξοδο ενάντια στη μπότα των μνημονίων, δίπλα στα άλλα, λόγω της ιδιαιτερότητας της περιοχής, ακουμπάμε και στο ζήτημα που το ονομάζουμε «μειονοτικό». Και λέμε ξεκάθαρα πως η Αριστερά πρέπει να κερδίσει τους μειονοτικούς (που είναι άνθρωποι φτωχοί) στις γραμμές της. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να ακούσουμε τα προβλήματα και τα αιτήματα αυτών των ανθρώπων και όχι «να τα σκουπίζουμε κάτω απ’ το χαλί».

Από τα μη­νύ­μα­τα, μέιλ και σχό­λια στο δια­δί­κτυο, δια­πί­στω­σα πως ακόμα και οι κα­λο­προ­αί­ρε­τοι άν­θρω­ποι έχουν πέσει στη πα­γί­δα να «φάνε» την προ­πα­γάν­δα που δη­μιουρ­γή­θη­κε το τε­λευ­ταίο διά­στη­μα για την Θράκη, πως τα κο­ρί­τσια που φο­ρά­νε μα­ντί­λα, πλη­ρώ­νο­νται απ’ την Τουρ­κία (και μά­λι­στα μι­λά­νε για αστεία ποσά, κά­ποιοι).
 
Σ’ αυτή τη «λάσπη» η απά­ντη­ση μιας φίλης μου που φο­ρά­ει μα­ντί­λα (μια κο­πέ­λα ερ­γα­ζό­με­νη και φι­λο­α­ρι­στε­ρή) ήταν: «Εγώ θα σου δώσω τα δι­πλά­σια λεφτά απ’ όσα υπο­στη­ρί­ζεις ότι παίρ­νου­με, αρκεί να κά­τσεις μια μέρα να ζή­σεις την κό­λα­ση αυτή, μέσα στο κα­λο­καί­ρι να κυ­κλο­φο­ρείς με μα­ντί­λα και ‘παλ­τό’. Για να κα­τα­λά­βεις ότι αυτή η κό­λα­ση αντέ­χε­ται μόνο και μόνο επει­δή σου το επι­βάλ­λει ο θεός και όχι για κά­ποιο αγαθό στον κόσμο αυτό».
 
Ενώ μια κρι­τι­κή που δέ­χτη­κα ήταν ότι η «θρη­σκεία πάει τα νέα παι­διά στην αμά­θεια και στον σκο­τα­δι­σμό», οπότε εγώ που μιλάω ως αρι­στε­ρός πρέ­πει να κα­τα­δι­κά­σω τα κο­ρι­τσά­κια που φο­ρά­νε μα­ντί­λα.
 
Εγώ μί­λη­σα για το ποια πρέ­πει να είναι η προ­σέγ­γι­ση της Αρι­στε­ράς στο «μειο­νο­τι­κό», ούτως ώστε να κερ­δί­σου­με τους μειο­νο­τι­κούς (που, επα­να­λαμ­βά­νω, είναι φτω­χοί άν­θρω­ποι, ερ­γά­τες, αγρό­τες) στις γραμ­μές μας στον αγώνα μας να απαλ­λα­γού­με απ’ αυτήν την κα­τά­στα­ση που βρι­σκό­μα­στε. Και γι’ αυτό ακρι­βώς, αυ­τούς που «κολ­λά­νε» στις μα­ντί­λες, θέλω να τους πα­ρα­πέμ­ψω στον Λένιν. Κοι­τάξ­τε τι γρά­φει για το θέμα μας αυτός ο με­γά­λος επα­να­στά­της, το 1905:
 
«Το να μην βλέ­που­με πως ο ζυγός της θρη­σκεί­ας πάνω στην αν­θρω­πό­τη­τα είναι η αντα­νά­κλα­ση του οι­κο­νο­μι­κού ζυγού της κοι­νω­νί­ας, δεν είναι τί­πο­τε άλλο παρά μια αστι­κή στε­νο­μυα­λιά. Αν το προ­λε­τα­ριά­το δεν δια­φω­τι­στεί με τους δι­κούς του αγώ­νες ενά­ντια στο σκο­τα­δι­σμό του κα­πι­τα­λι­σμού, όσες προ­κη­ρύ­ξεις και να μοι­ρα­στούν, όσα λόγια και να ει­πω­θούν, δεν μπο­ρεί [το προ­λε­τα­ριά­το] να δια­φω­τι­στεί. Για μας το να ενω­θούν οι κα­τα­πιε­ζό­με­νοι για να φτιά­ξουν έναν πα­ρά­δει­σο σε τούτο τον κόσμο, είναι πιο ση­μα­ντι­κό απ’ το να συμ­φω­νούν για τον πα­ρά­δει­σο του άλλου κό­σμου».
 
Άρα, λοι­πόν, αν το πούμε με απλά ελ­λη­νι­κά, το ζή­τη­μα δεν είναι να συμ­φω­νού­με μ’ αυ­τούς τους αν­θρώ­πους στο αν υπάρ­χει άλλος κό­σμος και πώς θα ζούμε σ’ αυτόν αλλά να πα­λέ­ψου­με μαζί να διώ­ξου­με τα μνη­μό­νια, να διώ­ξου­με τη μπότα του ευρώ και να επα­νι­δρύ­σου­με τη χώρα μας απ’ την αρχή.
 
Επί­σης, ο Λένιν σ’ ένα άλλο άρθρο του, το 1909, λέει:
 
«Ας φα­ντα­στού­με πως το προ­λε­τα­ριά­το έχει δια­χω­ρι­στεί στα δύο και οι μεν είναι οι Σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες [κομ­μου­νι­στές] που έχουν απο­κτή­σει τα­ξι­κή συ­νεί­δη­ση και προ­φα­νώς είναι άθεοι και οι δε άν­θρω­ποι που δεν έχουν ξε­μπερ­δέ­ψει τις σχέ­σεις τους με το χωριό και την αγρο­τι­κό­τη­τα, πι­στεύ­ουν στο Θεό, πάνε στην εκ­κλη­σία, ή ακόμα είναι υπό την επιρ­ροή ενός ντό­πιου παπά και θέ­λουν να ορ­γα­νώ­σουν ένα συν­δι­κά­το των Χρι­στια­νών. Και ας πούμε πως ο οι­κο­νο­μι­κός αγώ­νας ξε­κί­νη­σε λόγω μιας απερ­γί­ας. Σ’ αυτό το ση­μείο αυτό που πρέ­πει να κάνει ένας μαρ­ξι­στής είναι να βάλει το σκοπό της νίκης της απερ­γί­ας πάνω απ’ όλα και να μην επι­τρέ­ψει τη διά­σπα­ση των ερ­γα­τών σε Χρι­στια­νούς και Άθε­ους. Σε μια τέ­τοια κα­τά­στα­ση η προ­πα­γάν­δα του αθεϊ­σμού, είναι βού­τυ­ρο στο ψωμί των πα­πά­δων που θέ­λουν τη διά­σπα­ση των ερ­γα­τών λόγω των θρη­σκευ­τι­κών τους πε­ποι­θή­σε­ων».
 
Αν το πούμε, δη­λα­δή, στα απλά ελ­λη­νι­κά, οι κου­βέ­ντες περί «μα­ντί­λας» το μόνο που μπο­ρούν να φέ­ρουν είναι η διά­σπα­ση της ενό­τη­τας μας. Και η λαϊκή ενό­τη­τα δε θα ιδρυ­θεί πάνω στις συ­ζη­τή­σεις της πί­στης του κα­θε­νός, αλλά πάνω στους αγώ­νες μας για να στα­μα­τή­σει η φο­ρο­λε­η­λα­σία, να «ξε­ρι­ζω­θεί» η ανερ­γία, να φτιά­ξου­με μια ελεύ­θε­ρη, ανε­ξάρ­τη­τη, δη­μο­κρα­τι­κή χώρα με αν­θρώ­πι­να, ατο­μι­κά και μειο­νο­τι­κά δι­καιώ­μα­τα.

* Ο Μου­στα­φά Τσο­λάκ είναι ποι­η­τής, δη­μο­σιο­γρά­φος και με­τα­φρα­στής.

Ετικέτες