Ανακοίνωση της ΔΕΑ

1. Η νίκη της ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη, με 9,4% διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλ. Τσίπρα, κλείνει τον πολιτικό κύκλο που άρχισε το καλοκαίρι του 2015 με την προδοσία του δημοψηφίσματος, με τη στροφή του Αλ. Τσίπρα προς το μνημόνιο 3 και με την ανάληψη από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ της κυβερνητικής διαχείρισης των νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων που απαιτούσαν οι δανειστές και η ντόπια κυρίαρχη τάξη.

Το αποτέλεσμα αυτό είναι αδύνατον να ερμηνευτεί από όσους/ες αποφεύγουν να αναφέρονται ή υποτιμούν την περίοδο 2015-19.

Στα χρόνια αυτά μια δήθεν «αριστερή» κυβέρνηση έκανε σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική, ταυτίστηκε με τη γραμμή των ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο, επιχείρησε να αναβιώσει μια «προοδευτική συμμαχία» μεταλλαγμένου σοσιαλφιλελευθερισμού με στόχο να παρατείνει την παραμονή της στην εξουσία.

Ακόμα και τα μέτρα της τελευταίας στιγμής, που ο Τσίπρας παρουσίασε ως «παροχές» για να κερδίσει τις εκλογές, είχαν βαθιά νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα: μετέτρεπαν σταθερές και ρυθμισμένες κατακτήσεις της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών όπως η 13η σύνταξη, σε προνοιακά επιδόματα, που το ύψος τους και η συχνότητα παροχής εξαρτώνται από την προαίρεση της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας.

Για να παραμένει στην εξουσία, ο Αλ. Τσίπρας και το κόμμα του πίεσαν με όλες τους τις δυνάμεις την εργατική και λαϊκή αγωνιστικότητα προς την υποχώρηση κι έκαναν ό,τι μπορούσαν για την κατασυκοφάντηση και την υπονόμευση της ριζοσπαστικής-αριστερής πολιτικής, που στις νέες συνθήκες στρεφόταν αντικειμενικά ενάντια στα κοινωνικά και πολιτικά μέτρα της κυβέρνησης και τη συμφωνία της με τους δανειστές που περιγράφει το μνημόνιο 3.

Αυτές οι «επιτυχίες» του ΣΥΡΙΖΑ –«επιτυχίες» που επιτεύχθηκαν με την ανοιχτή υποστήριξη των ευρωηγεσιών (πχ η ξετσίπωτη παρέμβαση της Μέρκελ υπέρ του ελιγμού Τσίπρα στις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015…) αλλά και ενός σημαντικού τμήματος της ντόπιας κυρίαρχης τάξης, ήταν που προετοίμαζαν την προοπτική της ατιμωτικής παράδοσης της κυβερνητικής εξουσίας στον Κυρ. Μητσοτάκη.

2. Η ΝΔ βαδίζει προς μια σημαντική πολιτική νίκη όχι –κυρίως– με βάση τις δικές της δυνάμεις, αλλά αξιοποιώντας την κρίση του Τσίπρα και την κατάρρευση των σχέσεων εμπιστοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ με το κοινωνικό ακροατήριο που τον έφερε στην εξουσία το 2015. Αυτή η διαπίστωση έχει σημασία για να εκτιμηθεί η δυναμική μιας κυβέρνησης της Δεξιάς αν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών επιβεβαιωθεί στις εθνικές εκλογές.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης θα έχει να συγκεκριμενοποιήσει τον ακραίο νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό του σε κυβερνητική πολιτική, μέσα σε συνθήκες κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού και μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον που επιδεινώνεται. Θα έχει να ολοκληρώσει τη δική του «κωλοτούμπα», ευθυγραμμίζοντας το κόμμα του με τη νατοϊκή πολιτική στα Βαλκάνια και διαψεύδοντας τις εθνικιστικές δημαγωγίες του για το μακεδονικό. Θα έχει να σταθεροποιήσει την ηγεσία του μέσα στο «τριπολικό» κόμμα της Δεξιάς, όπου τόσο η ακροδεξιά πτέρυγα όσο και οι οπαδοί της «εθνικής συνεννόησης» διατηρούν δυνάμεις.

Αυτά σημαίνουν ότι, πέρα από τα επιφαινόμενα, η κυβέρνησή του θα είναι ασταθής και μπορεί να αποδειχτεί ευάλωτη στην εργατική και λαϊκή αντίσταση. Αξίζει να θυμόμαστε ότι η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη του 1990-93, τελικά κατέρρευσε κάτω από τα χτυπήματα ενός μεγάλου εργατικού κινήματος και ενός πλατιού κύματος λαϊκών κινητοποιήσεων.

Το να χτίσουμε, ξανά, αυτές τις δυνατότητες, το να επαναφέρουμε στην ημερήσια διάταξη την κεντρικότητα των μαζικών αγώνων, είναι το βασικό καθήκον της περιόδου.

3. Στις ευρωεκλογές επιβεβαιώθηκε διεθνώς η ενίσχυση της ρατσιστικής και εθνικιστικής ακροδεξιάς. Οι Σαλβίνι-Λεπέν-Ούρμπαν-Φάρατζ και σία αντιπροσωπεύουν ένα μεγάλο κίνδυνο.

Το φαινόμενο εκδηλώθηκε και στην Ελλάδα: Αν συνυπολογιστούν οι δυνάμεις της ΧΑ με το σύνολο των εθνικιστικών-ρατσιστικών ψηφοδελτίων, γίνεται καθαρό ότι η απόκρουση της ακροδεξιάς απειλής παραμένει ένα σημαντικό πολιτικό ζήτημα.

Παρόλα αυτά, είναι θετικό γεγονός η μείωση της επιρροής του νεοναζιστικού «πυρήνα» αυτού του χώρου, η μείωση της δύναμης της ΧΑ.

4. Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ και η νίκη των δυνάμεων της Δεξιάς επιβεβαιώνεται και στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, όπου στις περισσότερες περιφέρειες και στους μεγάλους δήμους κερδίζουν οι συντηρητικοί υποψήφιοι.

Όμως σε πολλές περιοχές, εκατοντάδες αγωνιστές/στριες μιας αυθεντικά ριζοσπαστικής Αριστεράς εκλέγονται στα περιφερειακά ή δημοτικά συμβούλια, εκπροσωπώντας αγωνιστικά σχήματα και πρωτοβουλίες από τα κάτω. Αυτό το δίκτυο κοινωνικών αγωνιστών/στριών θα είναι κρίσιμο για τις απαραίτητες πρωτοβουλίες ανασύνταξης στην ερχόμενη περίοδο.

5. Παρόλα αυτά, η «στιγμή» των ευρωεκλογών και των αυτοδιοικητικών εκλογών, καθορίστηκε από τη νίκη του συντηρητισμού που μπόρεσε να μετατρέψει την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ σε πολιτική πίεση πάνω σε κάθε εκδοχή της Αριστεράς.

Αυτό φαίνεται σε όλα τα αποτελέσματα.

Το ΚΚΕ, μέσα σε σπάνιες συνθήκες κρίσης όλων των ανταγωνιστών του, δεν κατόρθωσε να ξεφύγει από τη στασιμότητα και να καταγράψει μια σημαντική πολιτική άνοδο.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, επίσης, παρέμεινε για άλλη μια φορά στα ποσοστά καταγραφής της προϋπάρχουσας οργανωμένης επιρροής της. Μόνο που, αυτή τη φορά, κατέγραψε και την πολιτική διάσπαση μεταξύ βασικών συνιστωσών της, διάσπαση που εκδηλώθηκε σε μεγάλους δήμους.

Σε αυτό το τοπίο, το αποτέλεσμα του ΜΕΡΑ25 του Γ. Βαρουφάκη, μοιάζει να ξεχώρισε. Παρουσιάστηκε ως «καινοτομία», διαχωρίζοντας τις προοπτικές του από το συνολικό χώρο της Αριστεράς. Έδωσε έμφαση σε ένα ριζοσπαστισμό, κυρίως στα ζητήματα των δικαιωμάτων, διεκδικώντας έναν απογοητευμένο από τον ΣΥΡΙΖΑ κόσμο, αλλά σε συνδυασμό με ένα μετριοπαθές κεϊνσιανό πρόγραμμα συμβιβασμού στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Παίρνοντας αποστάσεις από τα γενικότερα γνωρίσματα της Αριστεράς στους τρόπους οργάνωσης και παρέμβασης, διεκδίκησε μια εκλογική αποτελεσματικότητα που, όμως, υπονομεύει την πιθανότητα πολιτικής αποτελεσματικότητας στην καθημερινή δράση.

6. Σε ό,τι μας αφορά, επιμείναμε στην επιλογή της συμμετοχής στη ΛΑΕ, δίνοντας έμφαση στη διεκδίκηση μιας αυθεντικά ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής, στη διεκδίκηση μιας πολιτικής συμμαχιών με κέντρο τη ΛΑΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τις άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς που αποσπάστηκαν το 2015 από τον ΣΥΡΙΖΑ, στη διεκδίκηση μιας δημοκρατικής και πλουραλιστικής μετωπικής λειτουργίας που περιλάμβανε τη στελεχική ανανέωση.

Το εκλογικό αποτέλεσμα της ΛΑΕ είναι αποτέλεσμα συντριπτικής ήττας.

Η επιλογή του συνδυασμού της κοινωνικής αναφοράς της ΛΑΕ, με έναν «αντι-ιμπεριαλισμό» που έκλεινε το μάτι στον εθνικιστικό/πατριωτικό χώρο, ελπίζοντας να ψαρέψει ψήφους στα θολά νερά των συλλαλητηρίων για το μακεδονικό, υπήρξε αυτοκτονική επιλογή. Το «μήνυμα» της ΛΑΕ, όπως τουλάχιστον διατυπωνόταν στην κεντρική του εκφορά, κατέληξε θολό κι ακατανόητο για ένα σημαντικό τμήμα κοινωνικών αγωνιστών-στριών που ενώ είχαν ξεκινήσει σε σύνδεση με τη ΛΑΕ ωθήθηκαν σε άλλες επιλογές. Η ηγεσία της ΛΑΕ, που είχε τη προνομιακή δυνατότητα να διεκδικήσει ένα μεγάλο τμήμα της απογοήτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ, παραιτήθηκε από αυτό το καθήκον και μετατοπίστηκε προς ένα «εθνικό» ακροατήριο, το οποίο θεώρησε πλατύτερο, αλλά αποδείχτηκε ανύπαρκτο και πολιτικά αποπροσανατολιστικό.

Ο συνδυασμός αυτού του βασικού λάθους, με μια υπερσυγκεντρωτική λειτουργία και έναν αναίτιο συντηρητισμό στα ζητήματα συλλογικής και πλουραλιστικής εκπροσώπησης, οικοδόμησαν την πολιτική βάση που ερμηνεύει το καταστροφικό αποτέλεσμα.

Το αποτέλεσμα αυτό θα μπορούσε να σηματοδοτεί άμεσα «τέλος διαδρομής». Μόνο ουσιαστική αυτοκριτική κι έμπρακτες αποδείξεις πολιτικού επαναπροσδιορισμού και διαφορετικής, συλλογικής και πλουραλιστικής, λειτουργίας, θα άφηναν ανοιχτή μια συνέχεια της προσπάθειας.

7. Οι αναγκαίες διεργασίες αυτοκριτικής-επαναπροσδιορισμού-ανασύνταξης, που αναπόφευκτα θα «περπατήσουν» σε όλους τους χώρους της ριζοσπαστικής-μετωπικής Αριστεράς, αντικειμενικά πιέζονται από την υποχρεωτική απόφαση του Τσίπρα να καταφύγει σε εσπευσμένες εθνικές εκλογές.

Παρότι δεν υποτιμούμε την ανάγκη της εκλογικής παρέμβασης, θεωρούμε ότι δεν συνιστά εκλογική τακτική απλά η διεκδίκηση ενός διαδοχικού μηδέν κόμμα κάτι. Συνεχίζει να μας ενδιαφέρει το σενάριο μιας εκλογικής παρέμβασης, υπό την προϋπόθεση μιας υπέρβασης των «τειχών» μέσα στη ριζοσπαστική Αριστερά και συνεχίζουμε να επιδιώκουμε την εκδήλωση μιας ευρύτερης ενωτικής/μετωπικής πρωτοβουλίας. Γιατί είμαστε πεισμένοι ότι μόνο έτσι υπάρχει προοπτική εκλογικής αποτελεσματικότητας και μόνο έτσι τα καθήκοντα της εκλογικής απάντησης συνδυάζονται με τα καθήκοντα πολιτικής/οργανωτικής ανασυγκρότησης που θα είναι τα καθοριστικά στην περίοδο που έρχεται.     

Ετικέτες