Τους τελευταίους μήνες έχει υπάρξει μια πληθώρα άρθρων, εκδηλώσεων και παρουσιάσεων των απόψεων του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπροέδρου της Βολιβίας. Ο Λινέρα πατώντας πάνω στην εμπειρία των πολιτικών «πειραμάτων» της Λατινικής Αμερικής καταπιάνεται με τα ζητήματα του κράτους, της επανάστασης, της ταξικής πάλης, από τη θέση της «κυβερνώσας αριστεράς» δίνοντας τους ένα «νέο» περιεχόμενο που, κατά τη γνώμη μας, σε αρκετές περιπτώσεις έρχεται σε αντίθεση με τις επαναστατικές κατευθύνσεις του μαρξισμού. Σε κάθε περίπτωση η συζήτηση που διεξάγεται στους κόλπους της παγκόσμιας αριστεράς με αφορμή τους νέους δρόμους που έχουν ανοιχτεί ή ανοίγονται στη Λατινική Αμερική, την Ισπανία και την Ελλάδα είναι πολύ χρήσιμη και αξίζει την προσοχή μας.

Ο νέος «λαϊ­κι­σμός» (Populismo), για ένα μέρος της αρι­στε­ράς στην Ελ­λά­δα και πα­γκό­σμια, πα­ρου­σιά­ζε­ται ως  ένας νέος δρό­μος που πρέ­πει να ακο­λου­θή­σου­με για να ξε­φύ­γου­με από τις «αγκυ­λώ­σεις» και την «ξύ­λι­νη γλώσ­σα» της πα­ρα­δο­σια­κής αρι­στε­ράς. Νέες κοι­νω­νι­κές συμ­μα­χί­ες, νέα επα­να­στα­τι­κά «υπο­κεί­με­να» που προ­σπερ­νούν την ερ­γα­τι­κή τάξη, ένα νέο λε­ξι­λό­γιο «κοι­νής λο­γι­κής» είναι με­ρι­κά μόνο από τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά αυτού του ρεύ­μα­τος. Δη­μο­σιεύ­ου­με εδώ την ομι­λία του Σω­τή­ρη Σια­μαν­δού­ρα, δι­δά­κτο­ρα πο­λι­τι­κών επι­στη­μών που έγινε σε μια εκ­δή­λω­ση -πα­ρου­σί­α­ση της γνω­στής  ομι­λί­ας του Λι­νέ­ρα , το 2011 στο 6ο διε­θνές φό­ρουμ Φι­λο­σο­φί­ας στη Βε­νε­ζου­έ­λα με τίτλο "Κρά­τος, Επα­νά­στα­ση και οι­κο­δό­μη­ση της Ηγε­μο­νί­ας". Η ομι­λία του Σω­τή­ρη Σια­μαν­δού­ρα έγινε το φθι­νό­πω­ρο του 2014 στα πλαί­σια μιας από τις πολ­λές εκ­δη­λώ­σεις-πα­ρου­σιά­σεις των από­ψε­ων του Λι­νέ­ρα. Πρέ­πει να ση­μειώ­σου­με ότι η κρι­τι­κή που  ανα­πτύσ­σε­ται εδώ δεν γί­νε­ται με τη διά­θε­ση να πούμε στον λαό της Βο­λι­βί­ας τι να κάνει,  αλλά με την ίδια διά­θε­ση που διορ­γα­νώ­νο­νται όλες αυτές οι συ­ζη­τή­σεις, με σκοπό δη­λα­δή να σκε­φτού­με τι να κά­νου­με εμείς. Ση­μειώ­νου­με,  επί­σης ότι αν και δεν συμ­φω­νού­με εξ ολο­κλή­ρου με το ιδε­ο­λο­γι­κό πλαί­σιο στο οποίο εντάσ­σει την άποψή του ο σ. Σια­μαν­δού­ρας, θε­ω­ρού­με εξαι­ρε­τι­κά εν­δια­φέ­ρου­σες τις πα­ρα­τη­ρή­σεις του και-κυ­ρί­ως-πο­λύ πα­ρα­γω­γι­κές για τα συ­μπε­ρά­σμα­τα που πρέ­πει να βγά­λου­με μπρο­στά στα δικά μας κα­θή­κο­ντα.

«Κρά­τος, Επα­νά­στα­ση και Ηγε­μο­νία» είναι ένα θέμα τε­ρά­στιο, που η Αρι­στε­ρά δεν στα­μά­τη­σε να το συ­ζη­τά­ει ποτέ και που βρί­σκε­ται στον πυ­ρή­να της νε­ω­τε­ρι­κής αντί­λη­ψης για την πο­λι­τι­κή από τη γέν­νη­ση της, δη­λα­δή από τον Μα­κια­βέ­λι και πέρα. Θα ήταν αδύ­να­τον να το εξα­ντλή­σου­με εδώ. Θα επι­χει­ρή­σου­με απλώς κά­ποιες ση­μειώ­σεις πάνω στα ζη­τή­μα­τα που ανοί­γει ο Γκαρ­σία Λι­νέ­ρα και πάνω σε αυτά που ανοί­γει η ανα­φο­ρά στη Βο­λι­βία από μόνη της. Επί­σης, οφεί­λω να ανα­φέ­ρω ότι για το κεί­με­νο αυτό βα­σί­στη­κα σε αρ­θρο­γρα­φία που αλιεύ­ου­με κυ­ρί­ως στο Znet. Υπάρ­χει λοι­πόν και αντί­λο­γος. Να υπεν­θυ­μί­σου­με όμως ότι το Znet είναι το σάιτ αν­θρώ­πων σαν τον Τσόμ­σκυ, τον Ζιν, τον Μαικλ Άλ­μπερτ. Επι­πλέ­ον, είναι θε­τι­κά δια­κεί­με­νο στα εγ­χει­ρή­μα­τα των χωρών της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής, τις επι­σκέ­φτη­κε για να δια­μορ­φώ­σει την πρό­τα­ση της συμ­με­το­χι­κής οι­κο­νο­μί­ας και εξα­κο­λου­θεί να έχει συ­νε­χείς αντα­πο­κρί­σεις από τη Βο­λι­βία, οι οποί­ες προ­σπα­θούν με κάθε τρόπο να δουν το πο­τή­ρι μι­σο­γε­μά­το. Με άλλα λόγια, οι πηγές που αξιο­ποί­η­σα για την πα­ρέμ­βα­ση αυτή δεν είναι προ­πα­γάν­δα της αστι­κής τάξης και του ιμπε­ρια­λι­σμού αλλά ένας από τα πιο αξιό­πι­στους ιστό­το­πους της Αρι­στε­ράς πα­γκο­σμί­ως.

Ο Λι­νέ­ρα, που αι­σθά­νε­ται την ανά­γκη να απα­ντή­σει στο εξω­κοι­νο­βου­λευ­τι­κό και αντιε­ξου­σια­στι­κό κί­νη­μα, και ανα­φέ­ρε­ται μά­λι­στα ευ­θέ­ως στον Χό­λο­γου­εη,  ξε­κι­νά από το ζή­τη­μα του Κρά­τους. Δίνει μά­λι­στα έναν πολύ πλατύ ορι­σμό, με απο­τέ­λε­σμα το Κρά­τος να πε­ρι­λαμ­βά­νει σχε­δόν τα πάντα εκτός από την ιδιω­τι­κή σφαί­ρα. Με τον τρόπο που ορί­ζει το Κρά­τος, είναι δύ­σκο­λο να δια­χω­ρί­σου­με το Κρά­τος από την Κοι­νω­νία. Η αλή­θεια είναι ότι ο Μαρξ δεν δια­τύ­πω­σε μια ολο­κλη­ρω­μέ­νη θε­ω­ρία για το Κρά­τος ανά­λο­γη με αυτήν που δια­τύ­πω­σε για το Κε­φά­λαιο. Επι­πλέ­ον, το Κρά­τος στην εποχή του Μαρξ είχε δια­φο­ρε­τι­κή μορφή. Πρώτα και κύρια στο ζή­τη­μα της αντι­προ­σώ­πευ­σης των τά­ξε­ων, αφού δεν είχε κα­θιε­ρω­θεί ακόμη ούτε καν το γε­νι­κό εκλο­γι­κό δι­καί­ω­μα. Όμως, από τον ορι­σμό που θα δώ­σου­με για το Κρά­τος, εξαρ­τά­ται η στάση μας απέ­να­ντί του. Αν θε­ω­ρή­σου­με ότι το Κρά­τος είναι βα­σι­κά οι μη­χα­νι­σμοί κα­τα­στο­λής της κυ­ρί­αρ­χης τάξης, εν­νο­εί­ται ότι μπο­ρού­με και οφεί­λου­με να μι­λά­με για την κα­τά­λυ­σή του.  Αν όμως στο Κρά­τος συ­μπε­ρι­λά­βου­με τα νο­σο­κο­μεία, τα σχο­λεία, την ιδε­ο­λο­γία, την ηθική και όλα τα υπό­λοι­πα που συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νει ο Λι­νέ­ρα, τότε είναι σαφές ότι δεν μπο­ρού­με να απέ­χου­με από αυτό, και βε­βαί­ως δεν μπο­ρού­με να συ­ζη­τού­με την κα­τά­λυ­σή του.

Προ­σω­πι­κά, θεωρώ ότι αυτός ο κα­βγάς, ας πούμε του Μαρξ με τον Μπα­κού­νιν, είναι ξε­πε­ρα­σμέ­νος. Και για τους ιστο­ρι­κούς λό­γους που ανέ­φε­ρα, αλλά και γιατί δεν θεωρώ ότι μπο­ρεί να υπάρ­ξει μια γε­νι­κή θε­ω­ρία για το Κρά­τος. Το Κρά­τος είναι μια σχέση και μπο­ρού­με να έχου­με για αυτό μόνο μια θε­ω­ρία το­πι­κή, πε­ριο­ρι­σμέ­νη, ιστο­ρι­κά προσ­διο­ρι­σμέ­νη. Είναι δια­φο­ρε­τι­κή η τα­κτι­κή που μπο­ρού­με να ακο­λου­θή­σου­με απέ­να­ντι στο Κρά­τος των Συ­νταγ­μα­ταρ­χών και δια­φο­ρε­τι­κή η τα­κτι­κή που μπο­ρού­με να ακο­λου­θή­σου­με στο πλαί­σιο του ελ­λη­νι­κού με­τα­πο­λι­τευ­τι­κού Κρά­τους. Στη Βο­λι­βία λοι­πόν, τέ­θη­κε το συ­γκε­κρι­μέ­νο ερώ­τη­μα, εάν το βο­λι­βιανό σο­σια­λι­στι­κό κί­νη­μα μπο­ρού­σε να με­τα­σχη­μα­τί­σει το βο­λι­βια­νό κρά­τος. Και, όπως τέ­θη­κε ιστο­ρι­κά, έτσι και απα­ντή­θη­κε ιστο­ρι­κά, και μπο­ρού­με να κρί­νου­με την απά­ντη­ση που δό­θη­κε ιστο­ρι­κά.

Το δεύ­τε­ρο ζή­τη­μα που ανα­κι­νεί ο Λι­νέ­ρα είναι το ζή­τη­μα του τρό­που με τον οποίο μπο­ρού­με να κα­τα­λά­βου­με το Κρά­τος για να το με­τα­σχη­μα­τί­σου­με. Εδώ ο αντί­πα­λος είναι το σο­βιε­τι­κό πα­ρά­δειγ­μα. Ο Λι­νέ­ρα φαί­νε­ται να είναι το αντί­θε­το του γρα­φειο­κρά­τη. Αντι­θέ­τως, είναι πα­ρά­δειγ­μα μα­χό­με­νου δια­νο­ού­με­νου, που πρώτα δο­κί­μα­σε τις πει­ρα­μα­τι­κές κοι­νό­τη­τες, μετά δο­κί­μα­σε το αντάρ­τι­κο, κι αφού συ­νε­λή­φθη και πήγε φυ­λα­κή, μόνο τότε δο­κί­μα­σε και τον κυ­βερ­νη­τι­κό δρόμο. Επι­πλέ­ον, ενώ ανα­φέ­ρε­ται στον λε­νι­νι­σμό, αυτός φαί­νε­ται να είναι ένας πολύ «πα­ρά­ξε­νος» λε­νι­νι­σμός, που υπο­στη­ρί­ζει τον δη­μο­κρα­τικό δρόμο προς έναν σο­σια­λι­σμό δη­μο­κρα­τι­κό και όχι τη δι­κτα­το­ρία του προ­λε­τα­ριά­του.

Μά­λι­στα, ταυ­τό­χρο­να φαί­νε­ται να έχου­με να κά­νου­με με έναν «μαρ­ξι­σμό-λε­νι­νι­σμό» χωρίς προ­λε­τα­ριά­το. Σε άλλα κεί­με­να, ο Λι­νέ­ρα δεν απο­φεύ­γει να ση­μειώ­σει ρητά ότι η ερ­γα­τι­κή τάξη απέ­τυ­χε να εκ­πλη­ρώ­σει τον επα­να­στα­τι­κό ρόλο που της απο­δί­δει ο κλασ­σι­κός μαρ­ξι­σμός. Απέ­τυ­χε η ερ­γα­τι­κή τάξη και όχι ο μαρ­ξι­σμός δη­λα­δή, πράγ­μα που δεν κα­τα­λα­βαί­νω, γιατί δεν μπορώ να κα­τα­λά­βω έναν μαρ­ξι­σμό χωρίς ερ­γα­τι­κή τάξη. Αλλά πάμε πα­ρα­πέ­ρα. Ως εναλ­λα­κτι­κή στον προ­λε­τα­ρια­κό ερ­γα­τι­σμό προ­τεί­νε­ται η από­δο­ση ισό­τι­μου ρόλου σε όλους τους ερ­γα­ζό­με­νους, δη­λα­δή εμπο­ρο­ϋ­παλ­λή­λους, ερ­γα­ζό­με­νους σε μι­κρές επι­χει­ρή­σεις, ερ­γά­τες γης κλπ. Εδώ χρειά­ζε­ται μια έρευ­να ανα­φο­ρι­κά με τη θε­ω­ρη­τι­κή θε­με­λί­ω­ση, γιατί το προ­λε­τα­ριά­το δεν είναι ένα υπο­κεί­με­νο που μπο­ρεί να αντι­κα­τα­στα­θεί χωρίς συ­νέ­πειες για το υπό­λοι­πο της μαρ­ξι­στι­κής θε­ω­ρί­ας. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση όμως, αυτή η ματιά επι­τρέ­πει στην Αρι­στε­ρά της Βο­λι­βί­ας (αλλά και της Βε­νε­ζου­έ­λας και του Εκουα­δόρ) να αγκα­λιά­σει το πρό­βλη­μα της κοι­νω­νι­κής ετε­ρο­γέ­νειας αντί να προ­σπα­θή­σει να το πα­ρα­βλέ­ψει. Αυτό είναι μάλ­λον το ση­μα­ντι­κό­τε­ρο στοι­χείο, από θε­ω­ρη­τι­κή σκο­πιά, που επι­τρέ­πει στη λα­τι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κη αρι­στε­ρά να εγκα­τα­λεί­ψει τον δρόμο της δι­κτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του για χάρη του δη­μο­κρα­τι­κού δρό­μου.

Υπάρ­χουν όμως ερω­τη­μα­τι­κά. Τι εν­νο­εί ο Λι­νέ­ρα μι­λώ­ντας για με­τα­σχη­μα­τι­σμό του Κρά­τους; Τι εν­νο­εί όταν μι­λά­ει για «κυ­βέρ­νη­ση των κοι­νω­νι­κών κι­νη­μά­των»; Η αλή­θεια είναι ότι ανα­φέ­ρε­ται στη σύν­θε­ση της κυ­βέρ­νη­σης και όχι στη δομή. Λέει ότι πρό­κει­ται για «κυ­βέρ­νη­ση των κι­νη­μά­των», γιατί άν­θρω­ποι που προ­έρ­χο­νται από κοι­νω­νι­κές ορ­γα­νώ­σεις, ιθα­γε­νείς, ερ­γά­τες, αγρό­τες, είναι τώρα Υπουρ­γοί. Πα­ρα­γνω­ρί­ζει όμως εδώ τη ση­μα­σία της δομής, που δεν είναι μόνο κάτι το θε­με­λιώ­δες από τη σκο­πιά του μαρ­ξι­σμού αλλά και από την πλευ­ρά της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας γε­νι­κό­τε­ρα. Οι ιθα­γε­νείς, που προ­έρ­χο­νται από κοι­νω­νι­κές ορ­γα­νώ­σεις και είναι τώρα Υπουρ­γοί, είναι ακρι­βώς αυτό: ιθα­γε­νείς που είναι τώρα Υπουρ­γοί. Δεν θέλω να πω ότι αυτό δεν είναι κά­ποια πρό­ο­δος. Αλλά το γε­γο­νός ότι ο Πρό­ε­δρος της Αμε­ρι­κής είναι έγ­χρω­μος, δεν εμπό­δι­σε τη δο­λο­φο­νία στο Φέρ­γκιου­σον και δεν εμπό­δι­σε τον έγ­χρω­μο Πρό­ε­δρο να στεί­λει την εθνο­φρου­ρά ενά­ντια στους φτω­χούς, λευ­κούς και μαύ­ρους και ισπα­νό­φω­νους, του Φέρ­γκιου­σον.

Αντί­στοι­χα, ο Λι­νέ­ρα λέει: «Πριν 10 χρό­νια στη Βο­λι­βία δύο ξένες χώρες ήλεγ­χαν το 40% του ΑΕΠ. Η Βο­λι­βία ήταν υπο­θη­κευ­μέ­νη πριν 6 χρό­νια: το 40% του αε­ρί­ου στους ξέ­νους, το νερό στους ξέ­νους, το ρεύμα στους ξέ­νους, το γάλα στους ξέ­νους, αυτό ήταν η Βο­λι­βία πριν 6 χρό­νια, αλλά σή­με­ρα όχι, όλα αυτά μας ανή­κουν και με αυτή τη βάση παίρ­νου­με τις απο­φά­σεις».  Δεν νο­μί­ζω όλα αυτά να ανή­καν γε­νι­κά στους ξέ­νους. Δεν νο­μί­ζω να ανή­καν στον Μάικλ Μπρά­ουν, που έπεσε νε­κρός από τις σφαί­ρες των αστυ­νο­μι­κών στο Φέρ­γκιου­σον. Γιατί λοι­πόν δεν μας λέει ο Λι­νέ­ρα σε ποιον συ­γκε­κρι­μέ­να ανή­καν όλα αυτά; Και αυτό το «μας ανή­κουν», τί ση­μαί­νει; Ποιοι εί­μα­στε εμείς; Οι Υπουρ­γοί; Όσοι δεν εί­μα­στε ξένοι; Το Κρά­τος; Εμείς, όποιοι κι αν εί­μα­στε, εί­μα­στε το Κρά­τος; Ιστο­ρι­κά, η φράση «Το Κρά­τος είμαι Εγώ», ανή­κει στον Λου­δο­βί­κο 14ο. Και για την άποψη αυτή απο­κε­φα­λί­στη­κε ο Λου­δο­βί­κος 16ος, κατά τη Γαλ­λι­κή Επα­νά­στα­ση, εκεί δη­λα­δή που για πρώτη φορά ορί­στη­κε το τι ση­μαί­νει Αρι­στε­ρά. Πολύ σωστά λέει ο ίδιος ο Λι­νέ­ρα ότι το Κρά­τος έχει μια ανα­φο­ρά στο «κα­θο­λι­κό», σε αυτό δη­λα­δή που ισχύ­ει για όλους, από όποια πλευ­ρά κι αν το δούμε. Όμως, το «κα­θο­λι­κό», δεν είναι απλώς το άθροι­σμα των επι­μέ­ρους επι­ι­θυ­μιών, γιατί δεν μπο­ρού­με να προ­σθέ­σου­με μήλα και μπο­ζό­νια. Το κα­θο­λι­κό δεν είναι το άθροι­σμα της επι­θυ­μί­ας ορι­σμέ­νων για ελευ­θε­ρία και της επι­θυ­μί­ας κά­ποιων άλλων για κυ­ριαρ­χία, το άθροι­σμα της επι­θυ­μί­ας κά­ποιων για ισό­τη­τα και κά­ποιων άλλων για ανι­σό­τη­τα. Κα­θο­λι­κό είναι μο­νά­χα το δι­καί­ω­μα όλων να είναι ελεύ­θε­ροι και ίσοι.

Δεν επι­μέ­νω σε αυτά τα ζη­τή­μα­τα για λό­γους ακα­δη­μαϊ­κούς, αν και θα το έκανα σε άλλο πλαί­σιο, γιατί δια­βά­ζω ότι ο Λι­νέ­ρα είναι και συ­νά­δελ­φος. Επι­μέ­νω γιατί έχουν με­γά­λες συ­νέ­πειες στο πως αντι­λαμ­βά­νε­ται πρα­κτι­κά ζη­τή­μα­τα. Έχω όμως μόνο ένα τέ­ταρ­το πε­ρί­που σή­με­ρα, οπότε θα κάνω ένα μικρό άλμα και θα πάω απευ­θεί­ας στις «δη­μιουρ­γι­κές αντι­φά­σεις», που κα­τα­θέ­τει ο Λι­νέ­ρα από την εμπει­ρία του στην κυ­βέρ­νη­ση, και που θε­ω­ρεί κι ο ίδιος ότι είναι η πιο ση­μα­ντι­κή συ­νει­σφο­ρά του στη συ­γκε­κρι­μέ­νη κου­βέ­ντα.

Η πρώτη αντί­φα­ση είναι ανά­με­σα στο μο­νο­πώ­λιο του Κρά­τους και τον εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό. Ποια είναι η έξο­δος από την αντί­φα­ση; Ο Λι­νέ­ρα λέει ότι δεν υπάρ­χει έξο­δος. Εγώ πάλι, θα ήθελα να υπεν­θυ­μί­σω ότι, όπως δι­δά­σκει η δια­λε­κτι­κή, οι αντι­φά­σεις που δεν επι­λύ­ο­νται, απο­συ­ντί­θε­νται. Αλλά πώς αντι­λαμ­βά­νε­ται ο Λι­νέ­ρα τον εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό; Τί είναι δη­μο­κρα­τία; Δη­μο­κρα­τία λέει είναι να ρω­τά­με, να συμ­βου­λευό­μα­στε και να ξα­να­συμ­βου­λευό­μα­στε  πριν απο­φα­σί­σου­με. Δεν θέλω να πω ότι η συμ­με­το­χι­κή δη­μο­κρα­τία, όπως την υπε­ρα­σπί­στη­κε και ο Μι­τε­ράν, είναι κακό πράγ­μα. Το να μας συμ­βου­λεύ­ε­ται η κυ­βέρ­νη­ση πριν απο­φα­σί­σει είναι κα­λύ­τε­ρο από το να μη μας συμ­βου­λεύ­ε­ται. Αλλά δη­μο­κρα­τία είναι να απο­φα­σί­ζει ο Δήμος, ο λαός, όχι να λένε τη γνώμη τους με­ρί­δες του λαού και να απο­φα­σί­ζει η κυ­βέρ­νη­ση. Γιατί μετά προ­κύ­πτουν προ­βλή­μα­τα. Ας πούμε, η νο­μι­μο­ποί­η­ση της παι­δι­κής ερ­γα­σί­ας. Κα­τα­νοώ ότι η παι­δι­κή ερ­γα­σία ήταν πολύ δια­δε­δο­μέ­νη και χρεια­ζό­ταν ρύθ­μι­ση, κα­τα­νοώ ότι τη ρύθ­μι­ση τη ζή­τη­σαν κά­ποια από τα ίδια τα ερ­γα­ζό­με­να παι­διά. Αλλά, δεν το κα­τα­νοώ κιό­λας. Η κυ­βέρ­νη­ση συμ­βου­λεύ­τη­κε τα παι­διά, συμ­βου­λεύ­τη­κε φα­ντά­ζο­μαι και τους γο­νείς, και τους ερ­γο­δό­τες. Αλλά ανα­γκά­στη­κε να πάρει πάνω της την ευ­θύ­νη μιας πολύ δύ­σκο­λης από­φα­σης. Και πώς την πήρε; Αθροί­ζο­ντας, ζυ­γιά­ζο­ντας; Ζυ­γιά­ζο­ντας τί; Στην από­φα­ση για την παι­δι­κή ερ­γα­σία, δεν βλέπω μιαν αντί­φα­ση ανά­με­σα σε ένα ου­δέ­τε­ρο Κρά­τος και ένα γε­νι­κό αί­τη­μα για εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό, μιαν αντί­φα­ση που πα­ρα­μέ­νει τάχα άλυτη. Βλέπω μάλ­λον μιαν αντί­φα­ση ανά­με­σα σε ένα Κρά­τος αστι­κό και μια κυ­βέρ­νη­ση σο­σια­λι­στι­κή, μιαν αντί­φα­ση που δεν επι­λύ­θη­κε και απο­συ­ντί­θε­ται σε ση­μείο που να ψη­φί­ζο­νται νόμοι που ανή­κουν στον 19ο αιώνα. Δεν συ­γκρού­στη­καν εδώ το μο­νο­πώ­λιο του Κρά­τους και ο εκ­δη­μο­κρα­τι­σμός, για να ανα­συ­ντε­θούν σε ένα ανώ­τε­ρο επί­πε­δο, συ­γκρού­στη­καν οι πλού­σιοι και οι φτω­χοί, και οι φτω­χοί έχα­σαν κατά κρά­τος. Δη­μο­κρα­τία δεν είναι να απο­φα­σί­ζει ο Λι­νέ­ρα για την παι­δι­κή ερ­γα­σία. Δη­μο­κρα­τία είναι να μην τί­θε­ται καν το ζή­τη­μα. Γιατί ποιος λαός θα κυ­βερ­νού­σε και θα συ­ζη­τού­σε καν να δου­λεύ­ουν τα παι­διά του;

Μπαί­νει βλέ­πε­τε στη μέση αυτό το ρη­μά­δι το ζή­τη­μα του κα­θο­λι­κού, που στον παλιό καλό μαρ­ξι­σμό το εί­χα­με λυ­μέ­νο, αλλά αυτός ο και­νού­ριος, που «δα­μά­ζει» την κοι­νω­νι­κή ετε­ρο­γέ­νεια με έναν «ηγέτη» (σε ει­σα­γω­γι­κά και θα δείτε γιατί), δεν το έχει λυ­μέ­νο.

Πάμε στη δεύ­τε­ρη αντί­φα­ση που κα­τα­θέ­τει ο Λι­νέ­ρα. Πώς βλέ­πει το ζή­τη­μα της ηγε­μο­νί­ας; Είναι λέει στον πυ­ρή­να του το εξής πρό­βλη­μα, ότι: «Αυτή είναι η ιδέα της πο­λι­τι­κής: πρέ­πει να συν­θέ­σει τα συμ­φέ­ρο­ντα των άλλων, να τα τρο­πο­ποι­ή­σει και να τα συν­θέ­σει, αλλά εάν συν­θέ­σεις υπερ­βο­λι­κά και εσύ ανοί­ξεις υπερ­βο­λι­κά και τε­λι­κά να μην έχεις ούτε βάση ούτε κυ­ριαρ­χία, τότε θα πέ­σεις, αυτόν τον κίν­δυ­νο δια­τρέ­χεις με το να είσαι υπερ­βο­λι­κά προ­σαρ­μο­στι­κός. Από την άλλη πλευ­ρά πάλι, εάν κλει­στώ στον σκλη­ρό μου πυ­ρή­να, δεν θα έχω κυ­ριαρ­χία, θα συ­νε­χί­σω να είμαι μειο­ψη­φία, θα συ­νε­χί­σω να είμαι αδύ­να­μος». Εδώ ο Λι­νέ­ρα κάνει λάθος. Ηγε­μο­νία δεν είναι να συν­θέ­τεις με τον άλλον. Ηγε­μο­νία είναι να τον κά­νεις να συ­ναι­νεί στη δική σου θέση. Και το ομο­λο­γεί τε­λι­κά ο Λι­νέ­ρα, δεν βρί­σκε­ται σε έναν αγώνα για την πο­λι­τι­κή ηγε­μο­νία, βρί­σκε­ται σε έναν αγώνα να πα­ρα­μεί­νει κυ­βέρ­νη­ση, το λέει μόνος του, το πρό­βλη­μα είναι ότι «θα πέ­σεις». Και εδώ το ζή­τη­μα δεν είναι ποιο­τι­κό, δεν είναι καν πο­σο­τι­κό, είναι ζή­τη­μα ισχύ­ος, δεν έχει να κάνει με ιδέες, έχει να κάνει με άλλα πράγ­μα­τα. Έχει να κάνει με την κάνη του του­φε­κιού. Και η συ­ναί­νε­ση είναι αντί­στρο­φη. Εί­πα­με για την παι­δι­κή ερ­γα­σία. Θα σας πω ένα άλλο. Αρ­νεί­ται η κυ­βέρ­νη­ση του MAS να κα­θί­σει στο εδώ­λιο τους κα­τη­γο­ρού­με­νους για βα­σα­νι­στή­ρια, βια­σμούς και δο­λο­φο­νί­ες κατά τις Χού­ντες στη Βο­λι­βία. Και κυ­νη­γά­ει τους αρι­στε­ρούς γέ­ρο­ντες που το διεκ­δι­κούν. Γιατί, αν ξε­κι­νή­σει δι­κα­στή­ρια, θα χάσει τη στή­ρι­ξη του στρα­τού. Ποιος ηγε­μο­νεύ­ει λοι­πόν, με αυτή τη «σύν­θε­ση»;

Στην επό­με­νη αντί­φα­ση, ανά­με­σα στο κα­θο­λι­κό συμ­φέ­ρον και το συμ­φέ­ρον κά­ποιων, το ομο­λο­γεί ο Λι­νέ­ρα. Πέ­ρα­σε λέει η επα­να­στα­τι­κή πα­λίρ­ροια και ήρθε η άμπω­τις. Αλλά τι κά­νεις τότε στην κυ­βέρ­νη­ση, ποιον εκ­προ­σω­πείς αν οι μάζες έγι­ναν αντε­πα­να­στα­τι­κές και «η κοι­νω­νία ξε­δι­πλώ­νε­ται συ­ντε­χνια­κά»; Πώς ανα­πνέ­ει το ψάρι που ξέ­μει­νε στην άμμο στην άμπω­τη; Είναι σί­γου­ρα μια αντί­φα­ση. Άλυτη όμως, γιατί; Αν το ψάρι δεν ακο­λου­θή­σει το νερό, αν μεί­νει στην άμμο την ώρα της άμπω­της, απλά πε­θαί­νει από ασφυ­ξία. Μήπως συ­νέ­βη κάτι τέ­τοιο ανά­με­σα στο 2005 και το 2013; Τι συ­νέ­βη ανά­με­σα στην ει­ρη­νι­κή και γιορ­τι­νή πο­ρεία του 2006 για την αγρο­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση και τις άγριες συ­γκρού­σεις το 2013; Μήπως η λι­τό­τη­τα του 2010; Ο Λι­νέ­ρα ανα­ρω­τιέ­ται πώς αντι­με­τω­πί­ζου­με τα αδέλ­φια μας, όταν έχουν συ­ντε­χνια­κά αι­τή­μα­τα. Η απά­ντη­ση της κυ­βέρ­νη­σης το 2011 ήταν με σφαί­ρες και τέσ­σε­ρις νε­κρούς ιθα­γε­νείς. Το πε­ρι­γρά­φου­με αυτό λέ­γο­ντας ότι «πρέ­πει να ζή­σου­με την αντί­φα­ση»; Αλή­θεια;

Λοι­πόν, εν συ­ντο­μία, η κυ­βέρ­νη­ση του MAS, κατά δή­λω­ση του ίδιου του Λι­νέ­ρα, παρά το πλε­ό­να­σμα ρι­ζο­σπα­στι­κής ρη­το­ρι­κής, είναι μια κα­πι­τα­λι­στι­κή κυ­βέρ­νη­ση μιας κα­πι­τα­λι­στι­κής χώρας. Η άποψη του Λι­νέ­ρα είναι ότι η Βο­λι­βία είναι μια προ­κα­πι­τα­λι­στι­κή χώρα, που πρέ­πει πρώτα να απο­χτή­σει ανε­πτυγ­μέ­νο κα­πι­τα­λι­σμό πριν πε­ρά­σει στο επό­με­νο «στά­διο». Η άποψη του Λι­νέ­ρα είναι αυτό που στην Ευ­ρώ­πη απο­κα­λού­με «χυ­δαίο» μαρ­ξι­σμό, «χυ­δαίο» οι­κο­νο­μι­σμό. Και ούτε καν. Γιατί το υπο­κεί­με­νο της επα­νά­στα­σης στη Βο­λι­βία, γρά­φει κάπου ο Λι­νέ­ρα, είναι οι ιθα­γε­νείς. Και δεν ξέρω ποιος «μαρ­ξι­σμός» έχει υπο­κεί­με­νο τους ιθα­γε­νείς. Κο­ντο­λο­γίς, φαί­νε­ται εντε­λώς ανερ­μά­τι­στο όλο αυτό το πράγ­μα, εκτός κι αν θε­ω­ρή­σου­με ότι η ορ­θό­τη­τα της σο­σια­λι­στι­κής θε­ω­ρί­ας κρί­νε­ται απο­κλει­στι­κά από τα εκλο­γι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα.

Ξέρω ότι έχετε συ­νη­θί­σει, σε αντί­στοι­χες εκ­δη­λώ­σεις, να γί­νε­ται μια πα­νη­γυ­ρι­κή πα­ρου­σί­α­ση της όποιας κα­τά­στα­σης και να βγαί­νουν κάπως έτσι τα συ­μπε­ρά­σμα­τα. Συ­μπε­ρά­σμα­τα του τύπου «εμπρός στον δρόμο της Βε­νε­ζου­έ­λας», «εμπρός στον δρόμο της Βο­λι­βί­ας» κλπ. Πιο χρή­σι­μα είναι όμως τα συ­μπε­ρά­σμα­τα που βγαί­νουν από μια ει­λι­κρι­νή και κρι­τι­κή πα­ρου­σί­α­ση. Κι αν έχετε δια­βά­σει τους κλασ­σι­κούς του σο­σια­λι­στι­κού κι­νή­μα­τος, θα δείτε ότι με το γάντι δεν έπια­ναν κα­νέ­ναν και κα­νέ­να θέμα. Η ρι­ζο­σπα­στι­κή σκέψη πρέ­πει να σπά­ζει κό­κα­λα. Το πρώτο μά­θη­μα για κάθε ελεύ­θε­ρο άν­θρω­πο είναι να ξέρει πάντα να μιλά κι όχι να σα­λια­ρί­ζει. Άμα θέ­λα­με να ωραιο­ποιού­με πράγ­μα­τα, θα μπο­ρού­σα­με να ωραιο­ποιού­με την κυ­ριαρ­χία της υπάρ­χου­σας ελίτ, που πλη­ρώ­νει κιό­λας, του­λά­χι­στον. Τα­χτι­κή δεν είναι το ψέμα. Η τα­χτι­κή προ­ϋ­πο­θέ­τει συ­νεί­δη­ση, και άρα την αλή­θεια και μόνο.

Κάπου ξε­κί­νη­σα να λέω ότι υπάρ­χουν δύο στρα­τη­γι­κές απέ­να­ντι στο πρό­βλη­μα της κοι­νω­νι­κής ετε­ρο­γέ­νειας. Η πρώτη είναι η ανά­δει­ξη ενός «ηγέτη», που λει­τουρ­γεί ενο­ποι­η­τι­κά. Είναι η θέση που υπο­στη­ρί­ζει κι ο Μα­κια­βέ­λι στον «Ηγε­μό­να». Είναι θέση που έχουν υπο­στη­ρί­ξει και σύγ­χρο­νοι θε­ω­ρη­τι­κοί, όπως η Harnecker, η θέση «Μια χώρα, ένας λαός, ένας ηγέ­της». Αυτή η θέση είναι εξαι­ρε­τι­κά προ­βλη­μα­τι­κή. Κα­ταρ­χάς, για έναν λόγο προ­φα­νή. Π.χ., πε­θαί­νει ή δο­λο­φο­νεί­ται ο κάθε Τσά­βες και τον αντι­κα­θι­στά ένας Μα­δού­ρο. Τι γί­νε­ται τότε; Αλλά και για έναν άλλον λόγο, λι­γό­τε­ρο προ­φα­νή, γιατί η ίδια ηγε­σία που είναι φυ­σι­κή σή­με­ρα μπο­ρεί να μην είναι φυ­σι­κή αύριο, μπο­ρεί να μην εκ­φρά­ζει πια πραγ­μα­τι­κά το κόμμα και την κοι­νω­νία. Αυτό δη­μιουρ­γεί και πρό­βλη­μα νο­μι­μο­ποί­η­σης, οδη­γεί δη­λα­δή σε κα­τα­στο­λή και σε νε­κρούς, αλλά είναι πρό­βλη­μα και από μόνο του, ανοί­γει τον δρόμο σε απο­φά­σεις σαν και αυτήν για την παι­δι­κή ερ­γα­σία. Και υπάρ­χει και ένας τρί­τος λόγος, η αντί­φα­ση που πε­ρι­γρά­φει με άλλα λόγια ο Λι­νέ­ρα. Ότι δη­λα­δή, ένας τέ­τοιος «ηγε­μό­νας» είναι ανα­γκα­σμέ­νος είτε να κυ­βερ­νά για τους άλ­λους και «να πέσει» είτε να προ­σπα­θή­σει να βα­σι­στεί σε όλο και στε­νό­τε­ρες δυ­νά­μεις, σε όλο και πιο δικές του δυ­νά­μεις, μέχρι να δη­μιουρ­γή­σει γύρω του μια πραγ­μα­τι­κή έρημο και να πε­ριο­ρί­σει τον τόπο του πο­λι­τι­κού στο μέ­γε­θος πο­λι­τι­κού γρα­φεί­ου ή το πολύ σχο­λι­κής αι­θού­σης. Είναι μια πο­ρεία που δια­γρά­φει ήδη ο «ηγε­μό­νας» του Μα­κια­βέ­λι, είναι η πο­ρεία που οδη­γεί σε αυτό που λέμε ολο­κλη­ρω­τι­σμό.

Ο Μα­κια­βέ­λι όμως, έχει γρά­ψει κι ένα άλλο βι­βλίο, τις «Δια­τρι­βές», ένα βι­βλίο της λαϊ­κής ηγε­μο­νί­ας χωρίς ηγε­μό­να. Η άλλη στρα­τη­γι­κή απέ­να­ντι στην κοι­νω­νι­κή ετε­ρο­γέ­νεια είναι εκεί­νη μιας ορι­ζό­ντιας ορ­γά­νω­σης που πα­ρά­γει και ανα­πα­ρά­γει τη νο­μι­μο­ποί­η­ση διαρ­κώς, μέσα από την ίδια της τη δομή. Απο­κέ­ντρω­ση και ανα­κλη­τό­τη­τα σε όλα τα επί­πε­δα. Ρι­ζο­σπα­στι­κή δη­μο­κρα­τία και κοι­νω­νι­κή αυ­το­νο­μία. Είναι η πα­ρά­δο­ση των σο­βιέτ και της ερ­γα­τι­κής δη­μο­κρα­τί­ας, η πα­ρά­δο­ση της κοι­νω­νι­κής αυ­το­νο­μί­ας και, στις μέρες μας, της άμε­σης, ρι­ζο­σπα­στι­κής, αγω­νι­στι­κής ή πραγ­μα­τι­κής δη­μο­κρα­τί­ας. Ορι­ζό­ντια ορ­γά­νω­ση δεν ση­μαί­νει απου­σία εκλο­γών και αντι­προ­σώ­πων και ηγε­τών. Ορι­ζό­ντια ορ­γά­νω­ση, δη­λα­δή απο­κέ­ντρω­ση και άμεση ανα­κλη­τό­τη­τα, ση­μαί­νει διαρ­κής φυ­σι­κή ηγε­σία και είναι αυτό που εγ­γυά­ται το σύν­θη­μα που βρί­σκε­ται στην αφίσα της εκ­δή­λω­σης, που λέει, πολύ σωστά, ότι “τί­πο­τα δεν είναι για εμάς, αν γί­νε­ται χωρίς εμάς”. Αυτό δεν ση­μαί­νει ότι θα ασχο­λη­θού­με με όλα και θα βρι­σκό­μα­στε σε ατέρ­μο­νες συ­ζη­τή­σεις σε κά­ποια Πνύκα. Ση­μαί­νει όμως ότι, αν δια­φω­νού­με με την από­φα­ση του Λι­νέ­ρα να επι­βά­λει λι­τό­τη­τα στο όνομα της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης της Βο­λι­βί­ας, έχου­με το δι­καί­ω­μα να τον αντι­κα­τα­στή­σου­με επι­τό­που, χωρίς να χρειά­ζε­ται να συ­γκρου­στού­με με την αστυ­νο­μία και να έχου­με νε­κρούς. Απο­κέ­ντρω­ση και άμεση ανα­κλη­τό­τη­τα των αντι­προ­σώ­πων, ρι­ζο­σπα­στι­κή ή πραγ­μα­τι­κή δη­μο­κρα­τία, αυτό που εί­δα­με να προ­σπα­θεί να ανα­δυ­θεί και πάλι μέσα από τις πλα­τεί­ες των Αγα­να­κτι­σμέ­νων, αυτό που ίσως και να αντα­να­κλά­ται στο Ισπα­νι­κό Podemos με πο­σο­στό δι­πλά­σιο της πα­ρα­δο­σια­κής Αρι­στε­ράς, αυτή η δη­μο­κρα­τία την οποία διεκ­δι­κεί και εφαρ­μό­ζει για πα­ρά­δειγ­μα το MST, το κί­νη­μα των χωρίς γη στη Βρα­ζι­λία, με ιστο­ρία δε­κα­ε­τιών και 1.5 εκα­τομ­μύ­ριο μέλη. Αυτός είναι ο άλλος δρό­μος, κατά τη δική μου γνώμη. Θέλω να πω, εάν το δί­λημ­μα είναι με­τα­ξύ Λούλα και Μα­δού­ρο, είναι πολύ άχαρο δί­λημ­μα και μπο­ρού­με κα­λύ­τε­ρα.

Έθεσα κά­ποια ζη­τή­μα­τα και κά­ποιες γε­νι­κές αρχές. Την εξει­δί­κευ­ση ας την κά­νου­με όλοι μαζί στη συ­ζή­τη­ση.

Ετικέτες