Τους τελευταίους μήνες έχει υπάρξει μια πληθώρα άρθρων, εκδηλώσεων και παρουσιάσεων των απόψεων του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπροέδρου της Βολιβίας. Ο Λινέρα πατώντας πάνω στην εμπειρία των πολιτικών «πειραμάτων» της Λατινικής Αμερικής καταπιάνεται με τα ζητήματα του κράτους, της επανάστασης, της ταξικής πάλης, από τη θέση της «κυβερνώσας αριστεράς» δίνοντας τους ένα «νέο» περιεχόμενο που, κατά τη γνώμη μας, σε αρκετές περιπτώσεις έρχεται σε αντίθεση με τις επαναστατικές κατευθύνσεις του μαρξισμού. Σε κάθε περίπτωση η συζήτηση που διεξάγεται στους κόλπους της παγκόσμιας αριστεράς με αφορμή τους νέους δρόμους που έχουν ανοιχτεί ή ανοίγονται στη Λατινική Αμερική, την Ισπανία και την Ελλάδα είναι πολύ χρήσιμη και αξίζει την προσοχή μας.

Ο νέος «λαϊκισμός» (Populismo), για ένα μέρος της αριστεράς στην Ελλάδα και παγκόσμια, παρουσιάζεται ως  ένας νέος δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε για να ξεφύγουμε από τις «αγκυλώσεις» και την «ξύλινη γλώσσα» της παραδοσιακής αριστεράς. Νέες κοινωνικές συμμαχίες, νέα επαναστατικά «υποκείμενα» που προσπερνούν την εργατική τάξη, ένα νέο λεξιλόγιο «κοινής λογικής» είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά αυτού του ρεύματος. Δημοσιεύουμε εδώ την ομιλία του Σωτήρη Σιαμανδούρα, διδάκτορα πολιτικών επιστημών που έγινε σε μια εκδήλωση -παρουσίαση της γνωστής  ομιλίας του Λινέρα , το 2011 στο 6ο διεθνές φόρουμ Φιλοσοφίας στη Βενεζουέλα με τίτλο "Κράτος, Επανάσταση και οικοδόμηση της Ηγεμονίας". Η ομιλία του Σωτήρη Σιαμανδούρα έγινε το φθινόπωρο του 2014 στα πλαίσια μιας από τις πολλές εκδηλώσεις-παρουσιάσεις των απόψεων του Λινέρα. Πρέπει να σημειώσουμε ότι η κριτική που  αναπτύσσεται εδώ δεν γίνεται με τη διάθεση να πούμε στον λαό της Βολιβίας τι να κάνει,  αλλά με την ίδια διάθεση που διοργανώνονται όλες αυτές οι συζητήσεις, με σκοπό δηλαδή να σκεφτούμε τι να κάνουμε εμείς. Σημειώνουμε,  επίσης ότι αν και δεν συμφωνούμε εξ ολοκλήρου με το ιδεολογικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσει την άποψή του ο σ. Σιαμανδούρας, θεωρούμε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες τις παρατηρήσεις του και-κυρίως-πολύ παραγωγικές για τα συμπεράσματα που πρέπει να βγάλουμε μπροστά στα δικά μας καθήκοντα.

«Κράτος, Επανάσταση και Ηγεμονία» είναι ένα θέμα τεράστιο, που η Αριστερά δεν σταμάτησε να το συζητάει ποτέ και που βρίσκεται στον πυρήνα της νεωτερικής αντίληψης για την πολιτική από τη γέννηση της, δηλαδή από τον Μακιαβέλι και πέρα. Θα ήταν αδύνατον να το εξαντλήσουμε εδώ. Θα επιχειρήσουμε απλώς κάποιες σημειώσεις πάνω στα ζητήματα που ανοίγει ο Γκαρσία Λινέρα και πάνω σε αυτά που ανοίγει η αναφορά στη Βολιβία από μόνη της. Επίσης, οφείλω να αναφέρω ότι για το κείμενο αυτό βασίστηκα σε αρθρογραφία που αλιεύουμε κυρίως στο Znet. Υπάρχει λοιπόν και αντίλογος. Να υπενθυμίσουμε όμως ότι το Znet είναι το σάιτ ανθρώπων σαν τον Τσόμσκυ, τον Ζιν, τον Μαικλ Άλμπερτ. Επιπλέον, είναι θετικά διακείμενο στα εγχειρήματα των χωρών της Λατινικής Αμερικής, τις επισκέφτηκε για να διαμορφώσει την πρόταση της συμμετοχικής οικονομίας και εξακολουθεί να έχει συνεχείς ανταποκρίσεις από τη Βολιβία, οι οποίες προσπαθούν με κάθε τρόπο να δουν το ποτήρι μισογεμάτο. Με άλλα λόγια, οι πηγές που αξιοποίησα για την παρέμβαση αυτή δεν είναι προπαγάνδα της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού αλλά ένας από τα πιο αξιόπιστους ιστότοπους της Αριστεράς παγκοσμίως.

Ο Λινέρα, που αισθάνεται την ανάγκη να απαντήσει στο εξωκοινοβουλευτικό και αντιεξουσιαστικό κίνημα, και αναφέρεται μάλιστα ευθέως στον Χόλογουεη,  ξεκινά από το ζήτημα του Κράτους. Δίνει μάλιστα έναν πολύ πλατύ ορισμό, με αποτέλεσμα το Κράτος να περιλαμβάνει σχεδόν τα πάντα εκτός από την ιδιωτική σφαίρα. Με τον τρόπο που ορίζει το Κράτος, είναι δύσκολο να διαχωρίσουμε το Κράτος από την Κοινωνία. Η αλήθεια είναι ότι ο Μαρξ δεν διατύπωσε μια ολοκληρωμένη θεωρία για το Κράτος ανάλογη με αυτήν που διατύπωσε για το Κεφάλαιο. Επιπλέον, το Κράτος στην εποχή του Μαρξ είχε διαφορετική μορφή. Πρώτα και κύρια στο ζήτημα της αντιπροσώπευσης των τάξεων, αφού δεν είχε καθιερωθεί ακόμη ούτε καν το γενικό εκλογικό δικαίωμα. Όμως, από τον ορισμό που θα δώσουμε για το Κράτος, εξαρτάται η στάση μας απέναντί του. Αν θεωρήσουμε ότι το Κράτος είναι βασικά οι μηχανισμοί καταστολής της κυρίαρχης τάξης, εννοείται ότι μπορούμε και οφείλουμε να μιλάμε για την κατάλυσή του.  Αν όμως στο Κράτος συμπεριλάβουμε τα νοσοκομεία, τα σχολεία, την ιδεολογία, την ηθική και όλα τα υπόλοιπα που συμπεριλαμβάνει ο Λινέρα, τότε είναι σαφές ότι δεν μπορούμε να απέχουμε από αυτό, και βεβαίως δεν μπορούμε να συζητούμε την κατάλυσή του.

Προσωπικά, θεωρώ ότι αυτός ο καβγάς, ας πούμε του Μαρξ με τον Μπακούνιν, είναι ξεπερασμένος. Και για τους ιστορικούς λόγους που ανέφερα, αλλά και γιατί δεν θεωρώ ότι μπορεί να υπάρξει μια γενική θεωρία για το Κράτος. Το Κράτος είναι μια σχέση και μπορούμε να έχουμε για αυτό μόνο μια θεωρία τοπική, περιορισμένη, ιστορικά προσδιορισμένη. Είναι διαφορετική η τακτική που μπορούμε να ακολουθήσουμε απέναντι στο Κράτος των Συνταγματαρχών και διαφορετική η τακτική που μπορούμε να ακολουθήσουμε στο πλαίσιο του ελληνικού μεταπολιτευτικού Κράτους. Στη Βολιβία λοιπόν, τέθηκε το συγκεκριμένο ερώτημα, εάν το βολιβιανό σοσιαλιστικό κίνημα μπορούσε να μετασχηματίσει το βολιβιανό κράτος. Και, όπως τέθηκε ιστορικά, έτσι και απαντήθηκε ιστορικά, και μπορούμε να κρίνουμε την απάντηση που δόθηκε ιστορικά.

Το δεύτερο ζήτημα που ανακινεί ο Λινέρα είναι το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο μπορούμε να καταλάβουμε το Κράτος για να το μετασχηματίσουμε. Εδώ ο αντίπαλος είναι το σοβιετικό παράδειγμα. Ο Λινέρα φαίνεται να είναι το αντίθετο του γραφειοκράτη. Αντιθέτως, είναι παράδειγμα μαχόμενου διανοούμενου, που πρώτα δοκίμασε τις πειραματικές κοινότητες, μετά δοκίμασε το αντάρτικο, κι αφού συνελήφθη και πήγε φυλακή, μόνο τότε δοκίμασε και τον κυβερνητικό δρόμο. Επιπλέον, ενώ αναφέρεται στον λενινισμό, αυτός φαίνεται να είναι ένας πολύ «παράξενος» λενινισμός, που υποστηρίζει τον δημοκρατικό δρόμο προς έναν σοσιαλισμό δημοκρατικό και όχι τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Μάλιστα, ταυτόχρονα φαίνεται να έχουμε να κάνουμε με έναν «μαρξισμό-λενινισμό» χωρίς προλεταριάτο. Σε άλλα κείμενα, ο Λινέρα δεν αποφεύγει να σημειώσει ρητά ότι η εργατική τάξη απέτυχε να εκπληρώσει τον επαναστατικό ρόλο που της αποδίδει ο κλασσικός μαρξισμός. Απέτυχε η εργατική τάξη και όχι ο μαρξισμός δηλαδή, πράγμα που δεν καταλαβαίνω, γιατί δεν μπορώ να καταλάβω έναν μαρξισμό χωρίς εργατική τάξη. Αλλά πάμε παραπέρα. Ως εναλλακτική στον προλεταριακό εργατισμό προτείνεται η απόδοση ισότιμου ρόλου σε όλους τους εργαζόμενους, δηλαδή εμποροϋπαλλήλους, εργαζόμενους σε μικρές επιχειρήσεις, εργάτες γης κλπ. Εδώ χρειάζεται μια έρευνα αναφορικά με τη θεωρητική θεμελίωση, γιατί το προλεταριάτο δεν είναι ένα υποκείμενο που μπορεί να αντικατασταθεί χωρίς συνέπειες για το υπόλοιπο της μαρξιστικής θεωρίας. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτή η ματιά επιτρέπει στην Αριστερά της Βολιβίας (αλλά και της Βενεζουέλας και του Εκουαδόρ) να αγκαλιάσει το πρόβλημα της κοινωνικής ετερογένειας αντί να προσπαθήσει να το παραβλέψει. Αυτό είναι μάλλον το σημαντικότερο στοιχείο, από θεωρητική σκοπιά, που επιτρέπει στη λατινοαμερικάνικη αριστερά να εγκαταλείψει τον δρόμο της δικτατορίας του προλεταριάτου για χάρη του δημοκρατικού δρόμου.

Υπάρχουν όμως ερωτηματικά. Τι εννοεί ο Λινέρα μιλώντας για μετασχηματισμό του Κράτους; Τι εννοεί όταν μιλάει για «κυβέρνηση των κοινωνικών κινημάτων»; Η αλήθεια είναι ότι αναφέρεται στη σύνθεση της κυβέρνησης και όχι στη δομή. Λέει ότι πρόκειται για «κυβέρνηση των κινημάτων», γιατί άνθρωποι που προέρχονται από κοινωνικές οργανώσεις, ιθαγενείς, εργάτες, αγρότες, είναι τώρα Υπουργοί. Παραγνωρίζει όμως εδώ τη σημασία της δομής, που δεν είναι μόνο κάτι το θεμελιώδες από τη σκοπιά του μαρξισμού αλλά και από την πλευρά της πραγματικότητας γενικότερα. Οι ιθαγενείς, που προέρχονται από κοινωνικές οργανώσεις και είναι τώρα Υπουργοί, είναι ακριβώς αυτό: ιθαγενείς που είναι τώρα Υπουργοί. Δεν θέλω να πω ότι αυτό δεν είναι κάποια πρόοδος. Αλλά το γεγονός ότι ο Πρόεδρος της Αμερικής είναι έγχρωμος, δεν εμπόδισε τη δολοφονία στο Φέργκιουσον και δεν εμπόδισε τον έγχρωμο Πρόεδρο να στείλει την εθνοφρουρά ενάντια στους φτωχούς, λευκούς και μαύρους και ισπανόφωνους, του Φέργκιουσον.

Αντίστοιχα, ο Λινέρα λέει: «Πριν 10 χρόνια στη Βολιβία δύο ξένες χώρες ήλεγχαν το 40% του ΑΕΠ. Η Βολιβία ήταν υποθηκευμένη πριν 6 χρόνια: το 40% του αερίου στους ξένους, το νερό στους ξένους, το ρεύμα στους ξένους, το γάλα στους ξένους, αυτό ήταν η Βολιβία πριν 6 χρόνια, αλλά σήμερα όχι, όλα αυτά μας ανήκουν και με αυτή τη βάση παίρνουμε τις αποφάσεις».  Δεν νομίζω όλα αυτά να ανήκαν γενικά στους ξένους. Δεν νομίζω να ανήκαν στον Μάικλ Μπράουν, που έπεσε νεκρός από τις σφαίρες των αστυνομικών στο Φέργκιουσον. Γιατί λοιπόν δεν μας λέει ο Λινέρα σε ποιον συγκεκριμένα ανήκαν όλα αυτά; Και αυτό το «μας ανήκουν», τί σημαίνει; Ποιοι είμαστε εμείς; Οι Υπουργοί; Όσοι δεν είμαστε ξένοι; Το Κράτος; Εμείς, όποιοι κι αν είμαστε, είμαστε το Κράτος; Ιστορικά, η φράση «Το Κράτος είμαι Εγώ», ανήκει στον Λουδοβίκο 14ο. Και για την άποψη αυτή αποκεφαλίστηκε ο Λουδοβίκος 16ος, κατά τη Γαλλική Επανάσταση, εκεί δηλαδή που για πρώτη φορά ορίστηκε το τι σημαίνει Αριστερά. Πολύ σωστά λέει ο ίδιος ο Λινέρα ότι το Κράτος έχει μια αναφορά στο «καθολικό», σε αυτό δηλαδή που ισχύει για όλους, από όποια πλευρά κι αν το δούμε. Όμως, το «καθολικό», δεν είναι απλώς το άθροισμα των επιμέρους επιιθυμιών, γιατί δεν μπορούμε να προσθέσουμε μήλα και μποζόνια. Το καθολικό δεν είναι το άθροισμα της επιθυμίας ορισμένων για ελευθερία και της επιθυμίας κάποιων άλλων για κυριαρχία, το άθροισμα της επιθυμίας κάποιων για ισότητα και κάποιων άλλων για ανισότητα. Καθολικό είναι μονάχα το δικαίωμα όλων να είναι ελεύθεροι και ίσοι.

Δεν επιμένω σε αυτά τα ζητήματα για λόγους ακαδημαϊκούς, αν και θα το έκανα σε άλλο πλαίσιο, γιατί διαβάζω ότι ο Λινέρα είναι και συνάδελφος. Επιμένω γιατί έχουν μεγάλες συνέπειες στο πως αντιλαμβάνεται πρακτικά ζητήματα. Έχω όμως μόνο ένα τέταρτο περίπου σήμερα, οπότε θα κάνω ένα μικρό άλμα και θα πάω απευθείας στις «δημιουργικές αντιφάσεις», που καταθέτει ο Λινέρα από την εμπειρία του στην κυβέρνηση, και που θεωρεί κι ο ίδιος ότι είναι η πιο σημαντική συνεισφορά του στη συγκεκριμένη κουβέντα.

Η πρώτη αντίφαση είναι ανάμεσα στο μονοπώλιο του Κράτους και τον εκδημοκρατισμό. Ποια είναι η έξοδος από την αντίφαση; Ο Λινέρα λέει ότι δεν υπάρχει έξοδος. Εγώ πάλι, θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι, όπως διδάσκει η διαλεκτική, οι αντιφάσεις που δεν επιλύονται, αποσυντίθενται. Αλλά πώς αντιλαμβάνεται ο Λινέρα τον εκδημοκρατισμό; Τί είναι δημοκρατία; Δημοκρατία λέει είναι να ρωτάμε, να συμβουλευόμαστε και να ξανασυμβουλευόμαστε  πριν αποφασίσουμε. Δεν θέλω να πω ότι η συμμετοχική δημοκρατία, όπως την υπερασπίστηκε και ο Μιτεράν, είναι κακό πράγμα. Το να μας συμβουλεύεται η κυβέρνηση πριν αποφασίσει είναι καλύτερο από το να μη μας συμβουλεύεται. Αλλά δημοκρατία είναι να αποφασίζει ο Δήμος, ο λαός, όχι να λένε τη γνώμη τους μερίδες του λαού και να αποφασίζει η κυβέρνηση. Γιατί μετά προκύπτουν προβλήματα. Ας πούμε, η νομιμοποίηση της παιδικής εργασίας. Κατανοώ ότι η παιδική εργασία ήταν πολύ διαδεδομένη και χρειαζόταν ρύθμιση, κατανοώ ότι τη ρύθμιση τη ζήτησαν κάποια από τα ίδια τα εργαζόμενα παιδιά. Αλλά, δεν το κατανοώ κιόλας. Η κυβέρνηση συμβουλεύτηκε τα παιδιά, συμβουλεύτηκε φαντάζομαι και τους γονείς, και τους εργοδότες. Αλλά αναγκάστηκε να πάρει πάνω της την ευθύνη μιας πολύ δύσκολης απόφασης. Και πώς την πήρε; Αθροίζοντας, ζυγιάζοντας; Ζυγιάζοντας τί; Στην απόφαση για την παιδική εργασία, δεν βλέπω μιαν αντίφαση ανάμεσα σε ένα ουδέτερο Κράτος και ένα γενικό αίτημα για εκδημοκρατισμό, μιαν αντίφαση που παραμένει τάχα άλυτη. Βλέπω μάλλον μιαν αντίφαση ανάμεσα σε ένα Κράτος αστικό και μια κυβέρνηση σοσιαλιστική, μιαν αντίφαση που δεν επιλύθηκε και αποσυντίθεται σε σημείο που να ψηφίζονται νόμοι που ανήκουν στον 19ο αιώνα. Δεν συγκρούστηκαν εδώ το μονοπώλιο του Κράτους και ο εκδημοκρατισμός, για να ανασυντεθούν σε ένα ανώτερο επίπεδο, συγκρούστηκαν οι πλούσιοι και οι φτωχοί, και οι φτωχοί έχασαν κατά κράτος. Δημοκρατία δεν είναι να αποφασίζει ο Λινέρα για την παιδική εργασία. Δημοκρατία είναι να μην τίθεται καν το ζήτημα. Γιατί ποιος λαός θα κυβερνούσε και θα συζητούσε καν να δουλεύουν τα παιδιά του;

Μπαίνει βλέπετε στη μέση αυτό το ρημάδι το ζήτημα του καθολικού, που στον παλιό καλό μαρξισμό το είχαμε λυμένο, αλλά αυτός ο καινούριος, που «δαμάζει» την κοινωνική ετερογένεια με έναν «ηγέτη» (σε εισαγωγικά και θα δείτε γιατί), δεν το έχει λυμένο.

Πάμε στη δεύτερη αντίφαση που καταθέτει ο Λινέρα. Πώς βλέπει το ζήτημα της ηγεμονίας; Είναι λέει στον πυρήνα του το εξής πρόβλημα, ότι: «Αυτή είναι η ιδέα της πολιτικής: πρέπει να συνθέσει τα συμφέροντα των άλλων, να τα τροποποιήσει και να τα συνθέσει, αλλά εάν συνθέσεις υπερβολικά και εσύ ανοίξεις υπερβολικά και τελικά να μην έχεις ούτε βάση ούτε κυριαρχία, τότε θα πέσεις, αυτόν τον κίνδυνο διατρέχεις με το να είσαι υπερβολικά προσαρμοστικός. Από την άλλη πλευρά πάλι, εάν κλειστώ στον σκληρό μου πυρήνα, δεν θα έχω κυριαρχία, θα συνεχίσω να είμαι μειοψηφία, θα συνεχίσω να είμαι αδύναμος». Εδώ ο Λινέρα κάνει λάθος. Ηγεμονία δεν είναι να συνθέτεις με τον άλλον. Ηγεμονία είναι να τον κάνεις να συναινεί στη δική σου θέση. Και το ομολογεί τελικά ο Λινέρα, δεν βρίσκεται σε έναν αγώνα για την πολιτική ηγεμονία, βρίσκεται σε έναν αγώνα να παραμείνει κυβέρνηση, το λέει μόνος του, το πρόβλημα είναι ότι «θα πέσεις». Και εδώ το ζήτημα δεν είναι ποιοτικό, δεν είναι καν ποσοτικό, είναι ζήτημα ισχύος, δεν έχει να κάνει με ιδέες, έχει να κάνει με άλλα πράγματα. Έχει να κάνει με την κάνη του τουφεκιού. Και η συναίνεση είναι αντίστροφη. Είπαμε για την παιδική εργασία. Θα σας πω ένα άλλο. Αρνείται η κυβέρνηση του MAS να καθίσει στο εδώλιο τους κατηγορούμενους για βασανιστήρια, βιασμούς και δολοφονίες κατά τις Χούντες στη Βολιβία. Και κυνηγάει τους αριστερούς γέροντες που το διεκδικούν. Γιατί, αν ξεκινήσει δικαστήρια, θα χάσει τη στήριξη του στρατού. Ποιος ηγεμονεύει λοιπόν, με αυτή τη «σύνθεση»;

Στην επόμενη αντίφαση, ανάμεσα στο καθολικό συμφέρον και το συμφέρον κάποιων, το ομολογεί ο Λινέρα. Πέρασε λέει η επαναστατική παλίρροια και ήρθε η άμπωτις. Αλλά τι κάνεις τότε στην κυβέρνηση, ποιον εκπροσωπείς αν οι μάζες έγιναν αντεπαναστατικές και «η κοινωνία ξεδιπλώνεται συντεχνιακά»; Πώς αναπνέει το ψάρι που ξέμεινε στην άμμο στην άμπωτη; Είναι σίγουρα μια αντίφαση. Άλυτη όμως, γιατί; Αν το ψάρι δεν ακολουθήσει το νερό, αν μείνει στην άμμο την ώρα της άμπωτης, απλά πεθαίνει από ασφυξία. Μήπως συνέβη κάτι τέτοιο ανάμεσα στο 2005 και το 2013; Τι συνέβη ανάμεσα στην ειρηνική και γιορτινή πορεία του 2006 για την αγροτική μεταρρύθμιση και τις άγριες συγκρούσεις το 2013; Μήπως η λιτότητα του 2010; Ο Λινέρα αναρωτιέται πώς αντιμετωπίζουμε τα αδέλφια μας, όταν έχουν συντεχνιακά αιτήματα. Η απάντηση της κυβέρνησης το 2011 ήταν με σφαίρες και τέσσερις νεκρούς ιθαγενείς. Το περιγράφουμε αυτό λέγοντας ότι «πρέπει να ζήσουμε την αντίφαση»; Αλήθεια;

Λοιπόν, εν συντομία, η κυβέρνηση του MAS, κατά δήλωση του ίδιου του Λινέρα, παρά το πλεόνασμα ριζοσπαστικής ρητορικής, είναι μια καπιταλιστική κυβέρνηση μιας καπιταλιστικής χώρας. Η άποψη του Λινέρα είναι ότι η Βολιβία είναι μια προκαπιταλιστική χώρα, που πρέπει πρώτα να αποχτήσει ανεπτυγμένο καπιταλισμό πριν περάσει στο επόμενο «στάδιο». Η άποψη του Λινέρα είναι αυτό που στην Ευρώπη αποκαλούμε «χυδαίο» μαρξισμό, «χυδαίο» οικονομισμό. Και ούτε καν. Γιατί το υποκείμενο της επανάστασης στη Βολιβία, γράφει κάπου ο Λινέρα, είναι οι ιθαγενείς. Και δεν ξέρω ποιος «μαρξισμός» έχει υποκείμενο τους ιθαγενείς. Κοντολογίς, φαίνεται εντελώς ανερμάτιστο όλο αυτό το πράγμα, εκτός κι αν θεωρήσουμε ότι η ορθότητα της σοσιαλιστικής θεωρίας κρίνεται αποκλειστικά από τα εκλογικά αποτελέσματα.

Ξέρω ότι έχετε συνηθίσει, σε αντίστοιχες εκδηλώσεις, να γίνεται μια πανηγυρική παρουσίαση της όποιας κατάστασης και να βγαίνουν κάπως έτσι τα συμπεράσματα. Συμπεράσματα του τύπου «εμπρός στον δρόμο της Βενεζουέλας», «εμπρός στον δρόμο της Βολιβίας» κλπ. Πιο χρήσιμα είναι όμως τα συμπεράσματα που βγαίνουν από μια ειλικρινή και κριτική παρουσίαση. Κι αν έχετε διαβάσει τους κλασσικούς του σοσιαλιστικού κινήματος, θα δείτε ότι με το γάντι δεν έπιαναν κανέναν και κανένα θέμα. Η ριζοσπαστική σκέψη πρέπει να σπάζει κόκαλα. Το πρώτο μάθημα για κάθε ελεύθερο άνθρωπο είναι να ξέρει πάντα να μιλά κι όχι να σαλιαρίζει. Άμα θέλαμε να ωραιοποιούμε πράγματα, θα μπορούσαμε να ωραιοποιούμε την κυριαρχία της υπάρχουσας ελίτ, που πληρώνει κιόλας, τουλάχιστον. Ταχτική δεν είναι το ψέμα. Η ταχτική προϋποθέτει συνείδηση, και άρα την αλήθεια και μόνο.

Κάπου ξεκίνησα να λέω ότι υπάρχουν δύο στρατηγικές απέναντι στο πρόβλημα της κοινωνικής ετερογένειας. Η πρώτη είναι η ανάδειξη ενός «ηγέτη», που λειτουργεί ενοποιητικά. Είναι η θέση που υποστηρίζει κι ο Μακιαβέλι στον «Ηγεμόνα». Είναι θέση που έχουν υποστηρίξει και σύγχρονοι θεωρητικοί, όπως η Harnecker, η θέση «Μια χώρα, ένας λαός, ένας ηγέτης». Αυτή η θέση είναι εξαιρετικά προβληματική. Καταρχάς, για έναν λόγο προφανή. Π.χ., πεθαίνει ή δολοφονείται ο κάθε Τσάβες και τον αντικαθιστά ένας Μαδούρο. Τι γίνεται τότε; Αλλά και για έναν άλλον λόγο, λιγότερο προφανή, γιατί η ίδια ηγεσία που είναι φυσική σήμερα μπορεί να μην είναι φυσική αύριο, μπορεί να μην εκφράζει πια πραγματικά το κόμμα και την κοινωνία. Αυτό δημιουργεί και πρόβλημα νομιμοποίησης, οδηγεί δηλαδή σε καταστολή και σε νεκρούς, αλλά είναι πρόβλημα και από μόνο του, ανοίγει τον δρόμο σε αποφάσεις σαν και αυτήν για την παιδική εργασία. Και υπάρχει και ένας τρίτος λόγος, η αντίφαση που περιγράφει με άλλα λόγια ο Λινέρα. Ότι δηλαδή, ένας τέτοιος «ηγεμόνας» είναι αναγκασμένος είτε να κυβερνά για τους άλλους και «να πέσει» είτε να προσπαθήσει να βασιστεί σε όλο και στενότερες δυνάμεις, σε όλο και πιο δικές του δυνάμεις, μέχρι να δημιουργήσει γύρω του μια πραγματική έρημο και να περιορίσει τον τόπο του πολιτικού στο μέγεθος πολιτικού γραφείου ή το πολύ σχολικής αιθούσης. Είναι μια πορεία που διαγράφει ήδη ο «ηγεμόνας» του Μακιαβέλι, είναι η πορεία που οδηγεί σε αυτό που λέμε ολοκληρωτισμό.

Ο Μακιαβέλι όμως, έχει γράψει κι ένα άλλο βιβλίο, τις «Διατριβές», ένα βιβλίο της λαϊκής ηγεμονίας χωρίς ηγεμόνα. Η άλλη στρατηγική απέναντι στην κοινωνική ετερογένεια είναι εκείνη μιας οριζόντιας οργάνωσης που παράγει και αναπαράγει τη νομιμοποίηση διαρκώς, μέσα από την ίδια της τη δομή. Αποκέντρωση και ανακλητότητα σε όλα τα επίπεδα. Ριζοσπαστική δημοκρατία και κοινωνική αυτονομία. Είναι η παράδοση των σοβιέτ και της εργατικής δημοκρατίας, η παράδοση της κοινωνικής αυτονομίας και, στις μέρες μας, της άμεσης, ριζοσπαστικής, αγωνιστικής ή πραγματικής δημοκρατίας. Οριζόντια οργάνωση δεν σημαίνει απουσία εκλογών και αντιπροσώπων και ηγετών. Οριζόντια οργάνωση, δηλαδή αποκέντρωση και άμεση ανακλητότητα, σημαίνει διαρκής φυσική ηγεσία και είναι αυτό που εγγυάται το σύνθημα που βρίσκεται στην αφίσα της εκδήλωσης, που λέει, πολύ σωστά, ότι “τίποτα δεν είναι για εμάς, αν γίνεται χωρίς εμάς”. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα ασχοληθούμε με όλα και θα βρισκόμαστε σε ατέρμονες συζητήσεις σε κάποια Πνύκα. Σημαίνει όμως ότι, αν διαφωνούμε με την απόφαση του Λινέρα να επιβάλει λιτότητα στο όνομα της καπιταλιστικής ανάπτυξης της Βολιβίας, έχουμε το δικαίωμα να τον αντικαταστήσουμε επιτόπου, χωρίς να χρειάζεται να συγκρουστούμε με την αστυνομία και να έχουμε νεκρούς. Αποκέντρωση και άμεση ανακλητότητα των αντιπροσώπων, ριζοσπαστική ή πραγματική δημοκρατία, αυτό που είδαμε να προσπαθεί να αναδυθεί και πάλι μέσα από τις πλατείες των Αγανακτισμένων, αυτό που ίσως και να αντανακλάται στο Ισπανικό Podemos με ποσοστό διπλάσιο της παραδοσιακής Αριστεράς, αυτή η δημοκρατία την οποία διεκδικεί και εφαρμόζει για παράδειγμα το MST, το κίνημα των χωρίς γη στη Βραζιλία, με ιστορία δεκαετιών και 1.5 εκατομμύριο μέλη. Αυτός είναι ο άλλος δρόμος, κατά τη δική μου γνώμη. Θέλω να πω, εάν το δίλημμα είναι μεταξύ Λούλα και Μαδούρο, είναι πολύ άχαρο δίλημμα και μπορούμε καλύτερα.

Έθεσα κάποια ζητήματα και κάποιες γενικές αρχές. Την εξειδίκευση ας την κάνουμε όλοι μαζί στη συζήτηση.

Ετικέτες