Το κείμενο του Φράνκο Τουριλιάτο, γράφτηκε για την περίσταση της φετινής ιδιομορφής Πρωτομαγιάς, αλλά παραμένει επίκαιρο, καθώς έχει το βλέμμα στραμμένο στις προκλήσεις και τα καθήκοντα της ερχόμενης περιόδου στην Ιταλία, αλλά και διεθνώς.

Είναι μια Πρωτομαγιά δραματική αυτή που συναντούν φέτος οι εργαζόμενοι/ες στην Ιταλία και σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, που εξαιτίας της τρομερής πανδημίας αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν τα συνήθη εργαλεία τους, της διαδήλωσης και του αγώνα, να κατέβουν στο δρόμο, να κινητοποιηθούν στο πλευρό των συντρόφων/φισσών τους στην εργασία, να συμμετάσχουν στις πρωτοβουλίες των συνδικαλιστικών και πολιτικών τους οργανώσεων.

Αυτή η πρωτοφανής και τραγική υγειονομική κρίση, που είναι όλο και περισσότερο κοινωνική και οικονομική, χτυπά σε βάθος πάνω απ’ όλα τις εργατικές τάξεις, όλες τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, τις γυναίκες, τους μετανάστες.

Η Πρωτομαγιά, που γεννήθηκε ως διεθνής ημέρα αγώνα των εργαζομένων, είναι σύμβολο αλλά και εργαλείο του αγώνα των εργατικών τάξεων ενάντια σε ένα καπιταλιστικό σύστημα που ανέκαθεν ήταν φορέας εκμετάλλευσης, καταπίεσης, αδικίας, βίας, πολέμων και καταστροφής της φύσης. Αντιπροσωπεύει, σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, το μέτρο της ταξικής οργάνωσης των εργαζομένων. Θέτει σε πρώτο πλάνο το μοναδικό κοινωνικό υποκείμενο που -εξαιτίας της θέσης του στις παραγωγικές σχέσεις- μπορεί δυνητικά (αν αποκτήσει την ενότητα, τη δύναμη και την αναγκαία συνείδηση) να οικοδομήσει την εναλλακτική στο καπιταλιστικό σύστημα.

Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, είναι αναγκαίο το διεθνές κίνημα της εργατικής τάξης να επιστρέψει ως πρωταγωνιστής στην μάχη για μια εναλλακτική λύση κοινωνικής δικαιοσύνης, πλατιάς δημοκρατίας, προστασίας του περιβάλλοντος, μιας διαφορετικής ανάπτυξης, της προοπτικής του οικοσοσιαλισμού.

Έκανε μεγάλο λάθος όποιος είχε ελπίσει ότι, κάτω από τον αντίκτυπο της πανδημίας με εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς (ενώ οι πόλεμοι συνεχίζουν να θερίζουν άλλα θύματα), τα αφεντικά του κόσμου, οι αστικές τάξεις με τους πολιτικούς κυβερνήτες τους και τους οικονομικούς τους γκουρού θα ξανασκέφτονταν τις πολιτικές της λιτότητας, τα φιλελεύθερα οικονομικά δόγματα, την συνεχή αναζήτηση κέρδους που καταστρέφει γυναίκες, άντρες και φύση και θα έφταναν σε κάποιον ουμανιστικό αναστοχασμό προς αναζήτηση της κοινής σωτηρίας ή έστω θα επανέφεραν τις ρεφορμιστικές και σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές τις οποίες μεταπολεμικά είχε επιβάλει το κίνημα των εργαζομένων.

Η παρούσα κρίση δείχνει, αντίθετα, ακόμα περισσότερο την κτηνώδη όψη αυτού του συστήματος, με τους καπιταλιστές να βαθαίνουν την ταξική επίθεση για να διασώσουν τα συμφέροντά τους σε βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού. Το κάνουν με κτηνωδία και εκπληκτικό κυνισμό. Ας σκεφτεί κανείς τους εκβιασμούς της Confidustria (ΣτΜ: η κοινή ονομασία για τον ιταλικό ΣΕΒ) που εμπόδισε το κλείσιμο ολόκληρων περιοχών της Λομβαρδίας για να συγκρατηθεί η μετάδοση (στμ: εννοεί του Covid19), παράγοντας έτσι χιλιάδες επιπρόσθετων νεκρών. Ας αναλογιστεί κανείς το επιθετικό μιντιακό σφυροκόπημα αυτών των εβδομάδων για να ανοίξουν οι επιχειρήσεις, τη στιγμή που οι κίνδυνοι που προκύπτουν από μια τέτοια απόφαση, που στο τέλος υποστηρίχτηκε από την κυβέρνηση, είναι τεράστιοι.

Οι εργαζόμενοι/ες στην υγεία, στις αναντικατάστατες υπηρεσίες, στη διατροφή, που πολέμησαν την επιδημία χωρίς εργαλεία και κατάλληλες προστασίες, με ένα σύστημα υγείας κατεστραμμένο, επειδή σφαγιάστηκε από τις πολιτικές περικοπών που για χρόνια και χρόνια προώθησαν οι δεξιές και ψευτοαριστερές παρατάξεις, έτσι όπως και εργαζόμενοι άλλων εταιριών που ανακλήθηκαν πλέον όλοι και όλες στην εργασία είναι για τα αφεντικά το κρέας για τα κανόνια του δικού τους πολέμου εναντίον των ανταγωνιστών τους για να υπερασπίσουν κέρδη και οικονομικά εισοδήματα.

«Θα πρέπει να ζούμε στο σπίτι και στην επιχείρηση», είπε κάποιος από αυτούς. Δηλαδή ένα στρατόπεδο χωρίς κοινωνική και δημοκρατική ζωή παρά μόνον εκμετάλλευση, ενώ αυτοί οι κύριοι θα συνεχίσουν να ζουν στις πολυτελείς βίλες τους, έχοντας στη διάθεσή τους για τις διακοπές ιδιωτικά και περίφρακτα resort.

Δεν πήγε πίσω και η Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτός ο συρφετός καπιταλιστικών κρατών σε ανταγωνισμό μεταξύ τους, ανίκανος να εξειδικεύσει ένα συλλογικό σχέδιο για να αντιμετωπίσει την υγειονομική και την κοινωνικο-οικονομική κρίση. Τα μέτρα που πήρε στο πόδι, είναι όλα εντός της φιλελεύθερης λογικής και έχουν σε τελική ανάλυση στόχο  την υπεράσπιση των κερδών των επιχειρήσεων και τα οικονομικά εισοδήματα που προέρχονται από τη χρέωση των κρατών.

Για κάθε 10 ευρώ ρευστότητας που μπορεί να δώσουν για τα πιο κατεστραμμένα και φτωχοποιημένα στρώματα του πληθυσμού, δίνουν 100 ευρώ στις επιχειρήσεις. Στην Ιταλία η Confidustria, υπό την ηγεσία του νέου και επιθετικού προέδρου Bonomi, παίρνει απλόχερα όσα δισ. η κυβέρνηση δίνει στις επιχειρήσεις και την ίδια στιγμή συνεχίζει να κλαψουρίζει μίζερα για να πάρει ακόμα περισσότερα.

Ξαφνικά το κράτος βρίσκεται στο επίκεντρο, αυτό το κράτος που στην πραγματικότητα ποτέ δεν έπαψε να αποτελεί το όργανο της διατήρησης του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά που σήμερα η αστική τάξη το ενεργοποιεί πλήρως και ολόπλευρα για να διαχειριστεί μια κατάσταση ακραίας κρίσης και κινδύνου.

Επιπλέον είναι πολύ καθαρό ότι οι εργοδοτικές δυνάμεις θέλουν να χρησιμοποιήσουν την υγειονομική έκτακτη ανάγκη για να γκρεμίσουν και τις τελευταίες «ακαμψίες» στους χώρους δουλειάς –όσον αφορά τα ωράρια, το φόρτο εργασίας, επιβάλλοντας πλήρη ευελιξία για να αυξήσουν την εκμετάλλευση.

Θέλουν την πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, συνδέοντας ευθέως την χρήση της εργατικής δύναμης με τις εκάστοτε ανάγκες της κάθε επιχείρησης: πλήρης υποταγή στην παραγωγικότητα και την εξαγωγή υπεραξίας. Σ’ αυτό το περιεχόμενο απειλούνται με καταστρατήγηση ακόμα και οι ήδη βαριά αποδυναμωμένες κλαδικές συμβάσεις.

Την ίδια στιγμή στοχεύουν να μετατρέψουν τα έκτατα μέτρα περιορισμού των δικαιωμάτων και της μετακίνησης των πολιτών, που εισήχθηκαν συλλήβδην στην απόπειρα να μπλοκαριστεί η επιδημία, σε ένα μόνιμο σύστημα δημόσιας τάξης για να εμποδίσουν τις κοινωνικές κινητοποιήσεις και να προωθήσουν εκείνο το σχέδιο αυταρχικής οπισθοδρόμησης που υπάρχει εδώ και χρόνια.

Τα διάφορα πολιτικά κόμματα που τους εκπροσωπούν λειτουργούν ως πολιτικό μεγάφωνο και χορωδία υπέρ των οικονομικών δυνάμεων του καπιταλισμού. Ισχύει για το Δημοκρατικό Κόμμα, το οποίο ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τις νεοφιλελεύθερες επιλογές που συνδέονται με το κυρίαρχο ευρωπαϊκό καθεστώς. Ισχύει για τον τωρινό σύμμαχό του, το Κίνημα των 5 Αστέρων, που αποτελεί ένα συνονθύλευμα «ότι να’ ναι» (qualunquismο, βλ. σημείωση 1) και πολιτικής ανικανότητας. Και τέλος ισχύει για τις απαράδεκτες και φρικτές δυνάμεις της σκληρής Δεξιάς και της φασίζουσας Δεξιάς, οι οποίες δυστυχώς εξακολουθούν να συγκεντρώνουν την αποδοχή πολύ μεγάλων κομματιών της κοινωνίας και προβάλουν σαν μια εναλλακτική στην τωρινή κυβέρνηση.

Το υποκείμενο της εναλλακτικής λύσης

Αυτές τις εβδομάδες, ήταν δυνατόν να διαβάσει κανείς κάποια άρθρα καλά στοιχειοθετημένα τα οποία φθάνουν σε ένα συμπέρασμα: Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με αυτό το σύστημα. Χρειάζεται ο ρόλος ενός νέου τύπου κράτους και δημόσιας παρέμβασης, μια βαθιά αλλαγή της οικονομίας προς την υπηρεσία των αναγκών της κοινωνίας, της οικονομικής δικαιοσύνης και της υπεράσπισης του φυσικού περιβάλλοντος.

Η κρίση εξάλλου έκανε εμφανές ότι χωρίς τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες της υγείας, των υπηρεσιών, της παραγωγής υλικών αγαθών, χωρίς αυτούς τους εργάτες και τις εργάτριες, της χειρωνακτικής και της πνευματικής εργασίας, που μπαίνουν καθημερινά στις φάμπρικες και στους χώρους εργασίας, απλούστατα, η κοινωνία δεν λειτουργεί και δεν παράγεται κοινωνικός πλούτος.

Μόνο που η εναλλακτική ενός άλλου συστήματος που θέτει στο επίκεντρο την αλληλεγγύη, την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και την ισορροπία ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση, δεν θα πέσει από τον ουρανό, δεν θα έρθει από μια «επιφοίτηση» της αστικής τάξης αλλά μόνο από τις εργατικές τάξεις.

Είμαστε ενώπιον μιας ανησυχητικής ψαλίδας: ανάμεσα στα άμεσα και ιστορικά καθήκοντα που θα έπρεπε να εκπληρώσουν οι εργατικές τάξεις και τον υπαρκτό σήμερα βαθμό οργάνωσης και συνείδησης, ο οποίος εξ αιτίας των ηττών που υπέστησαν, βρίσκεται σε πολύ χαμηλό σημείο. Επιπλέον, όσον αφορά τη βραχυπρόθεσμη κατάσταση, ενώ όλα τα διοικητικά και καταπιεστικά εργαλεία που διαθέτει η αστική τάξη μέσω  του κράτους παραμένουν σε ετοιμότητα, η εργατική τάξη εμποδίζεται από την επιδημία να χρησιμοποιήσει το δικό της βασικό εργαλείο, τη μαζική κινητοποίηση.

Το καθήκον που έχουμε μπροστά μας είναι να ανακτήσουμε άμεσα την δυνατότητα να κατέβουμε στις πλατείες, να αποκαταστήσουμε τη δυνατότητα του αγώνα και συνεπώς να εργαστούμε για το κλείσιμο της ψαλίδας που προαναφέραμε, δηλαδή για μια ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος. Είναι ένα καθήκον δύσκολο αλλά αναπόφευκτο,  και παραμένει πραγματοποιήσιμο, καθώς στη διαδρομή της ιστορίας του το εργατικό κίνημα έμαθε να ανοικοδομείται πολλές φορές σχεδόν από τα θεμέλια.

Οι ευθύνες των συνδικαλιστικών ηγεσιών

Η CGIL, η CISL και η UIL (2) έχουν τεράστιες ευθύνες. Δεν ανέπτυξαν μια γενική κινητοποίηση ενάντια στις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόστηκαν στην Ιταλία και στην Ευρώπη. Εγγυήθηκαν την σταθερότητα της δράσης των διαδοχικών κυβερνήσεων της Δεξιάς και της Κεντροαριστεράς, είτε με ευθεία συνενοχή είτε αναστέλλοντας τους αγώνες. Ευνόησαν την κατάπτωση του ηθικού και την παραίτηση, αντί να οικοδομήσουν την αντίσταση, την εμπιστοσύνη και την ενωτική δύναμη όλων των τμημάτων του προλεταριάτου, τόσο του ιταλικού όσο και του μεταναστευτικού.

Έφθασαν έτσι να αντιμετωπίσουν την σημερινή κρίση με επιλογές και συμπεριφορές ακόμα πιο υποταγμένες στις εργοδοτικές επιλογές, τρέχοντας πίσω από την Confidustria, ψάχνοντας μέσα στα ψεύτικα υγειονομικά πρωτόκολλα ένα προκάλυμμα «ασφαλείας» η οποία ποτέ δεν υπήρξε και φορτώνοντας τους αντιπροσώπους στις φάμπρικες με την ευθύνη να ανέχονται τους εκβιασμούς των διοικήσεων των επιχειρήσεων.

Η ζωντανή αναμετάδοση της Πρωτομαγιάς με μουσικές και τραγουδιστές και θεάματα δεν είναι σίγουρα αυτή που θα καλύψει το τεράστιο κενό συνδικαλιστικής πρωτοβουλίας που βάζει εμπόδια στο εργατικό κίνημα. Πολύ περισσότερο τώρα που η νέα ηγεσία της Confidustria έστειλε αρκετά καθαρά μηνύματα για τις επιθετικές προθέσεις της έναντι των συνδικαλιστικών κινημάτων και για την θέλησή της να σφίξει τη θηλιά στη δράση των γραφειοκρατικών οργάνων. Ο Λαντίνι (3) και οι συνεργάτες του θα πρέπει να πάρουν σοβαρά υπόψη τους αυτήν την τελευταία αλλαγή…

Να ξαναρχίσουμε από ένα άμεσο πρόγραμμα πάλης

Οι πολιτικοί και συνδικαλιστικοί αγωνιστές καλούνται να διαπλέξουν τις καθημερινές ειλικρινείς συνδικαλιστικές μάχες αντίστασης για την υπεράσπιση της υγείας, των μισθών και ενός αξιοπρεπούς εισοδήματος, για την υπεράσπιση της απασχόλησης, με εκείνες ενός πολιτικού σχεδίου συνολικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος στις διάφορες μορφές του –την πολιτική, την συνδικαλιστική, εκείνη της αυτό-οργάνωσης από τα κάτω.

Οι στόχοι από τους οποίους πρέπει να ξεκινήσουμε με αφετηρία τη φετινή Πρωτομαγιά είναι:

-Η υπεράσπιση της υγείας, η άρνηση να εργαστούμε σε επικίνδυνες συνθήκες, η αποχή από την εργασία και η απεργία επειδή δεν πρέπει να γίνεται η εργασιακή δραστηριότητα σε συνθήκες που βλάπτουν σοβαρά την υγεία των εργαζομένων.

-Αυτό σημαίνει επίσης, ότι η εργάσιμη μέρα πρέπει να μειωθεί, οι ρυθμοί δουλειάς πρέπει να είναι λιγότερο έντονοι, η μείωση του ωραρίου πρέπει να επιβληθεί με διατήρηση του ίδιου μισθού, και θα πρέπει κανείς να φτάνει στη σύνταξη με 60 έτη ηλικίας ή με 35 έτη ασφάλισης.

-Η απαγόρευση των απολύσεων πρέπει να παραταθεί sine die (ΣτΜ: Λατινικά, «επ’ αόριστον»).

-Δεν είναι δυνατόν να ζήσει κανείς μόνο με τα χρήματα του ταμείου ανεργίας, τα αφεντικά πρέπει να πληρώσουν τον πλήρη μισθό και αυτό πρέπει να επιτρέψει μια αξιοπρεπή ζωή. Είναι χρήσιμο σήμερα ένα εισόδημα καραντίνας για όλους εκείνους που το έχουν ανάγκη, αλλά είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί γενικότερα ένας κοινωνικός μισθός, για όλους εκείνους που βρίσκονται χωρίς εισόδημα, οικοδομώντας τις συνθήκες ώστε να δημιουργηθούν όλες οι αναγκαίες θέσεις εργασίας.

-Χρειάζεται ένα νέο, μεγάλο, εθνικό σχέδιο υγείας. Πρέπει να επενδυθούν δεκάδες δισεκατομμύρια για την αναζωογόνηση και αναδιοργάνωση της δημόσιας υγείας, ξαναενσωματώνοντας πλήρως τους τομείς που είχαν ιδιωτικοποιηθεί. Περισσότεροι γιατροί, περισσότερα εργαλεία υγείας, περισσότερες δομές πρόληψης, ολοκληρωμένη τοπική και κατ’ οίκον ιατρική περίθαλψη. Η φαρμακευτική βιομηχανία πρέπει να εθνικοποιηθεί.

-Για να βρούμε όλους τους αναγκαίους πόρους, πρέπει να δράσουμε επιστρατεύοντας διάφορα εργαλεία, απορρίπτοντας τα εμπόδια που προβάλει η νεοφιλελεύθερη ΕΕ.

-Όπως έχουμε ξαναγράψει, χρειάζονται έκτακτες μέθοδοι μεταφοράς χρημάτων για τα κράτη μέλη, που να είναι εγγυημένες από τον προϋπολογισμό της Κεντρικής Τράπεζας, ή διαμέσου της νομισματικοποίησης του δημόσιου χρέους (ΣτΜ: εννοεί την έκδοση χρήματος) ή επίσης διαμέσου δημοπράτησης δημοσίων ομολόγων 100ετών ή ακόμα και «διαρκών» χωρίς ημερομηνία λήξης.

-Μια βαθιά προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση της IRPEF (σσ: φορολογία φυσικών προσώπων), αλλά επίσης αποκατάσταση των παλιών επιπέδων φορολόγησης των επιχειρήσεων και η εισαγωγή φόρου κληρονομιάς που να κάνει να πληρώσουν αυτοί που δεν πλήρωσαν ποτέ.

-Δραστική μείωση των στρατιωτικών δαπανών.

-Εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος για να ξεκινήσει η κοινωνικοποίηση της πίστωσης και των επενδύσεων.

-Γενικότερα, πρέπει να διεκδικηθεί μια νέα ισχυρή παρέμβαση του δημόσιου τομέα στην οικονομία, που είναι θεμελιώδες εργαλείο για να αντιμετωπιστεί η γενική κρίση και για να αναπτυχθούν εκατομμύρια θέσεις εργασίας που θα είναι σταθερές και κοινωνικά χρήσιμες στην κοινότητα.

Η Διεθνής, το μέλλον της ανθρωπότητας

Αν σήμερα δεν μπορούμε ακόμα να είμαστε στους δρόμους, ενωμένοι/ες και κινητοποιημένοι/ες, πρέπει παρόλα αυτά να επιβεβαιώσουμε την αγωνιστική μας δέσμευση στους χώρους εργασίας και στην κοινωνία για να αντέξουμε στην ταξική σύγκρουση. Πρέπει πραγματικά να εργαστούμε ώστε -σε κάθε περίπτωση και σε στιγμές που έρχονται σύντομα- να επιστρέψουμε στο πεζοδρόμιο, να κάνουμε διαδηλώσεις, να οργανώσουμε την συλλογική μας δύναμη, γνωρίζοντας τις τεράστιες δυσκολίες αλλά ταυτόχρονα αποφασισμένοι να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της τάξης μας.

Κατά βάση αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι αυτό που δοκίμασαν και δοκιμάζουν να κάνουν σε πολλές άλλες χώρες πολλοί άλλοι σύντροφοι και συντρόφισσες, αρκετές φορές σε καταστάσεις ακόμα πιο δύσκολες και τρομερές.

Γι’ αυτό σήμερα επαναβεβαιώνουμε την αλληλεγγύη μας, την αδελφότητά μας με τους αγώνες όλων των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων του κόσμου, επειδή η Διεθνής είναι το μέλλον της ανθρωπότητας!

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1.Qualunquismo: Ένα «-ισμός» που προέρχεται από την λέξη qualunque. Κατά λέξη σημαίνει την αντωνυμία «οιοσδήποτε», από το όνομα της εφημερίδας «L’ uomo qualunque» που είχε ιδρυθεί το 1944 από τον G. Giannini στα πλαίσια ενός «αντιπολιτικού» λαϊκιστικού και δεξιόστροφου κινήματος.

2.CGIL: Η εργατική συνομοσπονδία που έλκει την καταγωγή της από εκείνη που ήταν συνδεδεμένη με το PCI (ΙΚΚ). CISL: Εργατική συνομοσπονδία που έλκει την καταγωγή της από διάσπαση την δεκαετία του ’50 από την CGIL, κυρίως καθολικών συνδικαλιστών. UIL: Εργατική ένωση, αρχικά από σοσιαλδημοκράτες κ.ά.

3.Maurizio Landini: Από το 2010 γενικός γραμματέας της FIOM (μεταλλεργάτες) και από το 2019 γενικός γραμματέας της CGIL.

Ετικέτες