Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν είναι ακόμα γνωστό πότε εντέλει θα κατατεθεί στη Βουλή ο διαβόητος νέος νόμος πλαίσιο για τα ΑΕΙ.
Ωστόσο, είναι φανερές οι προθέσεις. Η Κεραμέως θέλει να περάσει το νομοσχέδιο σε «νεκρό χρόνο», μετά το τέλος των εξεταστικών και στην αρχή των καλοκαιρινών αδειών για εργαζόμενους και εκπαιδευτικό προσωπικό, θέλοντας να παίξει χωρίς αντίπαλο σε στημένο παιχνίδι.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση και το Υπουργείο παιδείας κινούνται με αυτό τον τρόπο. Όλες οι νομοθετικές πρωτοβουλίες έχουν γίνει με αντίστοιχα αιφνιδιαστικό τρόπο, χωρίς να τηρούνται έστω τα προσχήματα μιας κάποιας δημόσιας διαβούλευσης. Όταν έχουμε ένα νομοσχέδιο περίπου 400 σελίδων το οποίο γράφτηκε τόσο γρήγορα και πρόχειρα, ώστε οι υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας «τρέχουν και δε φτάνουν» να ενσωματώσουν αλλαγές και νομοτεχνικές βελτιώσεις, είναι εξοργιστικό να προσπαθεί να περαστεί με διαδικασίες fast track.
Αντιδράσεις από την πανεπιστημιακή κοινότητα
Δεν είναι όμως μόνο, ούτε κυρίως, θέμα δημοκρατικής διαδικασίας και διαβούλευσης. Είναι ζήτημα πολιτικής ουσίας γιατί πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που επιχειρεί να βάλει ταφόπλακα στο δημόσιο δωρεάν πανεπιστήμιο όπως το έχουμε γνωρίσει, ολοκληρώνοντας και συγκεφαλαιώνοντας μία 15ετία νεοφιλελεύθερων αντιμεταρρυθμίσεων: απόσυρση της δημόσιας χρηματοδότησης, ιδωτικοοικονομικά κριτήρια λειτουργίας, αποσύνδεση των πτυχίων από τα επαγγελματικά δικαιώματα, κατάργηση του αυτοδιοίκητου και αυταρχικό μοντέλο διοίκησης των ιδρυμάτων σε συνδυασμό με την πανεπιστημιακή αστυνομία.
Οι φοιτητικοί σύλλογοι μέσα τις κινητοποιήσεις του προηγούμενου διαστήματος έχουν σταθεί απέναντι στην πολιτική του Υπουργείου για το νέο νόμο και την πανεπιστημιακή αστυνομία, όπως έκαναν και στις φοιτητικές εκλογές. Η πρωτιά της Αριστεράς και η ήττα της ΔΑΠ, βασικού κυβερνητικού εκφραστή στις σχολές, έστειλε ηχηρό μήνυμα στα κυβερνητικά επιτελεία.
Η Κεραμέως έχει καταφέρει να συσπειρώσει εναντίον της όλη την ακαδημαϊκή κοινότητα. Η πλειοψηφία των διοικήσεων των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ζητά την απόσυρση του νομοσχεδίου, ενώ κάποιες ζητούν ριζικές αλλαγές του νομοσχεδίου. Κοινός παρονομαστής της Συνόδου Πρυτάνεων είναι το νέο αντιδημοκρατικό μοντέλο διοίκησης. Η ΠΟΣΔΕΠ απορρίπτει συνολικά το νομοσχέδιο Κεραμέως, ενώ έχει ήδη προειδοποιήσει για απεργιακές κινητοποιήσεις με την κατάθεση του στη βουλή και καλώντας σε κλιμάκωση του αγώνα για να μην ψηφιστεί ο νόμος.
Τέτοιες τεκτονικές αλλαγές στο χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που δεν μπορούν να αποσπάσουν καμία συναίνεση πέρα από το πολιτικό προσωπικό του κυβερνώντος κόμματος, αποδεικνύουν ότι η κυβέρνηση είναι σε αδυναμία και περισσότερο κάνει απελπισμένες επιθετικές κινήσεις, λίγο πριν την πρόωρη (από ο,τι φαίνεται) λήξη της θητείας της. Είναι χαρακτηριστικό, ότι υπάρχουν ενστάσεις ακόμα και από βουλευτές της ΝΔ, ενώ όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι απέναντι.
Η αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, στηλιτεύει το νομοσχέδιο από την σκοπιά της «πάλης» ενάντια στη γραφειοκρατία και τα συμφέροντα που ευνοούνται από το προωθούμενο μοντέλο διοίκησης ενώ οι υποσχέσεις που δόθηκαν δια στόματος Τσίπρα στη Βουλή ήταν ο διπλασιασμός πόρων και μελών ΔΕΠ σε βάθος τετραετίας, με σαφή προεκλογικό τόνο. Αυτές οι εξαγγελίες είναι πολύ μακριά από τις πραγματικές ανάγκες του δημόσιου πανεπιστημίου, όταν πριν λίγους μήνες η Σύνοδος Πρυτάνεων διεμήνυε στην Κεραμέως ότι τα δύο βασικά προβλήματα είναι η έλλειψη χρηματοδότησης (και κατά συνέπεια οι ελλείψεις υλικοτεχνικών υποδομών) και οι ελλείψεις εκπαιδευτικού προσωπικού που δεν μπορούν να καλυφθούν και υποβαθμίζουν αντικειμενικά την ποιότητα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Αδυναμία
Ένας νόμος που δεν μπορεί να συσπειρώσει ούτε τις διοικήσεις των σχολών και το εκπαιδευτικό προσωπικό που πρόσκειται στο κυβερνών κόμμα, είναι ένας νόμος αδύναμος, όπως αδύναμη είναι και η κυβέρνηση που προσπαθεί να τον ψηφίσει. Ακόμα και η πανεπιστημιακή αστυνομία, παρόλες τις πομπώδεις εξαγγελίες δεν έχει εφαρμοστεί, κάτω από τις πραγματικές πιέσεις που υπάρχουν μέσα στα πανεπιστήμια από φοιτητικούς συλλόγους και διδάσκοντες αλλά και από την κοινωνία. Και αυτός ο νόμος-πλαίσιο, ακόμα και εάν ψηφιστεί σε μία διαδικασία επίδειξης πυγμής από την κυβέρνηση, είναι πολύ αμφίβολο εάν θα μπορέσει ποτέ να εφαρμοστεί.
Το πιο κρίσιμο σημείο είναι εάν θα μπορέσει να αξιοποιηθεί η ευκαιρία για την ανάπτυξη πανεκπαιδευτικών αγώνων, που θα συσπειρώνουν φοιτητικό κίνημα, συλλόγους διδασκόντων και εργαζομένων στα πανεπιστήμια ώστε να μην κατατεθεί και να μην ψηφιστεί ο νέος νόμος πλαίσιο. Μπορεί να είναι καλοκαίρι, αλλά υπάρχουν παραδείγματα που δείχνουν ότι όταν οι κυβερνήσεις έχουν επιχειρήσει εφ’ όλης της ύλης επιθέσεις στο δημόσιο πανεπιστήμιο αντιμετώπισαν πολύ ισχυρές αγωνιστικές αντιστάσεις. Εάν η κυβέρνηση υπολογίζει «χωρίς τον ξενοδόχο» δεν είναι απίθανο να βρεθεί μπροστά σε δυσάρεστες εξελίξεις για αυτήν, ευχάριστες για την υπόθεση της υπεράσπισης του δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά