Η ετήσια σύναξη της πλούσιας παγκόσμιας ελίτ που ονομάζεται Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (ΠΟΦ) βρίσκεται και πάλι σε εξέλιξη στο πολυτελές χιονοδρομικό κέντρο του Νταβός, στην Ελβετία. [Rp: το άρθρο γράφτηκε στα μέσα Γενάρη]
Θα παρευρεθούν χιλιάδες άνθρωποι και μεγάλο κομμάτι της «αφρόκρεμας» των πολιτικών και επιχειρηματικών ηγεσιών κατέφτασε με τα ιδιωτικά τους τζετ και με τεράστιες συνοδείες. Μεταξύ των ομιλητών περιλαμβάνονται ο πρωθυπουργός της Κίνας Λι Κιάνγκ, η επικεφαλής της ΕΕ, Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, ο Ζελένσκι από την Ουκρανία και πολλοί κορυφαίοι επιχειρηματίες.
Στόχος του ΠΟΦ είναι να συζητήσει τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα από το 2024 και μετά. Οι προκλήσεις αυτές, ωστόσο, εξετάζονται κυρίως από την σκοπιά του παγκόσμιου κεφαλαίου και οι όποιες προτεινόμενες λύσεις καθοδηγούνται από τον στόχο της διατήρησης της παγκόσμιας καπιταλιστικής τάξης.
Αυτό προκύπτει από την ετήσια έκθεση του ΠΟΦ για τους παγκόσμιους κινδύνους, η οποία διαμορφώνεται μέσω έρευνας μεταξύ των συμμετεχόντων στο Νταβός. Η έκθεση «διερευνά ορισμένους από τους σοβαρότερους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσουμε την επόμενη δεκαετία, σε ένα περιβάλλον ταχείας τεχνολογικής αλλαγής, οικονομικής αβεβαιότητας, αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και συγκρούσεων. Και καθώς η συνεργασία δέχεται πιέσεις, για τις αποδυναμωμένες οικονομίες και κοινωνίες μπορεί να αρκέσει το μικρότερο σοκ, ώστε να βρεθούν πέραν του σημείου καμπής της ανθεκτικότητάς τους».
Όσον αφορά την παγκόσμια οικονομία, η έκθεση εκφράζει ανησυχίες. Οι ερωτηθέντες έβαλαν στην πρώτη δεκάδα των «κινδύνων» του 2024 την κρίση του κόστους ζωής και την οικονομική στασιμότητα. Η έκθεση του ΠΟΦ αναφέρει: «Αν και προς το παρόν φαίνεται να επικρατεί μια «πιο ομαλή προσγείωση», οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν εξαιρετικά αβέβαιες. Υπάρχουν πολλαπλές πηγές συνεχόμενων αυξητικών πιέσεων στις τιμές από την πλευρά της προσφοράς, οι οποίες επισκιάζουν τα επόμενα δύο χρόνια, από τις συνθήκες που διαμορφώνει ο El Niño μέχρι μια πιθανή κλιμάκωση των στρατιωτικών συγκρούσεων. Και αν τα επιτόκια παραμείνουν σχετικά υψηλά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι υπερχρεωμένες χώρες θα είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες σε δυσχέρεια χρέους».
Η έκθεση χαρακτηρίζει την κατάσταση αυτή «αβέβαιη», αλλά αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η λεγόμενη «ομαλή προσγείωση», δηλαδή η σταθερή οικονομική επέκταση χωρίς ύφεση, περιορίζεται στην οικονομία των ΗΠΑ και όχι αλλού, τουλάχιστον όχι μεταξύ των μεγάλων προηγμένων καπιταλιστικών οικονομιών.
Ακόμη και οι προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, παρά τις αισιόδοξες δηλώσεις πολλών αμερικανικών πηγών. «Μια ύφεση το επόμενο έτος φαίνεται λιγότερο πιθανή από ό,τι φαινόταν στις αρχές του 2023, καθώς τα επιτόκια τείνουν να μειωθούν, οι τιμές του φυσικού αερίου είναι χαμηλότερες από πέρυσι και τα εισοδήματα αυξάνονται ταχύτερα από τον πληθωρισμό», δήλωσε ο Μπιλ Άνταμς, επικεφαλής οικονομολόγος της Comerica Bank. Παραδέχθηκε όμως ότι οι οικονομολόγοι κατά μέσο όρο «αναμένουν ότι η αμερικανική οικονομία θα αναπτυχθεί μόλις 1% το 2024 -περίπου το μισό του κανονικού μακροχρόνιου ρυθμού της και σημαντική επιβράδυνση σε σχέση με το εκτιμώμενο 2,6% του 2023». Άρα όχι ύφεση στην καλύτερη περίπτωση, αλλά ουσιαστική στασιμότητα το 2024. «Πρόκειται λιγότερο για ύφεση και περισσότερο για διακοπή της ανάπτυξης», δήλωσε ο Ρατζίβ Νταουάν, οικονομολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Τζόρτζια.
Στις υπόλοιπες οικονομίες του G7, τα πράγματα φαίνονται χειρότερα. Η γερμανική οικονομία μειώθηκε κατά 0,3% το 2023 και θα μπορούσε κάλλιστα να βυθιστεί περαιτέρω φέτος, με τη μεταποιητική βιομηχανία της Γερμανίας να συρρικνώνεται με ρυθμό 6-7% σε ετήσια βάση. Τόσο η γαλλική όσο και η βρετανική οικονομία έχουν γυρίσει σε αρνητικό πρόσημο το τελευταίο τρίμηνο του 2023. Το ίδιο ισχύει και για τον Καναδά και την Ιαπωνία, ενώ η Ιταλία βρίσκεται σε στασιμότητα. Και υπάρχουν αρκετές άλλες προηγμένες καπιταλιστικές οικονομίες που βρίσκονται ήδη σε ύφεση -η Ολλανδία, η Σουηδία, η Αυστρία και η Νορβηγία. Στις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες, πολλές έχουν επιβραδυνθεί σημαντικά από την όποια έκρηξη ανάκαμψης το 2022 μετά το τέλος της πανδημικής ύφεσης του 2020.
Ο πληθωρισμός μειώνεται σε σχέση με τις μέγιστες τιμές του το 2022, καθώς τα εμπόδια που αντιμετώπιζε η προσφορά των εμπορευμάτων και η αδύναμη μεταποίηση ανακάμπτουν λίγο μετά την πανδημία που κράτησε την προσφορά και το διεθνές εμπόριο σε χαμηλά επίπεδα. Οι τιμές των τροφίμων και της ενέργειας μειώθηκαν απότομα το 2023. Αλλά η ζημιά έχει γίνει. Κατά μέσο όρο, οι τιμές για τους περισσότερους ανθρώπους στον προηγμένο καπιταλιστικό κόσμο έχουν αυξηθεί κατά 20% από το τέλος της πανδημίας (και εξακολουθούν να αυξάνονται). Η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη για πολλές φτωχές χώρες και πολλές οικονομίες μεσαίου εισοδήματος, όπως η Αργεντινή (150%) και η Τουρκία (50%). Ως αποτέλεσμα, τα πραγματικά εισοδήματα για το μέσο νοικοκυριό έχουν μειωθεί από το 2019, πρακτικά είναι η μεγαλύτερη πτώση του βιοτικού επιπέδου εδώ και δεκαετίες. Επιπλέον, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αρχίσει να αυξάνεται και πάλι λόγω των πρόσφατων επιθέσεων κατά της ναυτιλίας στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς η καταστροφή της Γάζας και των 2 εκατ. κατοίκων της από το Ισραήλ αρχίζει να «διαχέεται» σε όλη την ενεργειακά πλούσια Μέση Ανατολή.
Η Παγκόσμια Τράπεζα το συνοψίζει στην τελευταία της έκθεση: Μπορεί να μην υπάρχει ύφεση στις ΗΠΑ, αλλά «η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε τροχιά για τη χειρότερη πενταετία ανάπτυξης των τελευταίων 30 ετών».
Πίσω από αυτή την συνολική επιβράδυνση, η Παγκόσμια Τράπεζα εντοπίζει την επιβράδυνση των παραγωγικών επενδύσεων των μεγάλων οικονομιών σε θέσεις εργασίας που παράγουν αξία και στα αντίστοιχα εισοδήματα.
Οι μαρξιστές θα προσέθεταν ότι πίσω από αυτή την επιβράδυνση των επενδύσεων βρίσκεται το ιστορικά χαμηλό επίπεδο κερδοφορίας του παγκόσμιου κεφαλαίου (εξαιρουμένης της ελάχιστης μειοψηφίας των τεχνολογικών και ενεργειακών κολοσσών).
Η Παγκόσμια Τράπεζα αναμένει ότι η αύξηση του ΑΕΠ της παγκόσμιας οικονομίας θα ανέλθει σε μόλις 2,4% το 2024 -από 2,6% πέρυσι (και αυτό περιλαμβάνει την Ινδία, την Κίνα, την Ινδονησία κ.λπ. που θα αναπτυχθούν με 5-6%). Αυτό θα σηματοδοτήσει το τρίτο συνεχόμενο έτος όπου η ανάπτυξη θα αποδειχθεί ασθενέστερη εκείνης των προηγούμενων 12 μηνών. «Χωρίς μια σημαντική αλλαγή πορείας, η δεκαετία του 2020 θα καταγραφεί ως μια δεκαετία χαμένων ευκαιριών», δήλωσε ο Ίντερμιτ Τζιλ, επικεφαλής οικονομολόγος και ανώτερος αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Η αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου το 2024 αναμένεται να είναι μόνο η μισή του μέσου όρου της δεκαετίας πριν από την πανδημία. Το παγκόσμιο εμπόριο αγαθών συρρικνώθηκε το 2023, σηματοδοτώντας την πρώτη ετήσια μείωση -εκτός περιόδων παγκόσμιας ύφεσης- τα τελευταία 20 χρόνια. Η ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου το 2021-24 προβλέπεται να είναι η ασθενέστερη που έχει υπάρξει μετά από παγκόσμια ύφεση τον τελευταίο μισό αιώνα.
Οι αναπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να έχουν ανάπτυξη μόλις 1,2%, από 1,5% το 2023. Πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες παραμένουν καθηλωμένες από το «πάνω από μισό τρισεκατομμύριο δολάρια χρέους» και τον συρρικνούμενο «δημοσιονομικό χώρο» (δηλαδή την δυνατότητα των κυβερνήσεων να ξοδεύουν για κοινωνικές ανάγκες). Η επισιτιστική ανασφάλεια έκανε άλμα το 2022 και παρέμεινε υψηλή το 2023.
Η έκθεση του ΠΟΦ επισημαίνει τους κινδύνους που έχει για τον καπιταλισμό αυτό που αποκαλεί «κοινωνική πόλωση», με άλλα λόγια, την αυξανόμενη διαίρεση μεταξύ πλουσίων και φτωχών που προκαλείται από την οικονομική στασιμότητα, η οποία οδηγεί σε απώλεια υποστήριξης για τα υπάρχοντα κόμματα του κεφαλαίου και τους πολιτικούς τους θεσμούς.
Η έκθεση δεν αναφέρει την έκταση της κοινωνικής ανισότητας στον κόσμο το 2024. Αλλά κάθε χρόνο στο Νταβός, η Oxfam παρουσιάζει την «εναλλακτική» της έκθεση για την κατάσταση της παγκόσμιας ανισότητας. Πρόκειται για μια συγκλονιστική καταδίκη της αποτυχίας της καπιταλιστικής τάξης να ικανοποιήσει τις κοινωνικές ανάγκες της μεγάλης πλειοψηφίας της ανθρωπότητας. Στη φετινή της έκθεση, με τίτλο Survival of the Richest (Επιβίωση του Πλουσιότερου) η Oxfam σημειώνει ότι για πρώτη φορά τα τελευταία 25 χρόνια αυξήθηκαν ταυτόχρονα και ο ακραίος πλούτος και η ακραία φτώχεια. «Ενώ οι απλοί άνθρωποι κάνουν καθημερινά θυσίες για βασικά αγαθά όπως τα τρόφιμα, οι υπερπλούσιοι έχουν ξεπεράσει ακόμη και τα πιο τρελά τους όνειρα. Μόλις στα πρώτα δύο χρόνια της, αυτή η δεκαετία φαίνεται να εξελίσσεται στην καλύτερη που έχει υπάρξει μέχρι σήμερα για τους δισεκατομμυριούχους –μια έξαλλη δεκαετία του ’20 για τους πλουσιότερους του κόσμου», δήλωσε η Γκαμπριέλα Μπούτσερ, Εκτελεστική Διευθύντρια της Oxfam International.
Κατά τη διάρκεια των ετών της πανδημίας και της κρίσης του κόστους ζωής από το 2020 και μετά, 26 τρισεκατομμύρια δολάρια (63%) του συνολικού νέου πλούτου κατέλαβε το πλουσιότερο 1%, ενώ 16 τρισεκατομμύρια δολάρια (37%) πήγαν σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Ένας δισεκατομμυριούχος κέρδισε περίπου 1,7 εκατ. δολάρια για κάθε 1 δολάριο νέου παγκόσμιου πλούτου που κέρδισε ένα άτομο που ανήκει στο κατώτερο 90%.
Οι περιουσίες των δισεκατομμυριούχων αυξήθηκαν κατά 2,7 δισεκατομμύρια δολάρια την ημέρα! Αυτό έρχεται να προστεθεί σε μια δεκαετία ιστορικών κερδών -ο αριθμός και ο πλούτος των δισεκατομμυριούχων έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία δέκα χρόνια.
Ταυτόχρονα, τουλάχιστον 1,7 δισεκατομμύρια εργαζόμενοι ζουν σήμερα σε χώρες όπου ο πληθωρισμός ξεπερνά τους μισθούς και πάνω από 820 εκατομμύρια άνθρωποι -περίπου ένας στους δέκα ανθρώπους στη Γη- πεινάνε. Οι γυναίκες και τα κορίτσια συχνά τρώνε λιγότερο και τελευταία και αποτελούν σχεδόν το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού που πεινάει. Η Oxfam επικαλείται την Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία αναφέρει ότι «πιθανότατα βλέπουμε τη μεγαλύτερη αύξηση της παγκόσμιας ανισότητας και της φτώχειας μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο».
Ολόκληρες χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με τη χρεοκοπία, με τις φτωχότερες χώρες να δαπανούν σήμερα τέσσερις φορές περισσότερο για την αποπληρωμή των χρεών προς τους πλούσιους πιστωτές απ’ ότι για την υγειονομική περίθαλψη. Τα τρία τέταρτα των κυβερνήσεων του κόσμου σχεδιάζουν περικοπές των δαπανών του δημόσιου τομέα -συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση- κατά 7,8 τρισεκατομμύρια δολάρια για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ως συνήθως, το ΠΟΦ στην έκθεσή του δεν προσφέρει καμία πολιτική λύση για την αντιστροφή ή έστω τον περιορισμό αυτού του γκροτέσκου επιπέδου ανισότητας -ούτε καν έναν φόρο πλούτου. Αντ' αυτού, το κορυφαίο ζήτημα κινδύνου για όσους συμμετείχαν στην έρευνα του ΠΟΦ είναι τα «ακραία καιρικά φαινόμενα». Οι οικονομικές συνέπειες της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της κλιματικής αλλαγής είναι αυτό που ανησυχεί τις επιχειρηματικές και πολιτικές ηγεσίες στο Νταβός. Δηλαδή τις καταστροφές στις επιχειρήσεις και τις υποδομές -και την υποχρέωση να αντιμετωπίσουν εκατομμύρια ανθρώπους που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις χώρες τους και να μεταναστεύσουν.
Ωστόσο, όπως έδειξε η κλιματική σύνοδος κορυφής COP28, οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις αποτυγχάνουν να επιτύχουν τους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που είναι απαραίτητοι για την αποφυγή ακραίων θερμοκρασιών, πλημμυρών και ξηρασίας. Όπως αναφέρεται στην έκθεση του ΠΟΦ: «Πολλές οικονομίες θα παραμείνουν σε μεγάλο βαθμό απροετοίμαστες για τις "μη γραμμικές" επιπτώσεις: η ενεργοποίηση ενός πλέγματος πολλών σχετιζόμενων μεταξύ τους κοινωνικο-περιβαλλοντικών κινδύνων έχει τη δυνατότητα να επιταχύνει την κλιματική αλλαγή, μέσω της απελευθέρωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, και να ενισχύσει τις σχετικές επιπτώσεις, απειλώντας τους ευάλωτους στο κλίμα πληθυσμούς. Η συλλογική ικανότητα των κοινωνιών να προσαρμοστούν θα μπορούσε να ξεπεραστεί, αν πάρουμε υπόψη το μεγάλο μέγεθος των πιθανών επιπτώσεων και των απαιτήσεων για επενδύσεις σε υποδομές, με αποτέλεσμα ορισμένες κοινότητες και χώρες να μην είναι σε θέση να απορροφήσουν τόσο τις οξείες όσο και τις χρόνιες επιπτώσεις της ταχείας κλιματικής αλλαγής». Το κεφάλαιο δεν μπορεί να ανταπεξέλθει.
Το 2023 ο πλανήτης έζησε την πιο ζεστή χρονιά του, με «τα κλιματικά ρεκόρ να καταρρίπτονται με τη σειρά σαν τουβλάκια ντόμινο», καθώς η παγκόσμια μέση θερμοκρασία έφτασε σχεδόν 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή υπηρεσία παρατήρησης της γης «Κοπέρνικος». Οι μέσες παγκόσμιες θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια του 2023 ήταν υψηλότερες από ό,τι οποιαδήποτε άλλη φορά τα τελευταία 100.000 χρόνια.
Πράγματι, αν η ελίτ του Νταβός κοίταζε κάτω στο χιόνι στο πολυτελές θέρετρό της, θα διαπίστωνε ότι η συνολική κάλυψη χιονιού στην Ελβετία έχει μειωθεί κατά σχεδόν 8 ποσοστιαίες μονάδες, όταν συγκρίνει τους μέσους όρους των τριών ετών που καλύπτουν τις περιόδους 2002-03 έως 2004-05 με τις περιόδους 2020-21 έως 2022-23. Σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Nature πέρυσι, ο αριθμός των ημερών χιονιού στις Άλπεις έχει μειωθεί περισσότερο τα τελευταία 20 χρόνια από ό,τι τα προηγούμενα 600. Το χειμερινό σκι στο Νταβός αντιμετωπίζει πρόβλημα.
Οι επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει πως τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα γίνονται πιο συχνά και πιο έντονα καθώς συνεχίζεται η υπερθέρμανση του πλανήτη και πως πρέπει να ληφθούν επείγοντα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά σχεδόν 45% έως το 2030, ώστε να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας σε 1,5 βαθμό Κελσίου. Τώρα βρίσκεται σε τροχιά για σχεδόν 3 βαθμούς. Αλλά οι συμμετέχοντες στο ΠΟΦ δεν προσφέρουν καμία λύση σε αυτή την αυξανόμενη καταστροφή, εκτός από την επανάληψη της έκκλησης της COP28 για «μετάβαση απομάκρυνσης από τα ορυκτά καύσιμα» και για περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και παγκόσμια συνεργασία. Καμία αναφορά στην ανάγκη να παρθεί ο έλεγχος των εταιρειών ορυκτών καυσίμων ή στην ανάγκη παγκόσμιου σχεδιασμού για να βοηθηθούν οι φτωχές χώρες απέναντι στις περιβαλλοντικές καταστροφές τους. Αντ' αυτού, οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων βρίσκονται στο Νταβός με αρκετή δύναμη ώστε να διασφαλίσουν το “business as usual” .
Υπήρξαν δύο άλλα ζητήματα που ανησύχησαν τους συμμετέχοντες στο ΠΟΦ: η τεχνητή νοημοσύνη και ο κίνδυνος να υπάρξει «εκτεταμένη παραπληροφόρηση» από τις ανεξέλεγκτες μηχανές τεχνητής νοημοσύνης, όπως και ο αυξανόμενος αριθμός των διακρατικών ένοπλων συγκρούσεων στον κόσμο.
Το παγκόσμιο κεφάλαιο ανησυχεί για τη ζημιά που προκαλούν οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί στο εμπόριο και τις επενδύσεις, και για την κοινωνική απογοήτευση που προκαλεί η «παραπληροφόρηση» σχετικά με την ανισότητα και την οικονομική ανάπτυξη. Αλλά οι συμμετέχοντες ανησυχούν λιγότερο για την απώλεια θέσεων εργασίας από την τεχνητή νοημοσύνη για μεγάλο μέρος των εργαζομένων ή για τις φρικτές απώλειες ανθρώπων και τους τραυματισμούς από τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας ή την ισραηλινή καταστροφή της Γάζας, ή για τα εκατομμύρια πεινασμένων και εκτοπισμένων στον εμφύλιο πόλεμο στο Σουδάν, ή για τους βομβαρδισμούς σε βάρος πόλεων και ανθρώπων στην Υεμένη. Αλλά βέβαια, ανησυχούν αν οι εντάσεις για την Ταϊβάν κλιμακωθούν σε άμεση στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, η οποία θα απειλούσε ολόκληρη την παγκόσμια τάξη.
Σε τι κατέληξε η έκθεση κινδύνων του ΠΟΦ από την έρευνά της μεταξύ των συμμετεχόντων στο Νταβός; «Καθώς εισερχόμαστε στο 2024, επισημαίνουμε μια κυρίως αρνητική προοπτική για τον κόσμο κατά τα επόμενα δύο χρόνια, η οποία αναμένεται να επιδεινωθεί κατά την επόμενη δεκαετία... Οι προοπτικές είναι αισθητά πιο αρνητικές σε χρονικό ορίζοντα 10 ετών, με σχεδόν τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων να αναμένουν θυελλώδεις ή ταραχώδεις προοπτικές».
Όχι καλά νέα για το κεφάλαιο και ακόμα χειρότερα για τον κόσμο της εργασίας.