Μετά την υπογραφή του «μνημονίου» Τουρκίας-Λιβύης, ο ανταγωνισμός στην Ανατολική Μεσόγειο έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό της πολύπαθης Λιβύης. Ο εμφύλιος κλιμακώνεται μετά την εξαγγελία νέας προσπάθειας κατάληψης της πρωτεύουσας Τρίπολης από τον στρατηγό Χαφτάρ και τείνει να πάρει χαρακτηριστικά πολέμου δι’ αντιπροσώπων.

Μετά την υπογραφή του «μνημονίου» Τουρκίας-Λιβύης, ο ανταγωνισμός στην Ανατολική Μεσόγειο έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό της πολύπαθης Λιβύης. Ο εμφύλιος κλιμακώνεται μετά την εξαγγελία νέας προσπάθειας κατάληψης της πρωτεύουσας Τρίπολης από τον στρατηγό Χαφτάρ και τείνει να πάρει χαρακτηριστικά πολέμου δι’ αντιπροσώπων.

Αξίζει να ερμηνεύσουμε το χάος της Λιβύης, τώρα που αυτή έχει γίνει αντικείμενο «εθνικού» ενδιαφέροντος κι απασχολεί τα ελληνικά ΜΜΕ.

Μετά την πτώση του Καντάφι, το πρώτο εκλεγμένο σώμα που συγκροτήθηκε για να κυβερνήσει τη Λιβύη ήταν το Γενικό Εθνικό Κογκρέσο, που μετά τις εκλογές του 2012 ανέλαβε να οργανώσει την πολιτική «μετάβαση» της Λιβύης. Αποδείχθηκε ανίκανο ή απρόθυμο να περιορίσει τη δράση των «πολέμαρχων», σπαράχτηκε από εσωτερικές συγκρούσεις, είχε να αντιμετωπίσει την ανάδυση του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και την αποστασία του στρατηγού Χαφτάρ, που διέσπασε τον νέο «εθνικό» στρατό κι αποφάσισε να συγκροτήσει δική του ένοπλη δύναμη, εμφανιζόμενος ως «εθνοσωτήρας» που θα βάλει «τάξη στο χάος», ως ένας Σίσι της Λιβύης.

Μια απόπειρα πραξικοπήματος από τον Χαφτάρ στις αρχές του 2014 απέτυχε. Οι βουλευτικές εκλογές που ακολούθησαν, έγιναν σε συνθήκες χάους και εμφυλίου χαμηλής έντασης (σε πολλά μέρη δεν διεξήχθησαν καν) και είχαν συμμετοχή κοντά στο 18% (από περίπου 60% το 2012). Σε αυτές ο συσχετισμός εδρών άλλαξε δραματικά. Η παλιά πλειοψηφία του Κογκρέσου δεν αναγνώρισε τη νέα Βουλή που προέκυψε από την αμφιλεγόμενη κάλπη και διαμορφώθηκαν δύο κυβερνήσεις –της Τρίπολης που είχε τη στήριξη του παλιού Κογκρέσου, που δήλωνε ότι παραμένει το μόνο εκλεγμένο νομοθετικό σώμα, και του Τομπρούκ από τις δυνάμεις που ήλεγχαν τη νέα Βουλή. Ο Χαφτάρ συμμάχησε με την κυβέρνηση του Τομπρούκ. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις εκδηλώθηκε ένοπλα, στο «δεύτερο εμφύλιο πόλεμο».

Στα τέλη του 2015 οι δύο πλευρές συμφώνησαν στη «Λιβυκή Πολιτική Συμφωνία» με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ και στις αρχές του 2016 συγκροτήθηκε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, υπό τον Φαρέζ Αλ Σαράτζ. Η Βουλή του Τομπρούκ συνέχισε να λειτουργεί ως νομοθετικό σώμα, ενώ το παλιό Κογκρέσο αυτοδιαλύθηκε και πρότεινε κάποια μέλη του για τη σύνθεση ενός Ανώτατου Συμβουλίου του Κράτους με συμβουλευτικό ρόλο. Αυτό το «πλέγμα» θα οδηγούσε τη χώρα σε νέες εκλογές. Και στις δύο πλευρές υπήρξαν «σκληροπυρηνικοί» που δεν δέχτηκαν τη συμφωνία, αλλά η κυβέρνηση Αλ Σαράτζ είχε την αποδοχή των περισσότερων και αναγνωρίστηκε από τον ΟΗΕ. Η δράση των πολέμαρχων που εκατέρωθεν δεν πειθάρχησαν στη συμφωνία, και η δυσκινησία στην υλοποίηση των δεσμεύσεων (κυρίως από το Κοινοβούλιο στο Τομπρούκ, που επέμενε να στηρίζει τον Χαφτάρ) διαιώνισαν το χάος. Το Δεκέμβρη του 2017, ο Χαφτάρ ανακήρυξε μόνος «νεκρή» τη συμφωνία και κήρυξε πόλεμο στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Το Κοινοβούλιο στο Τομπρούκ διασπάστηκε σε υποστηρικτές της εκστρατείας του Χαφτάρ και υποστηρικτές της συνέχειας της ειρηνευτικής διαδικασίας, με αρκετές συνεδριάσεις στο πρώτο εξάμηνο του 2019 να μποϊκοτάρονται από τη μία ή την άλλη πλευρά.

Είναι σαφές ότι σε αυτό το τοπίο δεν υπάρχουν «καλοί» στη σύγκρουση στη Λιβύη. Είναι επίσης σαφές ότι καμιά πλευρά δεν μπορεί να επικαλεστεί κάποια επαρκή «νομιμοποίηση». Πάνω σε αυτό το χάος άλλωστε πατούν όλες οι ξένες δυνάμεις (της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης) για να βρουν «συνομιλητές» και να προωθήσουν ατζέντες. Αλλά είναι επίσης ακόμα πιο σαφές ότι «ξαφνικά» η Ελλάδα απέκτησε μονομερή άποψη για τη σύγκρουση κι αυτό αποτυπώνεται στη μεταστροφή του δημόσιου λόγου των μεγάλων ΜΜΕ.

Η αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» μετονομάστηκε μέσα σε μια μέρα (αφότου υπέγραψε με την Τουρκία) σε… «κυβέρνηση της Τρίπολης»! Την ίδια ώρα βέβαια, το αρκετά αμφιλεγόμενο κοινοβούλιο, που διεθνώς περιγραφόταν πλειοψηφικά ως  «βουλή του Τομπρούκ» και που πλέον οι «απαρτίες» του είναι ζητούμενο, έχει μετονομαστεί πανηγυρικά σε… «Βουλή της Λιβύης», όταν «εκπρόσωποί» του τοποθετούνται υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Ο πιο δημοφιλής «αστέρας» στα ελληνικά ΜΜΕ είναι ένας «επικεφαλής του Λιβυκού Ναυτικού», όπως παρουσιάζεται ο πολέμαρχος που διοικεί τον στόλο του Χαφτάρ, από τη στιγμή που χάιδεψε ελληνικά αυτιά, εξαπολύοντας θερμόαιμες πολεμοκάπηλες απειλές κατά της Τουρκίας («θα βυθίσω κάθε πλοίο») και κατά της κυβέρνησης Αλ Σαράτζ («θα πάρουμε την Τρίπολη, θα βάλουμε τέλος στα τουρκικά όνειρα»).

Επαναλαμβάνουμε ότι καμιά πλευρά δεν έχει πλήρη νομιμοποίηση και πολύ περισσότερο δεν αξίζει κάποιας «στήριξης» από τα αριστερά, αλλά η σπουδή της «εθνικής δημοσιογραφίας» να αναπαράγει άκριτα τους τίτλους που επιλέγουν για τον εαυτό τους διάφοροι τυχοδιώκτες και πολέμαρχοι αξίζει να αναφερθεί.

Η μεταφορά της σύγκρουσης από την κόλαση της Λιβύης είναι πολύ επικίνδυνη. Γιατί εκεί το μέτωπο είναι ήδη «θερμό» και άρα απειλεί να «διαχυθεί» και αλλού η κλιμάκωση. Οι διαρκείς εμπρηστικές δηλώσεις του «ναυάρχου», που βρίσκουν θερμή φιλοξενία στα ελληνικά ΜΜΕ, υπενθυμίζουν ότι οι πολέμαρχοι που φιλοδοξούν να προσφέρουν υπηρεσίες για να γίνουν «αστέρες» συχνά δείχνουν υπερβάλλοντα ζήλο… Πρόσφατα, ο στρατηγός Χαφτάρ δήλωσε ότι ξεκινά μια νέα έφοδο στην Τρίπολη. Δεν γνωρίζουμε αν είναι «υπερβάλλων ζήλος» του επίδοξου «μεγάλου άντρα» της Λιβύης ή αν ενθαρρύνθηκε από άλλες πρωτεύουσες (της Αθήνας συμπεριλαμβανομένης). Πάντως αλλού πιο διακριτικά, αλλού πιο ένθερμα, στα ελληνικά ΜΜΕ η υποστήριξη στην επιχείρηση είναι εμφανής.

Ποιος είναι λοιπόν ο νέος «αγαπημένος» του ελληνικού εθνικισμού;

Ο Χαφτάρ ξεκίνησε στο πλευρό του Καντάφι και υπήρξε δεξί του χέρι τα πρώτα χρόνια, αναλαμβάνοντας τις επιχειρήσεις του λιβυκού στρατού στο Τσαντ τη δεκαετία του ’80. Μετά την αποτυχία της εκστρατείας, πιάστηκε αιχμάλωτος. Ο Καντάφι τον «άδειασε» δημόσια και η CIA μεσολάβησε για την απελευθέρωσή του και έχτισε στενή συνεργασία μαζί του έκτοτε. Ο Χαφτάρ στήριξε διάφορες λιβυκές αντιπολιτεύσεις τη δεκαετία του ’90, ενώ εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Βιρτζίνια (κοντά στα γραφεία της Υπηρεσίας). Επέστρεψε στη Λιβύη κατά τον εμφύλιο το 2011 για να διεκδικήσει την ηγεσία των αντικαθεστωτικών από τις ισλαμικές δυνάμεις. Εξαργύρωσε τη δράση του με μια υψηλή θέση στις ένοπλες δυνάμεις της μετα-κανταφικής Λιβύης. Ακολούθησε η αποστασία και η αυτονόμησή του, όταν αισθάνθηκε «ριγμένος». Κήρυξε τον πόλεμο στους «τρομοκράτες», που περιλάμβαναν όχι μόνο το Ισλαμικό Κράτος, αλλά και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και κάθε αντίπαλό του. Κέρδισε τη στήριξη από τη Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ και την Αίγυπτο (φανατικοί διώκτες των ΑΜ, σε ανταγωνισμό με Κατάρ και Τουρκία -που είχαν μεγαλύτερη επιρροή στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας- και οπαδοί της επιστροφής της περιοχής σε μια αυταρχική σταθερότητα). Κατάφερε να προσελκύσει στις γραμμές του τμήμα πολιτοφυλακών που πολέμησαν κατά του Καντάφι, αλλά και νοσταλγούς του Καντάφι (υποσχόμενος πόλεμο κατά των ισλαμιστών, αλλά και αραβικό πόλεμο κατά των «τουρκογενών» της Μιζράτα, των βερβέρων Αμαζίγκ κ.ο.κ.), ενώ ταυτόχρονα στηρίζεται και στα σαλαφιστικά δίκτυα της ανατολικής Λιβύης! Σε όλη του τη διαδρομή κάνει αδίστακτα ό,τι περνά από το χέρι του για να ανέλθει στην εξουσία.  

Η άνοδός του δεν θα είχε γίνει εφικτή χωρίς στήριξη ή έστω ανοχή από ξένες δυνάμεις. Η σχέση με τις ΗΠΑ πηγαίνει πολλά χρόνια πίσω, ενώ μέχρι σήμερα η στάση της Ουάσινγκτον απέναντί του είναι αμφιλεγόμενη. Έχει αποκτήσει γέφυρες συνεννόησης με τη Ρωσία. Η στρατηγική του συμμαχία με την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία «κουμπώνει» με τα ρεπορτάζ που ισχυρίζονται ότι έχει τη στήριξη και του Ισραήλ. Θεωρείται πως έχει καλή σχέση με τη Γαλλία (το γεγονός ότι νοσηλεύτηκε εκεί πρόσφατα είναι η «κορυφή του παγόβουνου»), που βρίσκεται σε ανταγωνισμό με την Ιταλία. Η τελευταία έχει αποκτήσει προνομιακούς δεσμούς με την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, στα πλαίσια της δολοφονικής αντιμεταναστευτικής αγριότητας που οργανώνουν από κοινού πλέον Ρώμη και Τρίπολη. Άλλωστε ο Αλ Σαράτζ αναγνωρίστηκε διεθνώς και για να υπάρξει μια «νόμιμη αρχή» που θα υπογράφει-νομιμοποιεί τη συνεργασία και χρηματοδότηση της ΕΕ με τους αδίστακτους πολέμαρχους που φυλάνε τις ακτές της Λιβύης και κυνηγάνε Αφρικανούς μετανάστες, αλλά μετονομάστηκαν σε «ακτοφυλακή». Αλλά η στενή συνεργασία ειδικά με την Ιταλία σε αυτό το μέτωπο οικοδομεί και ευρύτερες σχέσεις που αφορούν και το μέλλον των λιβυκών πετρελαίων, με τη Γαλλία μάλλον να επενδύει περισσότερα στον στρατηγό Χαφτάρ.

Η κυβέρνηση Αλ Σαράτζ «αναγνωρίζεται» από τις μεγάλες δυνάμεις, αλλά δεν αντιμετωπίζεται ακριβώς ως «σύμμαχος που απειλείται από πραξικόπημα». Ο Χαφτάρ δεν «υιοθετείται» ανοιχτά από κάποια μεγάλη δύναμη, αλλά αντιμετωπίζεται ως συνομιλητής (ή και στηρίζεται υπογείως) παρά ως πολέμαρχος πραξικοπηματίας. Όλες οι ξένες δυνάμεις «παζαρεύουν» στη Λιβύη κι αυτός είναι ένας από τους λόγους που η κόλαση διαιωνίζεται (πέρα από τις εγχώριες δυναμικές). Σε αυτό το αδίστακτο «παζάρι» εμπλέκεται πλέον και η ελληνική πλευρά. Πιστή στο δόγμα «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου», μετά τη συμμαχία με το κράτος του Ισραήλ και τη δικτατορία του Σίσι στην Αίγυπτο, τώρα βρίσκει στήριγμα στον «τουρκοφάγο» τυχοδιώκτη κι επίδοξο δικτάτορα στρατηγό Χαφτάρ, ελπίζοντας σε ευρύτερη (κυρίως γαλλική και αμερικάνικη) στήριξη στα «τετελεσμένα» που ίσως καταφέρει ο Λίβυος πολέμαρχος στην Τρίπολη, με τις πλάτες των ισχυρών περιφερειακών συμμάχων του…

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά. Μετά τη δημοσίευση του άρθρου προέκυψε και επίσημη συνάντηση Δένδια-Χαφτάρ, από όπου και η φωτογραφία.

Ετικέτες