Διάβασα στο Left.gr άρθρο του σ. Στάθη Λουκά για την «παραποίηση» του Μπερλιγκουερ και του «ιστορικού συμβιβασμού» απο την ηγετική ομάδα της ΔΗΜΑΡ.

Τα ζητήματα που ανοίγει το άρθρο, (το οποίο μπορείτε να δείτε εδώ) κατά τη γνώμη μου, ξεφεύγουν απο μια κριτική στη ΔΗΜΑΡ και αφορούν εμας σαν ΣΥΡΙΖΑ, το τι πάμε να κάνουμε και πως. Ετσι, παίρνω το θάρρος να απαντήσω, βασιζόμενη σε ιστορικά ντοκουμέντα, αλλα και μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν από κοντά τα γεγονότα στην Ιταλία, και όχι μόνο.

H πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για κυβέρνηση της Αριστεράς τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά, έχει προκαλέσει συζητήσεις. Τα αποτελέσματα των εκλογών της 17ης Ιούνη και η εκπληκτική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ, φούντωσαν τη συζήτηση για τη σχέση Αριστεράς και κοινοβουλίου, Αριστεράς και Κράτους, Αριστεράς και κινημάτων και –κυρίως- την τακτική και την στρατηγική της απέναντι σ’αυτά. Ο «ιστορικός συμβιβασμός» του μεγαλύτερου ΚΚ του ευρωκομμουνισμού, του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΙΚΚ, PCI), έχει πολλά να μας διδάξει – προς αποφυγην…

Ιστορικός Συμβιβασμός

Στις 11 Σεπτέμβρη του 1973 ο «Χιλιανός δρόμος προς τον σοσιαλισμό» με κοινοβουλευτικό και ειρηνικό τρόπο, βάφτηκε στο αίμα. Στο αίμα του προέδρου Αλιέντε και δεκάδων χιλιάδων αγωνιστών και αγωνιστριών. Σοκ στην Αριστερά , παγκόσμια.

Τα ορθόδοξα σταλινικά ΚΚ (ακολουθώντας την εκτίμηση του ΚΚ Χιλής) εξήγησαν την δραματική  εξέλιξη στη Χιλή με το σκεπτικό ότι οι χιλιανοί εργατες «προχώρησαν πολύ μακρυά» και «εξώθησαν» τα αφεντικά, τους ιμπεριαλιστές φίλους τους, και τη CIA, στη λύση του πραξικοπήματος.

Τα ευρωκκομουνιστικά ΚΚ (Ιταλίας, Γαλλίας, Ισπανίας), σοκαρισμένα από την πτώση της «Λαϊκής Ενότητας» (σύμπραξη της Αριστεράς και των Σοσιαλιστών) στη Χιλή, που την ταύτιζαν με τον ειρηνικό δρόμο για το σοσιαλισμό, κατέληξαν σε ένα διαφορετικό αλλά επίσης καταστροφικό συμπέρασμα: Ηταν η αποψη-πρόταση του γενικού γραματέα του ΙΚΚ , Ενρίκο Μπερλιγκουέρ, που έμεινε στην ιστορία σαν «Ιστορικός  συμβιβασμός».

Ο Μπερλιγκουέρ ισχυρίζονταν ότι μια ένωση της Αριστεράς δεν μπορεί να κυβερνήσει με το 51% των ψήφων (που θεωρούσε το μάξιμουμ μιας τέτοιας προσπάθειας) ,αλλά χρειάζεται ευρύτερη πλειοψηφία, απαρτιζόμενη από τα 3 βασικά ρεύματα: το κομμουνιστικό, το σοσιαλιστικό και το καθολικό (Χριστιανοδημοκρατία, δηλ. η Δεξιά στην Ιταλία). Η συμμαχία αυτή παρουσιάστικε σαν «νέος αντιφασιστικός άξονας» και σαν συνταγματικό τόξο κατά της «εκτροπής».

Αυτή η στρατηγική ήταν η εξέλιξη του «κυβερνητισμού». Δηλαδή της πολιτικής της ρεφορμιστικής Αριστεράς εκείνης της περιόδου ( '60 και '70) που χοντρικά συνίστατο στα εξής: ο στόχος των αγώνων –πολιτικών, συνδικαλιστικών, κλπ- ήταν η είσοδος της Αριστεράς στην κυβέρνηση. Ο στόχος της σοσιαλιστικής επανάστασης και της εργατικής εξουσίας εγκαταλείπεται –ως μη ορατός στόχος προς το παρόν- και αντικαθίσταται με την είσοδο στην κυβέρνηση –σαν υποκατάστο της πραγματικής κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.

Κύρια υποθήκη για το στόχο της εισόδου στην κυβέρνηση και κύριο διαπραγματευτικό χαρτί απέναντι στους «εταίρους» και την αστική τάξη, γίνεται ο έλεγχος και το μπλοκάρισμα του μαζικού κινήματος. Το 12ο  συνέδριο του ΙΚΚ (1968) είχε βάλει τις βάσεις. Σημαντικά στελέχη πρότειναν στο Συνέδριο  την «επιβράδυνση» του κινήματος και την ώθηση των μαζών στον αγώνα για μια νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία που να συμπεριλμβάνει και το ΙΚΚ. Αμεσα, αυτό σήμαινε ΕΛΕΓΧΟ των αντικαπιταλιστικών εργατικών –και όχι μόνο- αγώνων, που φούντωναν εκείνη την περίοδο στην Ιταλια και τη στροφη σε παραδοσιακές (δηλ.ακίνδυνες τότε) μορφές συνδικαλιστικού διεκδικιτισμού.

Η συμμαχία πια –και σε πολιτικό επίπεδο- με τη Δεξιά και τους «προοδευτικούς» καπιταλιστές εκτιμήθηκε από την ηγεσία του ΙΚΚ σαν την μόνη πολιτική που οδηγει στην εξουσία (δηλ. την συμμετοχή στην κυβέρνηση), αφού μέχρι τότε το ΙΚΚ παρά τα μεγάλα ποσοστά του (γύρω στο 35%), παρά την μετριοπάθειά του (αναγνώριση μέχρι και της παραμονής στο ΝΑΤΟ) και παρά τη διαφοροποίηση του από τη Μόσχα, αποκλειόταν μόνιμα από την διακυβέρνηση. Η συνεργασία με τη Χριστιανοδημοκρατία (ΧΔ) ήλπιζαν να τους ανοίξει το δρόμο προς την κυβέρνηση.

      Ο στόχος αυτός μπήκε σε πράξη με τις διαπραγματεύσεις αναμεσα στα 3 κόμματα για μια «Κυβέρνηση Εθνικής Αλληλεγγύης» (σας θυμίζει κάτι;) και με την στήριξη της κυβέρνησης Αντρεότι (ΧΔ) το 1976 – με τη μέθοδο της αποχής των κομμουνιστών στη βουλή. Ακολούθησε η διαμόρφωση του «κοινού προγράμματος» , δηλ. ενός προγράμματος εξόδου από την κρίση που όχι μόνο δεν γινόταν με βάσει τις ανάγκες και τα αιτήματα των πολλών, αλλά κάθε αποτυχία στους «στόχους» του (βλέπε σημερινά Μνημόνια) σήμαινε και νεες συντηρητικότερες θέσεις για το ΙΚΚ  …

Η συγκυρία (Θερμό Φθινόπωρο –Μάης του ’68)

Η εποχή που διαμορφώνεται ο «ιστορικός συμβιβασμός» δεν είναι εποχή που έχει πέσει στο κίνημα ακρα του τάφου σιωπή οπότε τι να κανει η κακομοίρα η Αριστερά. Ακριβώς το αντίθετο. Τόσο στην Ιταλία όσο και σε όλη την Ευρώπη (και όχι μόνο) πνεει ένας άνεμος εξεγερτικός.

Στην Ιταλία υπάρχει πρωτοφανής άνοδος των ταξικών αγώνων, που φτάνουν σε ένα νέο ποιοτικά και οργανωτικά αντικαπιταλιστικό επίπεδο. (εξισωτικές αυξήσεις μισθών, άγριες απεργίες, οργάνωση από τα κάτω κλπ). Ταυτόχρονα η Χριστιανοδημοκρατία και οι κυβερνητικοί συνασπισμοί που βασίλευαν 20 χρόνια περνούν σοβαρή κρίση. Για πρώτη φορά, μετά τον αφοπλισμό και το συμβιβασμό της Ιταλικής Αριστεράς το 1947 (με τον μπαμπούλα της «Ελληνικής τραγωδία» τότε) , η ανατροπή του καπιταλισμού έμπαινε πρακτικά στο προσκήνιο, αφού ωρίμαζαν οι συνθήκες για αριστερή εναλλακτική λύση –με τον κόσμο στο δρόμο, στα εργοστάσια, στα πανεπιστήμια, στις γειτονιές να είναι «επι ποδός πολέμου», και να έχει ήδη επιτύχει νίκες που ανέβαζαν το ηθικό του.

Σ’αυτές τις σχεδόν προεπαναστατικές συνθήκες το ΙΚΚ διάλεξε το δρόμο του συμβιβασμού και της «κοινωνικής ειρήνης». Διάλεξε την υποταγή ακόμα και κάθε μεταρρυθμιστικού σχεδίου στην αναγκαιότητα της γρήγορης εξόδου από την κρίση. Εφτασε να ζητά από την εργατική τάξη να αποδεχθεί να φέρει το «μεγαλύτερο βάρος των θυσιών που επιβάλει ο αγώνας ενάντια στον πληθωρισμό» με τον εξής συλλογισμό: πρώτα  η ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα  και η διέξοδος από την κρίση και μετά οι μεταρρυθμίσεις στο κράτος και την οικονομία. Εφτασε να διστάζει να εμπλακεί στα μοναδικά κινηματα κοινωνικών μεταρρυθμίσεων που αναπτύσονταν τότε (νόμοι για το διαζύγιο, τις εκτρώσεις κλπ), απο φόβο μήπως έρθει σε ρήξη και «τρομάξει» τον καθολικό ψηφοφόρο…

Που οδήγησε αυτή η στρατηγική;  Στην πτώση της δυναμης του ΚΚ, την ανικανότητά του ακόμα και να στηρίξει τις τεράστιες απεργίες στη ΦΙΑΤ που ηττήθηκαν,  και τελικά, το 1979, στην εγκατάλειψη του ιστορικού συμβιβασμού. Να σημειωθεί, ότι παρά τις πρωτοφανεις αυτές υποχωρήσεις, το ΙΚΚ δεν βρέθηκε ποτέ ουτε καν στην κυβέρνηση!

Κάποια συμπεράσματα

Το θλιβερό απομεινάρι του «κυβερνητισμού» της αποτυχημένης πολιτικής των λεγόμενων «ευρωκομμουνιστικών» κομματων που παραπάνω περιέγραψα συνοπτικά –η ΔΗΜΑΡ του Φ. Κουβέλη-, έρχεται να θυμίσει σήμερα τις χειρότερες σελίδες αυτής της ρεφορμιστικής τακτικής. Μιας τακτικής που χαντάκωσε τεράστια κινηματα –εργατικά, νεολαιίστικα, γυναικών κλπ- και τις κατακτήσεις τους,  χτύπησε την επαναστατική Αριστερά, αφαίρεσε δημοκρατικά δικαιώματα από το σύνολο της κοινωνίας και στο τέλος καταβαραθρώθηκε –χειρότερα και από την καταβαράθρωση των “ορίτζιναλ” σταλινικών κομμάτων.

Η «Αριστερά της Ευθύνης», όπως αυτοπροσδιορίζεται η ΔΗΜΑΡ, ακολουθεί την παλια συνταγή: αναλαμβάνει την ευθύνη να ξελασπώσει –στο βαθμό που μπορεί- τον καπιταλισμό, τα μνημόνια και τις κυβερνήσεις τους…

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει ξεκάθαρα να διαχωρισθεί από τέτοια μονοπάτια «ευθύνης». Να πάρουμε το μάθημα για το που οδηγούν αυτές οι λογικές.

Ο κόσμος που μας ψήφισε και άντεξε σε μια πρωτοφανή και ολοσχερή τρομοκρατία (εντός και εκτός Ελλάδας), δεν περιμένει από μας μια κυριλέ και «υπεύθυνη» αντιπολίτευση. Περιμένει την οργάνωση της αντίστασης για την ανατροπή των μνημονίων και των μέτρων λιτότητας-εξόντωσης,..  μέχρι την κοινωνική αλλαγή (για πολλούς/ες τον σοσιαλισμό), όπου οι άνθρωποι όχι μόνο θα είναι «πάνω από τα κέρδη», αλλά και θα συμμετέχουν και θα καθορίζουν τις ζωές τους…

Γι’αυτό παίρνω το θάρρος να απαντήσω στον σύντροφο Στάθη Λουκά.  Δεν είναι ότι ο Μπερλιγκουέρ μεταφράζεται «αλα καρτ» απο τον Κουβέλη. Είναι, ότι όλη η λογική αυτή αποδείχθηκε λάθος και καταστροφική. Το πρόβλημα με τον Κουβέλη είναι οτι το κάνει γνωρίζοντας τι σημαίνει για το κίνημα κα την Αριστερά. Ο Μπερλίγκουερ το έκανε από λάθος πολιτική εκτίμηση και όχι για να αγκαλιασει καρέκλες. Δυστυχώς το κακέκτυπο έχει μια αδυναμία στις καρέκλες. ..