Πίσω από τα «live your myth in Greece» και τις ωραίες φωτογραφίες πολυτελών ξενοδοχείων, εστιατορίων και μπαρ που πλασάρει το Υπουργείο Τουρισμού και οι επιχειρηματίες για να προσελκύσουν τουρίστες, κρύβεται ένας άλλος κόσμος.

Ένας κόσμος που δεν «ζει το μύθο του», αλλά βιώνει την απόλυτη εκμετάλλευση μέσα στο πλαίσιο της «τουριστικής ανάπτυξης», «της εκτόξευσης της κερδοφορίας» και «της αύξησης των εσόδων».

Το κυβερνητικό αφήγημα

Οι τυμπανοκρουσίες και το πανηγυρικό κλίμα για την αύξηση του τουρισμού είναι μια παραδοσιακή μέθοδος όλων των κυβερνήσεων, που θέλουν να δείξουν ότι προσφέρουν κάτι τους καλοκαιρινούς μήνες. Βέβαια καμία από τις κυβερνήσεις αυτές δεν μπαίνει στον κόπο να προσδιορίσει προς όφελος ποιων και σε βάρος ποιων προσφέρεται αυτό το «κάτι». Η Υπουργός Τουρισμού Έλενα Κουντουρά μόνο για το πρώτο πεντάμηνο του 2018 έκανε λόγο για αύξηση 20,4% στις αεροπορικές αφίξεις, ποσοστό που αγγίζει τα 4,5 εκατομμύρια επισκέπτες, ενώ παράλληλα σημείωσε ότι την ίδια περίοδο αυξήθηκαν 10% τα κέρδη των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Αν αυτά αφορούν μόνο το πρώτο πεντάμηνο του έτους, αντιλαμβάνεται κανείς σε τι επίπεδα θα εκτοξευθούν τα κέρδη μέσα στην κορύφωση του καλοκαιριού.

Παράλληλα τα έσοδα των 14 περιφερειακών αεροδρομίων της Fraport άγγιξαν τα 233 εκατομμύρια ευρώ το περσινό έτος, ενώ το 2018 υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τα 300 εκατομμύρια ευρώ. Μόνο για το πρώτο εξάμηνο του 2018 η Fraport παρουσίασε άνοδο 16,8% στην επιβατική κίνηση και το ποσοστό αυτό αναμένεται να αυξηθεί κατά τους θερινούς μήνες, αφού ήδη οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις παρουσιάζουν πληρότητα κρατήσεων σε πολύ υψηλά ποσοστά. Συνολικά πάνω από 10 εκατ. επισκέπτες θα επισκεφτούν την Ελλάδα το διάστημα Ιουλίου-Οκτωβρίου σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2017. Υπολογίζεται ότι φέτος θα καταφθάσουν 1,2 εκατομμύρια παραπάνω τουρίστες σε σχέση με πέρυσι, αξιοποιώντας απευθείας συνδέσεις από αεροδρόμια του εξωτερικού σε 19 ελληνικούς περιφερειακούς προορισμούς.

Η πραγματικότητα

Πρόκειται για πραγματικά εξωφρενικά νούμερα. Εκατομμύρια τουρίστες θα γεμίσουν όλη τη χώρα, την ώρα που οι μεγαλοεπιχειρηματίες στο χώρο του τουρισμού θα βλέπουν τα κέρδη τους να φτάνουν σε άλλα επίπεδα. Η υποκρισία και η υποταγή στο κέρδος ξεχειλίζει, αν σκεφτεί κανείς ότι μερικές χιλιάδες πρόσφυγες πέρασαν έναν βαρύ χειμώνα μέσα σε σκηνές, χωρίς θέρμανση, επαρκή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ρουχισμό και διατροφή, την ώρα που η χώρα παρουσιάζει υποδομές για να υποδεχτεί σε νούμερα άλλον ένα πληθυσμό της. Η «εξαιρετική φετινή πορεία του τουρισμού», η υψηλότερη από το 2001 μέχρι σήμερα, δημιουργεί χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, μας πληροφορούν οι αρμόδιοι. Μόνο που δεν μας λένε κάτω από ποιες συνθήκες πραγματοποιείται αυτή η εργασία. Πολύ περισσότερο δεν μας αναφέρουν τους λόγους για τους οποίους χιλιάδες νέοι άνθρωποι στρέφονται σε εξοντωτικές μορφές καλοκαιρινής τουριστικής εργασίας.

Το «success story» του τουρισμού, που λανσάρεται τώρα και από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, περιλαμβάνει μαύρη και ανασφάλιστη εργασία, ατέλειωτες ώρες δουλειάς, εξαφάνιση των ρεπό, μισθούς πείνας, εργοδοτική τρομοκρατία και απουσία της συνδικαλιστικής δράσης. Στον πιο ακριβό καλοκαιρινό προορισμό όπως είναι η Μύκονος υπάρχουν καταγγελίες ότι εργαζόμενοι ζουν σε κοντέινερ και σκηνές, χωρίς κλιματισμό ή άμεση πρόσβαση σε νερό και τουαλέτα. Πρόκειται για δουλικές συνθήκες εργασίας στις οποίες προσφεύγουν χιλιάδες νέοι προκειμένου να επιβιώσουν μέσα στην κρίση των μνημονίων και της σκληρής λιτότητας.

Το «live your myth in Greece», λοιπόν, για κάποιους περιλαμβάνει πολυτελείς διακοπές ή μυθικά κέρδη, ενώ για κάποιους άλλους φυσική και πνευματική εργασιακή εξόντωση. Όσο το Υπουργείο Τουρισμού διατυμπανίζει τα κατορθώματά του, τόσο το Υπουργείο Εργασίας σφυρίζει αδιάφορα για τη μη επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και για την ασυδοσία της εργοδοσίας στο χώρο του επισιτισμού-τουρισμού. Όπως καταγγέλλει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό: «η Κυβέρνηση χωρίς ντροπή παραχωρεί δικαίωμα “βέτο” στην εργοδοτική οργάνωση για την επέκταση της συλλογικής σύμβασης με το “τρικ” της προϋπόθεσης κατάθεσης του μητρώου μελών της, κάτι που επαφίεται στην πλήρη διακριτική ευχέρεια της ίδιας της εργοδοτικής οργάνωσης!».

Απάντηση στην κυβερνητική-εργοδοτική τρομοκρατία

Η βαριά βιομηχανία του τουρισμού χτίζεται πάνω στις πλάτες χαμηλόμισθων, ανασφάλιστων και σκληρά εκμεταλλευόμενων εργαζόμενων. Αυτό δεν αναφέρεται σε κανένα τουριστικό εγχειρίδιο και σε καμία λαμπερίζουσα αφίσα. Οι εργαζόμενοι στον τομέα του τουρισμού-επισιτισμού οφείλουν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και να απαιτήσουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και εργασίας. Πράγματα αυτονόητα όπως το 5ημερο, 8ωρο και τα 2 ρεπό τη βδομάδα, η υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας από τους ξενοδόχους, η επαναφορά μισθών σε αξιοπρεπή επίπεδα, η λήψη αυστηρότερων μέτρων για την απλήρωτη και ανασφάλιστη εργασία, καθώς και η πρόληψη για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων είναι βασικά αιτήματα που πρέπει να μπουν στην ατζέντα των εργαζομένων, των σωματείων και της Αριστεράς.

Η Αριστερά και τα συνδικάτα οφείλουν να οργανώσουν καμπάνιες ενημέρωσης για τα εργασιακά δικαιώματα και να προβούν σε κινητοποιήσεις όπου κρίνεται αναγκαίο και σκόπιμο ή ακόμη χειρότερα διαπιστώνεται κάποια αυθαιρεσία. Ο διάλογος μεταξύ των συναδέλφων για τα προβλήματά τους, οι δημόσιες καταγγελίες και η οργάνωση σε σωματεία είναι ένα πρώτο βήμα ρήξης με την εργοδοτική τρομοκρατία που επικρατεί στο χώρο. Όσο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και οι εργοδοτικές ενώσεις πανηγυρίζουν για την αύξηση και την κερδοφορία του τουρισμού, τόσο θα πρέπει να εντείνονται οι αγώνες για αξιοπρεπή δουλειά και ρήξη με την επίπλαστη εικόνα της καλοκαιρινής τουριστικής ανάπτυξης. Μια ανάπτυξη που ευδοκιμεί πάνω στον ιδρώτα, την κόπωση, την εξαθλίωση και το αίμα των εργαζομένων. Άλλωστε είναι γνωστό ότι η ανάπτυξη η δική τους συνεπάγεται τη δική μας καταστροφή.

Νέες εργαζόμενες περιγράφουν την εργασία στην καλοκαιρινή σεζόν:

Η δική μας δουλειά, η δική τους ανάπτυξη

Η κρίση, η ανεργία και τα αυξημένα έξοδα είναι κάποιοι από τους λόγους που σπρώχνουν χιλιάδες νέους να εργαστούν στους καυτούς μήνες του καλοκαιριού. Παλιότερα ίσως αυτή η επίπονη προοπτική εξασφάλιζε μια αξιοπρεπή οικονομική ενίσχυση για ένα νεολαίο. Σήμερα η κατάσταση έχει αντιστραφεί πλήρως. Οι νέοι αποτελούν αναλώσιμα εργαλεία για την εξυπηρέτηση της βαριάς βιομηχανίας του ελληνικού τουρισμού. Χαμηλοί μισθοί, εξοντωτικά ωράρια και εργοδοτικές προσβολές συνθέτουν ένα εξοντωτικό μοτίβο μέσα στο οποίο καλούνται να εργαστούν.

Η αλήθεια είναι ότι τα περισσότερα ρεπορτάζ που καλύπτουν την κίνηση του καλοκαιριού αντιμετωπίζουν την καλοκαιρινή εργασία ως κάτι δεδομένο, χωρίς να ψάχνουν τους λόγους για τους οποίους όλο και περισσότεροι νέοι στρέφονται σε αυτήν. Υπολογίζεται ότι φέτος εργάζονται τη θερινή σεζόν περίπου 290.000 νέοι. Τι είναι αυτό όμως που τους οδήγησε σε αυτό; Η Στέλλα, φοιτήτρια στα ΤΕΙ που εργάζεται το καλοκαίρι σε ένα ξενοδοχείο στον Πειραιά, απάντησε: «Δουλεύω τα τελευταία 3 χρόνια τη σεζόν, καθώς ως φοιτήτρια και μάλιστα στα ΤΕΙ, με ένα πλήρως εντατικοποιημένο πρόγραμμα είναι πολύ δύσκολο να συνδυαστεί η δουλειά με την παρακολούθηση εργαστηρίων».

Την ίδια στιγμή και η Σ., φοιτήτρια που εργάζεται σε ξενοδοχείο στις Κυκλάδες και δεν ήθελε να δημοσιευτεί το όνομά της για ευνόητους λόγους, ανέφερε την ανάγκη χρημάτων ως τον βασικό λόγο για τον οποίο επέλεξε να εργαστεί μέσα στο καλοκαίρι.

Ο ελληνικός τουρισμός πατάει στις οικονομικές δυσκολίες που συναντούν οι νέοι και δίνει τη δυνατότητα ακόμη μεγαλύτερης επιβολής του εκάστοτε αφεντικού. Ιστορίες εργοδοτικής αυθαιρεσίας στη δουλειά γνωρίζουμε από προσωπική πείρα ή και από αφηγήσεις φίλων. Η Σ. αναφέρει χαρακτηριστικά: «Δουλεύω στη ρεσεψιόν 10 ώρες τη μέρα, κάθε μέρα χωρίς κανένα ρεπό. Τα λεφτά είναι καλύτερα σε σχέση με άλλες περιοχές, όμως η πληρωμή δεν γίνεται με όλο το ποσό. Σου δίνει μερικά χρήματα και τα υπόλοιπα σου λέει ότι θα μπουν στο τέλος της σεζόν, προκειμένου να σε έχει δεμένο να μη φύγεις και μείνει ξεκρέμαστος. Η δουλειά είναι απαιτητική, με διαρκές τρέξιμο και ελάχιστη ξεκούραση». Η Στέλλα από την άλλη περιγράφει: «Η κατάσταση στην Αττική είναι κάπως καλύτερη απ’ αυτή που παρουσιάζεται στα νησιά στους χώρους εστίασης και επισιτισμού, όπου οι άνθρωποι πραγματικά δίνουν καθημερινή μάχη επιβίωσης. Στο παρελθόν δουλεύοντας σεζόν σε νησί, αναγκάστηκα να φύγω, καθώς συγκατοικούσα σε ένα δωμάτιο με άλλους τρεις, είχα δύο ρεπό το μήνα και με κάθε λάθος μειωνόταν ο μισθός. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν η συμφωνία αυτή που είχε γίνει. Πλέον δουλεύω κοντά στο σπίτι μου, οπότε ένα μεγάλο ζήτημα έχει λυθεί. Στον Πειραιά, επειδή έχει τουρισμό όλο το χρόνο και υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στα ξενοδοχεία, γίνονται συχνοί έλεγχοι και έτσι ο εκάστοτε εργοδότης αναγκάζεται να είναι τουλάχιστον τυπικός όσον αφορά μισθό και ασφάλιση. Όσον αφορά τα ωράρια είναι πάντοτε μια έκπληξη!».

Οι δυσκολίες όμως, που συναντά ένας εργαζόμενος που δουλεύει σεζόν, δεν κατέβηκαν από τον ουρανό. Προφανώς από κάποιους επιβάλλονται. Η κυβέρνηση είναι αυτή που παρέχει ένα ευνοϊκό πλαίσιο αυθαιρεσίας στους εργοδότες και οι τελευταίοι είναι αυτοί που αυθαιρετούν. Η Σ. συγκεκριμένα ανέφερε: «Τις πρώτες μέρες ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου ήταν πολύ ευγενικός και με κατανόηση. Με το πέρασμα των ημερών όμως άλλαξε ραγδαία τη συμπεριφορά του. Φωνές, προσβολές και βρίσιμο σε όλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και μετά το σχόλασμα μας έχει απαγορεύσει να κινούμαστε στο χώρο του ξενοδοχείου, γιατί είναι χώρος για πελάτες». Απ’ ό,τι φαίνεται, είναι επιλήψιμο να βρίσκονται στον ίδιο χώρο οι πελάτες του ξενοδοχείου με εργαζόμενους που ξεκουράζονται. Μάλιστα, η Σ. συνέχισε λέγοντας: «Το αφεντικό που διοικεί το εστιατόριο, απείλησε με παρακρατήσεις στο μισθό, αν δεν ενημερώνουμε τους πελάτες ότι μπορούν να κάνουν τηλεφωνικά κράτηση για το εστιατόριο. Απειλεί για πρόστιμα και αφαιρεί μέχρι και 20 ευρώ για κάθε λάθος».

Η Στέλλα από την άλλη τονίζει: «Επειδή κάθε ξενοδοχείο έχει τη δική του λογική και χρειάζονται αρκετές μέρες εκπαίδευση για να μπορείς να αναλάβεις από μόνη σου βάρδια, το μόνο σίγουρο είναι ότι για τον εργοδότη είναι χασούρα να φύγει υπάλληλος στη μέση της σεζόν, οπότε προσπαθεί να είναι όσο πιο ευγενικός γίνεται, γεγονός που δεν αντικατοπτρίζεται βέβαια στα κυλιόμενα ωράρια και στις υπερωρίες, όταν έρχονται group». Συνεπώς είτε με καρότο είτε με μαστίγιο, η υπεραξία των εργαζομένων απομυζάται και με το παραπάνω. Οι εργοδότες έχουν εφεύρει τον τρόπο να παίρνουν αυτό που θέλουν, όπως θέλουν και όποτε θέλουν.

Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει και η συμπεριφορά των πελατών. Η Στέλλα αναφέρει: «Οι πελάτες γενικά φαίνεται να κατανοούν την κατάσταση και στην πλειοψηφία τους δείχνουν υπομονετικοί. Δεν παύουν βέβαια να υπάρχουν κι αυτοί που μας μιλάνε λες και είμαστε υποχρεωμένοι να τους παρέχουμε τα πάντα. Κάποιοι νομίζουν ότι εμείς βάζουμε τα λεφτά τους στη τσέπη μας και είναι όλο παράπονα, ενώ κάποιοι άλλοι φτάνουν να κάνουν απ’ το άχαρο καμάκι μέχρι και να καταντήσουν προσβλητικοί».

Χαρακτηριστική είναι η παρατήρηση της Σ.: «Ανάλογα με την εθνικότητα συνήθως διαφέρει και η συμπεριφορά των πελατών. Αυτοί που μας πρήζουν περισσότερο όμως είναι κατά κύριο λόγο οι Έλληνες και οι Ιταλοί». Μάλλον οι ακριβοί Έλληνες και Ιταλοί πελάτες είναι αυτοί που πλουτίζουν από τη λιτότητα στις χώρες τους, θα συμπληρώσουμε εμείς…

Η τελευταία ερώτηση που κάναμε στη Στέλλα ήταν τι έχει να πει για τις εξαγγελίες του Υπουργείου Τουρισμού περί «τουριστικής ανάπτυξης». Η απάντησή της ήταν αφοπλιστική και συνάμα πραγματική: «Αν η ανάπτυξη κρίνεται από το γεγονός και μόνο ότι έρχονται κάθε χρόνο περισσότεροι τουρίστες στην Ελλάδα, ναι, τότε έχουμε ανάπτυξη. Να δούμε όμως και κάτω από ποιες συνθήκες έρχεται η ανάπτυξη και ποιοι την καρπώνονται. Όταν ο κατώτατος μισθός (οι περισσότερες επιχειρήσεις προσλαμβάνουν ηλικίες κάτω των 25) δεν αγγίζει τα 500€, όταν η ασφάλιση είναι μόνο πλασματική, για να είναι καλυμμένος ο εργοδότης, όταν τα εργατικά ατυχήματα γίνονται ρουτίνα, όταν το να ζητήσεις διήμερο ρεπό σε τρομάζει, σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τη δικιά μας ανάπτυξη…».

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες