Οι κοινοβουλευτικές εκλογές στις 23 Ιούλη οδήγησαν σε ένα θεσμικό αδιέξοδο στην Ισπανία, με την ισορροπία ανάμεσα στο εθνικιστικό δεξιό μπλοκ και το αυτοαποκαλούμενο «προοδευτικό» μπλοκ.

Το αντιδραστικό Λαϊκό Κόμμα κέρδισε την απόλυτη πλειοψηφία στη Γερουσία και τις περισσότερες έδρες στη Βουλή, αλλά όχι αρκετές για να σχηματίσει κυβέρνηση. Ο ηγέτης του, Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχόο, δεν κατόρθωσε να συγκροτήσει κυβέρνηση ούτε με την υποστήριξη που έλαβε από το ακροδεξιό μετα-φρανκικό κόμμα Vox.

Ένας ασταθής συσχετισμός δύναμης

Στις 28 Μάη, το Λαϊκό Κόμμα είχε πετύχει μεγάλες νίκες στις δημοτικές εκλογές και σε κάποιες από τις περιφερειακές αυτόνομες κοινότητες, εις βάρος του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSOE), και προχώρησε σε  συγκρότηση συμμαχίας με το Vox. Ο φόβος μιας επανάληψης αυτής της έκβασης σε πανεθνικό επίπεδο κινητοποίησε αρκετούς αριστερούς ψηφοφόρους υπέρ του PSOE.

Οι πολιτικές οργανώσεις που βρίσκονται εντός του «προοδευτικού μπλοκ» και οι οποίες είχαν αναδυθεί μετά το 15Μ (κίνημα των Αγανακτισμένων), όπως το Ποδέμος, έχασαν έδαφος εκλογικά. Η απουσία εμφανούς πολιτικού ρόλου και η αποτυχία της επιλογής τους να βρεθούν στην κυβέρνηση με κάθε κόστος, παρά την ηγεμονία του PSOE σε αυτήν, οδήγησε στην υποταγή της Ενωμένης Αριστεράς (IU) και του Ποδέμος στον [επικεφαλής των Σοσιαλιστών] Σάντσεζ, και σε μια κρίση και στις δύο οργανώσεις. Ο νέος κοινός τους σχηματισμός, το Sumar, υπό την ηγεσία της Γιολάντα Ντίαζ, δεν θα ανακόψει αυτήν την κρίση αλλά θα την επιδεινώσει, γιατί η οπορτουνιστική συμπόρευσή του με το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν οδηγεί σε μια «αναγέννηση» του διαθέσιμου πολιτικού χώρου για την Αριστερά.

Επιστρέφουμε στο δικομματικό μοντέλο που διακυβέρνησε το Ισπανικό πολιτικό σύστημα από την αρχή της μετάβασης από το καθεστώς Φράνκο και μετά το κοινωνικό και το συνταγματικό «συμβόλαιο» του 1978. Οι εκλογές έγιναν σε ένα πλαίσιο βαθιάς αδράνειας του μαζικού κινήματος, ιδιαίτερα του συνδικαλιστικού, και της «δορυφοριοποίησης» πολλών οργανώσεων γύρω από την κυβέρνηση Σάντσεζ.

Σε ένα περιβάλλον πληθωρισμού και απωλειών στην αγοραστική δύναμη της εργατικής τάξης, αλλά και ρεκόρ κερδών για τις τράπεζες, τις μεγάλες ενεργειακές εταιρίες και τις κλωστοϋφαντουργίες, η ρεφορμιστική Αριστερά δεν οργανώνει κοινωνικές αντιστάσεις και η αντικαπιταλιστική Αριστερά είναι πολύ αδύναμη για να το πράξει. Οι συνέπειες της ήττας και της καταστολής του Καταλανικού εθνικιστικού δημοκρατικού κινήματος παραμένουν αισθητές. Όλα αυτά έχουν αυξήσει την κοινωνική αναστάτωση, αλλά οι δυνάμεις στα αριστερά του PSOE έχουν εγκαταλείψει τους δρόμους και η διαμαρτυρία κατευθύνεται όλο και περισσότερο από τις λαϊκιστικές, νεοφιλελεύθερες και αντιδραστικές πολιτικές της Δεξιάς και της ακροδεξιάς, υιοθετώντας ένα νέο-Φρανκικό αντιδημοκρατικό αφήγημα.

Αβεβαιότητα και σύγκρουση

Ο Σάντσεζ ηγήθηκε της [προηγούμενης] κυβέρνησης συνασπισμού με μια νεοφιλελεύθερη πολιτική και εγκατέλειψε σημαντικές προεκλογικές του υποσχέσεις όσον αφορά κοινωνικούς και κατασταλτικούς νόμους, για τη στέγαση, τα εργατικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας και παιδείας.

Για να πετύχει μια δεύτερη κυβερνητική θητεία, ο Σάντσεζ επιχειρεί σήμερα να κερδίσει τις αναγκαίες ψήφους στήριξης από άλλα κόμματα: μικρά αριστερά κόμματα, αστικά και μικροαστικά κόμματα Βάσκων, Γαλικιανών και Καταλανών εθνικιστών και υποστηρικτών της ανεξαρτησίας, όπως το Βασκικό Εθνικιστικό Κόμμα, το [καταλανικό] Junts και η Ρεπουμπλικανική Αριστερά της Καταλονίας. Η διαφορά εδρών ανάμεσα στα δύο μπλοκ είναι πολύ μικρή. Στην καρδιά της προσπάθειας συμφωνίας βρίσκεται η χορήγηση γενικής αμνηστίας για όλους όσους διώκονται σε σχέση με τις κινητοποιήσεις και τις διακηρύξεις [δημοψηφίσματος, αυτονόμησης] στην Καταλονία. Αυτό είναι ένα ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί για στοιχειώδεις δημοκρατικούς λόγους.

Αυτό το προγραμματικό σημείο θεωρείται απαράδεκτο από την Ισπανική Δεξιά, η οποία έχει εξαπολύσει μια γενικευμένη κινητοποίηση, με τη συνεργασία του δικαστικού συστήματος που κληροδότησε ο Φρανκισμός και τη συμπάθεια μεγάλων τμημάτων του στρατού, της αστυνομίας και των ΜΜΕ. Η σχετική συμφωνία συζητιέται συνδυαστικά με την υποστήριξη στο σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Υπήρξαν οδομαχίες με ακροδεξιούς και φασίστες που πολιόρκησαν τα γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος, ενώ ο ηγέτης του Vox, Σαντιάγκο Αμπασκάλ, κάλεσε την αστυνομία να μην υπακούσει και να μην δράσει ενάντια στους διαδηλωτές. Από τη μεριά του, το Λαϊκό Κόμμα κάλεσε σε κινητοποιήσεις στις 12 Νοέμβρη σε όλες τις πρωτεύουσες περιφερειών. Η Δεξιά στους δρόμους, η Αριστερά να καλεί τους πολίτες σε τάξη και ηρεμία: Το χειρότερο δυνατό σενάριο. 

Για άλλη μια φορά στον ισπανικό λαβύρινθο, οι ταξικές αντιθέσεις, οι εθνικές ταυτότητες και οι πολιτικές θέσεις για το εθνικό ζήτημα διαπλέκονται. Αν το PSOE κατορθώσει να συγκεντρώσει τις αναγκαίες ψήφους στη Βουλή [το κατόρθωσε λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση αυτού του άρθρου], αυτό δεν θα σημάνει μια «επιστροφή στην ομαλότητα», καθώς θα αποτελεί την έναρξη της θητείας ενός εξαιρετικά συγκρουσιακού και ασταθούς κοινοβουλίου.

*Ο Μανουέλ Γκαρί είναι ηγετικό στέλεχος των Anticapitalistas στο Ισπανικό Κράτος, το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην εφημερίδα L' Anticapitaliste (Γαλλία).

Ετικέτες