Η συγκυβέρνηση επαίρεται ότι ανοίγει τις πύλες του δημόσιου συστήματος υγείας στους ανασφάλιστους συμπολίτες μας, καθιερώνοντας τη δωρεάν πρόσβαση σε φάρμακα, εξετάσεις και γιατρούς. Τεράστια απάτη...

Ας ξεκινήσουμε με τα τυπικά, τα διαδικαστικά μέρη της νέας απόπειρας να νομοθετήσει η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ το περιβόητο «παράλληλο πρόγραμμα». Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, διεξάγονται δύο... παράλληλες συζητήσεις στη Βουλή, σε διαφορετικές επιτροπές της. Στην πρώτη, στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, συζητούνται δύο πράξεις νομοθετικού περιεχομένου (ΠΝΠ) οι οποίες περιλάμβαναν τμήμα του αρχικού σχεδίου νόμου και έρχονται στο Κοινοβούλιο για κύρωση. Στη δεύτερη, σε κοινή συνεδρίαση τριών επιτροπών, με κύρια εκείνη των Κοινωνικών Υποθέσεων, διεξάγεται η συζήτηση για ένα άλλο τμήμα του ίδιου αρχικού σχεδίου νόμου, το οποίο περιλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά ρυθμίσεις του υπουργείου Υγείας.

 

Η πρωτοτυπία της διαδικασίας που ακολουθείται συνίσταται στο γεγονός ότι η συγκυβέρνηση, προκειμένου να δείξει ότι δεν έτρεξε απολύτως τίποτα όταν το δήθεν παράλληλο πρόγραμμα αποσύρθηκε άρον – άρον έπειτα από διαταγή του κουαρτέτου των δανειστών, το οποίο αγνοούσε τις κυβερνητικές προθέσεις, ξεκινά τις υποτιθέμενες διακοπείσες εργασίες από το σημείο που σταμάτησαν. Αυτό όμως παραγνωρίζει το αντικειμενικό και νομικό γεγονός ότι το ίδιο σχέδιο νόμου έχει τεμαχιστεί ήδη σε δύο διαφορετικά τμήματα (ΠΝΠ και νομοσχέδιο) καθώς επίσης ότι κατά παράβαση του Κανονισμού της Βουλής και του Συντάγματος, η συζήτηση του δεύτερου τμήματος διεξάγεται με την ίδια έκθεση οικονομικών συνεπειών, την ίδια έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και μια παρωχημένη αρίθμηση άρθρων και παραγράφων καθώς όπως ήδη αναφέρθηκε μεγάλο τμήμα του έχει συμπεριληφθεί, άτακτα και κατόπιν κοπτοραπτικής, σε ΠΝΠ!

 

Φυσικά, η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και οι κοινοβουλευτικές ομάδες που την στηρίζουν, έχουν πάρει διαζύγιο από την τήρηση έστω και ελάχιστων εγγυήσεων κοινοβουλευτικής και συνταγματικής διαδικασίας, από τη στιγμή που υπερψήφισαν το τρίτο μνημόνιο. Η κατάσταση όμως που επικρατεί δεν αποτελεί απλώς μια ακόμη παραβίαση κανονισμών, αλλά μια πρόχειρη απόπειρα να πέσει στάχτη στα μάτια όσων ακόμη βασίζουν (φρούδες) ελπίδες στην υποτιθέμενη «παράλληλη νομοθέτηση» ανακουφιστικών μέτρων για τα πλέον αδύναμα και χειμαζόμενα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Αφορά δηλαδή κατεξοχήν το ουσιαστικό σκέλος της εν λόγω νομοθέτησης.

 

Η συγκυβέρνηση λοιπόν επαίρεται ότι ανοίγει τις πύλες του δημόσιου συστήματος υγείας στους ανασφάλιστους συμπολίτες μας, καθιερώνοντας τη δωρεάν πρόσβαση σε φάρμακα, εξετάσεις και γιατρούς. Τεράστια απάτη... Η συγκυβέρνηση στην πραγματικότητα επαναφέρει και αναβαθμίζει σε επίπεδο νόμου του κράτους και όχι απλώς κοινών, υπουργικών αποφάσεων, προϋπάρχουσες ρυθμίσεις επί υπουργίας Άδωνη Γεωργιάδη και Κατερίνας Παπακώστα και μια απλή αντιπαραβολή, φράση – φράση, των ρυθμίσεων που προτείνονται προς νομοθέτηση και των τότε υπουργικών αποφάσεων, το αποδεικνύει. Το καινούριο στοιχείο είναι η καθιέρωση ΑΜΚΑ, για την ακρίβεια η διατήρηση ή η απονομή του, για όσους είτε εξέπεσαν από την ασφαλιστική ικανότητα και κάλυψη είτε βρίσκονται στη χώρα μας με διάφορα νομιμοποιητικά έγγραφα και καθεστώτα προστασίας της μετανάστευσης και της προσφυγιάς. Αυτό θα μπορούσε να εκληφθεί ως θετικό μέτρο. Υπάρχει όμως ένα τεράστιο «αλλά». Και αυτό το «αλλά» προκύπτει από την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που αποτιμά τη (νέα) απόπειρα να συμπεριλάβει το δημόσιο σύστημα υγείας το σύνολο των ανασφαλίστων, καθώς και γενικά το κόστος των προτεινόμενων ρυθμίσεων σε κάτι λιγότερο από 130 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία όμως (προσέξτε...) προσανατολίζονται κυρίως για τους έκτακτους διορισμούς επικουρικού προσωπικού και την τοποθέτηση ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού – με αρκετά υλικά κίνητρα – κυρίως σε απομακρυσμένα νησιά. Σε αυτό το σημείο θα επανέλθω.

 

Με άλλα λόγια, η συγκυβέρνηση επιχειρεί να καλύψει υγειονομικά περίπου 2,5 εκατ. συμπολίτες μας, χωρίς να αυξήσει τους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων και του ΠΕΔΥ ούτε ένα ευρώ... Έτσι νοσοκομεία και υγειονομικοί θα πρέπει να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις με αναιμικούς προϋπολογισμούς, τις γνωστές, χρόνιες και οξείες ελλείψεις σε φάρμακα, υλικά και εξοπλισμό και με αποδεδειγμένα υψηλό φόρτο εργασίας, λόγω των ελλείψεων και των κενών σε προσωπικό. Αυτή η εξέλιξη βέβαια προϋποθέτει ότι οι ανασφάλιστοι, που τώρα εξυπηρετούνται κυρίως στα πολλά κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, θα προσέλθουν στα δημόσια νοσοκομεία και κέντρα υγείας για να εξυπηρετηθούν. Αυτό δεν θα συμβεί. Για τον απλούστατο λόγο ότι στην πραγματικότητα αυτό που επιχειρείται από τη συγκυβέρνηση είναι η εξομοίωση των ανασφάλιστων με τους ασφαλισμένους στο ασφυκτικό πλαίσιο των υψηλών ιδιωτικών πληρωμών από την τσέπη τους, των συμμετοχών δηλαδή σε φάρμακα, εξετάσεις και γιατρούς. Ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να καταβάλει τις εισφορές του, προφανώς δεν θα μπορεί και να ανταποκριθεί και στις συμμετοχές του. Εξάλλου οι υψηλές και πανάκριβες συμμετοχές είναι ένας από τους βασικούς λόγους του φαινομένου της υγειονομικής φτώχειας, της αδυναμίας είτε ανασφάλιστοι είτε ακόμη και τύποις ασφαλισμένοι να μπορούν να λάβουν την κατάλληλη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη έγκαιρα και αξιόπιστα. 

 

Προκειμένου επομένως να είναι πραγματικά δωρεάν και ελεύθερη η πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία, θα έπρεπε ο κοινωνικός προϋπολογισμός στο σκέλος του ΕΣΥ και του ΠΕΔΥ να είναι αρκετά αυξημένος και φυσικά να κινείται έξω από τον στενό, δημοσιονομικό κορσέ του κουαρτέτου και των διαδοχικών μνημονίων. Από τη στιγμή όμως που αυτό δεν συμβαίνει, τότε ο ανασφάλιστος που θα προσέλθει για να εξεταστεί θα πρέπει να είναι έτοιμος να πληρώσει αδρά από την τσέπη του και το φάρμακο και την εξέταση. Από μια διαφορετική οπτική, τα κοινωνικά ιατρεία και κοινωνικά φαρμακεία δεν πρόκειται να κλείσουν και δεν πρόκειται να δουν να μειώνεται ο αριθμός των ανασφάλιστων, φτωχών και αποκλεισμένων συμπολιτών μας στις πόρτες τους.

 

Άσφαιρη τουφεκιά

 

Τα παραπάνω, αποδεικνύονται και από το γεγονός ότι το κουαρτέτο δεν διατυπώνει αντιρρήσεις για  τη νομοθέτηση του «παράλληλου προγράμματος» καθώς διαπιστώνει ότι δεν ανατρέπει και δεν πλήττει το καθεστώς απαξίωσης και διάλυσης του κοινωνικού κράτους και την αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία στους κοινωνικούς προϋπολογισμούς. Με απλά λόγια, αναγνωρίζει ότι πρόκειται για άσφαιρη τουφεκιά στον αέρα, εξ ου και έδωσε το πράσινο φως για να προχωρήσει η κοινοβουλευτική διαδικασία νομοθέτησης του. Υπενθυμίζω απλώς ότι η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει συνομολογήσει με τη συμφωνία της 13ης Ιουλίου ότι κάθε νομοθετική πρωτοβουλία της θα περνά από την «κρησάρα» των δανειστών και θα προχωρά μόνο όταν θα έχει πάρει το δικό τους ΟΚ, αυτό ακριβώς που έχει συμβεί και με το δήθεν «παράλληλο πρόγραμμα», το οποίο βρίσκεται, λέει, εκτός του μνημονιακού πλαισίου! Τίποτα δεν βρίσκεται ούτε και θεσμοθετείται εκτός αυτού του οικονομικού και κοινωνικού ζουρλομανδύα.

 

Το δεύτερο σκέλος των ρυθμίσεων αφορά τοποθετήσεις επικουρικού προσωπικού σε νοσοκομεία κυρίως της νησιωτικής χώρας με έξτρα υλικά και ηθικά κίνητρα. Στα χαρτιά, φαντάζει καλό αν όχι αυτονόητο. Στην πραγματικότητα όμως σκοντάφτει στην πραγματικότητα και τη νομοθεσία, που δεν θίγεται ούτε αλλάζει στο σημείο αυτό. Η πραγματικότητα ορίζει ότι τουλάχιστον 22.000 νέοι γιατροί, νοσηλευτές και οδοντίατροι έχουν μεταναστεύσει σε χώρες του εξωτερικού, ακριβώς επειδή δεν υπήρχαν προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης στην Ελλάδα. Η νομοθεσία υπαγορεύει ότι γιατροί και νοσηλευτές οι οποίοι τοποθετούνται εντός των ορίων μιας Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ) με απλή απόφαση του διοικητή της μπορεί να μετατεθούν ή να αποσπαστούν σε άλλο νοσοκομείο ή κέντρο υγείας της ίδιας ΥΠΕ. Με απλά λόγια, γιατρός που θα ανταποκριθεί στην πρόσκληση και θα τοποθετηθεί σήμερα σε νησί του Αιγαίου, κινδυνεύει να αποσπαστεί αύριο σε νοσοκομείο του Πειραιά (2η ΥΠΕ).

 

Τέλος, η συγκυβέρνηση καυχιέται ότι δίνει λύση στο πρόβλημα της λειτουργίας του νέου Νοσοκομείου στη Σαντορίνη. Στην πραγματικότητα όμως το νοσοκομείο περνά στο χαρτοφυλάκιο μιας ανώνυμης εταιρίας του δημοσίου, της ΑΕΜΥ ΑΕ, η οποία όντας διαχειρίστρια ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου ανά πάσα στιγμή μπορεί να περάσει στο ΤΑΙΠΕΔ και να πωληθεί μαζί με τα περιουσιακά της στοιχεία έναντι πινακίου φακής. Και σε αυτό το πεδίο, η συγκυβέρνηση προσπαθεί να πουλήσει, ανεπιτυχώς, καθρεφτάκια και χάντρες δήθεν κοινωνικής πολιτικής στους ιθαγενείς.

Ετικέτες