Λίγες μέρες πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μαζί με τον υπουργό Παιδείας Κυριάκο Πιερρακάκη παρουσίασαν 11 σημεία-μεταρρυθμίσεις για το δημόσιο σχολείο.

Ανούσιες παρεμβάσεις, αυταρχισμός, περαιτέρω υποβάθμιση του δημόσιου σχολείου παρουσιάστηκαν ως σύγχρονες ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις. Σε συνέχεια του πολυνομοσχεδίου που παρουσίασε ο υπουργός Παιδείας τον Ιούλιο, η κυβέρνηση της ΝΔ παραμένει προσηλωμένη σε μια αντιεκπαιδευτική και αντικοινωνική πολιτική που υποβαθμίζει σταθερά τη δημόσια παιδεία σε όλα τα επίπεδα.

Επικοινωνιακά τερτίπια και υποκρισία

Στην παρουσίαση των 11 σημείων εξέχουσα θέση είχε ο διορισμός 10.000 μόνιμων εκπαιδευτικών σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση για το νέο σχολικό έτος. Όμως «ξέχασε» να αναφέρει δύο σημαντικές παραμέτρους. Πρώτον, με το πολυνομοσχέδιο που παρουσίασε τον Ιούλιο καταργήθηκαν περίπου 3.300 οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση σύμφωνα με την ΟΛΜΕ, με τις μισές θέσεις να μετακινούνται σε δημοτικά και νηπιαγωγεία (!) και τις άλλες μισές να καταργούνται εντελώς. Με αυτόν τον τρόπο πολλές θέσεις θα «εμφανίζονται» ως υπεράριθμες και εκπαιδευτικοί θα χρειάζεται να μετακινούνται μεταξύ διαφορετικών σχολείων για να μπορέσουν να ολοκληρώσουν το ωράριό τους. Επιπλέον, ανακοινώθηκαν λίγες μέρες αργότερα μόλις 8.500 προσλήψεις αναπληρωτών καθηγητών ενώ οι ανάγκες εκτιμάται ότι είναι περίπου 40-50 χιλιάδες.

 Δεύτερον, το υπουργείο Παιδείας επιμένει εμμονικά σε μια κατεύθυνση συγχωνεύσεων τμημάτων-τάξεων οι οποίες υπολογίζεται ότι θα οδηγήσουν στην κατάργηση συνολικά 900 τμημάτων. Αυτό αφενός σημαίνει ότι οι πολυάριθμες σχολικές τάξεις με 30 μαθητές/τριες θα είναι πλέον ο κανόνας και αφετέρου θα οδηγήσει σε κλείσιμο μικρών σχολικών μονάδων στην περιφέρεια και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Αυτή η συνθήκη οδηγεί σε ντε φάκτο συρρίκνωση του δημόσιου σχολείου, παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες για το αντίθετο. Όποια αλχημεία, όποιο «ταχυδακτυλουργικό» και αν κάνει η κυβέρνηση για να παρουσιάσει το άσπρο μαύρο, η πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά εκπαιδευτικοί και μαθητές/τριες δε θα αλλάξει.

Από την άλλη οι εξαγγελίες για το ψηφιακό σχολείο και την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στην εκπαιδευτική διαδικασία προσπαθούν απλά να χρυσώσουν το χάπι. Μάθαμε από τον υπουργό πως σε απομακρυσμένα μέρη όπου υπάρχει πολύ μικρός αριθμός μαθητών/τριών θα υπάρξουν «αυτόνομες τάξεις», δηλαδή τάξεις χωρίς να υπάρχει σχολική μονάδα. Μάλιστα σε αυτές μόνο κάποια μαθήματα θα γίνονται δια ζώσης, τα οποία θεωρούνται κύρια, ενώ τα υπόλοιπα θα γίνονται μέσω τηλεδιάσκεψης. Συνεπώς, το υπουργείο προσπαθεί να αντικαταστήσει το κλείσιμο σχολικών μονάδων και τις ελλείψεις διδακτικού προσωπικού με ψηφιακά κόλπα. Επιπλέον, με τη θεσμοθέτηση ενός ψηφιακού φροντιστηρίου, με μαγνητοσκοπημένα εκπαιδευτικά βίντεο, κοινώς βίντεο-κονσέρβα, το υπουργείο από τη μία αναγνωρίζει την ανάγκη φροντιστηριακής ενίσχυσης και διδασκαλίας (που σε μεγάλο βαθμό βέβαια προκύπτει από τις ανεπάρκειες και τις ελλείψεις του δημόσιου σχολείου) και από την άλλη υποβαθμίζει (έως εξαφανίζει) το θεσμό της ενισχυτικής δια ζώσης διδασκαλίας. Την ίδια στιγμή διαφημίζει την τοποθέτηση διαδραστικών ψηφιακών πινάκων σε πολλές σχολικές αίθουσες. Βέβαια θα είχε ενδιαφέρον να βλέπαμε πόσο καλά λειτουργούν αυτοί οι διαδραστικοί πίνακες σε σχολεία που πλημμυρίζουν, που οροφές πέφτουν επειδή δε δίνονται πόροι για τη συντήρηση και επισκευή τους ή σε κοντέινερ.

Αυτές οι επιλογές δημιουργούν αναπόφευκτα πολλές κατηγορίες μαθητών/τριών. Τα παιδιά που βρίσκονται σε πολύ απομακρυσμένες περιοχές της περιφέρειας δε θα μπορούν να έχουν καθολική πρόσβαση σε ό,τι έχει να προσφέρει το δημόσιο σχολείο, κάτι που αντιτίθεται και στη συνταγματική υποχρέωση του κράτους. Βέβαια και όσα παιδιά βρίσκονται στα αστικά κέντρα και μεγαλύτερες πόλεις θα έχουν πλέον μια πολύ βασική πρόσβαση σε μια υποβαθμισμένη παιδεία, με ελλείψεις διδακτικού προσωπικού, με πολυάριθμες αίθουσες, χωρίς ενισχυτική διδασκαλία και μόνο όσων οι γονείς έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουν υπέρογκα ποσά σε ιδιωτικά φροντιστήρια θα μπορούν να έχουν μια ίσως καλύτερη τύχη στο τέλος της σχολικής τους ζωής να περάσουν σε κάποια πανεπιστημιακή σχολή. Τα ταξικά εμπόδια στη δημόσια παιδεία για τα παιδιά των εργατικών και λαϊκών οικογενειών γιγαντώνονται με αυτή την πολιτική.

Αυταρχισμός

Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει δείξει ουκ ολίγες φορές ότι ο αυταρχισμός είναι συστατικό συνοδευτικό του νεοφιλελευθερισμού που υπηρετεί. Δάσκαλοι και καθηγητές το έχουν βιώσει από πρώτο χέρι. Τον τελευταίο καιρό εξελίσσεται πολύ σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας και των εκπαιδευτικών γύρω από το θέμα της αξιολόγησης. Το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών έχει εναντιωθεί πλειοψηφικά στην προωθούμενη αξιολόγηση με συνέχεια και συνέπεια, προχωρώντας σε επαναλαμβανόμενες απεργιακές κινητοποιήσεις και στάσεις εργασίας, καλώντας το σύνολο των εκπαιδευτικών να απέχει από τη διαδικασία κοροϊδία της αξιολόγησης. Ο βασικός στόχος της αξιολόγησης δεν είναι σε καμία περίπτωση η βελτίωση της ποιότητας του δημόσιου σχολείου, κάτι τέτοιο άλλωστε δε φαίνεται από τη συνολική κυβερνητική πολιτική για τη δημόσια παιδεία. Αντίθετα, ο βασικός στόχος είναι να φορτωθούν οι εκπαιδευτικοί στις πλάτες τους, ο καθένας και η καθεμία ατομικά, όλες τις ελλείψεις και τις ανεπάρκειες του δημόσιου σχολείου που έχουν προκαλέσει οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης.

Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας επιλέγει να έρθει σε ολομέτωπη αντιπαράθεση με τους εκπαιδευτικούς αξιοποιώντας όλο το αντεργατικό νομικό οπλοστάσιο που έχει για να θέσει εκτός νόμου τους αγώνες των εκπαιδευτικών ενάντια στην αξιολόγηση και συνολικότερα ενάντια στην περαιτέρω υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας. Ωστόσο η κυβέρνηση δεν περιορίζεται στην προσπάθεια να θέσει την απεργία-αποχή ενάντια στην αξιολόγηση εκτός νόμου αλλά αξιοποιεί κάθε δυνατό μέσο για να κάμψει το ηθικό των εκπαιδευτικών και να τρομοκρατήσει. Μέχρι σήμερα υπάρχουν δεκάδες περιπτώσεις σε όλη την Ελλάδα όπου εκπαιδευτικοί έρχονται αντιμέτωποι με πειθαρχικές διώξεις για τη στάση τους, ακόμα και για αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα που αντιτίθενται στις κυβερνητικές πολιτικές και τα στελέχη της κυβερνητικής παράταξης μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Τελευταίο παράδειγμα οι ομαδικές κλήσεις εκπαιδευτικών από τη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Κιλκίς «δι’υπόθεσίν τους», επειδή συμμετείχαν στην απεργία-αποχή ενάντια στην αξιολόγηση. Η κυβέρνηση δεν προσπαθεί απλώς να επιβάλλει μια πολιτική που ξηλώνει τη δημόσια παιδεία. Προσπαθεί επιπλέον να επιβάλλει γενικό σιωπητήριο σε όσες και όσους σηκώνουν κεφάλι, ακόμα και με πρακτικές που παραπέμπουν σε άλλες σκοτεινές εποχές.

Με την ίδια αυταρχική λογική που αντιμετωπίζει τους αγώνες των εκπαιδευτικών προσπαθεί να αντιμετωπίσει όλα τα σχολικά προβλήματα. Ο αυταρχισμός και οι ποινές είναι ο τρόπος που προκρίνει η κυβέρνηση για να «συνετίσει» τους μαθητές και τις μαθήτριες. Πιο συγκεκριμένα, σχετικά με το σχολικό εκφοβισμό (bullying) αυτό που έχει να προτείνει η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας είναι η επαναφορά της πενθήμερης αποβολής (η οποία είχε καταργηθεί και υπήρχε μόνο η ποινή της τριήμερης αποβολής), στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα ότι κάθε πρόβλημα θα αντιμετωπίζεται με τη μορφή τιμωρίας. Το ίδιο θα ισχύει και για τη γελοιωδέστατη πρωτοβουλία «κινητό στη τσάντα», σύμφωνα με την οποία θα απαγορεύεται σε μαθητές και μαθήτριες η χρήση κινητού τηλεφώνου κατά τη διάρκεια του μαθήματος, προβλέποντας και πάλι ποινές. Ταυτόχρονα θα βάζει και τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς σε ρόλο χωροφύλακα μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας.

Προβλήματα χωρίς απαντήσεις

Αναμενόμενα ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Παιδείας δεν είπαν απολύτως τίποτα για τα πιο σημαντικά προβλήματα. Δεν ειπώθηκε ούτε μισή κουβέντα για το ζήτημα της σχολικής στέγης και της κατάστασης που βρίσκονται πάρα πολλά σχολεία σε όλη την επικράτεια. Οι ειδήσεις για προβλήματα στη λειτουργία και τη συντήρηση των σχολικών κτιρίων, για ελλιπή θέρμανση και κλιματισμό, για σοβάδες που πέφτουν κλπ έχουν γίνει κανονικότητα. Όμως η κυβέρνηση εξακολουθεί να μην κατευθύνει πόρους για την αναβάθμιση των σχολικών εγκαταστάσεων.

Δεν ειπώθηκε μισή κουβέντα για τις χαμηλές μισθολογικές απολαβές των εκπαιδευτικών, ιδιαίτερα των νεοδιόριστων και των αναπληρωτών, που αντίστοιχα με το γενικό επίπεδο των μισθών, δεν αρκούν για μία αξιοπρεπή διαβίωση. Δεν ειπώθηκε μισή κουβέντα για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί στην αναζήτηση στέγης στην περιφέρεια και ιδιαίτερα σε τουριστικές περιοχές, όπου πλέον είναι σχεδόν αδύνατον να βρεθεί ένα σπίτι με ενοίκιο σε κάποια λογική τιμή, ώστε ο μισθός του εκπαιδευτικού να μπορεί να καλύψει αξιοπρεπώς το σύνολο των βιοτικών αναγκών. Εκπαιδευτικός να μένει σε κάμπινγκ νησιού ή να αναγκάζεται να κοιμάται στο αμάξι του είναι εικόνες πραγματικά ντροπής.

Δεν ειπώθηκε μισή κουβέντα για το πώς για άλλη μια χρονιά χιλιάδες μαθητές/τριες έμειναν εκτός του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης λόγω της απαράδεκτης Ειδικής Βάσης Εισαγωγής και θα αναγκαστούν είτε να ξαναπεράσουν τη βάσανο των πανελλαδικών εξετάσεων είτε να οδηγηθούν σε κάποιο ιδιωτικό κολλέγιο. Και η δεύτερη επιλογή, αυτή του ιδιωτικού κολλεγίου, αφορά πλέον όλο και λιγότερους αποφοίτους Λυκείου, αφού τα κόστη για την πλειοψηφία των οικογενειών είναι απαγορευτικά.

Εν ολίγοις, οι κυβερνητικές ανακοινώσεις δεν απαντούν στα άμεσα και φλέγοντα ζητήματα του δημόσιου σχολείου που ταλαιπωρούν εκπαιδευτικούς και μαθητές/τριες. Αντίθετα, για άλλη μια φορά η ΝΔ επιδίδεται σε μία έντεχνη προσπάθεια αντιστροφής της πραγματικότητας, παρουσιάζοντας ένα επίπλαστο αφήγημα εκσυγχρονισμού την ώρα που βυθίζει το δημόσιο σχολείο ακόμα παραπάνω στην απαξίωση και την υποβάθμιση, δημιουργώντας ολοένα και περισσότερο ένα εκπαιδευτικό σύστημα δύο ταχυτήτων, με μαθητές/τριες δεύτερης κατηγορίας και απαξιωμένο εκπαιδευτικό προσωπικό. Ως γνήσιοι ντίλερς του ιδιωτικού συμφέροντος απέναντι στο δημόσιο και τα κοινά αγαθά, με αυτή την πολιτική στρώνουν το έδαφος για την ανάπτυξη σε μεγαλύτερο βαθμό της ιδιωτικής πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καθώς και των ιδιωτικών φροντιστηρίων. 

O μόνος δρόμος για την υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου και της δημόσιας δωρεάν παιδείας είναι οι αγώνες των εκπαιδευτικών και των μαθητών/τριών απέναντι στην κυβέρνηση και το υπουργείο. Η μάχη για την υπεράσπιση του δημόσιου σχολείου είναι και μάχη υπεράσπισης του δημόσιου απέναντι στο ιδιωτικό. Είναι μάχη για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών απέναντι στις ιδιωτικοποιήσεις και τα κέρδη.

ΑΕΙ: Ιδιωτικοποίηση και μιλιταρισμός

-Λίγους μόλις μήνες μετά την ψήφιση του νόμου που επιτρέπει την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, διαφημίσεις για νέα κολλέγια και συνεργασίες με πανεπιστήμια του εξωτερικού που προσφέρουν εύκολα πτυχία με επαγγελματικά δικαιώματα έχουν κατακλύσει τον Τύπο, τα ραδιόφωνα και το διαδίκτυο. Πέρα από τα ιδιωτικά κολλέγια και ΙΕΚ που πλέον έχουν αναβαθμιστεί, νέες ιδιωτικές σχολές ξεπηδάνε. Προφανώς προσπαθούν να «ψαρέψουν πελατεία» από τα χιλιάδες παιδιά που έμειναν εκτός πανεπιστημίου κυρίως λόγω της απαράδεκτης ειδικής βάσης εισαγωγής. Βέβαια μόνο για όσους/ες έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν τα αντίστοιχα δίδακτρα. Την ίδια στιγμή κανένα μέτρο ενίσχυσης του δημόσιου πανεπιστημίου δεν παίρνεται από την κυβέρνηση, ούτε για την κάλυψη των κενών σε διδακτικό προσωπικό ούτε για την αναγκαία συντήρηση και αναβάθμιση των υλικών υποδομών. Η οικονομική αφαίμαξη του δημόσιου Πανεπιστημίου έχει άμεσες συνέπειες για διδακτικό, διοικητικό και ερευνητικό προσωπικό αλλά και για τους φοιτητές/τριες που βλέπουν τις σχολές τους να διαλύονται, τις φοιτητικές εστίες να μην μπορούν να καλύψουν τις στεγαστικές ανάγκες φοιτητών/τριών. Οι προκλήσεις για το φοιτητικό κίνημα τη νέα χρονιά για την υπεράσπιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του Πανεπιστημίου απέναντι στις ιδιωτικοποιήσεις θα είναι μεγάλες.

-Τη στιγμή που η κυβέρνηση δαπανά υπέρογκα ποσά σε πολεμικούς εξοπλισμούς αλλά δε βρίσκει «δημοσιονομικό περιθώριο» για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και για τη δημόσια παιδεία, η Σχολή Θετικών Επιστημών του ΕΚΠΑ επιχείρησε να προχωρήσει σε συμφωνία για πρόγραμμα υποτροφιών με τη Lockheed Martin. Η Lockheed Martin, είναι κορυφαία εταιρεία του αμερικανικού στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος και είναι αυτή που θα πουλήσει τα 20 F-35 στο ελληνικό κράτος, αξίας 3,2 δισ. ευρώ. Μία τέτοια πολεμοκάπηλη συνεργασία ενός δημόσιου πανεπιστημίου με την πολεμική βιομηχανία και τους εμπόρους όπλων είναι τουλάχιστον προκλητική, ειδικά την ώρα που η γενοκτονία στην Παλαιστίνη συνεχίζεται με τη στήριξη της Ελλάδας και των ΗΠΑ στο κράτος τρομοκράτη του Ισραήλ. Φοιτητικοί Σύλλογοι έκαναν κινητοποίηση στο ΕΚΠΑ απαιτώντας να μην υπογραφεί καμία συμφωνία με τη Lockheed Martin, πιέζοντας την κοσμητεία και αποσπώντας τοποθέτηση από τον κοσμήτορα ότι διαφωνεί με την εν λόγω συνεργασία. Η κινητοποίηση των φοιτητών/τριών αλλά και η στάση του διδακτικού προσωπικού που στέκεται ενάντια στον πόλεμο και τη γενοκτονία που συντελείται στην Παλαιστίνη μπορούν να εμποδίσουν την ντροπιαστική συνεργασία με τους δολοφόνους εμπόρους όπλων.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες