Στα τέλη Γενάρη, η σύλληψη του Αλεξέι Ναβάλνι, αμέσως μετά την επιστροφή του στη Ρωσία, πυροδότησε ένα πανεθνικό κύμα μαζικών διαδηλώσεων που απαντήθηκε από το καθεστώς με μια πρωτοφανή κλιμάκωση της κρατικής καταστολής.

Οι συλληφθέντες ξεπερνούν τις 10.000 και αντιμετωπίζουν βαριές κατηγορίες που, στη Ρωσία του Πούτιν, οδηγούν σε πολυετή φυλάκιση. Οι τραυματίες κατά τις συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής φαίνεται ότι ξεπερνούν κάθε προηγούμενο ρεκόρ, αν και το καθεστώς όπως και τα ελεγχόμενα μίντια αποφεύγουν να δώσουν συγκεκριμένους αριθμούς. Την επομένη των διαδηλώσεων υπήρξε κύμα αποβολής φοιτητών από τα πανεπιστήμια, αλλά και απολύσεων των πανεπιστημιακών που προσπάθησαν να υπερασπίσουν τους φοιτητές και τις φοιτήτριές τους. Οι κυβερνητικές δυνάμεις ενεργοποίησαν όλο το πλέγμα των ελεγχόμενων από το κράτος και την εκκλησία «κοινωνικών οργανώσεων» προκειμένου να εκβιάσουν τους μαθητές να παραμείνουν ανενεργοί στα σχολεία.

Οι διαδηλωτές απαιτούσαν την άμεση απελευθέρωση του Ναβάλνι, αλλά στις διαδηλώσεις κυριάρχησαν τα συνθήματα οργής κατά του Πούτιν. Και το κίνημα αυτό βρίσκει το καθεστώς του Πούτιν σε μια πολύ «ευαίσθητη» στιγμή.

Ο συνασπισμός γύρω από τον Πούτιν (παλιό αξιωματούχο της KGB) ανέλαβε να βγάλει τη Ρωσία από τον βάλτο της εποχής Γέλτσιν, της εποχής της άγριας μετάβασης από το διαλυμένο κρατικό καπιταλισμό στη νεοφιλελεύθερη-ιδιωτικοποιημένη «νέα εποχή» του καπιταλισμού. Συσπείρωσε γύρω του τη νομενκλατούρα των κρατικών γραφειοκρατιών αλλά και τους ισχυρότερους ολιγάρχες που είχαν ήδη αναδυθεί, με πρόγραμμα την «ισχυρή Ρωσία». Με μια οικονομική στρατηγική που στηριζόταν στις εξαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου, ορυκτών και στρατηγικής σημασίας «σπάνιων γαιών» (πολύτιμες πρώτες ύλες για την ηλεκτρονική και πολεμική βιομηχανία) είχε σημαντικές επιτυχίες. Η οικονομική ανασύνταξη συνδυάστηκε με τη στρατιωτική και διπλωματική ανασύνταξη και η Ρωσία «επέστρεψε» ως μεγάλος παίκτης στην Ευρασία, αναβαθμίζοντας σταδιακά τις προοπτικές της και στο πεδίο του παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Στο εσωτερικό της μεγάλης χώρας, αυτό σήμαινε μια διαρκή αύξηση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, σε συνδυασμό με την ενίσχυση του μεγαλορωσικού εθνικισμού. Στην οικονομία και στην κοινωνική πολιτική ο Πούτιν ακολουθεί έναν αδίστακτο νεοφιλελευθερισμό, με αποτέλεσμα την ακραία μεγέθυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Στο πολιτικό πεδίο, όμως, ο φιλελευθερισμός του Πούτιν μετατρέπεται σε ακραίο αυταρχισμό: οι πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες, τα στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα, υπάρχουν μόνο στα χαρτιά. Εάν και όποτε κάποιος προσπαθεί να τα ασκήσει, ή να τα επικαλεστεί, συναντά τη γυμνή τρομοκρατική απάντηση. Γι’ αυτό άλλωστε η ακροδεξιά και οι (ισχυρές) φασιστικές δυνάμεις, δεν λειτουργούν στη Ρωσία ως αντιπολίτευση, αλλά ως εσωτερική συνιστώσα του καθεστώτος Πούτιν.

Η πτώση των τιμών του πετρελαίου, του αερίου και των ορυκτών πρώτων υλών, όπως και η σημαντική μείωση της ζήτησης για αυτά λόγω της διεθνούς κρίσης, έχει οδηγήσει αυτό το καθεστώς σε ασταθή ισορροπία, για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια. Η υποβόσκουσα εργατική και λαϊκή αγανάκτηση απέναντι στην ακραία φτώχεια και τη μαζική εξαθλίωση, απειλεί να εκφραστεί. Η απάντηση του Πούτιν, που οργανώνει την παραμονή του στην εξουσία για τις επόμενες… δεκαετίες, είναι απλή: ένταση της εκμετάλλευσης, ένταση της καταπίεσης.

Η αντιπολίτευση που εκπροσωπεί ο Ναβάλνι απέναντι στο καθεστώς Πούτιν, είχε επιτυχίες στα προηγούμενα χρόνια. Γι’ αυτό του απαγορεύτηκε η συμμετοχή στις εκλογές και οργανώθηκε η απόπειρα δολοφονίας του. Ο Ναβάλνι ευαγγελίζεται τον οικονομικό φιλελευθερισμο. Ξεκίνησε την καριέρα του σαν υποστηρικτής των ιδιωτικοποιήσεων, στον περίγυρο των ολιγαρχών που αναδύονταν από την κρίση του κρατικοκαπιταλιστικού τομέα. Όμως είναι ένας «φιλελεύθερος» α λα Ρωσικά. Υπήρξε υποστηρικτής του μεγαλορωσικού εθνικισμού και των ρατσιστικών διακρίσεων σε βάρος των «μη καθαρών Ρώσων». Διαγράφηκε ως ρατσιστής από το κόμμα στο οποίο πρωτοδραστηριοποιήθηκε (το φιλελεύθερο «Γιαμπλόκο». Σήμερα ισχυρίζεται ότι έχει αναθεωρήσει αυτές τις «ακραίες» απόψεις της νιότης του, ενώ στο οικονομικό του πρόγραμμα έχει συμπεριλάβει κάποια στοιχεία αναδιανομής, υποστηρίζοντας μια αύξηση των μισθών και των χαμηλών συντάξεων. Πάνω απ’ όλα, ο Ναβάλνι είναι «λαϊκιστής». Προβάλει τη δημιουργία ενός πολιτικού ρεύματος, χωρίς σαφές πρόγραμμα, χωρίς συγκρότηση και δεσμεύσεις, που θα μπορεί να νικήσει στις εκλογές και να αλλάξει τον Πούτιν με έναν άλλον ισχυρό «ηγέτη»: προφανώς τον Ναβάλνι που έχει κατορθώσει να επιβάλει τον εαυτό του ως την «έξυπνη ψήφο», τη μοναδική αποτελεσματική εναλλακτική απέναντι στον Πούτιν. Σε αυτήν τη καμπάνια, κεντρικό στοιχείο είναι η καταγγελία της διαφθοράς και της «πολυτελούς διαβίωσης» των ανθρώπων του καθεστώτος. Μετά τη σύλληψη του Ναβάλνι, ο μηχανισμός γύρω του αντέδρασε με τη δημοσιοποίηση ενός βίντεο για το πολυτελές ανάκτορο του Πούτιν στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Υπολογίζεται ότι το βίντεο αυτό το είδαν περίπου 80-100 εκατομμύρια Ρώσοι. Οι «σελίδες» του μηχανισμού Ναβάλνι στα κοινωνικά δίκτυα έχουν 6 εκατομμύρια εγγεγραμμένους συνδρομητές.

Όμως η δύναμη που εκφράστηκε στις διαδηλώσεις ήταν ουσιαστικά διαφορετική. Πολλοί αναλυτές υπογραμμίζουν την καχυποψία των εργατικών και λαϊκών μαζών στη Ρωσία, με βάση τις κοινωνικές εμπειρίες των τελευταίων δεκαετιών, που δεν πείθονται εύκολα απέναντι σε διάφορες υποσχέσεις, θέτοντας το ερώτημα αν αυτές οδηγούν πράγματι σε ένα καλύτερο μέλλον από τη σημερινή κατάστασή τους. Πολλές και διαφορετικές μετρήσεις ανέδειξαν ότι ανάμεσα στους διαδηλωτές του Γενάρη υπήρχε η αναγνώριση ενός θάρρους του Ναβάλνι στη σύγκρουση με τον Πούτιν, αλλά επίσης και η δυσπιστία απέναντι στο οικονομικό και κοινωνικό πρόγραμμά του. Είναι μια εικόνα παράταιρη σε σχέση με τις δικές μας εμπειρίες του αγώνα στη Δύση, αλλά κατανοητή αν συνυπολογιστούν οι συνέπειες της πολιτικής ερήμωσης επί δεκαετίες, οι συνέπειες της κατάργησης των στοιχειωδών δημοκρατικών ελευθεριών.

Η Αριστερά στη Ρωσία παραμένει αδύναμη. Οι βασικές οργανώσεις και ομάδες της κράτησαν μια τακτική συμμετοχής στις διαδηλώσεις, αλλά με πολιτική ανεξαρτησία και προσπάθεια για διακριτότητα απέναντι στο «μηχανισμό» Ναβάλνι. Όπως έγραψε ο Ίλια Μπουτραΐσκις (ιστορικός στη Μόσχα και αριστερός ακτιβιστής): «Η συμμετοχή σε αυτό το κίνημα –με το δικό μας πρόγραμμα και τις δικές μας διεκδικήσεις– είναι σήμερα ο μοναδικός δρόμος για την Αριστερά στη Ρωσία. Έτσι κι αλλιώς, μόνο η Αριστερά μπορεί να εκφράσει με συγκεκριμένο τρόπο πολιτικά, τα συναισθήματα και τους λόγους που σπρώχνουν τους ανθρώπους στη δραστήρια συμμετοχή στις διαμαρτυρίες: την κοινωνική ανισότητα, την υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους (και ειδικά στον τομέα της υγείας μπροστά στην δραματική επιδείνωση της πανδημίας), την αστυνομική βία και την απονέκρωση των στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων –ειδικά στους χώρους εργασίας».

Και όπως υπογράμμισε ο Κίριλ Μεντβέντεφ (μουσικός, σοσιαλιστής ακτιβιστής, αρχισυντάκτης στο Zanovo-media): «η σημερινή κατάτσαση ανοίγει σημαντικές δυνατότητες για την πολιτική της Αριστεράς. Που, με ένα συνδυασμό θάρρους και λογικής, μπορεί να παράξει ένα κύμα κινητοποίησης πιο ισχυρό από αυτό που ήδη είδαμε, αλλά με ένα πρόγραμμα διεκδικήσεων πιο τολμηρό και πιο συγκεκριμένο από τον εκλογικό λαϊκισμό του Ναβάλνι».

Απέναντι στα θύματα της καταστολής του περασμένου Γενάρη στη Ρωσία, η Αριστερά στη Δύση οφείλει να δείξει αλληλεγγύη και συμπαράσταση. Θα είναι ένα μήνυμα πολύτιμο για την κατάσταση που αντιμετωπίζουν εκεί σήμερα, αλλά ακόμα πιο πολύτιμο για τις πολιτικές προοπτικές του αύριο. 

Ετικέτες