Οι επιλογές της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου σε ό,τι αφορά τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές δέχονται αυστηρή κριτική
Το εκλογικό αποτέλεσμα που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη θέση, όπως ήταν φυσικό πυροδότησε διεργασίες στο μνημονιακό στρατόπεδο. Η ΝΔ, παρά τη διατήρηση των ποσοστών της, αναζητά νέο βηματισμό και η αμφισβήτηση της ηγεσίας Σαμαρά μεγαλώνει. Ταυτόχρονα, ο πολιτικός χώρος της λεγόμενης «Κεντροαριστεράς» συρρικνώθηκε ακόμη περισσότερο, με τα διαλυτικά φαινόμενα στο ΠΑΣΟΚ, την εξαφάνιση της ΔΗΜΑΡ και τη μέτρια επίδοση για το Ποτάμι να θέτουν «υπαρξιακά» ζητήματα για τους προπαγανδιστές των «υπεύθυνων λύσεων».
Ο Σαμαράς υποστήριξε ότι «η ΝΔ έμεινε όρθια στην πιο σκληρή στιγμή της ιστορίας της», πεπεισμένος για το σενάριο της «αριστερής παρένθεσης», μπροστά στα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις που θα αναδείξει η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Παρά το γεγονός ότι δεν συζητά άμεσα το ενδεχόμενο παραίτησής του και τη διεξαγωγή συνεδρίου, ήδη η συμμαχία Καραμανλικών-Μητσοτάκηδων συγκροτείται και οι φωνές που ζητούν επιστροφή στον κεντροδεξιό προσανατολισμό της ΝΔ πληθαίνουν.
Οι επιλογές της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου σε ό,τι αφορά τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές δέχονται αυστηρή κριτική, μετά και τις ρωγμές που διαφαίνονται στην ΕΕ, με την απόδοση ευθυνών να έχει γίνει καθημερινή ενασχόληση στελεχών όλων των αποχρώσεων: Κρανιδιώτης, Αντώναρος, Γιακουμάτος, Στυλιανίδης, πρόεδροι της ΟΝΝΕΔ και της ΔΑΚΕ κ.ά. Ορισμένοι εξ αυτών μάλιστα ζητούν ευθέως νέα ηγεσία.
Η πολιτική άγριας λιτότητας και αυταρχισμού, που ουδέποτε συνάντησε κοινωνική συναίνεση και καταδικάστηκε μαζικά στην κάλπη της 25ης Γενάρη, είναι η βασική αιτία της ήττας για τη Δεξιά. Η φανατική προσήλωση στα νεοφιλελεύθερα δόγματα και ο αντικομουνισμός δεν έπεισαν παρά μόνο συντηρητικά ακροατήρια. Η επιμονή στην ακροδεξιά ατζέντα και την ισλαμοφοβία δεν αύξησε θεαματικά τη συσπείρωση της ΝΔ, αντίθετα πριμοδότησε τους φασίστες. Αυτή η προφανής αλήθεια επιχειρείται να κρυφτεί πίσω από σχήματα που κατακρίνουν την επικοινωνιακή τακτική της Συγγρού, όταν και επενδύθηκαν πολλά στο φόβο και την καταστροφολογία, θεωρώντας ότι το 2015 είναι 2012 και υποτιμώντας τη διάρρηξη των σχέσεων με μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, που υπήρξαν θύματα της ανεργίας και της φοροληστείας.
Για την ώρα, ο Καραμανλής, η Ντόρα και οι δελφίνοι του Σαμαρά (Βορίδης, Μητσοτάκης, Δένδιας) τηρούν στάση προετοιμασίας και αναμονής. Η ίδια προεκλογική γραμμή και οι πιθανές συγκλίσεις με σχηματισμούς δεξιότερα της ΝΔ (Μπαλτάκος, «σοβαρή» Χ.Α. κ.ά.) είναι μία από τις στρατηγικές που εξετάζονται. Αν και φαίνεται να επικρατεί η γραμμή της «δημιουργικής αντιπολίτευσης», εν αναμονή της αποτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση, η ΝΔ παραμένει η κύρια δύναμη εκπροσώπησης της αστικής τάξης και ο πιο πιστός σύμμαχος των ευρωηγεσιών. Παρά τα φαινόμενα αποδιοργάνωσης που παρουσιάζει, γύρω της -αναγκαστικά- θα συγκροτηθεί το εναλλακτικό μπλοκ εξουσίας. Γι’ αυτό και οι «γέφυρες» που ρίχνονται από το κέντρο του ΣΥΡΙΖΑ σε κάποια δήθεν «προοδευτική» Δεξιά μόνο εμπόδιο μπορεί να αποδειχτούν και όχι «εφεδρεία» στην υλοποίηση του προγράμματός μας.
Το ιστορικό χαμηλό του ΠΑΣΟΚ (4,7%), σε συνδυασμό με την αποτυχία του ΓΑΠ να μπει στη Βουλή, τις μόλις 30.000 ψήφους της ΔΗΜΑΡ και το 6% του Θεοδωράκη (παρά τη σκανδαλώδη υποστήριξη από τα καθεστωτικά ΜΜΕ), μόνο ως συντριβή της σοσιαλδημοκρατίας μπορούν να χαρακτηριστούν.
Ο Βενιζέλος ανέλαβε την ευθύνη για την τελευταία θέση, προαναγγέλλοντας την αποχώρησή του ύστερα από συνέδριο το Μάη. Αν και οι πρώτοι διάδοχοι βγήκαν μπροστά (Γεννηματά, Λοβέρδος), οι γενικολογίες για το χρόνο και τον τρόπο διεξαγωγής του συνεδρίου μαρτυρούν ότι και αυτός ποντάρει στην «αριστερή παρένθεση» της κυβέρνησης «με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ». Το ΚΙΔΗΣΟ, αρνούμενο κάθε συμπόρευση με το Βενιζέλο, ετοιμάζεται για πανελλαδική συνδιάσκεψη χωρίς να αποκλείονται και οι επιστροφές κάποιων υποστηρικτών του ΓΑΠ στη Χ. Τρικούπη. Το Ποτάμι γκρινιάζει που δεν είναι αυτό στη θέση του Καμμένου και προτείνει «εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης» για να έχουν και οι τροϊκανοί ερείσματα στη νέα κυβέρνηση.
Όλα αυτά, βέβαια, δεν αποκλείουν ότι θα υπάρξουν απόπειρες ανασύνθεσης της «Κεντροαριστεράς», με στόχο ένα νέο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ή ομοσπονδία που θα διεκδικήσει ρόλο στη νέα πολιτική κατάσταση. Το στρατηγικό αδιέξοδο και οι ενδείξεις κατάρρευσης όσων εκπροσωπούν κάθε λογής «ενδιάμεσες» πολιτικές (που καταλήγουν πάντα στην υποστήριξη του συστήματος και στο τσάκισμα των «από κάτω») μοιάζουν όμως χωρίς επιστροφή. Δεν λυπόμαστε καθόλου…