Η γιάφκα, η γιάφκα των τρομοκρατών είναι η πρεσβεία των Αμερικανών.

«Πρέπει κανείς να είναι σίγουρος πως θα έρθει η μέρα αυτή. […] δεν μπορείς να είσαι! Για να μάθουμε ποιος από τους δυο μας έχει δίκιο, θα χρειαστεί η θυσία τριών γενεών, αμέτρητοι πόλεμοι, τρομαχτικές επαναστάσεις. Κι όταν πια αυτή η βροχή από αίμα θα χει διαποτίσει τη γη, εσύ και γω θα χουμε γίνει στάχτη από καιρό»

Απόσπασμα από το έργο «Οι δίκαιοι» του Καμύ, Διαφωνία  του Γιάνεκ με τον Στεπάν όσον αφορά το ζήτημα ενός καλύτερου αύριο.

Congressman Starnes: You are quoting from this Marlowe. Is he a Communist?

Hallie Flanagan: I am very sorry. I was quoting from Christopher Marlowe.

Congressman Starnes: Tell us who Marlowe is, so we can get the proper reference, because that is all we want to do.

Hallie Flanagan: Put in the record that he was the greatest dramatist in the period immediately preceding Shakespeare.

Από την ταινία «Οι αντάρτες του Μπρόντγουει» του Τιμ Ρόμπινς. Ανάκριση της διευθύντριας του ομοσπονδιακού θεάτρου.

Δυστυχώς δεν είδα την παράσταση η ισορροπία του Nash και λυπάμαι γι αυτό. Λίγο τα λεφτά που δεν περισσεύουν, λίγο ο χρόνος που δε φτάνει,  με το να και με το άλλο, η προτελευταία παράσταση που είδα ήταν ο Τυχαίος θάνατος ενός Αναρχικού. Η τελευταία δεν θυμάμαι ποια ήταν, ίσως να είδα καμιά δύο ακόμη, δε θυμάμαι. Τον τυχαίο θάνατο τον  είδα δύο φορές για να διαπιστώσω αν θα άλλαζε το τέλος. Γιατί στην τελευταία σκηνή, οι ηθοποιοί μας ζητούσαν να ψηφίσουμε αν θέλαμε να σκάσει η βόμβα των ερυθρών ταξιαρχιών στο αστυνομικό τμήμα. Ανάλογα με το αποτέλεσμα θα άλλαζε το τέλος. Στην πρώτη παράσταση οι αρνητικές ψήφοι ήταν περισσότερες, στη δεύτερη κερδίσαμε όσοι-ες θέλαμε να ανατιναχτεί το σύμπαν στο αέρα. Το τέλος παρέμεινε το ίδιο. Απογοητεύτηκα,  αλλά μου φάνηκε πως το ερώτημα είχε τεθεί στο κοινό. Και αυτό για την ώρα ήταν αρκετό γιατί στη φαντασία  μου, είχα ανατινάξει ένα αστυνομικό τμήμα.

Και με αφορμή μια άλλη παράσταση που είδα, γιατί την ισορροπία του Nash  ξαναλέω δεν την είδα, θέλω να πω τη γνώμη μου γι αυτό που συμβαίνει. Γιατί νομίζω ότι αυτό το σκοπό επιτελεί το θέατρο, χιλιάδες χρόνια τώρα. Να σκέφτεσαι και να παίρνεις θέση.  Από το θέατρο πρέπει να βγαίνεις γεμάτος-η. Συνταραγμένος-η , από τη χαρά, από το θυμό, από τον πόνο, γεμάτος-η ερωτηματικά, αμφιβολίες, σκέψεις.  Σαν τους αρχαίους άνδρες, γιατί οι γυναίκες δεν πήγαιναν θέατρο,  που έβριζαν και γελούσαν και θύμωναν βλέποντας αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες.

Γράφει το διοικητικό συμβούλιο του εθνικού θεάτρου σε ανακοίνωσή του  με αφορμή τα γεγονότα«Ο Αισχύλος θα περνούσε πολύ άσχημα, αν ήταν σύγχρονός μας, επειδή είχε την τόλμη στους "Πέρσες" να εστιάσει στον πόνο και στο θρήνο των εχθρών και μάλιστα λίγα χρόνια αφότου αυτοί είχαν κατακάψει τη χώρα του. Πολεμιστές από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας ζούσαν ακόμη όταν πρωτοανέβηκε η παράσταση. Κι απ' ότι ξέρουμε δεν απειλήθηκε η σωματική του ακεραιότητα.Η τέχνη οφείλει να φιλοξενεί τη φωνή των αδικημένων αλλά και των αδικούντων. Αλλιώς δεν θα ‘πρεπε να ανεβαίνει κανένα έργο του Σαίξπηρ".  

Δεν συμφωνώ με το ότι πρέπει να δεις την παράσταση για να μπορείς να μιλήσεις γι αυτή λοιπόν. Τουλάχιστον όχι τη συγκεκριμένη.  Η παράσταση, με την απουσία και την παρουσία της είναι πια μια πράξη πολιτική. Ούτε βρίσκω παράλογο να έχει λόγο η κοινωνία για το που θα πηγαίνουν τα λεφτά της και τι σόι έργα ανεβάζει το εθνικό θέατρο.  Το ζήτημα είναι πολιτιστικό είναι όμως και κατεξοχήν πολιτικό και αφορά τις δημόσιες πολιτικές. Όταν μιλάμε για το έργο, μιλάμε για κάτι πολύ περισσότερο. Μιλάμε για την ελευθερία της έκφρασης, μιλάμε για την κυβέρνηση και τις επιλογές της, μιλάμε για το κράτος και τους μηχανισμούς του.  Το έργο κατέβηκε γιατί δεν άρεσε στην πρεσβεία της Αμερικής. Της χώρας που μεταξύ άλλων έχει σκοτώσει εκατομμύρια παιδάκια βομβαρδίζοντάς και πυροβολώντας τα. Το έργο κατέβηκε γιατί το εθνικό θέατρο δεν στήριξε την επιλογή του μέχρι τέλους και υπέκυψε στις πιέσεις και γιατί είναι περισσότερο εθνικό και λιγότερο θέατρο.  Το έργο κατέβηκε γιατί αυτοί που απαίτησαν να κατέβει, ήθελαν να επιβάλουν την ηθική τους στην κυβέρνηση και στην κοινωνία, για να την εξευτελίσουν για άλλη μια φορά.  Το έργο όμως κυρίως κατέβηκε γιατί η πρώτη φορά αριστερά, δεν μπορεί και δε θέλει να συγκρουστεί για κανένα δικαίωμα και καμιά ελευθερία.  Το έργο κατέβηκε γιατί αυτή η κυβέρνηση δεν είναι αριστερά , γιατί ώρα με την ώρα ταυτίζει τα συμφέροντά της με τους άρχοντες. Γιατί ώρα με την ώρα αποκτά τα χαρακτηριστικά που έχει κάθε εξουσία. Θεωρεί επικίνδυνη την σκέψη και την αμφιβολία. Την ερώτηση.

Το έργο κατέβηκε γιατί ο τρομοκράτης με ή χωρίς εισαγωγικά, δεν πρέπει να  έχει όνομα, δεν πρέπει να κρίνεται από όλους ισότιμα παρά μόνο από αυτούς που τον καταδίκασαν. Το έργο ανεξάρτητα από το ποια θέση παίρνει κανείς για την τρομοκρατία και τον Ξηρό, ανεξάρτητα από το πόσο χλιαρό ή καυστικό είναι, ανεξάρτητα από το αν ήταν επικίνδυνο ή ακίνδυνο, θεωρήθηκε επικίνδυνο και άρα έγινε επικίνδυνο. Και γι αυτό λογοκρίθηκε. Και γι αυτό σταμάτησε να παίζεται.  Δεν υπάρχει λόγος να το συγκρίνουμε με τον Σαίξπηρ, ή τον Αισχύλο, ή τις κωμωδίες του Αριστοφάνη που απαγορεύτηκαν από τον Μεταξά, ή με το Μεγάλο μας Τσίρκο που κατέβηκε την περίοδο της Χούντας, ή με τον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις που λογοκρίθηκε το 1918 στις ΗΠΑ,  ή με τη Μάνα του Γκόρκι σκηνοθετημένο από τον Μπρεχτ το 1933 και απαγορευμένο από τους Ναζί ή τα έργα του ομοσπονδιακού θεάτρου που λογοκρίθηκαν την εποχή της μεγάλης κρίσης στο 30 , ιστορία  που περιγράφεται θαυμάσια στην ταινία του Τιμ Ρόμπινς «Οι Αντάρτες τους Μπρόντγουεί,  ή τις λογοκρισίες επί Μακαρθισμού». Το ζήτημα δεν είναι τι έλεγε το έργο, ούτε τι ήταν ο Σάββας Ξηρός. Το εθνικό θέατρο δεν θα έπρεπε να είναι μόνο  δημόσιος οργανισμός. Θα έπρεπε  καταρχήν να είναι χώρος τέχνης και ελευθερίας και γι αυτό δημόσιος, γι αυτό ελεύθερος. Η πράξη αυτή,  που έγινε αποδεχτή από τον υπουργό πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά, που φαίνεται να τον κυνηγούν τα φαντάσματα του παρελθόντος όποιο υπουργείο και να πάρει, είναι μια απόδειξη της μη αυτονομίας και ουδετερότητας του κράτους, είναι μια ακόμη απόδειξη ότι τα βιβλία του Γκράμσι και του Αλτουσέρ έχουν γεμίσει σκόνη στη βιβλιοθήκη του.

 Στη χώρα του μνημονίου, στη χώρα που το κοινοβούλιο δεν νομοθετεί είναι θέμα χρόνου να τίθενται ζητήματα αυτονομίας και ελευθερίας παντού, και είναι ζήτημα χρόνου να λύνονται όπου και όταν προκύπτουν με καταστολή,  με λογοκρισία. Όποιος ψηφίζει τέτοια οικονομικά μέτρα,  στηρίζει και τέτοιες αποφάσεις. Αυτές είναι οι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Η ισορροπία του Nash ανοίγει μια μεγάλη πολιτική συζήτηση. Αποκαλύπτει ξανά, σε όσους-ες θέλουν να δουν ότι αυτή η κυβέρνηση δεν πρόκειται να αλλάξει κάποια στιγμή προς το καλύτερο. Θα βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στις αντιφάσεις της.

Στη μεγάλη κινητοποίηση των αλληλέγγυων και του κόσμου που θέλησε να διαδηλώσει ενάντια σε αυτή την επιλογή, ξεχώρισε ο δημόσιος διάλογος ενός ηθοποιού με έναν από τους κυρίους διευθυντές του θεάτρου. Ο ηθοποιός μιλάει και γύρω του επικρατεί ησυχία: «Μας ξεπερνάει το θέμα ρε παιδιά, είναι ζήτημα κοινωνικής επιβίωσης, Δίνουμε χώρο. Πολύ. Μπορεί να ανεβαίνει ένα έργο του Σάββα Ξηρού; Μπορεί και ναι μπορεί και όχι. Όμως αυτή η συζήτηση μας έχει ξεπεράσει. Είμαστε ένα βήμα πιο μπροστά. Μπορεί να κατεβαίνει για το οποιοδήποτε περιεχόμενο μια παράσταση; ΟΧΙ. Εμένα δε με συμφέρει αυτό που κάνω. Μη τσακώνεσαι. Άστο μου λένε. Όλο αυτά ακούω από τότε που μπήκα στο εθνικό. Δε δέχτηκα καμιά λογοκρισία. Ε όχι. Ο φασισμός έρχεται βήμα βήμα, από μακρυά (...) Δε μας ρώτησε κανείς γι αυτό που έγινε. Στηρίξτε τις αποφάσεις σας ή παραιτηθείτε. Γίνετε μπροστάρηδες των ανθρώπων που  λένε ΟΧΙ. Παραιτηθείτε.»  Και κάποιος από το βάθος φωνάζει «Ζούμε ξανά το Ναι και το ΟΧΙ του καλοκαιριού». Είναι εντυπωσιακό πάντως πόσοι άνθρωποι κινητοποιήθηκαν. Δεν κινητοποιήθηκαν για τον Ξηρό. Κινητοποιήθηκαν για την αδικία.  Θέλετε να πούμε ότι καταδικάζουμε τη βία για άλλη μια φορά. Τα έχουμε πει αυτά. Η δική σας απερίγραπτη βία, δεν αντιμετωπίζεται από λίγους αποφασισμένους και οπλισμένους εκδικητές. Δεν αντιμετωπίζεται κρυφά. Στα σκοτάδια. Αντιμετωπίζεται φανερά, στο φως της μέρας, από τους πολλούς. Αυτό το λέμε και το αποδεικνύουμε καθημερινά με τα λόγια και τις πράξεις μας. Και γι αυτό ακριβώς δεν φοβόμαστε κανένα όνομα. Καμιά αναφορά.

Και όμως εσείς επιμένετε να λειτουργείτε υπόγεια και να ζητάτε τη φίμωση του έργου, και όχι την ανοιχτή αντιπαράθεση και το διάλογο. Θέλετε  να αναστήσετε έναν βολικό αντίπαλο  να τον κάνετε  επικίνδυνο για να συνεχίσετε να πολεμάτε  τους πολλούς και  πραγματικούς αντιπάλους σας. Το λαό.

Είναι πάντως τουλάχιστον υποκριτικό να τίθεται το ζήτημα των προυπολογισμών και του που πάνε τα λεφτά των ελλήνων πολιτών. Τα λεφτά μας πάνε, σε φρεγάτες, σε πολεμικά αεροπλάνα, στο φράχτη του Έβρου,  στις αρχαιοελληνικές φιέστες του Καμένου, τα λεφτά μας πάνε στα ταξιδάκια του Τσίπρα για να χαριεντίζεται με την Ισραηλινή κυβέρνηση, τα λεφτά μας πάνε στους μπάτσους που ξυλοκοπούν αντιφασίστες και συλλαμβάνουν φωτορεπόρτερ, τα λεφτά μας  πάνε στα δακρυγόνα που θα μας ψεκάσουν αύριο επειδή θα απεργήσουμε για το ασφαλιστικό, πάνε στην ΕΡΤ που γρήγορα γρήγορα μετατρέπεται σε φερέφωνο της κυβέρνησης, τα λεφτά μας πήγαν στα μπουζούκια για να τα σκορπάει η  Όλγα. Κανείς δε μας ρώτησε που θα πάνε τα λεφτά μας. Και κυρίως κανείς δε μας ρώτησε αν θέλουμε το έργο «Πρώτη φορά Αριστερά» να συνεχίζει να παίζεται. Με τούτα και με κείνα, το έργο το είδαμε και όσοι-ες δεν το είδαμε. Και από ό,τι φαίνεται θα έχει και συνέχεια.

(φωτό από τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας : Άγγελος Καλοδούκας)

Ετικέτες