Νέο περιστατικό τριήμερου μεσοπέλαγου βασανισμού
Ο ρατσιστικός κατήφορος της ελληνικής προσφυγικής πολιτικής δεν έχει τελειωμό. Μετά τις αλλεπάλληλες καταγγελίες για εξαφανίσεις προσφύγων με ευθύνη της ελληνικής πολιτείας και για απάνθρωπες συνθήκες στα κέντρα κράτησης, έρχεται αυτή τη φορά ένα νέο συμβάν ντροπής να συμπληρώσει τη γενικότερη εικόνα. Αυτή τη φορά μεσοπέλαγα.
Πριν λίγες ημέρες, 380 πρόσφυγες έγιναν μπαλάκι μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας όταν το ακυβέρνητο σκάφος που τους μετέφερε βγήκε από την πορεία του λόγω κακών καιρικών συνθηκών. Στην προσπάθεια τους να μεταβούν από την Τουρκία στην Ιταλία οι επιβαίνοντες παρασύρθηκαν από τους δυνατούς ανέμους και βρέθηκαν να πλέουν δίπλα στο νησί Χρυσάκι, κοντά στην Κρήτη. Από εκεί χρησιμοποιώντας το 112 κάλεσαν για βοήθεια, και αφού επί ώρες έπλεαν με κίνδυνο να βυθιστούν, εμφανίστηκε με εγκληματική καθυστέρηση το ελληνικό ναυτικό.
Η δολοφονική μανία όμως δεν σταματάει εκεί. Αντί να σπεύσουν οι ελληνικές αρχές να τους διασώσουν και να τους μεταφέρουν στην ξηράπροκειμένου να τους παράσχουν τις πρώτες βοήθειες, το ελληνικό ναυτικό ρυμούλκησε το σκάφος στα διεθνή ύδατα ώστε να τους αναλάβει η Τουρκία (!) σε μία προσπάθεια «νομιμοποιημένης» επαναπροώθησης. Η Τουρκία αρνήθηκε και το αποτέλεσμα ήταν αυτοί οι άνθρωποι να μείνουν χωρίς νερό και φαΐ τρεις μέρες μεσοπέλαγα, με πολλούς από αυτούς να χάνουν τις αισθήσεις τους. Το βασανιστήριό τους τελείωσε μετά από μερικά 24ωρα όταν μεταφέρθηκαν στο κέντρο κράτησης και ταυτοποίησης στην Κω.
Όμως και εκεί θα τους αναμένει ένας νέος γολγοθάς, εγκλωβισμού και εξαθλίωσης, αν τελικώς δεν αποτελέσουν μια ακόμη περίπτωση ξαφνικής εξαφάνισης. Είναι πραγματικά προκλητικό αυτό που συμβαίνει στα ελληνικά θαλάσσια σύνορα. Οι ελληνικές αρχές δρουν συστηματικά παραβιάζοντας κάθε νομιμότητα και καταπατώντας στοιχειώδη δικαιώματα χωρίς να λογοδοτούν πουθενά. Το λιμενικό έχει αναλάβει έναν εξωθεσμικό και παράτυπο ρόλο έχοντας τις πλάτες της ελληνικής κυβέρνησης και της ΕΕ. Πρόκειται για ένα οργανωμένο έγκλημα που απαιτεί την άμεση απάντηση του αντιρατσιστικού κινήματος και της Αριστεράς.
Κι όμως τα κυρίαρχα ΜΜΕ δεν βρήκαν άξια αναφοράς την είδηση ότι επί τρεις ημέρες εκατοντάδες πρόσφυγες αργοπέθαιναν μεσοπέλαγα με ευθύνη των ελληνικών αρχών. Απέναντι στη νέα και ακόμη πιο σκληρή Ευρώπη-Φρούριο που οραματίζονται οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ακροδεξιά, πρέπει να βάλουμε ένα φρένο επειγόντως. Να αναδείξουμε τα εγκλήματα που συντελούνται στο Αιγαίο, να απαιτήσουμε αξιοπρεπείς συνθήκες διαμονής για τους πρόσφυγες και να διεκδικήσουμε τη δημιουργία ανοιχτών χερσαίων διελεύσεων για τους ανθρώπους που αναζητούν μια καλύτερη ζωή.
Η προσφυγική κίνηση είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο και όχι ένα στιγμιαίο πρόβλημα. Λύνεται με ανοιχτά σύνορα και αλληλεγγύη και όχι με βασανιστήρια και πνιγμούς. Αν οι από πάνω το αγνοούν, οφείλουμε να τους το μάθουμε εμείς.
Να βάλουμε φρένο στις νέες φασιστικές προκλήσεις
Δεν είναι κάποιο κακόγουστο αστείο. Είναι μια ωμή αλήθεια. Ένα χρόνο μετά την καταδίκη των νεοναζί της Χρυσής Αυγής, νέοι ακροδεξιοί πυρήνες κάνουν την εμφάνισή τους θυμίζοντάς μας ότι η πάλη ενάντια στο φασισμό είναι μια πάλη διαρκής. Δεν τελειώνει μέσα σε μια δικαστική αίθουσα, αλλά μέσα στην κοινωνία.
Τα γεγονότα της Σταυρούπολης κρούουν ξανά τον κώδωνα του κινδύνου. Οι φασίστες κατάφεραν να διεισδύσουν σε ένα σχολείο και να το μετατρέψουν σε κάστρο τους. Ναζιστικοί χαιρετισμοί, μαχαίρια, επιθέσεις σε μέλη αριστερών οργανώσεων. Πρόκειται για εικόνες εμετικές σε μια πόλη με βαριά ιστορία πολυπολιτισμικότητας και εργατικών αγώνων. Η κάλυψη που έλαβαν οι διάφορες φασιστικές γκρούπες από την επίσημη πολιτεία ήταν πρωτοφανής. Η ανακοίνωση του Υπουργείου Παιδείας δε στάθηκε απέναντι στους εκκολαπτόμενους νεοναζί, αλλά κράτησε ίσες αποστάσεις επαναφέροντας στο προσκήνιο τη θεωρία των δύο άκρων.
Όμως τι θέση απέναντι στην ακροδεξιά μπορεί να πάρει μια κυβέρνηση που στελεχώνει βασικά υπουργεία της με πρόσωπα-σημαίες του εθνικισμού και του ρατσισμού στην Ελλάδα; Ο Βορίδης, ο Πλεύρης και ο Άδωνις ενδεχομένως να θυμήθηκαν τα νιάτα τους, παρά να αηδίασαν με τα γεγονότα της Σταυρούπολης. Κάπως έτσι άρχισαν να ξεμυτίζουν οι νεοναζί εκ νέου, νιώθοντας ότι έχουν την κάλυψη και τη δύναμη να το κάνουν. Λίγες ημέρες μετά, στο Ηράκλειο Αττικής, τοπικοί φασίστες, πρώην μέλη της Χρυσής Αυγής που πλέον αναβαπτίζονται σε νέα σχήματα, επιτέθηκαν σε μέλη της ΚΕΕΡΦΑ μέρα μεσημέρι στην κεντρική πλατεία του δήμου, λίγο πριν την πραγματοποίηση αντιρατσιστικής εκδήλωσης.
Πρόκειται για αναβαθμισμένη παρουσία της ακροδεξιάς στην περιοχή. Είναι σαφές ότι οι φασίστες επιστρέφουν στις γνώριμες περιόδους της περιθωριακής βίας του παρελθόντος. Με τους ηγέτες τους στη φυλακή, οι κάθε λογής νεοναζί, απαλλαγμένοι από τη γραμμή ή το φόβο μην εκθέσουν την ηγεσία του κόμματος, δρουν αναξέλεγκτα πραγματοποιώντας επιθέσεις σε μέλη αριστερών οργανώσεων, μετανάστες και ρομά. Όλο αυτό βέβαια ντύνεται με ένα περιτύλιγμα πατριωτισμού, συνωμοσιολογίας και φαιδρού αντισυστημισμού. Όμως χρειάζεται σοβαρή πολιτική αντιμετώπιση και όχι υποτίμηση.
Στη γειτονιά του Παύλου Φύσσα, στην παλιά Κοκκινιά, πριν λίγες ημέρες, 15 φασίστες επιτέθηκαν σε τρεις μετανάστες από το Πακιστάν τραυματίζοντάς τους σοβαρά. Μιλάμε για την περιοχή όπου στα χρόνια της ανόδου της Χρυσής Αυγής, αλώνιζαν τα τάγματα της Χρυσής Αυγής. Και παρότι οι ταγματάρχες μπήκαν φυλακή, οι στρατιώτες είναι ακόμη έξω και κάνουν αυτό που ξέρουν. Αν και μετά τη φαρσοκωμωδία με την αποφυλάκιση Πατέλη, ούτε για τους πρώτους δεν είμαστε σίγουροι ότι θα μείνουν εκεί που πρέπει και όσο πρέπει.
Προφανώς την παρούσα χρονική στιγμή δεν υπάρχει σοβαρή πολιτική πρόταση από τα δεξιά της δεξιάς. Δεν υπάρχει ένα συγκροτημένο κόμμα ικανό να επηρεάσει την κεντρική πολιτική ατζέντα. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την επανεμφάνιση ενός τέτοιου μορφώματος στο μέλλον. Η μετατόπιση της κεντρικής πολιτικής συζήτησης προς τα δεξιά, μέσα από την ανάπτυξη ενός μιλιταριστικού, αντιτουρκικού και ρατσιστικού λόγου δημιουργεί εύφορο πεδίο δράσης στους κάθε λογής εκπροσώπους της ακροδεξιάς.
Αυτός είναι και ο λόγος που η Αριστερά και το αντιρατσιστικό κίνημα πρέπει να μην αφήσουν σπιθαμή κοινωνικού χώρου στους φασίστες. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την πραγματική επαφή με την κοινωνία, μέσα από τη σύνδεση σωματείων, φοιτητικών συλλόγων, μαθητικών συμβουλίων, αντιρατσιστικών συλλογικοτήτων, τοπικών συνελεύσεων και κάθε λογής συλλογικών φορέων στην κατεύθυνση του αντιφασισμού και του αντιρατσισμού. Η απάντηση δε βρίσκεται σε στρατιωτικού τύπου άμεσες απαντήσεις αλλά στην πραγματική ανάπτυξη ενός ζωντανού και πολύμορφου αντιρατσιστικού κινήματος.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά