Η μοίρα της κυβέρνησης Μητσοτάκη θα κριθεί στην οικονομική και κοινωνική πολιτική
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ξεδιπλώνει την πολιτική της στα «εύκολα». Με τους χειρισμούς της στα Εξάρχεια, το Άσυλο και το γιορτασμό του Πολυτεχνείου, υπογράμμισε ότι σκοπεύει να ενισχύσει την καταστολή, να προχωρήσει με «πυγμή» στην εμπέδωση μιας κάποιας αστυνομοκρατίας. Αυτά «χαϊδεύουν τα αυτιά» του πυρήνα των οπαδών της Δεξιάς και προς το παρόν δείχνουν να περπατάνε. Αντιρρήσεις, ακόμα και στον φιλικό προς τον Μητσοτάκη Τύπο, που θύμιζαν ότι όποιος πολιτεύεται με τα ρόπαλα παίρνει το ρίσκο να βρεθεί μπροστά σε πιο γενικευμένη αντίσταση, περιορίζονται για την ώρα στα «ψιλά», αλλά περιέχουν πολύ μεγαλύτερη δόση πολιτικής αλήθειας απ’ ό,τι υποπτεύονται οι Βορίδηδες.
Η κυβέρνηση ξεδιπλώνει τη ρατσιστική επιτάχυνση στο προσφυγικό, με τα κλειστά «προαναχωρησιακά» κέντρα, με τη σκληρότερη πολιτική ασύλου, με τις προσλήψεις συνοριοφυλάκων και τη σκλήρυνση της φρούρησης και αποτροπής εισόδου στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα. Πάλι «χαϊδεύει αυτιά» του ακροατηρίου της και παρά τη σκανδαλωδώς φιλική υποστήριξη από το μεγάλο Τύπο, θα διαπιστώσει ότι ο πραγματικός συσχετισμός δύναμης στην ελληνική κοινωνία δεν έχει αλλάξει και ότι μια ξέσαλα ρατσιστική αντιμετώπιση των προσφύγων και των μεταναστών είναι καταδικασμένη να φτάσει σε αδιέξοδο.
Και μετά αρχίζουν τα δύσκολα.
Η προεκλογική υπόσχεση για, τάχα, γενικευμένη μείωση της φορολόγησης έχει ήδη παρουσιάσει τις αλήθειες της. Ο «κόσμος του επιχειρείν» πήρε άμεσα και πραγματικά δώρα: μείωση της φορολόγησης των κερδών από το 28% στο 24% φέτος και στο 20% του χρόνου, μείωση στη φορολόγηση των μερισμάτων των μετόχων ΑΕ από το 10% στο 5%. Όμως για τους απλούς ανθρώπους η μείωση της φορολόγησης έχει ήδη αποδειχθεί παραμύθι. Οι έχοντες ετήσιο εισόδημα ως 12.000 ευρώ θα κερδίσουν ένα φιλοδώρημα λίγων δεκάτων ευρώ. Οι έχοντες ετήσιο οικογενειακό εισόδημα από 20-50.000 ευρώ (δηλαδή ένα ζευγάρι μισθωτών σταθερής απασχόλησης και όχι η χιλιοτραγουδισμένη «μεσαία τάξη») δεν θα έχουν μείωση φόρου ούτε κατά ένα σέντσι. Σχετικά με τον μισητό ΕΝΦΙΑ, μέσω της αύξησης των αντικειμενικών αξιών που σχεδιάζεται για το πρώτο εξάμηνο του 2020, προβλέπεται αύξηση των εσόδων του Δημοσίου. Και ο μνημονιακά αυξημένος ΦΠΑ συνεχίζει να «θερίζει» τη λαϊκή κατανάλωση. Αυτά θα αποδειχθούν πιθανότατα σημαντικές παράμετροι για το συνολικό μέγεθος του «ακροατηρίου» της κυβέρνησης και της ΝΔ, ενώ οι σχετικές προειδοποιήσεις εμφανίζονται όλο και συχνότερα στον φιλοκυβερνητικό Τύπο.
Μια πλευρά της σκληρής λιτότητας (αλλά και μιας ορισμένης συνέχειας στην πολιτική από τον Τσίπρα στο Μητσοτάκη) αναδεικνύει τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο δεκάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019, που έδωσε στη δημοσιότητα ο υφυπουργός Οικονομικών Θοδωρής Σκυλακάκης. Η παράδοση των (αιματηρών) πλεονασμάτων όχι απλώς συνεχίζεται, αλλά γίνεται τούρμπο: τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού παρουσίασαν υπέρβαση από το στόχο κατά 1,666 δισ. ευρώ, ενώ οι δαπάνες μειώθηκαν κατά 2,152 δισ. ευρώ έναντι του στόχου του προϋπολογισμού (που αποτελούσε ήδη ιστορικά χαμηλό ρεκόρ). Η κυβέρνηση εκτιμά ότι με αυτή τη δρακόντεια πολιτική λιτότητας, στο τέλος του χρόνου το «υπερπλεόνασμα» θα ξεπεράσει τις προσδοκίες που διαμόρφωσαν ο Τσακαλώτος παλιότερα και ο Σταϊκούρας σήμερα.
Η διαπίστωση αυτή μας δίνει ένα μέτρο σύγκρισης της λιτότητας. Δημιουργεί όμως και το πολιτικό ερώτημα του πώς η κυβέρνηση σκέφτεται να αξιοποιήσει το «υπερπλεόνασμα». Η επικαιρότητα φανερώνει ορισμένες από τις σκέψεις της.
Στις τράπεζες αρχίζει ήδη (ξεκινώντας από την Alpha Bank) το «πάρτι» ξεφορτώματος των «κόκκινων δανείων», με βάση το σχέδιο «Ηρακλής»: Με εγγυήσεις του Δημοσίου (που θα χρηματοδοτηθούν από το πλεόνασμα), τα κερδοσκοπικά funds θα αγοράσουν κοψοχρονιά (στο 20%, ακόμα και στο 10% της ονομαστικής τιμής) τα «κόκκινα δάνεια» από τις τράπεζες και στη συνέχεια θα διεκδικήσουν το 100% του οφειλόμενου ποσού από τους οφειλέτες! Για τα νοικοκυριά οι συνέπειες θα είναι σημαντικές: Θα βρεθούν χωρίς προστασία απέναντι σε αδίστακτες εισπρακτικές εταιρίες. Για τα funds το ρίσκο θα είναι μηδενικό: ό,τι «πιάσουν» δεν θα είναι κέρδος, ό,τι «χάσουν» θα καλυφθεί από τις εγγυήσεις του Δημοσίου! Για άλλη μια φορά, το αίμα από τις θυσίες του κόσμου μας κατευθύνεται προς την «εξυγίανση» των τραπεζών.
Ο «φωτισμένος» Ν. Μυταράκης σκέφτηκε να εφαρμόσει τη συνταγή της «εισπραξιμότητας» και στα ασφαλιστικά Ταμεία και ανακοίνωσε ανέτως την πρόθεση του υπουργείου Εργασίας να πουλήσει σε funds τις οφειλές προς τα Ταμεία! Το ρίσκο ήταν τόσο προφανές, που ο έμπειρος Βρούτσης έτρεξε να διαψεύσει την εξαγγελία, αδιαφορώντας για το σχετικό ρεζιλίκι της κυβέρνησης.
Ο Μητσοτάκης έχει κάνει σημαία τον ισχυρισμό ότι «η φιλικότητα προς τις επιχειρήσεις» θα προσελκύσει σημαντικές «ξένες επενδύσεις». Στις πρόσφατες συναντήσεις του με τους Κινέζους ηγέτες, τους πιο ακραιφνείς οπαδούς της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, συμφωνήθηκαν σημαντικές «δουλειές»: περιλάμβαναν επέκταση της Cosco στον Πειραιά, κινεζική συμμετοχή στην ενεργειακή σύνδεση Αττικής-Κρήτης, αιολικά πάρκα, μεταλλεία, τραπεζική παρουσία της Κίνας στον ελλαδικό χώρο κ.ά. Πριν στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας, ο υφυπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Γουίλμπορ Ρος (ο συνδαιτημόνας του Τσίπρα και εμπορικός συνέταιρος του Β. Μαρινάκη), προειδοποίησε επισήμως την ελληνική κυβέρνηση ότι οι ΗΠΑ θεωρούν ότι τέτοιες οικονομικές σχέσεις με την Κίνα «είναι επικίνδυνες».
Ο λόγος που ο Μητσοτάκης προσφεύγει σε τέτοιες «επικίνδυνες» διεξόδους είναι ότι όλες οι υπόλοιπες μοιάζουν μάλλον κλειστές. Οι Έλληνες καπιταλιστές συνεχίζουν να μην επενδύουν τα κέρδη τους. Ένα «μυστικό» για την ερμηνεία της μείωσης των δαπανών στον προϋπολογισμό του 2019 είναι ότι το (πετσοκομμένο) Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων παρουσίασε «υποεκτέλεση» κατά 811 εκατ. ευρώ μέσα στο δεκάμηνο…
Ο Στουρνάρας κάνει ενέσεις αισιοδοξίας, μιλώντας για μεγέθυνση 2,5% του ΑΕΠ το 2020. Όμως η έκθεση του ΔΝΤ τον διορθώνει, κάνοντας λόγο για «υπεραισιοδοξία» και εκτιμώντας ότι η μεγέθυνση του ΑΕΠ το 2020 θα περιοριστεί στο 1,8%, παρουσιάζοντας μικρή επιβράδυνση σε σχέση με το 2019. Και αυτά προκύπτουν στο έδαφος της εκτίμησης ότι η ελληνική οικονομία δεν θα επηρεαστεί «βαριά» από την αναμενόμενη μεγάλη διεθνή επιβράδυνση.
Το μέτωπο της καταστολής και του ρατσισμού είναι κεντρικής σημασίας και η μάχη εκεί πρέπει να δοθεί με τον πιο αποφασιστικό τρόπο. Όμως η μοίρα της κυβέρνησης Μητσοτάκη θα κριθεί στην οικονομική και κοινωνική πολιτική. Αυτό σημαίνει ότι η πάλη κατά του αυταρχισμού και του ρατσισμού θα πρέπει να συνδεθεί όσο πιο σταθερά γίνεται με την πάλη για τα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα. Και τη σύνδεση αυτή μπορούν και πρέπει να αρχίσουν να κάνουν οι οργανωμένες δυνάμεις της Αριστεράς.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά