Η συμφωνία της 6/11 που υπογράφτηκε στην Αθήνα, με την υποστήριξη της ελληνικής, της ελληνοκυπριακής, της αμερικανικής και της ισραηλινής κυβέρνησης είναι ένα μεγάλο αρνητικό σημείο καμπής.
Αν δεν ανατραπεί, στην πράξη και στο γράμμα, από το κίνημα των εργαζόμενων και λαϊκών μαζών και την Αριστερά, τότε οι κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου «δεσμεύονται» για μακρό χρονικό διάστημα στην αντιδραστική κατεύθυνση που σκιαγραφεί η πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ στις ΗΠΑ, με την πλήρη υποστήριξη των ευρωηγεσιών.
Η στάση της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, από το ΠΑΣΟΚ ως τον ΣΥΡΙΖΑ, μπροστά σε αυτήν τη μεγάλη πολιτική πρόκληση είναι απολύτως κατώτερη των περιστάσεων. Η αντίσταση και η προοπτική ανατροπής αυτής της αντιδραστικής συμφωνίας γίνεται υπόθεση του κινήματος από τα κάτω και της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς που, όπως έδειξαν οι μεγάλες κινητοποιήσεις αλληλεγγύης στον αγωνιζόμενο Παλαιστινιακό λαό, είναι δυνάμεις που μπορούν να αλλάζουν αποτελεσματικά τη φορά των εξελίξεων.
Το περιεχόμενο της συμφωνίας είναι εφ’ όλης της ύλης μια στροφή προς τις πιο επικίνδυνες πολιτικές.
1.Drill baby, drill…
Την ώρα που έχει γίνει ολοφάνερο ότι η κλιματική κρίση έχει ξεπεράσει τις διαστάσεις του λεγόμενου ελεγχόμενου σεναρίου και μπροστά στον πλανήτη ανατέλλει η προοπτική μιας ανεξέλεγκτης κλιματικής κατάρρευσης, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ρίχνει όλο το βάρος της κρατικής-«αναπτυξιακής» πολιτικής στην εξορυκτική στρατηγική.
Η συμφωνία δίνει στην Exxon Mobil -τον αμερικανικό αιματοβαμμένο κολοσσό της ενεργειακής βιομηχανίας- σε συνεργασία με το «ελληνικό» κονσόρτσιουμ της Energean και Hellenic Energy, το δικαίωμα να αρχίσει μέσα στους επόμενους 18 μήνες τις διαδικασίες εξόρυξης στο θαλάσσιο οικόπεδο «Μπλοκ 2» στο βορειοδυτικό Ιόνιο. Πρόκειται για ένα σχέδιο μεγάλης επικινδυνότητας καθώς η γεώτρηση θα γίνει σε βάθος νερού μεγαλύτερο των 800 μέτρων, με το συνολικό βάθος εξόρυξης να προβλέπεται ότι θα ξεπεράσει τα 4.000 μέτρα, σε μια περιοχή μεγάλου σεισμικού κινδύνου.
Και το «Μπλοκ 2» είναι μόνο η αρχή. Η Exxon Mobil, αλλά και η Chevron -ο άλλος αμερικανικός κολοσσός των εξορύξεων- έχουν ήδη δεσμεύσει προς έρευνες με την προοπτική εξόρυξης τα θαλάσσια «οικόπεδα» δυτικά και νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου, όπως και δυτικά, νότια και νοτιοανατολική της Κρήτης. Πρόκειται για ένα θανατερό κλοιό που απειλεί ένα μεγάλο τμήμα της ανατολικής Μεσογείου, με αντίτιμο τα κέρδη των πολυεθνικών που κυριαρχούν στους τομείς της ενέργειας και των ορυκτών καυσίμων, αλλά και την ενίσχυση των ελληνικών Ομίλων που σπεύδουν να πλασαριστούν ως τοπικοί συνεργάτες τους.
Χαρακτηριστικό της «απελευθέρωσης» των πετρελαιάδων από κάθε συμβιβασμό με το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον είναι το γεγονός ότι η Energean απέσπασε πρόσφατα το «δικαίωμα» να προχωρήσει στο σχέδιο αποθήκευσης αερίων CO2 -δηλαδή βιομηχανικών ρύπων- στις καταβόθρες των κοιτασμάτων «Πρίνος», σε ελάχιστη απόσταση από το λιμάνι της Καβάλας, τις ακτές της Χαλκιδικής και την πόλη της Θεσσαλονίκης. Στο εταιρικό σχήμα της Energean συμμετέχουν όχι λίγα ισραηλινά funds, ενώ ο Όμιλος είναι εισηγμένος στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, αλλά και του Τελ Αβίβ…
Η συμφωνία της 6/11 σηματοδοτεί την απροσχημάτιστη προσχώρηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην τραμπική κατεύθυνση «Drill baby, drill». Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο αυταπατών σχετικά με την υπόσχεση ότι τμήμα των κερδών της εξορυκτικής λεηλασίας θα κατευθυνθεί ως «μέρισμα ανάπτυξης» προς την κοινωνική πλειοψηφία. Όποιος αμφιβάλει ας αναλογιστεί το εάν και κατά πόσο βελτιώθηκε πραγματικά η ζωή των λαϊκών μαζών στις χώρες της Μέσης Ανατολής, που εγκλωβίστηκαν κατά τις προηγούμενες δεκαετίες στην εξορυκτική στρατηγική.
2.Ενεργειακοί «διάδρομοι» και στρατιωτικοί «άξονες»
Πυλώνας της συμφωνίας είναι, επίσης, η πολιτική των ενεργειακών «διαδρόμων».
Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης ανακηρύχθηκε ήδη ως η βασική πύλη εισόδου του αμερικανικού LNG προς τις αγορές της κεντρικής Ευρώπης με τελικό τερματικό σταθμό την Ουκρανία. Η επιλογή υπογραμμίζει την προσήλωση των ευρωατλαντιστών στην προοπτική αντικατάστασης του (φτηνότερου) ρωσικού φυσικού αερίου με αμερικανικό LNG, αλλά και την απόφαση παράκαμψης της στρατηγικής σημασίας του Βοσπόρου, μετά τις διακυμάνσεις στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Ταυτόχρονα, όμως, η Αλεξανδρούπολη γίνεται η πύλη εισόδου του χερσαίου στρατιωτικού διαδρόμου του ΝΑΤΟ, από τη Μεσόγειο προς τη Μαύρη Θάλασσα δια μέσου των Βαλκανίων. Πρόκειται για μια ακόμα απόδειξη της ταύτισης των επιλογών στους ενεργειακούς διαδρόμους με τις αντίστοιχες γεωπολιτικές και στρατιωτικές επιλογές.
Βασικό στοιχείο της συμφωνίας είναι η ενίσχυση του «σχήματος» 3+1 (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ + ΗΠΑ), που αναδεικνύεται σε «τόξο ελέγχου» της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Το ενεργειακό υποσύνολο αυτής της συμμαχίας γνώρισε το τελευταίο διάστημα μεγάλες αναταράξεις. Το σχέδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης του Ισραήλ με την Ευρώπη (GSI), μέσω Κύπρου και Ελλάδας, η διαβόητη «επιχείρηση καλώδιο» μπήκε στον πάγο μετά από τη δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ της ελληνικής και της ελληνοκυπριακής κυβέρνησης. Επιφανειακά, οι αντιρρήσεις της Λευκωσίας φαίνονταν να αφορούν το κόστος και την οικονομική σκοπιμότητα της επιχείρησης. Κατά βάθος, όλοι γνωρίζουν ότι οι δυσκολίες αφορούν τις δυνατότητες γεωπολιτικής επιβολής του GSI. Την ώρα που το Ισραήλ είναι αφοσιωμένο στη σφαγή των Παλαιστινίων, η Λευκωσία στην πραγματικότητα έθεσε το ερώτημα του εάν και κατά πόσο η Αθήνα έχει τη δυνατότητα να επιβάλει στην Τουρκία την ανοχή σε έρευνες και εργασίες οικονομικού περιεχομένου (δηλαδή σε πράξεις άσκησης κυριαρχίας) σε περιοχές με καθεστώς διεθνών υδάτων. Γιατί ακόμα κι ο ελληνικός συστημικός Τύπος ομολογεί πλέον ότι το επεισόδιο «νοτίως της Κάσου» έγινε σε σημείο μακράν πέραν των ορίων των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Η συμφωνία της 6/11 μοιάζει να δίνει ξανά δυναμική σε αυτό το αμφιλεγόμενο σχέδιο. Είτε μέσω μιας πιθανής συμμετοχής αμερικανικών πολυεθνικών στην επιχείρηση «καλώδιο» (όπως φαίνεται να προτιμά επισπεύδοντας η Αθήνα), είτε με τη μορφή της ισραηλινής και κυπριακής πιο «μακρόπνοης» πρότασης, δηλαδή της σύνδεσης του GSI με το πρόγραμμα IMEC, δηλαδή τον εμπορικό και στρατιωτικό «διάδρομο» σύνδεσης της Ινδίας με την Ευρώπη, μέσω Μέσης Ανατολής. Αυτή η γενικότερη «στρατηγική» ιδέα, με στόχο την απόσπαση της Ινδίας από τον ευρασιατικό προσανατολισμό και της ένταξής της στον ευρωατλαντικό σχεδιασμό ενός «τόξου» ελέγχου από τον Ινδο-ειρηνικό μέχρι το Ιόνιο, είναι ενδεικτική της συνθετότητας, της πολυπλοκότητας, αλλά και της σημασίας των μεγάλων αλλαγών που δρομολογούνται ως επιδιώξεις της αμερικανικής πολιτικής, μέσω βημάτων όπως η συμφωνία της Αθήνας.
Και αυτή η πολιτική απαιτεί πειθαρχία: απαιτεί την πλήρη ταύτιση των ενεργειακών, εμπορικών και γενικότερα των οικονομικών σχεδιασμών, με τις αντίστοιχες γεωπολιτικές και στρατιωτικές σαφείς επιλογές, που προβάλλονται πλέον ως αναντικατάστατες προϋποθέσεις.
Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι την επομένη της συμφωνίας της Αθήνας, η Κίμπερλι Γκιλφόιλ έθεσε, εμμέσως αλλά σαφώς, θέμα σχετικά με την παρουσία της κινεζικής Cosco στον Πειραιά, αλλά και ερώτημα σχετικά με τις πιθανές σχέσεις της ιδιοκτησίας του λιμανιού της Θεσσαλονίκης με ρωσικές «επιρροές». Ο Μητσοτάκης, για την ώρα, προσπαθεί να διαφύγει από το στρίμωγμα, προσφέροντας στους Αμερικανούς το λιμάνι της Ελευσίνας και υποσχόμενος μεγαλύτερη «αυστηρότητα» στα κριτήρια ιδιωτικοποιήσεων που θα αφορούν τα λιμάνια του Βόλου και της Καβάλας. Όμως όλοι κατανοούν ότι το «πικρό ποτήρι» κάποιων δραστικών αποφάσεων σχετικά με τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη έρχεται με ταχύτητα. Και η δήλωση του Κικίλια σχετικά με τον Πειραιά ότι «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται. Αλλά από όλες τις πλευρές!» μάλλον πρέπει να διαβαστεί ως μια προειδοποιητική βολή προς την Cosco, η οποία ήδη δυσφορεί μετά την εντατικοποίηση των τελωνειακών και φορολογικών ελέγχων επί των δραστηριοτήτων της στο λιμάνι του Πειραιά.
Όλα αυτά μαζί, υποδεικνύουν ότι τα επόμενα βήματα θα είναι κάθε άλλο παρά ανέφελα και σταθερά. Και η στενή διασύνδεση των ενεργειακών/οικονομικών σχεδίων με τα γεωπολιτικά/στρατιωτικά συμφραζόμενά τους, δείχνει ότι οι αστάθειες μπορούν να πάρουν χαρακτήρα επικίνδυνων αναμετρήσεων, μέσω των «σκληρών» κριτηρίων ισχύος, δηλαδή μέσω των όπλων.
3.Διπλωματική εναλλακτική;
Η συμφωνία της Αθήνας έχει έντονη δυναμική. Όταν πουλάς ως «οικόπεδα» τμήματα των διεθνών υδάτων της ανατολικής Μεσογείου, όταν νομίζεις ότι μπορείς να κλείσεις με «πάρκα» τους διαδρόμους ελεύθερης διεθνούς ναυσιπλοΐας σε μια κλειστή θάλασσα όπως το Αιγαίο, όταν αποδέχεσαι τη μετατροπή ενεργειακών ή εμπορικών «διαδρόμων» σε διαχωριστικές γεωπολιτικές γραμμές κλπ, τότε θέτεις σε κίνηση αντίρροπες δυνάμεις που δεν θα παραμείνουν παθητικοί θεατές. Όπως (σωστά) γράφηκε στον Τύπο, «η εποχή της αδράνειας στην ανατολική Μεσόγειο έχει τελειώσει».
Και όταν αυτό συμβαίνει σε μια περίοδο με πρωτοφανείς αγριότητες όπως η σφαγή στη Γάζα, ο βομβαρδισμός της Τεχεράνης, η αεροπορική επιδρομή στη Ντόχα, η κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία κ.ά., τότε γίνεται σαφές ότι το τέλος της αδράνειας ενέχει μεγάλες επικινδυνότητες. Η εκρηκτική αστάθεια στη Μέση Ανατολή «μετακομίζει» προς τα δυτικά, συμπεριλαμβάνοντας πλέον μεγάλο μέρος της ανατολικής Μεσογείου. Και στο χειρισμό αυτού του προβλήματος η στήριξη στις ΗΠΑ και το Ισραήλ, παρά την αναμφισβήτητη πολεμική δύναμή τους, μπορεί να αποδειχθεί πιθανότατα ανεπαρκής παράγοντας.
Δεν είναι τυχαίο που λίγο μετά τη συμφωνία, ο Γεραπετρίτης ανακοίνωσε μια διπλωματική πρωτοβουλία με στόχο μια Διάσκεψη των Παράκτιων Χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Αν μεταξύ των κυβερνήσεων και των κρατών της Ελλάδας, της Αιγύπτου, της Κύπρου, του Ισραήλ, της Αιγύπτου και της Λιβύης, υπήρχε πάντα ένας σημαντικός βαθμός δυσκολίας στον «ανταγωνιστικό διάλογο» για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών κυριαρχίας (υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ), μετά τη συμφωνία της Αθήνας ο βαθμός δυσκολίας μεγεθύνεται. Γιατί στην περιοχή εμφανίζεται ένας ισχυρός «άξονας» (το σχήμα 3+1) που απαιτεί μια λεόντεια «μοιρασιά», αλλά και γιατί η οριοθέτηση περιπλέκεται με το ζήτημα της όδευσης ενεργειακών αγωγών και διαδρόμων, που μάλιστα ορίζονται από τους «3+1» ως γεωπολιτικές και στρατιωτικές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του ευρωατλαντισμού και όσων αμφισβητούν την πρωτοκαθεδρία του.
Ο Μητσοτάκης έσπευσε να πανηγυρίσει τη συμφωνία της Αθήνας, εκτιμώντας ότι αυτή ανοίγει το δρόμο προς «εθνικές επιτυχίες» στην ανατολική Μεσόγειο, που θα του επιτρέψουν να διατηρήσει τη συνοχή της Δεξιάς και να διαχειριστεί τη γενικότερη κρίση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνησή του. Όμως αυτός ο δρόμος θα είναι κάθε άλλο παρά ανθόσπαρτος.
Η Τουρκία παραμένει μια χώρα πολύτιμη για τους σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ και η στρατιωτική δύναμή της θεωρείται από τα ισραηλινή θινκ τανκς ως μια κρίσιμη παράμετρος για τις μελλοντικές ρυθμίσεις και τις «οριστικές» λύσεις στη Μέση Ανατολή. Η κυβέρνηση Τραμπ έκανε ένα σημαντικό βήμα ορίζοντας το σχήμα «3+1» ως βασικό τοποτηρητή της στην περιοχή, αλλά δεν έχει παραιτηθεί από την προσπάθεια να επανεντάξει το καθεστώς Ερντογάν στη νατοϊκή σταθερότητα. Και αν αυτό συμβεί, θα είναι μια μείζων αλλαγή στους τοπικούς συσχετισμούς δύναμης και επιρροής.
Η τουρκική κυβέρνηση δείχνει να κατανοεί την εξέλιξη και να αναπροσαρμόζει την τακτική της. Η ανακοίνωση του τουρκικού υπ. Εξ. που υπογράμμιζε ότι «στο Αιγαίο μπορούμε να τα βρούμε», παραπέμποντας στις προ του 2004 ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις σχετικά με την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, ήταν μια δημόσια πρόσκληση προς διπλωματική «ωριμότητα».
Πόσο όμως αυτή είναι εφικτή; Αν πραγματοποιηθεί η Διάσκεψη της Ανατολικής Μεσόγειου, ο Γεραπετρίτης θα διαπιστώσει ότι ακόμα και «σύμμαχες» δυνάμεις όπως η δικτατορία του Σίσι στην Αίγυπτο δεν συμμερίζονται βασικούς ισχυρισμούς του ελληνικού κράτους για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών (όπως η απαίτηση για αναγνώριση πλήρους επήρειας στα νησιά). Στα χρόνια που ακολούθησαν τη στροφή του ελληνικού κράτους προς τη «στρατηγική των αξόνων» το Διεθνές Δίκαιο έγινε πιο συγκεκριμένο, μέσω μιας σειράς ρυθμιστικών αποφάσεων διεθνούς σημασίας, που πλέον αποτελούν ισχυρά δεδικασμένα. Παράγοντες υπεράνω κάθε υποψίας για διεθνισμό, όπως ο Ιωάννης Σαρμάς (τέως υπηρεσιακός πρωθυπουργός και επίτιμος πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου) επιλέγουν τη σημερινή συγκυρία για να υπενθυμίσουν δια του Τύπου ότι το Διεθνές Δικαστήριο έχει εκδώσει δεσμευτικές αποφάσεις που ορίζουν πλήρη, ή μερική, ή και μηδενική επήρεια των νησιών στην οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, ανάλογα με το μέγεθός τους, την απόσταση από τις ηπειρωτικές ακτές αλλά και το τελικό αναλογικό αποτέλεσμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί δίκαιη λύση.
Έτσι, παρά την αίσθηση υπεροχής που δίνει η υποστήριξη των ΗΠΑ και η στενή σχέση με το Ισραήλ, μπαίνοντας σε μια περίοδο «συνολικών ρυθμίσεων» στην ευρύτερη περιοχή, ο Μητσοτάκης μπορεί να βρεθεί στη θέση να υποχρεούται να οργανώσει βήματα πίσω από τους υπερφίαλους στόχους που είχε αναδείξει ως «εθνικό συμφέρον» η στρατηγική των αξόνων της προηγούμενης περιόδου. Και αυτό, ούτε ο ίδιος, ούτε το κόμμα του, ούτε οι πολιτικές συμμαχίες γύρω τους, είναι έτοιμοι και ικανοί να το κάνουν.
Σε ανάλογη θέση βρίσκονται και κυβερνήσεις άλλων χωρών (πχ στην Αίγυπτο που ο Σίσι πιέζεται από τις συνέπειες της κατάπτυστης πολιτικής του στο Παλαιστινιακό). Γι’ αυτό η διπλωματική «ωριμότητα» είναι η πλέον απίθανη από τις λύσεις που δρομολογούνται στο τέλος της εποχής της αδράνειας στην ευρύτερη περιοχή μας.
Και αυτό αφήνει ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο των αναμετρήσεων δια της πολεμικής ισχύος.
Απόρριψη
Για όλους αυτούς τους λόγους, η συμφωνία με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ πρέπει να απαντηθεί με μια ηχηρή και κάθετη απόρριψη από το κίνημα των εργαζόμενων και λαϊκών μαζών και από όλη την πολιτική Αριστερά.
Είναι μια συμφωνία που βυθίζει την περιοχή στην εξορυκτική παράνοια, την ώρα που απαιτείται η ακριβώς αντίστροφη πορεία.
Είναι μια συμφωνία που δεσμεύει βαθύτερα τον ελληνικό γεωγραφικό χώρο με τις επιδιώξεις του αμερικανικού ιμπεριαλισμού την ώρα που στην Ουάσινγκτον κυριαρχεί ο ανεξέλεγκτα αντιδραστικός Τραμπ.
Είναι μια συμφωνία που δεσμεύει για μακρά περίοδο το ελληνικό κράτος στη στενή συμμαχική σχέση με το κράτος του Ισραήλ, την ώρα που αυτό οργανώνει την εξόντωση των Παλαιστινίων και προωθεί την άγρια αναδιοργάνωση όλων των σχέσεων στη Μέση Ανατολή.
Είναι μια συμφωνία που οδηγεί στην ενίσχυση και στον πολλαπλασιασμό των νατοϊκών βάσεων στη χώρα, αλλά και στην ενίσχυση της κυβερνητικής επιλογής των διαρκών εξοπλισμών και της μεγέθυνσης της επιρροής των μιλιταριστικών ιδεών και δικτύων.
Είναι μια συμφωνία επικίνδυνη για την ειρήνη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Αρχίζοντας από το κίνημα αλληλεγγύης Παλαιστίνη, απαιτώντας την πλήρη απομόνωση του κράτους-χασάπη του Ισραήλ, επιμένοντας στη ρήξη με το ΝΑΤΟ, τις βάσεις και την υποταγή στον ευρωατλαντισμό, οφείλουμε να χτίζουμε μια μαζική πολιτική απάντηση σε όσους επέλεξαν να συνταχθούν οριστικά στην ουρά της Κίμπερλι Γκιλφόιλ, δηλαδή στην ουρά του τραμπικού ρεύματος που σήμερα ηγείται στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο.
