Οι λόγοι της θριαμβευτικής επιστροφής του MAS και οι προκλήσεις της συνέχειας
Με την ολοκλήρωση της καταμέτρησης των ψήφων, επιβεβαιώθηκε (κι ενισχύθηκε) το εύρος του θριάμβου του MAS στις εκλογές στη Βολιβία.
Το βολιβιανό εκλογικό σύστημα απαιτεί είτε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% είτε διαφορά μεγαλύτερη των 10 μονάδων, για να εκλεγεί κανείς πρόεδρος από τον πρώτο γύρο. Δεν υπήρχε αμφιβολιά για την πρωτιά του Άρτσε, αλλά το ενδιαφέρον όλων στρεφόταν στο αν θα χτίσει διαφορά 10 μονάδων ή θα οδηγηθούμε σε δεύτερο γύρο. Το αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό.
Ο Λούις Άρτσε Κατακόρα κερδίζει το 55% των ψήφων, με 26 μονάδες διαφορά από τον δεύτερο Κάρλος Μέσα. Παράλληλα, το MAS κερδίζει την πλειοψηφία και στα δύο κοινοβουλευτικά σώματα (Βουλή και Γερουσία).
Ένα χρόνο πριν, η νίκη του Μοράλες από τον πρώτο γύρο ήταν οριακή (με βάση τα δεδομένα του βολιβιανού συστήματος πάντα -υπάρχουν δυτικές κυβερνήσεις που με τέτοια ποσοστά θα θεωρούνταν πανίσχυρες και λαοφιλέστατες): Είχε κερδίσει 47,08% απέναντι στο 36,51% του Μέσα, ενώ άλλο ένα 8,8% έπαιρνε ο ακροδεξιός ευαγγελιστής Τσι Χιουν Τσουνγκ.
Σήμερα, ο υποψήφιος του ΜAS ενίσχυσε τη δύναμή του κατά 8 μονάδες και 505.000 ψήφους, εκφράζονταν μια ισχυρή επανάκαμψη του MAS στην εκλογική επιρροή που απολάμβανε τις «χρυσές μέρες» του.
Ο βασικός κεντροδεξιός υποψήφιος, Κάρλος Μέσα, έχασε 465.000 ψήφους και 7,7%. Ο ακροδεξιός Λουίς Φερνάντο «μάτσο» Καμάτσο, ο πρωταγωνιστής του περσινού πραξικοπήματος σε επίπεδο βίας στους δρόμους, πήρε 14% και 860.000 ψήφους, καταφέρνοντας να συγκεντρώσει το κοινό του Τσι Χιουν Τσουνγκ κι ένα μεγάλο κομμάτι της «συρρικνούμενης» συνολικά βάσης του Μέσα. Δε φταίει η «διάσπαση δυνάμεων» για την ήττα της Δεξιάς, παρότι η σχετική φαγωμάρα έχει ήδη αρχίσει στον δεξιό Τύπο.
Ήταν μια ηχηρή σφαλιάρα στα αντιδραστικά σχέδια που ξεδιπλώθηκαν μετά τις περσινές εκλογές. Γράφαμε προεκλογικά ότι σε αυτήν την κάλπη θα αποτυπωνόταν ο κοινωνικός-πολιτικός συσχετισμός που διαμορφώθηκε σε όλη αυτήν την ταραχώδη διαδρομή του τελευταίου ενός χρόνου. (Βολιβία: Από το περσινό πραξικόπημα στις εκλογές του Οκτώβρη, αξίζει να διαβαστεί για το υπόβαθρο πραγμάτων που σχολιάζει αυτό το άρθρο). Τί εκφράστηκε λοιπόν στην άνετη νίκη του Άρτσε; Κάποιες εκτιμήσεις, από την λιγότερο στην περισσότερο σημαντική:
α) Ο ίδιος ο Έβο Μοράλες ίσως είχε εξελιχθεί όντως σε «μέρος του προβλήματος» για το MAS. Αρκετοί είχαν επισημάνει ότι μέρος της εξήγησης της εκλογικής φθοράς του MAS (και της αρχικής «πειστικότητας» των αντιπολιτευτικών διαδηλώσεων για «νοθεία») οφειλόταν στην επιμονή του Έβο να διεκδικήσει την επανεκλογή του, αμφισβητώντας (με καταφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο) την απόφαση του δημοψηφίσματος που ο ίδιος διοργάνωσε και είχε αποφασίσει να μην του επιτρέψει τη διεκδίκηση και τρίτης θητείας. Η αντοχή -και κυρίως η ενίσχυση- του MAS «χωρίς τον Έβο», δείχνει ότι οι παραδόσεις και οι συνήθειες του «caudillismo» («αρχηγισμός») δεν είναι απλά λάθος, αλλά δεν αποτελούν πάντα «ανάγκαίο κακό».
β) Στις χώρες που βρέθηκαν στο αριστερό άκρο του «ροζ κύματος», με την έννοια ότι οι φιλεργατικές-φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις υπήρξαν βαθύτερες σε σχέση με το «δεξί άκρο» (εμβληματική η Βραζιλία του PT σε αυτό ως αντιπαράδειγμα), το αίσθημα «Δεν θα γυρίσουν!» όσον αφορά τις παλιές νεοφιλελεύθερες πολιτικές ελίτ της Δεξιάς είναι πολύ ισχυρότερο.
γ) Ακόμα και στις χώρες όπου η φθορά της κεντροαριστεράς είναι τόσο μεγάλη που να ευνοεί τη δεξιά παλινόρθωση, αυτή συμβαίνει χωρίς στρατηγικό σχέδιο που να ηγεμονεύει -και γι’ αυτό είναι επισφαλής. Το είδαμε και στην Αργεντινή, με την εκλογική ήττα του Μάκρι και την επιστροφή του περονικού κόμματος στην κυβερνητική εξουσία.
δ) Στην περίπτωση της Βολιβίας, το «β» και το «γ» συνδυάστηκαν σε εκρηκτικό βαθμό. Η Δεξιά «γύρισε» με πραξικοπηματικές μεθόδους κι αποδείχθηκε απολύτως άπληστη και σε σύγκρουση με τις διαθέσεις της κοινωνικής πλειοψηφίας. Η διακυβέρνηση Άνιεζ μέσα σε έναν χρόνο «κατάφερε» να προκαλέσει μια συγκλονιστική αντισυσπείρωση, εξαιτίας του άγριου ρεβανσισμού της.
Οι πραξικοπηματίες που ανέλαβαν -υποτίθεται- ως «μεταβατική κυβέρνηση» με αντικείμενο να «οδηγήσουν τη χώρα σε εκλογές», επέδειξαν αλαζονεία και απληστία στην προσπάθεια να επιβάλουν «τετελεσμένα» στο κράτος, στην οικονομία, στην κοινωνία. Η πιο άγρια εκδοχή Δεξιάς έδειξε το πιο ωμό της πρόσωπο σε fast-track ρυθμούς. Ο αντι-ιθαγενικός ρατσισμός και η ακραία καταστολή, η επιτάχυνση της λεηλασίας των φυσικών πόρων, η βίαιη αλλαγή στην εξωτερική πολιτική προκάλεσαν οργή. Ακόμα και στο πεδίο της διαφθοράς (που ροκάνιζε την αξιοπιστία του MAS τα προηγούμενα χρόνια), η «κυβέρνηση» Άνιεζ έσπασε τα ρεκόρ μέσα σε ένα χρόνο.
ε) Ο συσχετισμός αποτυπώθηκε τελικά στην κάλπη, αλλά διαμορφώθηκε στο δρόμο. Ο μαχητικός ξεσηκωμός για ανατροπή του πραξικοπήματος πριν ένα χρόνο ήταν αυτός που απέτρεψε τον αρχικό σχεδιασμό που είχε διαφανεί για πλήρη εξόντωση του MAS και υποχρέωσε τους πραξικοπηματίες να αναδιπλωθούν. Ο μαζικός ξεσηκωμός του περασμένου Αυγούστου με τους αποκλεισμούς δρόμων, ήταν αυτός που επέβαλε τελικά τη διενέργεια εκλογών, βάζοντας φρένο στις διαρκείς αναβολές τους που είχαν προκαλέσει δίκαιη καχυποψία ως προς τις προθέσεις της Άνιεζ να γίνουν. Αυτή η πρόσφατη προϊστορία συλλογικής αντίστασης και μαζικής κινητοποίησης, «έσπασε το φόβο» και στην τελική ευθεία προς τις κάλπες -όπου αν εξαπολύονταν τρομοκρατικές απειλές σε διεθνείς παρατηρητές, μπορεί να φανταστεί κανείς το κλίμα που είχε δημιουργήσει η ακροδεξιά στο εσωτερικό της χώρας. Πολλά από αυτά δεν έγιναν με τη γραμμή της ηγεσίας του MAS, αλλά παρά τη γραμμή της ηγεσίας του MAS. Μια κρίσιμη εμπειρία για την συνέχεια του αγώνα στη Βολιβία.
Η επόμενη μέρα
Το MAS επιστρέφει στην κυβέρνηση με μια καθαρή λαϊκή εντολή που μπορεί να προκαλέσει παραλυτική κρίση στη Δεξιά. Υποχρεώθηκαν να παραδεχτούν την ήττα τους γρήγορα (ενώ είναι σαφές ότι δεν είχαν τέτοια πρόθεση) και τώρα αναζητούν τί πήγε στραβά: Υπήρξε ο κεντροδεξιός Μέσα «πολύ ανεκτικός» με τους κομμουνιστάς στην προεκλογική του εκστρατεία; Υπήρξε απωθητικός ο «βίαιος ριζοσπαστισμός» του Καμάτσο που επιπλέον έκοψε ψήφους από τον βασικό υποψήφιο;
Παρά την δικαιολογημένη ευφορία για την ματαίωση των σχεδίων των πραξικοπηματιών και την καθαρή εκλογική ήττα της Δεξιάς, αξίζει να παρακολουθεί κανείς τις διεργασίες σε αυτό το χώρο μετά το πραξικόπημα. Για πρώτη φορά τα πρωτοφασιστικά δίκτυα που ως τώρα κινούνταν στους δρόμους, ως «Επιτροπές Πολιτών» και ως βρώμικα εργαλεία κάποιων καπιταλιστών όπως ο διαβόητος Μπράνκο Μαρίνοβιτς, απέκτησαν αυτοτελή εκλογική έκφραση, στη συμμαχία «Creemos» που στήριξε τον Καμάτσο, ο οποίος από αρχι-τραμπούκος γίνεται επικεφαλής κόμματος με 14%. Στην Σάντα Κρουζ, την πλούσια επαρχία στα ανατολικά, έδρα του Μαρίνοβιτς και «φωλιά» της αντίδρασης ιστορικά, το Creemos βγήκε πρώτο.
Το MAS επιστρέφει στην κυβέρνηση, παραλαμβάνοντας πολλά «τετελεσμένα». Έληξε γρήγορα τα εύκολα, αποκαθιστώντας διπλωματικές σχέσεις με Κούβα και Βενεζουέλα. Το ζήτημα είναι πώς θα κινηθεί σε πιο δύσκολα (τις αλλαγές που προώθησε η Δεξιά στο κράτος, τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις και εμπορικές συμφωνίες που έτρεξε, τα θύματα της καταστολής). Θα «ξηλώσει» πεπραγμένα και θα αποκαταστήσει τα θύματα της καταστολής; Ή θα πρυτανεύσει το πνεύμα «εθνικής συμφιλίωσης» και «συνέχειας του κράτους»;
Αυτό αφορά την ευρύτερη πορεία της κυβέρνησης Άρτσε. Ο ίδιος κάνει λόγο για «έμπρακτη αυτοκριτική» -όπως οφείλει σε ένα τοπίο που αποκάλυψε ρωγμές στις κοινωνικές συμμαχίες του MAS τον περασμένο ένα χρόνο. Αλλά η δήλωση είναι αμφίσημη, μιας και υπάρχουν δύο σχολές σκέψης: Αυτή που εννοεί «αριστερή αυτοκριτική», δίνοντας έμφαση στις δεξιόστροφες πολιτικές του MAS που αποξένωσαν την κοινωνική του βάση και απονέκρωσαν κινήματα, και αυτή που εννοεί «δεξιά αυτοκριτική», ιεραρχώντας ως στόχο την «ανάκτηση της εμπιστοσύνης των μεσοστρωμάτων» που κινήθηκαν προς τα δεξιά στις προηγούμενες εκλογές. Στις συνθήκες οξείας κρίσης, που διαφέρουν πολύ από τα «χρυσά χρόνια» της έκρηξης των τιμών των εξαγωγών, θα υπάρξουν διλήμματα και σκληρές επιλογές σε αυτό το πεδίο, που δυσκολεύουν μια ανέφελη επιστροφή στην παλιά πολιτική «κοινωνικού συμβολαίου» όπου όλες οι κοινωνικές τάξεις αποκομίζουν κάποια οφέλη.
Η πορεία που θα επιλέξει η κυβέρνηση MAS θα παίξει ρόλο στην τροχιά των εξελίξεων. Αλλά κυρίως, πολλά θα κριθούν από τα κοινωνικά κινήματα, που έπιασαν μετά από χρόνια το νήμα των μεγάλων εξεγέρσεων του 2003-05, «γεύτηκαν» τη δύναμή τους την περασμένη χρονιά και κουβαλούν εμπειρίες για τα όρια και τα προβλήματα της αναγνωρισμένης ηγεσίας τους.