Κείμενο διαλόγου για την Καταλονία
Ας ξεκινήσουμε όσο πιο ξεκάθαρα μπορούμε.
Υπερασπιζόμαστε την άποψη πως η Αριστερά στην Καταλονία πράττει ορθά όταν κατεβαίνει στον αγώνα ενάντια στο Ισπανικό κράτος και την κυβέρνηση Ραχόι. Έπραξε ορθά όταν πρότεινε την ένθερμη συμμετοχή στο δημοψήφισμα, που πλέον έχει εξελιχθεί σε ευθεία αντιπαράθεση με τις δυνάμεις καταστολής και τη δεξιά κυβέρνηση της Μαδρίτης.
Από τη στιγμή όμως που μπήκε στη μάχη αυτή, η καταλανική Αριστερά και οι Καταλανοί Αντικαπιταλίστας θα ήταν λογικό και αναμενόμενο να την αξιοποιήσουν προβάλλοντας τα δικά τους (μας) συνθήματα: ενάντια στη λιτότητα, τον σωβινισμό και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Θα έπρεπε να δουν τη μάχη αυτή ως μια ευκαιρία για να προβάλλουν αιτήματα που θα πρότειναν την κοινή δράση με την ισπανική εργατική τάξη για την επανάσταση και τον σοσιαλισμό. Τι πρότεινε αντ’ αυτών; Την εθνική ανεξαρτησία.
Με αυτό το σκεπτικό, ήταν λοιπόν λανθασμένη η γραμμή του λεγόμενου «διεθνιστικού ΝΑΙ»; Ισχυριζόμαστε πως πράγματι ήταν. Τι θα μπορούσε να κάνει η δικιά μας Αριστερά; Θα μπορούσε και θα έπρεπε να προτείνει τη συμμετοχή στο δημοψήφισμα, επιλέγοντας το ΟΧΙ ως ψήφο. Αυτό θα ανάγκαζε τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες του δικού μας στρατοπέδου να δώσουν τη μάχη με τις λανθασμένες ιδέες που υπάρχουν μέσα στο κίνημα. Να δώσουν τη μάχη ενάντια σε όσους και όσες προκρίνουν λανθασμένα την «εθνική» λύση, καθώς τους φαίνεται πιο χειροπιαστή από την πάλη για τη σοσιαλιστική επανάσταση και την «Κόκκινη» Ευρώπη της εργατικής τάξης, που τμήμα της θα ήταν και η Ιβηρική Σοσιαλιστική Ομοσπονδία των ισότιμων λαών της.
Για να προλάβουμε τυχόν τσουβαλιάσματα με τις απόψεις όσων δυνάμεων περιφρονούν το μαζικό κίνημα στην Καταλονία, ξεκαθαρίζουμε πως:
α) Σε καμιά περίπτωση δεν θεωρούμε ως αντιδραστικό το κίνημα που αμφισβήτησε στον δρόμο την αστυνομία του Ραχόι. Ίσα-ίσα, πιστεύουμε πως η Αριστερά στην Καταλονία θα μπορούσε να υπάρξει και να ξεδιπλώσει τις σημαίες της μόνο στα πλαίσια αυτού του κινήματος. Θα ήταν αδύνατο, για παράδειγμα, να υπάρξει παρέμβαση της επαναστατικής Αριστεράς στις διαδηλώσεις των σοσιαλιστών και των Σιουδαδάνος, εκεί όπου βρίσκουν αντίθετα κατάλληλο έδαφος οι φασίστες και τα ζόμπι του Φράνκο για να κάνουν την εμφάνισή τους.
Η θέση μας, λοιπόν, είναι στις γραμμές του κινήματος για την ανεξαρτησία, αλλά με ξεκάθαρη διαφοροποίηση από τις υπόλοιπες δυνάμεις: Εμείς εκεί παλεύουμε ενάντια στο Ισπανικό κράτος και την κυβέρνησή του και προτείνουμε συνθήματα που κερδίζουν μαζί μας και τους εργάτες και εργάτριες όλης της Ισπανίας, που πολλοί και πολλές από αυτούς/ες εργάζονται και μένουν στην ίδια την Καταλονία. Αυτούς και αυτές τους/τις θέλουμε μαζί μας και δεν τους/τις χαρίζουμε στους Σιουδαδάνος και στους οπαδούς της Ισπανικής ακεραιότητας. Γι’ αυτό και είναι ολότελα απαραίτητη η συμμετοχή μας στο κίνημα, επειδή έτσι συμβάλλουμε, στο μέτρο των δυνάμεών μας, στο να μην στέκονται εχθρικά απέναντι στο κίνημα οι εργαζόμενοι/ες Ισπανικής καταγωγής στην Καταλονία.
β) Όταν οι κομμουνιστές και κομμουνίστριες συμμετέχουμε σε ένα κίνημα, το κάνουμε παλεύοντας για να κυριαρχήσουμε ιδεολογικά και να πάρουμε την ηγεσία του, όχι για να βρούμε εκεί μέσα την ήσυχη γωνιά μας.
Πώς όμως θα γίνει αυτό στο συγκεκριμένο κίνημα, αν δεν ανοίξουμε μέτωπο με την επικράτηση της δεξιάς κυβέρνησης του Πουτζδεμόν και τις απόψεις της εθνικής κυριαρχίας που θα λύσει όλα τα προβλήματα;
Είναι αδιέξοδο, ουτοπικό και -εν τέλει- αντιδραστικό το να προτείνεις το εθνικό νόμισμα και την απομόνωση ως λύση στην Ελλάδα και όχι την απαλλοτρίωση των τραπεζών και του κεφαλαίου. Και σωστά δώσαμε και δίνουμε τη μάχη ενάντια στις απόψεις αυτές μέσα στη «Λαϊκή Ενότητα» όπου συμμετέχουμε. Πώς, επομένως, η εθνική λύση και ο απομονωτισμός είναι ανεπιθύμητα και απαράδεκτα για την Ελλάδα, αλλά την ίδια στιγμή αναπαράγονται χωρίς πρόβλημα και κριτική όταν προέρχονται από την Καταλονία;
Μας στεναχώρησε πάρα πολύ ένα πρόσφατο κείμενο των Αντικαπιταλίστας που αναφέρονται ξανά και ξανά στις «ισπανικές ελίτ» και τον «καταλανικό λαό», ξεχνώντας ακόμη και να αναφέρουν τον όρο «τάξεις»; Θα έπρεπε να απευθυνθεί στους Καταλανούς συντρόφους το ερώτημα «Γιατί φοβούνται τόσο πολύ την τίμια λέξη;
Εν τέλει, με ποιον τρόπο ελπίζουμε να μεγαλώσουμε τις δυνάμεις μας στην Καταλονία; Με το να υποκλιθούμε στον μέσο όρο του κινήματος ή δίνοντας τη μάχη των ιδεών;
Και προθέτουμε και έναν ακόμη προβληματισμό:
γ) Σαν έσχατο κριτήριο θεωρούμε ότι πρέπει να στέκεται πάντα το συμφέρον της ίδιας της εργατικής τάξης. Τι λειτουργεί επομένως πιο προωθητικά για το εργατικό κίνημα και τα αιτήματά του; Μια εργατική τάξη κατακερματισμένη, διασπασμένη και απομονωμένη ή ενωμένη που θα παλεύει ενάντια στη λιτότητα της κυβέρνησης Ραχόι, στον μονόδρομο των ευρωπαϊκών πολιτικών και στην Ευρώπη-φρούριο που ορθώνει φράχτες και πνίγει πρόσφυγες; Αυτά τα τελευταία έχουν μπει σαν συνθήματα-αιτήματα στο κίνημα που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα με αφορμή τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος; Ή έχουν προσεκτικά τοποθετηθεί κάτω από το χαλί της εθνικής ενότητας, του «ναι στην εθνική ανεξαρτησία» και της «νίκης του καταλανικού λαού», όπου ο «λαός» λαμβάνεται με τη γενική και αόριστη έννοιά του, αγνοώντας παντελώς τη διάκριση σε τάξεις;
Μπαίνουμε στον πειρασμό να κλείσουμε το σημείωμά μας με μια φράση του Τρότσκι που θεωρούμε πως συνοψίζει όλα όσα σημειώσαμε:
«Η σημαία μας πρέπει αμετάθετα να συγκρούεται με όλες τις άλλες σημαίες».
Υ.Γ. Πιστεύουμε πως, με τις τελευταίες εξελίξεις της μονομερούς κήρυξης της ανεξαρτησίας από τη Βουλή της Καταλονίας, η μόνη δύναμη που μπορεί να σταθεί εμπόδιο στον κατασταλτικό μηχανισμό του Ισπανικού Κράτους και της κυβέρνησης Ραχόι είναι το ενιαίο μέτωπο όλης της εργατικής τάξης της ισπανικής επικράτειας. Και όχι το μέτωπο με τους Πουτζδεμόν και τους θιασώτες του εθνικού διαχωρισμού.