Το σύντομο σήριαλ της αναθέρμανσης του «μακεδονικού» και της συμφωνίας Τσίπρα - Ζάεφ φαίνεται πως παράγει ήδη περαιτέρω πολιτικές εξελίξεις στο πεδίο της αστικής πολιτικής, τόσο στον ευρύτερο χώρο της δεξιάς όσο και της κεντροαριστεράς.

Επι­πλέ­ον, ελ­λεί­ψει ενιαί­ας και κρου­στι­κής απά­ντη­σης από τ' αρι­στε­ρά, ίσως απο­τε­λεί ένα ακόμη δώρο στον Τσί­πρα που ενώ κάνει πράξη τα πιο επι­θε­τι­κά εθνι­κι­στι­κά όνει­ρα της άρ­χου­σας τάξης, πα­ρου­σιά­ζε­ται, για ακόμα μια φορά, ως ο αντί­πα­λος του εγ­χώ­ριου εθνι­κι­σμού. Το νέο όνομα του κρά­τους αυτού που είχε ανα­γνω­ρι­στεί από 140 χώρες με το συ­νταγ­μα­τι­κό του όνομα, δη­λα­δή ως Δη­μο­κρα­τία της Μα­κε­δο­νί­ας, αλλά με την αντίρ­ρη­ση και το βέτο της Ελ­λά­δας στους διε­θνείς ορ­γα­νι­σμούς, θα είναι πλέον Δη­μο­κρα­τία της Βό­ρειας Μα­κε­δο­νί­ας.

Η εξέ­λι­ξη αυτή βρί­σκε­ται στο στό­χα­στρο των εθνι­κι­στών, της δε­ξιάς και της ακρο­δε­ξιάς  σε αμ­φό­τε­ρες τις χώρες ως «εθνι­κή μειο­δο­σία» και «προ­δο­σία». Επί­σης, βρί­σκε­ται στο στό­χα­στρο της αρι­στε­ράς τόσο στη γει­το­νι­κή χώρα, ως αντί­θε­ση στο ΝΑΤΟ, όσο και εδώ, με ποι­κί­λες προ­σεγ­γί­σεις των οποί­ων κοινό στοι­χείο απο­τε­λεί επί­σης η κα­τα­δί­κη των ιμπε­ρια­λι­στι­κών σχε­δια­σμών. Πέραν αυτού όμως, οι προ­σεγ­γί­σεις της αρι­στε­ράς δεν συ­γκλί­νουν αλλά αντί­θε­τα κι­νού­νται πο­λι­τι­κά και ιδε­ο­λο­γι­κά φυ­γό­κε­ντρα και απο­συ­σπει­ρω­τι­κά, όπως δυ­στυ­χώς συμ­βαί­νει σε  πολλά ζη­τή­μα­τα το τε­λευ­ταίο διά­στη­μα.

Συ­γκε­κρι­μέ­να:  

  1. Η συμ­φω­νία απο­τε­λεί επι­βο­λή του ελ­λη­νι­κού αστι­σμού και της στρα­τη­γι­κής του στη γει­το­νι­κή χώρα υπό τον εκ­βια­σμό των ΝΑΤΟ – ΕΕ. Επι­τυγ­χά­νει την ευό­δω­ση των στό­χων της ελ­λη­νι­κής άρ­χου­σας τάξης και των πο­λι­τι­κών της εκ­προ­σώ­πων (ΝΔ-ΠΑ­ΣΟΚ) και ακόμα πε­ρισ­σό­τε­ρα (π.χ. πρό­σθε­τες συ­νταγ­μα­τι­κές αλ­λα­γές κ.α.), ενι­σχύ­ο­ντας τον ρόλο της ως «το­πι­κός συ­νε­ταί­ρος», των γε­ω­πο­λι­τι­κών επι­διώ­ξε­ων του δυ­τι­κού ιμπε­ρια­λι­σμού στην πε­ριο­χή. Η «επι­τυ­χία» αυτή είναι απο­τέ­λε­σμα των επι­λο­γών της κυ­βέρ­νη­σης Τσί­πρα στην εξω­τε­ρι­κή πο­λι­τι­κή, να ταυ­τι­στεί με τις επι­λο­γές του ΝΑΤΟ και της ΕΕ προ­χω­ρώ­ντας με­τα­ξύ άλλων στην οι­κο­δό­μη­ση του άξονα με το Ισ­ρα­ήλ και την Αί­γυ­πτο (και την Κύπρο), τις χώρες δη­λα­δή που απο­τε­λούν τα πλέον επι­θε­τι­κά στη­ρίγ­μα­τα του «ευ­ρω­α­τλα­ντι­σμού» στη ΝΑ Με­σό­γειο, σε μια φάση κατά την οποία έχει υπο­χω­ρή­σει ο αντί­στοι­χος και αντα­γω­νι­στι­κός το­πι­κά, τουρ­κι­κός ρόλος. Πρό­κει­ται για την πιο πρό­σφα­τη ιστο­ρι­κά, «νίκη» του ελ­λη­νι­κού εθνι­κι­σμού στο πεδίο της εφαρ­μο­σμέ­νης εξω­τε­ρι­κής πο­λι­τι­κής, όσο κι αν η κυ­βέρ­νη­ση Τσί­πρα βρί­σκει ευ­νοϊ­κές γι’ αυτήν συν­θή­κες  ώστε να εμ­φα­νί­ζει αυτή την πο­λι­τι­κή ως «πα­τριω­τι­κή» με κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά (απο­δο­χή ενός βαθ­μού του δι­καιώ­μα­τος αυ­το­προσ­διο­ρι­σμού των Μα­κε­δό­νων) ένα­ντι της κρι­τι­κής που δέ­χε­ται από τον ακραιφ­νή εθνι­κι­σμό που απορ­ρί­πτει κάθε συμ­φω­νία μέσα από την από­λυ­τη απόρ­ρι­ψη του όρου Μα­κε­δο­νία επι­κα­λού­με­νος τον «επι­κίν­δυ­νο αλυ­τρω­τι­σμό» των γει­τό­νων.

  1. Ταυ­τό­χρο­να, η λε­ό­ντεια, υπέρ της ελ­λη­νι­κής πλευ­ράς, συμ­φω­νία φι­λο­δο­ξεί να κλεί­σει την ψυ­χρο­πο­λε­μι­κή σχέση των δύο κρα­τών επι­τρέ­πο­ντας στους γεί­το­νες να προ­σχω­ρή­σουν στο ΝΑΤΟ και να συν­δε­θούν με την ΕΕ, επι­λο­γή που απο­τε­λεί δια­καή πόθο τους ως απά­ντη­ση στα κρί­σι­μα υπαρ­ξια­κά προ­βλή­μα­τα που αντι­με­τω­πί­ζουν. Εδώ πρέ­πει να το­νί­σου­με ότι η επι­λο­γή έντα­ξης στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ απο­τε­λεί υπαρ­ξια­κή ανά­γκη και επι­δί­ω­ξη της κυ­ρί­αρ­χης αστι­κής με­ρί­δας αυτού του κρά­τους και όχι ελ­λη­νι­κή απαί­τη­ση. Κα­θή­κον του εγ­χώ­ριου κι­νή­μα­τος και της αρι­στε­ράς είναι να δώσει επι­τυ­χη­μέ­να τη μάχη στο εσω­τε­ρι­κό ενά­ντια στην εγ­χώ­ρια αστι­κή τάξη και στις ιμπε­ρια­λι­στι­κές συμ­μα­χί­ες στις οποί­ες συμ­με­τέ­χει (ΝΑΤΟ, Ε.Ε.). Κα­θή­κον της είναι επί­σης να συ­μπα­ρα­τα­χθεί και να υπο­στη­ρί­ξει το κί­νη­μα και τις αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις της Δη­μο­κρα­τί­ας της Μα­κε­δο­νί­ας στον αγώνα τους ενά­ντια στην έντα­ξη της δικής τους χώρας στο ΝΑΤΟ. Δεν είναι όμως κα­θή­κον της να αγω­νι­στεί, κά­νο­ντας ένα άλμα στην αστι­κή πο­λι­τι­κή, μέσω του ελ­λη­νι­κού αστι­κού κρά­τους που συμ­με­τέ­χει στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. και μιας δι­με­ρούς συμ­φω­νί­ας και να επι­βά­λει στο γει­το­νι­κό κρά­τος τον απο­κλει­σμό του από τους ίδιους ορ­γα­νι­σμούς. Γιατί αυτό εάν δεν το επι­τύ­χει το εγ­χώ­ριο κί­νη­μα και η αρι­στε­ρά  ενός κρά­τους (εν προ­κει­μέ­νω της Δη­μο­κρα­τί­ας της Μα­κε­δο­νί­ας) αλλά ένα άλλο αστι­κό κρά­τος, έχει εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κές και αντί­θε­τες συ­νέ­πειες και προ­ο­πτι­κές.

  1. Οι εξε­λί­ξεις αυτές φέρ­νουν σε δύ­σκο­λη θέση τη ΝΔ καθώς ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ της «κλέ­βει» την πο­λι­τι­κή και μά­λι­στα οδη­γώ­ντας την σε απτά απο­τε­λέ­σμα­τα. Το απο­τέ­λε­σμα είναι, σε συν­δυα­σμό με την ισχυ­ρή ακρο­δε­ξιά τάση εντός της (Σα­μα­ράς) αλλά και εκτός (ΧΑ και ευ­ρύ­τε­ρη ακρο­δε­ξιά) να πιέ­ζε­ται ο Μη­τσο­τά­κης προς θέ­σεις πε­ρισ­σό­τε­ρο εθνι­κι­στι­κές, πα­ρεκ­κλί­νο­ντας από το κυ­ρί­αρ­χο αστι­κό στρα­τη­γι­κό πλαί­σιο. Ταυ­τό­χρο­να, είναι σε πλήρη εξέ­λι­ξη, παρά τις δυ­σκο­λί­ες, η σύ­γκλι­ση με επί­κε­ντρο τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, των λοι­πών δυ­νά­με­ων της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς, ως διά­δο­χο σχήμα της ευ­και­ρια­κής και πο­λι­τι­κά ετε­ρό­κλη­της συ­νερ­γα­σί­ας ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ – ΑΝΕΛ. 

  1. Στον χώρο της ελ­λη­νι­κής αρι­στε­ράς κυ­ριαρ­χεί το «όχι» στη συμ­φω­νία τόσο από πα­τριω­τι­κή σκο­πιά όσο και από διε­θνι­στι­κή. Ο κοι­νός πα­ρο­νο­μα­στής τους το αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κό στοι­χείο της αντί­θε­σης με τους ΝΑ­ΤΟι­κούς σχε­δια­σμούς και πα­ρεμ­βά­σεις. Τα επι­χει­ρή­μα­τα του «επι­κίν­δυ­νου αλυ­τρω­τι­σμού των γει­τό­νων που πα­ρα­μέ­νει ως σπέρ­μα» ωθού­νται προς το εθνι­κι­στι­κό «πέ­λα­γος». Κυ­ρί­ως όμως ασκούν κρι­τι­κή στην κυ­βέρ­νη­ση και στο εγ­χώ­ριο αστι­κό σύ­στη­μα για υπο­τα­γή τους στις ΝΑ­ΤΟι­κές επι­διώ­ξεις που το υπο­χρε­ώ­νουν να δε­χθεί κιν­δύ­νους και πλήγ­μα­τα στα εθνι­κά του συμ­φέ­ρο­ντα! Πρό­κει­ται για αντί­στρο­φή της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας, που αρ­νεί­ται να ανα­γνω­ρί­σει τις επι­λο­γές του ΝΑΤΟ και της ΕΕ ως στρα­τη­γι­κές επι­λο­γές ιμπε­ρια­λι­στι­κού στρα­το­πέ­δου του εγ­χώ­ριου αστι­σμού για την εξυ­πη­ρέ­τη­ση των συμ­φε­ρό­ντων του (που απο­τε­λούν και τα εθνι­κά συμ­φέ­ρο­ντα κάθε κα­πι­τα­λι­στι­κού κοι­νω­νι­κού σχη­μα­τι­σμού), που προ­ά­γε­ται σε κα­θο­ρι­στι­κό κρίκο στα Βαλ­κά­νια ανα­βαθ­μί­ζο­ντας τη θέση του. Τέ­τοιου εί­δους θέ­σεις κάθε άλλο παρά προ­ά­γουν τη δια­σα­φή­νι­ση των δια­κυ­βεύ­σε­ων από μια τα­ξι­κή και διε­θνι­στι­κή σκο­πιά, αγκυ­ρω­μέ­νη στα συμ­φέ­ρο­ντα των από κάτω, αντί­θε­τα εντεί­νουν τη σύγ­χυ­ση, ως ου­ρα­γοί της «ρεάλ πο­λι­τίκ». Εάν στην πε­ρί­πτω­ση του «μα­κε­δο­νι­κού» τα πα­ρα­πά­νω μοιά­ζουν με «φάρσα», στην πε­ρί­πτω­ση των «ελ­λη­νο­τουρ­κι­κών», όπου ο κίν­δυ­νος θερ­μών επει­σο­δί­ων είναι πραγ­μα­τι­κός,  τέ­τοιου εί­δους το­πο­θε­τή­σεις υπο­νο­μεύ­ουν  επί ποινή ακύ­ρω­σης το κρί­σι­μο κα­θή­κον οι­κο­δό­μη­σης αντι­πο­λε­μι­κού κι­νή­μα­τος.    

  1. Από διε­θνι­στι­κή/ αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή σκο­πιά η κρι­τι­κή στους κυ­βερ­νη­τι­κούς χει­ρι­σμούς και η «απο­κά­λυ­ψη» της εγ­χώ­ριας αστι­κής στρα­τη­γι­κής μπο­ρεί να έχει νόημα μόνο υπό τη διαρ­κή υπό­μνη­ση της υπο­στή­ρι­ξης του δι­καιώ­μα­τος στην συ­νταγ­μα­τι­κή τους ονο­μα­σία: Δη­μο­κρα­τία της Μα­κε­δο­νί­ας. Θέση που υπερ­βαί­νει και είναι απέ­να­ντι στο δίλ­λη­μα «ναι» ή «όχι» στη συ­γκε­κρι­μέ­νη συμ­φω­νία.   Απ’ αυτή την άποψη η πάλη για την αυ­το­διά­θε­ση και τον αυ­το­προσ­διο­ρι­σμό εξε­λίσ­σε­ται (με φτω­χές δυ­νά­μεις είναι η αλή­θεια) στην γεί­το­να όπου και νο­μι­μο­ποιεί­ται το «διε­θνι­στι­κό όχι» απέ­να­ντι στους ΝΑ­ΤΟι­κούς σχε­δια­σμούς της άρ­χου­σας τάξης.

  1. Στο ελ­λη­νι­κό πεδίο της τα­ξι­κής, ιδε­ο­λο­γι­κής και πο­λι­τι­κής πάλης το πρώτο κα­θή­κον αφορά στην ανα­συ­γκρό­τη­ση του κοι­νω­νι­κού και του πο­λι­τι­κού υπο­κει­μέ­νου. Δη­λα­δή του ισχυ­ρού ερ­γα­τι­κού/ λαϊ­κού κι­νή­μα­τος και της αρι­στε­ράς. Σή­με­ρα, δυ­στυ­χώς, αυτό που ανα­πτύσ­σε­ται είναι ο εθνι­κι­σμός. Η άποψη ότι τί­θε­ται ζή­τη­μα αγώνα για εθνι­κή ανε­ξαρ­τη­σία στην Ελ­λά­δα είναι πα­ντε­λώς ατεκ­μη­ρί­ω­τη και γι αυτό δεν απα­ντά­ται στις κοι­νω­νι­κές, κι­νη­μα­τι­κές εκ­φρά­σεις, σε αντί­θε­ση με τις έντο­νες προ­σπά­θειες της εθνι­κι­στι­κής δε­ξιάς και ακρο­δε­ξιάς.

  1. Το γε­γο­νός ότι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ υλο­ποιεί με επι­τυ­χία τους αστι­κούς στό­χους στα Βαλ­κά­νια και στην ανα­το­λι­κή Με­σό­γειο όσο, βε­βαί­ως και πρω­τί­στως στο εσω­τε­ρι­κό, σε βάρος της ερ­γα­τι­κής τάξης και της κοι­νω­νι­κής πλειο­ψη­φί­ας, ενώ ταυ­τό­χρο­να επι­χει­ρεί την «ανα­κα­τα­σκευή» του δί­πο­λου «αρι­στε­ρά – δεξιά» εντός του νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρου «μο­νό­δρο­μου», ως «με­τα­μο­ντέρ­νος ρε­φορ­μι­σμός», απαι­τεί τα­κτι­κή αντι­με­τώ­πι­ση ώστε να απο­φεύ­γε­ται τόσο η «ανοχή» απ’ τ’ αρι­στε­ρά (αν όχι η κα­λυμ­μέ­νη κρι­τι­κή υπο­στή­ρι­ξη) όσο και η αγνό­η­ση της απει­λής της δε­ξιάς και της ακρο­δε­ξιάς – εν προ­κει­μέ­νω της ανά­πτυ­ξης του επι­θε­τι­κού εθνι­κι­σμού/ ρα­τσι­σμού. Η πάλη με τον ρε­φορ­μι­σμό βρί­σκε­ται, όπως πάντα στην Ιστο­ρία, στο επί­κε­ντρο για την αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή αρι­στε­ρά. Αντι­πο­λε­μι­κό κί­νη­μα χωρίς κα­ταγ­γε­λία κατά προ­τε­ραιό­τη­τα της κυ­βέρ­νη­σης, που υλο­ποί­ει στην πράξη τις επι­θε­τι­κές επι­διώ­ξεις της εγ­χώ­ριας άρ­χου­σας τάξης, στο πλαί­σιο των συμ­μα­χιών της, ΝΑΤΟ και ΕΕ, δεν μπο­ρεί να υπάρ­ξει, αλλά και ανα­τρο­πή απ’ τ’ αρι­στε­ρά χωρίς τσά­κι­σμα του εθνι­κι­σμού επί­σης.

Η συ­γκέ­ντρω­ση των δυ­νά­με­ων της αρι­στε­ράς και πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο του κι­νή­μα­τος σή­με­ρα είναι μια υπό­θε­ση που πρέ­πει να πα­ρα­μεί­νει στο προ­σκή­νιο, αλλά δεν μπο­ρεί να εξυ­πη­ρε­τη­θεί με ένα σύν­θη­μα, με ένα «ναι» ή ένα «όχι». Χρειά­ζο­νται πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρα που θα ανοι­κο­δο­μή­σουν το κί­νη­μα σε τα­ξι­κή, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή και διε­θνι­στι­κή κα­τεύ­θυν­ση. Η πε­ρί­ο­δος είναι γε­μά­τη από προ­κλή­σεις. Το «μα­κε­δο­νι­κό» δεν είναι η πιο ση­μα­ντι­κή, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο αν δεν τεθεί η πάλη ενά­ντια στον εθνι­κι­σμό στην προ­με­τω­πί­δα. 

Ετικέτες