Εκτός από μπριζόλες, λουκάνικα και παϊδάκια, πάνω στα κάρβουνα των Διαβατών θα ψήνεται και η χαμένη μας αξιοπρέπεια. Η ανοχή μας μπροστά σε ένα βλαχομπαρόκ σκηνικό που αναδεικνύει προκλητικά την αφθονία έναντι της έλλειψης, τη δύναμη έναντι της αδυναμίας και το σαδισμό έναντι της καταπίεσης.

Η αλή­θεια είναι ότι τα ξέ­ρου­με καλά αυτά τα ελ­λη­να­ρά­δι­κα οι­κο­γε­νεια­κά μπάρ­μπε­κιου. Πλα­στι­κή κα­ρέ­κλα, πα­ντό­φλα, ξε­χα­σμέ­νες θειά­δες, αιω­ρού­με­να κλισέ, χρυ­σοί σταυ­ροί σε αμά­νι­κα φα­νε­λά­κια και μετά το τρίτο πο­τη­ρά­κι πο­λι­τι­κή συ­ζή­τη­ση που στά­νταρ πε­ρι­κλεί­ει ρα­τσι­σμό, σε­ξι­σμό και προ­σκύ­νη­μα του τρι­πτύ­χου πα­τρί­δα-θρη­σκεία-οι­κο­γέ­νεια. Είναι αυτό το έτοι­μο μο­τί­βο που οι άντρες ψή­νουν τα κρέ­α­τα και οι γυ­ναί­κες κό­βουν τη σα­λά­τα, που ο Κα­ζαν­τζί­δης τρα­γου­δά­ει τη φτώ­χεια και οι συγ­γε­νείς επι­δει­κνύ­ουν τα φρά­γκα τους, που τα παι­διά μα­θαί­νουν να αγα­πά­νε την τσί­κνα ακόμη κι αν ο δι­πλα­νός τους πει­νά­ει.

Η πα­ρα­πά­νω αι­σθη­τι­κή της πο­σό­τη­τας, της επί­δει­ξης και του ταυ­τό­χρο­νου πρω­το­γο­νι­σμού θα πα­ρε­λά­σει «ηρω­ι­κά» μπρο­στά από ένα προ­σφυ­γι­κό κέ­ντρο γε­μά­το αν­θρώ­πους πει­να­σμέ­νους, πλη­γω­μέ­νους και εγκλω­βι­σμέ­νους σύμ­φω­να με τους «Ενω­μέ­νους Μα­κε­δό­νες». Μια δράκα ακρο­δε­ξιών ανά­γει το πα­ρα­πά­νω πο­λι­τι­στι­κό υπο­προ­ϊ­όν σε αντι­με­τα­να­στευ­τι­κό ακτι­βι­σμό δη­λώ­νο­ντας σκω­πτι­κά ότι: «Απέ­να­ντι στον διε­θνι­στι­κό και ισλα­μι­κό λα­θρο­ε­ποι­κι­σμό της πα­τρί­δας μας και της Ευ­ρώ­πης…απα­ντά­με με … άφθο­νο χοι­ρι­νό κρέας, με άφθο­νο αλ­κο­όλ, με άφθο­νο τρο­λά­ρι­σμα και αγω­νι­στι­κή δράση!».

Και υπάρ­χουν άν­θρω­ποι ανά­με­σά μας που υπε­ρα­σπί­ζο­νται το ακρο­δε­ξιό αυτό πα­νη­γύ­ρι. Υπάρ­χουν άν­θρω­ποι που δεν συ­γκι­νού­νται από τον πόνο διωγ­μέ­νων αν­θρώ­πων, αλλά από τον πόνο να μην τους αφαι­ρε­θεί το δι­καί­ω­μα να τρώνε το ξίγκι και την πέτσα όπου γου­στά­ρουν. Υπάρ­χουν άν­θρω­ποι που δεν τους εν­δια­φέ­ρει ότι υπάρ­χουν στην Ελ­λά­δα 4.700 ασυ­νό­δευ­τα προ­σφυ­γό­που­λα αλλά μόνο να μην έρ­θουν σε επαφή με τα δικά τους τα παι­διά. Υπάρ­χουν άν­θρω­ποι που δεν προ­βλη­μα­τί­ζο­νται για το ότι πρό­σφυ­γες στοι­βά­ζο­νται σε στρα­τό­πε­δα συ­γκέ­ντρω­σης αλλά μόνο να είναι ασφα­λείς οι ίδιοι στο σπι­τά­κι τους. Υπάρ­χουν άν­θρω­ποι που μάλ­λον δεν θέ­λουν να λέ­γο­νται άν­θρω­ποι κατά τη Λει­βα­δί­τι­κη εκ­δο­χή.

Ακρο­δε­ξιοί πο­λι­τευ­τές της ΝΔ έσπευ­σαν να αντλή­σουν πο­λι­τι­κή υπε­ρα­ξία πάνω στο μι­σαν­θρω­πι­σμό, τον εθνι­κι­σμό και το διά­χυ­το ρα­τσι­σμό. Έτρε­ξαν να αγκα­λιά­σουν την κουλ­τού­ρα του πα­τρο­πα­ρά­δο­του, να φω­το­γρα­φη­θούν με φί­λους τρώ­γο­ντας μπρι­ζό­λες και να δώ­σουν πο­λι­τι­κή κά­λυ­ψη σε μια εκ­δή­λω­ση μί­σους. Είναι οι ίδιοι που φο­ρο­α­παλ­λάσ­σουν τα αφε­ντι­κά, που μειώ­νουν τους μι­σθούς και που δί­νουν τα πάντα σε ιδιώ­τες. Όσο όμως το πό­πο­λο τρώει την μπρι­ζό­λα του σε γα­λα­νό­λευ­κο φόντο όλα είναι πιο εύ­κο­λα. Όσο ο με­ρο­κα­μα­τιά­ρης που­λά­ει τσα­μπου­κά στον Πα­κι­στα­νό και όχι στο διευ­θυ­ντή υπάρ­χει κοι­νω­νι­κή αρ­μο­νία. Μια αρ­μο­νία που χτί­ζε­ται πάνω σε σχέ­σεις εξου­σί­ας.

Η αλή­θεια είναι ότι αυτή η αί­σθη­ση ελ­λη­νι­κής υπε­ρο­χής είναι δια­χρο­νι­κό φαι­νό­με­νο. «Σκυ­λά­δι­κο σα­πί­ζει η επαρ­χία, εδώ μωρή θα λέ­γε­σαι Μαρία» τρα­γου­δού­σαν οι Εν­δε­λέ­χεια ανα­φε­ρό­με­νοι στις γυ­ναί­κες του δια­λυ­μέ­νου σο­βιε­τι­κού μπλοκ που έφτα­ναν στα ‘90s στην Ελ­λά­δα. Για τα «τα τσι­ρά­κια του άρ­χο­ντα ηλι­θί­ου, τους κο­πα­δί­τες, τους μου­γκούς, τους σιω­πη­λούς πλειο­ψη­φού­ντες» έκανε λόγο ο Τζι­μά­κος, ανα­φε­ρό­με­νος στους νοι­κο­κυ­ραί­ους που ενο­χλού­νταν από τα γυ­φτά­κια στα φα­νά­ρια την ίδια πε­ρί­ο­δο. «Πες μου τι άλλο φο­βά­σαι και θα γίνω» ούρ­λια­ζαν οι Active Member μπρο­στά στην ξε­νο­φο­βία της νέας χι­λιε­τί­ας, μπρο­στά στη δαι­μο­νο­ποί­η­ση του δια­φο­ρε­τι­κού.

Κλεί­νω το κεί­με­νο με μια εμπει­ρία. Πριν με­ρι­κά χρό­νια κά­ποιοι αλ­λη­λέγ­γυοι μα­ζεύ­α­με τρό­φι­μα για τους πρό­σφυ­γες και τους με­τα­νά­στες στην πλα­τεία Βι­κτω­ρί­ας. Όταν έφτα­σαν τα φορ­τη­γά­κια με τα τρό­φι­μα, κά­να­με μια αλυ­σί­δα προ­κει­μέ­νου να τα δί­νου­με λίγα λίγα στους αν­θρώ­πους φο­βού­με­νοι μην πο­δο­πα­τη­θούν στην προ­σπά­θειά τους να πά­ρουν. Κι όμως οι πει­να­σμέ­νοι και οι ξε­χα­σμέ­νοι αυτής της γης πε­ρί­με­ναν υπο­μο­νε­τι­κά τη σειρά τους χωρίς τη λαι­μαρ­γία και τα σάλια αυτών που ορ­γα­νώ­νουν μπάρ­μπε­κιου πάρτυ. Σε όλο αυτό το σκη­νι­κό όμως δεν πρό­κει­ται να ξε­χά­σω ένα μικρό πι­τσι­ρί­κο που ζή­τη­μα να είχε πα­τή­σει τα πέντε. Όπως κα­τε­βά­ζα­με τα τρό­φι­μα τρύ­πω­νε ανά­με­σα στα πόδια μας και βού­τα­γε καμια σο­κο­λά­τα ή κανα κρουα­σάν ανά­γο­ντας το άδειο του στο­μά­χι σε παι­χνί­δι. Σε μια πε­ρι­πέ­τεια.

Αυτός ο πι­τσι­ρί­κος να ξέ­ρε­τε θα σας πάρει τη μπρι­ζό­λα από το στόμα.

Και αυτή θα είναι η με­γα­λύ­τε­ρη νίκη του κό­σμου.