Η πανδημία ξέσπασε εισβάλοντας ως ένας νέος, ασυνήθιστος και πρωτοφανής παράγοντας που επηρεάζει καθοριστικά την κοινωνική ζωή και προφανώς την ταξική και πολιτική πάλη.
Παρά ταύτα η ζωή και η κοινωνική δραστηριότητα δεν σταματά (παρά την προσωρινή αναστολή πλευρών της) ούτε ασφαλώς αναστέλλεται το σκληρό ταξικό πρόσημο των καπιταλιστικά οργανωμένων κοινωνιών. Οι δυνάμεις του μαζικού κινήματος, εργατικά σωματεία και συλλογικότητες του κινήματος και της Αριστεράς επιχειρούν άμεσα να προσαρμόσουν τη δράση τους και να στηρίξουν τα πλέον αδύναμα κοινωνικά τμήματα αλλά και να οργανώσουν τα αιτήματα της εργατικής τάξης και ευρύτερα των «από κάτω» στις νέες συνθήκες. Στην αιχμή της κοινωνικής προσοχής όσο και της αγωνιστικής πρωτοπορίας βρίσκονται οι εργαζόμενοι/ες στον κλάδο της Υγείας, στο ΕΣΥ καθώς είναι αυτοί/ες που κλήθηκαν να επωμιστούν το μεγαλύτερο βάρος της σωτηρίας των ανθρώπινων ζωών που απειλούνται από την ασθένεια. Την Τρίτη 7 Απρίλη πραγματοποίησαν πανελλαδική κινητοποίηση, προσαρμοσμένη ως προς τα μέσα στις τρέχουσες συνθήκες, με μεγάλη επιτυχία, θέτοντας όλα τα ζητήματα που αναδείχτηκαν στην πανδημία από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές ετών που διαλύουν συστηματικά την Δημόσια και Δωρεάν Υγεία. Πίσω από τους αντικειμενικά προβεβλημένους εργαζόμενους του κλάδου της Υγείας ακολουθούν πλήθος άλλων, από τους εργαζόμενους/ες στα σούπερ μάρκετ και στις εταιρίες κούριερ που πολύ συχνά δουλεύουν σε άθλιες εργασιακές και μισθολογικές συνθήκες έως τους εργάτες/τριες στην βιομηχανική παραγωγή η οποία δεν σταματά καθώς και σε όλες τις άλλες πλευρές της οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας όπου η ζωή και ο βιοπορισμός χιλιάδων και εκατομμυρίων ανθρώπων έχει δυσκολέψει δραματικά. Ήδη τα πρώτα αποτελέσματα αυτών των συνθηκών καταγράφονται στην απότομη αύξηση της ανεργίας αλλά και της εργοδοτικής αυθαιρεσίας (βέβαια την ώρα που η αύξηση της ανεργίας εξαθλιώνει ολοένα και μεγαλύτερα κοινωνικά τμήματα το ίδιο το σύστημα επωφελείται καθώς αυτή η διαδικασία ευνοεί την μείωση των μισθών γενικά).
Η πανδημία αποτελεί έναν σοβαρό και ενίοτε θανάσιμο κίνδυνο για τις ανθρώπινες ζωές, άμεσα και έμμεσα, όχι όμως για το σύστημα. Ο παράγοντας αυτός της ασθένειας παρότι εμφανίζεται ως απειλή συνολικά για την κοινωνία έχει ισχυρό ταξικό πρόσημο και σημαίνει κυρίως επιπλέον προβλήματα στην ζωή των «από κάτω». Οι δυνάμεις του κινήματος και της Αριστεράς θα χρειαστεί να κινηθούν στο επόμενο διάστημα σε ένα περιβάλλον, ταξικά και πολιτικά, πολύ πιο απαιτητικό απ’ ότι ήδη ήταν πριν ξεσπάσει η πανδημία.
Φόβος
Ο φόβος συσπειρώνει την κοινωνική πλειοψηφία γύρω από την εκάστοτε ηγεσία που διαχειρίζεται εκείνη την στιγμή την κρίση καθώς το κοινωνικό κριτήριο σε όλες τις χώρες σ’ αυτή την φάση είναι η απειλή της υγείας και η αντιμετώπισή της. Ακριβώς γι αυτό τον λόγο ο φόβος των πολιτών που συμπυκνώνεται στον αριθμό όσο και τον ρυθμό των θανάτων αποτελεί το μείζον κριτήριο και για την πολιτική ηγεσία και την κυβέρνηση. Αν η κοινωνική στήριξη/ανοχή στην ηγεσία και τελικά στο πολιτικό σύστημα γενικά, καταρρεύσει, αποτελεί τον σημαντικότερο κίνδυνο για το σύστημα, πολύ σοβαρότερο από την ίδια την αρρώστια. Σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, του Μητσοτάκη συμπεριλαμβανομένου, όπως φάνηκε σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις, απολαμβάνει αυξημένη δημοτικότητα. Είναι όμως μια συναίνεση προσωρινή και επισφαλής. Μετά από την φάση του φόβου που προκαλεί ο ρυθμός και ο αριθμός των θανάτων θα ακολουθήσει ο φόβος της επιβίωσης και της πείνας για τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα (διαδικασία που ήδη έχει αρχίσει).
Η επιλογή της κοινωνικής συναίνεσης αποτελεί την προτεραιότητα για την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος και σ’ αυτές τις συνθήκες. Γι αυτό και είναι σημαντικό να πείθεται η κοινωνία ότι η σημαντικότερη αν όχι η μοναδική άμεση αντιμετώπιση είναι η απαγόρευση της κυκλοφορίας – κάτι που φαίνεται κατ’ αρχάς εύλογο. Ωστόσο ταυτόχρονα η συναίνεση στην απαγόρευση «νομιμοποιεί» άλλες παραμέτρους ως δεδομένες όπως είναι το εύρος χρηματοδότησης για την ενίσχυση του υπαρκτού ΕΣΥ και άλλα άμεσα μέτρα όπως μαζικά, για όλο τον πληθυσμό δωρεάν τεστ, μάσκες και άλλα μέτρα και μέσα προστασίας όπως στην εργασία κλπ. Εξάλλου ότι δεν επιτυγχάνεται με τη συναίνεση εν τέλει εξασφαλίζεται, από λίγο ως πολύ, (και) με την καταστολή. Από τις ποινές για τις παραβάσεις στις περισσότερες χώρες, την συνδρομή του στρατού σε πλήθος δυτικών χωρών (πχ Ισπανία) έως πλήρως αυταρχικές δομές και πρακτικές όπως στην Ουγγαρία, στην Τουρκία, στις Ινδίες, στην Κίνα, στις Φιλιππίνες κ.α.
H ανησυχία για τις «μόνιμες βλάβες» στην δημοκρατική λειτουργία καθώς και για την υποχώρηση των ήδη βαθιά πληγωμένων από την προηγούμενη νεοφιλελεύθερη επέλαση, εργατικών δικαιωμάτων είναι εύλογη. Πόσα από τα «έκτακτα» μέτρα που σήμερα παίρνονται στο όνομα της πανδημίας «έρχονται για να μείνουν»;
Το χρήμα/η οικονομία
Ο οικονομικός κίνδυνος αποτελεί το έτερο κορυφαίο κριτήριο για τους συστημικούς διαχειριστές. Οι δύο διαφορετικές στρατηγικές που εμφανίστηκαν, αφενός με τον περιορισμό της κοινωνικής συναναστροφής και δραστηριότητας (με παραλλαγές μεταξύ χωρών Ευρώπης, Κίνας, Κορέας κ.λ.π.) και αφετέρου με την επιλογή της λεγόμενης «ανοσίας αγέλης» αποτέλεσαν απαντήσεις στο συνδυασμό των δύο κινδύνων (πολιτικός κίνδυνος/ θάνατοι – οικονομική καταστροφή). Πλέον η δεύτερη επιλογή – εμφανιζόμενη ως πιο «γνήσια νεοφιλελεύθερη» αφού απέφευγε τους περιορισμούς και τα συνακόλουθα μεγάλα κόστη - έχει εγκαταλειφτεί από τις περισσότερες κυβερνήσεις που αρχικά την επέλεξαν όπως οι ΗΠΑ και η Βρετανία. Η στρατηγική των περιορισμών έως και του «κλειδώματος» των κοινωνιών έχει άμεσες και μεσοπρόθεσμες – μακροπρόθεσμες οικονομικές συνέπειες, βαρύτατες. Ήδη έχουν κριθεί ως σοβαρότερες από την κρίση του 2008. Εντούτοις αυτός ο δρόμος επιλέχθηκε ως πιο πρόσφορος έναντι του βασικού «πολιτικού κινδύνου» παρότι αναμφισβήτητα πιο δαπανηρός.
Στο πλείστον των ισχυρών δυτικών χωρών υλοποιούνται έκτακτα οικονομικά προγράμματα δισεκατομμυρίων[1] ενώ απ’ την άλλη ο ΟΟΣΑ εκτιμά την πτώση του ΑΕΠ κατά 2% ανά μήνα καραντίνας στις αναπτυγμένες χώρες[2].
Παρότι η συζήτηση για την άρση των εκτάκτων μέτρων έχει ήδη αρχίσει η κατάσταση χρειάζεται να «σταθεροποιηθεί» δηλαδή να υπάρξει εκτίμηση υπέρβασης του προβλήματος της πανδημίας. Οριστική υπέρβαση σημαίνει να υπάρξει εμβόλιο ή φάρμακο, αν και το πιθανότερο είναι, μέχρι να επιτευχθεί αυτό, ότι θα περάσουμε σε μια φάση πιεστικών συνθηκών ταλάντευσης σε βάθος χρόνου, μεταξύ μέτρων και ημίμετρων[3], μια «κόλαση» για τους περισσότερους ανθρώπους μεταξύ του κινδύνου από την ασθένεια, του φόβου και της οικονομικής καταστροφής. Εν τέλει θα τεθεί το ζήτημα ενός πιο συνολικού απολογισμού και μιας συζήτησης για την επανέγκριση ή ενδεχομένως την αναθεώρηση στρατηγικών επιλογών για το κεφάλαιο, με όρους «επανεκκίνησης» και αναζήτησης ρυθμών ανάπτυξης.
Ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους απόψεις από συστημικούς εκφωνητές που θέτουν σε αμφισβήτηση τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική που κυριαρχεί όλες τις τελευταίες δεκαετίες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το editorial των Financial Times στις 3/4 [4]. Θα πρέπει να τονιστεί εδώ ότι ακόμη και μια τέτοια ενδεχόμενη αλλαγή στρατηγικής, θα πρέπει να κατανοείται ως «σχετική» και δεν μπορεί να είναι βιώσιμη παρά μόνο εάν εκκινήσει σε κάποια/ες από τις κορυφαίες δυνάμεις παγκοσμίως προκειμένου να έχει προοπτική και σε μικρότερες και λιγότερο ισχυρές χώρες. Εξάλλου σε κάθε περίπτωση η συζήτηση αφορά στις επιλογές ενός διαφορετικού «μείγματος» που αποσκοπεί στην βέλτιστη εκδοχή «επανεκκίνησης» των ρυθμών ανάπτυξης και κερδοφορίας. Θα ήταν λάθος να εκληφθεί ως «κοινωνική πολιτική» καθώς ούτως ή άλλως θα εξασφαλίζει την ηγεμονία του κεφαλαίου και τις απαραίτητες κοινωνικές συναινέσεις έναντι του όποιου «πολιτικού κινδύνου». Επίσης να επισημάνουμε ότι τέτοιες φωνές είχαν ακουστεί και το 2007/8 χωρίς εντέλει να επικρατήσουν[5].
Τα πρώτα δείγματα γραφής για την δυσκολία που παρουσιάζεται να αρθούν ουσιαστικά οι περιορισμοί της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής είναι χαρακτηριστικά στην πολιτική κρίση που κυοφορείται στην ΟΝΕ/ΕΕ. Την αρχική, επιβεβλημένη από τα πράγματα χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας ακολούθησε η απόρριψη από την Γερμανία και την Ολλανδία της επιλογής έκδοσης «κορονοομολόγου», δηλ. ευρωομολόγου με αμοιβαιοποίηση του χρέους που ζήτησαν η Γαλλία και η Ιταλία, μαζί με την Ισπανία, την Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, τη Σλοβενία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο. Η επιμονή στην υφιστάμενη νεοφιλελεύθερη στρατηγική και αρχιτεκτονική της ΟΝΕ/ΕΕ δεν μοιάζει εύκολο να ανατραπεί. Η εκδοχή της εκκίνησης μιας διαδικασίας διαίρεσης της ΟΝΕ/ΕΕ σε δύο ταχύτητες αρχόμενη από την επιλογή έκδοσης «ευρωομολόγου των 9» όπως πρότεινε ο Α. Τσίπρας στην συνέντευξή του στην le Monde δεν συγκινεί, τουλάχιστον για την ώρα, δυνάμεις της κλίμακας της Γαλλίας. Στο πρόσφατο Eurogroup (7/4) δεν κατέστη δυνατό να υπάρξει συμφωνία και η σχετική συζήτηση εντέλει κατέληξε με τρόπο που δεν διαταράζει ουσιαστικά το υφιστάμενο καθεστώς[6]. Το μέλλον της Ένωσης παραμένει αβέβαιο καθώς η νέα κρίση την βυθίζει ακόμη περισσότερο στις άλυτες αντιφάσεις της που ήδη είχαν αναδειχθεί από την προηγούμενη οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2007/8.
Ωστόσο η τρέχουσα κρίση απέχει ακόμη από το να βλέπει την «έξοδο» και ανάλογα με το βάθος του χρόνου που θα διαρκέσει μπορούν να υπάρξουν και πολύ δυσμενέστερα σενάρια, ιδιαίτερα στην περίπτωση που η «επόμενη μέρα» εμφανίσει δραματικές αλλαγές στον διεθνή συσχετισμό δύναμης, στην «γεωμετρία» του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πλέγματος.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οποιαδήποτε στρατηγική συστημική επιλογή δεν τροποποιεί το ταξικό πρόσημο. Η προσπάθεια του (ταξικού) καταμερισμού της ζημιάς και της στήριξης της οικονομίας με τους όρους της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής δεν σταμάτησε ποτέ. Αυτή η διαχείριση σε κάθε μια χώρα, ανάλογα με τις δυνατότητες της και από κάθε μια κυβέρνηση, ανάλογα με τον ταξικό/ πολιτικό συσχετισμό που εκφράζει παράγει την όποια ποικιλία μεταξύ των κυβερνητικών διαχειρίσεων. Ως προς την κοινωνική πλειοψηφία με επίκεντρο τον κόσμο της εργασίας αυτό σημαίνει ότι σήμερα ο λογαριασμός ήδη μοιράζεται «έναντι» σύντομα όμως θα έρθει «εκκαθαριστικός»!
Η Αριστερά
Σ’ αυτές τις συνθήκες η ανάγκη για οργάνωση της αλληλεγγύης και της συνδικαλιστικής και πολιτικής δράσης υποδεικνύει τα επείγοντα καθήκοντα. Οι οργανώσεις, τα κόμματα, οι συλλογικότητες του κινήματος και της Αριστεράς ήδη προσπαθούν να ανταποκριθούν. Χρειάζεται ωστόσο να υπάρξει προετοιμασία για τις νέες, δυσχερείς για τους «από κάτω» συνθήκες, που οικοδομούνται μέσα στην κρίση της πανδημίας.
Η βαθιά, «υπαρξιακή» κρίση της μαζικής, ρεφορμιστικής Αριστεράς, της υποταγμένης στη νεοφιλελεύθερη στρατηγική σοσιαλδημοκρατίας, εμφανίζει σήμερα το κενό στ’ αριστερά πιο ηχηρό από ποτέ μπροστά στο αβέβαιο μέλλον για εκτεταμένα κοινωνικά τμήματα.
Για την σοσιαλδημοκρατία γενικά και για τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει «σταδιακή» μετατόπιση προς τ’ αριστερά. Η αναγκαία και επείγουσα αριστερή αντιπολίτευση έχει ως ελάχιστη προϋπόθεση την έξοδο από το προηγούμενο πλαίσιο, αυτό που καθόρισε την επιλογή του μνημονίου και την γενικότερη προσαρμογή στους συστημικούς μονοδρόμους. Σήμερα το αίτημα που εκφράζει την κοινωνική πλειοψηφία είναι η στήριξη του ΕΣΥ και των μέσων προστασίας του πληθυσμού με την ευθύνη της πολιτείας δίνοντας την δυνατότητα διεύρυνσης των διεκδικήσεων για «κοινωνικό κράτος» σε όλα τα επίπεδα. Όμως η δυνατότητα να δοθεί πολιτική κάλυψη και ισχύ σ’ αυτά τα αιτήματα περνά υποχρεωτικά από τη σύγκρουση με το ν/φ πλαίσιο εδώ και τώρα και κατά συνέπεια και εξ αντικειμένου αποκήρυξη των επιλογών του πρόσφατου παρελθόντος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συνέντευξη του Α. Τσίπρα στις 8/4. Παρά την προσπάθεια αντιπολιτευτικής κριτικής στην κυβέρνηση που ούτως ή άλλως έρχεται δειλά και καθυστερημένα, το στοιχείο που χαρακτήρισε συνολικά την τοποθέτηση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η συναίνεση και η «κατανόηση» στην αδυναμία λήψης πολύ δραστικών μέτρων, ακόμη και στο επείγον πεδίο της ιατρικής κάλυψης του πληθυσμού. Εάν και όταν ο Μητσοτάκης φέρει νέο μνημόνιο ο Τσίπρας θα προτείνει το άμεσο «σχίσιμό» του ή «παράλληλο πρόγραμμα»;
Το πολιτικό κενό της μαζικής Αριστεράς που αφήνει ο αδύναμος, σοσιαλφιλελεύθερος ρεφορμισμός δεν προκύπτει τόσο από τις τοποθετήσεις ή/ και τις κυβερνητικές επιλογές των κομμάτων αυτών όσο από την αδυναμία τους να οργανώσουν και να καλύψουν πολιτικά την ίδια την δράση και τις διεκδικήσεις του μαζικού κινήματος.
Η Αριστερά στην Ελλάδα όσο και διεθνώς βρίσκεται αντιμέτωπη με μια ιστορικών διαστάσεων πρόκληση, αυτή της πολιτικής πλευράς της πανδημίας, την ώρα του απολογισμού της μεγάλης ήττας της στον προηγούμενο «κύκλο» της 20ετίας. Κύκλος που άνοιξε με το διεθνές αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα και έκλεισε με την αποτυχία των «πλατιών κομμάτων» της Αριστεράς και την εμβληματική ήττα του ριζοσπαστικού ΣΥΡΙΖΑ που μετετράπη σε μνημονιακό διαχειριστή του νεοφιλελευθερισμού προκειμένου να μην χάσει την κυβερνητική εξουσία (την οποία εν τέλει έχασε).
Για τη μη νεοφιλελεύθερη και πολύ περισσότερο αντικαπιταλιστική Αριστερά μαζί με τα προβλήματα που προέρχονται από ηττημένες παραδόσεις με επίκεντρο την, σταλινικής καταγωγής, «θεωρία των σταδίων» και του «Σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα» αλλά και θεωρητικές και πρακτικές αδράνειες από μια περασμένη εποχή κυρίως γύρω από τα ζητήματα του ιμπεριαλισμού και του περιεχομένου της αντιιμπεριαλιστικής πάλης σήμερα, έχει προστεθεί, μετά από πολλές δεκαετίες η πρόκληση της μαζικής πολιτικής. Δηλαδή η διεκδίκηση του κενού που εγκαταλείπει η ηττημένη ιστορικά και στρατηγικά σοσιαλδημοκρατία και η ανάληψη των καθηκόντων που δεν μπορεί να εκτελέσει πλέον απέναντι στις υποτελείς τάξεις και στον κόσμο της εργασίας.
Η εμπειρία των «πλατιών κομμάτων» αποτελεί τεκμήριο του πολιτικού κενού της μαζικής αριστεράς/ρεφορμισμού και έδειξε αφενός την ευκαιρία/ δυνατότητα για την κάλυψή του και αφετέρου την αδυναμία της σύγχρονης αντικαπιταλιστικής Αριστεράς να διεκδικήσει την ηγεμονία επί των αδύναμων αριστερών ρεφορμιστών – στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ από την πλήρη ήττα / μετάλλαξη σε κυβερνητικό σοσιαλφιλελευθερισμό.
Σήμερα η «κρίση της πανδημίας» όχι μόνο επιβεβαιώνει τις αδυναμίες της Αριστεράς, τόσο των μεταμοντέρνων ρεφορμιστών όσο και της κατακερματισμένης αντικαπιταλιστικής, αλλά θέτει ακόμη πιο ηχηρά τα κεντρικά ζητήματα:
- Επικαιρότητα της αντικαπιταλιστικής στρατηγικής. Το τριπλό σχήμα – εργασία, φύλο και φυλή, περιβάλλον – που περιγράφει τον πυρήνα της αντίθεσης στο εσωτερικό του σύγχρονου καπιταλισμού σήμερα αποκτά νέα διάσταση καθώς η πανδημία μεγεθύνει, και στο επόμενο διάστημα ολοένα και περισσότερο, την ορατότητα πλήθους άλλων «πανδημιών»: της μαζικής φτώχειας, της πείνας, της λειψυδρίας, της έμφυλης βίας και καταπίεσης, του ρατσισμού, των προσφυγικών ροών… Η ιστορική ανάγκη της ανοικοδόμησης στρατηγικού οράματος εναλλακτικού στον καπιταλισμό πολλαπλασιάζεται από τις συνθήκες που διαμορφώνονται.
- Διεθνισμός εναντίον του εθνικισμού όσο και του αστικού κοσμοπολιτισμού. Στο επόμενο διάστημα – ιδιαίτερα στην Ελλάδα και στις χώρες του Νότου θα ενταθεί εύλογα η αντι – ΟΝΕ/ΕΕ στάση. Η αδυναμία της ΟΝΕ/ΕΕ να λειτουργήσει με αλληλεγγύη μέσα σε μια τέτοια κρίση είναι κάτι περισσότερο από πρόδηλη. Πέρα εξάλλου από την απόρριψη του κορονοομολόγου ιδιαίτερη εντύπωση δημιουργεί η εκτεταμένη πειρατεία ιατρικού υλικού μεταξύ των κρατών. Εντούτοις θα εκφραστεί (πολύ πιο δυναμικά από πριν) από την άκρα δεξιά. Ταυτόχρονα όμως η εντύπωση ότι μπορεί να αντιμετωπιστεί μια τέτοια κρίση από ένα μεμονωμένο κράτος μοιάζει εντελώς άτοπη. Η αντικαπιταλιστική Αριστερά χρειάζεται να δώσει σαφές διεθνιστικό και αντικαπιταλιστικό (παρά «αντιιμπεριαλιστικό») πρόσημο στην απόρριψη της ν/φ ΟΝΕ/ΕΕ προκειμένου να σταθεί αποτελεσματικά εναντίον της ακροδεξιάς.
Κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατό στην προηγούμενη φάση.
Η νέα κατάσταση βρήκε την Αριστερά κυριολεκτικά κατακερματισμένη και πολύ συχνά εγκλωβισμένη και προσδεμένη στα αστικά ιδεολογικοπολιτικά αφηγήματα σε όλη την παρελθούσα περίοδο. Λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία αυτά τα χαρακτηριστικά εμφανίστηκαν για πολλοστή φορά, με δραματικό μάλιστα τρόπο, στην κρίση του «προσφυγικού» όπως αυτό κλιμακώθηκε στα σύνορα με την Τουρκία και κυρίως στον Έβρο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως η μαζική έκφραση ενός ορισμένου, μεταμοντέρνου και σοσιαλφιλελεύθερου ρεφορμισμού, χαρακτηρίστηκε από τις δηλώσεις του προέδρου του που συναίνεσε στις επιλογές του Μητσοτάκη να κλείσει τα σύνορα[7] αλλά και το ΚΚΕ μέσα από τις δηλώσεις του γραμματέα του Δ. Κουτσούμπα κινήθηκε ουσιαστικά στην ίδια κατεύθυνση χαρακτηρίζοντας τους πρόσφυγες «ασύμμετρη απειλή»[8]. Οι μικρότερες δυνάμεις της Αριστεράς διαιρέθηκαν για πολλοστή φορά (στα μάτια ενός πιο στενού κύκλου του «κόσμου της Αριστεράς») σε «πατριώτες» και σε «διεθνιστές» με τους μεν πρώτους να καθίστανται εξ αντικειμένου υποστηριχτές της κυβέρνησης καθώς αθροίζονται αντικειμενικά στο μαζικό πολιτικό ρεύμα που στηρίζει την πολιτική του Μητσοτάκη στο «προσφυγικό» και τους δε δεύτερους να αδυνατούν να μετασχηματίσουν την αφηρημένη προπαγάνδα σε συγκεκριμένη πολιτική πρόταση για τη συγκυρία, με φιλοδοξία ορισμένης κοινωνικής ακροαματικότητας. Τέτοιες διαιρέσεις, αν και ακόμη περισσότερο μετακινημένες προς το εθνικιστικό (στρεβλά αντιιμπεριαλιστικό) πρόσημο, εμφανίστηκαν συχνά σε όλη την προηγούμενη περίοδο όπως στην περίπτωση της συμφωνίας των Πρεσπών. Την πιο σημαντική έκφραση αυτής της αδυναμίας αποτέλεσε ο εγκλωβισμός στο αστικό δίλλημα «ευρώ – δραχμή» στερώντας από την Αριστερά την ανεξαρτησία της φυσιογνωμίας της στο «ιδεολογικοπολιτικό διάνυσμα».
Η πανδημία αναδεικνύει πολύ ηχηρά τα αδυναμίες της ΕΕ όχι όμως και τις δυνατότητες των «ανεξάρτητων» κρατών. Σε αντίθεση με τον πόλεμο, στον οποίο κυριαρχεί το ιδεολόγημα «ο θάνατός σου η ζωή μου», στο υπόβαθρο σήμερα, βρίσκεται ένα στοιχείο αλληλεγγύης. Ο ρόλος της Αριστεράς θα κριθεί από την δυνατότητά της να προβάλει αυτό το στοιχείο, της διεθνιστικής αλληλεγγύης έναντι των ακροδεξιών απόψεων που θα κινηθούν αναμφισβήτητα στην αντίθετη κατεύθυνση.
- Αριστερά για το πρόταγμα του «δημόσιου» πέραν του «κρατικού». Τα άμεσα μέτρα που πήρε η μεγάλη πλειοψηφία των κυβερνήσεων, της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης, ανέδειξαν την αδυναμία του «αόρατου χεριού της αγοράς» να ρυθμίσει τα επείγοντα προβλήματα πλήττοντας τον ιδεολογικό πυρήνα του νεοφιλελευθερισμού. Ο ρόλος του κράτους επανήλθε δυναμικά στην πολιτική συζήτηση και μαζί του επανήλθε τόσο το «φάντασμα» του Κέυνς όσο και η «αποτελεσματικότητα» εκδοχών κρατικού καπιταλισμού όπως η Κίνα. Ωστόσο αυτό που ταυτόχρονα αναδείχτηκε είναι πως αυτή την «στροφή» προς το κράτος την πραγματοποίησαν οι ίδιες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις θυμίζοντας πως το κράτος δεν είναι «εργαλείο» των «από κάτω» και της Αριστεράς αλλά πλαίσιο που διασφαλίζει την ίδια την καπιταλιστική λειτουργία και ρυθμίζει κατά το δοκούν την «ελευθερία» της αγοράς προς όφελος της βιωσιμότητας του συστήματος. Η συζήτηση για το κράτος που σήμερα αναζωπυρώνεται έχει παρελθόν και θεωρητικά όλες οι ριζοσπαστικές, αντικαπιταλιστικές, επαναστατικές παραδόσεις συγκλίνουν πως το αστικό κράτος αποτελεί εμπόδιο στον δρόμο της ανατροπής και της υπέρβασης του καπιταλισμού. Εν τούτοις στο πέρασμα του χρόνου και με την «χορηγία» τόσο του σταλινικού όσο και του σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος η επίκληση του κράτους προστέθηκε στην ατζέντα της αριστερής πολιτικής είτε ως στρεβλή κατανόηση των μεταβατικών αιτημάτων είτε ως συνολική στρέβλωση του στρατηγικού οράματος ως κρατικός καπιταλισμός. Σήμερα η σύγχυση του «δημόσιου» και του «κρατικού» στους κόλπους της Αριστεράς και του κόσμου της είναι πρόδηλη και γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν έρχεται να συναντήσει την «πατριωτική παραγωγική ανασυγκρότηση» ως απάντηση στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Όμως ο «κρατισμός» της Αριστεράς είναι ένα από τα σοβαρότερα προβλήματά της και στις νέες προκλήσεις που ανοίγονται μπροστά μόνο εμπόδιο μπορεί να είναι. Η διεκδίκηση και η κατάκτηση του «δημόσιου» ως στοιχείο του πυρήνα της αντικαπιταλιστικής στάσης και άμεση ανάγκη των πληττόμενων κοινωνικών τμημάτων, των «από κάτω» - σήμερα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας που έχει ανάγκη την μαζική, Δημόσια και Δωρεάν ιατρική περίθαλψη – αποτελεί καθήκον και δυνατότητα της «δρώσας κοινωνίας», του πολιτικού μαζικού κινήματος της ανατροπής και χτίζεται στην πράξη μέσα από την συνειδητή αυτενέργεια των μαζών. Το κράτος βρίσκεται απέναντι σε τέτοιες διαδικασίες, ακόμη κι όταν εμφανίζονται «εν σπέρματι», λειτουργώντας κατασταλτικά εναντίον. Πιο πρόσφατη «εικονογράφηση» της αντίθεσης του «κράτους» και του «δημόσιου» αποτελούν οι μπάτσοι στον Ευαγγελισμό την ημέρα της κινητοποίησης!
- Μαζική πολιτική – μεταβατικό πρόγραμμα – «μεταβατικό κόμμα» και όχι μόνο ιδεολογική προπαγάνδα περιορισμένης εμβέλειας. Η συγκρότηση των «πλατιών κομμάτων» της Αριστεράς στο προηγούμενο διάστημα πρόκυψε από την σύγκλιση τμημάτων της μαζικής, ρεφορμιστικής Αριστεράς που αποσχίστηκαν από τον νεοφιλελεύθερο κορμό της σοσιαλδημοκρατίας/ κεντροαριστεράς, με οργανώσεις της ριζοσπαστικής/ αντικαπιταλιστικής/ επαναστατικής Αριστεράς. Αυτή η διαδικασία συγκρότησης επέτρεψε την οργανωτική συνύπαρξη «επαναστατικών» και «ρεφορμιστικών» συλλογικοτήτων στην κίνησή τους για την κάλυψη του πολιτικού κενού στ’ αριστερά του πολιτικού φάσματος και ανέδειξε ως κοινωνικά ορατή την προσπάθεια για συγκρότηση εναλλακτικής πρότασης. Τα κόμματα αυτά υπήρξαν φορείς πολιτικής διεκδίκησης μαζικών κοινωνικών ακροατηρίων (στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και την κατάληψη της κυβερνητικής εξουσίας) και ταυτόχρονα εργαστήριο/ πεδίο αντιπαράθεσης και σύνθεσης απόψεων, θεωρητικών θέσεων και «συνηθειών» πολιτικής πρακτικής. Παρά ταύτα η ευκαιρία αύξησης της έκτασης της κοινωνικής ακροαματικότητας δεν έφερε και το αντίστοιχο βάθος στις επεξεργασίες μεταβατικών θέσεων και προτάσεων. Οι οργανωτικές απαντήσεις επικράτησαν στις θεωρητικές και στις πολιτικές προκλήσεις είτε περιχαρακώνοντας τις, από πριν συγκροτημένες, πολιτικές συλλογικότητες είτε διαλύοντάς τες υπό τον «ηγέτη» - σύμβολο της διεκδίκησης της κυβέρνησης. Οι ριζοσπαστικές /αντικαπιταλιστικές δυνάμεις προερχόμενες από διαφορετικές καταγωγές δεν βρήκαν τον δρόμο της σύμπηξης των δυνάμεών τους σε προωθητικές αντικαπιταλιστικές πολιτικές επιλογές (στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν στιγμές που εμφανίστηκαν ως πλειοψηφία) αφήνοντας το εγχείρημα αθωράκιστο στη συστημική ιδεολογική, πολιτική και όχι μόνο, διαφθορά.
Στις συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα με τις κοινωνικές ανάγκες και τα συνακόλουθα αιτήματα να τείνουν υπερπολλαπλασιαζόμενα σε σχέση με την προηγούμενη οικονομική κρίση θα δοθούν εκ νέου αντίστοιχες ευκαιρίες με αριστερές ρήξεις στον ρεφορμιστικό κορμό; Δεν μοιάζει το πιθανότερο και πάντως θα εξαρτηθεί όχι τόσο από τα συστημικά προβλήματα όσο από την παρέμβαση του κινήματος και την άνοδο της ταξικής πάλης. Έτσι συνέβη και στην προηγούμενη φάση. Τα «πλατιά κόμματα» της Αριστεράς συγκροτήθηκαν στο εύφορο περιβάλλον της ανόδου του μαζικού αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος.
Κι αν αυτά δεν συμβούν η αντικαπιταλιστική Αριστερά θα βρει το έδαφος των κοινών συμπερασμάτων και της υπέρβασης των αμυντικών οργανωτικών σχημάτων ώστε να διεκδικήσει εκ νέου τη μαζική πολιτική; Το ζήτημα της «ενότητας» αν και δεν λύνει αυτόματα τα προβλήματα στο ιδεολογικοπολιτικό πεδίο καθώς, όπως αποδείχτηκε, δεν αρκεί ο «κοινός παρονομαστής», τονίζει ωστόσο την επείγουσα ανάγκη για συγκέντρωση δύναμης και κοινωνική ορατότητα. Ακόμη κι έτσι όμως η «ενωτική» λογική χρειάζεται να οδηγεί σε «ενωτικά» οργανωτικά σχήματα που μπορούν να διεκδικούν την στράτευση του κόσμου – καταρχάς του «κόσμου της Αριστεράς».
Η πρόκληση είναι ηχηρή αν και οι απαντήσεις όχι τόσο.
Εντούτοις κάθε έννοια επεξεργασίας μεταβατικού προγράμματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την κλίμακα άσκησης της πολιτικής και την πρακτική συνύπαρξη με τις προσδοκίες, τα αιτήματα και πάνω απ’ όλα τη ζωή και την δράση μαζικών κοινωνικών τμημάτων.
Η πανδημία «ξεγυμνώνει τον βασιλιά», εκθέτει σε δημόσια θέα όλη την φρίκη του καπιταλισμού, πολλαπλασιάζει τις επείγουσες ανάγκες των «από κάτω», αυξάνει το πολιτικό κενό. Χρειάζεται να το διεκδικήσει η Αριστερά με τις απελευθερωτικές ιδέες και τα αντικαπιταλιστικά προτάγματα αντιμετωπίζοντας τις συστημικές πολιτικές εκφράσεις και ιδιαίτερα τσακίζοντας τον βασικό της αντίπαλο σε τέτοιες συνθήκες: τον φασισμό, τον εθνικισμό, τον ρατσισμό, τον πόλεμο … το πιο σκληρό καπιταλιστικό πρόσωπο που σήμερα προσωρινά κρύβεται μπροστά στο πάνδημο κοινωνικό αίτημα για αλληλεγγύη.
[1] https://www.businessdaily.gr/diethni/14772_brohi-trisekatommyrion-diethnos-gia-ti-stirixi-ton-oikonomion
[2] https://www.cnn.gr/oikonomia/story/212969/koronoios-ptosi-2-toy-aep-se-miniaia-vasi-logo-ton-periorismon-vlepei-o-oosa
[3] Σχετικές δηλώσεις Τσιόρδα: «Δηλαδή ένα σχήμα του "βάζω μέτρα, τα σηκώνω όταν η κατάσταση είναι καλύτερη στη χώρα μου χρησιμοποιώντας μαζικούς ελέγχους, μετά ξαναβάζω μέτρα όταν δω ότι η κατάσταση ξέφυγε"» https://www.efsyn.gr/node/238177
[4] «...Οι θυσίες είναι αναπόφευκτες, αλλά κάθε κοινωνία πρέπει να επιδείξει το πώς θα προσφέρει αποκατάσταση σε αυτούς που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος της εθνικής προσπάθειας. Ριζικές μεταρρυθμίσεις -η αντιστροφή της επικρατούσας πολιτικής κατεύθυνσης των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών- θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να αποδεχτούν έναν πιο ενεργό ρόλο στην οικονομία. Πρέπει να δουν τις δημόσιες υπηρεσίες ως επενδύσεις, αντί για υποχρέωση και να βρουν τρόπους να κάνουν την αγορά εργασίας λιγότερο επισφαλή.
Η αναδιανομή θα είναι πάλι στην ατζέντα. Τα προνόμια των ηλικιωμένων και των πλουσίων σε αμφισβήτηση. Πολιτικές που έως πρόσφατα θεωρούνταν εκκεντρικές, όπως ένα βασικό εισόδημα και φόροι στους πλούσιους θα πρέπει να είναι στο μείγμα....»
[5]https://www.kathimerini.gr/709668/opinion/epikairothta/arxeio-monimes-sthles/o-kapitalismos-toy-kazino-se-amfisvhthsh
[6] https://www.kathimerini.gr/1073407/article/oikonomia/die8nhs-oikonomia/sz-germanikh-miniatoyra-h-symfwnia-toy-eurogroup
[7] «Κάθε κυβέρνηση θα έκανε αυτό που έκανε η σημερινή. Και εμείς το κάναμε, αλλά χωρίς τυμπανοκρουσίες και χωρίς να καλούμε τους πολίτες να πάρουν τα όπλα» https://www.star.gr/eidiseis/politiki/492007/tsipras-kai-emeis-kleisame-ta-synora
[8] «..Εκφράσαμε τη μεγάλη ανησυχία μας για τη συνεχή τούρκικη επιθετικότητα και προκλητικότητα στην ευρύτερη περιοχή, στο Αιγαίο, στην Αν. Μεσόγειο, στη Μ. Ανατολή, που βέβαια σήμερα συνδυάζεται -εκτός από την κλασική επιθετικότητα των συνεχών παραβιάσεων στο Αιγαίο, των αμφισβητήσεων κυριαρχικών δικαιωμάτων, συνθηκών που όρισαν τα σύνορα των χωρών της περιοχής- και με νέες “ασύμμετρες απειλές”, με προκλήσεις, με τα προσφυγικά – μεταναστευτικά ρεύματα στον Έβρο και σε όλα τα νησιά του Αιγαίου» https://m.naftemporiki.gr/story/1569377/d-koutsoumpas-megali-anisuxia-gia-tin-tourkiki-epithetikotita