Θανάσιμος κίνδυνος
Μια διάσταση της (εγκληματικής) αντιμετώπισης της πανδημίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που περνάει εντελώς απαρατήρητη είναι ότι προκαλεί τον εθισμό των Ελλήνων στο θάνατο! Δεν πρόκειται για κάτι επουσιώδες, δευτερεύον, για μια επιπλέον παράπλευρη απώλεια της πανδημικής πολιτικής αυτής της κυβέρνησης, αλλά ίσως για την τραγικότερη συνέπειά της, για εκείνη που υπόσχεται τα περισσότερα και ποιοτικά χειρότερα δεινά στο προσεχές και απώτερο μέλλον…
Τρανή απόδειξη αυτού του ...θανάσιμου εθισμού, είναι η πλήρης απουσία της παραμικρής κινητοποίησης και διαδήλωσης ενάντια στην καθημερινή πια εκατόμβη των νεκρών του Covid, που παρατηρείται στη χώρα μας. Με την πάροδο των εβδομάδων, των μηνών και -αισίως- των ετών της πανδημίας, η απώλεια πολλών δεκάδων χιλιάδων ζωών συμπατριωτών μας, έχει γίνει κάτι σαν αναπόσπαστο τμήμα του καθημερινού ελληνικού τοπίου, σαν κάτι που είναι περίπου τόσο “φυσιολογικό” και αναμενόμενο όσο η ανατολή και η δύση του ηλίου. Και αυτό καλλιεργείται και ενισχύεται καθημερινά από δηλώσεις, εξαγγελίες και μέτρα των αρχών που δεν διστάζουν, με απερίγραπτο κυνισμό, να παρουσιάζουν αυτές τις απώλειες ζωών περίπου σαν αναγκαστικές και αναπόφευκτες... ανθρωποθυσίες στο βωμό, όπως π.χ. δήλωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, των “Χριστουγέννων”, δηλαδή, της εμπορικής κίνησης των Χριστουγέννων, που αναγορεύεται σε υπέρτατη αξία πάνω και από χιλιάδες ζωές συμπατριωτών μας! Και δυστυχώς, όλα αυτά χωρίς να υπάρχει η παραμικρή αντίδραση που -έστω- να καυτηριάζει αυτό τον αποτρόπαιο κυνισμό...
Αν το καλοσκεφτούμε, οι συνέπειες αυτής της κοινοτοποποίησης (banalisation) του θανάτου είναι τρομακτικές. Και είναι μάλιστα ήδη ορατές στην ελληνική κοινωνία. Συγκεκριμένα, ο παρατηρούμενος εθισμός στο θάνατο δεν αφορά μόνο τον θάνατο των άλλων, αλλά και το θάνατο του ίδιου του εθιζόμενου. Σε κάθε περίπτωση, αυτό οδηγεί στην απαξίωση της ζωής τόσο της δικής μας όσο και των άλλων, γεγονός που ανοίγει το δρόμο στις πιο ακραίες μορφές βίας καθώς δεν υφίσταται πια η “κόκκινη γραμμή” του φόβου του θανάτου που αποτελεί τον κρίσιμο ύστατο φραγμό και ανάχωμα πριν τη γενικευμένη ζουγκλοποίηση της κοινωνίας.
Ας μη νομιστεί όμως ότι όλα αυτά γίνονται τυχαία και εντελώς αυθόρμητα. Ούτε ότι αποτελεί απλή σύμπτωση το γεγονός ότι παρά τις αντιθέσεις τους, αντιεμβολιαστές και κυβέρνηση καλλιεργούν -έστω και με διαφορετικό τρόπο- αυτή την κοινοτοποποίηση του θανάτου. Ούτε ότι “κατά σύμπτωση”, οι κύριοι εμπνευστές και επικεφαλής των αντιεμβολιαστών αλλά και των κυβερνητικών πολιτικών επιλογών που οδηγούν σε αυτό τον εθισμό στο θάνατο και στην απαξίωση της ζωής, είναι άτομα με πασίγνωστο ακροδεξιό παρελθόν και παρόν. Το λιγότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι εθίζοντας στο θάνατο, όλοι αυτοί αποκτούν πλεονέκτημα καθώς παίζουν εντός έδρας, στο δικό τους γήπεδο, διαμορφώνοντας ατομικές και συλλογικές συνειδήσεις που ταιριάζουν απόλυτα με τις θεμελιώδεις παραδοσιακές ιδεολογικές τους “αξίες” και καταβολές!
Γιατί; Μα, επειδή για τις φασιστικές και τις ναζιστικές παραδόσεις, καθώς και με τις γενικότερες ακροδεξιές “αξίες” και πρακτικές, η απαξίωση της ζωής πάει χέρι-χέρι με την λατρεία του θανάτου και την άσκηση της πιο ακραίας βίας! Και φυσικά, δεν είναι τυχαίο ότι η διαβόητη...μακάβρια κραυγή του ιδρυτή της Φάλαγγας, Ισπανού φασίστα στρατηγού Χοσέ Μιγιάν-Αστράι “Viva la Muerte” (Ζήτω ο Θάνατος) αποτελεί μέχρι σήμερα βασικό στοιχείο και “σημαία” της ιδεολογικής κληρονομιάς των απανταχού γης (νεο)φασιστών και λοιπών ακροδεξιών νοσταλγών είτε του Φράνκο είτε του Μουσολίνι και του Χίτλερ και των καθεστώτων τους...(1)
Έχοντας όλα αυτά κατά νου, μπορούμε λοιπόν να αντιληφθούμε ότι γεγονότα και κοινωνικά “φαινόμενα” των καιρών της πανδημίας που από πρώτη άποψη, φαίνονται ανεξήγητα και άσχετα μεταξύ τους, αποκτούν νόημα καθώς αποκαλύπτουν την κοινή ακροδεξιά τους μήτρα. Μια κοινή μήτρα που περιλαμβάνει δυνάμεις τόσο έξω όσο και μέσα στις ακροδεξιές νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις σχεδόν σε όλη την Ενωμένη Ευρώπη αλλά και πέρα από αυτήν. Έτσι, είναι η ακροδεξιά που δίνει τον τόνο και αφήνει τη σφραγίδα της, αν βέβαια δεν κυριαρχεί, στο αντιεμβολιαστικό κίνημα, αρχής γενομένης στις ΗΠΑ όπου οι οπαδοί του Τραμπ ήταν και οι πρώτοι διδάξαντες. Και αυτό συμβαίνει, χωρίς καμιά εξαίρεση, παντού στο κόσμο, αναδεικνύοντας το διαρκώς ογκούμενο αντιεμβολιαστικό κίνημα σε προνομιακό χώρο παρέμβασης της επίσης διαρκώς ανερχόμενης σκληρής ακροδεξιάς, που έχει έτσι τη δυνατότητα να προβάλλει μαζικά πολλά από τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά της: τον ρατσισμό που συνδυάζεται τέλεια με τον συνωμοτισμό, με τη λατρεία της βίας και την απαξίωση της ζωής ή ακόμα και με τον αποκρυφισμό ενός Χίμλερ και των Ες-Ες του...
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κάποια περιστασιακά περιθωριακά κοινωνικά φαινόμενα που μπορούν να αποδοθούν εύκολα σε κάποια δήθεν μαζική παράνοια και παράκρουση, και που είναι καταδικασμένα να εξαφανιστούν στην επόμενη μεταστροφή της κοινής γνώμης. Πρόκειται για κάτι πολύ πιο σοβαρό που κακώς δεν έχει προκαλέσει ακόμα όχι απλώς το ενδιαφέρον και την εγρήγορση, αλλά μάλλον...τη γενική κινητοποίηση της απανταχού γης αριστεράς. Και αυτό όχι μόνο επειδή πρόκειται για μαζικά κοινωνικά φαινόμενα, αλλά και επειδή αυτά διακρίνονται για την ακραία επιθετικότητά τους και τη χρήση -συχνά δολοφονικής- βίας ενάντια στους “αντιφρονούντες” που συνήθως δεν είναι άλλοι από τους παραδοσιακούς στόχους των φασιστικών κινημάτων: τις κάθε λογής και μορφής συλλογικότητες και οργανώσεις των εργαζομένων, των απόκληρων και των καταπιεσμένων, δηλαδή τους μετανάστες, τις εθνικές και σεξουαλικές μειονότητες, και βέβαια τις γυναίκες.
Να λοιπόν, γιατί κινήματα, σέχτες και “κοινωνικά φαινόμενα” φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους σαν το αντιεμβολιαστικό, το Qanon και τις παραλλαγές του, τους διαφόρους “τιμωρούς” του είδους των “Θεματοφυλάκων του Συντάγματος” ή ακόμα και το μισογυνικό “κίνημα των μπαμπάδων” συνδέονται τόσο στενά μεταξύ τους ώστε να αποτελούν στη πραγματικότητα συγκοινωνούντα δοχεία και να έχουν κοινή ακροδεξιά μήτρα! Εξάλλου, τα πιο “καθαρόαιμα” ακροδεξιά κόμματα και οργανώσεις των καιρών μας, που κατά σύμπτωση είναι και εκείνα που σημειώνουν την πιο ραγδαία άνοδο, με πρώτα και καλύτερα το ισπανικό Vox ή εκείνα των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης όχι μόνο δεν κρύβουν αλλά προβάλλουν δημόσια και κυρίως, κάνουν πράξη τον άκρατο (δολοφονικό) ρατσισμό και μισογυνισμό τους, τον συνωμοτισμό, το μίσος για τον ορθολογισμό και την επιστήμη, και τη λατρεία της βίας και του θανάτου που είναι ταυτόχρονα το σήμα κατατεθέν και το “πρόγραμμά” τους...
Το συμπέρασμα βγαίνει μάλλον αβίαστα: ο μαζικός εθισμός στο θάνατο και στην απαξίωση της ζωής που προκαλούν τόσο τα αντιεμβολιαστικά κινήματα όσο και οι κυβερνητικές πολιτικές αντιμετώπισης της πανδημίας, είναι ίσως η πιο άμεση και πιο επίφοβη από όλες τις απειλές που αντιμετωπίζει σήμερα η αριστερά αλλά και κάθε προοδευτικός άνθρωπος. Αν μη τι άλλο, αυτή η διαπίστωση θα έπρεπε λογικά να δώσει απόλυτη προτεραιότητα στην καταπολέμησή του κακού, κατεβάζοντας στους δρόμους πιο μαζικά από ποτέ τους υπερασπιστές της αλληλεγγύης και της ζωής! …
Σημείωση
1. Ήταν στις 12 Οκτωβρίου του 1936, μεσούντος του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, όταν απαντώντας στην ανθρωπιστικού περιεχομένου ομιλία του (κάθε άλλο παρά αριστερού) φιλοσόφου, βουλευτή και πρύτανη του πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα Μιγκέλ ντε Ουναμούνο, ο Αστράι κραύγασε το διαβόητο νεκρόφιλο σύνθημα “Viva la Muerte” αλλά και το “Mueran los Intelectuales” (Θάνατος στους διανοούμενους). Δεν είναι προφανώς τυχαίο που ο ενθουσιώδης θαυμαστής του Φράνκο και του φασιστικού κινήματός του Νίκος Καζαντζάκης, εξέδωσε σε βιβλίο τις ανταποκρίσεις του από την Ισπανία του εμφυλίου, που δημοσίευε η “Καθημερινή” της οικογένειας Βλάχου, διαλέγοντας να βάλει τον εύγλωττο τίτλο...”Viva la Muerte”!...
ΠΗΓΗ: www.contra-xreos.gr